(10)
Σηκώνεται από το κρεβάτι και,αφού δεν βρίσκει κανέναν,αποφασίζει να κάνει μια βόλτα μόνη της μέσα στο κτήριο.
Βγαίνει και περνάει από διάφορους διαδρόμους.
Κάποια στιγμή παρατηρεί ένα ψηλό τραπέζι και ένα κόμικ. Ανοίγει την πρώτη σελίδα. Ένα χαρτί είναι εκεί.
'Άνταλαϊν,ετοιμάσου. Θα πάμε κάπου...Ναι,μαζί. Δε με νοιάζει ο Ρέιζορ.Από Γκας' διαβάζει
Γελάει δυνατά. Κόμικ; Σοβαρά;
'καλα'γραφει εκείνη
Πως της ήρθε ότι ο Γκας διαβάζει τέτοια;
[...]
Ο Γκας ανοίγει απότομα την πόρτα και την τραβάει από το κρεβάτι. Τη σηκώνει με το ένα χέρι και τη βάζει πάνω στον δεξί του ώμο. Βγαίνει τρέχοντας και τη βάζει στο δεύτερο βαν,αφού ο Ρέιζορ δεν του επιτρέπει να χρησιμοποιεί το άλλο.
"Που πάμε πάλι;" τον ρωτάει
"Θα δεις" της λέει εκείνος
Μετά από περίπου δύο ώρες στο αυτοκίνητο,με το κινητό του κλειστό,ο Γκας σταματάει. Είναι σε ένα σπίτι,μοιάζει ερημωμένο από έξω.
Ο Γκας πλησιάζει την πόρτα και την σπρώχνει με το πόδι του.
Η πόρτα ανοίγει με ένα τρίξιμο και διακρίνεται το εσωτερικό του σπιτιού.
Είναι καθαρό,σαν να ζει ακόμη κάποιος εκεί. Βέβαια,το εξωτερικό μαρτυρά πως αυτό δεν είναι αλήθεια.
"Τι είναι εδώ;"τον ρωτάει
"Είναι ένα ξεχωριστό μέρος για μένα,ήταν του παππού μου. Το είχε χτίσει για τη γιαγιά μου,αλλά εκείνη πέθανε..."
"Και γιατί με έφερες εδώ;"
"Γιατί και εσύ είσαι ξεχωριστή για εμένα" λέει αβίαστα.
Σήμερα δεν είναι μια απλή μέρα για την Άνταλαϊν. Είναι τα γενέθλια της,αλλά με όλο αυτό τα έχει ξεχάσει τελείως. Ο Γκας το ξέρει. Το είδε όταν έψαχνε τον φάκελο της,στο δωμάτιο των Λύκων.Ήθελε να μάθει περισσότερα για αυτήν. Και έμαθε. Στις 15 Νοεμβρίου,σήμερα,η Άνταλαϊν έχει τα γενέθλια της. Κλείνει τα δεκαεφτά.
Της δείχνει έναν σκονισμένο καναπέ,εκείνη κάθεται.
"Τι έγινε;" τον ρωτάει όταν εκείνος δείχνει ανήσυχος
"Περίμενε" λέει και της δένει τα μάτια
"Τι κάνεις;"
"Θα δεις"
Όσο εκείνη έχει κλειστά τα μάτια της,ο Γκας παίρνει μια τούρτα και την αφήνει μπροστά της.
Κρύβει μια σακούλα στον επάνω όροφο του σπιτιού.
"Άνοιξε τα μάτια σου"της λέει και εκείνη βγάζει σιγά σιγά το μαντήλι
'χρονια πολλά μωρό μου' γράφει η τούρτα με άσπρα γράμματα,που κάνουν τέλεια αντίθεση με το σκούρο χρώμα της σοκολάτας.
"Μωρό σου;" γελάει σιγανά
"Εε...αυτή είχε μείνει" της απαντάει ο Γκας.
Δεν της λέει την αλήθεια. Δεν της λέει πως την είχε παραγγείλει εδώ και μέρες,πως ρώτησε τον ζαχαροπλάστη στη γειτονιά της για το ποια είναι η αγαπημένη της γεύση-και κατέληξαν στο Σοκολάτα-Μπισκότο.
Απλά δεν μπορεί να δεχτεί τα συναισθήματα του για την Άνταλαϊν.
Δεν καταλαβαίνει πως αυτός,ένας άνθρωπος που σκοτώνει τους άλλους χωρίς έλεος,που το απολαμβάνει να βλέπει πολλούς να υποφέρουν,που η κοινωνία τον έχει στην απέξω...ερωτεύτηκε.
Μάλλον είναι αυτό το σκοτάδι στα μάτια της,που γίνεται φως όταν είναι μαζί του. Ή αυτό το δυνατό γέλιο της,που του δίνει δύναμη. Ή, ίσως είναι η ηρεμία στη φωνή της,που τον καθησυχάζει.
Γνωρίζονται μια βδομάδα.Αυτές οι εφτά μέρες ήταν αρκετές,όμως.
"Το δώρο σου είναι κρυμμένο κάπου μέσα στο σπίτι" της λέει
"Και πρέπει να το βρω υποθέτω..."
