Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 🧝‍♂️

Μόλις ξύπνησα και αμέσως έφτιαξα καφέ για να γράψω το χθεσινό κεφάλαιο. Πρέπει κανονικά να με πληρώνετε για να κάνω κάτι τέτοιο.

Επίσης ανακοίνωσα τα αποτελέσματα του πολ που έβαλα στον wattpadικο λογαριασμό μου στο ινστα (itsria_wp) για το αν θα κάνω σικουελ ορ νοτ. Σατανάδες, θα με αναγκάσετε εν τέλει να γράψω κιάλλο. ΓΙΕΙ.

Τι άλλο; Α ναι. Μια φιλεναδίτσα από εσάς μου είπε για το among us και πότε σχεδιάζω να παίξουμε. Περιττό να πω ότι το ξέχασα παντελώς χεχ. Θα ανέβει ξανά στο ινστα σήμερα αύριο πολ για το among us για να μαζευτούμε το πολύ 10 άτομα και να παίξουμε.

ΥΓ: περιμένω παραγγελία από Bershka και Revolution εδώ και 1μιση μήνα. Τα νεύρα μου δεν είναι καλά.





~~~

Αχ κάνε να μην είναι μαζί του η Λόρεν, κάνε να μην είναι μαζί του η Λόρεν, σε παρακαλώ.

Είναι κυριολεκτικά το μόνο που σκέφτομαι την στιγμή που πατάω το κουμπί του ασανσέρ του.

Μετά τα χθεσινά μηνύματα που ανταλλάξαμε, με πήρε τηλέφωνο για να μιλήσουμε. Με ρώτησε ξανά αν θα μπορούσα να πάω και ανάγκασα να βάλω τον μικρό και την μαμά να κάνουν φασαρία για να νομίζει ότι είμαι με τα παιδιά.

Ξέρω, είμαι τουλάχιστον γελοία. Γιατί πάω σήμερα. Και γιατί δεν μπορώ να τον αντικρίσω. Και γενικά... δεν ξέρω τι φάση περνάω.

Βγαίνω από το ασανσέρ και αναρωτιέμαι πως στο καλό έφτασα τόσο γρήγορα. Τι σκατά. Επίτηδες το έκαναν γρήγορο για να μην προλάβω ούτε για λίγο να υπεραναλύσω την κατάσταση όπως κάνω πάντα; Όλοι εναντίον μου, τι να πεις...

Κρατάω σφιχτά στα χέρια μου το πιάτο με τα μελομακάρονα που έκανα χθες. Η μαμά με απείλησε ότι αν δει άλλα μελομακάρονα σπίτι θα τα πετάξει στον κάδο, μαζί με εμένα παρέα. Έχει ένα δίκιο. Παίζει να το παράκανα με την ζαχαροπλαστική μου.

Χτυπάω την πόρτα αργά και σταθερά και προσπαθώ να μην ρίξω το πιάτο με τα μελομακάρονα από το χέρι μου.

Μην ξεχάσω να σημειώσω στους στόχους μου για το 2021 ότι δεν πρέπει να επιδιώξω να γίνω σερβιτόρα. Εδώ με δύο χέρια κρατάω το πιάτο και μου γλιστράει συνέχεια.

Αχ λέω βλακείες; Ναι, λέω βλακείες. Αγνοείστε με, λόγω άγχους το κάνω αυτό.

Ξαναχτυπάω. Δεν με άκουσε;

Έχει γούστο να τους διακόπτω από... ΙΟΥ. ΟΥΤΕ ΝΑ ΤΟ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ.

Κοιτάζω το κινητό μου. 11μιση είναι. Δεν παίζει καν να κοιμάται τέτοια ώρα.

