Κεφάλαιο 8

Ο Αλέξης κοίταξε την κοπέλα μέσα από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου. Το βλέμμα του ήταν έντονο και το σαγόνι του σφιγμένο. Η Ηλέκτρα θα έλειπε για μια ολόκληρη εβδομάδα στο Μιλάνο με τον Ερρίκο, ο οποίος ετοιμαζόταν να τη ζητήσει σε γάμο. Σε αυτή τη σκέψη, οι αρθρώσεις του άσπρισαν από την πίεση που τους άσκησε. 

Στη διπλανή θέση, ο Πάρης ήταν και αυτός χαμένος στις δικές του σκέψεις. Άραγε θα κατάφερνε η κόρη του του να τα βγάλει πέρα μια εβδομάδα με τον Σταύρο; Ήξερε ότι ο κολλητός του λάτρευε τη Ζωή. Στη σκέψη αυτή ηρέμησε κάπως.

Ο άντρας πήρε μια βαθιά ανάσα και έριξε το βλέμμα του έξω από το παράθυρο. 

Λίγη ώρα αργότερα το πολυτελές αυτοκίνητο βρισκόταν μπροστά από το ιδιωτικό αεροπλάνο της οικογένειας Ιακώβου. Ο Πάρης βγήκε και άνοιξε την πόρτα στην Ηλέκτρα . Η κοπέλα βγήκε από το αυτοκίνητο και πλησίασε τον Ερρίκο, που την περίμενε με ένα πλατύ χαμόγελο.

"Γεια σου Ηλέκτρα . Άργησες" της είπε πειραχτικά, αλλά η κοπέλα δε φάνηκε να το διασκεδάζει.

Αρκέστηκε σε ένα κούνημα του κεφαλιού της και χωρίς να του δώσει παραπάνω σημασία ανέβηκε τις σκάλες του αεροπλάνου. Ο  πιλότος και το υπόλοιπο προσωπικό τη χαιρέτησαν με σεβασμό και εκείνη έκατσε σε μια από τις τεράστιες μαύρες πολυθρόνες που υπήρχαν μέσα. 

Ο Ερρίκος κάθισε απέναντί της, πράγμα που την ενόχλησε. Ήθελε την ησυχία της για λίγο ακόμα. Το βλέμμα της έπεσε πάνω στον Πάρη. Το μαύρο σακάκι που φορούσε κολάκευε τους μύες των χεριών του. Το βλέμμα της κατέβηκε ακόμη πιο κάτω. Το μαύρο παντελόνι που συμπλήρωνε το ντύσιμο τον έκανε να φαίνεται ακόμη πιο επιβλητικός. Η Ηλέκτρα έστρεψε αλλού το βλέμμα της, ώστε να αποτρέψει τον εαυτό της από της περίεργες σκέψεις. Έκανε νόημα σε μια από τις αεροσυνοδούς.

"Φέρε μου μια σαμπάνια και ένα νερό" απαίτησε και βολεύτηκε καλύτερα στη θέση της.

Η κοπέλα τα έφερε και τα ακούμπησε στο τραπέζι μπροστά της. Η Ηλέκτρα έπιασε το μπουκάλι με το νερό και το έδωσε στον Πάρη.

"Αν πεινάς πες μου να παραγγείλουμε" του είπε 

Ο άντρας είχε μείνει έκπληκτος.

"Σας ευχαριστώ δεσποινίς. Είμαι εντάξει" της είπε με ένα αχνό χαμόγελο

Ο Ερρίκος τους κοίταξε ενοχλημένος. 

"Ηλέκτρα τι θες να κάνουμε μόλις φτάσουμε;" τη ρώτησε σε μια προσπάθεια να τραβήξει την προσοχή της.

"Εγώ θα πάω να ξεκουραστώ όσο για σένα δε ξέρω" του απάντησε

"Στο δικό ξενοδοχείο σας έκλεισα" της είπε ο άντρας

"Το ξέρω" κάγχασε η κοπέλα

[...]

Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Μιλάνου. Η κοπέλα κοιμόταν ήσυχα με το κεφάλι της γερμένο προς το παράθυρο. Ο Πάρης σηκώθηκε και τη σκούντησε απαλά.

"Δεσποινίς φτάσαμε. Ξυπνήστε" της είπε και εκείνη άνοιξε τα μάτια της νυσταγμένα.

Σηκώθηκε από τη θέση της και πήρε την τσάντα της. Φόρεσε τα γυαλιά ηλίου και κατέβηκε από το αεροπλάνο. Μπήκε στη λιμουζίνα που τους περίμενε και έγειρε ξανά το κεφάλι της στο παράθυρο. Πώς θα άντεχε μια ολόκληρη βδομάδα με αυτό τον γελοίο. Αναστέναξε και άνοιξε το κινητό της. Είχε δεκάδες μηνύματα από την κολλητή της, τον Στέφανο και ένα από τον Αλέξη. Το άνοιξε με περιέργεια.

"Να προσέχεις" της έγραφε.

Η κοπέλα έμεινε να το κοιτάει για μερικά δευτερόλεπτα και έπειτα έκλεισε το κινητό της. 

Έφτασαν στο ξενοδοχείο και ο σοφέρ βοήθησε τον Πάρη να κατεβάσει τις βαλίτσες. Ο άντρας κοίταξε το επιβλητικό κτίριο που βρισκόταν μπροστά του. Ήταν σαν παλάτι. Στο μυαλό του ήρθε η συζήτηση που είχε ο Ερρίκος με την Ηλέκτρα μέσα στο αυτοκίνητο. Όλο αυτό ήταν δικό της; Κούνησε το κεφάλι του και σήκωσε τη βαλίτσα της κοπέλας.

Μπήκαν στο ξενοδοχείο και αμέσως ένας υπάλληλος έτρεξε να τους εξυπηρετήσει. 

"Δεσποινίς Ιακώβου" αναφώνησε ενθουσιασμένος 

Η Ηλέκτρα του χαμογέλασε συγκρατημένα και τον προσπέρασε. 

Ο Ερρίκος την πλησίασε.

"Έκλεισα στις σουίτες του τελευταίου ορόφου, αλλά δεν ήξερα ότι θα φέρεις και αυτόν μαζί" της είπε δείχνοντας προς τη μεριά του Πάρη.

"Θα μείνει μαζί μου. Οι σουίτες αυτές έχουν δύο δωμάτια" ανακοίνωσε η κοπέλα και πριν προλάβει να της πει κάτι άλλο, κατευθύνθηκε προς το ασανσέρ με τους τρεις άνδρες να την ακολουθούν.

Έφτασαν στον δέκατο όροφο του ξενοδοχείου. Βγήκαν από το ασανσέρ και προχώρησαν στο διάδρομο, όπου υπήρχαν μόνο τέσσερεις πόρτες. Ο υπάλληλος άνοιξε την πρώτη και έκανε χώρο για να περάσει η Ηλέκτρα.

"Καλή διαμονή" της ευχήθηκε ευγενικά και έκλεισε την πόρτα. 

Ο Πάρης κοιτούσε εντυπωσιασμένος γύρω του. Μπροστά του απλωνόταν ένα μεγάλο σαλόνι που είχε θέα σε όλο το Μιλάνο. Ο χώρος ήταν πολύ ωραία διακοσμημένος και η τεράστια τζαμαρία με την υπέροχη θέα, έκανε το δωμάτιο ακόμα καλύτερο. 

Η Ηλέκτρα τον κοίταξε παραξενεμένη, αλλά δεν είπε κάτι. Προχώρησε προς το εσωτερικό της σουίτας και άνοιξε την πρώτη πόρτα στα αριστερά της. Ήταν το αγαπημένο της δωμάτιο. Είχε μια τεράστια τζαμαρία, όπως το σαλόνι, απ' όπου μπορούσες να δεις όλη την πόλη. Κάθισε στο αναπαυτικό κρεβάτι και τηλεφώνησε στη μαμά της.

