|3|- ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΗΣΗ

Ένας μήνας είχε περάσει. Ούτε λιγότερο, ούτε περισσότερο.

Καθημερινά, μόλις άνοιγε τα μάτια του, έβαζε μηχανικά το χέρι του στα διπλανά μαξιλάρια. Μόλις καταλάβαινε ότι δεν υπήρχε κανείς, το κενό ξαναπλάγιαζε στην ψυχή του.

Όταν έπινε τον πρωινό καφέ του, κοίταζε την κάρτα του ψυχολόγου που του είχε δώσει η Mariah. Έλεγε στον εαυτό του πως κάποια μέρα θα πάει, αλλά δεν το έκανε.

Πήγαινε στην δουλειά σαν κλέφτης. Μακριά από δημοσιογράφους ή κάθε είδους φωτογράφους. Δεν ήθελε κανέναν τους, δεν ήθελε να ακούει την ίδια υπόθεση, με τον ίδιο ως κύριο ύποπτο.

Όταν έμπαινε στο γραφείο του, καλημέριζε τυπικά όποιον έβρισκε μπροστά του κι έμπαινε στο γραφείο με την καρδιά του να τρέχει σαν τρελή. Η μοναξιά είχε γίνει ο καλύτερος φίλος του, ο καλύτερος ακροατής και η πιο συμπονετική μορφή που είχε κοντά του.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Μπήκε στο γραφείο του αλαφιασμένος, ως συνήθως. Κάθισε στην δερμάτινη καρέκλα του και άφησε πιο δίπλα τον χαρτοφύλακα του.

Στήριξε στους αγκώνες του το κεφάλι του, μη έχοντας κάτι άλλο να κάνει. Πήρε ένα έγγραφο, που είχαν αφήσει πιο 'κει και το μελέτησε εξονυχιστικά. Πριν καν τελειώσει την ανάγνωσή του, κάποιος χτύπησε την πόρτα του. Δέχτηκε απρόθυμα τον καλεσμένο του.

Ένας άντρας γύρω στα σαράντα μπήκε μέσα. Με την τραχιά φωνή και τον ευγενικό του τόνο, τον χαιρέτησε.

"Καλημέρα κύριε McAdams. Παρακαλώ ακολουθήστε με."

"Συγγνώμη, ποιος είστε;" Ρώτησε με δυσπιστία ο Andrian. Τα μάτια του εξέπεμπαν μια ζωντάνια, που είχαν καιρό να κάνουν.

"Με στέλνει η επιθεωρητής Woods," απάντησε απλά, κοιτώντας τον με ένα έντονο βλέμμα.

Ο Andrian θα μπορούσε κάλλιστα να αρνηθεί να τον ακολουθήσει, όμως το ένστικτό του έλεγε πως συνετό ήταν να πάει μαζί του, πιθανώς στο Τμήμα που κλήθηκε.

"Μετά από εσάς," αποκρίθηκε κυνικά και σηκώθηκε από το γραφείο του. Πήρε τον χαρτοφύλακα, που είχε πετάξει προηγουμένως παραπέρα, και κούμπωσε το κουμπί από το σακάκι του.

Περπατούσε αργά, μα σταθερά, σκεπτόμενος διάφορα σενάρια που μπορεί να αποζητούσαν την παρουσία του στο Τμήμα.

Μπήκαν σε ένα μαύρο αμάξι, που σε καμία περίπτωση δε θύμιζε περιπολικό. Έστειλε βιαστικά μήνυμα στην δικηγόρο του, αναφέροντας την κατάσταση. Ο μεσήλικας -δεν είχε αποκαλύψει το όνομά του έως τώρα- καθόταν δίπλα του και κοίταζε ευθεία μπροστά. Δεν έδειχνε σε καμία περίπτωση εχθρικός, ή μη προσιτός, μα η στάση του αυτή έδειχνε απόκοσμη και τρομαχτική.

"Κύριε McAdams θα σας παρακαλέσω να αφήσετε τώρα το κινητό σας στην άκρη, γιατί σχεδόν φτάσαμε," του είπε ο άντρας χωρίς να αλλάξει κέντρο προσοχής.

Παραξενεμένος ο Andrian, υπάκουσε στις εντολές όσο πιο διακριτικά μπορούσε. Και πράγματι, μετά από δύο λεπτά, είχαν φτάσει στο Τμήμα.

Βγήκε πρώτος ο άντρας και περίμενε καρτερικά τον χήρο να βγει από το κατάμαυρο αμάξι. Ο δεύτερος το έκανε, έχοντας ένα τέλεια ανέκφραστο πρόσωπο και στην συνέχεια ακολούθησε τον άντρα εντός του κτηρίου.