Χτυπάω για μια τελευταία φορά. Και ακούω την φωνή του από μέσα. Αμέσως διορθώνομαι όπως μπορώ και χαμογελάω πλατιά.

Μου ανοίγει την πόρτα και αμέσως γουρλώνει τα μάτια του μόλις με αντικρίζει. <<Έιβερι, τι ευχάριστη έκπληξη>> λέει και αμέσως πέφτει πάνω μου για να με αγκαλιάσει.

Προσπαθώ να μην συνθλίψω τα καημένα τα μελομακάρονα στο πιάτο όσο εκείνος ρίχνει την κορμάρ- εμ το σώμα του πάνω μου και με σφίγγει στην αγκαλιά του και αγκχ, συγκρατιέμαι τόσο άσχημα να μην τον φιλήσω ξανά.

Αλλά όχι, ούτε καν να το σκέφτομαι δεν πρέπει. Αν τον φιλήσω πάλι και κάνουμε ξανά άλλη μια εβδομάδα να μιλήσουμε, να μου λείπει. 

Αχ τι ωραία που μυρίζει. Αυτή η τέλεια κολόνια του και... μυρίζω ξανά σαν ντόπερμαν. Τι είναι αυτό που μυρίζει;

Απομακρύνομαι πρώτη και τον κοιτάζω εξεταστικά. <<Ντομ, τι μυρίζει έτσι;>> προσπαθώ να κοιτάξω κάπου πίσω του αλλά εκείνος με εμποδίζει.

<<Τι εννοείς;>> μυρίζει την μπλούζα του. <<Εκπληκτικά μυρίζω, όπως πάντα>>

<<Για κάνε στην άκρη>> τον σπρώχνω και τον ρίχνω πάνω στην πόρτα. Τον αγνοώ που με φωνάζει με το που μπαίνω στο σπίτι και μόλις βλέπω την κουζίνα του με πιάνουν τα γέλια. <<Τι έκανες εδώ;>> τον ρωτάω αντικρίζοντας τον χαμό.

Σκύβει το κεφάλι του και κλείνει πίσω του την πόρτα. <<Προσπάθησα να φτιάξω μελομακάρονα>> παραδέχεται και ξαναγελάω ακόμη πιο δυνατά. <<Για αυτό άργησα να σου ανοίξω. Προσπαθούσα να συμμαζέψω λίγο τον χαμό>> φτερνίζεται και μια σκόνη από αλεύρι απλώνεται στον χώρο.

Αφήνω προσεκτικά το πιάτο πάνω στον πάγκο. Στην μοναδική άκρη δηλαδή που δεν έχει αλεύρι, τσόφλια από αυγά και διάφορα μπαχαρικά πεταμένα. Κυριολεκτικά το τοπίο μοιάζει λες και έχει πέσει βόμβα.

Τον κοιτάζω χαμογελαστή. <<Γιατί κάνεις μελομακάρονα;>> αρπάζω μια σακούλα από το συρτάρι και αρχίζω να καθαρίζω τον πάγκο.

Δεν μπορώ καν να κρύψω το σαρδόνιο χαμόγελο από τα χείλη μου. Τον έπεισα να κάνει μελομακάρονα. Ποιος; Εγώ. Χωρίς καν να του το πω.

Ει, σε κάποιον άρχισαν να αρέσουν τα Χριστούγεννααα.

Μου παίρνει την σακούλα από τα χέρια. <<Μη, άστο δεν χρειάζεται να το κάνεις>>

<<Ναι, σιγά μην αφήσω εσένα να καθαρίσεις και να τα κάνεις χειρότερα>> του λέω και κρατιέμαι να μην γελάσω με την φάτσα του. <<Δεν μου απάντησες όμως>> 

Ξεφυσάει και κάθεται στο σκαμπό. <<Εξαιτίας σου τα κάνω>>

