Όταν κλείνει μια πόρτα πάντα ανοίγει μια καινούργια (12)
Έχει περάσει μια εβδομάδα και τα πράγματα έχουν αρχίσει να μπαίνουν σε μια σειρά. Περίπου.
Έχω μπει σε ένα πρόγραμμα, δηλαδή τσαντίρι σχολή και πάλι τσαντίρι καθώς αυτό το σπίτι του Σάββα δεν μπορεί να αποκαλείται σπίτι. Πάλι καλά έχω ελεύθερο χρόνο και το έχω σουλουπωσει λίγο, γιατί νιώθω και λίγο υποχρεωμένη αφού με φιλοξενεί. Όσο για το φαγητό πάλι καλά που είμαι και εγώ και μαγειρεύω τίποτα αλλιώς θα είχαμε πεθάνει από την πείνα.
"Ελίνα σε καλεί ο γκόμενος." Άκουσα τον Σάββα να γκαριζει μέσα στο αυτί μου. Ευχαριστώ Σάββα δεν το είχα ακούσει. Πάλι καλά υπάρχεις και εσύ.
Ο ακατανόμαστος ξεροβήχει αλλά πραγματικά δεν του δίνω σημασία και του γυρνάω τη πλάτη.
"Έλα Τζο-" Ξεκίνησα να μιλάω αλλά οι τσιριδες του με διέκοψαν.
"ΣΟΥ ΒΡΗΚΑ ΔΟΥΛΕΙΑ." Μόλις το άκουσα αυτό μόνο που δεν πέταξα από τη χαρά μου. "Ένας φίλος έχει ένα φίλο που έχει ένα γνωστό που έχει ένα μπαράκι και ψάχνει απεγνωσμένα μπαργουμαν. Πήρα και το τηλέφωνο να στο δώσω να επικοινωνήσεις μαζί του. Στο στέλνω." Και μου το έκλεισε στα μούτρα.
Μετά σου λένε φίλοι. Για μια στίγμα ξέχασα που είμαι και με ποιους είμαι οπότε χοροπήδησα από τη χαρά μου όμως γρήγορα επανήλθα στη πραγματικότητα. Βιαστικά χωρίς να χάσω χρόνο μέσα σε μία τσάντα πέταξα τα απαραίτητα.
Η χαρά που είχα όμως ήταν τόσο μεγάλη για να απαντήσω στις ερωτήσεις που έπεφταν βροχή για το που πάω πάλι. Οπότε απλά έφυγα χωρίς να του δώσω σημασία και έτρεξα ή καλύτερα πέταξα, για να προλάβω το λεωφορείο.
Πήρα και το τηλέφωνο που μου έστειλε ο Τζόνι και αφού βεβαιώθηκα ότι ενδιαφέρονταν να κάνουμε μία συζήτηση κατευθύνομαι προς τη διεύθυνση που μου είπανε.
Με το που μπαίνω στο μπαρ υπάρχει παντού σκοτάδι. Και τη γειτονιά που έριξα μια ματιά μέχρι να έρθω δεν την λες και την πιο ήρεμη. Σκοτεινή με ελάχιστο κόσμο.
"Γεια σας είναι κάνεις εδώ;" Είπα με δυνατή φωνή. Α ρε Γιάννη που σκατά με έμπλεξες. Εκείνη τη στιγμή πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη να τα παρατήσω όλα και πάω πάλι πίσω καθώς το σκηνικό θυμίζει λίγο ταινία τρόμου. Τα φώτα ξαφνικά άναψαν και μέσα από το σκοτάδι ξεπρόβαλε μια γεροδεμένη αντρική μορφή.
Νομίζω είναι αργά τώρα για οπισθοχώρηση.
Οκευ τώρα αρχίζω να ταράζομαι. Ο άντρας με πλησίασε αρκετά και έτσι μπορούσα πλέον να δω το πρόσωπο του.
Νεαρός σε ηλικία γύρω στα τριάντα με άγρια χαρακτηριστικά και έντονο βλέμμα. Με ένα τρομακτικό χαμόγελο έτεινε το χέρι του για χειραψία.
Χαμογέλασα αθώα και είπα ένα σιγανό χαίρεται. Αμφιβάλλω μέχρι και για το αν με άκουσε.
"Γεια σου και σένα. Είμαι ο Θοδωρής." Έδωσα και εγώ το χέρι μου και μου το έσφιξε αρκετά δυνατά. Κατάλαβα θα είναι από τα καλύτερα παιδιά και αυτός.
