#4 Fight

Εκείνη την στιγμή άκουσα το Νέστορα να γελάει και μέσα από τα γέλια του να λέει "με πίστεψες". Είχα μείνει άναυδη για μια ακόμα φορά. Απλά δεν ήξερα τι να σχολιάσω. Πάλι με κορόιδεψε αλλά μάλλον δεν ξέρει την παροιμία, γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος.

Δεν είπα τίποτα. Προσπάθησα να δείξω την εκνευρισμένη και θυμωμένη. Ένα μπουμπουνιτό ακούστηκε από έξω και το γέλιο του σταμάτησε απότομα. Με κοίταξε και μόλις είδε την θυμωμένη έκφραση στο πρόσωπο μου τοτε παρατηρήσα τον τρόμο στο δικό του.

Αμέσως το χέρι μου πήρε το σχήμα γροθιάς και γύρω της εμφανίστηκαν πολλοί κεραυνοί.

Έτρεξα καταπάνω του και αυτός έκρυψε το πρόσωπο του με τα χέρια.

Η μπουνιά μου σταμάτησε λίγα εκατοστά μακριά από τα χέρια του που έκριναν το πρόσωπο του. Οι κεραυνοί εξαφανίστηκαν από τα χέρια μου κι εγώ είχα πέσει στο πάτωμα από τα γέλια ενώ εκείνος με κοιτούσε σοκαρισμένος.

"ΠΑΣ ΚΑΛΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΟΥ ΜΕ ΤΡΌΜΑΞΕΣ! ΠΗΓΑ ΝΑ ΠΑΘΩ ΚΑΡΔΙΑΚΌ. ΕΙΔΑ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΟΥ ΝΑ ΠΕΡΝΑ ΜΠΡΟΣΤΆ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΆ ΜΟΥ" άρχισε να μου φωνάζει. Κι εγώ σταμάτησα να γελάω γιατί κατάλαβα ότι δεν ήταν η ώρα για γέλια. Αλλά μέσα μου ήξερα πως αυτό το συμβάν είχε πλακα για εμένα και του άξιζε μια τιμωρία γιατί ήθελα απλά να τον τρομάξω όσο με είχε τρομάξει και αυτός με όσα είχε πει και κάνει πριν λίγα λεπτά.

"Να προσέχεις κι εσύ τι λες. Εγώ απλά σε έκανα να νιώσεις τον τρόμο που ένιωσα και εγώ με όσα είπες σου αξιζεεε" λέω ωμά καθώς του χαμογελάω.

"Καλάααα" λέει και σταυρώνει τα χέρια του πάω στο στήθος του και μετά αναστεναζει. "Ωραία πάμε τώρα μπας και βρούμε κανέναν τώρα που είναι μέρα." μου αποκρίνεται για να αλλάξει θέμα και εγώ αμέσως κουνάω το κεφάλι μου θετικά και του λέω "Ναι πάμε. Δίκιο έχεις".

"Ωραία. Μία που νομίζω δεν θα πετύχουμε κάτι με αυτό" λέει και πέρνει ένα στιλέτο μέσα από ένα συρτάρι και το τοποθετεί στο παντελονι και κρύβοντας το με την μπλούζα.

Εγώ φόρεσα την κουκούλα για να βγω έξω έτσι ώστε να μην καταλάβουν το πρόσωπο μου και έχουμε θέματα μετά με κανέναν στρατιώτη ή πιστό πολιτη στο βασιλιά.

[...]

"Νύχτωσε σχεδόν και κανένα αποτέλεσμα. Όπως σου είπα." μου λέει ο Νέστορας.

"Ναι αλλά εγώ ποτέ δεν παρατάω τον στόχο μου. Θα είμαι κάθε μέρα εδώ έξω και θα τους προσέχω όλους μέχρι να βρω έστω έναν" λέω αποφασισμένη για αυτό που κάνω. Δεν μπορουσε εύκολα κάποιος να μου αλλάξει τα μυαλά.

"Εντάξει. Πρέπει να γυρίσουμε τώρα. Το βράδυ οι δρόμοι γίνονται επικίνδυνοι. Υπάρχει παντού φρουρά. Καλύτερα να πηγαίνουμε για να μην έχουμε άσχημα ξεμπερδέματα"μου λέει με σοβαρό ύφος ο Νέστορας και έτσι καταλαβαίνω ευκολα τι μπορούσε να συμβεί και καταλαβαινοντας την σκέψη του.

"Εντάξει πάμε. Εσύ ξέρεις έτσι κι αλλιώς την περιοχη. Εγώ ειμαι καινούργια εδώ" λέω και βλέπω να πηγαίνει προς τον δρόμο και να σηκώνει το χέρι του.

