Παρασκευή 01 Ιανουαρίου 💗
Έχει μπει ήδη ο Φεβρουάριος αλλά καλή χρονιά αδέλφια.
Τελευταίο κεφάλαιο και στεναχωριέμαι απίστευτα γιατί αυτή την ιστορία την λατρεύω και είναι μια από τις αγαπημένες μου.
Πιο πολύ θα μου λείψει η προσπάθειά μου να βάζω σε κάθε κεφάλαιο διαφορετικό ιμότζι δίπλα από την ημερομηνία στον τίτλο. Αν το έχει προσέξει κανείς χεχ.
Επίσης, Ντομ και Μέισον σας αγαπώ. Και αγκχ, η ιδέα να κάνω κι άλλα στόρυ με εσάς πρωταγωνιστές με βασανίζει εδώ και αρκετό καιρό.
Τέλος, Ρία του 2020 πρέπει να είσαι ευγνώμων για όλη αυτή σου την προσπάθεια. Και για όλους εσάς που κάθε μέρα είχατε ένα νέο κεφάλαιο.
Peace out✌🏼
~~~
Απομακρύνομαι και τον κοιτάζω χαμογελαστή. <<Χρόνια πολλά!>> ψιθυρίζω και βάζω τα χέρια μου γύρω από το σβέρκο του.
Νομίζω ότι ζορίζεται, αλλά εν τέλη χαμογελάει και εκείνος ζεστά. <<Χρόνια πολλά Έιβ>> απαντάει και πέφτω ξανά στην αγκαλιά του.
Είναι και επίσημα το 2021 και μάλλον επίσης επίσημα είμαι μαζί με το αγόρι μου και αγκχ... ό,τι ονειρευόμουν έγινε πραγματικότητα. Επιτέλους δηλαδή.
Τόσα χρόνια άλλαζα χρόνο με τους άλλους 4, χωρίς γκόμενο, χωρίς καν να παίζει κάτι με κάποιον και φέτος... εννοώ πέρυσι... τέλος πάντων, τα γκομενικά μου πήγαν πολύ καλά.
Απομακρύνομαι λίγο από πάνω του όσο ακούω τον χαμό μέσα στο σπίτι. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και τον ξανακοιτάζω. Ίσως... ίσως αυτό είναι το σωστό; Εννοώ... τόσον καιρό έψαχνα κάποιον που να με νοιάζεται και μάλλον δεν έβλεπα ότι ο Μέισον είναι ο μοναδικός που...
<<Καλή χρονιά!>> ακούω μια φωνή από πίσω μας και γυρνάω χαμογελαστή.
Ο Ντομ.
Νιώθω το σαγόνι μου να πέφτει μέχρι κάτω.
Και επίσης ξαφνικά νιώθω εντελώς σκατά.
Στέκεται στην κορυφή της σκάλας με τα χέρια του βαθιά μέσα στις τσέπες του μπουφάν και κοιτάζει και τους δύο μας. Το χέρι του Μέισον απομακρύνεται από την μέση μου υποτίθεται χωρίς να το καταλάβω, αλλά αμέσως τσιτώνομαι.
Χαμογελάω και κατεβαίνω τα σκαλοπάτια γρήγορα. <<Δεν περίμενα όντως να έρθεις>> δηλώνω και χαμογελάει στραβά.
<<Ούτε εγώ είναι η αλήθεια>> κοιτάζει πίσω μου τον Μέισον <<Με... έπεισαν κατά κάποιον τρόπο>> λέει σιγανά και γνέφω.
Δεν ξέρω αν θέλω να τον αγκαλιάσω ή όχι. Τουλάχιστον όσο είναι μπροστά ο Μέισον.
<<Καλή χρονιά Ντομ>> λέω χαμηλόφωνα και δεν είμαι εντελώς σίγουρη αν όντως με άκουσε.
Απλώνω το χέρια μου προς το μέρος του. Ίσως μια φιλική χειραψία να είναι καλύτερη από το να πέσω στην αγκαλιά του σωστά;
Κοιτάζει το χέρι μου και μετά ξανά εμένα. Απλώνει το δικό του και μου το σφίγγει. <<Καλή χρονιά Έιβερι>> απαντάει στον ίδιο τόνο.
Παίρνω μια κοφτή ανάσα. Το σακάκι του Μέισον αγκαλιάζει τους ώμους μου και είμαι σίγουρη ότι το έχει παρατηρήσει. Τραβάω διστακτικά το χέρι μου και αγκαλιάζω το σώμα μου. Γιατί αισθάνομαι τόσο άβολα απέναντί του;
ΝΤΟΜΣ ΠΟΒ
Τραβάει το χέρι της από το δικό μου και μαζεύεται. Κατάλαβα πόσο κρυώνει και ξέρω πόσο μαλάκας θα γίνω αν της ζητήσω να βγάλει αυτό το σακάκι για να φορέσει το δικό μου ζεστό μπουφάν.