"Ελίνα χάρηκα." Είπα και εγώ δειλά. "Έχω έρθει για τη δουλειά της μπαργουμαν." Του έλεγα όσο με σκαναρε από πάνω μέχρι κάτω όχι και τόσο διακριτικά. Το βλέμμα του πάνω μου είναι τόσο έντονο που με κάνει να ντρέπονται να τον κοιτάξω.
"Ναι πως πως το κατάλαβα. Δεν χρειάζονται και πολλά προσόντα μόνο να έχετε κάποια προϋπηρεσία στο χώρο." Η φωνή του είναι αρκετά βαριά που μου έχει προκαλέσει ανατριχίλα. Γενικά όλο το παρουσιαστικό του μου έχει προκαλέσει ανατριχίλα.
Όσο για τα αηδιαστικά του χαμόγελα που παίρνουν και δίνουν κρατάω μια πισινή.
Παρολ' αυτά επιλέγω να τα παραβέψω γιατί όντως έχω ανάγκη τη δουλειά αυτή.
"Έχω έχω. Σε μαγαζί με παγωτά και σε ένα άλλο μπαρ παλιότερα." Είπα προσπερνώντας τα αδιάκριτα βλέμματα όσο έκανα ελαφριά βηματακια προς τα πίσω. Δεν μου εμπνέει η αλήθεια είναι ιδιαίτερη εμπιστοσύνη.
"Ε τότε δεν υπάρχει λόγος να καθόμαστε να το συζητάμε. Εμφανίσιμη είσαι, εμπειρία έχεις μπορείς κιόλας και από σήμερα να πιάσεις δουλειά. Το βράδυ στις δέκα να είσαι εδώ. Όσο για τον μισθό σου θα τα βρούμε." Μιλήσαμε λίγο ακόμη για τα διαδικαστικά και με ένα χαμόγελο -αλιμονο- επιβεβαίωσης με αποδέσμευε.
Κάτι στο παρουσιαστικό του δεν μου έδειχνε κάτι τόσο ήσυχο. Κάτι στην υπερβολική καλοσύνη του δεν μου κολλάει και πολύ. Για την ακρίβεια ακριβώς το αντίθετο και έχω ένα κακό προαίσθημα αλλά προς το παρόν δεν έχω κάποια άλλη επιλογή.
Αυτά σκεφτόμουν σε όλη την διαδρομή για το σπίτι. Από τη μια δεν είμαι πολύ σίγουρη, από την άλλη πλευρά βέβαια μπορεί να υπερβάλλω. Δεν είναι και η πρώτη φορά άλλωστε που παραλογίζομαι και υπερβάλλω. Το φόρτε μου είναι δηλαδή.
...
"Σήμερα θα βγούμε." Μου ανακοινώνει ο γλυκός μου ο Σάββας με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Φυσικά δεν παραλείπει να ανάψει ένα ακόμη τσιγάρο. Μας έχει ντουμανιάσει να πούμε.
"Α εγώ δεν μπορώ."
"Και γιατί αυτό; Κάτι είπαμε δεν πιστεύω να το ξέχασες." Πετάχτηκε σαν άντε να μην πω τι ο άλλος.
Φυσικά δεν ξεχνάω ότι μου έχει πει ότι θα κάνω ότι μου λέει.
Ο Σάββας τον κοιτάζει λίγο περίεργα. Προφανώς δεν έχει ιδέα για ποιο πράγμα μιλάει ο φίλος του.
"Σήμερα πιάνω δουλειά." Είπα με ένα χαμόγελο χώνοντας όσο πιο βαθιά μπορώ στο πίσω μέρος του μυαλού τις ανασφάλειες μου.
"Άντε ωραία να μπει και λίγο χρήμα εδώ μέσα. Μόνο έξοδα έχουμε τον τελευταίο καιρό." Είπε το φουγάρο της παρέας.
Και εκείνη τη στιγμή μου δημιουργείται η εξής απορία. Που στο καλό βρίσκουν λεφτά και οι δύο τους. Δουλειά δεν έχουν τα λεφτά που φυτρώνουν στα δέντρα;
Δεν μου παίρνει όμως χρόνο να απαντήσω γιατί είναι μπλεγμένοι σε συμμορίες οπότε από εκεί θα παίρνουν χρήματα.
"Ναι όντως να κάνεις και τίποτα μην είσαι και τελείως άχρηστη εδώ μέσα." Τον συμπλήρωσε ο Λουκάς.
Τα λόγια του ομολογώ με πείραξαν. Δεν ήξερα ότι ήμουν τόσο βάρος για αυτούς. Νόμιζα ότι δεν είχαν πρόβλημα με το να μένω εδώ. Εξάλλου το είχε προτείνει ο Λουκάς να έρθω μαζί του.