Περιπλανιόταν μαζί με τον άντρα σε μεγάλους διαδρόμους, που έμοιαζαν να μην έχουν τελειωμό. Άντρες με τις κλασικές στολές έτρεχαν από εδώ κι από εκεί, ή απλώς περπατούσαν ανάμεσα στις πόρτες των ατελείωτων διαδρόμων.

"Πού ακριβώς πάμε;" Έσπασε την σιωπή για πρώτη φορά ο Andrian, νιώθοντας την υπομονή του να τον αφήνει.

"Η υπομονή είναι αρετή," του απάντησε αινιγματικά ο άντρας.

"Θα μπορούσα τουλάχιστον να μάθω το όνομά σου;"

"Gordon."

Ο Andrian του έγνεψε, χωρίς να είναι σίγουρος εάν τον είδε. Πάντως ακολούθησε την αινιγματική του απάντηση και δεν ξαναμίλησε.

Ανέβηκαν τουλάχιστον τρεις ορόφους με τις σκάλες και ύστερα ακολούθησαν και πάλι τους διαδρόμους. Ύστερα έστριψαν δεξιά και μετά ξανά δεξιά. Ο Gordon χτύπησε την πόρτα που βρήκαν μπροστά τους και την άνοιξε χωρίς να περιμένει.

Βρέθηκαν σε ένα δωμάτιο που στη μέση βρισκόταν ένα τραπέζι και δύο καρέκλες αντικριστά. Μόνο αυτό. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο στον χώρο.

"Έαν υπήρχε θέμα ανάκρισης, θα μπορούσες να με ενημερώσεις. Άλλωστε, ο Τύπος θέλει να κηρυχθώ δολοφόνος," σχολίασε πικρόχολα και εισχώρησε παραπάνω στο δωμάτιο.

"Παρακαλώ καθίστε σε μια καρέκλα και θα έρθει ο αρμόδιος ανά πάσα στιγμή."

Έπειτα, ο Gordon άφησε πίσω τον Andrian, καθισμένο σε μια καρέκλα και έφυγε από το δωμάτιο με το ίδιο, κυνικό και παγωμένο βλέμμα.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Andrian περίμενε κάμποση ώρα μέσα στο δωμάτιο ανάκρισης. Δεν είχε, όπως ήταν προφανές, κάτι να κάνει, οπότε είχε στηρίξει με το ένα του χέρι το κεφάλι του και με το άλλο χτυπούσε τα δάχτυλά του στο τραπέζι.

Το δωμάτιο φάνταζε τρομαχτικό, έτσι άδειο και σκοτεινό που ήταν. Δεν έβλεπες κάθε γωνιά, αφήνοντας την φαντασία να πλάθει διάφορα και να τρομοκρατεί το υπόλοιπο μυαλό.

Όταν επιτέλους άνοιξε η πόρτα, φάνηκε να ενθουσιάζεται, έτσι όπως ανακάθισε στην καρέκλα του. Είδε μια γυναικεία σιλουέτα να εισχωρεί στον χώρο και ύστερα να χάνεται με το κλείσιμο της πόρτας. Μόλις πλησίασε αρκετά, παρόλαυτα, κατάφερε να αναγνωρίσει μια μαύρη γυναίκα, γύρω στα τριάντα, με έντονα, μαύρα, φουντωτά μαλλιά.

"Andrian McAdams· ο κύριος της κυρίας," σχολίασε η γυναίκα και έκατσε απέναντι του. Πέταξε τον φάκελο στο τραπέζι, καθώς τον κοίταζε έντονα στα μάτια.

"Ίσως για κάποιους λάτρεις της τέχνης να ήμουν ο συνοδός της γυναίκας μου," είπε και ανατρίχιασε και μόνο στην αναφορά της. "Εσείς όμως ποια είστε;" Επέστρεφε το ίδιο βλέμμα, που του έδινε και εκείνη.

"Ονομάζομαι Eleanor Calt."

"Όπως καταλαβαίνω, θα είστε ο ανακριτής μου σήμερα," της είπε με ένα στραβό χαμόγελο και πήγε λίγο προς το μέρος της το πρόσωπό του.

"Ω, κύριε McAdams, δεν θα είμαι απλώς ο ανακριτής σας," του απάντησε εκείνη στωικά. "Θα μάθω την αλήθεια είτε το θέλετε, είτε όχι. Και είμαι σίγουρη ότι δεν τα έχετε πει όλα στην επιθεωρητή Woods."

