Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 🎄


Πωπω. Αύριο το πρωί φεύγω από Αθήνα για να γυρίσω σπιτι και με έχει πιάσει κατάθλιψη γιατί θα αφήσω την αδελφή μου εδώ μόνη της επειδή δουλεύει. 🙃😢

Eπίσης το σχέδιο να ανεβάζω κάθε μέρα παρά είναι δύσκολο και ειλικρινά δεν ξέρω τι να κάνω.


~~~

<<Πώς σου φάνηκαν οι ταινίες;>> Κάθομαι οκλαδόν στο κρεβάτι και βάζω ακριβώς δίπλα μου το λάπτοπ ανοιχτό.

Του ζήτησα να έρθει σπίτι επειδή μόλις βγήκα από το μπάνιο, μου είπε όμως ότι έχει διάβασμα υποτίθεται και θέλει να κάνει μια γερή επανάληψη για την πρόοδο που δίνει σε μια εβδομάδα.

Ψέματα. Ξέρω ότι ντρέπεται να έρθει.

<<Ποιες ταινίες;>> ρωτάει και με κοιτάζει δαγκώνοντας την άκρη από το στυλό.

Πόσο θα ήθελα να είμαι εκείνο το στυλό...

ΌΧΙ. ΜΗ.

Καθώς γυρνούσα χθες βράδυ σπίτι το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ότι όσο και αν μου αρέσει αυτός ο άνθρωπος, σίγουρα, ΣΙΓΟΥΡΑ όμως, δεν πρέπει να του το δείξω. Και υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να μην το κάνω.

Νούμερο 1: Έχει σχέση.

Νούμερο 2: εε...

Χμ, και νόμιζα ότι υπήρχαν περισσότεροι λόγοι...

Πιάνω την χτένα από το κομοδίνο και προσπαθώ να κατεβάσω τα βρεγμένα και σκυλομπλεγμένα μου μαλλιά. <<Μου κάνεις πλάκα;>>

Γελάει. Είναι ωραίος όταν γελάει. 

<<Το παραδέχομαι. Είδα μόνο μια>> λέει και γουρλώνω τα μάτια μου. Του άφησα τόσες ταινίες και είδε μόνο μια; Μόνο μια;

<<Όντως τώρα;>> γκρινιάζω. 

<<Δεν θα ρωτήσεις ποια;>>

<<Ποια;>> σταυρώνω τα χέρια μου.

<<Το Last Christmas. Αυτή δεν είπες ότι είναι η αγαπημένη σου;>>

Οκευ, λιώνω.

<<Ν-ναι>>

<<Ε την είδα, λοιπόν>> χαμογελάει.

<<Την είδες επειδή είναι η αγαπημένη μου ή επειδή ήταν τυχαία πρώτη κάτω από την χαρτοπετσέτα;>> σηκώνω το φρύδι μου και γελάει. Ω έλα τώρα. Ήμουν σίγουρη.

<<Η χαρτοπετσέτα που μου άφησες ήταν τέρμα απειλητική πάντως. Φοβήθηκα για την σωματική μου ακεραιότητα>> αλλάζει θέμα και χαχανίζω. <<Τι σκοπεύεις να μου κάνεις;>> ρωτάει τρομαγμένος και τον κοιτάζω με πονηρή φάτσα.

Που να στα λέω Ντομ μου...

<<Όλα στην ώρα τους καλέ μου>> του κλείνω το μάτι.

Η αλήθεια είναι ότι σήμερα δεν σχεδίασα να κάνω τίποτα. Έχει πάει ήδη 7 η ώρα και εγώ από το πρωί είμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι χωρίς να κάνω τίποτα.

<<Βλέπω σήμερα είχες μια πάρα πολύ παραγωγική μέρα>> με ειρωνεύεται όταν του λέω συνοπτικά ότι σήμερα όλη μέρα ήμουνξαπλωμένη σαν νεκρή. <<Κάτσε, σχολείο δεν πηγαίνεις; Βαριέσαι ακόμη και μέχρι εκεί να πας;>>

Γελάω. <<Κύριε Έξυπνε, τα σχολεία έχουν κλείσει λόγω της κακοκαιρίας, δεν βλέπεις πόσο χιόνι έχει ρίξει;>> ρωτάω και αμέσως κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Όντως ο καιρός είναι πολύ χάλια. Κάθε μέρα χιονίζει αρκετά, και ο δήμος έχει βγάλει τα εκχιονιστικά μηχανήματα για να καθαρίσουν τους δρόμους.

