Έπιασαν οι ζέστες
"Αχιλλέα?!"
Τα μάτια μου ήταν έτοιμα να φύγουν από τη θέση τους και να πέσουν κάτω σαν μπίλιες, ενώ είμαι σίγουρη ότι είχα κοκκινίσει ολόκληρη. Πόση ώρα μας άκουγε?!
"Αυτοπροσώπως."
Είπε και μου έσκασε ένα από αυτά τα σπαστικά στραβά χαμόγελα του.
"Π-πόση ώρα μ-μας άκουγες?"
Οι φίλες μου είχαν μαζευτεί στις θέσεις τους, ενώ δεν τόλμησε καμία να μιλήσει.
"Δεν είναι αυτό το θέμα."
"Εγώ πάλι ν-νομίζω ότι α-αυτό είναι..."
Γαμώτο μην τραυλίζεις!!!
Μα δεν μπορώ με έχει αγχώσει! Κοίτα αυτό το βλέμμα!
Ρεεεεε μαζέψου! Που πήγε η δυναμική Έλλη?!
Η σπαστική φωνή στο κεφάλι μου έχει δίκαιο. Εγώ ποτέ δεν τραύλισα σε αγόρι και δεν θα το κάνω τώρα.
Ο Αχιλλέας πλησίασε στο αυτί μου ξανά και μου ψιθύρισε με τη βραχνή του φωνή...
"Λάθος νομίζεις."
Ξαφνικά ένιωσα κάτι να με δαγκώνει στο λοβό του αυτιού μου. ΜΟΛΙΣ ΜΕ ΔΑΓΚΩΣΕ?!
"Τι έκανες τώρα?!?!"
Όλη η παρέα γύρισε και με κοίταξε τρομαγμένη.
"Εγώ? Τίποτα δεν έκανα..."
"Με δάγκωσες!"
"Δεν καταλαβαίνω για τι πράγμα μιλάς..."
Πήρε το αθώο του ύφος και και με κοίταξε με κουταβίσια μάτια. Θα τον σκοτώσω κρατήστε με!
"Έλλη μου ηρέμησε... Έλα ας πηγαίνουμε καλύτερα..."
"Όχι Ζωή, δεν θα με βγάλετε τρελή τώρα! Με δάγκωσε στο αυτί!"
Οι φίλες μου κυριολεκτικά με έσυραν από το τραπέζι. Θα μου το πληρώσεις πολύ ακριβά αυτό Αχιλλέα μου. Και ξέρω ακριβώς τι θα κάνω.
Ένα διαβολικό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο μου, και οι φίλες μου με κοίταξαν παράξενα.
"Οκευ, τι θα του κάνεις?"
Είπε η Χριστίνα,ενω σταύρωσε τα χέρια της.
"Ωω κάτι που δύσκολα θα ξεχάσει."
Οι φίλες μου στριφογύρισαν τα μάτια τους και ξεκινήσαμε για να πάμε σπίτια μας. Οι γονείς μου θα έχουν φρικάρει αφού λείπω σχεδόν 2 μέρες.
Χτύπησα το κουδούνι και η μαμά μου άνοιξε σχεδόν αμέσως, ενώ με έσφιξε στην αγκαλιά της.
"Κοριτσάκι μου που ήσουν?! Χτες δεν κοιμήθηκες εδώ και σήμερα λείπεις όλη μέρα! Απ'ότι θυμάμαι είχες αποβολή..."
"Το ξέρω ρε μαμά κοιμήθηκα στη Ξένια, πήρε και εκείνη αποβολή και βρήκα ευκαιρία να πάω να της κάνω παρέα!"
"Εντάξει κοπέλα μου αλλά την επόμενη φορά να με ειδοποιήσεις εντάξει?"
"Εντάξει... Πάω πάνω, τι φαγητό έχει?"
"Μπιφτέκια με πατάτες στο φούρνο. Να σου βάλω?"
"Και το ρωτάς?!"
Η μαμά μου χαμογέλασε και έτρεξε στη κουζίνα, ενώ εγώ πήγα στο δωμάτιο μου για να βάλω κάτι άνετο.