"Κοριτσάκι μου τι κάνεις;" άκουσε τη φωνή της Ζένιας από το τηλέφωνο και χαμογέλασε

"Καλά μαμά. Μόλις μπήκαμε στο δωμάτιο." της είπε

"Να προσέχεις κοριτσάκι μου ναι; Και να τρως καλά. Και να προσεχείς πως ντύνεσαι. Σιγά σιγά ο καιρός κρυώνει"  τη συμβούλεψε και η Ηλέκτρα κούνησε το κεφάλι της.

Λίγα λεπτά αργότερα έκλεισαν το τηλέφωνο. Η Ηλέκτρα άκουσε την πόρτα της να χτυπάει και είδε το κεφάλι του Πάρη να ξεπροβάλλει. 

"Η βαλίτσα σας" της είπε και μπήκε στο δωμάτιο για να την αφήσει.

Ο άντρας πήγε να βγει από το δωμάτιο, αλλά η φωνή της Ηλέκτρας τον σταμάτησε.

"Το βράδυ θα βγούμε. Σε θέλω έτοιμο στις 9" του ανακοίνωσε και εκείνος έγνεψε καταφατικά.

Η ώρα ήταν έξι το απόγευμα. Η κοπέλα άνοιξε την πόρτα που βρισκόταν μέσα στο δωμάτιό της και μπήκε στο μπάνιο. Άνοιξε το ζεστό νερό και άρχισε να γεμίζει τη μπανιέρα. Έριξε ένα αρωματικό λάδι που βρήκε σε ένα από τα ράφια και ξεντύθηκε, πετώντας τα ρούχα της σε μια γωνία του μπάνιου. Μόλις η μπανιέρα είχε γεμίσει μέχρι πάνω, έκλεισε το νερό και μπήκε μέσα. Ένιωσε τους μύες του σώματός της να χαλαρώνουν και έκλεισε στιγμιαία τα μάτια της.

Το κινητό της χτύπησε, σπάζοντας τη σιωπή στην οποία είχε βυθιστεί η κοπέλα. Άνοιξε τα μάτια της και το έπιασε από το μάρμαρο που βρισκόταν δίπλα στη μπανιέρα. Στην οθόνη αναγραφόταν το όνομα του Στέφανου.

"Ναι" είπε μόλις το σήκωσε

"Έφυγες και μας ξέχασες όλους;" της είπε πειραχτικά το αγόρι και η κοπέλα γέλασε ελαφρά.

"Κανένας δε ξέχασα. Αλλά και να ήθελα δε με αφήνετε" του είπε γελώντας και άκουσε το γέλιο του από την άλλη γραμμή.

"Πώς περνάς;" τη ρώτησε

"Καλά. Τώρα χαλαρώνω μέσα στη μπανιέρα" του είπε και το άκουσε να αναστενάζει

"Άλλοι χαλαρώνουν στη μπανιέρα με καυτό νερό κα άλλοι δουλεύουν. Άδικη ζωή" είπε δραματικά και η κοπέλα χαμογέλασε

"Ναι πολύ άδικη" τον ειρωνεύτηκε η Ηλέκτρα

"Σε αφήνω τότε και πάω να συνεχίσω. Να περάσεις καλά" της είπε το αγόρι και έκλεισαν το τηλέφωνο.

[...]

Οι ανάλαφρες μπούκλες έπεφταν στην πλάτη της. Τα μάτια της, βαμμένα σε αποχρώσεις του μαύρου φαινόντουσαν ακόμη πιο εντυπωσιακά. Κοίταξε προσεκτικά τα ρούχα που είχε μαζί της και τελικά κατέληξε. 

