{02} Ανεξάρτητη;


ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΑΝ ΚΑΤΑΦΕΡΑ ΝΑ κοιμηθώ έστω και μια ώρα το βράδυ. Συνέχεια στριφογύριζα στο κρεβάτι, κάποια στιγμή μάλιστα σηκώθηκα και έκανα βόλτες σε ένα άδειο σπίτι. Τα βήματά μου ηχούσαν σε όλο τον χώρο και ένιωθα φουλ περίεργα.

Σήμερα είναι η μέρα. Η μέρα

Η υποδοχή των πρωτοετών. Έτσι το λένε εδώ. Δεν ήξερα καν ότι υπάρχει τέτοιο πράγμα. Και δεν είμαι καθόλου προετοιμασμένη για όλο αυτό.

Οι τελευταίες μέρες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν από βαρετές έως και ανούσιες. Είμαι σχεδόν μια εβδομάδα εδώ μόνη μου και ήδη θέλω να γυρίσω πίσω. Δεν ξέρω αν είμαι η μόνη που το παθαίνω αυτό. 

Το βράδυ που έμεινε εδώ ο Άστον, ήμουν πολύ καλά. Αλήθεια. Ένιωθα στην αρχή λίγο περίεργα που κοιμόμουν μαζί του σε ένα άδειο σπίτι, στο δικό μου άδειο σπίτι, γιατί συνήθιζα να έχω τον φόβο μήπως μας πιάσει η μητέρα μου ή οι δικοί του γονείς να κοιμόμαστε μαζί. Ήταν η πρώτη φορά που κοιμήθηκα μαζί του ξέροντας ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μπει η μητέρα μου απροειδοποίητα στο δωμάτιο, να μας κοιτάξει με σηκωμένα τα φρύδια και με σταυρωμένα σφιχτά τα χέρια κάτω από το στήθος της, και εν τέλει να πει στον Άστον ότι οι γονείς του τον ψάχνουν.

Ένιωσα ανεξάρτητη. Με όλες τις έννοιες αυτής της λέξης.

Είμαι ανεξάρτητη. Το λέω και η καρδιά μου φτερουγίζει.

Είμαι ανεξάρτητη; Μήπως είναι ακόμη υπερβολικά νωρίς να πιστεύω κάτι τέτοιο;

Έχω δικό μου σπίτι, μπορώ να κοιμάμαι με το αγόρι μου όποτε θέλω, κάνω τον δικό μου καφέ στην καφετιέρα που αγόρασα με τα δικά μου λεφτά και αν δεν θέλω να τον πιώ, μπορώ να τον χύσω στον νεροχύτη χωρίς το αγριεμένο βλέμμα της μητέρας μου να με παρατηρεί. Μπορώ να κάνω πολλά πράγματα. 

Και είναι τέλειο να είσαι ανεξάρτητος. Ή ό,τι είμαι την δεδομένη στιγμή, τέλος πάντων.

Αλλά είναι ακόμη χειρότερο να είσαι παντελώς μόνος μέσα σε όλη αυτή την ανεξαρτησία σου.

Στέκομαι δίπλα στο παράθυρο. Χαράζει. Ο ήλιος ακόμη δεν έχει ανατείλει, άρα μάλλον είναι υπερβολικά νωρίς για να είμαι ξύπνια.

Ποιος θα μου το έλεγε ότι θα είχα τέτοιο άγχος. Εγώ που όταν έδωσα εξετάσεις την τελευταία φορά, εμφανίστηκα στο σχολείο με καφέ και φουλ διάθεση, ενώ οι συμμαθήτριές μου έλεγαν η μια στην άλλη μαθήματα ολόκληρα απέξω και έτρεμαν ολόκληρες από το άγχος.

Εγώ δεν ήξεραν καν που είχα αφήσει το βιβλίο το προηγούμενο βράδυ. Ουπς.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Έχει υπερβολική ησυχία. Σχεδόν ακούω την καρδιά μου να χτυπάει. Υποθέτω πρέπει να συνηθίσω σε τόση ησυχία όσο καιρό θα είμαι εδώ.

Χαμογελάω. Σε ένα διαμέρισμα της απέναντι πολυκατοικίας ανοίγει ένα φως. Λοιπόν, από ό,τι φαίνεται δεν είμαι η μοναδική που δεν έχει ύπνο.

