Δυσοίωνο μέλλον

"Πληγώνεις η πληγώνεσαι; Σκοτώνεις η περιμένεις τον θάνατο;"

Η απόσταση ολοένα και λιγοστευε μεταξύ τους. Όσο εκείνος πλησίαζε άλλο τόσο όμως η καρδιά της χτυπούσε δυνατά.  Είχαν να βρεθούν μόνοι καιρό ενώ κάθε φορά κατέληγαν στην πάλη. Μέσα στο μυαλό της κυριαρχούσε η επιθετικότητα ενώ στο δικό του η κατεστραμμένη του εξάρτηση.  Το μίσος που χρειάστηκε χρόνια για να γεννηθεί και να καλλιεργηθεί μέσα στην ψυχή του  και η κρυφή επιθυμία του θανάτου ...

Έφτασε μπροστά της. Την κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και της έκανε νόημα να προχωρήσει μπροστά χωρίς να πει λέξη.  Εκείνη ένιωσε ανακούφιση που δεν άνοιξε το στόμα του για να την εκνευρίσει.  Προχώρησε μπροστά, αν και δεν είχε την δύναμη της όσφρησης τον ένιωθε να την παρακολουθεί σαν το γεράκι , το θήραμα. 

Έφτασαν έξω από τα τείχη. Πότε της δεν θα συνήθιζε την μετάβαση από το ένα περιβάλλον στο άλλο και ήταν γεγονός. Το χτυποκαρδι της σε συνδυασμό με την παρουσία του Λιαμ δεν την βοηθούσαν.  Έβγαλε το πόδι της και πέρασε ολόκληρη ενώ εκείνος χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία την ακολούθησε κρατώντας πάντα μια απόσταση 20 μέτρων πίσω της.

Η Φαιθ έφτασε στο γνωστό σημείο. Δεν είχε πει λέξη λέξη στον Τζόναθαν όταν μίλησαν στο τηλέφωνο. Σκαρφάλωσε με εξαιρετική ευκολία στο δέντρο και κοίταξε πέρα από τον χωμάτινο λόφο.  Όπως ακριβώς το είχε φανταστεί , το αυτοκίνητο του βρισκόταν παρκαρισμένο στην άκρη. Κατέβηκε και κοίταξε πίσω της τον Λιαμ.

"Από δω και πέρα συνεχίζω μόνη..." του είπε

"Δεν καταλαβες καλά μάλλον..." αποκρίθηκε εκείνος και μείωσε απόσταση.

"Λιαμ ; ξέρω ότι μεταξύ μας δεν τα πάμε καλά αλλά άσε μου λίγο αέρα..." Η φωνή της ήταν απαλή πράγμα που τον σόκαρε. Δεν είχε ίχνος ειρωνείας η επιθετικότητας μέσα της . Για πρωτη του φορά έκανε ένα βήμα πίσω. 

"Σε μισή ώρα να είσαι πίσω" είπε ψυχρά και κάθισε κάτω από το δέντρο. Έβγαλε ένα τσιγάρο και την κοίταξε. Η Φαιθ αν και δεν περίμενε να αντιδράσει έτσι χάρηκε. Ασυναίσθητα πέταξε ένα χαμόγελο στα χείλη και έφυγε.

Πήδηξε το λοφακι και έτρεξε προς το αυτοκίνητο γεμάτη ανυπομονησία. Ο Τζόναθαν καθόταν μέσα στο αυτοκίνητο με το κεφάλι χαμηλά. Ξαφνικά το σήκωσε και την είδε λίγα μέτρα μακριά του. Βγήκε δίχως να σκεφτεί κάτι και έτρεξε κοντά της. Την σήκωσε στην αγκαλιά του και την φίλησε πριν καν ανταλλάξουν έστω και μια κουβέντα...

"Μου έλειψες μικρή..." της ψιθύρισε πάνω στο φίλι. Και την κατέβασε απαλά κάτω.

