Ο χρόνος κυλάει....

"Μπορούν όλα να γίνουν χειρότερα από ότι ήδη είναι; Μα φυσικά και μπορούν..."

Κάπου έξω από το Σικάγο

"Έκανες ότι ακριβώς σου είπα;" Η φωνή ψυχρή.  Γεμάτη μίσος και  κακία. Η προσμονή ήταν μεγάλη και η ανάγκη του να τους καταστρέψει όλους ολοένα και μεγάλωνε. Είχαν περάσει αρκετά χρόνια. Κρατώντας την εκδίκηση του αναλλοίωτη  στο πέρασμα του χρόνου , ήξερε πολύ καλά πως είχε φτάσει ο καιρός

"Μάλιστα θείε..." απάντησε ο νεαρός άντρας και ύψωσε  το κεφάλι...

"Ωραία... Συνεχίζεις στο ίδιο μοτίβο και τσιμουδιά σε κανέναν κατάλαβες;"

"Παιδιά είμαστε; Με προσβάλλεις..."

"Στο τονίζω και στο είπα από την αρχή πως δεν θέλω να μπλεχτείς στα δίχτυα της. Οι γυναίκες της γενιάς της είναι ατιμα πλάσματα... "

"Ήδη πήρα μια γεύση... Καταλαβαίνω ακριβώς τί εννοείς αλλά μην σε νοιάζει. Δεν μασάω από τέτοια εγώ. Θα σέρνεται στα πόδια μου σύντομα"

"Δεν κατεβάζεις λίγο το 'εγώ ' σου πριν τα κάνεις σκατα ;" Ειπε και κάθισε εκνευρισμένος στο μικρό τραπέζι του μοτελ.

"Εσύ κοίτα να τηρησεις την συμφωνία και μην σε νοιάζει για το Εγώ μου!"

"Όλα θα γίνουν όπως ακριβώς σου υποσχέθηκα... Και τώρα φύγε.  Δεν θέλω να κινήσουμε υποψίες!"

Ο νεαρός φαινομενικά άντρας γύρισε την πλάτη του και έφυγε. Βγήκε από το ξενοδοχείο και χώθηκε μέσα στο δάσος...

Λίγες ώρες αργότερα

Άνοιξε τα μάτια της, κοίταξε γύρω της και κατάλαβε αμέσως πως βρίσκεται στο δωμάτιο της. Το χέρι της αυτόματα βρέθηκε στο κεφάλι αλλά εκτός από το ξεραμένο αίμα που υπήρχε στα μαλλιά της δεν είχε τίποτα άλλο. Η πληγή της είχε κλείσει.   Ήταν ήδη απόγευμα. Που σημαίνει ότι κοιμόταν αρκετές ώρες.

Σηκώθηκε και μόλις οι χθεσινοβραδινες μνήμες επέστρεψαν στο μυαλό της εκνευρίστηκε. Ήταν σχεδόν σίγουρη για το ποιος κρυβόταν πίσω από την επίθεση της στο δάσος. Τα μάτια της μαύρισαν , τα ανοιγοκλείσε μερικές φορές προσπαθώντας να ηρεμήσει...

"Ήρεμα κορίτσι μου. Θα την βρεις την άκρη" μουρμουρησε και πριν κάνει βήμα η πόρτα άνοιξε. Η Ελπίδα τρομοκρατημένη μπήκε μέσα και την πήρε αγκαλιά ενώ ο Ίαν από πίσω ακολούθησε πιο σοβαρός.

"Αν παθαίνες κάτι θα τρελαινομουν! Πάλι καλά σε βρήκαν οι φρουροί το ξημέρωμα!  Τι δουλειά είχες στο τοίχος; και Πώς χτύπησες; Δεν πιστεύω να βγήκες έξω;"

"Ήρεμα ρε μαμά, μια μια τις ερωτήσεις!" Την αγκάλιασε πίσω και απομακρύνθηκε ελαφρά. Ένιωθε το διαπεραστικό βλέμμα του πατέρα της και απέφυγε την μάτια του. Πάντα ήταν πιο αυστηρός στο σπίτι αλλά λάτρευε τις γυναίκες της ζωής του.

