Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 👼

Αχ σήμερα μαζεύτηκα με την παρέα μου και απλά καθόμασταν και πίναμε μπύρες. Κάτι τόσο απλό αλλά ταυτόχρονα δύσκολο. Γαμώ τον κορονοιό.

(ναι εχθές βραδυ το ξεκίνησα αλλά ήμουν πτώμα και έγραψα πολύ λίγο)

~~~

Ημέρα 1η χωρίς τον Ντομ.

Κάθομαι σκεπτική στο γραφείο μου και για πρώτη φορά μετά από σχεδόν τρεις εβδομάδες, προσπαθώ να διαβάσω για το σχολείο. Φυσικά, τα σχολεία όπως μας ενημέρωσαν δεν πρόκειται να ανοίξουν πριν τα Χριστούγεννα.

Οι βλάβες που προκλήθηκαν, είπε ο διευθυντής του Λυκείου μας καμαρωτός στις ειδήσεις, λόγω της χιονόπτωσης απαιτούν ένα υπέρογκο χρηματικό ποσό ώστε να αποκατασταθούν. Και μπλαμπλαμπλα.

Αν και μεταξύ μας, θα ήθελα να γυρίσω στο σχολείο. Έστω και για δύο μέρες πριν τα Χριστούγεννα. Να ξεφύγω λιγάκι, να ασχοληθώ με κάτι άλλο πέρα από τον Ντομ.

Προσπαθώ να συγκεντρωθώ όσο το δυνατόν περισσότερο και να καταφέρω να αποστηθίσω το κείμενο για τον Β' παγκόσμιο πόλεμο και τις συνέπειες που προκάλεσε στην χώρα. Ο καιρός έξω είναι συννεφιασμένος και από το πρωί είμαι κουλουριασμένη με μια κουβέρτα δίπλα στο καλοριφέρ μπας και καταφέρω να ζεσταθώ.

Α επίσης μου λείπει ο Ντομ, σε περίπτωση που ξέχασα να το αναφέρω.

Έφυγε εχθές το απόγευμα. Τον πήρα εγώ τηλέφωνο δηλαδή και τον ρώτησα πότε θα φύγει. Σκόπευα να περάσω εχθές το βράδυ από το σπίτι του για να του ευχηθώ καλό δρόμο ή ο,τι στο καλό εύχονται όταν κάποιος φεύγει, αλλά δεν τον πρόλαβα δυστυχώς.

Το θέμα είναι ότι δεν τον πιστεύω. Νιώθω ότι υπάρχει περίπτωση να κάτσει παραπάνω από τρεις μέρες και να μην επιστρέψει καν. Βέβαια, την επόμενη στιγμή απορρίπτω αυτή την σκέψη και προσπαθώ να ηρεμήσω. Τρεις μέρες είπε. Τρεις μέρες θα είναι.

Σήμερα υποτίθεται ότι θα πήγαινα ξανά στο κέντρο, όπως κάθε μέρα άλλωστε, αλλά δεν έχω ιδιαίτερη όρεξη. Ίσως και να είχα αν ήταν εδώ ο Ντομ. 

ΑΓΚΧ. Πρέπει να σταματήσω να τον σκέφτομαι. Δεν γίνεται αυτές τις τρεις μέρες το μυαλό μου να τριγυρνάει συνέχεια σε αυτόν. Κάτι πρέπει να κάνω!

Απλώνομαι σαν το χταπόδι και αρπάζω το κινητό μου πάνω από το κρεβάτι.

Στέλνω ένα μήνυμα στην ομαδική που έχουμε με τα παιδιά.

Εγώ: Θέλετε να κάνουμε κάτι Χριστουγεννιάτικο όλοι μαζί σήμερα;

Ας μπορεί τουλάχιστον ένας. Ένας. Δεν ζητάω πολλούς. Έναν μόνο.

Κέισι: Με τον Τζακ κλείνουμε 6 μήνες σήμερα.

Τζακ: Όντως;

Κέισι: ΠΛΑΚΑ ΚΑΝΕΙΣ;

Τζακ: ΝΑΙΚΑΛΕΠΛΑΚΙΤΣΑΕΚΑΝΑΧΕΧ

Μελίσσα: εγώ σίμερα δεν μπορώ. Σώρι.

Παναγία μου. Τα ματάκια μου πόνεσαν.

Τέλεια. Άρα μόνη μου θα περάσω την σημερινή μέρα. Εξαιρετικά. Πάρα πολύ ωραία. Μια μοναχική μόνη. Παρέα με την μοναξιά μου και μια πιατέλα μελομακάρονα.

Ντιν.

Μέισον: Εγώ μπορώ.

Σκατά. Τον ξέχασα.

Κάθομαι κυριολεκτικά πάνω από το κινητό, πειράζοντας τις παρανυχίδες μου και σκεπτόμενη μήπως θα ήταν καλύτερη ιδέα να κάτσω μέσα παρά να βγω με τον Μέισον.

Εξακολουθώ να αισθάνομαι άβολα μαζί του.

