Κεφάλαιο 4

Σε κάποια φάση ένοιωθα ότι γυρνούσε όλο το μαγαζί, μέχρι που όλα μαύρισαν...

***

Άρχισα σιγά σιγά να ανοίγω τα μάτια μου, ανασηκώθηκα και κάθισα οκάδων πάνω στο κρεβάτι. Έτριψα τα μάτια μου και τοποθέτησα το κεφάλι μου ανάμεσα στα χέρια μου. Ο πονοκέφαλος με πέθαινε κάνοντας τα πάντα να βουίζουν.

Μα καλά πόσο ήπια;

Και πως ήρθα στο δωμάτιό μ-

ΩΠΑ ΚΑΤΣΕ

Αυτό σιγουρά δεν είναι το δωμάτιο μου.

Κοιτούσα γύρω γύρω και επεξεργαζόμουν, μέχρι και την πιο μικρή λεπτομέρεια. O χώρος, μου ήταν άγνωστος. Ήταν ένα τεράστιο δωμάτιο με σκούρες αποχρώσεις με εντυπωσιακούς συνδυασμούς. Οι τοίχοι ήταν ένα σκούρο γκρι, όλα τα έπιπλα και η πόρτα ήταν άσπρα ενώ η κουρτίνα και τα σεντόνια ήταν μαύρα. Απέναντι από το κρεβάτι υπήρχε ένα ψηφιακό τζάκι και από πάνω μια τεράστια τηλεόραση. Στην δεξιά πλευρά τους υπήρχε μια πόρτα και δίπλα από εκείνη άλλη μια. Στα αριστερά του κρεβατιού ήταν ένα μικρό διαδρομάκι που στο τέλος του υπήρχε μια πόρτα λίγο μεγαλύτερη από τις άλλες δυο. Αριστερά και δεξιά από το κρεβάτι υπήρχαν δυο άσπρα κομοδίνα. Στην δεξιά μεριά του δωματίου υπήρχε μια μπαλκονόπορτα σχετικά μεγάλή, η οποία καλυβόταν από την μαύρη κουρτίνα. Δίπλα ακριβώς υπήρχε μια λευκή βιβλιοθήκη στολισμένη με διάφορα διακοσμητικά και κάτι βιβλία τα οποία δεν θύμιζαν ελληνικά. Κοίταξα αυθαίρετα απέναντι από το κρεβάτι χαζεύοντας το ψηφιακό τζάκι και πρόσεξα ότι στα αριστερά του υπήρχε ένας μαύρος καναπές και πάνω του ήταν ακουμπημένο το φόρεμα μου και τα παπούτσια μου. Αυτόματα κοίταξα να δω τι φοράω. Φορούσα μια ανδρική κοντομάνικη μπλούζα που μου έφτανε ως τα γόνατα. Σηκώθηκα και κινήθηκα προς το μικρό διαδρομάκι που υπήρχε στο δωμάτιο. Όταν έφτασα μπροστά από την πόρτα την άνοιξα και βρέθηκα σε ένα πελώριο διάδρομο που ήταν στολισμένους αριστερά και δεξιά με κάδρα. Υπήρχαν φυτά και λεπτομέρειες χρυσού στα κάδρα άλλα και στις σκαλιστές λευκές κολώνες που διακοσμούσαν όλο τον διάδρομο. Όσο προχωρούσα άκουγα όλο και από πιο κοντά συζητήσεις.

Έφτασα μπροστά από μια τεράστια σε μέγεθος σκάλα από μάρμαρο και με χρυσά κάγκελα.

Κατέβηκα βιαστικά την σκάλα και πλησίασα προς ένα τεράστιο χώρο που ήταν πολύ φωτεινό, το οποίο αργότερα συνειδητοποίησα ότι ήταν το σαλόνι. Είδα την Άννα να κάθετε σε μια πολυθρόνα, αργότερα είδα τον Σπύρο, τον Ντάνιελ, τον Μπρούνο, τον Γαβριήλ και τον Κάρολο να κάθονται αναπαυτικά σε ένα μεγάλο καναπέ. Από τι φαίνεται κατάλαβαν την παρουσία μου στον χώρο και γύρισαν όλοι προς την μεριά που στεκόμουν.

