Πέντε χρόνια μετά
Χρωστάω ενα τελος σε έναν έρωτα , έτσι?
Τζεημς
Ο Πιερ είναι ακόμη απο κάτω μου. Τραβιέμαι απότομα και σηκώνομαι πάνω. Ψάχνω το τζην μου , είναι πεταμένο κάτω στο σωρό με τα ρούχα , το ξεχωρίζω και το φοράω.
"Έχω δουλειά" μουρμουρίζω βιαστικά.
"Πάντα έχεις Τζέημς. Κάτσε λίγο όμως . Ειπαμε είμαι ξεπέτα αλλά όχι κι ετσι"
Κάθομαι στην άκρη του κρεβατιού. Τον κοιτάω καθώς παίρνει το χέρι μου και το φιλάει. Τραβιέμαι.
"Δεν είσαι ξεπέτα . "
Γελάει.
"Μας έπεισες "
Τον Πιερ τον γνώρισα στην τελευταία έκθεση που έκανα. Ήταν σαν ψάρι έξω απο το νερό. Είχαμε κοινούς γνωστούς. Αυτός βεβαια οδηγός σε ράλι κι εγω αυτός που είμαι. Δεν ήξερε τίποτα απο ζωγραφική. Δεν νομίζω να του άρεσαν καν οι πίνακες μου. Αλλά ήταν ξεκούραστο να περνάω τον χρόνο μου με κάποιον που δεν είναι της τέχνης. Όσο και να μου αρέσει να ζωγραφίζω, όσο και να έχω αποκτήσει όνομα , ένα σχετικό όνομα μετά απο τόσες εκθέσεις δικές μου , και πάλι στον ελευθερο χρόνο μου βαριέμαι να αναλύω για τέχνη. Κάνω αυτό που κάνω και μετά δεν θελω αναλύσεις. Οποιος κατάλαβε κατάλαβε.
"Εχω μια θεωρία γύρω απο εσένα"
Ανασηκώνεται και κάθεται στο κρεβάτι . Απο πάνω έχει ράφια με τα βραβεία του.
"Κάτι μου λεει πως θα την ακούσω"
"Κάτι μου λεει πως κάποιος σε πλήγωσε πολύ και δεν μπορείς να δεθείς συναισθηματικά με κανέναν. Θέλω να πω..τα περνάμε όμορφα..αλλά πάντα στο τελος φευγεις σαν τον κλέφτη. "
Κάποιος με πλήγωσε πολύ, ε?
Κάποιος , ναι. Κάποτε. Πολύ.
"Αλήθεια βιάζομαι. Πρεπει να περάσω απο τον Τζιάκομο. Κανονίζουμε μια έκθεση"
"Δεν απάντησες όμως σε αυτό που είπα"
Τον κοιτάω στα μάτια. Δεν έχω ανάγκη να μιλήσω σε κανεναν για εκείνον. Με παράτησε όταν ο κόσμος μου ήταν χτισμένος γύρω απο εκείνον. Του τελείωσε μου ειπε και μουρμούρισε ένα συγνώμη. Τι μπορώ να πω γι αυτό?
"Τον σκέφτεσαι και τώρα που μιλάμε , έτσι δεν έιναι?"
"Αδικείσαι που έγινες οδηγός, ψυχολόγος έπρεπε να γίνεις" λεω ανάλαφρα , δεν θελω τετοιες συζητήσεις. Δεν έχουν νόημα.
Σηκώνομαι πάνω και βάζω την μπλούζα μου. Τα αθλητικά και το μπουφάν μου.
"Τα λέμε" σηκώνω το χέρι και χαιρετάω .
...................
Στο δρόμο παίρνω ένα καφέ στο χέρι. Ο Τζιακομο μου στελνει μήνυμα πως θα αργησει και να τον περιμένω στο γραφείο του.
Ο Τζιακομο..
Με μάζεψε . Κυριολεκτικά. Σε κακό χάλι.
Δεν θελω να θυμαμαι την μέρα που το τελειωσε ο Κρας .
Ούτε τις αηδίες επειτα που ειπε περί χρηματων. Δεν ήθελα τα λεφτά του, δεν ήθελα τίποτα εκτός απο εκείνον. Δεν ήθελα αποζημιωση για αυτα που περασαμε. Ήθελα εκείνον.Θυμαμαι να κλαιω στο τηλέφωνο και να τον παρακαλάω κι εκείνος να κάθεται σιωπηλός στην άλλη ακρη της γραμμής. Να μην έχει τίποτα να μου πει.
"Μου τελείωσε"
Η φραση αυτή θα με στοιχειωνε για χρόνια.
