Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 🎈
Happy Christmas Eveeee♥♥
ΟΚευ, μπορεί να είμαι 19 χρονών γαιδούρα, αλλά θέλω να πάω για κάλαντα με τον μικρό μου αδελφό. Έχω έξοδαααα
Γαμώτο. Ήθελα τόσο πολύ φέτος να ανοίγω εγώ τις πόρτες στα μικρά παιδάκια και να τα κοιτάζω υπεροπτικά όσο τραγουδάνε. ΑΓΚΧ δεν πειράζει, του χρόνου με υγεία.
Ντισκλέιμερ: Αυτό που θα κάνει η Έιβ το έκανα εγώ πέρυσι μαζί με την αδελφή μου σε κάτι παιδάκια που είχαν έρθει για κάλαντα. ΠΕΘΑΙΝΩ.
~~~
<<Να τα πούμεεεεε;>> ρωτάνε κάτι παιδάκια πριν καν χτυπήσουν το κουδούνι και κοιτάζω την μαμά μου έτοιμη να κλάψω.
<<Σειρά σου είναι, τρέχα>> μου δίνει το βαζάκι με τα λεφτά και μουγκρίζω εκνευρισμένη.
Ναι, ναι. Εντάξει, προφανώς και μου αρέσουν τα κάλαντα. Εννοείται. Σε ποιον δεν αρέσουν; Πάντα μικρή έβγαινα το πρωί και γυρνούσα το απόγευμα. Και μάζευα μπόλικο πράγμα.
Αλλά δεν το δέχομαι να έρχονται στις 7 ΤΟ ΠΡΩΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΕ ΞΥΠΝΑΝΕ. ΔΕΝ ΤΟ ΔΕΧΟΜΑΙ.
Εγώ δηλαδή τι; Χαζό ήμουν που έβγαινα στις 10; Αυτά τα σκατάκια που βγαίνουν στις 7 και κερδίσουν τρεις ώρες, νομίζουν ότι θα τους ανοίξουν την πόρτα; Ο κόσμος κοιμάται στις 7.
Ή βασικά όχι. Ο φυσιολογικός κόσμος κοιμάται στις 7. Η μητέρα μου κλασσικά στις 7 έχει πιει ήδη τον καφέ της και έχει βάλει σκούπα.
Ανοίγω την πόρτα χαμογελαστή. <<Να τα πούμεεεε;>> ξαναρωτάει το ένα από τα δυο ξανθά παιδάκια. Και τα δύο φορούν κουκούλες και έχουν κατακόκκινη φάτσα και κρατιέμαι να μην γελάσω.
<<Ξέρω γω;>> ακούω την μαμά από μέσα να φωνάζει.
<<Ναι παιδάκια πείτε τα!>>
<<Άντε καλά πείτε τα>> σταυρώνω τα χέρια μου και τα κοιτάζω από πάνω μέχρι κάτω.
<<Τρίγωνα, κάλαντα, μες την γειτονιάααα. Ήρθαν τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιάααα ΓΙΕΙ. Τρίγωνα, κάλαντα σκόρπισαν παντού. Κάθε σπίτι μια γωνιά του μικρού Χριστούυυυυυ. Άστρο φωτεινό...>> λένε πιο φάλτσα πεθαίνεις και παρόλο που προσπαθώ να τους διακόψω με γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια. <<θα βγει γιορτινόοοο, μήνυμα να φέρει από τον ουρανόοοο, τρέχουν τα παιδιά μέσα στον χιονιάαα ήρθαν τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιάαα. Και του χρόνου!>> λένε τα παιδάκια και τους κοιτάζω με σηκωμένο φρύδι.
Οκευ. Λυπάμαι που θα το κάνω στα συγκεκριμένα παιδάκια επειδή τα ξέρω, αλλά αν δεν το κάνω θα πεθάνω.
<<Το τραγούδι το σκοτώσατε, η φωνή σας είναι πιο φάλτσα και από την δική μου...>> λέω και καλά σοβαρά και τα βλέπω να κοιτιούνται μεταξύ τους. <<η εμφάνιση... ας μην το σχολιάσω καλύτερα... Τι μπουφάν είναι αυτά; Σαν φούσκες είστε. Αγνοώ το γεγονός ότι είστε κοτζάμ μαντράχαλοι και έρχεστε ακόμη για κάλαντα>> οκευ τα παιδάκια με το ζόρι να είναι 6-7 χρονών. <<Τέλος πάντων. Από μένα παίρνετε ένα 5. Και του χρόνου>> βγάζω λεφτά και τους τα δίνω μαζί με δύο σοκολατάκια. <<Να μας ξαναπροτιμήσετε. Αλιβεντέρτσι>> τους κλείνω την πόρτα στα μούτρα και γελάω μόνη μου.