"Φαίνεται πως ξέρετε τα πάντα," την ειρωνεύτηκε παγερά. "Φαίνεται πως εμένα δεν με χρειάζεστε."

Η Eleanor άνοιξε τον φάκελο στην πρώτη σελίδα και διάβασε αθόρυβα μερικά δευτερόλεπτα.

"Έχω δει στις ταινίες πως γίνεται. Γίνονται ερωτήσεις τύπου, πού ήσουν την ώρα του εγκλήματος; Ή είχε κάποιον που μπορεί να ήθελε να τον βλάψει;"

"Κύριε McAdams, για ανάκριση για τον θάνατο της γυναίκας σας, είστε πολύ ευδιάθετος," σχολίασε πικρόχολα η Eleanor και ένιωσε εσωτερική ευχαρίστηση, όταν τον είδε να κάθεται πίσω στην καρέκλα του άλαλος.

"Οπότε," του είπε εν συνεχεία. "Πού ήσασταν την ώρα του εγκλήματος;" Το στραβό χαμόγελο της διαγραφόταν ακόμη και στον χαμηλό φωτισμό του δωματίου.

"Στην δουλειά," της απάντησε απλά.

"Υπάρχει κάποιος που μπορεί να το εξακριβώσει;"

"Όλη η εταιρία," την ειρωνεύτηκε. "Διευθύνω μία, εάν ξέρετε. Οπότε δεν θα έλεγα ότι ήμουν απλώς σύνοδος της Alina."

"Τι ακριβώς κάνατε όταν φτάσατε σπίτι σας;" Τον ρώτησε, παραλείποντας να σχολιάσει την παρατήρηση του άνδρα.

"Μπήκα στο σπίτι, νιώθοντας κουρασμένος σωματικά και ψυχολογικά -ένα τηλεφώνημα μου στέρησε πολύτιμο χρόνο, που θα μπορούσα να περάσω με την γυναίκα μου. Τα τελευταία της λεπτά. Εν τέλει, το μόνο που με κρατούσε ήταν ότι θα την έβλεπα. Τα πάντα ήταν σκοτεινά ολόγυρα, σαν να μην υπήρχε κανείς μέσα. Εάν όμως η Alina είχε φύγει, θα με ενημέρωνε. Υπέθεσα, λοιπόν, ότι θα ήταν στο ατελιέ της, στον δικό της παράδεισο. Άφησα τα πράγματά μου στην άκρη και ακολούθησα το ένστικτο μου. Πράγματι ήταν εκεί," η φωνή του έσπασε στην τελευταία φράση.

"Το νοσοκομείο πόσο σύντομα το πήρατε;"

"Δ-δεν πήρα," κόμπιασε συνειδητοποιώντας το μέγιστο λάθος του. "Πήρα την επιθεωρητή Woods, πρώτη από όλους."

Η Eleanor συνωφρυώθηκε με την απάντηση του.

"Γιατί καλέσατε την Αστυνομία, κι όχι ασθενοφόρο;"

Ο Andrian την κοίταξε με ένα άβολο βλέμμα, δεν είχε ιδέα εάν ήθελε να αποκαλύψει τίποτε. Η γυναίκα άφησε το μπλοκ, στο οποίο κρατούσε σημειώσεις, πάνω στο τραπέζι και στηρίχθηκε στις γροθιές της.

"Πρέπει να πείτε την πλήρη αλήθεια."

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ξανά μαζί σε ένα μαγαζί, τίποτα ασυνήθιστο. Ο Andrian είχε ξυπνήσει άσχημα εκείνο το πρωινό. Ίσως έφταιξε η έντονη, πρωινή βροχή. Ίσως και όχι.

Η Alina τον κοίταζε θαμπωμένη, αν και στην αρχή της σχέσης του ήταν διστακτική. Δεν ήθελε να αποκαλύψει τα συναισθήματά της τόσο εύκολα.

Ο Andrian κοίταζε αγριωπά τον χώρο τριγύρω. Φαινόταν ότι κάτι τον χαλούσε.

"Τουλάχιστον προσποιήσου ότι περνάς καλά," τον παρακάλεσε.

Εκείνος, σαν να ξύπνησε από λήθαργο, την κοίταξε έντονα.

"Περνάω καλά. Απλά νιώθω ότι κάτι δεν πάει σωστά εδώ μέσα."

"Σαν τι;" Τον ρώτησε, κι άρχισε να κοιτάζει γύρω της αδιάκριτα.

