Εγώ ήμουν...

Α/Ν Σας προειδοποιώ... Έχω περίοδο όποτε να είστε έτοιμες για αυτό που θα διαβάσετε 😈😈😈




Αχιλλέας

Το ξυπνητήρι τρύπησε τα αυτιά μου και με μια απότομη κίνηση το έριξα κάτω. Έλα όμως που το γαμημένο δεν σταμάτησε να χτυπάει...

"Γαμώ τον πατέρα σου ρε κωλοξυπνητήρι..." Μην σας φανεί περίεργο, δεν βρίζω μανάδες. Από τη μέρα που έχασα τη δική μου, δεν μου πάει η καρδιά να βρίσω κάποια άλλη.

Ξαφνικά θυμήθηκα αυτό που θα έκανα σήμερα.

Σήμερα είναι η μέρα.

Σήμερα είναι η μέρα που θα της πω ό,τι νιώθω.

Φόρεσα τα πρώτα ρούχα που βρήκα μπροστά μου και πήγα κατευθείαν στο μπάνιο για να πλυθώ.

Πέρασα το χέρι μου ανάμεσα στα μαλλιά μου και κοιτάχτηκα στον καθρέφτη.

"Κούκλος είσαι άτιμε. Φτου σου να μη σε ματιάξω." μονολόγισα και χαμογέλασα στο είδωλο μου.

Κατέβηκα κάτω και πήρα τη τσάντα μου. Φόρεσα στα γρήγορα τα αθλητικά μου και αφού κλείδωσα, ανέβηκα στη μηχανή μου. Το μωρό μου.

Αυτή είναι η μόνη που αξίζει την αγάπη μου.

Αυτή και η Έλλη θες να πεις...

Αχ ρε Έλλη κοίτα πως κατάντησα εξαιτίας σου.

Έβαλα μπρος και λίγο αργότερα έφτασα στο σχολείο.

Ήμουν έτοιμος να παρκάρω τη μηχανή μου, μέχρι που είδα ότι το πάρκινγκ ΜΟΥ είχε μόλις πιαστεί από έναν τύπο της πρώτης.

"Εε σπόρε αυτό είναι το πάρκινγκ μου."

"Λέει το όνομα σου πάνω και δεν το βλέπω?" όπα όπα τι? Καλά ποιος νομίζει ότι είναι και μου μιλάει έτσι?

"Χαχαχαχα καλό αστείο... Λοιπόν, τελευταία φορά που σε προειδοποιώ ήρεμα. Αυτό είναι το πάρκινγκ ΜΟΥ άρα ΕΣΥ θα φύγεις."

"Άσε ρε ορφανό. Μας το παίζεις και μάγκας. Μαλάκα." είπε και έφυγε, αφήνοντας με, με ανοιχτό το στόμα.

Πρώτη φορά με αποκάλεσε κάποιος έτσι. Μα πως? Εγώ δεν...

Ω όχι...

Θεέ μου δεν... Δεν μπορεί...

Έλλη

Το φως του ήλιου διαπέρασε τα βλέφαρα μου. Τουλάχιστον το προτιμώ από το κωλοξυπνητήρι.

Σηκώθηκα γρήγορα και φόρεσα ένα μπεζ μπλουζάκι που το συνδύασα με ένα μαύρο τζιν και μια μαύρη ριχτή ζακέτα.

Αφού έφαγα και πλύθηκα, φόρεσα τα μαύρα μου Vans και πήρα τη τσάντα στα χέρια μου.

Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα.

Μα πως θα μπορέσω να τον αντικρίσω για να του το πω? Σίγουρα δεν θα θέλει να μου μιλήσει.

Έδιωξα όλες τις αρνητικές σκέψεις από το μυαλό μου και βγήκα από το σπίτι. Κλείδωσα τη πόρτα και ξεκίνησα με τα πόδια για να πάω στο σχολείο.

Όταν έφτασα, η μηχανή του Αχιλλέα δεν ήταν στο γνωστό πάρκινγκ. Βασικά ήταν κάπου πολύ απόμερα. Το περίεργο είναι, γιατί?

Πέρασα τη καγκελόπορτα και το μόνο που άκουγα από τα στόματα των παιδιών ήταν το όνομα του Αχιλλέα.