Παίρνω το κινητό μου από κομοδίνο και κοιτάζω την ώρα. 5:16. Υπερβολικά νωρίς ακόμη και για μένα που ξυπνάω κάθε πρωί με τις κότες. Η σκέψη να ξανακοιμηθώ κλωθογυρίζει στο κεφάλι μου, αλλά είμαι σίγουρη πως δεν υπάρχει περίπτωση να με πάρει ο ύπνος με τέτοιο άγχος.

Ξανακάθομαι στο κρεβάτι και κοιτάζω τον χαμό από την κουβέρτα και το μαζεμένο σεντόνι που έχω προκαλέσει με τον άστατο ύπνο μου. 

Ούτε θα μάθω να κοιμάμαι ποτέ σωστά, ούτε να στρώνω σωστά το κρεβάτι μου.

Χαμογελάω και ξαναξαπλώνω. Σκεπάζομαι ξανά με την κουβέρτα και γυρίζω το σώμα μου ώστε να κοιτάζω προς το παράθυρο.

Ο Άστον σιχαίνεται να ξυπνάει νωρίς. Τον έχω πειράξει πάρα πολλές φορές ως προς αυτό. Τον ανάγκαζα να σηκώνεται νωρίς για να περνάμε περισσότερες ώρες μαζί, ειδικά το καλοκαίρι που κανείς από τους δύο δεν είχε δουλειές.

Ή βασικά όχι. Ο Άστον είχε σχεδόν κάθε απόγευμα προπονήσεις. Συνήθιζε να γυρνάει στο σπίτι του αργά το βράδυ και να μην προλαβαίνει καν να μου στείλει μήνυμα για να με καληνυχτίσει αφού τον έπαιρνε ο ύπνος αμέσως.

Οι πρώτες αχτίνες του ήλιου κάνουν την εμφάνισή τους και φωτίζουν την άκρη της ντουλάπας μου.

Παίρνω ξανά το κινητό στα χέρια μου και σχηματίζω τον αριθμό του. Θα με βρίσει αλλά δεν πειράζει. Θέλω να ακούσω την φωνή του να μου επιβεβαιώνει ότι θα πάνε σήμερα όλα καλά. Αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να πάω καν.

Χτυπάει αρκετές φορές και σχεδόν ετοιμάζομαι να το κλείσω, όταν επιτέλους απαντάει.

<<Μμμ;>> κάνει κάποια πρόοδο, δεν μπορώ να πω. Συνήθως ή δεν το απαντάει καθόλου ή το σηκώνει και δεν λέει τίποτα. Πατάω το κουμπί της βιντεοκλήσης και όπως καλά φανταζόμουν δεν το έφερε καν στο αφτί του.

<<Η Άλις είμαι>> λέω σιγανά.

<<Μωρό μου τι έγινε; Είσαι καλά;>> σε δευτερόλεπτα αρπάζει το κινητό από το κομοδίνο του και με κοιτάζει. Βασικά όχι. Έχει κλειστά μάτια.

<<Όχι όχι. Μην τρομάζεις. Όλα καλά>> απαντάω γρήγορα και τυλίγομαι περισσότερο με το πάπλωμά μου. <<Συγγνώμη που σε ξύπνησα>>

Ανοίγει το ένα του μάτι μάλλον για να επιβεβαιωθεί ότι όντως είμαι καλά και ύστερα πέφτει με δύναμη στο κρεβάτι <<Χριστέ μου, Άλις. Η ψυχή μου πήγε στην κούλουρη>> λέει και αισθάνομαι λίγο άσχημα.

Ωραίες ιδέες κατεβάζω στις 5:24 το πρωί.

<<Συγγνώμη>> ξαναλέω.

<<Γιατί είσαι ξύπνια στις...>> κοιτάζει την ώρα στο κινητό του <<... 5μιση; Τι στο καλό; Θα ξυπνάς τόσο νωρίς κάθε μέρα;>>

Ρίχνω ένα γελάκι. <<Δεν μπορούσα να κοιμηθώ καθόλου το βράδυ>> παραδέχομαι και ξεφυσάω. Αποφεύγω όσο το δυνατόν περισσότερο να κοιτάζω τον εαυτό μου όσο κάνουμε βιντεοκλήση. Θα μοιάζει φρικτή με τους μαύρους κύκλους να πλαισιώνουν τα μάτια μου.