"Ηρέμησε," της είπε βλοσυρά. "Ακόμη κι αν ήταν η ιδέα μου, πλέον σε χαζεύουν πολλοί."

"Και εσένα τι σε νοιάζει;" Απόρησε αδιάφορη. "Στο δικό σου τραπέζι κάθομαι."

"Απλά όταν βγαίνουμε έξω, πάντα συμβαίνει κάτι τέτοιο," διαπίστωσε απογοητευμένος.

"Νόμιζα ότι θα είχες καταλάβει -εδώ και δύο μήνες που βγαίνουμε- πως δεν κοιτάζω άλλον άντρα πέρα από εσένα," του απάντησε χαμογελαστή και έπιασε το χέρι του. "Τώρα, σταμάτα να κάνεις σαν ανώριμο παιδί· είμαστε και οι δύο ενήλικες."

"Εντάξει."

Με αυτή του την απάντηση, η Alina χαμογέλασε σαν περήφανη δασκάλα.

Κάθισε καλύτερα στην θέση της, ενώ ο Andrian την πήρε στην αγκαλιά του.

Είχαν ηρεμήσει τα πράγματα, όταν ο Andrian παρατήρησε έναν άγνωστο άντρα να κοιτάζει εξαιρετικά έντονα την Alina. Μετά από τη συζήτηση τους όμως, αποφάσισε να μην του δώσει σημασία. Η Alina δεν φαινόταν να έχει καταλάβει κάτι, μιας και δεν είχε κουνηθεί ούτε στο ελάχιστο.

Όσο περνούσε η ώρα, η άσχημη κατάσταση κλιμακωνόταν, σε σημείο ο άντρας να πλησιάσει το τραπέζι.

Μόλις η Alina τον είδε, ο Andrian πρόσεξε πως το πρόσωπό της παραδόθηκε στη δυσάρεστη έκπληξη, μα έπειτα αντικαταστάθηκε σε χαμόγελο.

Σηκώθηκε από το τραπέζι, συνεπώς κι από την αγκαλιά του αγοριού της, και βρέθηκε στην δική του.

"Andrian, αυτός είναι ο Cole, παιδικός μου φίλος."

Ο φόβος του Andrian εξατμίστηκε μονομιάς. Χαιρέτησε τον Cole με μια χειραψία και ξανακάθισε στην καρέκλα του.

"Και ο πρώτος της έρωτας," είπε γελώντας ο φίλος της Alina. Η δεύτερη τον κοίταξε με ένα ελαφρύ κοκκίνισμα στα μάγουλα.

Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, κάθισαν μαζί με τον Andrian να κερνά ποτά τον πρώην της Alina.

~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Andrian είχε ανάμικτα συναισθήματα για εκείνο το βράδυ. Δεν ήξερε με βεβαιότητα εάν πέρασε καλά, ή όχι. Αν και η παρέα του ήταν παραπάνω από καλή, το γεγονός ότι ήταν πρώην της κοπέλας του -και πόσο μάλλον ο πρώτος της έρωτας- έκανε τα πάντα πιο περίπλοκα.

"Δεν μου είχες μιλήσει ποτέ για τον Cole," αν και προσπάθησε να μιλήσει ήρεμα, τα συναισθήματά τον πρόδωσαν.

"Δεν το θεωρούσα σημαντικό," ήταν η απάντηση της.

"Δεν είναι δα κι ασήμαντος ο πρώτος έρωτας κάποιου," σχολίασε με πικρία.

"Andrian, σου ζήτησα κάτι στο μπαρ," αποκρίθηκε με προειδοποιητικό τόνο εκείνη. "Μην κάνεις σαν παιδί."

"Γαμώ το, κατάλαβε το· την έχω πατήσει πολύ άσχημα μαζί σου."

Η εξομολόγηση του την εξέπληξε. Όχι προς το περιεχόμενο, γιατί με τον έναν τρόπο ή με τον άλλον γνώριζε τι ένιωθε, αλλά με την σκέψη να επιβεβαιώσει κάθε εικασία της Alina.

"Πίστεψέ με όταν σου λέω πως κι εγώ νιώθω το ίδιο," του εξομολογήθηκε και εκείνη.

Πάει κι αυτό το κεφάλαιο!

Θέλω να μου γράψετε εντυπώσεις, γιατί αν και μου αρέσει, δεν φαίνεται να υπάρχει ανταπόκριση.
Τέλος πάντων, επειδή εμένα μου αρέσει θα την συνεχίσω.

Αυτό ήταν για τώρα, τα λέμε την επόμενη φορά. Καλό μεσημέρι!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top