Δεν έπρεπε...

Μετά από πολύ ψάξιμο, είδα τη παρέα του στη πίσω αυλή και τους πλησίασα. Λογικά θα είναι μαζί τους. Σωστά?

Ο Σταύρος με είδε που πλησίαζα και ήρθε γρήγορα προς το μέρος μου.

Με άρπαξε από τον καρπό και με οδήγησε πιο πέρα από τους υπόλοιπους.

"Γαμώτο ρε Έλλη γιατί?!"

"Θέλω να τον δω."

"Πας καλά? Θες να σε σκοτώσει?!"

"Δεν με νοιάζει. Πρέπει να του μιλήσω. Τώρα!" τράβηξα απότομα το χέρι μου από το κράτημα του και πήγα κοντά τους.

Μπορούσα να ακούσω τους λυγμούς και τις βρισιές του Αχιλλέα από μακριά.

Όταν τους έφτασα, τους τράβηξα όλους για να φύγουν από τη μέση. Αυτό που είδα με σόκαρε.

Ο Αχιλλέας είχε κατακόκκινα μάτια, υγρά μάγουλα, και ματωμένες γροθιές.

Θεέ μου τι έκανες Αχιλλέα μου?

"Α-Αχιλλέα?"

Μόλις με είδε, ήρθε κοντά μου και με κράτησε σφιχτά από τους καρπούς.

"Έλλη. Πες μου. Σε παρακαλώ πες μου ότι δεν ήσουν εσύ!"

Εγώ δεν απάντησα. Απλά έμεινα να κοιτάζω τα πρησμένα του μάτια. Ακόμα και σε αυτή τη κατάσταση είναι πανέμορφος.

"Γαμώτο πες μου ότι εσύ δεν είπες τίποτα!!! Σε παρακαλώ πες μου ότι δεν ήσουν εσύ..."

"Εγώ ήμουν..."

Αχιλλέας

Όταν άκουσα αυτές τις δύο τελευταίες λέξεις, ένιωσα σαν με χτύπησε ηλεκτροσόκ και τινάχτηκα.

Όχι ρε Έλλη... Δεν το έκανες... Μα γιατί...

Η κοπέλα που είμαι τρελά ερωτευμένος, είπε σε όλο το σχολείο για το παρελθόν μου.

Βασικά διόρθωση... Η κοπέλα που ΗΜΟΥΝ τρέλα ερωτευμένος, είπε σε όλο το σχολείο για το παρελθόν μου.

Όταν την άκουσα να λέει ότι εκείνη μίλησε, αυτή η σπίθα που ένιωθα για αυτήν, έσβησε.

Βασικά, αυτό που ένιωθα δεν ήταν σπίθα... Πυρκαγιά ολόκληρη ήταν. Κι όμως, κατάφερε και την έσβησε ολοκληρωτικά.

"Γιατί ρε Έλλη? Γιατί..." δεν άντεξα να την κοιτάξω στα μάτια.

Αυτά είναι τα μάτια που με πλήγωσαν περισσότερο από τον οποιοδήποτε.

Αυτά είναι τα μάτια που πήραν τη καρδιά μου και την έσκισαν σαν ένα κομμάτι χαρτί.

Αυτά είναι τα μάτια που ερωτεύτηκα, μα ταυτόχρονα που μίσησα περισσότερο από τον καθένα.

"Λυπάμαι Αχιλλέα... Δεν το ήθελα."

"Αν δεν το ήθελες..." σταμάτησα για να σκεφτώ τα επόμενα λόγια μου. Όσο με πόνεσες εσύ Έλλη μου, θα σε πονέσω και εγώ.

"Αν δεν το ήθελες θα κρατούσες το γαμημένο κλειστό!" δεν άντεξα και άρχισα να της φωνάζω.

"Μακάρι να μπορούσα να--"

"Τι να μπορούσες ρε Έλλη? Να έπαιρνες πίσω ό,τι είπες? Ε λοιπόν δεν μπορείς! Όπως δεν μπορείς να πάρεις πίσω τα λόγια που είπες για τη μάνα μου! Αλλά τόσο εγωίστρια είσαι! Αναρωτιέμαι για ποιο γαμημένο λόγο σε εμπιστεύτηκα!"