Από την πόρτα βγαίνουν οι φίλες της τσιρίζοντας και η Έιβερι γυρνάει προς το μέρος τους.
Πες το. Πες το ηλίθιε. Πες το πριν φύγει.
<<ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΝΤΤΤΟΟΟΟΟΟΟΜ!!>> φωνάζει η Κέισι νομίζω και χαμογελάω χαιρετώντας την.
Το βλέμμα μου πέφτει πάλι πάνω στην Έιβ και παρόλο που νόμιζα ότι θα είχε εξαφανιστεί μέχρι να πω κύμινο, ακόμη κάθεται εδώ, μπροστά μου και κοιτάζει τους άλλους.
Το άλλο αγόρι από την παρέα τους την φωνάζει και εκείνη σηκώνει το χέρι της. Γυρίζει ξανά προς το μέρος μου. <<Θες να έρθεις μέσα; Κάνει λίγο κρύο έξω>>
<<Θέλεις το μπουφάν μου;>>
Πάρ'τα μαλάκα!
Μου δείχνει το μαύρο σακάκι με ένα μικρό χαμόγελο, λες και δεν το πρόσεξα από μόνος μου. <<Ευχαριστώ>> απαντάει και καταλαβαίνω ότι αυτή την στιγμή δεν θέλει να κάτσει άλλο εδώ. Νιώθει άβολα, φαίνεται. Γαμώτο, γιατί νιώθει άβολα μαζί μου;
<<Μάλλον καλύτερα να πηγαίνω>> μουρμουρίζω και σηκώνει απότομα το κεφάλι της για να με κοιτάξει.
<<Μα τώρα ήρθες...>>
Ανασηκώνω τους ώμους μου και κοιτάζω την παρέα της. Η Κέισι τους τραβάει όλους για να μπουν μέσα και αυτός ο Μέισον κάθεται επίτηδες δίπλα στην πόρτα χωρίς να παίρνει τα μάτια του από πάνω μας.
<<Έιβερι θα έρθεις;>> φωνάζει αυτός και εκείνη γυρνάει μάλλον ενοχλημένη για να απαντήσει.
<<Σε λίγο. Μπείτε μέσα και έρχομαι>> του φωνάζει και δεν μπορώ να συγκρατήσω το χαμόγελό μου που προτιμάει να κάτσει μαζί μου παρά να πάει με αυτόν. Ίσως δηλαδή. Δεν ξέρω.
<<Μπορείς να έρθεις μαζί μας>> λέει χαμογελαστή και κρατιέμαι να μην την φιλήσω. Ίσως είναι η πρώτη φορά που θέλω να την φιλήσω τόσο πολύ.
<<Προτιμώ να φύγω. Θα μιλήσουμε αύριο>> γυρνάω την πλάτη μου χωρίς να την αφήσω να μιλήσει.
Αυτός ο χρόνος μπήκε πολύ χειρότερα από όσο νόμιζα.
Πρώτα την είδα να φιλιέται με αυτόν και τώρα φεύγω χωρίς καν να παραδεχτώ αυτά που νιώθω. Πότε έγινα τόσο κότα εγώ;
<<Γιατί το κάνεις αυτό;>> την ακούω να λέει και σταματάω απότομα.
Γυρνάω. <<Ορίστε;>>
<<Γιατί μου συμπεριφέρεσαι έτσι; Τι σου έχω κάνει;>> λέει με πείσμα και ζορίζομαι να την ακούσω λόγω της ηλίθιας μουσικής.
<<Δεν καταλαβαίνω>> την πλησιάζω <<Πως συμπεριφέρομαι;>>
<<Φεύγεις, Ντομ>> το παράπονο στην φωνή της δεν μπορεί να κρυφτεί. <<Όλο φεύγεις. Αυτό κάνεις μόνο. Έχω κάνει κάτι; Φταίω σε τίποτα;>>
Περνάω το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου και αποφεύγω να την κοιτάξω.
Το ξέρω, εντάξει; Το ξέρω ότι φεύγω συνέχεια. Νομίζει ότι είναι εύκολο να είμαι τέτοιο μαζί της και απλά να κάθομαι να την βλέπω να φιλιέται με αυτόν τον δεν θυμάμαι πως τον λένε;
Αλλά όχι. Μάλλον δεν την νοιάζει και ιδιαίτερα.
