Κεφάλαιο 2| A happy house.
Alexa's POV
2 μέρες αργότερα...
Βλέπω τα παιδιά μου να απομακρύνονται χωρίς να ξέρω πού πάνε ή αν θα καταφέρουμε να βρεθούμε ξανά, έτσι έφυγε και ο Theo. Ούτε που κατάλαβα πως κατάφεραν να μας πείσουν σε αυτή την τρέλα. Κάποια στιγμή εξαφανίστηκαν από το οπτικό μου πεδίο αφού μπήκαν στο αεροπλάνο. Κοιτάζω γύρω μου άνθρωποι μαζί χαιρετούν τους αγαπημένους τους άλλοι κάνουν νέα ξεκινήματα... η Vanessa λίγο πιο δίπλα κλαίει στην αγκαλιά του Klaus. Και εγώ εδώ να στέκομαι μόνη μου, αφού απογειώθηκε το αεροπλάνο γυρίζω να φύγω.
"Περίμενε." Τρέχει πίσω μου ο Klaus και με πιάνει από το χέρι για να σταματήσω. "Που πας;" Με ρωτάει ήρεμα.
"Σπίτι μου." Του απαντάω άχρωμα.
"Σε ποιο σπίτι βρε ξανθούλα; Μόνη σου;" Πλησιάζει η Vanessa.
"Μου έμεινε κάποιος για να έχω παρέα;" Ειρωνεύομαι.
"Alexa-"
"Δεν θέλω τον οίκτο σου." Διακόπτω τον Klaus και τραβάω το χέρι μου από το κράτημα του. "Να βρεις και μου φέρεις στα πόδια μου αυτόν που μας το έκανε αυτό θέλω, μόνο τότε θα ησυχάσω." Του λέω και γυρίζω να φύγω καθώς απομακρύνομαι το κενό στην καρδιά μου μεγαλώνει.
...
Μπαίνω σπίτι αλλά δεν έχω τίποτα να κάνω και κανέναν να με περιμένει. Τα παντζούρια είναι κλειστά, σκοτάδι επικρατεί στον χώρο και έτσι η ατμόσφαιρα αντικατοπτρίζει το πως νιώθω. Πηγαίνω να βάλω ένα ποτό να πιω αλλά τα χέρια μου τρέμουν, η καρδιά μου βουλιάζει και στο μυαλό μου επικρατεί φασαρία από τις φωνές που ουρλιάζουν πως μόνο εγώ φταίω. Απόψε η σιωπή με σκοτώνει. Όλες οι οικογένειες φωτογραφίες μπροστά μου μου θυμίζουν μόνο το τι είχα και τι έχασα. Πίνω μια γουλία από το ποτό μου αλλά το ποτήρι είναι σαν να με κοροϊδεύει σαν να γελάει μαζί μου. Το πετάω με όλη μου την δύναμη στον τοίχο. Δεν μου αρκεί! Πηγαίνω στο έπιπλο με τις φωτογραφίες και τις ρίχνω όλες κάτω, οι κορνίζες σπάνε, είναι καλύτερες έτσι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Η οργή μέσα μου ωστόσο δεν ικανοποιείται αρχίζω να σπάω ό,τι βρίσκω μπροστά μου βάζα, άδεια μπουκάλια ακόμα αναποδογύρισα το τραπεζάκι του σαλονιού. Όταν δεν υπάρχει τίποτα άλλο πια για να σπάσω κοιτάζω γύρω μου χαμένη, χαμένη στο ίδιο μου το σπίτι. Κάνω δύο βήματα πίσω και αφήνω ένα ουρλιαχτό πόνου, απογοήτευσης, φόβου και απόγνωσης, η φωνή μου έσπασε στα μισά και δεν κατάφερα να συγκρατήσω τα δάκρυα μου. Οι λυγμοί μου ακούγονται σαν κάτι απόκοσμο στην ησυχία του τεράστιου αυτού σπιτιού. Μου δίνω ένα βράδυ, αυτό το βράδυ... ένα βράδυ να θρηνήσω τα όσα είχα και όσα έχασα γιατί από το πρωί δεν θα μου επιτρέψω να υποκύψω στα συναισθήματά μου. Κοιτάζω τα πεταμένα πράγματα στο σαλόνι μου και παίρνω ένα μπουκάλι με μπέρμπον και αρχίζω να πίνω, πίνω για απαλύνει ο πόνος, έστω για λίγο.