Αχ είμαι πολύ κακιά!! Το παραδέχομαι.
ΝΑ ΜΗΝ ΕΡΧΟΝΤΟΥΣΑΝ ΣΤΙΣ 8:35 ΤΟ ΠΡΩΙ. ΕΛΕΟΣ ΔΗΛΑΔΗ.
<<Γιατί γελάς παιδάκι μου; Έδωσες στα παιδιά λεφτά;>> ρωτάει η μαμά και γνέφω. Ελπίζω τουλάχιστον να μην κλάψουν πολύ.
Δεν προλαβαίνω να φύγω από την πόρτα και ξαναχτυπά το κουδούνι. Πολλή κίνηση τέτοια ώρα. Εγώ φταίω τώρα να μην ανοίξω καθόλου;
<<Δώσαμε, δώσαμε!>> φωνάζω και η μαμά με προσπερνάει αγριεμένη. Ανοίγει την πόρτα χωρίς να κοιτάξει ποιος είναι.
<<Πείτε τα, πείτε ταα>> λέει και τρέχει στο δωμάτιό της για να βρει ψιλά από το πορτοφόλι της.
<<Εμ. Το καλήν ημέραν άρχοντες να πω ή είναι ξεπερασμένο;>> κοιτάζω την μαμά και σχεδόν τρέχω στην πόρτα.
Ει. Ο Ντομ.
Γελάω. <<Κάνεις πλάκα τώρα;>>
<<Όχι. Ήρθα να πω τα κάλαντα, πειράζει;>> μου δείχνει το τριγωνάκι του και στηρίζομαι στην κάσα της πόρτας.
<<Δεν σου αρέσουν τα Χριστούγεννα, αλλά βγαίνεις για κάλαντα;>> ρωτάω και σταυρώνω τα χέρια μου. Αυτός ο άνθρωπος δεν παύει να με εκπλήσσει.
<<Πρώτον, δεν βγαίνω για κάλαντα. Δεν ξέρω αν ξεχνιέσαι, αλλά είμαι 20 χρονών. Πόση ξεφτίλα να βγώ με τα 10χρονα; Και επίσης, πάντα έβγαινα για κάλαντα>>
<<Ναι καλά!>>
<<Μα συγγνώμη έχω έξοδα. Τα κάλαντα είναι ο καλύτερος τρόπος να τα οικονομήσεις όταν είσαι μικρός. Όταν μεγαλώνεις γίνεσαι στρίπερ, αλλά όταν είσαι μικρός απλά βγαίνεις για κάλαντα στην γειτονιά>>
Έρχεται από πίσω μου και κοιτάζει τον Ντομ παραξενεμένη. <<Εεεμ, γειά σου Ντομ>> λέει και με μια σπρωξιά μου την διώχνω στην κουζίνα. Επιστρέφω χαμογελαστή στον Ντομ.
<<Έλα μέσα, μην κάθεσαι έξω στο κρύο>> ανοίγω διάπλατα την πόρτα και μπαίνει μέσα.
<<Νομίζω ότι η μητέρα σου δεν με συμπαθεί>> λέει ψιθυριστά και τον κοιτάζω περίεργα.
<<Γιατί το λες αυτό;>>
<<Ε δεν είδες πως με κοίταξε;>> βγάζει το μπουφάν του και το κρεμάει στον καλόγερο.
<<Λες βλακείες. Σε συμπαθεί και μάλιστα πολύ>> ψάχνω με το βλέμμα μου την μαμά. Μάλλον κλειδώθηκε κάπου για να μην ενοχλήσει. <<Έλα πάμε στο δωμάτιό μου>> τρέχω πρώτη και προσεύχομαι να μην βρω το τρελό χάος εκεί μέσα. Τι λεω; προφανώς και υπάρχει το τρελό χάος εκεί μέσα. Γυρνάω και πέφτω κατά λάθος πάνω του. <<Βασικά ξέρεις τι; Ας κάτσουμε εδώ, δεν υπάρχει θέμα χεχ>> τον σπρώχνω στο σαλόνι και κλείνω βιαστικά την πόρτα του δωματίου μου.