<<Έιβερι δεν σε πιάνω>>
<<Κάνεις έτσι επειδή πιστεύεις ότι θα σου την πέσω ή κάτι τέτοιο;>> ρωτάει απότομα και ξεχνάω να αναπνεύσω. <<Μήπως νομίζεις ότι μετά το φιλί που σου είχα δώσει τότε, που πιθανότατα έχεις ξεχάσει αλλά δεν με νοιάζει, νομίζεις ότι τώρα που χώρισες θα σου ζητήσω να βγούμε ή κάτι τέτοιο;>>
Εμ... κακό είναι που το νομίζω;
<<Έιβ ειλικρινά εγώ->>
<<Όχι ξέρεις κάτι Ντομ;>> βάζει τα χέρια της στην μέση και με κοιτάζει εκνευρισμένη. <<Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι δεν θα έλεγα τίποτα γιατί δεν άξιζε τον κόπο αλλά δεν αντέχω άλλο...>>
Ορίστε;
<<Για ποιο πράγμα;>>
ΕΙΒΕΡΙΣ ΠΟΒ
<<Για ποιο πράγμα;>> ρωτάει περίεργος και ξαφνικά όλο το θάρρος που είχα έκανε φτερά.
Δεν μπορώ να το συνεχίσω αυτό το πράγμα. Έχει περάσει τόσος καιρός, που ναι δεν είναι αρκετός αλλά κοντεύω να σκάσω.
Και ήρθε η ώρα να πω τα πάντα.
Σταυρώνω τα χέρια μου και κοιτάζω πίσω μου μήπως μας ακούει κανένας. Όλοι έχουν μπέσα και από ό,τι καταλαβαίνω μάλλον παίζουν κάποιο από τα "διασκεδαστικά" παιχνίδια της Μελίσσα.
<<Αν δεν σκοπεύεις να πεις κάτι, μήπως καλύτερα να φύγω;>> ρωτάει ειρωνικά και κρατιέμαι να μην τον βρίσω.
<<Είσαι ηλίθιος Ντομ>> μου ξεφεύγει και με το που το λέω, γουρλώνω τα μάτια μου και κλείνω με τα χέρια μου το στόμα.
Τι σκόπευα να κάνω; Α ναι. Να του εξομολογηθώ τον έρωτά μου; Καλά το ξεκίνησα.
<<Ορίστε;>> ρωτάει λες και δεν άκουσε και παίρνω μια βαθιά ανάσα.
Κατεβάζω τα χέρια μου. <<Είσαι ηλίθιος. Τόσο καιρό δεν έχεις καταλάβει τίποτα απολύτως;>> Με κοιτάζει μπερδεμένος. <<Αλλά τι ρωτάω και εγώ ε; Είχες πολύ καλύτερα πράγματα να κάνεις;>> του γυρνάω την πλάτη αλλά δεν προλαβαίνω να φύγω. Με τραβάει από το χέρι και με σταματάει.
<<Έιβερι, τι δεν έχω καταλάβει; Πες το στα ίσα>> λέει και τον με κοιτάζει έντονα στα μάτια. Ευτυχώς δεν είναι κανένας έξω για να μας δει σε αυτή την κατάσταση.
Τραβάω απότομα το χέρι του από το δικό μου. <<Τι δεν έχεις καταλάβει; Είσαι σοβαρός; Είμαι ερωτευμένη μαζί σου, Ντομ! Εντάξει; Το κατάλαβες τώρα; Ή μήπως να σου το συλλαβίσω;>> ρωτάω και αυτή την στιγμή μάλλον δεν καταλαβαίνω τι βλακεία έκανα.
Του το είπα, έτσι;
Είπα ότι είμαι τέτοιο μαζί του;
Κάνει ένα βήμα πίσω. <<Τι είσαι;>> ρωτάει εντελώς ξαφνιασμένος και γελάω.
<<Ξέρεις τι; Πλέον δεν είμαι τίποτα. Τί-πο-τα. Πλέον είμαι με τον Μέισον και περνάω πάρα πολύ καλά αν θες να ξέρεις>> ξαναγυρνάω αλλά πάλι με πιάνει με τον ίδιο τρόπο, λιγάκι πιο δυνατά.
<<Μου πετάς ότι είσαι ερωτευμένη μαζί μου και τώρα φεύγεις;>> ρωτάει εκνευρισμένος. <<Μου κάνεις πλάκα;>>
<<Αν ήσουν έξυπνος θα το καταλάβαινες νωρίτερα Ντομ>> Χριστέ μου, τι του λέω; <<Κάθε μέρα έβγαινα μαζί σου, κάθε μέρα μιλούσαμε. Τι νόμιζες; Ότι το έκανα από την καλή μου την καρδιά; Ή ότι δεν είχα τίποτα άλλο να κάνω;>> οκευ. Έχω πάρει φόρα, πρέπει κάποιος να με σταματήσει. <<Και ναι, αν επίσης θες να ξέρεις εκείνη την μέρα σε φίλησα γιατί ήθελα να σε φιλήσω και γιατί νόμιζα ότι υπήρχε έστω μια, μικρή, ελάχιστη πιθανότητα να νιώθεις και εσύ το ίδιο>> τραβάω πάλι το χέρι μου και σηκώνω το μανίκι από το σακάκι του Μέισον.