Μετά από πολλές ώρες τα δάκρυα πάγωσαν στα μάγουλά μου ούτε που θυμάμαι πόσα μπουκάλια ήπια για να φτάσω σε αυτό το σημείο.
Το κουδούνι χτυπάει, το αγνοώ.
"Ξανθούλα ξέρω ότι είσαι μέσα άνοιξε μου." Η φωνή του Jace ακούγεται απαλή απέξω. Δεν ξέρω γιατί αλλά σαν από μόνο του το σώμα μου σηκώνεται και με οδηγεί στην πόρτα να του ανοίξω. Όταν το κάνω με κοιτάζει και το βλέμμα του αλλάζει, σαν να με λυπάται, σαν να μην περίμενε να με δει έτσι, ρίχνει μια φευγαλέα ματιά στο σαλόνι. Παίρνει μια βαθιά ανάσα, εγώ κάνω ένα βήμα πίσω και εκείνος μπαίνει κλείνοντας την πόρτα.
"Φυσικά μπορείς να μπεις." Τον ειρωνεύομαι.
"Έχεις πιει." Συμπεραίνει.
"Άλλο παιδί πιο έξυπνο έχουν οι γονείς σου;" Γελάω κοροϊδευτικά. Κουνάει το κεφάλι του δεξιά και αριστερά αρχίζοντας να μαζεύει τα σπασμένα γυαλιά από κάτω.
"Τι κάνεις;" Τον ρωτάω με απορία.
"Προφανώς προσπαθώ να κάνω υπομονή." Μου απαντά συγκεκριμένος σε αυτό που κάνει.
"Γιατί ήρθες;" Τον κοιτάζω μπερδεμένη.
"Δεν ξέρω, είδα πως ήταν η Vanessa και σκέφτηκα πως είσαι τελείως μόνη σου εδώ πέρα." Εξηγεί χωρίς να με κοιτάζει.
"Και άφησες την αδερφή σου μόνη της;"
"Φυσικά και όχι ξανθούλα είναι με την Amara, τον πατέρα μας και τον ηλίθιο τον άντρα της και έμεινα μέχρι να ηρεμήσει." Μου απαντά.
"Πως είναι η Vanessa;" Ρωτάω με ενδιαφέρον.
"Μια φορά μεθυσμένη δεν είναι." Κοιτάζει γύρω του. "Και το σπίτι είναι ακόμα όρθιο." Συμπληρώνει.
"Ξέρεις στο σχολείο πρέπει να ήσουν απαίσιος μαθητής... δεν ήταν αυτή η ερώτηση." Του λέω παραπατώντας λίγο και γελάει. Γελάει;
"Ξέρεις ξανθούλα 2000 χρόνια πριν δεν υπήρχαν σχολεία." Μου απαντά.
"Έτσι εξηγείται." Κάθομαι στον καναπέ.
"Γιατί την έσπασες αυτή;" Πιάνει στα χέρια του μια οικογενειακή φωτογραφία.
"Δεν ξέρω ίσως για η Stefanie εκεί πέρα είναι νεκρή, ο Enzo εκεί είναι επίσης νεκρός, ο Theo," γελάω. "Ο Theo είναι απαίσιος στο να κρατάει τις υποσχέσεις του και τα υπόλοιπα παιδιά μου είναι σε ένα μέρος που δεν γνωρίζω για το καλό τους." Ολοκληρώνω. "Τι χαρούμενη οικογένεια." Σχολιάζω, αρχίζοντας να γελάω πίκρα.
"Ξανθούλα." Έρχεται κοντά μου και γονατίζει μπροστά μου. "Δεν είσαι καλά."
"Ξέρεις κάποιοι από εμάς έχουν συναισθήματα." Του απαντάω απότομα.
"Έχω συναισθήματα." Μου λέει και καλά προσβεβλημένος. "Απλώς δεν τα εκδηλώνω." Συνεχίζει και γελάω. "Και τώρα γελάς μαζί μου, ευχαριστώ πάρα πολύ ρε, ωραία φίλη." Δεν ξέρω γιατί έχω αυτό το περίεργο συναίσθημα πως ένιωσε ικανοποίηση που γέλασα. "Λοιπόν εγώ λέω να πας να κάνεις ένα κρύο μπάνιο όσο εγώ μαζεύω το χάος που δημιούργησες εδώ μέσα." Απομακρύνεται και σκύβει ξανά να μαζέψει τα γυαλιά.
"Jace Salvatore είσαι στα γόνατα; Για εμένα;" Γελάω κοροϊδευτικά και με κοιτάζει τρομαγμένος.