<<Γιατί ρε μωρό μου; Έχεις άγχος;>> γυρίζει στο πλάι και έχοντας πλέον και τα δύο του μάτια ανοιχτά με κοιτάζει χαμογελαστός. Δεν μπορώ παρά να παρατηρήσω για άλλη μια φορά πόσο όμορφος είναι, ακόμη και αγουροξυπνημένος.

Αμέσως μου έρχονται στο μυαλό όλες οι φορές που ξυπνούσαμε τόσο καιρό μαζί. Και ιδίως την προηγούμενη εβδομάδα που έμεινε εδώ το βράδυ. Λατρεύω να κοιμάμαι μαζί του.

<<Αν σου πω ναι, θα με κοροϊδέψεις;>> ρωτάω και τον βλέπω πως είναι έτοιμος να γελάσει.

<<Οκευ. Είναι 5μιση το πρωί και μόλις παραδέχτηκε η Άλις Ρόουαν Σέριθ πως είναι αγχωμένη>> λέει και γελάω. <<Δεν περίμενα ποτέ να ακούσω κάτι τέτοιο να βγαίνει από το στόμα σου>>

<<Ω σκάσε!>> ρολάρω τα μάτια μου και ανακάθομαι στο κρεβάτι. Το δωμάτιο έχει σχεδόν φωτίσει. <<Είναι περίεργο>> 

<<Είναι περίεργο>> συμφωνεί και γέρνει το κεφάλι του στο πλάι.

<<Δεν βοηθάς!>>

Γυρίζει μπρούμητα και γελάει σιγανά. Παίρνει το μαξιλάρι του αγκαλιά και μου κόβεται για λίγο η ανάσα. 

Ναι. Αυτό ξεκάθαρα θα μπορούσα να το βλέπω κάθε πρωί. Κάθε ημέρας. Κάθε μήνα. Φορ έβερ.

<<Δεν γίνεται να είσαι αγχωμένη. Είσαι... εσύ!>> μου λέει και ξεφυσάω.

<<Το ξέρω! Αυτό λέω και εγώ. Απλά... αγκχ είναι ένας άλλος κόσμος εδώ>> παραδέχομαι και γνέφει. <<Βγήκα έξω για να μάθω την περιοχή και νιώθω λες και πήγα σε άλλη χώρα. Είμαι σαν ψάρι έξω από το νερό>>

<<Σκέψου ότι θα γνωρίσεις νέα άτομα, θα μάθεις καινούρια πράγματα. Είναι μεγάλη υπόθεση πόσο μάλλον για εσένα>> τονίζει και γνέφω ανεπαίσθητα. Με ξέρει πολύ καλά. Ίσως καλύτερα και από εμένα. 

<<Το ξέρω, το ξέρω>>

<<Όλα θα πάνε καλά, μωρό μου>>

Αυτό ήθελα να ακούσω.

Όλα θα πάνε καλά. Καλύτερα από καλά. Τέλεια.

Μια νέα αρχή. 

<<Θα σε σκέφτομαι>> μουρμουρίζω και μου δείχνει ένα από τα ακαταμάχητα χαμόγελά του.

<<Σε δύο εβδομάδες θα συναντηθούμε. Δεν νομίζω να το ξέχασες κιόλας>>

Γελάω. <<Δύσκολες δύο εβδομάδες>>

<<Υπομονή μωρό μου>> ξαπλώνει ξανά και τον κοιτάζω χαμογελαστή.

Υπομονή. Σκατά. Δεν έχω καθόλου υπομονή.



[...]

Είσαι ανεξάρτητη. Είσαι καρακουκλάρα. Είσαι φοιτήτρια. Έχεις δικό σου σπίτι. Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Δεν έχεις κραγιόν στα δόντια σου. Μάλλον.

Άπειρες σκέψεις περνάνε από το μυαλό μου την στιγμή που διασχίζω έναν τεράστιο διάδρομο για να κατευθυνθώ στην αίθουσα που θα γίνει το καλωσόρισμα των φοιτητών.

Γίνεται πραγματικά χαμός. 

Η αίθουσα είναι σχεδόν άδεια βέβαια. Ξανακοιτάζω μήπως έχω έρθει σε λάθος αίθουσα, αλλά η ανακοίνωση για το καλωσόρισμα κολλημένη στην γυάλινη πόρτα μου δίνει την επιβεβαίωση και μπαίνω μέσα παίρνοντας μια μεγάλη ανάσα.

Τεράστιο και επιβλητικό αμφιθέατρο. 

