Κεφάλαιο 12| Maybe that's why your husband left you

Alexa's POV

Ίδια μέρα το απόγευμα...

"Δεν το πιστεύω." Μονολογεί ο Isaac κλείνοντας την πόρτα πίσω του. "Το έχεις χάσει;" Με ρωτάει. "Ρε πας καλά; Πήγες τον βρήκες του συστήθηκες ως μια άλλη και τώρα αυτός κόλλησε;"

"Στα εξήγησα πριν αλλά εσύ συνεχίζεις να με ρωτάς τα ίδια πράγματα." Του λέω με απάθεια.

"Έχεις βάλλει σκοπό της ζωής σου να πεθάνετε και οι δύο κοπέλα μου;" Απορεί έξαλλος.

"Και τι στον διάολο θες να κάνω ε; Δεν έχεις ιδέα πως είναι να γυρνάς σε ένα άδειο σπίτι ολομόναχος δε-"

"Αλήθεια;" Με διακόπτει απογοητευμένος. "Αλήθεια; Γιατί σε ένα άδειο σπίτι γυρίζω χρόνια τώρα."

"Συγγνώμη." Κοιτάζω το πάτωμα ενοχικά ξέρω πως έχει δίκιο.

"Alexa δεν με νοιάζει πόσο πολύ προσπαθείς να με διώξεις μακριά σου όπως και όλους τους υπόλοιπους, δεν θα το πετύχεις, γιατί πολύ απλά εσύ δεν με άφησες στην μοίρα μου, οπότε καλά θα κάνεις να αποδεχτείς πως έχεις κολλήσει μαζί μου." Μου λέει σοβαρά. "Θες να παλέψεις για εκείνον; Να εκδικηθείς τις μάγισσες; Να προσπαθήσεις με τον οποιοδήποτε τρόπο; Δεν θα σε σταματήσω στο ορκίζομαι αυτό. Έλα όμως να βρούμε μαζί να έναν πιο ασφαλή πιο σίγουρο τρόπο έναν που να μην καταλήγει με εσάς νεκρούς." Μου λέει ελπιδοφόρα.

"Όχι." Ψιθυρίζω. "Όχι δεν θέλω, δεν γίνεται αυτό, δεν υπάρχει ασφαλής τρόπος." Κουνάω το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά, ειδικά τον Isaac τον θέλω έξω από αυτό, είναι άδικο να πληρώσει τα δικά μου σπασμένα, καλύτερα μόνη μου παρά να πάθει κάτι.

"Αφού τον αγαπάς βρε κορίτσι μου γιατί;" Με ρωτάει αγανακτισμένος.

"Isaac δεν υπάρχει τρόπος, ήταν δική του συμφωνία, πρέπει να το σεβαστώ. Θα φροντίσω να τον κάνω να μείνει μακριά." Λέω αποφασιστικά. Αυτό το τελευταίο πρέπει όντως να το κάνω.

"Μα-"

"Τελείωσε." Δεν τον αφήνω να ολοκληρώσει. "Τελείωσε." Επαναλαμβάνω. "Δεν με θυμάται και εγώ αδυνατώ να τον βοηθήσω, αδυνατώ να σώσω αυτό που είχαμε μέχρι και τις βέρες μας έχασα... αν δεν είναι αυτό σημάδι τότε τι είναι;" Τον ρωτάω. "Ας προσπαθήσω να φέρω τα παιδιά μου πίσω τουλάχιστον." Μονολογώ, ξέρω όμως πως πριν φύγουν τους υποσχέθηκα πως όταν γυρίσουν θα βρουν και εμένα και τον πατέρα τους, τους το χρωστάω.

"Όπως νομίζεις, εγώ είμαι εδώ ό,τι και αν αποφασίσεις." Μου λέει ήρεμα.

"Το ξέρω." Του χαμογελάω και γυρίζει να φύγει. "Isaac," Γυρίζει να με κοιτάξει. "έχω δει πως κοίτα την Tara, μπορείς να το αρνείσαι όσο θες απλά να ξέρεις πως ξέρω." Τον ενημερώνω και γελάει.

"Και εγώ που νόμιζα πως το έκρυβα." Με ειρωνεύεται.

