Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 🔥
Δεν ξέρω για εσάς, αλλά σήμερα από τη στιγμή που σηκώθηκα έχω ρίξει ΤΟ τρελό διάβασμα. Και με βλέπω να το πηγαίνω έτσι σερί μέχρι την εξεταστική γιατί αλλιώς ούτε ο Νιαγάρας δεν με ξεπλένει.
Να φανταστώ και εσείς διαβάζετΧΑΧΑΑΧΑΧΑΑΧΑΧΑ.
Επίσης ξεκινάει η εξεταστική μου 25/01. Για αυτό διαβάζω σαν την τρελή. Γιει.
~~~
<<Αυτό πρέπει να φορέσεις>> μου δείχνει η Κέισι ένα κατακόκκινο φόρεμα που είχα κρεμασμένο μάλλον αιώνες μέσα στην ντουλάπα μου. <<Είναι σεξουλιάρικο. Θα αρέσει σίγουρα στον Μέισον>> μου κλείνει το μάτι και αναστενάζω απεγνωσμένη.
Για ποιον λόγο της είπα για το ραντεβού; Ή τέλος πάντων ό,τι και αν είναι αυτό που θα βγω με τον Μεις; ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΙ ΗΛΙΘΙΑ, ΝΑ ΓΙΑΤΙ.
<<Καταρχάς αυτό το φόρεμα μου το είχες πάρει εσύ πρόπερσι αν θυμάμαι καλά>> της λέω και γνέφει.
<<Φυσικά και στο πήρα εγώ. Σιγά μην αγόραζες μόνη σου ένα τέτοιο αριστούργημα>>
Κοιτάζω ξανά το φόρεμα. Η μισή πλάτη έξω και το μισό, βασικά ποιο μισό, όλο το μπούστο έξω. Στην προκειμένη, το ανύπαρκτο μπούστο έξω. Τρελό αριστούργημα. <<Ναι, και επέμενες να το φορέσω σε ένα ραντεβού με τον Κόλτον>> η βασανιστική ανάμνηση μου έρχεται στο μυαλό. Για ποιον λόγο καν έκανα τον κόπο να ντύνομαι ωραία τον καιρό που είχα αυτό το κάτι-σαν-σχέση με τον Κόλτον; Τζάμπα κραγιόν σπαταλούσα για τον συγκεκριμένο...
<<Αν με άκουγες, θα έκανες σίγουρα σεξ εκείνο το βράδυ>> βάζει το φόρεμα μέσα στην ντουλάπα και αμέσως όλες οι τρίχες μου σηκώνονται όρθιες. Σεξ με τον Κόλτον. Ούτε να το σκέφτομαι δεν θέλω. <<Αυτό το φορεματάκι είναι εξαίσιο>> το χαιδεύει. <<Μου φαίνεται ότι θα το δανειστώ>>
<<Όλο δικό σου. Νομίζω έχει ακόμη το καρτελάκι πάνω>> τσεκάρω το κινητό μου. Το τελευταίο μήνυμα που μου έστειλε ο Μέισον ήταν "Τα λέμε στις 7 στην πλατεία, σέξυ μωρό".
Δεν ξέρω τι σκέφτεται να κάνουμε. Και μεταξύ μας φοβάμαι και να τον ρωτήσω.
<<Πως νιώθεις για το ραντεβού σου με τον Μέισον;>> ρωτάει η κολλητή μου και πετάω το κινητό μακριά.
<<Δεν ξέρω>> απαντάω απλά και γυρνάει να με κοιτάξει.
