Στρουμπουλό κωλαράκι

"Πήδα." πρόσταξε και γω υπάκουσα σχεδόν αμέσως.

Κατάλαβα ότι άρχισε να περπατάει αλλά δεν διέκοψα το φιλί.

Με πέταξε στο κρεβάτι και ήρθε γρήγορα από πάνω μου.

Άρχισε να κουνιέται ανάμεσα στα πόδια μου, και ένιωσα τη στύση του.

Ξεκόλλησε τα χείλη του από τα δικά μου και επιτέθηκε στον λαιμό μου.

Ένιωσα μερικά έντονα τσιμπήματα και τα χέρια μου πήγαν αυθόρμητα στο κεφάλι του Αχιλλέα.

Η ανάσα μου είναι κόφτη, με το ζόρι μπορώ να αναπνεύσω.

"Αχιλλέα..." είπα ξεψυχισμένα και αυτός σταμάτησε ότι έκανε.

Σήκωσε το κεφάλι του και με κοίταξε ανυπόμονος.

"Πολύ αργείς." είπα και του έβγαλα τη μπλούζα με γρήγορες κινήσεις.

Αυτός κατάλαβε που το πάω και με βοήθησε να βγάλω τη δικιά μου.

"Σε θέλω. Εδώ και τώρα." είπε λαχανιασμένα και με μια κίνηση αφαίρεσε τη φόρμα που μου είχε δώσει.

Ήταν έτοιμος να με ξαναφιλήσει αλλά σταμάτησε απότομα, όταν ακούσαμε μια τρομαγμένη φωνή έξω από το δωμάτιο.

"Αστυνομία!!!" φώναξε το τρομαγμένο παιδί, και αμέσως μετά το μόνο που ακούγαμε ήταν φωνές και γοργά βήματα να κατεβαίνουν τις ξύλινες σκάλες.

Ωω έλα τώρα!!!

Ο Αχιλλέας σηκώθηκε από πάνω μου φανερά ξενερωμένος και μου πέταξε τα ρούχα.

"Ντύσου και μετά φύγε." είπε ξερά και αφού φόρεσε τη μπλούζα του, ξεκλείδωσε και βγήκε από το δωμάτιο.

Γιατί άλλαξε τόσο γρήγορα διάθεση?

Φόρεσα τα ρούχα και βγήκα τρέχοντας από το δωμάτιο.

Χώθηκα ανάμεσα στο αγχωμένο πλήθος και βγήκα από το σπίτι. Έγιναν τόσα πολλά μέσα σε μια μέρα...

[...]

Το πρωί ξύπνησα στο σαλόνι, με έναν τρομερό πονοκέφαλο. Τι διάολο έγινε χθες?

Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι ο Νίκος... Έκανε αυτό που έκανε, εγώ με τον Αχιλλέα φιληθήκαμε στο υπόγειο, και η Χριστίνα χώρισε με τον Αλεξ...

Μετά όλα θόλωσαν... Ελπίζω μόνο να μην έκανα καμιά βλακεία.

Πρέπει να επιστρέψω και τα ρούχα στον Αχιλλέα. Και που σκατά είναι η τσάντα μου?!

Πωω τα νεύρα μου πρωινιάτικα...

Ανέβηκα αθόρυβα τις σκάλες, αλλά όταν έφτασα στη μέση, θυμήθηκα ότι είμαι μόνη μου στο σπίτι.

"Πόσο χαζή παίζει να είσαι Έλλη?" μονολόγισα και συνέχισα να ανεβαίνω τις σκάλες κανονικά.

Αφού φόρεσα άνετα ρούχα, πήρα τηλέφωνο τον Αχιλλέα, μιας και το κινητό μου βρίσκεται μέσα στη τσάντα...

Στο 6ο χτύπημα το σήκωσε.

"Ποιος." είπε βαριεστημένα και εγώ γέλασα.

"Εμ καλημέρα... Δηλαδή τι καλημέρα, 1 το μεσημέρι πήγε... Τέλος πάντων σε πήρα για να ρωτήσω αν γίνεται να περάσω από κει για να σου δώσω τα ρούχα, και γιατί νομίζω πως ξέχασα τη τσάντα μου εκεί..." με έπιασε η πολυλογία μου πάλι...