Υποθέτω μάλλον έκανα λάθος.
Ίσως καλύτερα τώρα με τη δουλειά είναι μια ευκαιρία να τους απαλλάξω όσο πιο γρήγορα από την παρουσία μου. Και πιο πολύ να το κάνω για μένα, να κάνω και εγώ μια καινούργια αρχή.
...
Τοποθετώ το λιπ γκλος με γκλιτερ ευλαβικά στα χείλη μου και κοιτάζω το τελικά αποτελέσματα.
Δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο ένα μαύρο τζιν και ένα μαύρο μακρυμάνικο με τον ένα ώμο έξω. Πολύ σκούρο για μένα αλλά δεν ξεχνώ τα λόγια του αφεντικού μου. "Στην δουλειά μας έχουμε συγκεκριμένο τρόπο ντυσίματος. Μπορείς να φορέσεις ότι ρούχο θέλεις αρκεί να είναι μαύρο."
Για το λόγο αυτό επέλεξα και το σετάκι αυτό.
Καιρό είχα να περιποιηθώ τον εαυτό μου και ομολογώ πως μου αρέσει. Αφήνω κάτω τα μακρυά σγουρά μαλλιά μου και τα σουλουπώνω με λίγο νερό.
Βγαίνω από το μπάνιο με πολύ αυτοπεποίθηση. Δεν νιώθω ο συνηθισμένος και βαρετός εαυτός μου. Σαν να είμαι στο σώμα μιας άλλης.
Τα αγόρια κάθονται στο σαλόνι και με κοιτάνε. Ο ένας με θαυμασμό και ο άλλος επικριτικά. Μάντεψε ποιος είναι ποιος.
"Ελινάκι μου στις ομορφιές σου." Ρούφιξε μια τζούρα απο το τσιγάρο του και έπειτα εχωσε στο στόμα του μια χούφτα πατατάκια.
Πήγα να τον ευχαριστήσω όμως με διέκοψε η βαριά φωνή του ακατανόμαστου.
"Θα μπορούσε και καλύτερα, δεν έχει και τίποτα το ιδιαίτερο." Όχι που δεν θα πέταγε κάτι κακό ο αγαπημένος μου Λουκάς.
Εγώ όμως κυρία. Τους χαμογέλασα ειρωνικά, έβαλα τα μποτάκια μου, πήρα τη τσάντα μου και το δρόμο για το μπαρ.
Ούτε που έπιασα δουλειά με ρώτησαν, τόσο ενδιαφέρον.
Έξω από το μαγαζί έφτασα δέκα λεπτά πριν από τις δέκα. Γενικώς στα ραντεβού μου δεν θέλω να αργώ αλλά το έκανα πιο πολύ για να έχουν καλή εντύπωση.
Με το που μπαίνω μέσα γουρλωνω τα μάτια μου. Ο χώρος μοιάζει πολύ διαφορετικός απ' ότι το πρωί που ήρθα.
Το μαγαζί είναι σχετικά μικρό. Στο βάθος υπάρχουν μπιλιάρδα, στη μέση ορισμένα τραπέζια ενώ στις δύο άκρες υπάρχουν δύο κλουβιά. Ήθελα να ξερα ποιος μπαίνει εκεί μέσα. Το μπαρ που φτιάχνουν τα ποτά είναι ακριβώς απέναντι από τα μπιλιαρδα. Οι τοίχοι είναι βαμμένοι πορτοκαλί από τη μέση και πάνω ενώ από τη μέση και κάτω σκούρο πράσινο. Τέλος ο φωτισμός είναι αρκετά χαμηλός.
Από την αποβλάκωση μου με βγάζει το αφεντικό μου ή αλλιώς Ματέο που με υποδέχεται με ένα χαμόγελο. Να το πάλι το χαμόγελο και δεν θα μας βγει σε καλό.
"Καλώς την. Έλα να σου δείξω τα κατατόπια." Αφήνω μια ανάσα που κρατώ από την ώρα που με υποδέχτηκε και του ακολουθώ πιστά από πίσω.
Πριν μια εβδομάδα έκλεισε μια πόρτα από τη ζωή μου και σήμερα ανοίγει μια καινούργια. Πραγματικά ελπίζω όλα να πάνε καλά.
Γεια σας❤️❤️
Αργοπορημένη για ακόμη μια φορά το ξέρω
Τα λέμε στο επόμενο ❤️ ❤️ ❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top