"Εμένα να δεις ... Πάμε καπου να μιλήσουμε;"

"Πάμε όπου θες, στέρηση έπαθα μακριά σου !" Η Φαιθ έπιασε το χέρι του κι εκείνος την τράβηξε μέχρι το αυτοκίνητο

"Μπες μέσα. Θα παρκάρω λίγο πιο κάτω πριν αρχίσουν τις κόντρες "

Όπως ακριβώς της είπε τους οδήγησε λίγα μέτρα μακριά... Το περίεργο όμως ήταν πως ένιωθε διαφορετικά . Η καρδιά της χτυπούσε ακανόνιστα. Σε κάθε του άγγιγμα αισθανόταν πως κάτι λείπει από την εικόνα.  Παραμέρισε τα συναισθήματα της και όπως έκαναν συνήθως , μόλις το αυτοκίνητο σταμάτησε ξάπλωσε στα πόδια του και έβγαλε τα δικά της από το παράθυρο.

"Είσαι καλύτερα;" Την ρώτησε και της χάιδεψε τα μαλλιά." Κόντεψα να τρελαθώ από την αγωνία μου και δεν είχα και κανένα τρόπο να έρθω να σε δω ..." συμπλήρωσε πριν προλάβει να απαντήσει.

"Είμαι πιο καλά από ποτέ... Να σε ρωτήσω κάτι;" Άρχισε να παίζει μηχανικά με τα μαλλιά της σχηματίζοντας μικρές μπούκλες και ο Τζόναθαν κατάλαβε αμέσως την νευρικότητα της.

"Πες μου μωρό μου , ρώτα ότι θες, ασε όμως ήσυχα τα μαλλιά σου σε παρακαλώ..." Η Φαιθ χαμογέλασε και ανασηκωσε το βλέμμα της.  Βρήκε το δικό του και με το χέρι της χάιδεψε το δικό του.

"Μ'αγαπάς;" Ο Τζόναθαν γέλασε...

"Τι χαζή ερώτηση είναι αυτή; Πεθαίνω για σένα!"  Αν Και ο τρόπος που απάντησε έδειχνε ειλικρίνεια ένιωσε ένα  τσίμπημα στην καρδιά της. 

"Αν ..Λέμε Αν, μάθαινες πως δεν ανήκω εδώ. Πώς ζω πιο μακριά και σου ζητούσα να μείνεις μαζί μου α δεχοσουν δηλαδή; .Ο Τζόναθαν την κοίταξε σκεπτικός.

"Και γιατί να μην σε έπαιρνα εγώ ,εδώ μαζί μου;" Το μυαλό της ακούγοντας τον έκανε αμέσως την σύγκριση . Αθανασία η θνησιμότητα...

"Υποθέσεις κάνουμε ρε αγάπη μου ... Θα ερχόσουν ;"

"Εννοείται, αλλά ειλικρινά θα προτιμούσα να σε έφερνα εδώ...." σταμάτησε για λίγο. Η Φαιθ σηκώθηκε και έλυσε στα πόδια του." Και στις δύο περιπτώσεις όμως μωρό μου, μαζί θα είμασταν και αυτό είναι το μόνο σίγουρο..." της ψιθύρισε και πέρασε το χέρι του μέσα από την μπλούζα της. Μόλις  ήρθε σε επαφή με το δέρμα της  ανατρίχιασε.

"Μήνες είμαστε μαζί κι ακόμα ανατριχιάζεις...." της είπε και εκείνη γέρνοντας το κεφάλι της απαλά στο πλάι κοίταξε την ώρα στο καντράν του αυτοκινήτου. Μόλις είδε την ώρα ανασηκωθηκε απότομα.

"Τι έπαθες;" Την ρώτησε ανήσυχος .

