Κεφάλαιο 3ο
Λογομαχίες.
Περπατάμε στο διαδρόμο, εκείνο το διάδρομο που διασχίζω κάθε μέρα εδώ και τρία χρόνια, εκείνο το διάδρομο που θα συνδέει τις αναμνήσεις μου από τα τελευταία μου σχολικά χρόνια, εκείνο το διάδρομο που γέμιζει από φωνές, τσιρίδεςκαι γέλια σε κάθε χτύπημα του κουδουνιού, εκείνος ο διάδρομος δεν υπάρχει πια. Τη θέση του έχει πάρει ένας νέος, πιο γκρίζος, πιο μελαγχολικός, -ίσως να το βλέπω εγώ έτσι, ίσως και όχι- πιο άδειος -και γεμάτος την ίδια ώρα- από ποτέ...
Δεξιά και αριστερά μου παιδιά στο πάτωμα να αγκαλιάζουν το ένα το άλλο, κάποια να κλαίνε, άλλα να κοιτάζουν ένα νοητό σημάδι στον απέναντι τοίχο, άλλα να φωνάζουν, άλλα να παραμιλάνε και εγω να σκέφτομαι...Πότε έγιναν όλα αυτά; Όσο κοιμόσουν. Γιατί είναι όμως τόσο λίγοι, που είναι οι υπόλοιποι; Σαν να διάβασε τη σκέψη μου, ο Έκτωρας που τόση ώρα τον ακολουθούσα στο ίδιο μου το σχολείο δίχως να γνωρίζω πραγματικά που πηγαίνω, απαντάει στην ερώτησή μου. "Όπως σου είπα, πολλοί ήταν αυτοί που επιχείρησαν να φύγουν..." Μα δεν καταλαβαίνω, ποιος είναι εκεί έξω; "Όχι ποιος...τι" για άλλη μια φορά απάντησε στη νοητή μου ερώτηση.
"Φτάσαμε" λέει και καθαρίζει τη φωνή του η οποία πολλές φορές πήγαινε να σπάσει αλλά κάθε φορά έσβηνε κάθε στοιχείο που τον πρόδειδε... Ανοίγει τη πόρτα του γυμναστηρίου που μέσα σε λίγες ώρες είχε μετατραπεί σε κάτι σαν προσχέδιο ιατρείο και τα στρώματα της γυμναστικής χρεισιμοποιούνταν ως νοσοκομειακά κρεβάτια.
Σε ένα από αυτά, ήταν ξαπλωμένη και η Ιωάννα... Δάκρια απειλούν να κάνουν την εμφάνιση τους, "Για κάποιο λόγο ξαναγύρισε πίσω όταν την άφησες στη πόρτα... Τότε ήταν που το δεύτερο κύμα χτύπησε και..." λέει τόσο ψυχρά, μα πως μπορεί να μιλάει έτσι; Ίσως να είναι απλά "κρύος" σαν άνθρωπος, αναίσθητος... Την πλησιάζω ακόμα περισσότερο. Γύρω από το πόδι της έχει δεμένο ένα χρωματιστό ύφασμα, -πιθανόν κάποιο μπλουζάκι- όπου κάλυπτε μάλλον κάποια πληγή και στο πρόσωπό της είχε γρατζουνιές, όχι κάτι το σημαντικό, ωστόσο από κάποιες από αυτές ακόμα έσταζαν μερικές σταγόνες αίματος. Τα μάτια της είναι κλειστά, δείχνει να κοιμάται, τόσο ήρεμα σε όλο αυτό το χάος, ίσως να αρχίζει να με θυμώνει και η δική της η στάση... Θέλω να τη πάρω αγκαλιά, να τη ξυπνήσω και να μου πει πως όλα θα πάνε καλά, όπως κάνει πάντα...αντί αυτού, της φιλάω εγώ το μέτωπο και της ψιθυρίζω..."Όλα θα πάνε καλά...".
Βγαίνω απ΄το δωμάτιο μιας και ένιωθα τα πνευμόνια μου να σφίγγουν και το οξυγώνο γύρω μου να λιγοστεύει. Βλέπετε..φταίει το άσθμα και σε τέτοιες καταστάσεις άγχους, πανικού, στεναχώριας, κάνει πάντα την εμφάνιση του. Κατευθείνομαι βιαστικά στις τουαλέτες όταν ακούω κάποιον να φωνάζει το όνομα μου, να γυρνάω να δω ποιος είναι και να πέφτω στο κρύα πλακάκια.
Κλείνω τα αυτιά μου από τον εκωφαντικό ήχο που διαπερνάει, τζάμια, τοίχους, σκέψεις. Νιώθω κάποιον να με σφίγγει κοντά του, μα δεν αντιδρώ, δεν ρισκάρω να "ξεκαλύψω" τα αυτιά μου. Λίγα δευτερόλεπτα μετά, τα πάντα πάλι ησυχάζουν, γύρω επικρατεί σιωπή, η οποία σπάει όταν ακούγονται και πάλι συζητήσεις από κάποια παιδιά στο κεντρικό διάδρομο. "Είσαι καλά;" "Έχεις αυτή τη τάση να πέφτεις συνεχώς πάνω μου ε;""Ίσως..." λέει καθώς σηκώνεται και μου δίνει το χέρι του για να σηκωθώ και εγώ, πράγμα το οποίο παραλύπω. Βλέπω πως δυσανασχετεί λίγο με τη στάση μου, παρόλα αυτά δεν δίνω παραπάνω σημασία στο θέμα και σηκώνομαι και εγώ αφού σκουπίζω λίγο τις άκρες των μανικιών του κόκκινου παλτού μου.