<<Έιβερι νομίζω πρέπει->>
<<Όχι. Δεν με νοιάζει τι πρέπει και δεν πρέπει. Σου είπα τα πάντα και νιώθω αυτό το τεράστιο βάρος να φεύγει από πάνω μου. Δεν θέλω να μου πεις τίποτα. Αν δεν θες μην μου ξαναμιλήσεις και ποτέ, δεν έχω κανένα θέμα. Δεν ντρέπομαι για αυτά που νιώθω... ή τουλάχιστον ένιωθα>> ψιθυρίζω.
<<Εγώ->> ξεκινάει να πει αλλά μια φωνή από πίσω μας διακόπτει.
<<Έιβ>> ο Μέισον. Ω εξαίσια. <<Όλα καλά;>> έρχεται δίπλα μου και αμέσως ο Ντομ κάνει δύο βήματα πίσω. <<Είσαι εντάξει;>> με κοιτάζει μες τα μάτια και απλά κουνάω το κεφάλι μου.
<<Ναι, εντάξει>> τυλίγω τα χέρια μου γύρω από τον εαυτό μου. <<Μιλούσαμε απλώς>> κοιτάζω τον Ντομ και εκείνος έχει το βλέμμα του καρφωμένο πάνω στον Μέισον.
<<Έλα μέσα, η Μελισσα σε ψάχνει>> βάζει το χέρι του γύρω από τους ώμους μου και με τραβάει να μπούμε μέσα.
Περπατάω και νιώθω τα πόδια μου να τρέμουν όσο τον αφήνω πίσω μου.
Αν ένιωθε το ίδιο δεν θα έκανε κάτι τώρα; Δεν θα με σταματούσε; Δεν έλεγε κάτι, οτιδήποτε;
Προσπαθώ να συγκρατήσω τα δάκρυά μου όσο μπαίνουμε μέσα στο σπίτι.
Η Κέισι μας πετυχαίνει στην πόρτα και σταματάει για να με αγκαλιάσει σφιχτά και να πούμε από κοντά χρόνια πολλά.
<<Τι έγινε;>> Μου ψιθυρίζει στο αφτί και παίρνω μια κοφτή ανάσα. Πάντα με καταλαβαίνει, πόσο μάλλον τώρα που είμαι έτοιμη να κλάψω.
Κουνάω το κεφάλι μου και κοιτάζω τον Μέισον.
<<Θα έρθετε μέσα ή σκοπεύετε να κάτσετε εδώ;>> Η φίλη μου μας κοιτάζει πονηρά και ο Μέισον γελάει.
<<Εσύ γκόμενο δεν έχεις να ασχοληθείς;>> Την πειράζει και χαμογελάω με το ζόρι.
<<Έχεις ένα δικιο. Δώσαμε ραντεβού πάνω>> μας κλείνει το μάτι και προσπαθώ να αποφύγω το βλέμμα της.
<<Δεν θέλουμε να ακούσουμε. Στο καλό>> την σπρώχνει με το ζόρι και εκείνη με κοιτάζει μπερδεμένη.
Τα παιδιά όλα έχουν μεταφερθεί στο μεγάλο σαλόνι και ο διάδρομος είναι σχεδόν άδειος. Ο Μέισον με τραβάει απαλά αλλά του πιάνω το χέρι και τον σταματάω απότομα.
<<Μωράκι, τι έγινε;>> ρωτάει χαμογελαστός και μόλις με βλέπει έτοιμη να πλαντάξω σοβαρεύει. <<Έιβερι...;>>
Κουνάω το κεφάλι μου αρνητικά. <<Δ-δεν μπ-μπορώ...>> λέω και μου ξεφεύγουν ενοχικά δάκρυα. <<Δεν μπορώ να τ-το κάνω αυτό Μέις...>> λέω και το χέρι του αφήνει σιγά σιγά το δικό μου.
Αγκχ είμαι απλά μια ηλίθια. Μια ηλίθια που ξέρει μόνο να πληγώνει τους άλλους.
<<Τι εννοείς;>> ρωτάει σιγανά και προσπαθώ να αποφύγω να τον κοιτάξω. Το σιχαίνομαι αυτό που κάνω. Δεν του αξίζει.