Βέβαια, ως κλασική Έιβερι, πληκτρολογώ χωρίς καν να το σκεφτώ.

Εγώ: Στις 6 στην πλατεία.



[...]

<<Σε βλέπω πολύ ήρεμη σήμερα>> σχολιάζει ο Μέισον όσο περιμένουμε στην ουρά για τα εισητήρια.

Εκείνος ήταν που επέμενε να ανέβουμε στο καράβι που πηγαίνει πέρα δώθε και μου προκαλεί ζαλάδα. Αν κάνω εμέτο, πάνω του θα κάνω. 

Κοιτάζω το καράβι και τα παιδιά που κάθονται μέσα και τσιρίζουν. <<Μήπως θα ήταν καλύτερα ιδέα να πάμε κάπου αλλού;>> προτείνω και σκουπίζω τα ιδρωμένα μου χέρια πάνω στο μπουφάν μου. Τρέμω να μπω εκεί μέσα.

<<Ωωωω έλα τώωραααα>> γκρινιάζει δυνατά και κάτι κυρίες από μπροστά γυρνάνε και μας κοιτάνε ενοχλημένες. Γιατί όπου πάω μαζί του πρέπει να γίνομαι ρεζίλι; <<Δεν έχεις ανέβει ποτέ. Είναι τέλειο. Θα σου αρέσειιιιι>>

<<Και μόνο που το βλέπω αναγουλιάζω>> σχολιάζω και προσπαθώ να συγκεντρώσω το βλέμμα μου στο τεράστιο Χριστουγεννιάτικο δέντρο που είναι στολισμένο στο κέντρο της πλατείας. 

Περνάει το χέρι του γύρω από τους ώμους μου. <<Θα κάνουμε μια συμφωνία>> μουρμουρίζει χαμογελαστός και σμίγω τα φρύδια μου.

<<Συμφωνίες μαζί σου δεν κλείνω>> λέω αν και κολλάω περισσότερο πάνω του.

Γελάει. <<Αν μπεις στο καράβι...>> κάνει πως σκέφτεται <<Α ναι. Αν μπεις στο καράβι, μετά θα πάμε στο σπιτάκι του Άγιου Βασίλη για να του γράψεις ένα γράμμα>> λέει προσπαθώ να συγκρατήσω το χαμόγελό μου.

Η τελευταία φορά που πήγα στο σπιτάκι του Άγιου Βασίλη ήταν πριν 5-6 χρόνια όταν ήμουν δηλαδή αρκετά μικρότερη. Τα τελευταία χρόνια προσπαθώ κάθε φορά να πείσω τον Τζέις να πάμε μαζί για να γράψει το γράμμα του στον Άγιο Βασίλη, και προφανώς για να γράψω και εγώ κάτι παρόλο που είμαι ολόκληρη γαιδούρα, αλλά αρνείται κατηγορηματικά το σκατόπαιδο.

<<Αφού, του αφήνω το γράμμα μου κάτω από το δέντρο, γιατί να πάω και να το κθαναγράπθω;>> λέει συνέχεια και κάθε φορά που το ακούω κρατιέμαι να μην πάω κάτω από το δέντρο και του κάνω κομματάκια το γράμμα για να αναγκαστεί όντως να το ξαναγράψει.

<<Είσαι σίγουρος;>> σταυρώνω τα χέρια μου. <<Αφού εσένα δεν σου αρέσει>>

Προχωράει μπροστά καθώς η ουρά λιγοστεύει. <<Ε δεν θα γράψω εγώ το γράμμα ρε σαίνι. Εσένα θα στείλω>>

Γελάω. <<Θα γράψεις και εσύ γράμμα>>

<<Ούτε καν>> απαντάει αμέσως.

<<Θα γράψεις και εσύ γράμμα, αλλιώς δεν μπαίνω στο σαπιοκάραβο>> τον απειλώ και ξεφυσάει.

<<Φίλη να σου πετύχει>> μουρμουρίζει και περνάω το χέρι μου από την μέση του.


[...]

<<Καλά είσαι;>> τσιρίζει ο Μέισον και εγώ προσπαθώ να βρω τον σωστό τρόπο για το πως να βάλω τα πόδια μου το ένα μπροστά από το άλλο και να καταφέρω να περπατήσω σαν άνθρωπος.

Τον κοιτάζω εξοργισμένη και δεν λέω τίποτα. Δεν πρόκειται όχι ποτέ... ΠΟΤΕ ΝΑ ΞΑΝΑΝΕΒΩ ΕΓΏ ΕΚΕΙ ΠΕΡΑ. 

Όχι μόνο ζαλίστηκα, είχα κάτι άλλα σκατόπαιδα, ηλικίας το πολύ 8 χρονών, που καθόντουσαν ακριβώς πίσω μας, και με το που ξεκίνησε να κουνιέται αυτό το πράγμα, τα σκασμένα λύσσαξαν και άρχισαν να τσιρίζουν.