"Ναι"
Σηκώνεται και αρχίζει να ψάχνει.Ο Γκας της λέει συνεχώς 'κρυο',που σημαίνει ότι είναι μακριά από το δώρο. Νιώθει όπως όταν έπαιζε μικρή αυτό το παιχνίδι.
"Ζεστό" της λέει όταν φτάνει στις σκάλες
Τις ανεβαίνει με μεγάλα βήματα και πλησιάζει ένα έπιπλο. Το ανοίγει και βλέπει μια σακούλα.
Σκίζει το περιτύλιγμα του δώρου,και στα χέρια της έχει το ένα βιβλίο. Το αναγνωρίζει. Είναι άλλο ένα αντίτυπο του βιβλίου που ήταν στο Κέντρο. Δεν είναι το κόμικ,είναι το άλλο.
Αλλά αν δεν διάβασε ο Γκας το βιβλίο,τότε γιατί της αγόρασε ίδιο;
"Ευχαριστώ" του λέει θερμά"Το έχεις διαβάσει;"
"Ναι,είναι ένα από τα αγαπημένα μου"την εκπλήσσει
"Δεν ήξερα ότι άνθρωποι σαν εσένα,διαβάζουν βιβλία" λέει"Συγγνώμη,δεν ήθελα να σε προσβάλλω...απλά..."
" Νόμιζε ότι ήταν δυνατός.Αλλά το βλέμμα της--" πάει να της πει την υπογραμμισμένη φράση από το βιβλίο και αυτή τον διακόπτει
"-- αυτά τα μάτια,τον έκαναν να αμφισβητεί και τον ίδιο του τον εαυτό"
"Το έχεις διαβάσει;" τη ρωτάει
"Όχι" απαντάει εκείνη
"Τότε πως...;"
"Χθες που μου είπες να δω το χαρτί μέσα σε ένα βιβλίο,βρήκα ένα βιβλίο σαν αυτό,που είχε κάτι υπογραμμισμένες φράσεις" του λέει
"Δικό μου είναι"
"Τότε γιατί έβαλες και άλλο σημείωμα;"
"Γιατί ξέχασα να σου γράψω ότι θα σε πάρω μαζί μου σήμερα,αλλά μετά δεν θυμόμουν που είχα βάλει το προηγούμενο σημείωμα"
"Και τις φράσεις; Εσύ τις υπογράμμισες;Όλες μιλάνε για...τον έρωτα"λέει ντροπαλά
"Ναι,το εδώ διαβάσει πολλές φορές,αλλά οι φράσεις που έχω υπογραμμίσει μου κάνουν εντύπωση κάθε φορά"
"Κόνορ;" γυρίζει το κεφάλι της και κοιταει κατευθείαν μέσα στα σκούρα μάτια του."Είσαι ερωτευμένος,δηλαδή;"
"Δεν είμαι σίγουρος..." κρύβει πάλι αυτά που νιώθει.
Εκείνη απογοητεύεται.
"Άνταλαϊν;Μπορείς να πας να μου φέρεις την τούρτα από κάτω;"
"Θα τη φάμε;"
"Ναι"
Η Άνταλαϊν κατεβαίνει τις σκάλες και μπαίνει στο σαλόνι.
Κάνει μερικά βήματα,όταν καταλαβαίνει ότι δεν είναι μόνη. Ο Ρέιζορ στέκεται πίσω της.
Δεν μπορεί να κάνει πολλά,γυρίζει,σηκώνει το πόδι της και τον χτυπάει.
"Γκας!" φωνάζει"Έλα γρήγορα!"
Εκείνος κατεβαίνει βιαστικά.
"Τι έγινε;"
"Πάμε να φύγουμε,γρήγορα, πριν σηκωθεί"
Ανοίγουν την πόρτα,αλλά έξω βρίσκονται οι υπόλοιποι Silver Wolves,που τους πιάνουν και τους κρατάνε δυνατά.
Μετά από μερικά λεπτά,ο Ρέιζορ βγαίνει και αυτός έξω.
"Αφήστε αυτόν και κρατήστε την άλλη!" τους λέει
Εκείνοι ακολουθούν τις εντολές του,όπως πάντα άλλωστε.
Ο Νόκερ την αφήνει και ο Ρέιζορ την πιάνει από το λαιμό.
Τη σφίγγει και εκείνη νιώθει πως δεν μπορεί να αναπνεύσει,αλλά ευτυχώς σε λίγο χαλαρώνει το χέρι του.
"Μην τολμήσεις και της κάνεις κάτι!" του φωνάζει ο Γκας
"Μπα; Σε νοιάζει εε; Τότε ναι,θα της κάνω"
"Σκότωσες τους γονείς της. Δεν φταίει εκείνη σε τίποτα"
Ο Ρέιζορ σφίγγει πάλι το χέρι του γύρω από το λαιμό της.
Ο Γκας βγάζει ένα όπλο μέσα από το μπουφάν του και σημαδεύει τον Ρέιζορ.
Όλοι κοιτούν το χέρι του καθώς το οπλίζει, βάζει το χέρι του στη σκανδάλη.
Και την πατάει...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top