<<Τι εννοείς;>>
<<Δεν ξέρω. Είμαι φουλ μπερδεμένη>> ξαπλώνω μπρούμητα και την κοιτάζω. <<Ο Μεις έχει αλλάξει τόσο πολύ. Έχει γίνει κυριολεκτικά άλλος άνθρωπος>> παραδέχομαι και γελάει. Έρχεται να κάτσει δίπλα μου. <<Μου αρέσει, εντάξει; Μου αρέσει πάρα πολύ. Αλλά...>>
<<Τι αλλά Έιβ; Μην μου πεις ότι σκέφτεσαι τον Ντομ;>> ρωτάει καχύποπτα και την κοιτάζω ένοχη. <<Μα γιατί; Ο Ντομ είναι εντελώς σε άλλη φάση, δεν το βλέπεις; Εχθές πήγατε μαζί για να πάρετε δέντρο, σωστά;>> γνέφω <<μου είπες ότι σίγουρα σε άκουσε να μιλάς με τον Μέισον στο κινητό. Σου είπε τίποτα; Φάνηκε ότι ζήλεψε;>>
Κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου. Βασικά όχι μόνο δεν ζήλεψε, ούτε καν νοιάστηκε.
<<Τότε μην χάνεις τον χρόνο σου μαζί του, βρε πουλάκι μου. Έχει την σχέση του και μάλλον είναι όντως χαρούμενος με την δενθυμαμαιπωστηνλενε>> με παίρνει στην αγκαλιά της.
Μάλλον έχει δίκιο. Για ακόμη μια φορά. Όσες προσπάθειες και να κάνω πέφτουν στο κενό. Όντως για αυτόν είμαι μια απλή φίλη. Και τίποτα παραπάνω.
<<Εξάλλου>> συνεχίζει και με κοιτάζει πονηρά <<εσύ πρέπει να ασχοληθείς με κάποιον άλλο>>
Γελάω. <<Πίστευες ποτέ ότι θα κατέληγα εγώ με τον Μέισον; Όχι βέβαια ότι έχουμε καταλήξει ακόμη... αλλά βλέπεις τι γίνεται...>>
<<Μα είστε φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο>> δηλώνει χαμογελαστή <<απλά είστε και οι δύο εντελώς μπούφοι και δεν μπορέσατε να το καταλάβετε νωρίτερα. Αλλά, να που η θεία Κέισι, έκανε εκείνο το αείμνηστο πυτζάμα πάρτυ και είδατε τελικά πόσο πολύ ταιριάζετε. Ευχαριστώ πάρα πολύ!>> ξανασηκώνεται και πλησιάζει στην ντουλάπα.
Πλάκα πλάκα, έχει δίκιο. Στο πυτζάμα πάρτυ της ήταν που ήρθαμε αρκετά πιο κοντά. Μετά είχε έρθει ο Μέισον σπίτι μου για να τυλίξουμε τα δώρα και τότε ήταν που άρχισα εγώ να ονειρεύομαι εμένα και αυτόν να φιλιόμαστε παθιασμένα. Ακόμη το θυμάμαι και ντρέπομαι.
Μου βγάζει ένα μαύρο φόρεμα. Ει, έχω εγώ μαύρο φόρεμα;
<<Αυτό. Είναι τέλειο>> μου το δείχνει. Όντως είναι ωραίο. Απλό, λιτό και καθημερινό. <<Αυτό θα φορέσεις, δεν δέχομαι αντίρρηση. Θα σου κάνω και ένα γιορτινό μακιγιάζ... κουκλίνα θα γίνεις!>>
<<Κέισι;>>
<<Τι συμβαίνει;>>
<<Πιστεύεις ότι ο Μέισον όντως νιώθει κάτι για εμένα;>>
Ήθελα τόσο καιρό να το ρωτήσω σε κάποιον. Βασικά μόνο στην Κέισι μπορούσα να κάνω τέτοια ερώτηση. Ο Τζακ είναι αδελφός του και η Μελίσσα... ναι.
Χαμογελάει. <<Την απάντηση θα μου την δώσεις εσύ. Αφού γυρίσεις από το ραντεβού σου σήμερα>> μου κλείνει το μάτι και βγαίνει από το δωμάτιο.
Κάτσε. Τι εννοεί;
[...]
Βγαίνω από το αυτοκίνητο της μαμάς χωρίς να απαντήσω ούτε σε μισή από τις ερωτήσεις που μου κάνει από το σπίτι μέχρι εδώ. 2 λεπτά απόσταση και κατάφερε να μου κάνει 45 ερωτήσεις.