"Ξέρω γω... Έλα..." είπε μονολεκτικά.

"Μες στη τρελή χαρά σε βλέπω..." αμέσως μετά αυτός έκλεισε και εγώ τον μούτζωσα μέσω τηλεφώνου.

Φόρεσα τα αθλητικά μου και ξεκίνησα για το σπίτι του. Μετά από λίγο έφτασα στην εξώπορτα και χτύπησα το κουδούνι.

Ο Αχιλλέας άνοιξε μετά από 2 λεπτά περίπου. Το θέαμα φυσικά και με άφησε άφωνη.

Ένας αγουροξυπνημένος, με ανακατεμένα μαλλιά, πρησμένα μάτια, φορώντας μόνο ένα μποξεράκι Αχιλλέας, με κοιτούσε βαριεστημένα.

"Ρ-ρούχα έφερα σ-σε εσένα τα..." τι είπα μόλις τώρα?

"Τι?" ρώτησε ο Αχιλλέας μπερδεμένος και εγώ χαστούκισα τον εαυτό μου από μέσα μου.

"Σου έφερα τα ρούχα." είπα αργά για να μην πετάξω καμιά μαλακία πάλι.

"Μάλιστα..." είπε κοιτώντας με περίεργα και του έδωσα τη σακούλα με τρεμάμενα χέρια.

"Η τσάντα μου π-που είναι?" είπα και τον κοίταξα στα μάτια.

Ναι τώρα οι κοιλιακοί λέγονται και μάτια, πρόβλημα?

"Δεν έχω ιδέα που τη παράτησες... Πέρνα μέσα και πάνε βρες τη." είπε αδιάφορα και κατευθύνθηκε στις σκάλες.

Εγώ μπήκα μέσα και έκλεισα τη πόρτα. Άρχισα να ψάχνω σε όλα τα πιθανά σημεία που μπορεί να πέταξα τη τσάντα μου, αλλά δεν τη βρήκα πουθενά.

Σειρά έχει ο πάνω όροφος. Ανέβηκα τις σκάλες και άρχισα να ψάχνω στα δωμάτια.

Πάλι δεν τη βρήκα... Τι φάση, πόδια έβγαλε και έφυγε?!

Χτύπησα σχεδόν αθόρυβα τη πόρτα του δωματίου του Αχιλλέα και την άνοιξα χωρίς να περιμένω απάντηση.

Ο Αχιλλέας ήταν ξαπλωμένος μπρούμυτα και δεν γύρισε καν να με κοιτάξει.

"Εεμ Αχιλλέα, δεν τη βρίσκω πουθενά..." είπα αμήχανα και ως απάντηση πήρα ένα μουγκρητό.

"Πωω ψάξε εδώ αλλά μην κάνεις φασαρία." ακούστηκε σαν κοιμισμένος. Όχι ότι δεν είναι αλλά τέλος πάντων.

Άρχισα να ψάχνω μέσα στο δωμάτιο. Όσο σκάναρα τον χώρο με τα μάτια μου, το βλέμμα μου έπεσε πάνω στον Αχιλλέα.

Μανούλα μου τι στρουμπουλό κωλαράκι είναι αυτό?

"Ευχαριστώ." τον άκουσα να λέει και αμέσως κοκκίνισα. Το είπα δυνατά αυτό?!

Θεέ μου πόσο ρεζίλι μπορώ να γίνω?

"Πάντως σίγουρα δεν είναι σαν το δικό μου." είπα περήφανα και χτύπησα ελαφρά τον ποπό μου.

Αυτός γύρισε και με κοίταξε με στραβό μάτι.

Κατάλαβα ότι κοιτούσε τον πισινό μου και ένιωσα λίγο περίεργα...

"Έχω δει και καλύτερους." είπε και έπεσε ξανά στο μαξιλάρι του.

"Μμμ ότι πεις..." είπα ειρωνικά και συνέχισα το ψάξιμο.

Ξαφνικά, πρόσεξα ένα λουράκι να προεξέχει από το μαξιλάρι του Αχιλλέα.

Πλησίασα και αμέσως κατάλαβα ότι αυτή ήταν η τσάντα μου.

"Είσαι βλάκας!" φώναξα και τον έσπρωξα από το κρεβάτι.