"Είσαι ηλίθιος." Του πετάω ένα μαξιλάρι. "Πρώτα την ξαδέρφη του μετά την αδερφή του, αν ποτέ θυμηθεί θα σε σκοτώσει."

"Καταλάθος με λατρεύει." Ρολάρει τα μάτια του.

"Ξέρεις με το να ανησυχείς συνέχεια για εμένα δεν θα την κερδίσεις."

"Δεν φταίω εγώ που χρειάζεσαι κάποιον να σε βάζει στον σωστό δρόμο όλη την ώρα, άλλωστε αν ποτέ θυμηθεί και μάθει πως δεν κράτησα την υπόσχεσή μου να σε προσέχω θα με σκοτώσει." Μου λέει και γελάμε.

"Σε ευχαριστώ." Του λέω μετά από λίγο ήρεμα.

"Για πιο πράγμα;" Με ρωτάει χωρίς να έχει καταλάβει.

"Ξέρεις που υπάρχεις." Του απαντάω μεταξύ σοβαρού και αστείου.

"Α, όχι εμένα τον Θεό." Μου απαντά γελώντας κοροϊδευτικά.

"Άντε ρε βλαμμένε." Του λέω στον ίδιο τόνο.

"Πρέπει να φύγω έχω κανονίσει κάτι με την Tara αν θελήσεις κάτι-"

"Ξέρω, ξέρω." Τον διακόπτω ξανά ρολάροντας τα μάτια μου. "Θα ενοχλήσω τον Kol μη σε διακόψω και από κάτι." Του κλείνω το μάτι.

"Ε, είσαι τελείως ηλίθια." Μου πετάει πίσω το μαξιλάρι που του πέταξα προηγουμένως.

***

Vanessa's POV

Κάθομαι στην καφετέρια όπου έχουμε ραντεβού με τον Paul και τον περιμένω, έχω να τον δω χρόνια.

"Ελπίζω να μην περίμενες πολύ." Τον ακούω από πίσω μου.

"Όχι, πριν λίγο έφτασα." Σηκώνομαι και τον αγκαλιάζω σφιχτά. "Πως είσαι;" Τον ρωτάω μετά.

"Καλά." Μου απαντά χαμογελώντας μου καθώς κάθεται απέναντί μου. "Εσύ;"

"Καλά, καλά και εγώ." Του απαντάω κάπως άβολα. "Χάθηκες." Αλλάζω κουβέντα.

"Το ξέρω." Μου λέει ενοχικά. "Το ήθελα είναι η αλήθεια, ήθελα να ξεχάσω το παρελθόν και ό,τι την θυμίζει αλλά είναι αδύνατο." Γελάει πίκρα, του πιάνω το χέρι με κατανόηση.

"Έφυγε ξαφνικά τότε, κανείς μας δεν το περίμενε."

"Ξέρεις ποιο είναι το πιο αστείο; Θα παντρευόμασταν." Μου λέει και τον κοιτάζω με περιέργεια, βγάζει ένα δαχτυλίδι από την τσέπη του. "Της είχα κάνει πρόταση, δέχτηκε αλλά... δεν προλάβαμε." Μου λέει λυπημένα κοιτώντας το δαχτυλίδι. "Το πήρα πίσω αυτό, ήθελα να έχω κάτι να την θυμάμαι." Εννοεί το δαχτυλίδι στο κουτάκι.

"Μακάρι τα πράγματα να ήταν αλλιώς, μακάρι να ζούσε και να ήσασταν ακόμα μαζί. Paul δεν θα το ήθελε αυτό για εσένα, θα ήθελα να συνεχίσεις την ζωή σου." Του λέω γλυκά αφού δεν έχει μάνα να τον συμβουλεύσει.

"Υποθέτω και οι δύο θα είμαστε θυμωμένοι ο ένας με τον άλλον." Γέλασε γλυκόπικρα, δεν καταλαβαίνω τι εννοεί αλλά δεν θέλω να ρωτήσω και να τον κάνω να νιώσει χειρότερα. "Επίσης ο Theo ποτέ δεν χώνεψε το γεγονός πως ήμουν με την κόρη τους αλλά νωρίτερα στον δρόμο με είδε και έκανε πως δεν με ξέρει όταν πήγα να τον χαιρετήσω απλά με προσπέρασε." Το βλέμμα μου σκοτεινιάζει, αφήνω το χέρι του, κάθομαι πίσω στην καρέκλα μου.