-Καλημέρα, είπα νυσταγμένα καθώς έτριβα τα μάτια μου από την απότομη αλλαγή φωτισμού.

-Καλημέρα, είπαν όλοι μαζί.

Η Άννα δεν μίλησε απλά κοιτούσε το πάτωμα χωρίς να μιλήσει.

Την πλησίασα και τότε είδα το σώμα της να τρέμει.

-Αγάπη μου; της είπα γονατίζοντας μπροστά της.

Έπιασα το πρόσωπο της ανάμεσα στα χέρια μου και είδα τα κατακόκκινα μάτια της.

-Τι έγινε; Τι έπαθες; εκείνη όμως αντί να μιλήσει έπεσε πάνω μου και χώθηκε στην αγκαλιά μου και άρχισε να κλαίει ασταμάτητα.

-Ηρέμησε, της είπα αλλά ήταν μάταιο.

Γύρισα όσο μπορούσα καθώς η Άννα είχε ανεβεί όλη πάνω μου.

-Τι έγινε;

-Χτύπησε το τηλέφωνο της και το μόνο πράγμα που καταλάβαμε ήταν κάτι για ένα Σταύρο, είπε ο Μπρούνο κοιτάζοντας με στα μάτια.

Με το που άκουσα το όνομα του γύρισα αυτόματα προς την Άννα.

-Τι σου έκανε; είπα νιώθοντας το αίμα να μου ανεβαίνει στο κεφάλι.

Δεν τον ήθελα ποτέ μου, ήταν ένα κάθαρμα και μισό.

Α και φυσικά είναι ο κλασσικός ηλίθιος-παρτάκιας- τόξικ μποιφρεντ ας φακ.

-Χθες τον είδα να φιλιέται με την Μαρκέλλα αλλά πάνω στην ταραχή μου για σένα που είχες λιποθυμήσει δεν έδωσα σημασία. Ετοιμαζόμουν να πάω να τον βρω να μιλήσουμε, έλεγε μέσα στους λυγμούς της.

-Πάρε μια ανάσα και μετά συνέχισε.

Ο Σπύρος μας πλησίασε και της έδωσε ένα ποτήρι νερό.

-Ευχαριστώ.

Πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε.

-Τον πήρα πρώτα τηλέφωνο να δω που είναι για να κανονίσουμε.

Έκλεισε τα μάτια της και σταμάτησε να μιλάει για λίγο.

-Το σήκωσε η Μαρκέλλα και την ρωτάω που είναι και μου είπε ότι κάνει μπάνιο. Σε κάποια φάση παίρνει το τηλέφωνο ο Σταύρος και λέει ότι άπλα περάσαμε ωραία και ότι με είχε για να περνάει καλά. Το χειρότερο ξέρεις πιο είναι; με ρώτησε ενώ φαινόταν ότι πάλευε να μην κυλήσουν άλλα δάκρυα.

Δεν μίλησα περίμενα να τελειώσει.

-Μου είπε ότι δεν με αγαπάει, είπε και νέα δάκρυα έκαναν την εμφάνιση τους. Εγώ όμως Ίζι τον αγαπάω.

-Σήκω, είπα

Με κοίταξε καλά καλά.

-Γιατί;

-Θα του δείξεις τι έχασε, θα δείξεις πόσο δυνατή είσαι και πόσο δεν σε ενδιαφέρει.

-Μα αφού.., πήγε να πει.

-Τελείωνε σήκω ώρα για ανανέωση! Πήγαινε να βάλεις τα ρούχα σου και κατέβα να φύγουμε.

Έτσι και έκανε.