Κοιτάζω τις θέσεις. Δεν παίζει να κάτσω μπροστά. Σε καμία περίπτωση. Πίσω. Καλύτερα πίσω.

Βολεύομαι σε μια θέση και παρατηρώ ότι σιγά σιγά αρχίζουν να έρχονται όλοι μέσα.

Παίρνω το κινητό μου και στέλνω μήνυμα στην μητέρα μου ότι όλα πάνε καλά. Με έχει πάρει 5 φορές από τη στιγμή που έφυγα από το σπίτι.

Η αίθουσα γεμίζει σε δευτερόλεπτα και εντοπίζω αρκετούς καθηγητές να μπαίνουν από μια μικρή πόρτα.

Χριστέ μου. Υπερβολικά πολύς κόσμος. Και ούτε ένα ανοιχτό παράθυρο να μπει καθαρός αέρας. Νιώθω ότι δυσκολεύομαι να αναπνεύσω.

<<Ησυχία!>> φωνάζει ένας καθηγητής κρατώντας το μικρόφωνο παρόλα αυτά το αμφιθέατρο σφύζει από φωνές. Είμαι κυριολεκτικά στριμωγμένη στην θέση μου καθώς νιώθω από παντού να με σπρώχνουν, παρόλο που έχω την δική μου θέση!

Αυτό δεν αντέχεται.

Είμαι κλειστοφοβική. Ίσως και αγοραφοβική. Μάλλον μετά από όλη αυτή την φιέστα, θα χρειαστεί να μην ξαναδώ άνθρωπο ούτε στα 100 μέτρα.

<<Ησυχάστε παρακαλώ!>> ξαναλέει πιο δυνατά μια καθηγήτρια με αρκετά μπάσα φωνή και αμέσως οι φωνές σταματούν. <<Η διαδικασία θα διαρκέσει 10 λεπτά. Έπειτα θα είστε ελεύθεροι να φύγετε>> λέει και όλοι χειροκροτούν. 

<<Κακώς ξύπνησα τόσο νωρίς σήμερα>> ψιθυρίζει ένα κορίτσι που κάθεται δίπλα μου και την κοιτάζω χαμογελαστή. 

<<Από το στόμα μου το πήρες!>> απαντάω χωρίς καν να ξέρω αν απευθύνεται σε εμένα.

Σηκώνει το βλέμμα της και με κοιτάζει εξεταστικά. <<Άννι>> 

<<Άλις>> απαντάω. Γαμώτο δεν είμαι καλή στο να κάνω νέες φιλίες.

<<Το φυσικό σου;>> ρωτάει και γυρνάω για να την κοιτάξω απορημένη. Κρατάει μια τούφα των μαλλιών μου και την περιεργάζεται.

<<Ε ναι>> λέω διστακτικά. Υποθέτω τα μαλλιά μου ήταν, είναι και θα είναι πάντα ο καλύτερος τρόπος να ανοίξω συζήτηση με κάποιον. <<Για αυτό και το δεύτερό μου όνομα είναι Ρόουαν. Στα Ιρλανδικά σημαίνει κοκκινομάλλης>> νιώθω ότι φλυαρώ παρόλα αυτά η Άννι με κοιτάζει με ενδιαφέρον. <<Ο πατέρας μου είναι μισός Ιρλανδός>> εξηγώ και γνέφει. 

Πόσες φορές έχω πει άραγε αυτή την ιστορία για τα μαλλιά μου;

Ο μπαμπάς μου είναι Ιρλανδός και η μαμά μου βέρα Νέοϋορκέζα. Γνωρίστηκαν στο Δουβλίνο, όταν πήγε η μητέρα μου με τις φίλες της για διακοπές. Ισχυρίζονται ότι ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά, αλλά δεν παίζει κάτι τέτοιο. Η μητέρα μου ήξερε ελάχιστα Ιρλανδικά και ο πατέρας μου στην αρχή την κορόιδευε παριστάνοντας ότι δεν ξέρει καθόλου Αγγλικά.

Έγινε ό,τι έγινε, τελείωσαν οι διακοπές της, επέστρεψε πίσω και χάθηκαν. Και εδώ είναι που μου γεννιέται η απορία. Αν όντως ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά, δεν θα επιδίωκαν να ξαναβρεθούν; Τουλάχιστον να τηλεφωνηθούν ή οτιδήποτε μπορούσαν να κάνουν πριν 21 χρόνια.