"Alexa Mikaelson Salvatore πήγαινε κάνε ένα κρύο ντους μπας και συνέλθεις." Με ειρωνεύεται.
"Τι μόνη μου θα κάνω μπάνιο;" Τον ρωτάω και με κοιτάζει σαν να είμαι εξωγήινος.
"Δεν ήξερα πως χρειάζεσαι και παρέα." Στραβοκαταπίνει.
"Αν είναι η παρέα μου να είναι τόσο καυτή όσο εσύ τότε ναι." Παραπατάω λίγο.
"Alexa νομίζω πως ο μεθυσμένος εαυτός σου μου την πέφτει." Σηκώνεται όρθιος. "Και αλήθεια κολακεύομαι αλλά μαζέψου." Μου λέει με το κλασικό ψυχρό του βλέμμα.
"Γιατί;" Τον κοιτάζω μπερδεμένη. "Δεν σου αρέσω;" Με κοιτάζει περίεργα και έπειτα το βλέμμα του γίνεται σχεδόν λυπημένο.
"Πήγαινε ξάπλωσε ξανθούλα είναι αργά εγώ θα καθαρίσω εδώ." Μου απαντά και εγώ απλώς φεύγω για επάνω.
***
Μόλις ξύπνησα από το φως του ήλιου που έπεσε βίαια στα μάτια μου. Μπήκα να κάνω ένα μπάνιο αφού νιώθω πως βρωμοκοπάω αλκοόλ. Το κεφάλι μου πάει να σπάσει και από ένα σημείο και μετά εχθές το βράδυ δεν θυμάμαι τίποτα. Αφού τελείωσα το μπάνιο σκούπισα τα μαλλιά μου και χτενίστικα κατέβηκα κάτω με το μπουρνούζι. Βρίσκω τον Jace να κοιμάται στον καναπέ ενώ κυριολεκτικά το σαλόνι μου αστράφτει. Βήχω λίγο για να ξυπνήσει.
"Ξύπνησες;" Τρίβει τα μάτια του.
"Όχι κοιμάμαι ακόμα." Τον ειρωνεύομαι. "Τα καθάρισες όλα;"
"Αφού στο είπα." Σηκώνεται.
"Αλήθεια;" Η αλήθεια είναι δεν το θυμάμαι. "Το κεφάλι μου πάει να σπάσει."
"Φυσικά και πάει να σπάσει με τόσο που ήπιες." Με κοιτάζει επικριτικά. Σηκώνεται και με πλησιάζει.
"Ξέρεις εχθές μου την έπεφτες, για μια στιγμή τρόμαξα." Αναφέρει και εγώ τον κοιτάζω ντροπιασμένη.
"Χριστέ μου τι ρεζίλι." Πιάνω το κεφάλι μου.
"Ρεζίλι δεν λες τίποτα." Σχολιάζει.
"Αυτό με κάνει να νιώθω πολύ καλύτερα ευχαριστώ." Τον ειρωνεύομαι και γυρίζω να φύγω. "Όσο για το χθεσινό δεν θα επαναληφθεί, έδωσα στον εαυτό μου μια νύχτα για να ξεφύγει από σήμερα θα είμαι απλά η Alexa." Πλησιάζει περισσότερο κοιτώντας με μπερδεμένος.
"Βάζεις ημερομηνία λήξης στα συναισθήματά σου και μετά εγώ είμαι αυτός που δεν νιώθει;" Απορεί.
"Το είπα αυτό;" Τον κοιτάζω λυπημένα.
"Ναι αλλά το έσωσες με τα κοπλιμέντα σου." Ρολάρει τα μάτια του και εγώ τον σπρώχνω λίγο γελώντας.
"Αυτό δεν είναι αστείο, ήμουν μεθυσμένη." Συνεχίζω να γελάω μέχρι που συνειδητοποιώ πως τον άγγιξα. "Χριστέ μου συγγνώμη-"
"Όχι είναι εντάξει, δεν πειράζει. Απλώς προσπάθησε να μην το κάνεις ξανά." Με διακόπτει και για λίγο επικρατεί σιωπή μεταξύ μας.