Η γυμνασμένη πλάτη της έκανε το φόρεμα να φαίνεται σα να είχε φτιαχτεί μόνο για εκείνη, ενώ το βαθύ ντεκολτέ αναδείκνυε το πλούσιο στήθος της. Φόρεσε ένα ζευγάρι μαύρες γόβες Louboutin και κοιτάχτηκε μια τελευταία φορά στον ολόσωμα καθρέφτη του δωματίου της. Έβαλε άλλη μια στρώση από το nude κραγιόν της και έπιασε την τσάντα της, βγαίνοντας από το δωμάτιο. 

Ξαφνικά ένιωσε να συγκρούεται με κάτι σκληρό. Σήκωσε τα μάτια της ενοχλημένη και αντίκρυσε τα μάτια του Πάρη. 

"Δε βλέπεις που πας;" τον ρώτησε άγρια και απομακρύνθηκε από κοντά του.

Έπιασε το μαύρο γουνάκι που είχε αφήσει νωρίτερα στον καναπέ και το φόρεσε. Ο Πάρης την κοιτούσε εντυπωσιασμένος. Ήταν ίσως η πιο όμορφη γυναίκα που είχε γνωρίσει ποτέ του. Ο τρόπος που περπατούσε, ο αέρας που απέπνεε και το υπεροπτικό, αλλά ταυτόχρονα σέξι βλέμμα της την έκαναν μια πανέμορφη και ελκυστική γυναίκα. 

Η Ηλέκτρα άνοιξε την πόρτα και βγήκε έξω. Ο Ερρίκος την περίμενε με ένα χαμόγελο.

"Είσαι πανέμορφη" της είπε και φίλησε το χέρι της.

Ο Πάρης έσφιξε το σαγόνι του, γεγονός που έκανε τις γωνίες του προσώπου του να φαίνονται εντονότερες. Οι δυό τους προχώρησαν μπροστά με εκείνον να τους ακολουθεί από πίσω. Μια λιμουζίνα τους περίμενε στην είσοδο του ξενοδοχείου. Ο σοφέρ βγήκε και τους άνοιξε την πόρτα. Η κοπέλα μπήκε προσεκτικά στο αυτοκίνητο. Το φόρεμά της σηκώθηκε. Το βλέμμα του Πάρη έπεσε πάνω στα καλλίγραμμα πόδια της, που πλέον φαίνονταν ξεκάθαρα. Ξεροκατάπιε και κοίταξε έξω από το παράθυρο. Η ατμόσφαιρα μέσα στο αυτοκίνητο ήταν αποπνικτική. Ένιωσε να ζεσταίνεται. Ξέσφιξε λίγο τη γραβάτα του και ξεφύσιξε.

"Είσαι εντάξει;" τον ρώτησε η Ηλέκτρα που καθόταν στον ίδιο καναπέ με αυτόν, πιάνοντάς του το πόδι.

Ο άντρας ένιωσε να καίγεται στο άγγιγμά της. Αρκέστηκε σε ένα νεύμα, γιατί δεν εμπιστευόταν τη φωνή του.

"Άνοιξε το κλιματιστικό" διέταξε η Ηλέκτρα τον οδηγό και έστρεψε το ανήσυχο βλέμμα της στον Πάρη.

Εκείνος της χαμογέλασε διστακτικά και την ευχαρίστησε άηχα.

[...]

Το κλαμπ που είχε επιλέξει ο Ερρίκος ήταν όντως πολύ ωραίο. Το ισπανικό τραγούδι που ακουγόταν από τα δυνατά ηχεία έκανε την Ηλέκτρα να θέλει να χορέψει. Ένας άντρας ήρθε και αφού είπε κάτι με τον Ερρίκο τους οδήγησε στον πάνω όροφο, όπου βρίσκονταν τα VIP. Από εκεί μπορούσες να δεις όλο τον κάτω όροφο. Τους έβαλε να καθίσουν σε έναν καναπέ και πήρε τα πράγματά τους. Λίγα λεπτά αργότερα τους πλησίασε μια παρέα. Η Ηλέκτρα αναγνώρισε μια κοπέλα, την Jessica. Πριν δύο χρόνια, όταν είχε γίνει το ατύχημα, η Ηλέκτρα είχε έρθει να ζήσει στην Ιταλία για ένα διάστημα και έτσι γνωρίστηκαν. Μόλις την είδε η Jessica έτρεξε στην αγκαλιά της. Είχαν να βρεθούν πάνω από ένα χρόνο και είχε λείψει πολύ η μια στην άλλη. 