Ώσπου ο πατέρας μου ήρθε στην Αμερική λόγω ενός εξάμηνου ταξιδιού -ναι, από τότε είχε αρχίσει τα ταξίδια και νομίζω ότι δεν σταμάτησε ποτέ- και... θες να το πεις μοίρα; Θες να το πεις πεπρωμένο; Ξανασυναντήθηκαν.

Παντρεύτηκαν. Και έκαναν εμένα. Ένα πορτοκαλομάλλικο μωρό, αντιγραφή επικόλληση από τον πατέρα μου που είναι πιο πορτοκαλομάλλης και από τον Ed Sheeran. 

Το πορτοκαλί εξελίχθηκε σε ανοιχτό κοκκινάκι και έπειτα σε κεραμυδί. Και έμεινε έτσι.

Και το δεύτερό μου όνομα το υιοθέτησα από την πρώτη κιόλας στιγμή. Και αυτός είναι ο λόγος που δεν πρόκειται ποτέ να βάψω τα μαλλιά μου. 

<<Τέλειο>> μουρμουρίζει η Άννι και παίζει με το καπάκι από το στυλό της. <<Εμένα δεν με αφήνουν να βάψω τα μαλλιά μου>> ρολάρει τα μάτια της και κοιτάζει ευθεία μπροστά. <<Αυτό το ηλίθιο καστανό θα το έχω μέχρι να ασπρίσω>>

Χαμογελάω. Οι καθηγητές έχουν αρχίσει να μιλούν αρκετά δυνατά, παρόλα αυτά ορισμένα παιδιά από τις πίσω και τελευταίες θέσεις δεν έχουν καταλάβει Χριστό.

Και το κακό είναι πως τους καταλαβαίνω. Οι τυπάδες απλά λένε τα ονόματά τους και άλλα τόσα εισαγωγικά. Αγκχ δεν μας νοιάζουν όλα αυτά.

Ψιθυρίζω στο αφτί της Άννι. <<Θα πάω στις τουαλέτες>> γνέφει αμέσως και μαζεύει τα πόδια της για να περάσω. Κυριολεκτικά αναγκάζομαι να σπρώξω άπειρα άτομα για να καταφέρω να βρω την έξοδο και επιτέλους να αναπνεύσω κανονικά σαν άνθρωπος.

Με το που βγαίνω στον διάδρομο, ιδρωμένη και με κομμένη την ανάσα, προσπαθώ να ρυθμίσω τις αναπνοές μου κοιτώντας δεξιά και αριστερά για τις τουαλέτες.

Δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναμπώ εκεί μέσα. Μάλλον θα περιμένω έξω την Άννι, αν αποφασίσει και η ίδια της να με ψάξει. Μάλλον οι γνωριμίες της πρώτης μέρας δεν είναι αυτές που κρατούν, έτσι; Τουλάχιστον στους περισσότερους αυτό ισχύει από όσο ξέρω.

Διασχίζω το μισό κτήριο μέχρι που εν τέλει βρίσκω τις τουαλέτες στο ισόγειο και μπαίνω μέσα. Ολόκληρο τεράστιο κτήριο με 4 ορόφους και έχει τουαλέτες μόνο εδώ;

Μπαίνω μέσα και κλείνω πίσω μου την πόρτα. Κοιτάζω το είδωλό μου στον καθρέφτη και διορθώνω τα μαλλιά μου πίσω από τα αφτιά μου.

Πάμε πάλι. 

Είσαι ανεξάρτητη. Είσαι καρακουκλάρα. Είσαι φοιτήτρια. Έχεις δικό σου σπίτι. Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις...

Σκατά. Δεν βοηθάνε καθόλου.

Πλένω το πρόσωπό μου προσεκτικά χωρίς να χαλάσω το κραγιόν και σκουπίζομαι με λίγο χαρτί υγείας παρατημένο στην άκρη του νεροχύτη.

Σηκώνω ξανά το πρόσωπό μου και από τον καθρέφτη παρατηρώ τρία αγόρια να κάθονται στην τελευταία τουαλέτα και να καπνίζουν. Χωρίς να έχουν καταλάβει καν ότι είμαι εδώ.

Α τέλεια. Μάλλον πρέπει να προστεθεί και το "δεν ξέρει να αναγνωρίσει τις γυναικείες από τις αντρικές τουαλέτες" στον κατάλογο με τα πράγματα που δεν μπορώ να κάνω.