Μετά από λίγο η μαμά μου με φώναξε να κατέβω, για να φάω.
Έκατσα στο τραπέζι και όσο έτρωγα, σκεφτόμουν την εκδίκηση που θα δώσω στον Αχιλλέα. Αχ είμαι τόσο διαβολική... Δεν θα ξέρει από που του ήρθε. Τώρα το μόνο που χρειάζομαι είναι υπομονή άλλες δύο μέρες για να πάω σχολείο.
2 μέρες μετά
Σηκώθηκα από το κρεβάτι πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι και έβαλα τα ρούχα που είχα διαλέξει από χθες. Ένα ψηλόμεσο μαύρο τζιν με σκισίματα και ένα λευκό τοπάκι, ενώ από πάνω φόρεσα ένα μαύρο-γκρι-λευκό πουκάμισο, και τέλος έβαλα τα μαύρα Vans μου.
Πήρα τη τσάντα και ξεκίνησα για το σχολείο. Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα. Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που σερβίρεται κρύο δε λένε? Ε λοιπόν, αυτό θα σερβιριστεί ζεστό... Πολυυυ ζεστό...
Έφτασα στο σχολείο και κατευθύνθηκα στη πίσω αυλή, για να βρω τα κορίτσια.
"Καλημέρα αγάπες μου."
"Πως και τόση χαρά? Σου έκατσε κανένας ωραίος χθες?"
Είπε η Ζωή και εγώ της έβγαλα παιχνιδιάρικα τη γλώσσα.
"Όχι μωρή, σήμερα είναι η μεγάλη μέρα."
Πάλι αυτό το διαβολικό χαμόγελο...
"Και υπάρχει λόγος που δεν μας λες τι σκέφτηκε το πονηρό μυαλό σου?"
"Είναι έκπληξη Ξένια μου. Πρώτη ώρα έχουμε όλες μαζί Χημεία έτσι?"
Έγνεψαν όλες ταυτόχρονα καταφατικά.
"Και είναι και ο Αχιλλέας στο τμήμα έτσι?"
"Ναι..."
Είπε η Χριστίνα και της έκλεισα το μάτι.
Το κουδούνι χτύπησε και αφού κάναμε τη προσευχή, ανεβήκαμε στα τμήματα μας.
Ο Αχιλλέας έκατσε στο τελευταίο θρανίο στη γωνία και εγώ κυριολεκτικά έτρεξα και έκατσα δίπλα του.
"Πως και από δω?"
"Απαγορεύεται να κάτσω δίπλα στον φίλο μου?"
"Από πότε είμαστε φίλοι και δεν το ξέρω?"
Αγνόησα το σχόλιο του και έβγαλα τα βιβλία μου, ενώ την ίδια στιγμή μπήκε μέσα ο γέρος καθηγητής. Δεν είναι τυχαίο που διάλεξα τη Χημεία. Αυτός είναι τόσο κουφός και τυφλός, που δεν θα καταλάβει τίποτα.
Έχουμε φτάσει στα μισά του μαθήματος, οπότε ας ξεκινήσει το σχέδιο : 'Κάντε ρεζίλι τον Αχιλλέα
Αλεξίου'
Όσο ο καθηγητής έγραφε στον πίνακα, εγώ ακούμπησα ελαφρά το χέρι μου στο πόδι του Αχιλλέα.
Εκείνος τινάχτηκε ελαφρά από τη θέση του και γούρλωσε τα μάτια του.
"Τι στο πούτσο κάνεις?!"
"Εγώ? Τίποτα δεν έκανα..."
Αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τα λόγια του.
Το χέρι μου άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει, ενώ ο Αχιλλέας είχε μείνει ακίνητος, στη προσπάθεια του να αγνοήσει το άγγιγμα μου, κάτι που δεν νομίζω να καταφέρνει...
"Σ-σταμάτα..."
"Τι να σταματήσω?"