<<Είσαι κωλόφαρδη>> μου λέει και γελάω. Αμέσως η πιο τέλεια ιδέα μου έρχεται.

<<Έχεις πολύ διάβασμα;>> τον ρωτάω και ανασηκώνομαι.

<<Ωχ. Να ανησυχώ που ρωτάς;>>

<<Απάντησέ μου!>>

<<Μπορεί να έχω, μπορεί και όχι>> σταυρώνει τα χέρια του και μου χαμογελάει σατανικά. <<Τι έχεις στο μυαλό σου;>>

<<Συνάντησέ με στην καφετέρια σε 10 λεπτά>> του στέλνω φιλάκια και πριν προλάβει να μου φέρει αντίρρηση κλείνω το λάπτοπ.

Σηκώνομαι όρθια και σε ταχύτητα φωτός στεγνώνω τα μαλλιά μου μέχρι να πάρει φωτιά το κεφάλι μου.

Φοράω βιαστικά ένα κόκκινο πουλόβερ και ένα τζιν και από κάτω κάτι γελοίες κάλτσες με την Χέλλοου Κίτι. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να τις δει.

Αρπάζω γρήγορα γάντια, κασκόλ και σκουφάκι και βγαίνω από το δωμάτιο.

Η μητέρα μου μαζί με τον Τζέις κάθονται στο σαλόνι και παίζουν μονόπολη. Μόνο τα φωτάκια από το δέντρο λάμπουν και βλέπω ότι και οι δύο τους πίνουν από μια σοκολάτα.

<<Έι, Έιβ έλα να παίκθουμε!!!>> φωνάζει ο μικρός και πηγαίνω τρέχοντας κοντά του. Του αφήνω δύο σβουριχτά φιλιά με μπόλικο σάλιο και εκείνος σκουπίζεται αηδιασμένος.

<<Θα σε ρωτούσα αν ήθελες σοκολάτα, αλλά ήσουν λιγάκι απασχολημένη>> σχολιάζει η μαμά μου χαμογελώντας πονηρά.

Κοκκινίζουν μέχρι και οι πατούσες μου. <<Γιατί το λες αυτό;>>

<<Ε δεν μιλούσες 2 ώρες και 43 λεπτά με έναν φίλο σου;>> ρωτάει και με κοιτάζει μες τα μάτια.

Όντως μιλούσαμε τόσο πολύ;

<<Μαμά, έλεος>> γκρινιάζω και πηγαίνω στον καθρέφτη για να διορθωθώ.

<<Καθόλου έλεος Έιβ. Δεν σου είπα τίποτα απολύτως. Δεν είναι κακό να έχεις σχέση. Πόσο μάλλον όταν ήμουν εγώ στην ηλικία σου...>>

<<ΜΑΜΑ!>> φωνάζω και πιάνω μια γερή κοτσίδα τα μαλλιά μου. Βγάζω δύο τσουλούφια με τεράστιο κόπο και τα αφήνω να κρέμονται υποτίθεται δίνοντας την εντύπωση μιας ατιμέλητης κοτσίδας. Υποτίθεται.

Να θυμηθώ να μην ξαναπάρω στιλιστικές ιδέες από τα μοντέλα στις διαφημίσεις. Εκείνες βγαίνουν θεές και εγώ... ας μην το σχολιάσω καλύτερα.

Αφήνω τα τσουλούφια έξω και αρπάζω τα γούνινα μποτάκια μου. Με τόσο χιόνι δεν λέει να φορέσω σταράκια, θα γίνουν μούσκεμα.

Επίσης δεν θα δει τις κάλτσες μου! Χιχι.

<<Είναι ωραίος;>> ρωτάει ξανά και ο μικρός χαχανίζει.

<<Μαμά είναι φίλος μου. Στο έχω πει 56 φορές>>

<<Ναι, αλλά...>>

<<Δεν έχει αλλά!>> λύνω την κοτσίδα με βιαστικές κινήσεις και ξεμαλλιάζομαι. Φοράω από πάνωτο σκουφάκι, ενώ τα δύο τσουλούφια μπροστά έχουν μείνει ακίνητα. Τα στριφογυρίζωμε το δάχτυλό μου για να γίνουν μπουκλίτσες, αλλά τζάμπα κόπος. Τυλίγω τοκασκόλ γύρω από τον λαιμό μου και βάζω τα γάντια. <<Είναι φίλος μου>>