Τότε μπροστά μας σταμάτησε μια άμαξα. Ήταν εντυπωσιακή και την έσερναν δυο πανέμορφα μαύρα άλογα που δένονταν με την άμαξα με τη βοήθεια του ζυγού και δερμάτινων λουριών. Στην εικόνα αυτής της αμαξας έμεινα έκπληκτη και θαμπομενη.

"Θέλετε να σας πάω κάπου;" μας ρωτάει ο άνθρωπος που οδηγούσε την άμαξα. Ήταν πολυ ελκυστικός ένας σχετικά νέος άνδρας. Ωστόσο ήταν κάπως σκοτάδι και δεν μπορούσα να δω τα χαρακτηριστικά του εύκολα.

"Ναι αν μπορείτε φυσικά" απαντάει ο Νέστορας και τότε κατάλαβα γιατί αυτός σταμάτησε αυτήν την άμαξα μπροστά μας.

"Φυσικά, αυτήν είναι η δουλειά μου έτσι κι αλλιώς" λέει αμαξάς και ο Νέστωρ χαμογελάει.

Τότε πρόσεξα ένα σημάδι στο μέτωπο του άμαξα. Το μισό ήταν μέσα στα μαλλιά αλλά κατάφερα να το διακρίνω.

"Μην μου πεις.. λες;" λέω και οι δύο με κοίταξα περίεργα. Αμέσως όρμηξα πάνω στον άμαξα προσπάθησα να ακινητοποιήσω τα χέρια του. Με το ένα μου χέρι και ανακάτεψα τα μαλλιά του σε εκείνο το σημείο που είχα διακρίνει το σημάδι.

Ήταν σαν μια μαύρη μύτη ενός βέλους και ένα μικρό στρογγυλό κυκλάκι στο κέντρο.

Αμέσως μετά πετάχτηκα προς τα πίσω λόγω ότι με κλώτσησε και έπεσα κάτω. Αλλά πλέον ήμουν σίγουρη πως και αυτός είχε δυνάμεις ήταν ένας από εμάς. Επιτέλους τον είχα βρεί. Έψαχνα όλη μέρα και τώρα τον είχα ακριβώς μπροστά μου.

Τότε σηκώθηκε και η άμαξα άρχισε να κινείται.

Κρατήθηκα πάνω σε ένα σημείο από την άμαξα και προσπάθησα να φτάσω σε αυτόν στο μπροστινό μέρος της με αργά και σταθερά βήματα για να μην πέσω από την άμαξα που κινούνταν.

Μόλις με είδε έκανε απότομες κινήσεις με την άμαξα και παραλίγο να πέσω κάτω πολλές φορές, αλλά στο τέλος τα κατάφερα και έφτασα στο μπροστά μέρος.

Έτσι έκατσα δίπλα του και προσπάθησα να σταματήσω το όχημα. Καθώς τραβούσα τα λουριά που κρατούσαν τα άλογα ενώ αυτός προσπαθουσε να τα κρατήσει και να με ρίξει.

Αυτός μου έδωσε μια αγκωνιά στο στομάχι. Άγρια με ρώτησε "Τι θες από εμένα ξένε" και μου έβγαλε την κουκούλα.

Όταν είδε πως ήμουν κορίτσι έμεινε και σταμάτησε την άμαξα σε ένα χωματόδρομο.

Αλήθεια δεν ξέρω που βρισκόμασταν. Είχα χαθεί αλλά δεν θα τα παρατούσα τώρα που βρήκα έναν.

"Συγνώμη δεν ήξερα ότι ήσουν κορίτσι. Α,α τι χαζός έπρεπε να το καταλάβω από το στήθος. Δεν έπρεπε να χτυπήσω κορίτσι. Λοιπόν φύγε τώρα από εδώ." μου λέει και τα λόγια του με μπέρδεψαν.

"Δεν έχω να πάω πουθενά." λέω αποφασισμένη.

"Μα τι θες από εμένα; Σε ενημερώνω ότι άμα το παρατραβηξεις δε θα υπολογίσω που είσαι κορίτσι" μου λέει καθώς με δείχνει επιδεικτικά με το δάχτυλο του αλλά φαινόταν χαμένος.

"Εσένα θέλω." απαντώ με σιγουριά. Με κοιτάει έκπληκτος και με θαυμασμό και αμέσως κατάλαβα τι βλακεία είπα "Δεν εννοούσα αυτό!!" δικαιολογούμαι έχοντας γίνει κατακόκκινη.