Α και επίσης το καράβι πήγαινε τόσο γρήγορα μπρος πίσω που παραλίγο να λιποθυμήσω από το σοκ ενώ δίπλα μου ο Μέισον ήταν στο κινητό και έστελνε μηνύματα.

<<Έλα μωρέ δεν ήταν και τόσο χάλια>> με πιάνει από τους ώμους και με σταθεροποιεί. Κοιτάζω τα σκασμένα παιδάκια. Το ένα από αυτά κάνει εμετό στην μια άκρη ενώ τα άλλα βαδίζουν και παραμιλούν. 

ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΗΛΙΘΙΟ ΛΟΓΟ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ;

<<Δεν θα σε ξανακούσω ποτέ!>> ψιθυρίζω και προσπαθώ να ηρεμήσω.

Γελάει και με τραβάει να κάτσουμε σε ένα πεζουλάκι. <<Αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά στην μπαλαρίνα>> λέει και μου δείχνει το άλλο γιγαντιαίο παιχνίδι ακριβώς απέναντι.

Είναι της ίδιας λογικής, μόνο που αυτή κάνει περιστροφές γύρω από τον εαυτό της και εκεί σίγουρα θα ξερνούσα πριν προλάβει να κάνει μια ολόκληρη περιστροφή.

<<Έλα εδώ μωρέ>> με τραβάει στην αγκαλιά του. <<Σαν ζαλισμένο γατί είσαι>> με κοροιδεύει και χαμογελάω.

<<Το κάλο πάντως με αυτό είναι ότι ξεχάστηκα αρκετά>> παραδέχομαι και σηκώνομαι όρθια. <<Πάμε τώρα να γράψουμε τα γράμματα>> τον τραβάω και γκρνιάζει.

<<Είναι ανάγκη να έρθω και εγώω;;; Θα κάτσω έξω και θα σε περιμένωω>> φωνάζει αλλά τον κρατάω από το χέρι και τον σέρνω πίσω μου.

[...]

<<Τι στο καλό γράφεις μισή ώρα;>> μου ψιθυρίζει ο Μέισον και τον τραβάω στην άκρη για να περάσει ένα παιδάκι και να γράψει το δικό του γράμμα. <<Αισθάνομαι άβολα εδώ μέσα. Εκείνες οι κυρίες μας κοιτάζουν περίεργα>>

Γελάω και διαβάζω για τελευταία φορά το γράμμα μου. Δεν ζήτησα κάτι ιδιαίτερο. Τα κλασικά. Υγεία, αγάπη, να περάσω στην σχολή που θέλω, να μου πάρει η μαμά το άιφον 12 προ μαξ, να σταματήσει ο Τζεις να ψευδίζει, να σταματήσουν οι πόλεμοι, να με ερωτευτεί ο Ντομ και να παρατήσει την Λόρεν, να πάρω κάτι τέλειες γόβες Λουμπουτίν που θα πεθάνω αν δεν τις αγοράσω και να κερδίσω το λαχείο.

Γενικά δεν είμαι υπερβολικός άνθρωπος. Όλα με μέτρο.

<<Τέλειωσα>> σηκώνομαι όρθια και τεντώνομαι. <<Δεν έγραψα πολλά, κοίτα>>

Γουρλώνει τα μάτια του αλλά πριν προλάβει να διαβάσει το χαρτί, το παίρνω μακριά. <<Γιατί έγραψες ολόκληρη έκθεση;>>

<<Τα βασικά του ζήτησα>> διπλώνω το χαρτί και το βάζω μέσα στον φάκελο. <<Εσυ τι ζήτησες;>>

<<Μια λαμποργκίνι με δέκα γκόμενες μέσα>> λέει άνετος και ένα παιδάκι μας κοιτάζει με το στόμα ανοιχτό. Βάζω γρήγορα τον φάκελο μέσα στο κουτί και βγαίνουμε έξω από το σπιτάκι.

<<Μπορούσες να ζητήσεις ξέρεις... κάτι που είναι αρκετά πιο κοντά στην πραγματικότητα>> τον πειράζω τη στιγμή που ανεβαίνουμε στην γέφυρα των ξωτικών. Από κάτω περνάει ένα μικρό ποταμάκι που μέσα επιπλέουν φουσκωτοί Άγιοβασίλιδες, τάρανδοι, έλκυθρα και γλυφιτζούρια.

<<Ναι, γιατί ο Άγιος Βασίλης υπάρχει και θα μου τα φέρει όλα όσα ζητήσω>> σχολιάζει και σταματάει στο κέντρο της γέφυρας. Είναι αρκετά στενή και είμαστε ο ένας πάνω στον άλλο για να αφήσουμε χώρο και να περνάει ο κόσμος.