***
Jace's POV
Αφού με άγγιξε προσπάθησε να απολογηθεί αλλά γιατί να το κάνει από την στιγμή που αυτό το μικρό άγγιγμα δεν με τάραξε. Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει ή ποτέ άρχισα να την βλέπω διαφορετικά αλλά με κάνει να νιώθω πράγματα που έχω να νιώσω πάνω από χιλιετία. Επικρατεί σιωπή μεταξύ μας είμαστε αρκετά κοντά, κοιταζόμαστε. Κοιτάζω μια τα μάτια και μια τα χείλη της. Αυτά τα πράσινα μάτια της νιώθω πως βλέπουν κατευθείαν στην ψυχή μου. Οι σκέψεις μου αυτή την στιγμή είναι ένας ωκεανός οργής και ψυχρότητας, προσπαθώντας να θάψω τα συναισθήματα που έχω αρχίσει να αναπτύσσω για εκείνη εδώ και λίγο καιρό. Ο τρόπος που σφίγγεται το στήθος μου κάθε φορά που γελάει... Χριστέ μου τι λέω;
Εκείνη είναι μια ηλιαχτίδα σε μια ζοφερή μέρα και εγώ; Εγώ δεν ξέρω τι πάει να πει φως.
Αυτό... αυτό είναι βασανιστήριο. Η μυρωδιά του δέρματός της, ο ήχος του γέλιου της ακόμα ηχεί στα αυτιά μου και χίλιες διαφορετικές σκέψεις στριφογυρίζουν στο κεφάλι μου.
Πιθανότατα θα με βλέπει ούτως ή άλλως σαν ένα ψυχρό κάθαρμα, γιατί να μπει στον κόπο να νιώσει κάτι παραπάνω για εμένα; Απλά θα συνεχίσω, να μην το σκέφτομαι, να τα αγνοώ όλα, είμαστε μόνο φίλοι αυτό είναι το σωστό.
Όμως μακάρι να μπορούσα να έχω κάτι παραπάνω έστω και για λίγο και ας είναι ψεύτικο...
Τι θα συνέβαινε αν μπορούσα για λίγο να την έχω; Ένα χαμόγελο στα χείλη της, η αίσθηση του χεριού της στο δικό μου και το άρωμα των μαλλιών της... ποτέ δεν θα γίνει αυτό στην δική της καρδιά υπάρχει μόνο ο Theo και εγώ είμαι ένας ηλίθιος που τόλμησε να την κοιτάξει περισσότερο από όσο άντεχε.
Ο Theo δεν είναι εδώ, όμως...
Αν μπορούσα να το κάνω, το μυαλό μου θα μπορούσε να σταματήσει να με βασανίζει με το τι θα γινόταν αν.. και θα γινόταν πραγματικότητα.
Αλλά, έτσι όπως είναι... πάντα τόσο φωτεινή και χαρούμενη. Η ζωή της έχει καταρρεύσει, κι όμως, το χαμόγελό της παραμένει σταθερό. Εγώ δεν θα ήμουν πάρα ένα ακόμη πρόβλημα στο κεφάλι της.
Και αν δεν με βλέπει σαν ένα ψυχρό κάθαρμα;
Το άγγιγμα των χειλιών της εκατοστά μακριά από τα δικά μου. Όλα ήταν σωστά, ή έτσι φαινόταν, τουλάχιστον.
Τα σώματά μας είναι εκατοστά μακριά, η θερμότητα των σωμάτων μας ακτινοβολούσε στο δέρμα μας, η αίσθηση της αναπνοής της όπως την ένιωθα στο πρόσωπό μου...
Και κάπως έτσι λίγο πριν κάνουμε το βήμα που ή θα μας κατέστρεφε απλώς λίγο παραπάνω ή θα μας απογείωνε... κινείται προς τα πίσω. Σαν κάποια αόρατη δύναμη να μας χωρίζει.
Ξαφνικά κάποιος να καθαρίζει την φωνή του μας τραβά την προσοχή.
"Nessa;" Αναφωνεί η ξανθούλα.
"Ήρθα νωρίς ήμουν σίγουρη πως θα κοιμόσουν έτσι μπήκα με τα κλειδιά μου." Εξηγεί κοιτώντας με περίεργα. "Πειράζει;" Ρωτάει μετά.
"Θα προτιμούσα να ειδοποιείς πρώτα αλλά τέλος πάντων." Φεύγει για την κουζίνα η ξανθούλα και αφού η Vanessa μου δώσει ένα επικριτικό βλέμμα σαν να κατάλαβε την ακολουθεί.
***
Hellooo!
Τι μου κάνετε?
Νέο κεφάλαιο ελπίζουμε να σας αρέσει! Περιμένουμε τις γνώμες σας στα σχόλιααα!
Όπως καταλαβαίνετε αυτή την ιστορία δεν την γράφω μόνη μου αλλά με την αγαπημένη μου:
inlovewithBenBarnes_
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top