Γύρισα προς τα αγόρια που είχαν παρακολουθήσει όλο το σκηνικό. Προτού προλάβω όμως να μιλήσω, μπουκάρει στον χώρο ο Κώστας με τον Γιώργο, από πίσω τους ακολουθούσαν κάτι μαυροφορεμένοι τύποι μαζί με ένα ζευγάρι. Κατευθύνθηκαν αμέσως σε ένα χώρο ακριβώς απέναντι από το σαλόνι που μάλλον ήταν γραφείο. Ο Ντάνιελ και ο Κάρολος έφυγαν και μπήκαν και εκείνοι στο γραφείο. Ωστόσο ο Γιώργος με το που με είδε έτρεξε καταπάνω μου. Με πήρε αγκαλιά και με έσφιξε τόσο πολύ που νόμιζα ότι θα τα έβγαζα όλα. Δεν μίλησα απλά ανταπέδωσα στην θέρμη της αγκαλιάς του. Έχωσε το κεφάλι του στο βαθούλωμα του λαιμού μου, ενώ εγώ του χάιδευα την πλάτη.

-Καλημέρα, είπα ήρεμα.

Εκείνος αντί να μου απαντήσει με έσφιξε περισσότερο.

Σε κάποια φάση τραβήχτηκε απότομα και ξεκίνησε το κλασικό κήρυγμα.

-Ξέρεις πόσο με ανησύχησες?! Τι το πίνεις το ποτό αφού δεν το σηκώνεις; Ήμουν πραγματικά έτοιμος να σε πάω στο νοσοκομείο και ευτυχώς που ο Κάρολος είναι γιατρός αλλιώς δεν θα ήξερα τι να κάνω Άσε που η μαμά σου μόνο που δεν με πήρε στο κατόπι με την καραμπίνα, επειδή δεν την ενημερώσαμε ότι "θα έμενες σε εμένα", είπε ξεψυχισμένα.

-Εντάξει τελείωσε το παραλήρημα; ρώτησε ο Κώστας.

Εγώ απλά γέλασα.

Πλησίασα τον Γιώργο και του ζούληξα τα μάγουλα.

-Δεν θα το ξανακάνω συγνώμη φούλι μου, είπα κάνοντας μύτες και τον φίλησα στο μάγουλο.

- Τι θα κάνω με εσένα μου λες;

Έκανα πως το σκέφτομαι.

-Εμ υπομονή; ρώτησα ρητορικά και εκείνος γέλασε.

-Μην μας το ξανακάνεις αυτό μικρή, είπε ο Κώστας.

-Μην με λες μικρή! είπα και καλά νευριασμένα.

-Τώρα που το θυμήθηκα... Εσύ από δω και πέρα μακριά της μετά τα χθεσινά, είπε ο Γιώργος δείχνοντας τον Κώστα.

-Τι εννοείς;

-Έκανα τα στραβά μάτια για αυτή την "σχέση" ο θεός να την κάνει.

Έκανε μερικά απειλητικά βήματα προς τον Κώστα λέγοντας του:

-Αν όμως από εδώ και πέρα δω κάτι παραπάνω από φιλικό ανάμεσα σας ετοίμασε τον τάφο σου. Δεν θα την πληγώνεις και μετά θα την αφήνεις το πιασες;

-Μα δεν την πλήγωσα, είπε ο Κώστας και έσμιξε τα φρύδια του.

-Άλλη είναι η πληγωμένη εδώ, είπα εγώ.

Με κοίταξαν και οι δύο περιμένοντας να συνεχίσω.

-Ο Σταύρος, είπα και ήταν αρκετό να καταλάβουν για τι επρόκειτο και να νευριάσουν ακόμα περισσότερο.

-Προτού όμως κάνετε καμία απερισκεψία, το έχω αναλάβει εγώ οπότε μην ανακατευτείτε καθόλου.

-Μου κάνεις πλάκα είναι η αδερφή μου! φώναξε ο Κώστας.

Τότε ήταν που τα πήρα περισσότερο και άρχισα να φωνάζω ανεξέλεγκτα και εγώ.