Είχα φτάσει στην άκρη της μπλούζας του, και πέρασα το χέρι μου από μέσα. Ο Αχιλλέας είχε σφίξει τα δόντια του, ενώ μπορούσα να διακρίνω μικρές σταγονίτσες ιδρώτα να κυλάνε στο μέτωπο του.
Πρέπει να το παραδεχτώ ότι έχει σωματάρα... Έβγαλα το χέρι μου από τη μπλούζα και παρατήρησα ότι η στύση του είχε γίνει ορατή. Μπινγκο...
Μόλις ακούμπησα ελαφρά στον καβάλο του, εκείνος τινάχτηκε και φώναξε.
"Κύριε!!! Μπορώ να πάω τουαλέτα?!?!?"
Όλα τα βλέμματα είχαν καρφωθεί στο σημείο του, ενώ εγώ το έπαιζα αδιάφορη, γράφοντας και καλά σημειώσεις.
Οι φίλες μου με κοιτούσαν γεμάτες απορία για το τί έκανα, και τους έκανα νόημα ότι θα τους εξηγήσω στο διάλειμμα.
"Δεν γίνεται να σε αφήσω να πας τουαλέτα αν δεν είναι επείγον κύριε Αλεξίου. Παρακαλώ καθίστε στη θέση σας..."
"ΜΑ ΚΥΡΙΕ ΕΙΝΑΙ ΕΠΕΙΓΟΝ!"
"Την επόμενη φορά κύριε Αλεξίου, φρόντισε να αντιστέκεσαι στις ορμόνες σου. Ορίστε πήγαινε!"
Πήρε τη τη τσάντα του για να κρύψει το σημείο του και βγήκε τρέχοντας από τη τάξη, ενώ όλα τα παιδιά άρχισαν να γελάνε.
Έλλη-Αχιλλέας 1-1
Αλλά όχι για πολύ...
Λίγα λεπτά αργότερα σήκωσα το χέρι μου.
"Ορίστε Γαληνέα?"
"Εεμ κύριε, γίνεται να πάω τουαλέτα? Είναι λίγο επείγον..."
Μιας και οι καθηγητές με συμπαθούν πολύ, με άφησε και βγήκα χαλαρή από τη τάξη, με προορισμό τις αγορίστικες τουαλέτες.
Μπήκα μέσα, και είδα ότι η τελευταία ήταν κλειστή, ενώ άκουγα μια γνώριμη φωνή από πίσω.
Χτύπησα τη πόρτα και εκείνος σταμάτησε απότομα. Μετά από λίγο η πόρτα άνοιξε και ήταν αυτός. Μόλις με είδε χλώμιασε και έκανε ένα βήμα πίσω.
"Τ-τι θες εσύ εδώ?"
"Ήρθα να ψήσουμε μπισκότα... Εσύ για τι λες να ήρθα?"
Έκανα ένα βήμα μπροστά, και άλλο ένα, και άλλο ένα, μέχρι που τον κόλλησα στο τοίχο.
Ένωσα το σώμα μου με το δικό του και πλησίασα στο αυτί του.
"Έλλη-Αχιλλέας 2-1... Κέρδισα."
Του είπα και απομακρύνθηκα από το γυμνασμένο σώμα του.
Εκείνος με κοιτούσε με ανοιχτό το στόμα χωρίς να πει κουβέντα.
Βγήκα από τις τουαλέτες με αέρα νικήτριας και ανέβηκα πάλι στη τάξη.
"Γαληνέα, μήπως είδες που πήγε ο Αλεξίου?"
"Όχι κύριε... Ίσως έφυγε. Δεν θα ήταν και τίποτα καινούριο εξάλλου."
Έκατσα στη θέση μου και άρχισα να παρακολουθώ το μάθημα.
Όταν το κουδούνι χτύπησε οι φίλες μου με έσυραν από τη τάξη και όταν φτάσαμε στην αυλή, με έβαλαν να καθίσω σε ένα παγκάκι.
"Τι έκανες?"
"Ηρεμήστε καλέ! Συνεννοημένες είστε?!"
"Μίλα!!!"
"Καλά ντε! Ας πούμε ότι... Τον έπιασαν οι ζέστες..."