"Και τι εννοούσες;" λέει καθώς κατάλαβα αμέσως ότι χαμογέλασε λίγο με αυτό που είπα.

"Ε-εννοουσα πως θέλω την βοήθεια σου. Όλοι όσοι ήταν σαν εμάς πέθαναν. Θέλω να βρω αυτούς που επέζησαν και να ξανακτήσω ότι είχαμε." λέω γεμάτη θάρρος και πίστη.

"Δεν σε καταλαβαίνω, άσε με ήσυχο!" λέει καθώς ξαφνικά σοβαρεψε ξανά με ένα απότομο υφος..

"Εγώ δεν φεύγω από εδώ αν δεν παραδεχτείς αυτό που είσαι και με ακολουθήσεις!" Του ανακοίνωσα και σταύρωσα τα χέρια μου πάνω στο στήθος μου περιμένοντας για μια απάντηση. Ήταν το μόνο που μπορουσα να κάνω.

"Άσε με ήσυχο δεν καταλαβαίνω τίποτα από αυτά που λες. Πρέπει να φύγω. Αν δεν κουνηθείς από την άμαξα μου θα φύγω εγώ." λέει και αρχίζει να απομακρύνεται με γρήγορο βηματισμό.

Αμέσως έτρεξε από πίσω του. Τον έβλεπα και κατάλαβα ότι πήγαινε προς το δάσος.

"Σταμάτα!" του φωνάζω όταν τον φτάνω σχεδόν αλλά δεν σταμάτησε. "Σταμάτα είπα!" φωνάζω πιο θυμωμένη σφίγγοντας μια γροθιά με αποτέλεσμα να πέσει ένας κεραυνός λίγο πιο δίπλα μας.

Τότε σταμάτησε και γύρισε και με κοίταξε θυμωμένος με οργή στα μάτια του.

"Σταμάτα να με διατάξεις." φωνάζει και τα πόδια μου παγώνουν.

"Δεν μπορώ να κουνηθώ. Τι μου έκανες; Ξεπάγωσε με τώρα" λέω σχεδόν τρομαγμένη.

"Και τι, να με ακολουθείς; Με τίποτα" λέει και γυρνάει να φύγει. Τουλάχιστον για μια ακόμα φορά ήμουν βεβαιωμένη ότι ήταν και αυτός σαν εμένα.

Ένιωσα δάκρυα να κυλάνε στα μάτια μου. "Μην με αφήνεις μόνη εδώ παγωμένη. Σε παρακαλώ, εγώ το καθήκον μου κάνω. Δεν αντέχω.. Θέλω κάποιον σαν εμένα να με καταλαβαίνει."

Σταμάτησε απότομα και με πλησίασε "Και ποιο είναι το καθήκον σου;"

"Σου το είπα. Να ξαναφτιάξω την φυλή μας. Ως η πριγκίπισσα αυτό πρέπει..." Δεν με άφησε να συνεχίσω, με έκοψε στην μέση της προτάσης και είπε σοκαρισμένος σχεδόν "Τι είσαι η πριγκίπισσα; Δεν το ήξερα αυτό."

Όταν τελείωσε την πρόταση του χάρηκα, πίστεψα πως θα με ξεπαγώσει, αλλά όχι.

Αντίθετως, με πάγωσε μέχρι τον λαιμό και άρχισε να τρέχει.

Μα τι κάνει. Προσπάθησα με το μυαλό μου να ρίξω έναν κεραυνό και έπεσε ακριβώς μπροστά του.

Σύννεφα μαζεύτηκαν γύρω μου και άρχισε να βρέχει. Με τις δυνάμεις μου έκανα να πέσει ένας κεραυνός πάνω στο παγο για να σπάσει και μόλις απελευθερώθηκα έτρεξα να τον προλάβω στο δάσος. Ακόμη και ας υπήρχε μεγάλο ποσοστό πιθανότητας να χαθώ στο δάσος.

Τον έβλεπα να απομακρύνεται αλλά δυστυχώς σε κάποια φάση τον έχασα από τα μάτια μου. Με αποτέλεσμα να χαθώ κι εγώ. Δεν ήξερα καν που βρισκόμουν.

Πλέον συνειδητοποίησα ότι δεν ξέρω πως να βγω έξω από αυτό το δάσος όλα μου φαινόταν παντου ήταν δέντρα τίποτα το διαφορετικό. Την περίμενα μια τέτοια εξέλιξη.

Περπατούσα για αρκετή ώρα αλλά δεν κατάφερα να βρω μια διέξοδο. Και είχε νυχτώσει για τα καλά.