"Αχιλλέα εγώ δεν--"

"Φτάνει. Σιχάθηκα να ακούω συνέχεια φτηνές δικαιολογίες. Αναρωτιέμαι, εσύ δεν βαρέθηκες συνέχεια να κάνεις τα ίδια και τα ίδια?"

"Ρε Αχιλλέα άσε με να σου--"

"Μα φυσικά και δεν βαρέθηκες. Το ζητάει ο οργανισμός σου να πληγώνεις καθημερινά τους άλλους. Εντάξει το καταλαβαίνω ότι με μισείς, αλλά αυτό ρε Έλλη? Αυτό έπρεπε να κάνεις? Αλλά τι άλλο θα περίμενα από μια πουτάνα σαν και εσένα. Τελικά είσαι όντως σαν όλες τις άλλες."

"Αχιλλέα ειλικρινά δεν έχεις ιδέα έτσι? Δεν ξέρεις τίποτα! Εύχομαι να μην έλεγες όλα αυτά τα λόγια. Μακάρι να μπορούσα να σου εξηγήσω την αλήθεια, αλλά δεν μπορώ. Σου ζητάω συγγνώμη μέσα από τη καρδιά μου."

Μόλις τελείωσε τη λογοδιάρροια της, με άφησε απότομα και έφυγε.

"Τελικά είσαι πολύ καλή στο θέατρο! Θα στο πρότεινα ανεπιφύλακτα να ασχοληθείς!" φώναξα για να με ακούσει, αλλά δεν γύρισε.

Έκατσα για πολλοστή φορά στο πολυαγαπημένο μου πάτωμα και άρχισα να χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο.

"Της άξιζε. Όλα όσα της είπα της άξιζαν. Άλλωστε γιατί να θίχτηκε? Εγώ την αλήθεια είπα. Μια πουτάνα είναι. Και εγώ ο μαλάκας την είχα ερωτευτεί. Την ΕΙΧΑ ερωτευτεί. Μα όχι πια. Η Έλλη μας τελείωσε." μονολόγησα και οι φίλοι μου με κοιτούσαν σιωπηλοί. Φυσικό το βλέπω.

Και εκείνοι έχουν μείνει άφωνοι, όπως και το υπόλοιπο σχολείο. Κανένας τους δεν ήξερε τίποτα. Ούτε καν ο Σταύρος.

Μα εγώ ο ηλίθιος είχα τη φαεινή ιδέα να τα ξεράσω όλα στη πουτάνα την Έλλη.

Να μαλάκα! Να!

Όμως τελικά βγήκε και κάτι θετικό από αυτό.

Έμαθα ότι δεν πρέπει να εμπιστεύομαι κανέναν τώρα πια. Ούτε τον Λούκα, ούτε τον Μιχάλη, ούτε τον Σταύρο.

Κα-νε-ναν.

Το δεύτερο πράγμα που έμαθα, είναι ότι η Έλλη δεν αξίζει.

Η Έλλη δεν αξίζει τίποτα από κανέναν.

Μαλακίες και έρωτες. Μα πως γίνεται να πίστεψα έστω και για λίγο ότι υπάρχει κάτι τέτοιο?

Τελικά όντως ήταν ένας ενθουσιασμός.

Ένας ενθουσιασμός που πάει, πέρασε.

Ένας ενθουσιασμός που δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ ξανά για μένα.

Το αποφάσισα... Επιστρέφω πίσω στον παλιό, κακό Αχιλλέα. Αυτόν που φοβάται όλο το σχολείο. Μα αυτή τη φορά, θα κάνω και την Έλλη να με φοβηθεί. Τόσο πολύ, που δεν θα τολμήσει να μου ξαναπάει κόντρα.

Την επόμενη μέρα

Έλλη

Περπατάω στους διαδρόμους με σκυμμένο το κεφάλι. Δεν θα αντέξω να τον δω στα μάτια.

Μα πως μπόρεσε να του κάνει κάτι τέτοιο?

Πως μπόρεσα και του έκανα εγώ κάτι τέτοιο?