<<Ποτέ δεν ξέρεις>>

Με κοιτάζει. <<Εσύ τι ζήτησες;>>

Χαμογελάω. <<Σιγά μην σου πω>>

<<Δεν είναι δίκαιο, εγώ σου είπα>> παραπονιέται και του τραβάω το σκουφάκι μέχρι να κλείσει τα μάτια του. <<Βασικά ξέρω τι ζήτησες>> διορθώνεται <<να σε ερωτευτεί ο Ντομ;; Λες και είσαι κανένα 14χρονο;>>

Κοιτάζω αλλού. Καθόλου 14χρονο. ΈΧΩ ΚΑΙ ΕΓΩ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ.

<<Ω σκάσε!>> διορθώνω το παλτό μου γελάει. <<Μην με κοροιδεύεις>> τον απειλώ αλλά εκείνος συνεχίζει. <<Φεύγω!>> γυρνάω αλλά με προλαβαίνει.

Οκευ. Ή είμαι χαζή και σκέφτομαι βλακείες ή αυτή τη στιγμή που είμαστε τόσο κοντά ο ένας στον άλλο αισθάνομαι κάτι παραπάνω.

Δεν ξέρω τι παραπάνω, μην ρωτήσετε. Απλά νομίζω ότι σφίχτηκε κάπως το στομάχι μου ή ότι θέλω να ξεράσω πεταλούδες έτσι όπως με κρατάει από τα μπράτσα.

Αγκχ. Οκευ, είπαμε να ξεχαστώ λιγάκι από τον Ντομ, αλλά όχι να αρχίσω να σκέφτομαι τον Μέισον.

Αλλά... με κοιτάζει τόσο ωραία. Είναι όμορφος, δεν μπορώ να πω.

<<Να το κάνω ή θα φάω σφαλιάρα;>> ψελλίζει και για λίγο σταματάω να αναπνέω.

Τι θέλει να κάνει καλέ αυτός; Να πηδήξει στο ποτάμι; Να πηδήξει ίσως μαζί μου στο ποτάμι; Να πάρουμε γλυφιτζούρια; ΤΙ ΘΕΛΕΙ;

<<Κάντο>> λέω εξίσσου ψιθυριστά και αμέσως το στόμα του κολλάει στο δικό μου.

Α, πες έτσι. Να με φιλήσει ήθελε το παιδί.

...

..

.

ΝΑ ΜΕ ΦΙΛΗΣΕΙ ΗΘΕΛΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ;;;;

Περνάει τα χέρια του γύρω από την μέση μου όσο εγώ στέκομαι σαν άγαλμα με κλειστά μάτια έχοντας την γλώσσα του μέσα στο στόμα μου.

Να την πω την αλήθεια μου;

Θα την πω.

Μπορεί να είμαι ερωτευμένη με τον Ντομ, αλλά αυτό το φιλί είναι ίσως από τα καλύτερα πράγματα που συνέβησαν τις τελευταίες μέρες στην ζωή μου.

Πάνω στην γέφυρα των ξωτικών, να ακούγεται το Last Christmas I gave you my heart και ένα αγόρι να με φιλάει με τόσο πάθος.

Αυτό ακριβώς χρειαζόμουν. Και αυτός είναι ο λόγος που περνάω τα χέρια μου γύρω από το σβέρκο του Μέισον και τον τραβάω περισσότερο κατά πάνω μου.




~~~

ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ

ΟΜΙΤΖΙΙΙΙ.

Πρώτον, τεράστιο κεφάλαιο (ενα μικρό σόρυ για εχθές που δεν ανέβασα χεχ)

Δεύτερον, παραδεχτείτε το. Και εσείς που είστε τιμ Έιβσον και οι Ντέιβερι:

ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΦΙΛΊ ΚΑΙ ΤΕΡΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΕΓΩ ΤΩΡΑ ΟΜΩΣ.

Επίσης, ο Ντομ λείπει και η τύχη του δουλεύει. Κλινκ κλονγκ.

Μην ενθουσιάζεστε όμως. Έχουμε ακόμη μπροστά μας αρκετά πράγματα που πρέπει να γίνουν. Δεν μιλάω άλλο♥

Ελπίζω να σας άρεσε.

Για εσάς ποιο είναι το ονειρικό φιλί; Γράψτε μου δίπλα👉👉

Τα λέμε αργότερα που θα γράψω και το σημερινό κεφάλαιο χεχ.

Πολλά πολλά χριστουγεννιάτικα φιλάκια♥♥

Ριρι♥

•9 DAYS LEFT🎄🎁🎇•

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top