Σηκώνομαι απότομα και τον κοιτάζω. <<Εξαιτίας μου;>>

<<Ναι. Μου προκάλεσες ψυχολογικό τραύμα λέγοντάς μου συνέχεια ότι τα μελομακάρονα τα είχες κάνει μόνη σου και ότι εγώ δεν βοήθησα καθόλου>> λέει σαν μικρό παιδί και αγκχ η επιθυμία μου να του ζουλήξω τα μάγουλα, με κάνει να τρελαίνομαι.

<<Μα όντως εγώ τα έκανα>> παίρνω τα τσόφλια από το αυγό και τα πετάω μέσα στην σακούλα.

<<Ε να και εγώ προσπάθησα>> δείχνει την κουζίνα και γυρνάω τρομοκρατημένη να δω τον φούρνο.

<<ΕΒΑΛΕΣ ΣΤΟΝ ΦΟΥΡΝΟ ΚΑΤΙ;>> τσιρίζω και εκείνος γνέφει. <<ΕΧΕΙΣ ΠΟΥΘΕΝΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΡΟΧΕΙΡΟ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑ;>>

<<Άραξε. Ακολούθησα μια συνταγή και τα έκανα ακριβώς όπως τα έλεγε>> κοιτάζει το ρολόι του. <<Σε 15 λεπτά θα τα βγάλω>> 

Τον κοιτάζω από πάνω μέχρι κάτω. <<Πως γίνεται να έκανες τόσο χαμό και να μην λερώθηκες καθόλου;>> σταυρώνω τα χέρια μου.

<<Γιατί προσέχω. Τι ερώτηση είναι τώρα αυτή;>>

Χαμογελάω πονηρά. <<Φορούσες ποδιά;>> ρωτάω και αμέσως πετάγεται πάνω.

<<Όχι βέβαια>>

Δεν του αρέσουν καθόλου οι ποδιές. Τότε που κάναμε τα μελομακάρονα και του ζήτησα να φορέσει μια εξαιρετική ποδιά με αρκουδάκια που είχε η μητέρα μου στο συρτάρι, αρνήθηκε κατηγορηματικά. Έλεγε ότι οι ποδιές είναι για τις γυναίκες και ότι οι άντρες δεν φοβούνται μην λερωθούν.

Μαλακίες. Απλά φοβόταν μην αρχίσω να τον κοροιδεύω.

Και όπως υποψιάζομαι κάτι τέτοιο γίνεται και τώρα.

<<Μην με κοιτάς έτσι>> με σπρώχνει και περνάει από δίπλα μου. <<Άντε βοήθησέ με να καθαρίσω τον χαμό>>



[...]

<<Πες την αλήθεια, πως σου φάνηκαν;>> ρωτάει μπουκωμένος και ανακάθομαι στον καναπέ. <<Την αλήθεια όμως ε...>>

Καθαρίζω τον λαιμό μου. <<Μέτρια>>

<<ΤΙ ΜΕΤΡΙΑ ΜΩΡΗ; ΕΦΑΓΕΣ 6. ΑΝ ΣΟΥ ΑΡΕΣΑΝ ΠΟΣΑ ΘΑ ΕΤΡΩΓΕΣ;>> με σπρώχνει και παραλίγο να πέσω από τον καναπέ. Γελάω σαν την χαζή και το 6ο μελομακάρονο νιώθω ότι θα βγει από την μύτη μου. <<Σταμάτα να γελάαααςςςςς>> γκρινιάζει και προσπαθώ να ξανακάτσω.

<<Δεν γ-γελάω>> λέω γελώντας και με αγριοκοιτάζει. Παίρνω βαθιές ανάσες για να ηρεμήσω και εκείνος αφήνει το πιάτο του στο τραπέζι. <<Τα έκανες όντως πολύ ωραία>> του λέω και με κοιτάζει περίεργα.

<<Μην με κοροιδέυεις Έιβεριιιιι>> οκευ, ορκίζομαι ότι τώρα ακούστηκε σαν τον αδελφό μου. Οι ομοιότητες που έχουν είναι υπερβολικά πολλές.