"Πώς είσαι;" τη ρώτησε η Jessica σε άπταιστα αγγλικά

Η Ηλέκτρα κούνησε το κεφάλι της γελώντας.

"Όπως τα ξέρεις. Εσύ;" τη ρώτησε με ενδιαφέρον

"Το ίδιο. Ο κούκλος πίσω σου που σε έχει φάει με τα μάτια του ποιος είναι;" ρώτησε πονηρά η φίλη της

"Πάρης. Τον προσέλαβε ο μπαμπάς μου για να με προσέχει." απάντησε η κοπέλα δυσανασχετώντας

"Ναι σε χάλασε" της απάντησε ειρωνικά και γέλασαν.

Ακούστηκε ένα από τα αγαπημένα τραγούδια των κοριτσιών και η Jessica έπιασε το χέρι της Ηλέκτρας, τραβώντας την πιο πέρα. Οι δύο κοπέλες χόρευαν, κρατώντας στα χέρια τους από ένα ποτό. Η Ηλέκτρα έβγαλε από το τσαντάκι της ένα πακέτο τσιγάρα και άναψε ένα. Η φίλη της τη μιμήθηκε. Ένα από τα αγόρια που είχαν έρθει με την Jessica πλησίασε τις δύο κοπέλες. 

"Είμαι ο Ian. Με θυμάσαι;" ρώτησε την ξανθιά καλλονή που χόρευε μπροστά του.

Η Ηλέκτρα έδειξε να το σκέφτεται για λίγο. Ξαφνικά το πρόσωπό της φωτίστηκε. Αγκάλιασε το αγόρι γελώντας. 

"Χαθήκαμε" του είπε και εκείνος δε μπόρεσε να μη γελάσει

"Χάθηκες θες να πεις" τη διόρθωσε και η κοπέλα κούνησε το κεφάλι της

Ο Πάρης έμεινε να κοιτάει το σκηνικό που εκτυλισσόταν μπροστά του. Ο άγνωστος αυτός άντρας άγγιζε την Ηλέκτρα με μεγάλη οικειότητα και εκείνη δεν έδειχνε να ενοχλείται. Το χέρι του πήγαινε μια στη μέση της και μια στο μπράτσο της, νευριάζοντας τον ακόμη περισσότερο. Το βλέμμα του έπεσε στον Ερρίκο που κοιτούσε τον άντρα με το ίδιο βλέμμα.

Πρόσεξε μη χάσεις τη νύφη, ειρωνεύτηκε ο Πάρης και ρόλαρε τα μάτια του.

Ξαφνικά είδε την Ηλέκτρα να έρχεται προς το μέρος του. Το έδωσε το πακέτο με τα τσιγάρα.

"Δε καπνίζω" της είπε εκείνος απότομα

"Έλα που δε καπνίζεις" του είπε εκείνη παιχνιδιάρικα

Πρώτη φορά την έβλεπε τόσο χαλαρή. Ο άντρας αναστέναξε και πήρε ένα τσιγάρο. Εκείνη χαμογέλασε και έτεινε τον αναπτήρα της προς το μέρος του. Άναψε το τσιγάρο και τον έβαλε στο τσαντάκι της.

"Θα πιεις;" τον ρώτησε, αλλά σ' αυτό το θέμα ήταν ανένδοτος.

"Όχι" είπε και η κοπέλα έγνεψε.

"Δε χορεύεις;" τον ξαναρώτησε

"Όχι" αποκρίθηκε εκείνος αμήχανα.