"Το καταλάβαμε αυτό. Τι του έκανες?!"
"Καλά ρε Χριστίνα ηρέμησε. Τον...χάιδεψα..."
Όλες είχαν μείνει να με κοιτάζουν με ανοιχτό το στόμα.
"Και να φανταστώ στις τουαλέτες πήγες για να τον βρεις έτσι?"
"Ναιπ."
"Και δεν σου έκανε τίποτα?"
"Ανάκριση ρε κορίτσια? Όχι δεν μου έκανε τίποτα."
"Καλό θα ήταν να τον προσέχεις τώρα... Τον έκανες ρεζίλι σε όλη τη τάξη. Μη νομίζεις ότι θα το αφήσει έτσι..."
"Έχεις ένα δίκαιο... Καλά θα προσέχω."
Το κουδούνι χτύπησε και ανεβήκαμε για τη δεύτερη ώρα... Ευτυχώς ο Αχιλλέας δεν είναι στο τμήμα μου τώρα.
Οι σχολικές ώρες πέρασαν σχετικά γρήγορα, έτσι έφυγα για να πάω σπίτι μου.
Όταν έφτασα, το φαγητό ήταν ήδη στο τραπέζι, ενώ δίπλα υπήρχε ένα σημείωμα.
Γλυκιά μου, εγώ με τον μπαμπά σου έχουμε επέτειο σήμερα, οπότε θα λείπουμε όλη μέρα. Το φαγητό είναι δίπλα και ότι χρειαστείς πάρε με τηλέφωνο. Σε αγαπώ.
~Μαμά~
Μια χαρά. Θα έχω όλο το σπίτι δικό μου για μια μέρα.
Αφού έφαγα, ανέβηκα στο δωμάτιο μου για να ξεκινήσω τα μαθήματα.
Όσο έγραφα, ένα μήνυμα από άγνωστο αριθμό ήρθε στο κινητό μου και το άνοιξα.
Από : Άγνωστος αριθμός
Σήμερα έρχομαι σπίτι σου για την εργασία. Σε 10 είμαι εκεί.
Αχιλλέας
Να φοβάμαι? Αν είναι καμιά φάρσα για να με εκδικηθεί που τον έκανα ρεζίλι?! Αυτός κάνει πολύ χοντρές φάρσες...
Προς : Άγνωστος αριθμός
Συγγνώμη δεν γίνεται. Έχω πολύ διάβασμα.
Από : Άγνωστος αριθμός
Δεν σε ρώτησα. Άνοιξε είμαι από κάτω.
Τι?! Πότε πρόλαβε? Εγώ αυτή τη στιγμή φοράω πιτζάμες και το μαλλί μου είναι σαν να έχω μπει στη πρίζα! Να αλλάξω?
Το κουδούνι άρχισε να χτυπάει ασταμάτητα και να τρυπάει τα αυτιά μου. Γάμα την εμφάνιση τώρα...
Έτρεξα κάτω και άνοιξα τη πόρτα, ενώ ο Αχιλλέας μπήκε μέσα σαν να μη συμβαίνει τίποτα.
"Σαν το σπίτι σου! Καφεδάκι θες?"
"Τώρα που το σκέφτομαι, θα τον έπινα ένα καφέ τώρα..."
Έτριψα το κεφάλι μου για να ηρεμήσω από το νεύρα που κατάφερε να μου προκαλέσει μέσα σε λιγότερο από 1 λεπτό, και στάθηκα μπροστά από τη τηλεόραση που είχε ανοίξει.
"Κανε στην άκρη μωρή! Δεν βλέπεις που παρακολουθώ το ματς?!"
"Υποτίθεται ότι ήρθες για εργασία!!!"
"Ναι... Σχετικά με αυτό..."
Είπε και έτριψε το σβέρκο του.
"Μη μου πεις ότι τη ξέχασες?!"
"Ίσως λιγάκι..."
"Αμάν ρε Αχιλλέα!!!"
"Μου αρέσει όταν φωνάζεις το όνομα μου... Αναρωτιέμαι πόσο πιο δυνατά μπορείς να το φωνάξεις."