<<Όχι όντως>> παίρνω ακόμη ένα και το χώνω στο στόμα μου. <<ΜΟΥ ΑΡΕΣΑΝ ΠΟΛΥ>> λέω φτύνοντας εδώ και εκεί ψύχουλα.

<<Ιου αηδία>> λέει γελώντας και μου δίνει μια χαρτοπετσέτα.

Για μια στιγμή μου περνάει από το μυαλό το γεγονός ότι και με τον Ντομ αλλά και με τον Μέισον είμαι το ίδιο άνετη και ότι αν έκανα ακριβώς το ίδιο πράγμα στον Μέισον πολύ πιθανό να έβγαζε την μπλούζα του και να έριχνε πάνω στο σώμα του τα μελομακάρονα για να τα φάμε όλοι από εκεί.

Βασικά, το έχει κάνει. Άκυρο.

Πίνω λίγο νερό και επιστρέφω στον Ντομ. Είναι τόσο γλυκούλης. Έτσι όπως κάθεται στον καναπέ, με τα πόδια πάνω στο τραπέζι, το μπλε του φούτερ (αυτός ο άνθρωπος πόσα φούτερ παίζει να έχει;) να είναι λίγο άσπρο στο πάνω μέρος από τον αλευροπόλεμο που παίξαμε πριν, είναι αντικειμενικά από τα πιο ωραία αγόρια που έχω αντικρίσει.

Παίρνει το κινητό του και μπαίνει μάλλον στο instagram. 

Κάτσε. Εγώ ακόμη δεν έχω πάρει το instagram του, σωστά;

Προσπαθώ να κρυφοκοιτάζω χωρίς να με καταλάβει. Αν έχει φωτογραφίες στο προφίλ του μαζί με την Λόρεν, θα τον κάνω μπλοκ. Ξηγημένα πράγματα.

Απομακρύνομαι σχεδόν αμέσως. Ούτε να το σκέφτομαι δεν θέλω.

<<Πως πέρασες, λοιπόν; Δεν σε ρώτησα>> κάθομαι πιο κοντά του και εκείνος αφήνει το κινητό του στην άκρη.

<<Κομπλέ>> απαντάει μόνο και συνοφριώνομαι.

Κομπλέ; Μόνο κομπλέ; Τίποτα άλλο δεν έχει να πει;

Του τύπου... για ποιον λόγο κουβαλήθηκε ξανά η ξυνίλω εχθές εδώ;

<<Στην Λόρεν έμεινες αυτές τις τρεις μέρες;>> ρωτάω ξανά και γυρνάει εντελώς προς το μέρος μου. Φαίνεται ότι το διασκεδάζει για κάποιον λόγο.

<<Όχι, μια μέρα έμεινα στους γονείς μου>>

Γνέφω. <<Τι κάνουν οι γονείς σου;>>

Παίζει με το ριχτάρι του καναπέ. <<Καλά>>

Αμάν. Τι έπαθε τώρα και δεν μπορώ να σταυρώσω κουβέντα μαζί του;

Του σηκώνω το πρόσωπο με το χέρι μου. Γιατί αμέσως χάλασε η διάθεσή του; <<Όλα καλά;>> ρωτάω αλλά δεν μου απαντάει. Οκευ, αρχίζω να ανησυχώ. <<Ντομ;>>

Με κοιτάζει. <<Απλά ο μπαμπάς μου είναι άρρωστος>> ψιθυρίζει και αμέσως νιώθω έναν κόμπο στον λαιμό μου. <<Για αυτό πήγα. Με χρειαζόντουσαν και έπρεπε να πάω για λίγο>>

Αγάπη μου.

Πόσο ηλίθια είμαι; Γιατί... γιατί δεν τον ρώτησα; Γιατί έβγαλα μόνη μου συμπεράσματα;