Είμαι μια ηλίθια. Τώρα δεν πρόκειται να είμαστε μαζί ποτέ. Με μισεί, και αυτή τη φορά, είμαι αρκετά σίγουρη ότι με μισεί περισσότερο από ποτέ.

Όσο περπατούσα, έπεσα πάνω σε κάποιον. Φυσικό το βλέπω αφού όλη αυτή την ώρα κοιτάζω τα πόδια μου και όχι που πάω.

"Συγγνώμη." σήκωσα το βλέμμα μου και ήταν αυτός. Μα κάτι έχει αλλάξει. Πέρα από το σκουλαρίκι που είχε βάλει στο κάτω χείλος του, το ύφος του ήταν ψυχρό και κενό.

"Πρόσεχε που περπατάς μωρή καριόλα."

"Αχιλλέα σε παρακαλώ--"

"Θεέ μου μην αρχίζεις πάλι τα ίδια. Κατάντησε σπαστικό." είπε και κοίταξε το ταβάνι, ενώ έκλεισε τα μάτια του από την αγανάκτηση.

"Δηλαδή τώρα τι? Έτσι θα μου μιλάς?!" την επόμενη στιγμή ένιωσα το χέρι του να προσγειώνεται στο μάγουλο μου.

Ω Αχιλλέα μου, τι έπαθες? Δεν ήσουν έτσι εσύ...

"Εμένα δεν θα μου υψώσεις ξανά τη φωνή σου κατάλαβες? Αλλιώς δεν θα διστάσω να σε ξαναχτυπήσω." μερικά δάκρυα κύλησαν στα μάγουλα μου και χαμήλωσα το κεφάλι μου.

Που είναι ο αληθινός Αχιλλέας? Δεν είναι αυτός. Αυτός είναι κάποιος άλλος...

Δεν είπε τίποτα άλλο και με προσπέρασε χτυπώντας τον ώμο του στον δικό μου.

[...]

Σε όλη τη διάρκεια του μαθήματος ήμουν αλλού. Ο Αχιλλέας δεν μπήκε στη τάξη. Μα του αρέσει η χημεία... Γιατί δεν μπήκε στη τάξη?

Λες και δεν ξέρεις...

Το κουδούνι χτύπησε και όλοι βγήκανε τρέχοντας από την τάξη, σε αντίθεση με εμένα που αυτή τη στιγμή έμοιαζα με ζόμπι που έχει κατάθλιψη.

Κατέβηκα στο προαύλιο και σε έναν τοίχο είδα τον Αχιλλέα να έχει κολλήσει στον τοίχο μια κοπέλα της τρίτης.

Παρόλο που με είδε συνέχισε ανενόχλητος να κάνει τη δουλειά του. Το χέρι του κατέβηκε πιο χαμηλά από τη μέση της και άρχισε να τη ζουλάει.

Ένιωσα τα μάτια μου να τσούζουν και απομακρύνθηκα γρήγορα από κοντά τους.

Πως γίνεται να άλλαξε τόσο πολύ από τη μία μέρα στην άλλη? Αυτός ο Αχιλλέας είναι χειρότερος από τον παλιό.

Είναι κακός, με όλη τη σημασία της λέξης. Με χτύπησε... Ο Αχιλλέας που ποτέ δεν τόλμησε να χτυπήσει κοπέλα, με χτύπησε, και μάλιστα δυνατά.

Ακόμα έχω αυτή τη καταραμένη κοκκινίλα στο αριστερό μου μάγουλο.

Μάλιστα, όταν την ακουμπάω, πονάει. Πονάει τόσο όσο πονάει και η καρδιά μου.

Μα πρέπει να το πάρω απόφαση επιτέλους.

Ο Αχιλλέας έφυγε.






Μην με σκοτώσετε 😢😢😢

Λοιποννν τι έχουμε εδώ? Αυτό ήταν ένα έντονο κεφάλαιο... Τσακωμοί, φωνές, κλοτσιές... Απ'ολα 😂😂😂

Εγώ σας προειδοποίησα 😶

Πάντως δεν έχετε παράπονο εε? 2 κεφάλαια μέσα σε 2 μέρες συνεχόμενα! 😥😃😂

Τεσπα τα λέμε στο επόμενο πιτσουλες! 🍕❤🍕❤🍕

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top