Σήκωσα το μαξιλάρι και πράγματι, αυτή ήταν η τσάντα μου!

Την άνοιξα για να σιγουρευτώ ότι όλα είναι εδώ, και ευτυχώς, είναι όλα εδώ. Δηλαδή, όλα εκτός από το κινητό μου...

"Τι έκανες στο κινητό μου?" τον ρώτησα καχύποπτα και μισόκλεισα τα μάτια μου.

"Τίποτα." είπε χαμογελαστά και κοίταξε το ταβάνι.

"Κι όμως κάτι έκανες... Δώστο μου τώρα!" άρχισα να χοροπηδάω καθιστή πάνω στο κρεβάτι από τα νεύρα μου.

"Άμα το θέλεις, πάρτο." είπε πονηρά και εγώ έτριψα τους κροτάφους μου από την αγανάκτηση.

"Ωραία... Που είναι?" ρώτησα γλύκα, παρόλο που από μέσα μου ήθελα να τον αρχίσω στα σκαμπίλια.

Αυτός έδειξε με τον δείκτη του το μποξεράκι του και εγώ γούρλωσα τα μάτια μου.

"ΤΙ ΕΚΑΝΕΣ ΛΕΕΙ?!?!" φώναξα και τινάχτηκα από το κρεβάτι.

"Άμα το θέλεις πάρτο είπα... Εκτός και αν θες να το κρατήσω εγώ." είπε ενώ το αυτό το ηλίθιο χαμόγελο του, δεν έλεγε να ξεκολλήσει από τη μάπα του.

"Ρε Αχιλλέααα!!!" ακούστηκα σαν τα μικρά, όταν ζητάνε από τους γονείς τους να τους κάνουν μια χάρη...

"Εγώ δεν πρόκειται να στο δώσω. Πάρτο μόνη σου." παίζεις βρόμικο παιχνίδι Αχιλλέα...

Εγώ με τις κινήσεις νίντζα μου, άρπαξα το κινητό του από το κομοδίνο και το έριξα μέσα στη μπλούζα μου.

"Τι έκανες μόλις τώρα?!" είπε και σηκώθηκε από το κρεβάτι φουριόζος.

"Δώσε μου το κινητό μου, για να σου δώσω το δικό σου." απάντησα αθώα και σταύρωσα τα χέρια μου.

"Εγώ δεν πρόκειται να στο δώσω. Αλλά το δικό μου μετά χαράς θα το πάρω." αμέσως με πλησίασε και τράβηξε τη μπλούζα μου προς το μέρος του.

Έβαλε το χέρι του από μέσα και άρχισε να ψάχνει.

"Τι κάνεις ρε μαλάκα?! Βγάλε το χέρι σου από κει!" φώναξα και πήγα να τραβήξω το χέρι του.

"Κανένα πρόβλημα." αμέσως έβγαλε το χέρι του, κρατώντας το κινητό του.

"Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μου το δώσεις έτσι?" είπα θλιμμένα και αυτός έγνεψε αρνητικά.

"Τότε κράτα το..." συνέχισα και τον κοίταξα στα μάτια.

"Σοβαρά δεν θες το πάρεις?" ρώτησε ξαφνιασμένος και εγώ συμφώνησα.

"Αυτό το κινητό έχει ακουμπήσει τον Αχιλλέα Jr--"

"Αχιλλέας Jb είπαμε." ναι τρομάρα του...

"Τέλος πάντων αυτό! Και εσύ περιμένεις να το πάρω κιόλας?! Για ποια με πέρασες?" άκουσε κει να το πάρω μέσα από το σώβρακο του!

"Καλά... Έτσι κι αλλιώς χρειαζόμουν καινούριο." μου χαμογέλασε στραβά και έβγαλε το κινητό.

Εγώ προσπάθησα να το πιάσω αλλά αυτός το σήκωσε ψηλά.

"Τι? Περίμενες ότι θα στο δώσω? Μου ανήκει πλέον." είπε και ξάπλωσε ξανά στο κρεβάτι του.

Εγώ έτρεξα και με ένα επιδέξιο σάλτο βρέθηκα καθιστή πάνω του.

"Δώσε μου το κινητό τώρα!" κουνιόμουν πέρα δώθε για να φτάσω το κινητό, αλλά δεν κατάφερα τίποτα.

