Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 🎶

Ει σήμερα γιορτάζωωωωω. Της Αγίας Ριρι. Jk.

Ανταποδίδω τις πάρα πολλές ευχές που μου στείλατε και σας στέλνω πολλά πολλά φιλάκια. Να είστε όλοι καλά♥

~~~

Σήμερα ξύπνησα για κάποιον λόγο με πολλή όρεξη.

Ίσως φταίει το γεγονός ότι έξω έχει τόσο ήλιο που θέλεις δεν θέλεις σου φτιάχνει την διάθεση. Το χιόνι πλέον έχε λιώσει τελείως και έχει μεταμορφωθεί σε απαίσιες λασπωμένες λακκούβες.

Τα φωτάκια λάμπουν, το δέντρο στέκεται υπέροχο δίπλα από το τζάκι και η ευωδία από τα μακαρόνια με κιμά που κάνει η μαμά, μου χτυπούν την μύτη.

<<Καλημέρα κόσμε!>> φωνάζω με το που ανοίξω την πόρτα του δωματίου μου. <<Σήμερα είναι μια τέλεια μέρα>> περπατάω χορεύοντας στον χώρο και η μαμά με κοιτάζει λες και είμαι τρελή. <<Καλημέρααα>> αφήνω ένα φιλί στο μάγουλό της και έπειτα ζουλάω τα μάγουλα του μικρού. <<Έλα έλα χαμογελάστε, σήμερα η μέρα είναι πολύ όμορφη!>> χαίρομαι μόνη μου και κάθομαι δίπλα στον Τζέις.

<<Δεν θα ρωτήσω γιατί έχεις όρεξη, πάντως χαίρομαι που επιτέλους μια φορά ξύπνησες και λες καλημέρα σαν φυσιολογικός άνθρωπος>> βγάζει την ποδιά της και κλείνει το μάτι. <<Γιατί έχεις τόση όρεξη είπαμε;>> κάθεται απέναντί μου και πίνει μια γουλιά από τον καφέ της.

Ανασηκώνω τους ώμους μου. Έλα μου ντε. Γιατί έχω τόση όρεξη σήμερα;

(Γιατί η συγγραφέας σου γιορτάζει. Σουτ τώρα)

Ναι, εχθές τα παιδιά μου ψιλοέφτιαξαν την διάθεση αφού έφυγε ο Ντομ (και βασικά αφού έκλαψα για ένα δύωρο) και ο Μέισον προσφέρθηκε να μου δώσει ένα από τα αγαπημένα του "One night with Mason" πάσο για να το αξιοποιήσω όποτε θέλω.

Βουτάω ένα κουλουράκι στον χυμό μου. Το καλό, βασικά καθόλου καλό αλλά λέμε τώρα, είναι ότι μετά την συζήτησή μου με τον Ντομ, κατάλαβα ότι δεν με θέλει και ότι δεν υπάρχει περίπτωση να με θελήσει.

Και παρόλο που περίμενα σήμερα να ξυπνήσω με μηδαμινή όρεξη, πρησμένα μάτια και τεράστιους μαύρους κύκλους λόγω των χθεσινών, κάνω απλά σαν να μην συνέβη τίποτα.

<<Απλά ξύπνησα με διάθεση>> πίνω από τον χυμό μου. <<Είναι μια ωραία μέρα σήμερα>>

Κάνει τον σταυρό της. <<Θα μείνεις να προσέχεις τον μικρό; Πρέπει να πάω στο σουπερμάρκετ>>

<<Ναι, αμέ>> έτσι κι αλλιώς δεν κανόνισα τίποτα με τον Ντομ. Όχι ότι μετά τα χθεσινά θα θέλει γενικά ο ίδιος του να κανονίσουμε οτιδήποτε.

Α, θα κάτσω να δω τις ταινίες που μου έκανε δώρο τρώγοντας τα ζαχαρωτά που μου έκανε δώρο.

<<Βγείτε καμία βόλτα έξω. Δεν κάνει τόσο κρύο>> προτείνει και η ιδέα μου να χουχουλιάσω στον καναπέ γκρεμίζεται.

Ούτε μια ερωτική απογοήτευση δεν μπορώ να περάσω με την ησυχία μου.

Σπρώχνω τον μικρό. <<Ντύσου γρήγορα>>

<<Εντάκθει>> πετάγεται μέχρι πάνω και παραλίγο να ρίξει τι γάλα του πάνω μου.

Μην νευριάσεις, μην νευριάσεις. 