Ναι συγγνώμη κιόλας που δεν διορθώνω το κρεβάτι μου αμέσως αφού σηκωθώ.
Γελάει και κάθεται στον καναπέ. Αισθάνεται αμήχανα, το βλέπω. Κάθομαι δίπλα του, σε μια αρκετά μακρινή απόσταση γιατί εντάξει, ας μην το χέσω, η μαμά και ο μικρός είναι στο σπίτι. Πρέπει να συγκρατήσω τις ορμόνες μου.
<<Λοιπόν...>> ξεκινάει να πει και γυρίζει προς το μέρος μου. <<Πως πέρασες εχθές τελικά;>>
Ανακάθομαι.
Η αλήθεια είναι ότι εχθές πέρασα τέλεια. Πιο τέλεια και από τέλεια, δηλαδή. Και δεν το περίμενα, αν σκεφτείς ότι άλλα προγραμμάτισε ο Μέισον και άλλα κάναμε. Μετά την τυχαία συνάντηση με τον Ντομ, που εννοείται ότι μου χάλασε την διάθεση, πήγαμε και φάγαμε σε ένα πάρα πολύ ωραίο εστιατόριο.
Για να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, με τον Μέισον όπως έχω ξαναπεί έχει τύχει να πάμε αρκετές φορές μαζί για φαγητό. Και με βάση την εμπειρία μου, ο Μέισον όταν τρώει καν σαν Νεάτερνταλ. Και ακόμη χειρότερα. Οπότε, όταν μου πρότεινε όσο ήμασταν μέσα στο αυτοκίνητο, να πάμε τελικά για φαγητό, προσπαθούσα να βρω μια δικαιολογία γιατί δεν ήθελα να γίνω για άλλη μια φορά ρεζίλι.
Όμως, όταν λέω εγώ ότι αυτό το παιδί έχει γίνει άλλος άνθρωπος, κανείς δεν με πιστεύει. Πρώτη φορά ήταν τόσο κύριος και γλυκός και προσεκτικός. Έπιανα τον εαυτό μου αρκετές φορές να τον κοιτάζει λες και είναι κάποιος ξένος.
Οπότε ναι, μετά το φαγητό πήγαμε σπίτι του και... ναι. Αυτό.
<<Πολύ ωραία πέρασα βασικά>> παραδέχομαι και παίρνει στην αγκαλιά του ένα μαξιλάρι.
<<Τέλεια>> μουρμουρίζει <<Με ποιον βγήκες; Δεν... δεν σε ρώτησα>>
Τώρα θέλει να μάθει όλες τις λεπτομέρειες μωρέ;
Αλλά ναι. Γιατί όχι. Φίλος μου δεν είναι; Θα του τα πω όλα. Επίτηδες.
Εντάξει, όχι όλα.
<<Με τον Μέισον. Είναι ένα παιδί από την παρέα μου>>
Όχι γκόμενος;
Ε ξέρω γω; Πάλι δεν καταφέραμε να το συζητήσουμε αυτό εχθές. Περνούσαμε τόσο ωραία και είχε τόση πλάκα και απλά δεν ήθελα να κάνω μια τέτοιου είδους σοβαρή συζήτηση μαζί του.
Κάποια στιγμή πιστεύω θα το συζητήσουμε, σωστά;
<<Φίλος σου;>> ρωτάει και με κοιτάζει έντονα στα μάτια.
ΑΓΚΧ. ΓΙΑΤΙ ΜΟΥ ΤΟ ΚΑΝΕΙ ΤΩΡΑ ΑΥΤΟ;
Αν του παραδεχτώ ότι είναι κάτι περισσότερο από φίλος, τότε δεν θα υπάρξει ποτέ πιθανότητα να με δει αλλιώς. Αν όμως του πω ότι είναι ένας απλός φίλος, τότε ναι μπορεί και να έχω ελπίδες.
Αλλά βέβαια δεν με θέλει. Αυτή είναι σημαντική προυπόθεση για να γίνει αυτή η σχέση.
Μάλλον δεν τον νοιάζει καν είτε βγαίνω με τον Μεις είτε όχι. Απλά ρωτάει γιατί είναι φίλος μου.
Ανοίγω το στόμα μου για να απαντήσω αλλά χτυπάει το κουδούνι. Κυριολεκτικά πετάγομαι τόσο γρήγορα στην πόρτα, που το παιδάκι δεν πρόλαβε καν να αφήσει το χέρι του από το κουδούνι.