"Δεν σε αγνόησε, όντως δεν σε ξέρει." Του λέω σοβαρά και γελάει.

"Τι λες;" Με ρωτάει μπερδεμένος.

"Πόσο καιρό έχεις να μιλήσεις με τον Caleb ή κάποιο από τα παιδιά;" Τον ρωτάω.

"Πάρα πολύ." Μου απαντά ειλικρινά.

"Paul έχουν αλλάξει πολλά από τότε που έφυγες." Τον ενημερώνω.

"Δεν καταλαβαίνω τι σχέση έχουν όλα αυτά με τον Theo και το γεγονός ότι με αγνόησε." Γελάει αμήχανα.

"Δεν σε θυμάται, κανέναν μας δεν θυμάμαι." Του ανακοινώνω και με κοιτάζει σοκαρισμένος, έπειτα άρχισα να του εξηγώ όλα όσα έχει χάσει.

***

Alexa's POV

Το βράδυ...

Χτυπάω το κουδούνι του Theo έτοιμη να τον απομακρύνω να τον κάνω να μην θέλει να με βλέπει, μέχρι να βρω έναν τρόπο να διορθώσω τα πράγματα, δεν ανοίγει.

"Έλα γαμώτο." Χτυπάω μια τελευταία φορά, τίποτα. Γυρίζω να φύγω.

"Και εγώ που νόμιζα πως δεν με ήθελες." Τον βλέπω μπροστά μου να χαμογελάει κρατώντας ένα μπουκάλι ουίσκι. "Να μπούμε μέσα μη μας δει και κανένας." Με προσπερνάει ανοίγοντας την πόρτα. "Προηγούνται οι κυρίες." Περιμένει να μπω.

"Είσαι μεθυσμένος;" Τον ρωτάω αφού μπούμε μέσα τελικά, γελάει.

"Όχι, δεν μπορώ να μεθύσω αλλά μου αρέσει να προσπαθώ." Μου απαντά ειλικρινά. "Τι σε φέρνει εδώ;" Με ρωτάει, αλλά ξαφνικά χάνω τα λόγια μου όταν με κοιτάζει, δεν μπορώ να κάνω αυτό που ήρθα. Τι παθαίνω γαμώτο; "Μη μου πεις πως σου έλειψα." Με ειρωνεύεται.

"Αυτό που έκανες το πρωί ήταν χαζό." Του λέω σοβαρά.

"Χαζό;" Χαμογελάει έκπληκτος. "Απείλησες έναν άντρα που πιθανότατα ανήκει στην σύναξη σαν να είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο, νόμιζα πως είσαι άνθρωπος." Μου λέει αυτό που του φαίνεται περίεργο.

"Είπα ψέματα." Του δείχνω τα άλλα μου μάτια.

"Άρα είσαι λυκάνθρωπος και μάλιστα άλφα." Συμπεραίνει και εγώ κουνάω το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά.

"Μάγισσα." Τον διορθώνω.

"Τελεία." Κάθεται στον καναπέ πίνοντας. "Όχι τέλεια." Επαναλαμβάνει παγωμένος. "Μια μάγισσα που έχει πρόβλημα με ολόκληρη την σύναξη και μάτια που λάμπουν κόκκινα." Μονολογεί. "Κάτι άλλο που θα έπρεπε να ξέρω;" Ρωτάει, το σκέφτομαι λίγο, γνέφω αρνητικά.

"Όχι." Απαντάω τελικά.

"Πόσο μπλεγμένη είσαι για να μισούν οι μάγισσες μια από αυτές;" Με ρωτάει σοβαρά.

"Δεν είμαι μια από αυτές." Λέω κοφτά.

"Ό,τι πεις." Ρολάρει τα μάτια του. "Αν δεν μου πεις και να θέλω δεν μπορώ να βοηθήσω."

"Να βοηθήσεις;" Γελάω. "Με ξέρεις ελάχιστα το μόνο που θέλεις από εμένα είναι να μου-"

"Μη το πεις." Με διακόπτει. "Δεν έχεις ιδέα για το τι θέλω."