Η μαμά με κοιτάζει εξεταστικά και νιώθω το βλέμμα της να μου τρυπάει το βλέμμα όσο κάνω σκρολ ντάουν στο ίνσταγκραμ. <<Όλα καλά εσύ;>> ρωτάει και την κοιτάζω χαμογελαστή.

Όλα σκατά είναι βασικά, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα.

<<Ναι μια χαρά>> σηκώνομαι και εγώ όρθια. <<Πάω να ντυθώ>>

Σήμερα τίποτα δεν θα μου χαλάσει τα κέφια.

[...]

<<ΣΤΑΜΑΤΑ ΝΑ ΧΟΡΟΠΗΔΑΣ ΣΤΟΥΣ ΝΕΡΟΛΑΚΚΟΥΣ ΠΑΙΔΑΚΙ ΜΟΥ>> τσιρίζω και όλες οι μαμάδες που βρίσκονται στην παιδική χαρά ήρεμες χωρίς τα μικρά σκασμένα να τους τυραννάνε, γυρνάνε και με κοιτάνε εκνευρισμένες.

Εγώ φταίω που το βλαμμένο πηγαίνει σε όποιον λασπωμένο νερόλακκο βρει και χοροπηδάει σαν την Πέπα το γουρουνάκι;

Με ρώτησε βέβαια αν μπορεί αν κυλιστεί στην λάσπη. Το ΌΧΙ μου ήταν πιο δυνατό και από εκείνο του Μεταξά.

<<Μα Έιβερι θέλω να χοροπηδήθωωωω>> μου τραβάει το μπουφάν και παίρνω βαθιές επαναλαμβανόμενες ανάσες.

Αν δεν τον επιστρέψω ολόκληρο σπίτι η μαμά θα ουρλιάζει.

Αν τον επιστρέψω ολόκληρο σπίτι θα ουρλιάζω εγώ.

<<Σήκω όρθιος, πάμε σπίτι>> τον τραβάω από το μανίκι και ξαφνικά αρχίζει να ουρλιάζει και να κλαίει σαν υστερικό.

Εγώ φταίω μετά που δεν συμπαθώ τα παιδάκια; Όχι εγώ φταίω;

Οι άλλες μαμάδες με βλέπουν και γελάνε και γρρρρ κρατιέμαι να μην τις βρίσω όλες μαζί.

<<Ει, η τσιρίδα του μικρού ακούγεται μέχρι το σπίτι μου>> λέει μια γνωστή φωνή πίσω μου και μένω ακίνητη.

Ιδέα μου ήταν;

Είμαι τόσο ερωτευμένη που πλέον τον ακούω παντού;

Γυρνάω.

Α εντάξει ο Ντομ είναι!

...

ΠΟΥ ΣΚΑΤΑ ΜΕ ΒΡΗΚΕ ΕΔΩΩΩ;;;

Επίτηδες έφερα τον μικρό στην παιδική χαρά που είναι στην άλλη άκρη της πόλης μόνο και μόνο επειδή η παιδική χαρά κοντά στο σπίτι μου είναι ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΝΤΟΜ.

Και όοοοοοοχι. ΌΟΟΟΟΧΙ. Σιγά μην πήγαινα απέναντι από το σπίτι του. Να νομίζει ότι τον παρακολουθώ κιόλας.

Βασικά ούτε καν θα τον ένοιαζε, γιατί πολύ απλά ΧΕΣΤΗΚΕ.

Κρακ.

Αυτή ήταν η καρδιά μου που ράγησε.

<<ΕΙ Ο ΝΤΟΜΜΜ>> φωνάζει ο μικρός και απευθείας βγάζει τα σαγόνια του από το μανίκι του μπουφάν μου και τρέχει κατά πάνω του.

Οικογενειακό είναι να τον λατρεύουμε όλοι; Τι φάση;

<<Τι κάνεις μικρέ;>> τον παίρνει στην αγκαλιά του ο Ντομ και εγώ κάθομαι και τους κοιτάζω λίγο πιο μακριά.

Θα είναι άβολο αν τρέξω και εγώ στην αγκαλιά του;

<<Η Έιβερι με έφερε να παίκθουμε θτην παιδική χαλά αλλά η ΈΙΒΕΡΙ δεν με αθήνει μμμμμμμ->> εγώ είμαι αυτή που το κλείνω κυριολεκτικά το στόμα με το χέρι μου. Ικανός είναι να ξεράσει τα πάντα μπροστά του.

<<Άντε μικρέ. Πάνε παίξε με τα παιδάκια>> του λέω γλυκά και ευγενικά και γυαλίζουν τα μάτια του. Πριν προλάβει να φύγει τον πιάνω από το μπράτσο και του ψιθυρίζω στο αφτί <<Μην σε δω να τσαλαβουτάς στις λάσπες θα πάρω τηλέφωνο τον μπόγια να σε μαζέψει>> του χαιδεύω απαλά το κεφάλι και τον αφήνω να φύγει.