<<Ανοίγω εγώ!>> φωνάζω για να ακούσει η μαμά. Ανοίγω την πόρτα και δύο κοριτσάκια με κοιτάνε χαμογελαστά.
<<Να τα πούμε;>> ρωτάνε ταυτόχρονα.
<<Πφστ εννοείται. Όλα τα κάλαντα πείτε. Χωρίς σταματημό. Έλα να σας δω...>> στηρίζομαι στην κάσα της πόρτας και καλά δείχνοντας πολύ ενδιαφέρον στα καημένα κοριτσάκια που μάλλον δεν ξέρω όλο το τραγούδι και σκυλομπερδεύουν τα λόγια τους.
<<Και του χρόνου>> απλώνουν τα χέρια τους για να τους δώσω μάλλον λεφτά και σκύβω προς το μέρος τους.
<<Θα τα πείτε άλλη μια φορά;>> ρωτάω ψιθυριστά και με κοιτάζουν περίεργα. Βγάζω δυο χαρτονομίσματα και τους τα δίνω <<Με υποχρεώσατε>> κλείνω την πόρτα ξανά στην μούρη της και γυρνάω στον Ντομ.
Πρέπει να αλλάξω θέμα, πρέπει να αλλάξω θέμα...
<<Μου αρέσει πάντως που όταν σε ρώτησα εχθές αν θα τα πούμε σήμερα, μου απάντησες "υποθέτω">> τον πειράζω και ανασηκώνει τους ώμους του.
<<Μάλλον δεν μπορώ να περάσω ούτε μια μέρα μακριά σου>>
Αχ μακάρι να το εννοούσε όντως.
Ξεροβήχω. <<Αύριο τι θα κάνεις;>>
<<Τι είναι αύριο;>>
<<Χριστούγεννα Ντομ! Αν είναι δυνατόν!>>
Ομιτζι. Αύριο είναι τα Χριστούγεννα και ακόμη δεν έχω καταλάβει αν πέτυχα τον σκοπό μου. Σκατά.
<<Θα κάτσω σπίτι;>> ρωτάει και τον κοιτάζω σοκαρισμένη. <<Τι; Λάθος απάντηση έδωσα;>>
Να το προτείνω; Θα το προτείνω. Ας πάει στο καλό.
<<Αν θες έλα αύριο το βράδυ να φάμε εδώ. Θα έρθουν και τα παιδιά δηλαδή... Όλοι μαζί, ξέρεις...>>
Χαμογελάει. <<Ευχαρίστως. Να γνωρίσω και... και τους φίλους σου, σωστά;>> μου πετάει το μαξιλάρι και σηκώνεται όρθιος.
ΣΚΑΤΑ. ΑΥΡΙΟ ΘΑ ΒΡΕΘΟΥΝ ΞΑΝΑ Ο ΜΕΙΣΟΝ ΜΕ ΤΟΝ ΝΤΟΜ;
ΤΕΛΕΙΑ.
Εξαιρετικά Χριστούγεννα θα κάνω!
~~~
Σκέφτομαι ότι η ιστορία θα τελειώσει σε λίγα κεφάλαια και θέλω να κλάψω.
ΕΠΙΣΗΣ ΑΑΑΑΑ ΑΥΡΙΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑΑΑΑΑ
Σήμερα εγώ το βραδάκι θα πιω κρασάκι με όλη την φαμίλια, θα φορέσω πυτζαμούλες και κόκκινο κραγιονάκι και θα βάλω τραγούδια στην τηλεόραση. ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΝΑ ΚΛΑΜΠΑΡΩ ΑΝΕΛΕΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΠΡΩΙ, ΑΛΛΑ ΑΝΤΕ.
Όταν ανοίξουν τα μπουζούκια, ΔΕΚΑ ΜΕΡΕΣ ΣΕΡΙ ΘΑ ΠΗΓΑΙΝΩ.
Τέλος πάντων, ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο.
Θα τα πούμε αύριο στο έξτρα Κρίστμας Κεφάλαιο και ομγ είμαι τόσο ενθουσιασμένη. Μεταξύ μας, πάλι καλά που δεν θα το τελειώσω στις 25/12 γιατί το στόρυ ακόμη έχει δρόμο ;)
Πολλά πολλά χριστουγεννιάτικα φιλάκια♥
Ριρι♥
•1 DAY LEFT🎄🎁🎇•
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top