Το πρώτο καιρό κρεμάστηκα πάνω στον Τζιακομο. Με βοήθησε. Και στην σχολή καλών τεχνων μπήκα και μου βρήκε μια δουλειά σε μια γκαλερί. Έβγαζα τα έξοδα μου, νοικιασα ένα μικρό σπίτι, μακριά απο τον Κρας, σε άλλη πόλη. Προσπαθούσα να καταλάβω που έφταιξα. Τον επαιρνα τηλέφωνα και δεν τα σήκωνε. Αν τα σήκωνε θα τον ικέτευα να με δεχτεί πίσω με οτι όρο ήθελε. Δεν είχα αξιοπρεπεια . Σύντομα άλλαξε αριθμό. Ξεκίνησα να του στελνω γράμματα.
Να τον ικετευω.
Μετά να του λέω πως έχω βρει αλλον.
Μετά πως του ειπα ψέμματα και πως μόνο αυτόν ήθελα και πως θα τον περίμενα για πάντα.
Επειτα του έστελνα μονο τα νέα μου. Το γεγονός πως δεν μου επιστρέφονταν τα γραμματα μου πίσω, ήταν για μένα ένας αόρατος δεσμός με εκείνον. Κι ας μην ήξερα αν παραλαμβανει τα γραμματα μου, ή καποιος κάπου τα διάβαζε και γελούσε με τον πιτσιρικά που παρακαλούσε για ενα χάδι, για ένα τηλέφωνο, για το οτιδήποτε.
Στην σχολή είχα βγαλει την φήμη του αντικοινωνικού. Κάποιοι με πλησίασαν αλλά δεν ενδιαφερόμουν. Θα έκανα καιρό για να ενδιαφερθώ ερωτικά για κάποιον . Και ποτέ δεν θα επέτρεπα να με αγγίξει κάποιος όπως ο Κρας. Αφιερώθηκα στην ζωγραφική. Όχι γιατί πιστευα πως είχα ταλέντο ή φιλοδοξίες. Ήταν απλά ανυπόφορο το αίσθημα που έκρυβα μέσα μου και μόνο πανω στους καμβάδες μπορούσα να εκτονώσω αυτό που είχα μέσα μου, αυτό που ήθελε να εκραγεί, να σκάσει σαν πυροτεχνημα.
Τα έργα μου τα βρηκαν καταπληκτικά.
Έτσι είπε ο Τζιακομο. Ήταν πάντα κάτι σαν καθοδηγητης. Τον αφηνα να καθοδηγεί τα πάντα γυρω απο τους πινακες μου. Δεν με ενδιέφερε βασικά. Τα πρώτα χρόνια δεν με ενδιέφερε κάτι. Έπειτα ένιωσα πως πατούσα στα πόδια μου. Δεν ξέρω ποτε έγινε αυτό. Ίσως επειδη μεγάλωνα. Ισως γιατί ετσι παει η ζωή.
Του το εγραψα. Του εγραψα ένα γραμμα αποχαιρετισμου. Και μετά τίποτα. Αφησα την ζωή να κυλήσει.
Οι πίνακες μου πουλήθηκαν απο την πρωτη έκθεση. Τους αγόρασαν όλους. Αλλαξα σπίτι και βρηκα καλύτερη δουλειά. Άρχισα να ανεξαρτητοποιούμαι απο τον Τζιακομο. Ειχε γίνει πιεστικός εξάλλου. Χειριστικος. Και εγώ όσο μεγάλωνα δεν ένιωθα την ανάγκη ούτε για πίεση ουτε και για καθοδήγηση. Μειναμε σε μια χαλαρη επαφή. Βρισκομαστε αραια και που σαν συνεργάτες . Κάνει την επιμέλεια των εκθέσεων μου.
"Τζεημς!"
Η γραμματέας του Τζιακομο σηκώνεται πάνω και με φιλά.
"Άφησες γένια? σου πάνε, είσαι πολύ όμορφος"
Ανεκαθεν με φλέρταρε . Δεν ξέρω αν εχει καταλάβει οτι μου αρεσουν οι άντρες. Ξέρω πως δεν της πάει στο νου. Δεν ξέρω γιατί όλοι νομίζουν πως πρεπει κάποιος να είναι θυληπρεπης για να του αρεσουν οι άντρες. Όταν το αναφέρω πάντα όλοι εκπλησσονται.
"Δεν σου φαινεται καθόλου, είσαι πολύ ..για να είσαι..ξέρεις"
Όχι δεν ξέρω. Και προφανώς και αυτοι που τα λενε δεν ξέρουν τίποτα.
"Ο Τζιακομο?"
"Δεν εχει ερθει ακομη. Μπορεις να τον περιμένεις στο γραφείο του "
"Ευχαριστώ"
Το γραφείο του Τζιακομο είναι ένα κινητό χάος.
Κοιτάω γυρω τους πίνακες , τα βιβλία του. Έχει την τάση να κρατά τα πάντα. Πάνω στο γραφείο του έχει έγγραφα και προσχέδια απο πίνακες. Μικρά σημειωματάρια και μπογιές , όλα μπερδεμένα.