<<Τι κάνετε εδώ, λοιπόν;>> ρωτάει και με τραβάει να κάτσουμε σε ένα παγκάκι εκεί κοντά. <<Η παιδική απέναντι από την πολυκατοικία μου είναι πιο κοντά>>

Κάθομαι σε μια σεβαστή απόσταση δίπλα του.

Αν του ορμήξω και τον αγκαλιάσω με την πρόφαση ότι κάνει κρύο, ΑΝ και σήμερα κάνει αρκετή ζέστη για 15 Δεκεμβρίου, θα είναι πολύ άβολο;

<<Θέλαμε να περπατήσουμε λιγάκι>> Εγώ. Ο Τζέις στην μισή διαδρομή έκλαιγε.

<<Καλά κάνατε. Ο καιρός σήμερα είναι πολύ ωραίος>> μουρμουρίζει και πίνει μια γουλιά από τον καφέ του. Κάτσε. Έχει καφέ μαζί του;

Ναι σόρυ κιόλας που το μόνο που κοιτάζω πάνω του είναι το θεικό πρόσωπό του. Το βλέμμα μου αν πάει πιο κάτω... ας μην πω τι θα κοιτάζει. Καλύτερα μόνο πρόσωπο.

<<Εσύ; Τι κάνεις εδώ; Ήρθες να παίξεις με τα παιδάκια;>> λέω και γυρνάω για να ψάξω τον Τζέις. 

Α πνίγει ένα άλλο παιδάκι. Οκευ. Συνηθισμένα τα βουνά στα χιόνια.

Γελάει. <<Ήθελα να βγω μια βόλτα>> λέει και τον κοιτάζω. 

Τώρα εγώ να το πάρω στραβά που δεν είπε σε εμένα τίποτα ή όχι;

Σκατά. Όλα σκατά πάνε μεταξύ μας μετά την βλακεία που έκανα και τον φίλησα. 

<<Αχα>>

<<Θα σου έλεγα να έρθεις>> γλυκούλη μου <<αλλά ήθελα να σκεφτώ>>

Τζίζους. Νιώθω ότι θα με χωρίσει χωρίς καν να τα έχουμε. 

<<Να σκεφτείς τι;>> τολμάω να ρωτήσω και βάζω τα χέρια μου μέσα στις τσέπες του μπουφάν.

Ξεφυσάει. Αρκετές φορές. <<Η αλήθεια είναι ότι...>> ξεκινάει να πει και γυρνάω περισσότερο προς το μέρος του. Τι σκατά έγινε πάλι; Μια φορά ξύπνησα με κέφια, έχουν βαλθεί όλοι να με τσαντίσουν. <<Σήμερα το βράδυ θα... θα φύγω>>

<<Για να πας που;>>

Δεν ξέρει που να κοιτάξει. <<Θα πάω στην Λόρεν. Πίσω στην πόλη μου, δηλαδή>> 

Κρακ κρακ.

Αυτή ήταν πάλι η καρδιά μου που μόλις έγινε θρύψαλα. Ευχαριστώ Ντομ.

<<Και... και πόσο θα κάτσεις εκεί;>>

<<Δύο, τρείς μέρες το πολύ>> λέει και χαλαρώνω αισθητά.

Αν μου έλεγε ότι θα έμενε εκεί μέχρι τα Χριστούγεννα, θα ανέβαινα στην πιο ψηλή πολυκατοικία και θα έπεφτα με τα μούτρα.

Γνέφω. <<Ωραία>>

<<Ωραία>> λέει και εκείνος.

Άβολο άβολο άβολο άβολο άβολο...

Έχω πραγματικά άπειρες ερωτήσεις. Γιατί θα πάει; Τι θα κάνει εκεί; Γιατί πρέπει να πάει σε αυτή την ξινύλω; Τι έχει συμβεί; Και κυρίως ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΕ ΘΕΣ ΑΝΘΡΩΠΕ ΜΟΥ;

<<Σόρυ που στο λέω τελευταία στιγμή πάντως>> ψελλίζει και γνέφω ξανά αφηρημένη.

<<Δεν ήσουν καν υποχρεωμένος να μου το πεις>> απαντάω σαρκαστικά αλλά δεν με νοιάζει. Μήπως να του πω και ευχαριστώ που με θυμήθηκε;

Ή που αν δεν με πετύχαινε στην παιδική χαρά μπορεί να το ξεχνούσε και να μην μου έλεγε τίποτα;

<<Γιατί το λες αυτό;>> αναρωτιέται και κρατιέμαι να μην κλάψω από τα νεύρα.