"Αλήθεια;" Δείχνω με τα μάτια μου ένα πεταμένο γυναικείο εσώρουχο στην πολυθρόνα. Κρύβει το πρόσωπό του στα χέρια του.

"Σε παρακαλώ αγνόησέ το αυτό δεν είναι τίποτα σημαντικό." Σηκώνεται και στέκεται όρθιος μπροστά μου.

"Μάλιστα." Τον σκανάρω από πάνω μέχρι κάτω. Κάτι πάει λάθος μαζί του. "Τι έχεις;" Αποφασίζω να ρωτήσω.

"Τίποτα, απλώς σκεφτόμουν." Μου απαντά αδιάφορα.

"Με τι;" Τον ρωτάω και γελάει.

"Αλήθεια τώρα τι έχει γίνει με τις μάγισσες;" Επιστρέφει στην προηγούμενη ερώτησή του. "Γιατί δεν θες να μας δουν μαζί; Ντρέπεσαι για εμένα; Φοβάσαι; Τι;" Απορεί.

"Δεν σε αφορά." Του απαντάω κοφτά.

"Δεν με αφορά." Επαναλαμβάνει κάνοντας ένα βήμα προς το μέρος μου με εμένα να κάνω ένα βήμα πίσω. "Ήρθες μέχρι εδώ για να το παίξεις σκληρή; Είμαι εντυπωσιασμένος."

"Ήρθα για να σου πω πως θέλω να με αφήσεις ήσυχη και για να βεβαιωθώ πως δεν επαναληφθεί το σημερινό." Προσπαθώ να είμαι ψυχρή.

"Θα μπορούσες να τηλεφωνήσεις έχεις τον αριθμό μου." Χαμογελάει ικανοποιημένος. "Εγώ λέω πως νιώθεις την ίδια έλξη που νιώθω και εγώ." Κάνει ένα βήμα πιο κοντά μου αλλά δεν απομακρύνομαι αυτή την φορά. "Έλα τώρα... τι σε κρατάει πίσω;" Βάζει μια τούφα από τα μαλλιά μου πίσω από το αυτί μου.

"Ειλικρινά; Πάρα πολλά." Τον κοιτάζω κατάματα όπως κάνει και εκείνος.

"Ξέρεις ο σκοπός της νύχτας είναι να λες πράγματα που δεν μπορείς να πεις το επόμενο πρωί." Μου λέει χαμηλόφωνα, του χαμογελάω. "Έχεις τόσο αγγελικό πρόσωπο κρίμα δεν είναι να χαμογελάνε τα χείλη σου αλλά τα μάτια σου όχι;" Με ρωτάει χαϊδεύοντας με τον αντίχειρά του το μάγουλό μου.

"Και αν είμαι ο διάβολος μεταμφιεσμένος;" Τον ρωτάω και γελάει λίγο χωρίς να σπάσει την οπτική επαφή.

"Τότε αξίζει το ρίσκο." Μου απαντά και αυτό το βλέμμα στα μάτια του το ξέρω καλά. Δεν γίνεται, είναι αδύνατον να ερωτευτείς το ίδιο άτομο δεύτερη φορά και όμως φαίνεται σαν να το κάνει και ας μην με θυμάται και ας μην έχει ιδέα τι είναι για εμένα. "Μη με διώξεις ξανά σε παρακαλώ απλά εξήγησέ μου, έτσι και αλλιώς μόνος μου είμαι δεν έχω τίποτα να χάσω." Μου λέει αποφασιστικά.

"Δεν γίνεται σίγουρα κάποιος θα σε νοιάζεται." Του απαντάω.

"Και να υπάρχει αυτός ο κάποιος δεν τον θυμάμαι και ειλικρινά τόσους μήνες δεν με έχει ψάξει κανείς άρα μάλλον καλύτερα έτσι." Γελάω πίκρα στο άκουσμα αυτών που λέει.

"Ίσως καλύτερα έτσι." Ψιθυρίζω πλησιάζει να με φιλήσει όταν αφού πάρω μια βαθιά ανάσα απομακρυνθώ. "Δεν μπορώ." Του λέω βάζοντας ξανά αυτό το σκληρό προσωπείο.