Θυμαμαι το γραφείο του Κρας. Πόσο αγχωνόμουν να μπω εκεί μέσα.
Ξεφυσάω. Φοβαμαι πως όσα χρόνια και να περάσουν θα μεινω πιστος στην σκέψη του. Και δεν το αξίζει. Δεν μου άξιζε. Όχι γιατι με χώρισε. Ήμουν σίγουρος πως θα γινόταν αυτό. Εκείνος ήταν πετυχημένος άντρας, με εξουσία, κύρος..ήταν ο Αλεξάντερ Κρας. Κι εγώ ένα πιτσιρικι που ειχε μαζέψει απο τους δρόμους. Δεν μπορώ να μην σκέφτομαι με ευγνωμοσύνη οτι έκανε για μενα.
Θέλω να πω...χαλαρα θα μπορούσα να με έχει. Ήμουν ερωτευμένος. Θα εμενα μαζί του και ψιχουλα να με πετούσε. Αλλά εκείνος με φρόντιζε , με έκανε να νιώθω ξεχωριστός, πιστεψε στην τεχνη μου και με ενθαρρυνε και..ακόμη με υιοθετησε. Για όνομα..ποιος το κάνει αυτό για μια αρπαχτή?
Κι επειτα..
Κι επειτα σε μια μερα το τιποτα. Και αυτό ήταν σκληρό. Ήταν σκληρό γιατί μέσα μου, βαθιά μεσα μου, πίστευα οτι με αγαπάει. Και οτι θα ήμασταν για πάντα μαζί. Ήμουν ανόητος έτσι?
Ήμουν απλά ένας πιτσιρικάς. Με σκέφεται αραγε ποτέ? Έστω για μια στιγμή? Να θυμαται την λατρεια που του είχα? τον τροπο που τον κοιτούσα σαν θεό?
Δεν ωφελεί.
Δεν ωφελει να γυρνά το μυαλο μου σε εκείνον. Είναι ναρκωτικό ο Κρας και πρεπει να σταματάω εκουσια τις σκέψεις μου για εκείνον.
Πάνω στο γραφείο βλέπω μια γνώριμη άκρη. Μια ακρη απο κάτι δικό μου.
"Απίστευτο.."
Ναι το θυμαμαι αυτό. Τι κραταει επιτελους ο Τζιακομο?
Είναι το ντοσιέ μου με τις ζωγραφιές μου απο τον καιρό του Νταιαμοντ.Ποσο καιρό έχω να το δω?
Το ξεχωρίζω μέσα απο ένα μεγαλύτερο ντοσιέ. Το βγάζω και το παιρνω στα χέρια μου. Οι πρώτες ζωγραφιές μου . Ποσο παιδικές μου φαινονται τώρα..ειναι λες και τις ζωγραφισε άλλος άνθρωπος.
Τις κοιταω προσεκτικά και μπορώ να θυμηθώ καθε μια. Είναι απίστευτο..
Το αφήνω κάτω και το βάζω πίσω στο μεγάλο ντοσιέ. Έχει μέσα ανακατεμένα έγγραφα εκεί μέσα και..
Και έχουν το όνομα μου? Είναι γεματο με αποδείξεις και..
Παιρνω στα χέρια μου την πρώτη. Είναι απο αγορά απο πίνακες μου. Η τιμη είναι συγκεντρωτική. Είναι απο την πρώτη μου έκθεση και..
Νιώθω ένα κύμα κρυου ιδρώτα να λούζει το μέτωπο μου. Νιώθω το χαρτί να γλιστρά απο το χέρι μου και με προσπαθεια το κρατώ . Το κοιταω ξανά και ξανά προσπαθώντας να χωνέψω αυτό που λεει. Το αφήνω κάτω και έπειτα ανυπομονα κοιταω τα επομενα χαρτιά.
"Γαμώτο ..τι ..τι ..γινεται.."
"Τζεημς ο Τζιακομο λεει πως θα αργησει λίγο ακόμη"
Σηκώνω το κεφάλι μου και η Κάθριν με κοιτα παραξενεμένα.
"Κλεισε την πόρτα" λεω κοφτα και το βλέμμα μου μενει καρφωμένο στα χαρτιά. Παντου το ίδιο όνομα.
Παντού. το ίδιο. όνομα.
Κάθομαι στην θεση του Τζιακομο και παίρνω ξανά απο την αρχή τα έγγραφα, τις αποδείξεις, όλα. Ένα ένα τα ξαναδιαβάζω, και είναι λες και διαβάζω όλο το παρελθον μου απο την αρχή. Ενα παρελθον όμως διαφορετικά φωτισμένο.
Το όνομα του Αλεξάντερ Κρας με κοιτα σαν αβυσσος .
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top