"Γιατί το λες αυτό?"
Είπα και σταύρωσα τα χέρια μου.
"Γιατί αν συνεχίσεις να στέκεσαι έτσι, θα σε κάνω να φωνάζεις το όνομα μου τόσο δυνατά, που η φωνή σου θα κλείσει, και τα πόδια σου θα τρέμουν."
"Αχ αλήθεια?! Αυτό είναι μεγάλη μου τιμή!!! Τι θα έλεγες να σε βάλω στη λίστα 'Αγόρια που δεν θα πήγαινα ΠΟΤΕ' ?"
Εκείνος με πλησίασε και με κόλλησε στον τοίχο, ενώ έπιασε τα χέρια μου και τα έφερε πάνω από το κεφάλι μου.
"Εγώ πάλι πιστεύω ότι θα πέθαινες για μια νύχτα μαζί μου..."
Είπε στο αυτί μου με αισθησιακή φωνή και ένιωσα τη λεκάνη του να πιέζεται πάνω μου. Χριστέ μου βοήθεια!!!
Ξαφνικά η ανάσα μου έγινε βαριά, όπως και του Αχιλλέα. Εκείνος γύρισε και οι ματιές μας κλειδώθηκαν.
Άρχισε να πλησιάζει το πρόσωπο μου και εγώ έκλεισα τα μάτια μου.
Περίμενα υπομονετικά το φιλί, μέχρι που κατάλαβα ότι δεν ήρθε ποτέ. Άνοιξα διάπλατα τα μάτια μου και είδα τον Αχιλλέα ξαπλωμένο στον καναπέ, να βλέπει τηλεόραση. Μα καλά πότε έφυγε από πάνω μου και δεν το κατάλαβα?!?
"Αχιλλέα? Τι κάνεις?!"
"Καλά εσύ?"
Είπε χωρίς να πάρει τα μάτια του από τη τηλεόραση.
"Πότε έφυγες από πάνω μου?!"
"Εδώ και κάτι λεπτά... Γιατί? Νόμιζες πως θα σε φιλήσω ποτέ?"
Δεν είπα τίποτα. Δεν ξέρω γιατί αλλά ένιωσα κάπως όταν μου είπε πως δεν πρόκειται να με φιλήσει ποτέ...
"Ε λοιπόν... Με είχες φιλήσει μια φορά..."
"Ήταν απλά ένα παιχνίδι... Νόμιζες ότι το ήθελα?"
Τα λόγια του με χτυπάνε αλύπητα... Γιατί στεναχωριέμαι για αυτόν? Αφού όντως δεν ήθελα και ούτε θέλω να τον φιλήσω...
"Ωραία... Αφού δεν έχεις την εργασία, μπορείς να φύγεις. Να μην σε κρατάμε κιόλας..."
"Τι?"
"Είπα, μπορείς να φύγεις."
Εκείνος δεν είπε τίποτα. Σηκώθηκε από τον καναπέ, πήγε στη πόρτα, και όταν βγήκε, τη κοπανίσε με δύναμη.
Ένιωσα ένα δάκρυ να κυλάει στο μάγουλο μου.
Νόμιζες πως θα σε φιλήσω ποτέ?
Ήταν απλά ένα παιχνίδι...
Νόμιζες ότι το ήθελα?
Τα λόγια του κάνουν στροφές στο κεφάλι μου, με αποτέλεσμα το ένα δάκρυ να γίνει δύο, τρία, τέσσερα... Και πάει λέγοντας...
Γιο 💪
Ανέβασα σήμερα σε αυτή την ιστορία γιατί είχα έμπνευση 😆
Σε αυτό το κεφάλαιο πολύ κόντρα μεταξύ Έλλη - Αχιλλέα ρε παιδί μου... Ούτε 5χρονα να ήταν 😂😂
Τεσπα επόμενο θα βάλω στην άλλη ιστορία αλλά δεν ξέρω πότε. 😶
Μπιμπι πιτσουλες μουυ 🍕💘🍕💘🍕
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top