<<Δεν μπορώ...>> λέω ξανά και νομίζω ότι σιγά σιγά καταλαβαίνει τι εννοώ. <<Συγγνώμη>> προσπαθώ να μην κλάψω αλλά την στιγμή που τυλίγει τα χέρια του γύρω μου και με τραβάει πάνω του για μια αγκαλιά, δεν τα καταφέρνω και κλαίω δυνατά. <<Συγγνώμη, Μέις. Συγγνώμη...>> επαναλαμβάνω συνέχεια αλλά δεν ακούω να λέει τίποτα.
<<Μην κλαις, Έιβερι>> λέει απαλά και επικεντρώνομαι στα χέρια του που χαιδεύουν την πλάτη μου. Με απομακρύνει από πάνω του και με κοιτάζει έντονα. <<Είσαι ερωτευμένη μαζί του;>>
Γνέφω αργά και αισθάνομαι τόσο απαίσια που του το κάνω αυτό. <<Συγγνώμη>> ξαναλέω πιο σιγά αυτή την φορά και σκουπίζω τα μάγουλά μου. <<Δεν σε κορόιδευα, στο ορκίζομαι. Δεν... δεν σε χρησιμοποίησα, αλήθεια Μέισον. Όντως σε αγαπάω. Και το ξέρεις>> μουρμουρίζω και εκείνος απλά με κοιτάζει χωρίς να πει κάτι. <<Απλά... είναι ο Ντομ>> ξεσπάω για άλλη μια φορά.
Ανεβαίνω γρήγορα τις σκάλες και τρέχω για να μπω σε ένα οποιοδήποτε δωμάτιο και να κλάψω. Για άλλη μια φορά τα έκανα όλα σκατά.
ΝΤΟΜΣ ΠΟΒ
(ζαλίστηκα με τόσες εναλλαγές στα ποβ, ουφ)
Την βλέπω να φεύγει και το χέρι αυτού του βλάκα να είναι τυλιγμένο γύρω της.
Υποθέτω θα έπρεπε να κάνω τον χαρούμενο χορό του Σνούπι μετά από ό,τι έγινε, αλλά μάλλον δεν είναι και η καλύτερη ιδέα.
Το είπε, έτσι; Δεν το φαντάστηκα;
Είπε ότι είναι τέτοιο μαζί μου σωστά;
Ναι ηλίθιε. Το είπε. Όπως επίσης είπε ότι ήταν, ΉΤΑΝ, ερωτευμένη μαζί σου γιατί πολύ απλά είσαι τόσο βλάκας που δεν το κατάλαβες πιο πριν.
Κάθομαι στο τελευταίο σκαλί και στηρίζω το κεφάλι στα χέρια μου. Ωραία. Κάτι πρέπει να κάνω τώρα, έτσι;
Μάλλον πρέπει να μπω μέσα να την αρπάξω από τον άλλο και να την φιλήσω;
Γουελ... Μόνο αυτό μου έρχεται. Άρα αυτό θα κάνω.
Δεν προλαβαίνω να σηκωθώ όρθιος και νιώθω ένα χέρι στον ώμο μου.
<<Κέισι!;>>
Όχι η Έιβερι αλλά κάτι αρκετά κοντά σε αυτήν.
<<Πως είσαι;>> Ρωτάει με μια ανεξήγητη σοβαρότητα και χαμογελάω.
<<Εμ καλά; Υποθέτω;>>
Κάθεται δίπλα στο τελευταίο σκαλί και μαζεύει το φόρεμα της. <<Έλα κάτσε. Ξέρεις δεν δαγκώνω...>> Λέει και κάθομαι. Όχι γιατί μου το είπε, αλλά ξεκάθαρα γιατί είμαι κότα και φοβάμαι να πάω να της μιλήσω.
Κοιτάζω ευθεία μπροστά την τεράστια μαύρη καγκελόπορτα και δεν μιλάω καθόλου.
<<Είναι ερωτευμένη μαζί σου>> λέει εντελώς ξαφνικά και κουνάω ασυναίσθητα το κεφάλι μου.
<<Το ξέρω>> απαντάω σιγανά και γυρίζει ολόκληρη να με κοιτάξει ξαφνιασμένη.
<<Τι εννοείς το ξέρεις;>>
Απλώνω τα πόδια μου μπροστά και βάζω τα χέρια μου στις τσέπες. <<Μου το είπε. Πριν 3 λεπτά>>
Ανασηκώνεται και πλέον με κοιτάζει ενθουσιασμένη. <<Και; Τι έγινε;>>
Ανασηκώνω τους ώμους μου. <<Τίποτα. Ήρθε ο Μέισον και πήγαν μέσα>>
Μέισον τον λένε ή είπα λάθος όνομα;
<<Ουαου>> λέει και απλώνει και εκείνη τα δικά της πόδια. <<Και ακόμη είναι η πρώτη ώρα του 2021>> σχολιάζει μόνη της και κλοτσαω κάτι πετραδάκια με το πόδι μου εκνευρισμένος. <<Τι της είπες όταν σου το είπε;>>
<<Νομίζεις πρόλαβα να πω κάτι; Μόνη της μιλούσε...>> Κλοτσαω ακόμη ένα πετραδάκι και σηκώνω λίγο χώμα. <<Και μετά ήρθε το αγόρι της και την πήρε>> λέω ειρωνικά.