Το τελευταίο πράγμα που ήθελε εκείνη τη στιγμή ήταν να χορέψει. Είχε να το κάνει χρόνια και δεν ήταν σίγουρος ότι είχε ρυθμό μέσα του. Πάντα θεωρούσε ότι ήταν πολύ άγαρμπος στο χορό. Άσε που από χιλιόμετρα έμοιαζε με μπράβο. Θα ήταν περίεργο να σηκωθεί να χορέψει.

Η Ηλέκτρα σούφρωσε τα χείλια της σα μωρό. Τον έπιασε από το χέρι και τον τράβηξε να σηκωθεί, αλλά απέτυχε παταγωδώς. Ο Πάρης ήταν τεράστιος. Αποκλείεται να κατάφερνε να τον σηκώσει. 

"Γιατί δε χορεύετε με τον φίλο σας ή με τον κύριο Ερρίκο;" τη ρώτησε.

Ο τόνος της φωνής του φανέρωνε την ενόχληση, αλλά η κοπέλα είχε πιει αρκετά και δε κατάλαβε τίποτα.

"Σωστά" είπε και σηκώθηκε, αφήνοντάς τον μόνο με το τσιγάρο για παρέα.

[...]

Η Ηλέκτρα ήταν εκτός ελέγχου. Είχε ανέβει πάνω στο τραπέζι και χόρευε, καθώς όλος ο κόσμος που βρισκόταν σε εκείνο τον όροφο την χάζευε. Το σώμα της ήταν πειρασμός για όλους. Τα ψηλά και καλλίγραμμα πόδια της, το στητό και πλούσιο στήθος της και η λεπτή μέση της, την έκαναν ακαταμάχητη. Είχε πιει αρκετά. Ο Πάρης ανησυχούσε μήπως είχε κάνει και τίποτα άλλο. Για λίγη ώρα την είχε χάσει από το οπτικό του πεδίο και όταν επέστρεψε, μαζί με τη φίλη της, του είπε ότι ήταν τουαλέτα. 

Την πλησίασε και έπιασε τα πόδια της. Η κοπέλα τον κοίταξε ενοχλημένη. Εκείνος της έκανε νόημα να κατέβει, αλλά αυτή όχι μόνο τον αγνόησε, αλλά άρχισε να χορεύει ακόμη πιο προκλητικά. Ο Πάρης δεν είχε άλλη επιλογή. Την άρπαξε δυνατά από τα γόνατα και την έριξε στον ώμο του. 

Η Ηλέκτρα φώναζε και τον χτυπούσε στην πλάτη, αλλά εκείνος δεν ένιωθε τίποτα. Πήρε τα πράγματά της και έκανε νόημα στον Ερρίκο.

"Θα την πάω στο ξενοδοχείο" του είπε με άγριο ύφος

Εκείνος συμφώνησε και γύρισε στην παρέα του.

Πόσο αναίσθητος είναι πια;  αναλογίστηκε ο άντρας και συνέχισε να προχωράει με την κοπέλα στον ώμο του.

Ένιωθε τις μικρές μπουνιές της να τον χτυπάνε στην πλάτη και γέλασε κουνώντας το κεφάλι του.

"ΑΣΕ ΜΕ ΚΑΤΩ. ΘΑ ΤΟ ΠΩ ΣΤΟΝ ΜΠΑΜΠΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΝΑ ΣΕ ΔΩ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΔΟΥΛΕΙΑ" του φώναξε η Ηλέκτρα.

"Αύριο θα με ευχαριστείς που σε έσωσα από τα μάτια του κάθε λιγούρη" της είπε ήρεμα

Ξαφνικά ένιωσε το χέρι της στα οπίσθιά του. Γούρλωσε τα μάτια του και την κατέβασε γρήγορα από τον ώμο του.

"Ωραίος κώλος" είπε εκείνη γελώντας

Ο Πάρης δε πίστευε στα αφτιά του. 