"Πρέπει να φύγω..."μουρμουρίζω και με κοιτάει σαν να είπα κάτι το προσβλητικό ή τρομαχτικό. Τελικά αποφασίζει να μιλήσει, αυτή τη φορά τα λόγια του δεν είναι προγραμματισμένα και ανάμεσα στις λέξεις αφήνει που και που κανα ειρωνικό γελάκι. "Νατάσα...πας καλά; Βλέπεις τι γίνεται; (δείχνει προς την αίθουσα που ήμασταν πριν λίγο)" "Πρέπει...πρέπει να βρω το Χάρη." Δείχνει σαν να μη καταλαβαίνει αυτά που λέω... Ξεφυσάει και έχωντας τα χέρια στη μέση κοιτάζει τα παπούτσια του και μετά εμένα. Μου μιλάει αργά και η φωνή του έχει υψωθεί τόσο, που πλεόν κάποια παιδιά έχουν γυρίσει και μας κοιτάζουν. Τα χέρια μου είναι σφιγμένα σε γροθιές και φωνάζω και εγω τόσο που νομίζω πως θα κλείσει ο λαιμός μου.
"Κόσμος πεθαίνει Νατάσα! Και ως κόρη γιατρού πιστέψαμε ότι...ότι θα βοηθούσες... Για μια φορά! Μονάχα για μια φορά πάψε να νοιάζεσαι μόνο για τον εαυτό σου και κοίταξε λιγάκι και τους γύρω σου!" Το χέρι μου συναντά με δύναμη το μάγουλό του. "Φεύγω για να βρω τον Χάρη...τον αδερφό μου και τη μητέρα μου. Όσο για τον πατέρα μου δεν ξέρεις τίποτα! Και μην δείχνεις πως τάχα μου νοιάζεσαι! Και αν τα πράγματα είναι τόσο χάλια για εμάς, εδώ μέσα... Κάτσε σκέψου για μια στιγμή τι γίνεται έξω!" Δείχνει ...σοκαρισμένος; Ίσως...
Ξαναπέρνω το λόγο..."Πιστέψατε; Ποιοι, πιστέψατε;" Περπατάει με μεγάλα και βιαστηκά βήματα και για το λυψος που έχω σε σύγκριση με το δικό του έπρεπε σε κάποια σημεία μάλιστα και να τρέχω. Χτυπάει την πόρτα στην αίθουσα της Πληροφορικής. Μόλις ανοίγει παρατηρώ γύρω στα δέκα άτομα να κάθονται στις στριφογυριστές καρέκλες και να με καρφώνουν με τα μάτια τους. Μία ξανθιά κοπέλα από την διπλανή τάξη αποφασίζει να σπάσει την αμήχανη σιωπή... "Ποια είναι αυτή και γιατί την έφερες εδώ;" "Είναι η Νατάσα." "Ξέρουμε, ξέρουμε..." ένα καστανόξανθο αγόρι από τη τάξη μου διέκοψε την απολογία του Έκτωρα. Το ύφος του δεν μου αρέσει καθόλου, ποτέ δεν μου άρεσε, τέτοιου είδους άτομα πάντοτε τα αντιπαθούσα...τους δήθεν, τους εγωιστές, τους "φίλους". "Ο...πατέρας της είναι γιατρός. Σκέφτηκα πως ίσως θα μας φανεί χρήσιμη." "Ακριβώς. Σκέφτηκες. Και μην ξαναπάρεις απόφασεις δίχως τη δική μας συμβολή, κατανοητό:" Το ξανθό κορίτσι με το όνομα Στέλλα, μιλούσε στον Έκτωρα και σε όλους τους άλλους σαν να είναι κάποιου είδους εκπαιδευμένα κατοικίδια...και το πιο περίεργο; Την άκουγαν!
Ο πατέρας μου, μου έλεγε πως πρέπει να είμαι πιο γλυκομίλητη με τους ανθρώπους γύρω μου και όχι τόσο απότομη. Συγνώμη για αυτό που θα ακολουθήσει μπαμπά... "Δεν ξέρω τι ρόλο νομίζεις πως παίζεις εσύ εδώ πέρα, όμως εκεί κάτω έχεις βάλει ένα τσούρμο παιδιά να προσέχουν ένα ένα τσούρμο χτυπημένα παιδιά. Κάποια από αυτά ξέρουμε και οι δυο πως δεν θα τα καταφέρουν εάν δεν έρθει σύντομα βοήθεια. Μέχρι λοιπόν να γίνει αυτό, καλό θα ήταν να βρεις μια ομάδα παιδιών που να μπορεί να κάνει ΟΝΤΩΣ κάτι και να μην κάθεται απλώς να συζητάει...Κατανοητό;" Στη τελευταία λέξη ακούστηκαν κάποια επιφωνήματα του τύπου "Ωωω τι την είπεε", ωστόσο τα παρέλειψα. Όσο για την ίδια; Οι εκφράσεις του προσώπου της κυμάνθηκαν από θυμό σε έκπληξη και από έκπληξη σε αποδοχή της κατάστασης... Η φωνή της πλέον σε πολύ πιο χαμηλούς τόνους από πριν, σαν να μην θέλει να την ακούσουν οι υπόλοιποι... "Ωράια λοιπόν...πες μας τι να κάνουμε."
*Ορίστε και το 3ο παρτ! Υποψίες για το τι θα γίνει στη συνέχεια? Δεν φαντάζεστε!
^100 προβολες!
Πικ, just a quote.
Βιντεοκλιπ, πιστευω ταιριαζει ε??
#Αγαπωσαςαπειρα
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top