Σηκώνεται όρθια και έρχεται μπροστά μου. <<Ντομ;>> Την κοιτάζω <<πήγαινε να της το πεις...>>
Ξεφυσάω. <<Είναι μαζί του. Και μου είπε ότι είναι μια χαρά. Δεν υπάρχει λόγος να πάω>>
Σκύβει στα γόνατα της και με κοιτάζει χαμογελαστή. <<Να σου πω κάτι; Ο Μέισον είναι φίλος μας, αδελφικός μας φίλος. Και όλοι στην παρέα ξέραμε ότι αυτό που προέκυψε μεταξύ τους δεν υπήρχε περίπτωση να κρατήσει. Όσο τουλάχιστον υπήρχες εσύ>> ρολάρει τα μάτια της <<Είναι καλός άνθρωπος. Και ξέρει ότι η Έιβερι ήταν, είναι και θα είναι ερωτευμένη μαζί σου, Ντομ. Την αγαπάει>> ανασηκώνει τους ώμους της <<ίσως με πολύ διαφορετικό τρόπο από ο,τι εκείνη. Θέλει να είναι ευτυχισμένη. Και πίστεψέ με, όλοι μας ξέρουμε με ποιον θα είναι πραγματικά ευτυχισμένη η Έιβερι>>
Την κοιτάζω. <<Με κάποιον γνωστό;>> Ρωτάω και γελάει.
Σηκώνεται όρθια. <<Πήγαινε. Πιθανόν να έχει ήδη μιλήσει με τον Μέισον. Τους πέτυχα στον διάδρομο>>
Με κοιτάζει με τα χέρια στην μέση και σηκώνομαι βιαστικά όρθιος.
<<Που πήγε;>>
ΕΙΒΕΡΙΣ ΠΟΒ
(τελευταίο το ορκίζομαι)
Τρέχω σαν την ηλίθια στον διάδρομο λες και με κυνηγάει κανένας. Αρκετά παιδιά έρχονται να μου μιλήσουν αλλά τους αγνοώ επιδεικτικά. Δεν θέλω να μιλήσω σε κανέναν.
Βρίσκω την πόρτα που ήθελα και ανεβαίνω την εξωτερική σκάλα γρήγορα μέχρι να φτάσω στην ταράτσα.
Ναι, θα προτιμούσα να πάω κάπου πιο ζεστά αλλά η πιθανότητα να βρίσκονται σε όλα τα δωμάτια ζευγάρια και να κάνουν σεξ, είναι μεγάλη. Οπότε το προτιμώ να κάτσω στο κρύο παρά να τους ακούω.
Βγαίνω γρήγορα έξω και το ο αέρας με χτυπάει απευθείας στο υγρό μου πρόσωπο. Δεν βγαίνω πολύ στην άκρη γιατί ξέρω ότι θα παγώσω, οπότε κάθομαι σε έναν τεράστιο σωλήνα, εκεί που καθόμαστε συνήθως όταν ερχόμαστε με τα κορίτσια εδώ πάνω για να δούμε τα καλοκαιρινά βράδια το ηλιοβασίλεμα.
Τυλίγομαι με το σακάκι του Μέισον και σχεδόν αμέσως συνειδητοποιώ ότι και τον χώρισα με τον χειρότερο τρόπο και ακόμη έχω το σακάκι του. Μάλλον πρέπει να του το επιστρέψω κάποια στιγμή.
Βγάζω το κινητό μου από την τσέπη και κοιτάζω μήπως και υπάρχει κάποιο μήνυμα... ή έστω κάποια κλήση... αλλά φυσικά, τίποτα!
Πως είναι δυνατόν;
Θέλω να πω... εντάξει. Το καταλαβαίνω αν νιώθει άβολα και δεν θέλει να με δει αυτή την στιγμή μπροστά του. Θα μπορούσε ίσως να μου στείλει κάποιο μήνυμα, αν δεν θέλει να μου μιλήσει τώρα. Ή να κανονίζαμε αύριο να συναντηθούμε για να τον αφήσω να μου πει ό,τι έχει να μου πει και μετά να πάω να κλάψω με τις ώρες στο κρεβάτι μου.