Σήκωσε το χέρι του και σταμάτησε το πρώτο ταξί που είδε. Έβαλε τη Διώνη μέσα και μπήκε και αυτός.

Η κοπέλα είχε ξαπλώσει στη θέση και είχε κλείσει τα μάτια της. Σε μια απότομη στροφή το κεφάλι της έπεσε στον ώμο του. Την κοίταξε ξαφνιασμένος, αλλά δε τόλμησε να την κουνήσει. Το έντονο άρωμά της εισχώρησε στη μύτη του, κάνοντας τον να κλείσει στιγμιαία τα μάτια του. Ακόμα και σε αυτή την κατάσταση ήταν πανέμορφη.

Λίγα λεπτά αργότερα έφτασαν έξω από το ξενοδοχείο. Ο Πάρης πλήρωσε τον οδηγό και έπιασε την κοιμισμένη Ηλέκτρα στα χέρια του. Την έβγαλε από το ταξί και με αυτή αγκαλιά, ανέβηκε στο δωμάτιο. Το κλειδί βρισκόταν μέσα στην τσάντα της. Την έβγαλε προσεκτικά από τον ώμο της, για να μη την ξυπνήσει και την άνοιξε. Από μέσα έπεσε ένα κραγιόν, τα τσιγάρα και ένα σακουλάκι με τη γνωστή λευκή σκόνη. Ο άντρας την κοίταξε θυμωμένος. Έβαλε το σακουλάκι στην τσέπη του, πήρε τα υπόλοιπα πράγματα που είχαν πέσει κάτω και άνοιξε την πόρτα. 

Μπήκε στο δωμάτιο της Ηλέκτρας και την άφησε απαλά πάνω στο κρεβάτι της. Πήγε να φύγει, αλλά τελευταία στιγμή γύρισε πίσω. Δε θα μπορούσε να κοιμηθεί με αυτά τα ρούχα. Πλησίασε τα πόδια της και έβγαλε μαλακά τα παπούτσια της τα οποία άφησε δίπλα στο κρεβάτι. Της έβγαλε τα κοσμήματα και τα ακούμπησε στο κομοδίνο. Τώρα έμενε το φόρεμα. 

Ξεφύσιξε αγχωμένα. Την σκέπασε με το πάπλωμα και έβαλε τα χέρια του από κάτω, προσπαθώντας να το τραβήξει χωρίς να κοιτάει. Το ένα του χέρι ήρθε σε επαφή με το γυμνό της στήθος, κάνοντάς τον να ανατριχιάσει. Έκλεισε τα μάτια του και πήρε μια βαθιά ανάσα. Με μια κίνηση τράβηξε το φόρεμα μέχρι κάτω, βγάζοντάς το. Την σκέπασε λίγο καλύτερα, και αφού άφησε το φόρεμα σε μια καρέκλα, βγήκε από το δωμάτιο κλείνοντας την πόρτα.

Μπήκε στο δικό του δωμάτιο και έκλεισε την πόρτα. Ξεντύθηκε γρήγορα και μπήκε στο μπάνιο. Το ζεστό νερό ανακούφισε κάπως την κούραση που ένιωθε. Στο μυαλό του ήρθε ξανά η Ηλέκτρα. Το δέρμα της ήταν πολύ απαλό και ζεστό. Με αυτό το σύντομο άγγιγμα ο άντρας ένιωσε πόσο σκληρή ήταν η ρώγα της. Γύρισε απότομα το νερό στο κρύο και προσπάθησε να ηρεμήσει τον εαυτό του. Βγήκε από το μπάνιο και ξάπλωσε στο κρεβάτι, φορώντας μόνο ένα μποξεράκι.


Καλησπέρα!!

Τι έπαθε ο Παρούκος πάλι; Και πόσα ακόμα θα τραβήξει;

Περιμένω τη γνώμη σας. 

Φιλάκιααα❤️❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top