Αγκχ. Αυτό το φόρεμα όσο ωραίο μου φάνηκε εξ αρχής, άλλο τόσο χάλια είναι. Κάνω ένα βήμα και ενώ είναι που είναι κοντό, ανεβαίνει κι άλλο. Αναγκάζομαι συνέχεια να το κατεβάζω.
Φτάνω στην πλατεία ακριβώς στην ώρα μου και έχοντας τραβήξει το φόρεμα 3439458 φορές, απορώ πως δεν το έχω ξεχειλώσει ακόμη. Άλλη φορά δεν ξαναακούω την Κέισι. Φόρεμα και βλακείες. Φόρμες και τζιν. Με τέτοιο καιρό μόνο εγώ φοράω φορέματα για να βγω ραντεβού.
Περπατάω με τα χίλια ζόρια και φτάνω κοντά στην κεντρική σκηνή. Κάθομαι σε ένα παγκάκι και παρόλο που παγώνει αμέσως ο κώλος μου δεν σηκώνομαι γιατί αν σηκωθώ το φόρεμα θα ανέβει στον Θεό.
Βγάζω το κινητό έξω. Δεν προλαβαίνω να τον πάρω τηλέφωνο και μου σκάει μήνυμα.
Μέισον: Σε 2 λεπτά είμαι εκεί. Εσύ που είσαι;
Εγώ: Σε περιμένω. Κάθομαι σε ένα παγκάκι δίπλα από την σκηνή. Μην αργήσεις σε σκότωσα.
Χώνω το κινητό μέσα στην τσέπη του μπουφάν και κοιτάζω τριγύρω. Παρά το κρύο, έχει αρκετό κόσμο σήμερα. Βλέπω παντού σκασμένα παιδάκια να τρέχουν και να φωνάζουν και οι γονείς τους να τα κυνηγάνε και αμέσως θυμάμαι την μαμά να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα στον Τζέις πέρυσι όταν τον είχε φέρει στην τελετή έναρξης και παραλίγο να τον χάσει μέσα σε ένα τσούρμο από άλλα παιδάκια.
Ήταν έτοιμη να τον φωνάξει από τα μεγάφωνα, όταν ο μικρός εμφανίστηκε άνετος με ένα κιλό γλυφιτζούρια στα χέρια του και το μπουφάν του λερωμένο από σοκολάτες.
Από τότε δεν τον χάνει καθόλου από τα μάτια της. Βέβαια, έχει μεγαλώσει και υποθέτω έχει βάλει μυαλό, αλλά και πάλι εξακολουθεί να είναι επικίνδυνος.
Παρατηρώ ένα ζευγαράκι να φιλιέται στην γέφυρα των ξωτικών και αμέσως μου έρχεται στο μυαλό το φιλί μου με τον Μέισον. Από τα πιο ωραία φιλιά που έχω ανταλλάξει μαζί του.
Αγκχ, αν δεν υπήρχε ο Ντομ όλα θα ήταν τόσο μα τόσο εύκολα.
Νιώθω κάποιον να με χτυπάει στον ώμο και γυρνάω τρομαγμένη. Δεν προλαβαίνω να γυρίσω ξανά μπροστά και ο Μέισον κάθεται δίπλα μου από την άλλη πλευρά και περνάει το χέρι του γύρω από τους ώμους μου.
<<Πρώτη φορά κοπέλα έρχεται πιο νωρίς από εμένα σε ραντεβού>> λέει και γελάω. <<Αυτό να το κοιτάξεις. Δεν είναι φυσιολογικό>>
<<Δεν είμαι σαν τις άλλες>> λέω χαλαρά και πετάω το μαλλί μου σε στυλ ντίβας.
Πιάνει το πηγούνι μου απότομα και με γυρνάει προς το μέρος του. Κολλάει τα χείλη του απαλά στα δικά μου και ομιτζι αν πω ότι δεν μου άρεσε ΘΑ ΠΩ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΨΕΜΑ.
<<Έχεις παγώσει>> ψιθυρίζει και βγάζει το κασκόλ του. Το περνάει γύρω από τους ώμους μου και για άλλη μια φορά βρίζω από μέσα μου την Κέισι αλλά και εμένα που καμία από τις δύο δεν σκέφτηκε να πάρω μαζί μου κασκόλ.