Τα έχω κάνει και επισήμως σκατά, έτσι;
Καταρχάς για ποιον λόγο άνοιξα το στόμα μου και το είπα στον Ντομ. Δηλαδή πόσο ηλίθια είμαι;
Αλλά να μου πεις, από την άλλη, έπρεπε κάποια στιγμή να το μάθει. Τι τώρα, δέκα λεπτά μετά την αλλαγή του χρόνου, τι σε έναν μήνα, σωστά;
Όχι, αλλά τέλος πάντων.
Την στιγμή που αποφασίζω να σηκωθώ, κυρίως γιατί έχω παγώσει σύγκορμη, ακούω την σιδερένια πόρτα να ανοίγει.
Ω τέλεια. Θα είναι η Κέισι για να με παρηγορήσει. Της χάλασα και το δικό της βράδυ. Υπέροχα.
Βγαίνει μια φιγούρα και δεν καταλαβαίνω να ξεχωρίσω ποιος είναι. Προχωράει μπροστά και νομίζω ανοίγει φακό.
Κάτσε.
Ο... Ντομ;
<<Ντομ;>> φωνάζω και γυρνάει αμέσως προς το μέρος μου.
<<Έιβερι. Αν αργούσες να μιλήσεις άλλο ένα δευτερόλεπτο θα νόμιζα ότι έχεις ήδη πηδήξει>> έρχεται με φόρα κάτω πάνω μου και κατεβάζει τον φακό για να μην με χτυπάει στα μάτια.
<<Γιατί να πηδήξω;>>
Ανασηκώνει τους ώμους του. <<Δεν ξέρω. Μάλλον δεν είσαι αρκετά ευχαριστημένη με το 2021 ήδη>> λέει και χαμογελάω.
<<Απλά μου αρέσει να κάθομαι εδώ>> του δείχνω τον σωλήνα. <<Με τα κορίτσια, δηλαδή. Εδώ καθόμαστε>> γνέφει αν και ξέρω ότι δεν τον πολυνοιάζει. <<Πως ήξερες που είμαι;>>
<<Η Κέισι υποψιάστηκε ότι μάλλον ήρθες εδώ>> γουελ, η Κέισι μάλλον με ξέρει υπερβολικά καλά.
<<Και;>> ρωτάω. Χαίρομαι που το μοναδικό φως που υπάρχει προέρχεται από τον φακό του κινητού του και από τα αστέρια. Μπορώ να τον κοιτάζω πιο άνετα στα μάτια. <<Γιατί ήρθες;>> ψιθυρίζω.
Παίρνει μια κοφτή ανάσα. Παίζει με το κινητό του κουνώντας το εδώ και εκεί. Μάλλον ούτε ο ίδιος του ξέρει γιατί ήρθε.
Αφήνει το κινητό πίσω μου πάνω στον σωλήνα με τον φακό προς τα πάνω για να φωτίζει λιγάκι περισσότερο το μέρος.
Το επόμενο που κάνει είναι να με πιάσει από το σβέρκο και να με τραβήξει ενάντιά του. Τα χείλη του βρίσκουν τα δικά μου και τα μάτια μου γουρλώνουν από την απότομη κίνηση.
Κάτσε. Τι συμβαίνει μόλις τώρα;
Ξεκολλάει από πάνω μου ενώ εγώ εξακολουθώ να τον κοιτάζω τρομαγμένη.
<<Μάλλον αυτά που είπες πριν δεν τα εννοούσες;>> ρωτάει και χαμογελάει.
<<Γιατί με φίλησες;>> ρωτάω και νιώθω ακόμη πιο ηλίθια. Ρωτάνε τέτοια πράγματα;
Τυλίγει τα χέρια του γύρω από την μέση μου. <<Θέλεις να φύγω;>> ψιθυρίζει και κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου. <<Δεν μου είπες ότι είσαι ερωτευμένη μαζί μου;>> με ρωτάει και γνέφω αυτόματα. <<Ε ωραία τότε>>
Ξανακολλάει τα χείλη του στα δικά μου, αυτή την φορά πιο απαλά και ναι... Αυτή την φορά ΌΝΤΩΣ το απολαμβάνω και δεν τον κοιτάζω λες και πρόκειται να μου βγάλει κάποιο δόντι.
Τυλίγω τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του το σακάκι του Μέισον γλιστράει από τους ώμους μου πέφτοντας κάτω. Αλλά χεχ δεν νιώθω καν το κρύο αυτή την στιγμή.
Και ναι. Το επιβεβαιώνω. Φιλάει πολύ καλύτερα από όσο μπορούσα να φανταστώ.
Και θέλω να τσιρίξω αυτή την στιγμή.
Ο Ντομ. Φιλάει. Εμένα.