<<Δεν θα μου τον συστήσεις;>> πίνει λίγη σοκολάτα και ρίχνει τα ζάρια.

<<Είναι ανάγκη; Πριν λίγες μέρες τον γνώρισα κι εγώ>>

<<Θέλω να ξέρω με ποιους κάνει παρέα η κόρη μου. Κακό είναι;>> παίρνει τα λεφτά της στα χέρια της και τα μετράει. <<Στην τελική όλα τα παιδιά από την παρέα σου τα ξέρω. Αυτόν γιατί να μην τον γνωρίσω;>> με κοιτάζει χαμογελαστή.

Ρολάρω τα μάτια μου. <<Εντάξει. Θα του πω να περάσει την Παρασκευή. Ευχαριστημένη;>> ρωτάω και γνέφει. <<Φεύγω>>

<<Που πας; Ο καιρός είναι χάλια. Θα κρυώσεις. Μόλις βγήκες από το μπάνιο>>

<<Σε 1 ώρα θα είμαι πίσωωωω>> φωνάζω και κλείνω την πόρτα.

Κάνει ψωφόκρυο βασικά. Και αρχίζω να μετανιώνω για την ηλίθια ιδέα που μόλις σκέφτηκα.

Χοροπηδάω σαν το παρδαλό κατσίκι προσπαθώντας να μην πατήσω σε χιονισμένες λακκούβες και γίνω μουσκίδι. Ελάχιστα αυτοκίνητα περνάνε και υπάρχει ησυχία αν και είναι ακόμη νωρίς.

Βέβαια είναι σχεδόν πίσσα σκοτάδι έξω αλλά ξέρω που πηγαίνω. Τα μεγάλα δέντρα στις άκρες είναι στολισμένα με λαμπάκια και όλα τα σπίτια έχουν ήδη στολίσει.

Στρίβω στην γωνία και τον βλέπω. Αμέσως χαμογελάω.

Στέκεται ακίνητος και χαζεύει κάτι βραχιόλια στο δίπλα μαγαζί.

Πηγαίνω σιγά σιγά χωρίς να ακουστώ πίσω του και του κλείνω τα μάτια.

<<ΓΑΜΩ ΤΟ->> φωνάζει και πεθαίνω στα γέλια. <<ΠΑΣ ΚΑΛΑ;>> ρωτάει και απομακρύνομαι λίγο μήπως του ξεφύγει καμία αδέσποτη.

<<Και εγώ χαίρομαι που σε βλέπω>> σταυρώνω τα χέρια μου και κοιτάζω την βιτρίνα πίσω του. <<Αυτό το μαγαζί έχει πολύ ωραία βραχιόλια. Σκέφτεσαι να πάρεις; Θα σου ταιριάζει εκείνο εκεί το ροζουλί>> τον κοροιδεύω και γελάει. 

<<Ήθελα να πάρω ένα δώρο στην...>> κοιτάζει την βιτρίνα και μετά ξανά εμένα.

Ωχ. Για την κοπέλα του κοιτάζει; Τέλεια.

<<Πως την λένε;>> στέκομαι δίπλα του και κάνω ότι κοιτάζω την βιτρίνα.

<<Λόρεν>> απαντάει λιτά και γνέφω. <<Την σκεφτόμουν σήμερα. Δεν καταφέραμε να μιλήσουμε πολύ, δουλεύει σε μια καφετέρια και ξέρεις... είχε και μαθήματα>> κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά.

Πωπω, πόσο με ενδιαφέρει...

Αγκχ. Δεν είμαι σκύλα. Δεν πρέπει να συμπεριφέρομαι έτσι. Είναι φίλος του. Υποτίθεται ότι με νοιάζουν τα γκομενικά του. ΑΓΚΧ.

<<Αυτό εκεί το ασημένιο>> του δείχνω ένα πανέμορφο βραχιόλι στην άκρη της βιτρίνας. Είναι λεπτό και κρέμεται μια ασημένια καρδιά στο κέντρο του. <<Είναι υπέροχο>>

<<Σ'αρέσει;>> με κοιτάζει και γνέφω.

<<Ναι, να της το πάρεις>> ανασηκώνω τους ώμους μου και σουφρώνει τα χείλη του. <<Ξέρεις, τα κορίτσια εκτιμούν ακόμη και τα πιο μικρά δώρα>>

<<Δεν είμαι από τους τύπους που παίρνουν δώρα>> γυρνάει προς το μέρος μου και βάζει τα χέρια του στην τσέπη. <<Όλοι συνδιάζουν τα γενέθλια, τις επετείους και τις γιορτές με τα δώρα. Το μόνο που τους νοιάζει είναι τι δώρο θα πάρουν>>