<<Πάλι καλά που δεν με άφησες να περιμένω παραπάνω γιατί θα με έβρισκες παγάκι>> τονίζω και σηκώνεται όρθιος. <<Τι έγινε;>>
<<Ε τι εδώ θα κάτσουμε;>> απλώνει το χέρι του και σηκώνομαι απαλά όρθια κατεβάζοντας με ταχύτητα φωτός το φόρεμα που κόντεψε να γίνει ζώνη.
<<Τι ακριβώς έχεις στο μυαλό σου;>>
<<Έλεγα να κάνουμε μια ωραία βόλτα και μετά να πάμε να φάμε κάπου>> τυλίγει το χέρι του γύρω από την μέση μου. Περπατάω με μικρά βηματάκια και με κοιτάζει περίεργα. <<Γιατί πάμε τόσο σιγά;>>
<<Χεχ. Υπάρχει ένα νανοελάχιστο προβληματάκι>> μουρμουρίζω και σταματάει. <<Ας αποφύγουμε καλύτερα την βόλτα>> προτείνω.
<<Μα γιατίιιιιιιιι;; Είναι φοουυυυλλλ ρομαντικόοοοο. To έψαξα στο google>> λέει και σηκώνω τα φρύδια μου. <<Εμ εννοώ ότι είναι πολύ ρομαντικόοοοοο. Το σκέφτηκα εντελώς μόνος μου χωρίς καμία εξωτερική βοήθεια>> λέει γρήγορα και με τραβάει αλλά δεν κουνιέμαι.
<<Ναι βασικά, είτε το είδες στο google είτε το σκέφτηκες εσύ, εγώ βόλτα δεν κάνω>>
<<Μα γιατίιιιιιιι;;;;>>
Απομακρύνομαι εκνευρισμένη. <<Το είδες το φόρεμά μου;>>
Δαγκώνει το χείλος του. <<Αμε>>
<<Νομίζεις ότι με αυτό το φόρεμα μπορώ εγώ να κάνω μια απλή βολτούλα;>>
<<Γιατί το λες αυτό; Τι έχει;>>
<<Κάνω ένα βήμα και σηκώνεται μέχρι τον Θεό!>> φωνάζω και ένα παιδάκι από δίπλα με κοιτάζει εξεταστικά. Μετά σηκώνει το βλέμμα του στον ουρανό και μάλλον όντως ψάχνει κάτι που έχει φτάσει μέχρι εκεί πάνω. <<Ευτυχώς που με έφερε η μαμά μέχρι εδώ γιατί ήμουν στον δρόμο της αλλιώς...>>
Με παίρνει ξανά στην αγκαλιά του. <<Θες να πάμε μήπως σπίτι;>> ψιθυρίζει αλλά η ιδέα και μόνο να συναντήσουμε τυχαία τα παιδιά εκεί και να αρχίσουν τα υπονοούμενα, δεν μου αρέσει καθόλου. <<Κανείς δεν είναι σπίτι, μην το σκέφτεσαι>>
<<Εντάξει>> ψελλίζω και τον φιλάω στο πηγούνι, μια κίνηση που την έχω δει σε αρκετές ταινίες και που ποτέ δεν πίστευα ότι θα την έκανα. Αλλά, χευ. Ποτέ μην λες ποτέ ;)
<<Σήμερα είσαι πολύ γούτσο γούτσου>> χαιδεύει απαλά την πλάτη μου με το χέρι του. <<Δεν με έχεις συνηθίσει σε κάτι τέτοιο>>
<<Εσύ δεν μου είχες πει να γίνω γατούλα;>> του υπενθυμίζω και γελάει. <<Σε χαλάει;>> νιαουρίζω επίτηδες.
<<Καθόλου, μωράκι>> με ξαναφιλάει και ακούω ένα σκασμένο παιδάκι από δίπλα να φωνάζει "ΜΑΜΑ ΤΙ ΚΑΝΟΥΝ ΑΥΤΟΙ ΕΚΕΙ;". <<Πάμε, γιατί έχω σκυλοπαγώσει και εγώ>> παραδέχεται.