"Τίποτα. Υποσχέθηκα στους δικούς μου πως θα είμαι πίσω γρήγορα. Συγνωμη μωρό μου αλλά πρέπει να φύγω. Αύριο θα έρθω αν τα καταφέρω το βραδάκι... " του άφησε ένα πεταχτεί φιλί στα χείλη και πήγε στην θέση του συνοδηγού.  Άνοιξε την πόρτα και τον κοίταξε.

"Αύριο θα σε τιμωρήσω που με παράτας τόσο γρήγορα!" Της Είπε πονηρά και της έκλεισε το μάτι.

"Θα το δούμε αυτό " απάντησε περιπαικτικά και έφυγε. Ξέροντας πως δεν μπορεί να τρέξει γρήγορα μπροστά στους ανθρώπους επιτάχυνε το βήμα της και σε λίγα λεπτά πήδηξε τον λόφο . Ο Λιαμ ήταν ακριβώς εκεί που τον άφησε.

"Άργησες 4 λεπτά...." Σηκώθηκε και τίναξε τα ρούχα του.

"Την επόμενη θα τα κάνω στρογγυλά πέντε τότε..." Οι ματιές τους επέστρεψαν στα αρχικά επίπεδα. Δεν Είχαν να θυμίζουν σε τίποτα την ήρεμη εκείνη ατμόσφαιρα που επικρατούσε μέσα τους μισή ώρα πριν .

"Προχωρα και μην λες πολλά!" Εκείνη έδωσε τόπο στην οργή και πέρασε από μπροστά του ακουμπώντας τον στον ώμο. Καθώς πέρασε από μπροστά του η μυρωδιά του αλλού αρσενικού πάνω της του γύρισε το μάτι.

Πριν προλάβει να απομακρυνθεί αρκετά πέρασε το χέρι του γύρω από την μέση της και την γύρισε αποτομα προς το μέρος του. Την πέταξε πάνω στον μεγάλο κορμό του δέντρου που ήταν καθισμένος και κόλλησε  πάνω της.

"Τι κάνεις ρε;" Ειπε και τον έσπρωξε με φόρα από πάνω της. Ο Λιαμ όμως ήταν αρκετά δυνατός. Την κράτησε σφιχτά και έσκυψε στον λαιμό της. Ξάφνου η εικόνα με το δάσος και τα φύλλα ήρθε στο μυαλό της αλλά την έδιωξε αμέσως. Δεν υπήρχε περίπτωση να ήταν ο Λιαμ... Η νοημοσύνη της το αρνιόταν κατηγορηματικά. 

"Αν αργήσεις ξανά έστω και ένα λεπτό...." Απάντησε χαμηλόφωνα και έβγαλε έξω τους κυνόδοντες του. "Θα σε σκοτώσω...." τελειώνοντας την φράση του είδε την φλέβα στον λαιμό της .  Όπως ένας αλκοολικός και μόνο στην ιδέα του  οίνου  νιώθει τα σάλια στο στόμα του να αυξάνονται έτσι οι εκείνος ήθελε να την γευτεί...

Ξανά...

"Ποτέ μην πιείς από το αίμα της , ούτε εκείνη από το δικό σου !"

Τα λόγια του Τζον ακούστηκαν στο κεφάλι του... Έκανε ένα βήμα και αποτραβηχτηκε.το στήθος της ανεβοκατεβαίνε ανεξέλεγκτα αλλά έμεινε σταθερή στην ίδια θέση. Ο Λιαμ της γύρισε την πλάτη και έφυγε...

Έφυγε πριν κάνει μια ανεπανόρθωτη κίνηση...

Την ίδια ώρα στο ξενοδοχείο του Τζον

Το τηλέφωνο του χτύπησε...

Στον τρίτο χτύπο απάντησε...

"Τι θες ;" Ειπε δυνατά

"Την έχω θείε... λίγο έμεινε να ξέρεις...."

Ο Τζον ικανοποιημένος έκλεισε το τηλέφωνο....

Σας φιλώ

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top