Απορώ πως δεν με έχουν καταλάβει τόση ώρα, αλλά από ό,τι φαίνεται είναι αρκετά αφοσιωμένοι στην συζήτησή τους όπως ακριβώς και εγώ στο να προσπαθήσω να ηρεμήσω.

Μαζεύω την τσάντα μου και ρίχνω μια τελευταία ματιά στα αγόρια πίσω.

Σκέψου ότι θα γνωρίσεις νέα άτομα, θα μάθεις καινούρια πράγματα. Είναι μεγάλη υπόθεση πόσο μάλλον για εσένα. Τα λόγια του Άστον επαναλαμβάνονται στο κεφάλι μου.

Μια ζωή έκανα παρέα με αγόρια. Ήμουν υπερβολικά αγοροκόριτσο για να κάτσω με τα κοριτσάκια και να συζητήσω τα γκομενικά τους. Πέρα από την βασική μου παρέα, δεν μιλούσα με αρκετούς στο σχολείο.

<<Είσαι σε λάθος τουαλέτα κοπελιά>> ακούω την φωνή ενός από τους τρείς και τον κοιτάζω.

<<Ναι, το διαπίστωσα μόλις>> απαντάω χαμογελαστή και επιστρέφω στον καθρέφτη για να βάλω κραγιόν.

Και οι τρεις τους γελάνε. Λένε κάτι μεταξύ τους, μάλλον για εμένα, και έπειτα πατάνε τα μισοτελειωμένα τσιγάρα τους στο πενταβρώμικο πάτωμα και έρχονται προς το μέρος μου. Δηλαδή προς την εξώπορτα. 

Με κοιτάζουν μέσα από τον καθρέφτη και ανταποδίδω ένα ειρωνικό βλέμμα. Ο ένας σταματάει λίγο πριν βγει εντελώς και με κοιτάζει στηριζόμενος στην κάσα της πόρτας. <<Κραγιόν; Δεν νομίζεις ότι είναι υπερβολικό για πρώτη μέρα;>> σχολιάζει και κλείνω με δύναμη το καπάκι.

Γυρίζω να τον κοιτάξω. Πφστ. Τέτοιους είχα πολλούς στο σχολείο. Χαζογκόμενους. Που το παίζουν μοντέλα και είναι άπειρα σέξυ και όλες, μα ΟΛΕΣ τους θέλουν τουλάχιστον για μια νύχτα.

Εμετός. 

<<Δεν νομίζεις πως δεν σου πέφτει λόγος για το τι κραγιόν θα φορέσω;>> αντιλέγω και σηκώνει τα φρύδια του από έκπληξη. <<Τι; Δεν περίμενες να απαντήσω;>> ρωτάω σταυρώνοντας τα χέρια μου. 

Ω έλα τώρα. Πάω και στοίχημα ότι ο τύπος καβαλάει ένα παπάκι και σε λίγες μέρες που θα αρχίσουν τα μαθήματα θα τριγυρνάει γκόμενες από εδώ και από εκεί.

Πφστ. Σε τα μας αυτά;

<<Απλά σου είπα την γνώμη μου>> σηκώνει τα χέρια του στον αέρα λες και παραδίνεται.

<<Δεν σε ρώτησα!>> διώχνω κάτι τρίχες που είχαν κολλήσει στο στόμα μου και χαμογελάω. <<Αν μου επιτρέπεις...>> του δείχνω την πόρτα και μαζεύεται για να περάσω.

Φεύγω από εκεί και με δυναμικό βήμα ανεβαίνω τα σκαλοπάτια για να φτάσω ξανά στην αίθουσα.

Μόνο όταν φτάνω στο τελικό σκαλί και στρίβω στον διάδρομο αφήνω την ανάσα μου ελεύθερη.

Γαμώτο. Είμαι όντως πολύ κακή στο να κάνω νέες φιλίες.


~~~

Θα μπορούσε ξεκάθαρα αυτό να είναι μια προσωμοίωση της πρώτης μου μέρας στο πανεπιστήμιο, αλλά δεν είναι χεχ.

Αν και θα ήθελα να ήταν.

Που να βρεις τέτοιους τυπάδες στην γερμανική φιλολογία μωρέ. ΏΧΟΥ. Συγχίστηκα τώρα.

Ελπίζω να σας άρεσε♥

Ριρι♥

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top