<<Μου αρέσει που ήθελες να κάνουμε και βόλτα>> κοροιδεύω <<με τέτοια παγωνιά απλά κάθεσαι κλεισμένος μέσα στο σπίτι με μια πιατέλα μελομακάρονα>>
Με σπρώχνει. <<Δεν φταίω εγώ αν δεν είσαι καθόλου ρομαντική>>
<<Ναι γιατί είσαι εσύ. Τρομάρα σου!>>
<<Έιβ;>>
Κοιτάζω τον Μέισον. Με κοιτάζει και εκείνος.
Κάτσε. Ποιος με φώναξε μόλις;
Γυρνάω πίσω μου.
ΣΚΑΤΑ.
ΓΙΑΤΙ; ΑΠΛΑ ΠΕΣ ΜΟΥ ΓΙΑΤΙ;
Προσπαθώ να κρύψω το εγκεφαλικό μου, χαμογελώντας και πλησιάζοντάς τον, πάντα προσέχοντας να μην κάνω μεγάλα βήματα και φανεί κανένα βρακί.
<<Ντομ;>> τον αγκαλιάζω σφιχτά και ομιτζι ή τρέμω από το κρύο ή από το άγχος ή επειδή είμαι ηλίθια. <<Τι κάνεις εσύ εδώ;>>
<<Εμ περιμένω έναν φίλο μου από την σχολή>> με κοιτάζει χαμογελαστός <<Είσαι πολύ όμορφη>>
ΜΕ ΧΑΝΕΤΕ. ΠΑΕΙ. ΤΕΛΟΣ. ΑΝΤΙΟ. ΜΠΑΙΖ ΜΠΑΙΖ.
<<Ευχαριστώ>> απαντάω αμήχανα και κοιτάζω πίσω μου τον Μέισον. Υποτίθεται ότι κοιτάζει κάτι στο κινητό του, αλλά όπως έχω ξαναπεί τον ξέρω καλύτερα από ό,τι νομίζει.
<<Βλέπω ραντεβουδάκι;>> ρωτάει και αμέσως νιώθω να έχω αλλάξει 430722039 χρώματα.
ΣΚΑΤΑ. ΤΙ ΑΠΑΝΤΑΩ ΣΕ ΑΥΤΟ;
<<Εεεε ναι βασικά...>>
<<Τέλεια...>> απαντάει αμήχανα και ξύνει το σβέρκο του. <<Εμ... ωραία, δηλαδή... Καλά να περάσετε>> λέει και τον κοιτάζω σοβαρή.
<<Ευχαριστώ>> απαντάω προβληματισμένη. Κάνει να φύγει αλλά τον φωνάζω. <<Θα τα πούμε αύριο;>>
Ανασηκώνει τους ώμους του. <<Υποθέτω>> λέει και ξαναγυρνάει.
Τι παίχτηκε μόλις τώρα; ΤΙ ΣΤΟ ΚΑΛΟ ΠΑΕΙ ΣΤΡΑΒΑ;
<<Μωράκι όλα κομπλέ;>> ρωτάει ο Μέισον και έρχεται δίπλα μου.
Κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου χωρίς να σταματήσω να κοιτάζω τον Ντομ που απομακρύνεται όλο και περισσότερο.
Για μια στιγμή νομίζω ότι γυρνάει να με κοιτάξει για λίγο αλλά μάλλον είναι η ιδέα μου.
~~~
Ένα πράγμα θα πω μόνο. Είχα γράψει 800 λέξεις και έκατσα και το έσβησα ΟΛΟ γιατί δεν μου άρεσε. Δεν λέω τίποτα άλλο. Τα νεύρα μου είναι στον Θεό.
Ελπίζω να σας άρεσε♥
Τα λέμε αύριο.
Πολλά πολλά χριστουγεννιάτικα φιλάκια.
Ριρι♥
•2 DAYS LEFT🎄🎁🎇•
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top