- ΑΛΗΘΕΙΑ?! ΛΙΓΟ ΑΡΓΑ ΔΕΝ ΤΟ ΘΥΜΗΘΗΚΕΣ ΟΤΙ ΕΧΕΙΣ ΑΔΕΡΦΗ? ΟΤΑΝ ΣΕ ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ ΠΟΥ ΣΤΟΝ ΔΙΑΟΛΟ ΗΣΟΥΝ ΚΩΣΤΑ? ΓΙΑ ΠΕΣ ΜΟΥ? ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΦΟΡΕΣ ΠΟΥ ΣΕ ΧΡΕΙΑΖΟΤΑΝ, ΠΟΥ ΣΕ ΖΗΤΟΥΣΕ , ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ ΔΙΠΛΑ ΤΗΣ ΠΟΥ ΗΣΟΥΝ? ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΘΥΜΗΘΗΚΕΣ ΟΤΙ ΕΧΕΙΣ ΜΙΑ ΑΔΕΡΦΗ ΕΠΕΙΔΗ ΣΟΥ ΕΙΧΕ ΚΛΕΨΕΙ ΚΑΠΟΤΕ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΙΑ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΓΚΟΜΕΝΑ. ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ ΕΠΕΙΔΗ ΝΟΙΑΖΕΣΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΝΑ ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΓΩΙΣΜΟ ΣΟΥ! Οπότε κάνε στην άκρη και άσε με να το χειριστώ εγώ.

Τον πλησίασα με σίγουρο βήμα και σταμάτησα μπροστά του.

- Μην διανοηθείς να εμπλακείς χωρίς να στο ζητήσω γιατί θα σε πάρει και εσένα η μπάλα. Εγώ σε προειδοποίησα τώρα από δω και πέρα το τι θα κάνεις δεν με απασχολεί πλέον, είπα.

Ένα δάκρυ κύλισε όσο τον έβλεπα να απομακρύνεται. Όταν έκλεισε την πόρτα ασυναίσθητα έκλεισα τα μάτια μου.

-Ίζι θα κάνουμε αυτό που φαντάζομαι; ρώτησε ο Γιώργος.

-Ναι αλλά αυτή την φόρα ίσως με διαφορετικό τρόπο.

Έγνεψε καταφατικά.

-Έτοιμη, ακούστηκε η φωνή της Άννας.

Γύρισα να την κοιτάξω και φορούσε ένα κολλητό άσπρο τζιν και ένα απαλό ροζ κροπ τοπ και τις χθεσινές της γόβες.

-Που βρήκες τα ρούχα; την ρώτησα.

-Μια λογικά υπηρέτρια ήρθε και μου τα έδωσε. Νομίζω και για εσένα άφησε.

Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου και άρχισα να ανεβαίνω τις σκάλες.

Πήγα στο δωμάτιο που πέρασα την νύχτα και φόρεσα βιαστικά τα ρούχα που βρήκα πάνω στο κρεβάτι. Βρήκα κάτω μια πεταμένη σακούλα και έβαλα μέσα τα χθεσινά μου ρούχα.

Τα ρούχα ήταν ένα αρκετά κοντό σορτσάκι μαύρο και μια μαύρη κροπ τοπ nike μπλούζα. Έβαλα τις χθεσινές μου γόβες και χτένισα με τα χέρια μου τα μαλλιά μου όσο μπορούσα. Πήρα το τηλέφωνο μου και κάλεσα τον Μάρκο.

Στον δεύτερο χτύπο το σήκωσε.

-Βρε βρε βρε πως και μας θυμήθηκες μικρή; ρώτησε σαρκαστηκά.

-Ο Σταύρος έκανε χοντρή μαλακία στην Άννα και θέλω ενισχύσεις για αυτό που θέλω να κάνω.

-Αυτό μου αρέσει σε σένα όταν αφορά την δουλειά μπαίνεις κατευθείαν στο ψητό.

Με πατάτες;

Ωραία στιγμή επέλεξες φρόσω να θυμηθείς το φαι!