Ήταν τόσο κρύα και ήμουν απολύτως μόνη. Έπρεπε να βρω ένα μέρος για να κοιμηθώ και να συνεχίσω αύριο, μπας και καταφέρω να βγω κάποια στιγμή από εδώ.

Μακάρι να μπορούσα κάπως να τον πείσω να έρθει με το μέρος μου. Αλλά με τις πράξεις του μπορουσα να καταλάβω όταν αυτό θα ήταν πολυ δύσκολο. Και αμα τον ξανασυναντούσα.

Έτσι προσπαθούσα να βρω ένα μέρος. Μέχρι που βρήκα ένα ωραιο σημείο γεμάτο χόρτα, όχι αγριόχορτα.

Έκλεισα τα μάτια μου στην προσπάθεια να κοιμηθώ.

Ξαφνικά αισθάνθηκα να κινείται κάτι πάω στην γάμπα μου. Και σιγά σιγά ανέβαινε προς το μπούτι. Γύρισα απότομα να δω τι είναι. Τότε ένιωσα ένα πόνο στο μπούτι σαν να με τρύπησαν καρφίτσες αλλά με πιο μεγάλο πλάτος.

Όταν κοίταξα ήταν η στιγμή που έπαθα σοκ. Αλλά δεν έπρεπε να αγχωθώ και να ουρλιάξω.

Αυτό που αντίκρισα ήταν ένα μικρό και λεπτόσωμο μαύρο φίδι. Βιαστικά το τίναξα από πάνω μου και το πέταξα μακριά.

Δεν μπορούσα να νιώσω το πόδι μου πλέον. Αν είναι δηλητηριώδες χάθηκα. Το δηλητήριο θα φτάσει γρήγορα στην καρδιά και πιο γρήγορα ακόμη όσο αγχώνομαι, φωνάζω ή κάνω απότομες κινήσεις.

Δεν ξέρω τι να κάνω. Είμαι χαμένη μέσα σε ένα δάσος και νιώθω το σώμα μου βαρύ. Είχα απελπιστεί μέσα στην όλη κατάσταση καθώς ένιωθα ένα σφίξιμο μέσα στο στομάχι μου. Το ίδιο και τα μάτια μου. Τα ένιωθα πιο βαριά από ποτέ. Μέχρι που έκλεισαν και βρέθηκα στο απόλυτο σκοτάδι. Σε ένα κενό. Σε μία τρύπα μέσα στην αχανή άβυσσο.

Ήμουν τόσο μόνη και το κρύο πλημμύριζε σιγά σιγά το σώμα μου και στην συνέχεια την καρδιά μου. Λες και ήταν χειμώνας αλλά μέσα μου ήξερα πως δεν ήταν και ότι απλά εγώ ένιωθα έτσι. Μα γιατι? Γιατί να ένιωθα έτσι?

Δεν μου αρέσει καθόλου η μοναξιά ούτε όλα αυτά που συμβαίνουν. Απλά αναπολώ και επιθυμώ την ήρεμη ζωή που είχαμε στο χωριό μου πριν λίγες μέρες. Που όλοι ήμασταν ανέμελοι και ξέγνοιαστοι χωρίς φόβο...

Ξαφνικά νιώθω κάτι να με τραβάει έτσι​ με αποτέλεσμα έπεσα κάτω μέσα στην μαύρη τρύπα αυτής της αχανής αβύσσου. Που μόνο φόβο και τρόμο σου προκαλεί όλο αυτό στο μυαλό μου. Ωστόσο έμεινα αμιλητη και σκεπτική.

Και δεν ξέρω που θα καταλήξω από αυτήν την πτώση. Μπορεί να μην βρω ποτέ έδαφος να πατήσω και να πέφτω για πάντα. Ή μπορεί να βρω και να χάσω την ζωή μου από την μεγάλη πτώση. Δεν ξέρω ποιο θα προτιμούσα από αυτά τα δύο. Μάλλον το δεύτερο...

Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θέλω ακόμα να πεθάνω. Οι δικοί μου έκαναν τα παντα να με σώσουν δεν είναι δυνατόν να χάσω ετσι απλά την ζωή μου. Πρέπει να ζήσω για χάρη του. Γιατί θυσιάστηκαν για εμενα για αυτό πρεπει να συνεχίσω να αναπνέω. Και απλά θα παλεψω μέχρι την τελευταία στιγμή χωρίς φόβο κι ενοχές. Για αυτό πρεπει να αντιμετοποιησω και αυτό.

Λοιπόν θα τα πούμε στο επόμενο αγάπες μου. Φιλάκια!😘

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top