Ο Αχιλλέας δεν σταμάτησε να γελάει με τα χάλια μου.

Κάποια στιγμή, ένιωσα κάτι σκληρό να με πιέζει ανάμεσα στα πόδια μου και σταμάτησα ό,τι έκανα.

Έβαλε τα χέρια του στη μέση μου και το ύφος του σοβάρεψε. Τα μάτια μας καρφώθηκαν το ένα στο άλλο και μείναμε έτσι, ακίνητοι, για κάμποση ώρα.

Εν το μεταξύ η πίεση που ένιωθα ανάμεσα στα πόδια δεν έφυγε. Τόση επιρροή έχω πάνω του τελικά? Ή απλώς του σηκώνεται πάντα τόσο εύκολα?

Σηκώθηκα από πάνω του αμήχανα και έμπλεξα τα δάχτυλα μου.

"Εεμ συγγνώμη..." είπα χωρίς να πάρω το βλέμμα μου από το πάτωμα.

"Εγώ πάω στο μπάνιο." απάντησε και έφυγε βιαστικά από το δωμάτιο του.

Μπράβο Έλλη... Καλά τα κατάφερες πάλι...

Πήρα το κινητό μου από το κρεβάτι, και το έχωσα στη τσάντα μου.

Στο γραφείο του, πρόσεξα ότι ήταν ακουμπισμένο το κλειδί της μηχανής του.

Ευκαιρία να πάρω εκδίκηση. Σηκώθηκα και πήρα το κλειδί στα χέρια μου. Το έβαλα και αυτό στη
τσάντα και κάθισα ξανά στο κρεβάτι.

Περίπου 10 λεπτά αργότερα, άκουσα τη πόρτα του μπάνιου να ξεκλειδώνει.

Ο Αχιλλέας μπήκε στο δωμάτιο φορώντας μια φόρμα και έκατσε δίπλα μου στο κρεβάτι.

"Εγώ να πηγαίνω καλύτερα..."

Σηκώθηκα και βγήκα από το δωμάτιο. Ο Αχιλλέας με ακολούθησε και με συνόδευσε ως τη πόρτα.

"Πως σου φάνηκε το πάρτι χθες?" ρώτησε αμήχανα και εγώ γύρισα να τον κοιτάξω.

"Αν εξαιρέσεις ότι ο Νίκος με βίασε... Αρκετά καλά..." απάντησα ειρωνικά.

"Μάλιστα... Τέλος πάντων δεν ξέρω αν θυμάσαι αυτά που σου είχα πει χθες στο υπόγειο. Αν τα θυμάσαι, Θέλω να ξέρεις ότι δεν τα εννοούσα. Είχα πιει και δεν ήξερα τι έλεγα. Είχα πάθει και ένα μικρό σοκ όταν σας είδα στο κρεβάτι της μαμάς μου..." α τον μαλάκα! Όχι που θα γινόταν τρυφερός ο Αχιλλέας!

Του έδωσα ένα χαστούκι όλο δικό του και έφυγα.

Μαλάκα...





Ζητώ ελεημοσύνη 😢😢😢

Άργησα λίγο αλλά έβαλα τελικά 😝😂😂

Περιμένατε σεξακι εεε? Δεν είμαι τόσο καλή. Σκοπεύω να σας βασανίσω περισσότερο 😇

Ο Αχιλλέας ξεκίνησε γλύκας και κατέληξε μαλάκας πάλι -.-🔫

Βτγ αυτό το κεφάλαιο το ευχαριστήθηκα λίγο 😂😂😂

Απλά για να ξέρετε, στο Addicted δεν ανεβάζω γιατί έχω κολλήσει και δεν έχω ιδέα πως να το συνεχίσω :(

Όταν μου έρθει η θεία φώτιση θα ανεβάσω αμέσως 😢

Επίσης όπως καταλάβατε αποφάσισα να συμμετέχω στα Wattys 😅 ελπίζω να με βοηθήσετε στη ψηφοφορία 💘💘

Spoiler : Ο Αχιλλέας θα κάνει μια επίσκεψη στο σπίτι της Έλλης 😏

Αντε γεια πιτσουλες 🍕🍕



-Σταυρούλα, το τεακι 💁

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top