"Απλά θέλω να ξέρω γιατί ήσουν σε αυτή τη κατάσταση!" Είπε η Ελπίδα και αναστέναξε

"Τώρα αν σου πω ότι μ'αρέσει να πηγαίνω εκεί και να ηρεμώ θα με πιστέψεις; Γιατί περί αυτού πρόκειται.  Απλά ανέβηκα πάνω στο τείχος, γλίστρησα και από εκεί και πέρα δεν θυμάμαι τίποτα...!"

Η Ελπίδα ένιωσε ανακούφιση. Και μόνο που ήταν ζωντανή της έφτανε.  Ο Ίαν από την άλλη ηταν πιο μαζεμένος. Πιο εκνευρισμένος...

"Ποιος σε δάγκωσε Φαιθ ;" Την ρώτησε και εκείνη έμεινε στατική.

"Ποιος ήρθε;" Ρώτησε γεμάτη απορία

"Μην κανείς την χαζή. Σίγουρα δεν ήσουν μόνη χθες , όταν σε βρήκαν οι φρουροί στην αρχή τρόμαξαν.  Νόμιζαν πως είσαι νεκρή βλέποντας το ξεραμένο αίμα στην συνέχεια όμως είχαν πως προερχόταν απο το κεφάλι και όχι από το δάγκωμα στο λαιμό σου ..." Αδυνατώντας να πιστέψει στα λόγια του γύρισε προς τον καθρέφτη και έντρομη παρατήρησε δύο μαύρα αχνα σημάδια σαν κουκίδες στον λαιμό της. Έβαλε το χέρι της στο στόμα πριν ουρλιάξει και γύρισε προς τον πατέρα της.

"Μπαμπά αλήθεια ήμουν μόνη! Δεν Έχω ιδέα πως έγινε αυτό το πράγμα στο ορκίζομαι..." τα λόγια της και ο τρόπος που μιλούσε φανέρωναν πως έλεγε αλήθεια.

"Αν υποθέσουμε πως σε πιστεύω τότε οποίος σε βρήκε αναίσθητη εκμεταλλεύτηκε το γεγονός και σε δάγκωσε παρά την θέληση σου. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό αλλά σίγουρα δεν είναι καλό..." Έμεινε για λίγο σκεπτικός και κοίταξε την Ελπίδα.

"Δεν καταλαβαίνω.  Αφού μεταξύ σας το κάνετε όλοι συχνά. Ποιο το πρόβλημα;"

"Το πρόβλημα μωρό μου είναι πως επειδή... Ξέρεις, ακόμα δεν έχει αποκαλυφθεί η φύση σου το αίμα σου είναι κάπως σπάνιο,  ας πουμε δηλητηριώδες το ίδιο και το δάγκωμα σου. Αν λοιπόν κάποιος έχει πιει από σένα αυτόματα γίνεται ανθεκτικός στο δηλητήριο σου...  Δεν ξέρουμε πόσο κρατάει η ανοσία. Όπως καταλαβαίνεις δεν θέλαμε να σε κάνουμε πειραματοζωο... " Η Ελπίδα της μίλησε ειλικρινά. Προσπάθησε να της εξηγήσει με αλλά λόγια πόσο σημαντική ήταν.

" Βαρέθηκα να είμαι διαφορετική! Να μην έχω μια φυσιολογική ζωή σαν όλους τους άλλους!!" Κλώτσησε το μικρό σκαμπό μπροστά της και πλησίασε στον καθρέφτη.  Κοίταξε τα μάτια της και γύρισε δακρυσμένη προς τους γονείς της .

"Για ποιο λόγο ήρθα στην ζωή Αν είναι να τυραννιεμαι; " Ρώτησε και ο Ίαν την πλησίασε.

"Ηρέμησε κοριτσάκι μου ... Είσαι θαύμα για μας . Είσαι το αποτελεσμα μιας πράξης γεμάτη  έρωτα και αγάπη. Μην λες τέτοια λόγια... Ειμαι σίγουρος πως μέσα σου κρύβεται κάτι σημαντικό, ακόμα κι αν δεν έχεις καταλάβει τις δυνάμεις σου είσαι από μόνη σου το απόλυτο..." της άφησε ένα φιλί στο μέτωπο και σκούπισε τα δακρυσμένα της μάτια. 