<<Όντως τώρα;>> ξεσπάω <<όντως το ρωτάς αυτό;>> σηκώνομαι όρθια. <<Τις τελευταίες μέρες μου συμπεριφέρεσαι τόσο περίεργα, λες και σου έχω κάνει κάτι. Ναι, προχθές σε φίλησα. Μπορεί να ήταν άβολο και να μην αισθάνθηκες εσύ καλά, αλλά δεν είναι τρόπος να μου το δείχνεις αυτός>>

Σηκώνεται και εκείνος όρθιος. <<Τι λες; Εχθές ήρθα και σε βρήκα για να μιλήσουμε, Έιβερι. Αν δεν αισθανόμουν καλά με αυτό, νομίζεις ότι θα ερχόμουν σπίτι σου με τόσα γλυκά;>>

<<Όλο αυτό>> του δείχνω εμάς τους δύο <<κάπου έχει στραβώσει. Το βλέπεις και εσύ, Ντομ. Δεν ξέρω τι έχω κάνει ή τι έχει γίνει, αλλά το βλέπεις και μόνος σου...>> αφήνω κάτω τα χέρια μου ηττημένη. <<Αν δεν με πετύχαινες εδώ, δεν θα νοιαζόσουν καν να μου πεις ότι θα φύγεις>>

Κάθεται ξανά στο παγκάκι χωρίς να πει τίποτα. Άρα; Έχω δίκιο. Φυσικά και έχω δίκιο.

Γυρίζω την πλάτη μου και ψάχνω τον μικρό. Μόλις με βλέπει του κάνω νόημα να έρθει για να φύγουμε. 

<<Δεν νοιάστηκες καν να με ρωτήσεις γιατί θα φύγω, Έιβερι>> ψιθυρίζει και γυρνάω ξανά. <<Μη λες μόνο για μένα, εσύ δεν είσαι καλύτερη>>

Προφανώς και δεν θα σε ρωτήσω Ντομ. Το τελευταίο που με ενδιαφέρει είναι να ακούσω πόσο ωραίες διακοπές θα κάνεις με την γκόμενά σου.

Πιάνω τον μικρό από το χέρι. <<Καλά να περάσεις>> του λέω τελικά.

Γνέφει. <<Θα μου λείψεις>> παραδέχεται και χαμογελάει λιγάκι.

Μπα. Δεν νομίζω καν να προσέξει την απουσία μου όσο θα είναι με την Λόρεν.

Ανασηκώνω τους ώμους μου. <<Ξέρεις που θα με βρεις>> λέω τελικά και τραβάω τον μικρό για να βγούμε από την παιδική χαρά.

<<Έιβερι>> ψιθυρίζει ο Τζέις. 

<<Τι;>> σκουπίζω τα δάκρυά μου με την ανάστροφη της παλάμης μου.

<<Θεθ να πάμε για θοκολάτα;>> ρωτάει και κουνάω θετικά το κεφάλι μου. <<Όταν είθαι θτεναχωρημένη πίνειθ θοκολάτα>> λέει και γελάω.

Τον βλέπω να γυρνάει πίσω και να χαιρετάει κάποιον. Γυρνάω και εγώ. Ο Ντομ στέκεται δίπλα από την πόρτα της παιδικής χαράς και μας κοιτάει.

Σφίγγω το χέρι του μικρού και περνάμε τον δρόμο.

Ας κάνει ό,τι θέλει. Δεν θα κάτσω να κλάψω άλλο για τον Ντομ.



~~~

Ναι, πάλι νο κριστμας θιμ κεφάλαιο, αλλά έχω να πω ότι μένουν μόνο 10 μέρες και ότι πρέπει να υπάρξει κάποια εξέλιξη με τα σιπ. Με ποιο από τα δύο, θα μάθετε στην συνέχεια ;)

Σποιλ: τις μέρες που θα λείπει ο Ντομ, θα εμφανιστεί ο Μέισον και μάλλον κάποια θα αντικαταστήσει την μοναδική της αγάπη με κάποιον άλλο. Ονόματα δεν λέμε οικογένειες δεν θίγουμε.

Τουλάχιστον ο Μέισον αγαπάει τα χριστούγεννα (όχι μόνο;)) οπότε δεν θα δυσκολευτεί πολύ η κοπέλα.

Οπότε ναι, θα είναι κριστμας θιμ τα επόμενα, μην μου αγχω.

Ελπίζω να σας άρεσε αυτό το κεφ.

Τα λέμε αύριοοο.

Πολλά πολλά χριστουγεννιάτικα φιλάκια♥♥♥

Ριρι♥

•10 DAYS LEFT🎄🎁🎇•

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top