<<Και η Λόρεν με βοήθησε. Αλήθεια, ήταν δίπλα μου σε ο,τι και αν χρειάστηκα>> λέει αλλά επιλέγω να μην το σχολιάσω. <<Ήρθε μαζι μου εχθές γιατί δεν ήθελε να με αφήσει μόνο, αλλά την έπεισα να γυρίσει>> με κοιτάζει στα μάτια έντονα. <<Ειναι πολύ καλή κοπέλα Ειβ. Δεν της αξίζω...>> Δεν ολοκληρώνει αλλά δεν θέλω να τον πιέσω. Αισθάνομαι ήδη άσχημα για τον πατέρα του.

<<Ε-είναι καλά; Ο μπαμπάς σου...>> ψελλίζω και γνέφει. 

<<Χάρηκε που με είδε>> κρατιέμαι να μην κλάψω. Χριστέ μου, αυτό μου θυμίζει τόσο πολύ τον δικό μου πατέρα. <<Μίλησα σήμερα μαζί τους, η μαμά μου είπε ότι είναι καλύτερα>>

<<Γιατί δεν μου το είπες;>> χαιδεύω απαλά το σβέρκο του. Δεν ξέρω αν αυτό που κάνω είναι σωστό αλλά θέλω να τον ηρεμήσω με κάποιον τρόπο. 

Ανασηκώνει τους ώμους του. <<Δεν ήθελα να σε στεναχωρήσω. Ξέρω ότι αγαπάς τα Χριστούγεννα και δεν ήθελα να...>> τον τραβάω στην αγκαλιά μου. 

Τραβιέται ύστερα από λίγο και με κοιτάζει τρομοκρατημένος. <<Εσύ τώρα γιατί κλαις;>>

Α ωραία. Άρχισα να κλαίω χωρίς να το καταλάβω. Εξαιρετικά. 

Σκουπίζω τα δάκρυα μου. <<Έιβ. Όλα καλά;>> ρωτάει και αυτή την φορά είμαι εγώ που κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου. <<Έλα εδώ, μικρό μου>> πέφτω ξανά πάνω του και κλαίω σιγανά. <<Όταν αισθανθείς έτοιμη θα μου μιλήσεις, εντάξει;>> ρωτάει αλλά δεν απαντάω. 

Ξέρω ότι δεν είναι δυνατόν να νιώθω κάτι τέτοιο μιας και τον γνωρίζω ελάχιστα, αλλά... τον αγαπώ. Αγαπώ τα πάντα πάνω του. Αγαπώ τον τρόπο που μου φιλάει το μέτωπο έχοντας με στην αγκαλιά του, αγαπώ τα χέρια του γύρω από την μέση μου, αγαπώ τον τρόπο που μου ψιθυρίζει τόσα πράγματα, μόνο για μένα και για κανέναν άλλο.

Ναι, ίσως είμαι υπερβολική και μπλα μπλα μπλα αλλά έτσι όπως τον έχω στην αγκαλιά μου καταλαβαίνω πόσο σημαντικός είναι για εμένα. Και πέρα από το γεγονός ότι είμαι ερωτευμένη μαζί του, πλέον ναι το λέω με την λέξη που πρέπει, ενώ αυτός έχει κοπέλα και δεν αισθάνεται το ίδιο με εμένα, τον θέλω κοντά μου όσο τίποτα άλλο.

Όπως ακριβώς και τον Μέισον.





~~~

Κουκλίνα μου, τα προβλήματά σου να είχα.

Ας με ήθελαν και εμένα δύο, και ας μην ήξερα σε τίνος την αγκαλιά να πρωτοπέσω.

ΑΧ.

Ελπίζω να σας άρεσεεε♥

Τσεκάρετε το insta μου itsria_wp για να μάθετε τι θα κάνω τελικά με το στόρυ♥

Τα λέμε αύριοο (βασικά το απόγευμα για το σημερινό κεφ χεχ)

Πολλά πολλά χριστουγεννιάτικα φιλάκιαα♥

Ριρι♥



•6 DAYS LEFT🎄🎁🎇•

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top