"Είναι τόσο δύσκολο πατέρα, τόσο..."

"Σςςςς ηρέμησε. Θα βρεις το δρόμο σου οποίος και να είναι αυτός... Εσυ βλεπεις τον εαυτό σου γεματο με μειονεκτήματα εγω παλι βλέπω μια γυναικα αξια θαυμασμού.  Ενα σπάνιο πλάσμα που είναι γεμάτο ζωη " Η Φαιθ τον αγκάλιασε και η Ελπίδα τους κοιτούσε χαμογελώντας. 

"Μέχρι και το όνομα μου είναι περίεργο..." σχόλιασε και γέλασε.

"Εγώ λέω να κανείς ένα μπάνιο και να αδειάσεις το όμορφο κεφαλάκι σου από κάθε αρνητική σκέψη. Να πας μια βόλτα και να ηρεμήσεις τι λες;"

"Λέω πως η ιδέα σου είναι εξαιρετική. Θα έρθει και ο Μαρκους υποθέτω σήμερα. Χθες ήταν πιο ήρεμος από άλλες φορές" Η Ελπίδα ένιωσε περήφανη.  Μπορεί η κόρη της να ήταν γεμάτη με απαισιοδοξία μερικές φορές αλλά μπροστά σε εκείνο το μικρό παιδάκι γινόταν βράχος. Το στήριζε και από την αρχή προσπάθησε να του μάθει πως λειτουργούν οι λύκοι.

"Η Βελτίωση αυτού του παιδιού είναι εξαιρετική και σου αξίζουν τα συγχαρητήρια.  Ένας Θεός ξέρει που θα κατέληγε αν έμενε σε αυτή την ηλικία έξω από τα τείχη... " Μουρμουρησε Η Ελπίδα.

"Λοιπόν, εμείς φεύγουμε. Να προσέχεις κόρη μου " Ο Ίαν της έδωσε ένα ακόμα φιλί και έφυγε μαζί με την Ελπίδα από το δωμάτιο.

Η Φαιθ πήγε ξανά στον καθρέφτη. Κοίταξε τον λαιμό της και αγρίεψε. Τα συναισθήματα της έμοιαζαν με τον ωκεανό. Μπορούσαν σε δευτερόλεπτα να αλλάξουν. Μπήκε γρήγορα στο μπάνιο, πέταξε τα ρούχα της και αφέθηκε στο χλιαρό νερό. Λίγα λεπτά αργότερα βγήκε στο δωμάτιο γυμνή. Ντύθηκε και δίχως να μπει στο κόπο να στεγνώσει τα μαλλιά της άνοιξε το παράθυρο και πήδηξε κάτω. Αυτή ήταν μια ακόμα παραξενιά της. Σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιούσε την πόρτα.  Βγήκε από την αυλή και κατηγόρησε στον χωματόδρομο.  Το γέλιο της αδερφής της αντήχησε στα αυτιά της και δίχως να το σκεφτεί το ακολούθησε. Την είδε ακουμπισμένη πάνω σε ένα δέντρο. Ο Λιαμ δάγκωνε τον ώμο της κι εκείνη χαχανιζε πονηρά.

Δεν ήθελε και πολύ για να αρπάξει το σπίρτο φωτιά. Τους πλησίασε. Έφτασε πίσω ακριβώς από τον Λιαμ και τον έπιασε από τον ώμο γυρίζοντας τον προς το μέρος της.

"Γουρούνι!" Είπε δυνατά και τον χαστουκισε

"Είσαι τρελή ρε ; Τόλμα να απλώσεις ξανά το γαμωχερο σου πάνω μου και θα στο κόψω !" Ο Λιαμ έβγαλε αμέσως τα δόντια του και η όψη του προσώπου του άλλαξε.

"Φαιθ πας καλά;" Η Νερισσα εκνευρισμένη μπήκε ανάμεσα τους πριν κατασπαράξει ο ένας τον άλλο.