"Γιατί;" Δεν καταλαβαίνει.

"Απλά δεν μπορώ. Δεν μπορώ Theo, πως γίνεται να κάνω κάτι με κάποιον που δεν έχει ιδέα ποιος είναι ή από πού προέρχεται;" Χρησιμοποιώ εναντίον του το μόνο πράγμα που ξέρω πως θα τον πληγώσει, αυτό που εκείνος δεν ξέρει είναι πως με πονάει απλά το ίδιο.

"Συγγνώμη τι;" Δεν το περίμενε.

"Δεν ξέρεις ούτε ο ίδιος ποιος είσαι. Μέχρι και το όνομά σου μπορεί να είναι λάθος αυτό είμαι τρομακτικό." Προσπαθώ να παραμείνω σκληρή απόμακρη. Γελάει νευρικά.

"Χρησιμοποιείς εναντίον μου το ένα πράγμα που σου εμπιστεύτηκα." Συμπεραίνει. "Ξέρεις κάτι; Έχεις δίκιο είσαι απλά μια άγνωστη." Συνεχίζει. "Ξέρεις όμως τι πιστεύω; Ο άντρας σου αυτός για τον οποίο μου είχες πει σε παράτησε. Και το έκανε γιατί είσαι τόσο ρηχή και άδεια, ανίκανη να νιώσεις το παραμικρό κανείς δεν θα το ήθελε αυτό." Μου λέει απότομα, καταλαβαίνω την αντίδρασή του αλλά ακόμα πονάει.

"Ίσως έχεις δίκιο. Εγώ μπορεί να είμαι ρηχή και κενή όπως με χαρακτήρες αλλά εσύ είσαι ξένος στο ίδιο σου το σώμα." Καταπίνω τον κόμπο στον λαιμό μου καθώς ο πόνος στα μάτια του είναι διακριτός.

"Κέρδισες." Ψιθυρίζει. "Θα μείνω μακριά σου." Ολοκληρώνει. "Τώρα φύγε από το σπίτι μου." Μου ανοίγει την πόρτα θυμωμένος, απλώς κάνω αυτό που ζήτησε, κλείνει με δύναμη την πόρτα πίσω μου. Παίρνω βαθιές ανάσες, κρατιέμαι όπως πάντα, κοιτάζω τον ουρανό να βρω δύναμη.

"Συγγνώμη." Ψιθυρίζω στην κλειστή πόρτα πριν φύγω για το σπίτι μου.

...

Μόνο που αντί να φτάσω σπίτι μου σαν από μόνο του το αυτοκίνητο με οδήγησε αλλού, χτυπάω το κουδούνι.

"Ενοχλώ;" Ρωτάω αγχωμένα, τον ξύπνησα φαίνεται.

"Το ξέρεις πως όχι." Μου χαμογελάει ο Kol.

"Μπορώ να μείνω εδώ σήμερα; Σε παρακαλώ." Ζητάω.

"Δεν θα με βρίσεις; Δεν θα μου πεις πως σου αρέσει η μοναξιά σου; Απλά θα μείνεις εδώ;" Με κοιτάζει επικριτικά θυμίζοντας μου όλα αυτά που του έχω πει το τελευταίο καιρό.

"Μπα όχι απόψε, τουλάχιστον." Του λέω με αστείο τόνο. Τον αγκαλιάζω, εκείνος ξαφνιάζεται αλλά με αγκαλιάζει πίσω, χρειαζόμουν μια αγκαλιά όσο τίποτα.

"Έγινε κάτι;" Με ρωτάει αγχωμένα.

"Πρέπει να γίνει κάτι για να σε αγκαλιάσω;" Κάνω ένα βήμα πίσω κοιτώντας τον με σηκωμένο φρύδι. "Α, Kol θα φύγω πάλι με προσβάλεις." Κάνω πως γυρίζω από την άλλη.

"Καλέ έλα εδώ. Βλαμμένο ε βλαμμένο." Με τραβάει μέσα και εγώ γελάω.

***

Vanessa's POV

Ο Damon έβαλε λίγο μπέρμπον και για τους δύο μας πριν έρθει να καθίσει μαζί μου στον καναπέ. Κάθεται δίπλα μου και κουρνιάζω στην αγκαλιά του.