Έχεις να μας ταΐσεις από εχθές το απόγευμα και κοντεύει απόγευμα.

Ωραία σταμάτα τώρα και άμα είσαι καλό παιδί μετά θα πάμε Mac.

-Εν τέλη θα βοηθήσεις ή όχι;

Ξεφύσηξε και μετά από ένα δίλεπτο αποφάσισε να μου απαντήσει.

Δλδ να σαι καλά ρε μπρο που δεν με ξέχασες!

-Αυτός δεν είναι από την άλλη συμμορία;ρώτησε.

-Αυτός που είχαν βάλει να την πέσει στην Στέλλα, είπα θέλοντας να του δώσω μεγαλύτερο κίνητρο για να βοηθήσει.

Καλέ πολύ πονηρή μας βγήκες εσύ.

Βλέπε να μαθαίνεις.

*υποτίθεται τινάζει μαλλί*

-Ώρα μέρος και τι εξοπλισμό να κρατάω.

-Σήμερα την κλασική ώρα, τώρα για μέρος θα μάθω και θα σου στείλω. Τον εξοπλισμό τον αφήνω πάνω σου, θέλω την αποθήκη έτοιμη όμως γιατί έχω σκοπό να το τραβήξω πολύ αυτή την φορά. Επίσης ετοίμασε κάτι και για μένα και ένα εξτρά.

-Οκ. Είσαι σίγουρη ότι θες..

-Αν δεν μπορείς να το αναλάβεις θα βρω άλλον. Ετοίμασε τα υπόλοιπα και περίμενε τηλέφωνο μου, είπα και του έκλεισα.

Πήγα να ανοίξω την πόρτα αλλά ακούστηκε από έξω πυροβολισμός.

Έστειλα καπάκι στον Μάρκο την τοποθεσία με #4 SOS.

Με το που το έστειλα δέχτηκα απάντηση ότι βρίσκονται στον δρόμο.

Άνοιξα την πόρτα και ξεχύθηκα στον διάδρομο. Κατέβηκα βιαστικά την σκάλα.

Η κεντρική πόρτα ήταν ορθάνοιχτη πήγα προς το σαλόνι και αυτό που είδα με έκανε να σκαλώσω.

Όλα τα αγόρια καθόντουσαν στον καναπέ που τους βρήκα το πρωί. Ο Γιώργος είχε πάρει αγκαλιά την Άννα που κοιτούσε τριγύρω τρομοκρατημένη και καθόντουσαν στην πολυθρόνα. Οι μαυροφορεμένοι που μπήκαν το πρωί ήταν γονατισμένοι με δεμένα χέρια στην σειρά ενώ το ζευγάρι που είδα εκείνο το πρωί καθόταν στον απεναντινό καναπέ από αυτό των αγοριών.

Μέσα στο σαλόνι ήταν διάσπαρτοι μαυροφορεμένοι αλλά και οπλοφορεμένοι τουλάχιστον 20 άτομα.

Πριν μπω μέσα στον χώρο το τηλέφωνο μου δονήθηκε. Το άνοιξα και αυτό που είδα μου δημιούργησε ένα αυτάρεσκο χαμόγελο.

Υιοθέτησα την έκφραση τρομοκρατημένη και μπήκα στο σαλόνι.

-Τι στο καλό; έκανα την ανήξερη.

-Chi sei tu?με ρώτησε ένας από αυτούς. (Ποια είσαι εσύ;)

Ιταλοί είναι σίγουρα σκέφτηκα.

-Excuse me? ρώτησα.

-Oh mio Dio! Assomigli molto a tua madre! ( Ο Θεέ μου! Είσαι ίδια η μαμά σου)

-Can you please speak english cause i cant understand anything you saying.

Γύρισα και κοίταξα τους υπόλοιπους. Η Άννα με τον Γιώργο με κοιτούσαν με ανησυχία. Έκλεισα το μάτι στον Γιώργο ως σινιάλο και φαίνεται το κατάλαβε καθώς ανακουφίστηκε. Η Άννα από την άλλη δεν είχε καταλάβει τίποτα. Το ζευγάρι που είχα δει και το πρωί με κοιτούσαν σαν να μην μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους. Μάλιστα η κυριούλα άρχισε να δακρύζει.