Εμ. Ναι;

<<Σίγουρα συμβολίζει κάτι ένα δώρο. Προτιμώ όμως να δείξω στον άλλο την αγάπη μου κάνοντας κάτι άλλο>> 

<<Σαν τι; Τι καλύτερο από το να πάρεις ένα μικρό δωράκι; Έστω κάτι φθηνό; Η σκέψη μετράει, όχι πόσα λεφτά θα ξοδέψεις...>>

<<Αυτό ακριβώς πιστεύω και εγώ>> αρχίζει και περπατάει και τον ακολουθώ με μικρά βήματα. <<Δείχνεις στον άλλο πόσο σημαντικός είναι για σένα με τις καθημερινές σου πράξεις. Δεν χρειάζεται να ρθει κάποια γιορτή για να του δείξεις τι σημαίνει για σένα>>

<<Δηλαδή δεν κάνεις δώρα σε φίλους σου όταν έχουν γενέθλια;>>

Γελάει. <<Εντάξει. Μπορεί και να κάνω. Αν και ξέρω ότι οι συγκεκριμένοι βλάκες όταν κάνουν πάρτυ το μόνο που τους νοιάζει είναι τι θα εισπράξουν>> λέει γελώντας. 

<<Με μπερδεύεις>> σταματάω απότομα και έρχεται απέναντί μου. <<Δεν μπορώ να σε καταλάβω>>

Πιάνει ένα από τα τσουλούφια με το χέρι του και μένω παγωμένη.

Όκευ, αυτό δεν το περίμενα.

Επίσης εξαίσια ιδέα που άφησα τα τσουλούφια εκεί που είναι. Μπράβο μου. 

Με κοιτάει μέσα στα μάτια. <<Χαίρομαι που σε γνώρισα. Αλήθεια>> λέει χαμηλόφωνα.

<<Αυτό τώρα που κολλάει;>>

<<Χρειάζομαι μια φίλη σαν και σένα>> αφήνει το τσουλούφι και όλη η στιγμή χαλάει με το που ακούω την λέξη "φίλη" να βγαίνει από το στόμα του.

Χαμογελάω και εκείνος γυρνάει και κοιτάει πίσω του. <<Γιατί θέλεις να πάρεις δώρο στην Λόρεν;>> του λέω και σταυρώνω τα χέρια μου.

Ανασηκώνω τους ώμους μου. <<Από την αρχή της σχέσης μας με έχει στηρίξει πάρα πολύ σε πολλά πράγματα. Νιώθω ότι της αξίζει ένα δώρο>>

<<Α δηλαδή θεωρείς λογικό να της πάρεις δώρο που τόσο καιρό σε στηρίζει. Αυτό μου ακούγεται κάπως περίεργα. Λες και την αναγκάζεις να μείνει με αυτό το δώρο>> δείχνω την βιτρίνα πίσω μου.

Γελάει. <<Εσύ τώρα τι θέμα έχεις; Θέλεις να πάρω και σε εσένα ένα βραχιόλι;>> ρωτάει και τον κοιτάζω βλοσυρά. 

<<Δεν το είπα για αυτό!>>

<<Η Λόρεν είναι ξεχωριστό άτομο για μένα. Της αξίζουν πολλά περισσότερα από ένα βραχιόλι, Έιβερι>> σκύβει το κεφάλι του και παίρνει μια βαθιά ανάσα. 

<<Τι συμβαίνει;>> φαίνεται ότι κάτι τον ταλαιπωρεί.

<<Όλα καλά>> μου δείχνει το υπέροχο χαμόγελό του. <<Γενικά συμβαίνουν πράγματα. Δεν είναι της παρούσης>>

<<Πες τα μου τώρα!>> επιμένω. 

<<Προτιμώ να είμαι κάπου που να έχει ζέστη>> τρίβει τα χέρια του και γελάω. <<Και επίσης, τι ιδέα σου ήρθε πάλι και με έβγαλες έξω τέτοια ώρα; Κάνει παγωνιά>> διαμαρτύρεται και κοιτάζω το χιόνι στα πόδια μας.

<<Do you wanna built a snowman?>> λεω το τραγούδι από το frozen και με κοιτάει σαν εξωγήινος.

<<Κάτσε...>> σοβαρεύει.

Σκύβω σιγά σιγά κάτω και τον κοιτάζω μέσα στα μάτια.