"Εγώ μια χαρά πάω! Μάζεψε το μαλακά σου πριν γίνουμε κωλος !"

"Βουλωσε το γαμωτο !" Είπε ο Λιαμ και έκανε να ορμηξει.  Η Νερισσα τον έπιασε από το χέρι αλλά εκείνος με ένα απότομο τιναγμα την πέταξε μακριά. Έπιασε την Φαιθ από το λαιμό κι εκείνη γέλασε. Τον άφησε να την σηκώσει στον αέρα και να την σύρει μέχρι το δέντρο πίσω της.

"Τι ζορι τραβάς ρε φρικιό;" Της ψιθύρισε σε αρκετά κοντινή απόσταση. 

"Αυτό που έκανες χθες θα μου το πληρώσεις!" Απάντησε η Φαιθ

"Είσαι τρελή; αλλά τι ρωτάω... Κοίτα πως είσαι! "

"Πάρε το χέρι σου σαν καλό αγοράκι από τον λαιμό μου ... " Τα μάτια της μαύρισαν και στο πρόσωπο της σχηματίστηκε ένα αλλιώτικο χαμόγελο.

Ο Λιαμ δεν έκανε τίποτα. Παρέμεινε στην ίδια ακριβώς στάση κοιτάζοντας την .

"Άκου εδώ μικρε διάολε, δεν ξέρω σε τι πράγμα αναφέρεσαι αλλα ένα θα σου πω ! Αν θες να τα πάμε καλά κοίτα να μην ξαναβρεθεις στον δρόμο μου..."

Η Φαιθ ανοιγοκλείσε τα μάτια της. Ξάφνου μια πέτρα από το έδαφος πετάχτηκε στο κεφάλι του και σαστισε.

"Εγώ θα έλεγα πως αν θες να τα πάμε όντως καλά, να κόψεις τις μαλακιες και να αφήσεις ήσυχη την αδερφή μου ... " Ο Λιαμ τράβηξε το χέρι του . Είχε ακούσει φυσικά για τηλεκινηση στο είδος τους αλλά ήταν εξαιρετικά σπάνια.

"Εχεις τσαγανό πάντως ..."σχόλιασε Και σκύβοντας πήρε την πέτρα. Η Νερισσα που τους κοίταζε αμίλητη τόση ώρα και προσευχόταν για ένα θαύμα ηρέμησε όταν ειδε τα μάτια της να γυρνάνε στο φυσιολογικό.  Ήξερε πως αν βρεθεί ανάμεσα μόνο κακο θα προκαλέσει.

"Ελπίζω να συνεννοηθήκαμε..." Ήταν η απάντηση της και έφυγε γρήγορα χωρίς να κοιτάξει πίσω.

Μόλις απομακρύνθηκε αρκετά χώθηκε μεσα στο δάσος και βρέθηκε στο τείχος. Δεν άντεχε να βρίσκεται στην πόλη ούτε λεπτό παραπάνω. Ένιωσε άσχημα βέβαια για τον Μαρκους αλλά ήταν σίγουρη πως αν του εξηγούσε θα καταλάβαινε. Εκτός αυτού το μόνο που ήθελε ήταν να ζήσει. Να ζήσει για λίγα λεπτά σαν άνθρωπος...

Βγήκε από το τείχος και έτρεξε.  Έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε . Έφτασε στο γνωστό της στέκι και προς μεγάλη της έκπληξη είδε το αυτοκίνητο του Τζόναθαν παρκαρισμένο. Χωρίς να σκεφτεί κατέβηκε. Πήδηξε τον συρματινο φράχτη που οδηγούσε μέσα στην πίστα και πλησιάζοντας το αυτοκίνητο τον είδε να βγαίνει.

"Φαιθ ; τι κάνεις εδώ τέτοια ώρα;" Την Ρώτησε αλλά σαν απάντηση εκείνη μείωσε την απόσταση μεταξύ τους. Έβαλε τα χέρια της στα μαλλιά του και τα τράβηξε απαλά προς τα πίσω.

"Σςςς μην μιλάς..." ψέλλισε και τον φίλησε στα χείλη παθιασμένα...

Σας φιλώ

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top