Τι κυριούλα ρε δεν φαίνεται πάνω από 45.

Νιώθω ότι παίζω σε μεξικάνικο σίριαλ. Μόνο ένας χοσέ μου λείπει τώρα.

-Questo è impossibile! συνέχισε αυτός.(Μα αυτό είναι αδύνατον)

ΑΑ θα με νευριάσει.

-io non parlo italiano, είπα.(Δεν μιλάω ιταλικά)

Ναι ναι, ξέρω πέντε έξι πράγματα και αυτά νάναι καλά το netflix με τις ιταλικές του σειρές αλλιώς άστα βράστα.

Γύρισε και κοίταξε τον λογικά σύζυγο της κυρίας που με κοιτούσε λες και κατέβηκε ο θεός ο ίδιος.

-Pensavo non avessi una figlia Massimo, είπε ο περίεργος τύπος.

Άρα αυτόν τον λένε Massimo μόνο η γυναίκα του μας μένει και αυτός εδώ ο περίεργος.

-Non ti preoccupa, αποκρίθηκε βραχνά και άγρια.(Δεν είναι δουλειά σου)

-Ma come mai, se tu hai una figlia sarai diverso, είπε με ένα χαμόγελο πράγμα που δεν μου άρεσε καθόλου. Άσχετα που δεν κατάλαβα Χριστό από όσα είπαν. (Μα πως αν είναι έτσι αλλάζουν πολλά πράγματα)

-Paola, che ne dici? (Paola, εσύ τι λες;)

Μάλιστα είναι ο Μάσσιμο, η Πάολα και ο τρελός.

Ενδιαφέρον.

-Lasciami Costanzo, αποκρίθηκε απαλά η κυριούλα. Μπορούσες όμως εύκολα να καταλάβεις την σύγχυση της. (Παράταμε ήσυχη)

-Lo farò quando avrò quello che voglio, είπε ο τρελός aka Costanzo.(Θα το κάνω όταν έχω αυτό που θέλω)

Ακούσαμε από έξω μηχανές και αυτοκίνητα.

Ο Costanzo όμως δεν αντέδρασε.

-chi ha chiesto aiuto? ρώτησε χαλαρά(Ποιος κάλεσε ενισχύσεις)

Τότε μπούκαραν μέσα ο Μάρκος με άλλα 30 άτομα οπλισμένοι έτοιμοι να ρίξουν. Ο Μάρκος ήρθε και στάθηκε δίπλα μου.

- Well the show is done. So can get the fuck out of here now, είπα με ένα ικανοποιημένο χαμόγελο.

Με το που τελείωσα την πρόταση μου ο Μάρκος και όλοι οι δικοί μου όπλισαν τα όπλα τους.

O ένας και μοναδικός Michele Morrone ως : Massimo

Η Κατερίνα Γερονικολού ως Paola σύζυγος του Massimo:



~~~~

Καλησπέρα καλησπέρα!

Τι κάνετε πως μου είστε?

Πραγματικά συγνώμη που άργησα να ανεβάσω αλλά τα διαγωνίσματα πέφτανε βροχή!

Πείτε μου αν έχετε κάποια ιδέα ή προτίμηση για την συνέχεια του βιβλίου μου.

Εάν δεν σαν είναι ευδιάκριτη η έννοια των διαλόγων πείτε μου να κάνω την μετάφραση.

Ωστόσο ποιος είναι αυτός ο Massimo και η Paola?

Τι ήθελε επιτέλους αυτός ο Costanzo?

Τι ετοιμάζει η Ιζι για τον Σταύρο?

Ποιος είναι αυτός ο Μάρκος και από που γνωρίζονται?

Τα λέμε μέχρι το επόμενο Λαβυ<3!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top