<<Μη μου πεις...>>

Μαζεύω αρκετό χιόνι στα χέρια μου και το ενώνω σε μια μεγάλη μπάλα.

<<Μην τολμίσεις να το...>>

Την σηκώνω πάνω από το κεφάλι μου. 

<<Έιβερι μην την πετάξεις πάνω μου. Μην...>>

Στοχεύω και την ρίχνω με δύναμη πάνω στο παλτό του.

Με κοιτάζει αγριεμένος και παρόλο που όντως φαίνεται ότι θέλει να με σκοτώσει, νομίζω ότι δεν το εννοεί. Πολύ.

Μαζεύω ακόμη μια ακόμη πιο μεγάλη. 

<<Έιβερι, όχι...>>

Την πετάω και αυτή την φορά τον πετυχαίνω στο κεφάλι.

<<ΑΥΤΟ ΘΑ ΤΟ ΜΕΤΑΝΙΩΣΕΙΣ ΠΙΚΡΑ>> ακούω την φωνή του όσο τρέχω να σωθώ.


[...]

<<Δεν είναι υπέροχος;>> ρωτάω και διορθώνω τα ξυλάκια στις άκρες.

<<Όχι>> απαντάει.

<<Μα κοίτα τον. Είναι φουλ γλυκούλης>> προσθέτω άλλη μια χιονόμπαλα στο κεφάλι του χιονάνθρωπου και βγάζω το κινητό μου. <<Βγάλε μας μια φωτογραφία>> του το δίνω και με κοιτάει λες και είμαι χαζή.

<<Όντως τώρα;>>

<<Ναι. Τελείωνε, πριν διαλυθεί>>

Παίρνει το κινητό μου και εγώ στέκομαι δίπλα στον χιονάνθρωπο. Παίρνω διάφορες πόζες, μέχρι και τα ξύλινα δάχτυλα του υποτίθεται ότι τα βάζω στην μύτη μου και τον ακούω να με λέει αηδιαστική.

<<Ευχαριστώ>> παίρνω το κινητό και το βάζω στην τσέπη μου. <<Α μήπως θέλεις να βγάλω και εσένα μαζί του;>> με αγριοκοιτάζει και γελάω. <<ΕΛΑΑΑΑ. Χαμογέλα λιγάκιιιιι>>

<<Έχω παγώσει. Θέλω να παω στην ζεστούλα μουυυ>> γκρινιάζει και τον αγκαλιάζω.

Κάτσε. Τι;

Γιατί τον αγκαλιάζω;

Κυριολεκτικά πέφτω πάνω του και τυλίγω τα χέρια μου γύρω από την μέση του.

Τραβιέμαι διστακτικά  <<Γ-για να ζ-ζεσταθείς>> δικαιολογούμαι και γελάει.

<<Έλα εδώ>> ανοίγει τα χέρια του και ξαναχώνομαι στην αγκαλιά του. Ωραία αγκαλιάζει, δεν μπορώ να πω. <<Ξέρεις ότι είσαι το μόνο άτομο που με ανάγκασε να κάνω χιονάνθρωπο;>> ρωτάει και τρίβω το μάγουλό μου πάνω στο παλτό του.

<<Ήμουν σίγουρη ότι ούτε αυτό θα σου άρεσε>>

<<Κι όμως. Είδες πόσο δούλεψα!>>

Σηκώνω το κεφάλι μου και τον κοιτάζω. . Είναι αρκετά πιο ψηλός και δυσκολεύομαι να μην κοιτάζω τα χείλη του.

<<Μου αρέσουν οι χιονάνθρωποι>> ψιθυρίζω. <<Κάθε χρόνο βγαίνουμε με την μαμά τα Χριστούγεννα και γεμίζουμε την αυλή>>

<<Δεν πρόκειται να το ξανακάνω>> ψιθυρίζει και εκείνος με την σειρά του.

<<Να είσαι σίγουρος>> του λέω και τεντώνομαι για να πιάσω λίγο χιόνι και να το πετάξω με δύναμη στο στέρνο του.

<<ΕΙΣΑΙ ΝΕΚΡΗ!>> φωνάζει και τρέχω για να σωθώ.

~~~

Καλό μήνα αστερακιαααα!!!

Αχβαχ.

Καλά περνάνε αυτοί πάντως.

Για πείτε μου. Σας αρέσει να παίζετε χιονοπολεμο;;;;;;

Γιατί εγώ λατρεύω 😂😂

Ελπίζω να σας άρεσε το κεφαλαιακιιιι.

Τα λέμε αυριοοο❤️

Πολλά πολλά χριστουγεννιάτικα φιλάκια ❤️

Ριρι


•24 DAYS LEFT🎄🎁🎇•

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top