Μάλλον βρίσκομαι σε κάποιο παράλληλο σύμπαν. Δεν εξηγείται αλλιώς, σωστά;
ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
Αυτή την φορά είμαι εγώ που απομακρύνομαι πρώτη. Όχι για να το παίξω δύσκολη ή κάτι τέτοιο, γιατί πολύ απλά στην συγκεκριμένη περίπτωση παραείμαι εύκολη. Τον κοιτάζω έντονα στα μάτια. <<Τι σημαίνει αυτό;>> ρωτάω γιατί αν δεν ακούσω αυτό που θέλω να ακούσω, δεν πρόκειται να πιστέψω ότι όντως αυτή την στιγμή είναι εδώ και με φιλάει.
Χαϊδεύει απαλά το μάγουλό μου. <<Γιατί ερωτευμένος, Έιβ. Περισσότερο από όσο νομίζεις>> απαντάει και σχεδόν αμέσως νιώθω τα γόνατά μου να λυγίζουν.
Το είπε;
Το είπε, έτσι;
Σίγουρα το είπε ή απλά το φαντάστηκα.
<<Μα πως...;>> καταφέρνω να ψελλίσω.
Με αφήνει και βγάζει το παλτό του. Το περνάει πάνω από τους ώμους μου γιατί μάλλον κατάλαβε ότι ακόμη και το φιλί του δεν μπορεί να με ζεστάνει και με τραβάει να κάτσουμε πάνω στον σωλήνα, δίπλα στο κινητό του.
<<Αυτό ακριβώς που είπες και εσύ Μέιβ. Κάθε μέρα ήμασταν μαζί, ήταν αναμενόμενο>> χαμογελάω σαν την χαζή αλλά δεν με νοιάζει. <<Με έκανες να αγαπήσω τα Χριστούγεννα. Και εσένα μαζί>>
Οκευ. Κάποιος να με τσιμπήσει. Δεν παίζει να τα λέει όλα αυτά.
<<Αλήθεια αγάπησες τα Χριστούγεννα;>> ρωτάω και γελάει.
<<Μετά από τόσα βασανιστήρια που άντεξα, δεν είχα άλλη επιλογή ξέρεις>> λέει και καλά ενοχλημένος και τον σπρώχνω. <<Μάλλον άργησα να καταλάβω πόσο σημαντική μου είσαι, Έιβ. Όταν σε είδα με τον Μέισον συνειδητοποίησα πόσο βλάκας ήμουν που->>
<<Και η Λόρεν;>>
<<Η Λόρεν με παρακάλεσε να έρθω εδώ>> παραδέχεται και μένω με το στόμα ανοιχτό.
Τι;
Ναι σε λίγο θα μου πει ότι χάρηκε κιόλας.
<<Γιατί;>>
<<Ήξερε ότι την χώρισα για εσένα>> απαντάει απλά και παθαίνω το 5ο σοκ για σήμερα. <<Μην το παίρνεις πάνω σου>> λέει και αφήνω ένα γελάκι.
<<Δεν ξέρω τι να πω>> σφίγγω περισσότερο το παλτό του πάνω μου.
Περνάει το χέρι του γύρω από τους ώμους μου. <<Χαίρομαι που μπήκες στην ζωή μου>> λέει αρκετά σοβαρά και είμαι έτοιμη να αρχίσω να κλαίω για άλλη μια φορά σήμερα. <<Και που μου έδειξες πόσο ωραία γιορτή είναι τα Χριστούγεννα. Σε ευχαριστώ Έιβ. Αλήθεια>> χαϊδεύει απαλά το χέρι μου.
Σκύβω προς το μέρος του και τον φιλάω. Τον αγκαλιάζω και τον φέρνω όσο πιο κοντά μου γίνεται.
<<Τελικά πιστεύεις στο πνεύμα των Χριστουγέννων;>> ρωτάω πάνω στα χείλη του.
<<Όχι. Έλεος>>
~~~
ΟΧΙ ΔΕΝ ΘΑ ΚΛΑΨΕΙΣ. ΔΕΝ ΘΑ ΚΛΑΨΕΙΣ. ΔΕΝ ΘΑ-
ΟΚΕΥ ΚΛΑΙΩ.
Η ωραιότερη ιστορία που έχω γράψει μόλις τελείωσε.
Ελπίζω να σας άρεσε, να ταξιδέψατε μαζί με την Έιβερι και να αγαπήσατε έστω και λίγο παραπάνω τα Χριστούγεννα.
Σας ευχαριστώ πολύ♥
Φιλάκια πολλά πολλά.
Ρια♥
*ρουφάει την μύτη της στο χαρτομάντιλο και εξακολουθεί να κλαίει με μαύρο δάκρυ*
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top