"Είδα τον Paul σήμερα." Του λέω και εκείνος μου χαϊδεύει τα μαλλιά. "Θα παντρεύονταν." Συνεχίζω λυπημένα. "Ξέρεις αυτό, ο Theo και η ξανθούλα που έχασαν ο ένας τον άλλον σε μια στιγμή με έβαλαν σε σκέψεις." Γυρίζω το κεφάλι μου να τον κοιτάξω για μια στιγμή με κοιτάζει και εκείνος. "Μετανιώνω και ντρέπομαι πολύ για τον τρόπο με τον οποίο άρχισε το μεταξύ μας αλλά... δεν μετανιώνω στιγμή το γεγονός πως είμαι μαζί σου τώρα." Του χαμογελάω.

"Θα τα καταφέρουμε θα το δεις." Μου λέει ενθαρρυντικά.

"Μπορεί ναι, μπορεί όχι αλλά τουλάχιστον το προσπαθήσαμε." Γυρίζω ξανά μπροστά μου.

"Μιλάς σαν να έχουμε ήδη τελειώσει." Μου λέει ήρεμα. "Λες και αύριο το πρωί δεν θα είμαστε μαζί... δεν θέλω να στο χαλάσω αλλά από εδώ και πέρα θα είμαι ο πρώτος άνθρωπος που θα βλέπεις το πρωί και ο τελευταίος το βράδυ." Γελάω με τον περιπαιχτικό τόνο του.

"Αν βγούμε ζωντανοί από όλο αυτό μόνο μαζί σου θέλω να είμαι εγώ, εσύ, τα παιδιά στο σπίτι μας." Τολμάω να ονειροπολήσω.

"Ένα τεράστιο σπίτι με πολλά δωμάτια." Συνεχίζει το όραμα μου.

"Σκούρες αλλά γήινες αποχρώσεις στους τοίχους και τα έπιπλα και μεγάλη βεράντα." Εκφράζω δυνατά τις σκέψεις μου.

"Και στο υπόγειο θα έχει κάβα με τα καλύτερα ποτά." Γελάω λίγο με την δική του σκέψη. "Άδικο εγώ δεν γέλασα μαζί σου." Μου λέει με παράπονο.

"Εγώ δεν ζήτησα προσωπική κάβα." Τον πειράζω.

"Σταμάτα αφού ξέρεις πόσο μου αρέσει να πίνω." Μου απαντά μεταξύ σοβαρού και αστείου.

"Ξέρω ξέρω." Παραδέχομαι. Μαζί του νιώθω πως μπορώ να ονειρευτώ ξανά. "Πως πιστεύεις πως θα το πάρουν τα παιδιά;" Αλλάζω κουβέντα.

"Ειλικρινά; Δεν ξέρω." Μου απαντά αγχωμένος. "Είσαι η μάνα τους και σε λατρεύουν, θέλουν να είσαι χαρούμενη αλλά δεν ξέρω πως θα το πάρουν, στην αρχή τουλάχιστον." Εξηγεί.

"Αν δεν συμφωνούν; Αν με μισήσουν που απάτησα τον πατέρα τους;" Απορώ τρομαγμένη.

"Δεν υπάρχει περίπτωση να σε μισούν, ούτε μια στο εκατομμύριο." Μου λέει ενθαρρυντικά. "Ίσως θυμώσουν στην αρχή αλλά θα ηρεμήσουν μόλις δουν πόσο χαρούμενη είσαι." Μου αφήνει ένα μικρό φιλί στο πάνω μέρος του κεφαλιού μου.

"Το ελπίζω." Ψιθυρίζω και έπειτα δεν μιλάει κανείς μας μένουμε σε αυτή την θέση μέχρι να αποκοιμηθούμε και οι δύο.

***

Hellooo!

Τι μου κάνετε?

Νέο κεφάλαιο ελπίζουμε να σας αρέσει! Περιμένουμε τις γνώμες σας στα σχόλιααα!

Όπως καταλαβαίνετε αυτή την ιστορία δεν την γράφω μόνη μου αλλά με την αγαπημένη μου:
inlovewithBenBarnes_

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top