~Η Αλαζονεία Της~

Είπαμε. Νέος κύκλος διηγημάτων, νέοι ήρωες.

Αββαδδών, ο Άρχων των Ακριδών ο Henry Cavill.

Ναϊρέλ ή Αρενιήλ όπως θα τη λέμε τώρα που κατοικεί στον Παράδεισο, η Eva Green.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Πολλές φορές έχω ερωτηθεί, από διάφορους ανεξήγητα περίεργους, αν μπορούσα να δώσω ονόματα στις αμαρτίες ποιά θα ήταν αυτά. Συνήθως δεν ξέρω τι να απαντήσω, άλλωστε ποτέ δεν υπήρξε η ανάγκη της ονοματοδοσίας στις αμαρτίες, Ωστόσο είμαι βέβαιος ότι αν έπρεπε να ονομάσω την αλαζονεία θα τη βάφτιζα χωρίς δεύτερη σκέψη Ιεζάβελ. Διότι αν μπορούσαμε με μία λέξη να χαρακτηρίσουμε αυτήν την ξεχωριστή και ασυνήθιστη γυναίκα πού κάθισε στον θρόνο του Ισραήλ δίπλα στον Βασιλιά Αχαάβ, σίγουρα θα τη χαρακτηρίζαμε αλαζονική.

Αυτή τη γυναίκα από μωρό την είχαμε τυλίξει εμείς, στα σπάργανα του παλατιού της Σιδώνας, γέννημα θρέμμα βασιλοπούλα, και τη φυλάξαμε σθεναρά από κάθε τι καλό. Ένα κορίτσι πανέμορφο, που κόλαζε και αρχιερέα ταγμένο στον Πατέρα, με μια σχεδόν έμφυτη Αλαζονεία και ματαιοδοξία, δεν ήταν ευχαριστημένη με τίποτα και ποτέ δεν ένιωθε κορεσμό, πραγματικά άπληστη, αχόρταγη κι όμως με μια μόνο ματιά της έκανε τους πάντες να την υπηρετούν δουλοπρεπώς και να χαίρονται για αυτό. Ακαταμάχητη αντικειμενικά και εκ Διαβόλου προικισμένη. Αυτό το ιερό για μας κορίτσι στείλαμε για γυναίκα του έκτου Βασιλέως του Ισραήλ, του Αχαάβ, για να κυβερνήσει δίπλα του τον εκλεκτό λαό του Πατέρα και να τον διαβάλει τόσο, ώστε να αποτινάξει την πίστη στον Θεό και να λατρεύει εμάς και μόνο εμάς. Ο Θεός είχε επιβληθεί στον Οίκο του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ για ήδη μια χιλιετία.

Ξεκινώντας από τη σταδιακή αλλοτρίωση των προηγουμένων Βασιλέων Σαούλ, Δαυίδ, Σολομώντα και Ιεροβοάμ, ο Αχαάβ, με την καταλυτική ενίσχυση της Ιεζάβελ, θα εκτόπιζε τον Θεό από τους βωμούς, τον ναό και τις καρδιές των πιστών, δημιουργώντας άπλετο χώρο για εμένα και του εφτά αδελφούς μου. Δεδομένου ότι η αποστολή αυτή ήταν ιδιαίτερα σημαντική και καθοριστική για την επικράτηση της αιώνιας διαμάχης με τους Άνωθεν, δεν ένιωθα ότι ένας απλός και παντοδύναμος Δαίμων της Αλαζονείας, ο ίδιος ο Αζαζέλ, αρκούσε για να τη φέρει εις πέρας. Έτσι, ξύπνησα τον αρχαιότερο Δαίμονα, τον πρώτο που γεννήθηκε στην Κόλαση και βασάνιζε αποκλειστικά τον πρώτο αμαρτωλό, τον Αδάμ. Ξύπνησα τον Αββαδδών.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

«Τι ακριβώς πρέπει να κάνουμε σε αυτή τη γυναίκα;" ρώτησε με την ανατριχιαστικά βαθιά φωνή του ο Αββαδδών, καθώς μεταμορφώνονταν από Άρχοντα των Ακριδών σε άνθρωπο. Ο Αζαζέλ στεκόταν δίπλα του -σε μια απόσταση ασφαλείας- και θαύμαζε τη μαγεία της στιγμής. Αισθανόταν τυχερός, όχι μόνο που ήταν μοναδικός μάρτυρας στην μεταμόρφωση μιας γιγαντόσωμης ακρίδας με κεφάλι ταύρου σε εξίσου γιγαντόσωμο άνθρωπο, αλλά και επειδή ήταν ο πρώτος Δαίμονας που είχε κληθεί να συνεργαστεί με τον Αββαδδών.

Η τιμή που του γινόταν από τον Εωσφόρο ήταν αδιανόητα τεράστια. Ο Αββαδδών είχε γεννηθεί μόλις ο Έκπτωτος Αυγερινός είχε πέσει στη Γη του Πυρός, που αργότερα ονομάστηκε Κόλαση, και πήρε ολόκληρος φωτιά από τις θερμοκρασίες που έψηναν το αλαβάστρινο δέρμα του. Από το πλευρό του Πατέρα στο πυρ το εξώτερον μέσα σε λίγες στιγμές είχε βρεθεί ο Εωσφόρος και καθώς όλο του το σώμα φλέγονταν και άλλαζε, σήκωσε το σπαθί του, το κάρφωσε στις ηφαιστειακές πλάκες και το έβγαλε απότομα, σκορπώντας παντού κομμάτια πετρών, σπίθες, θειάφι και κάρβουνα. Καθώς αυτά έπεφταν στη φωτιά, ξεπηδούσαν τερατόμορφα όντα με δύναμη που ξεπερνούσε κάθε μέτρο κι αυτοί ήταν οι Αρχέγονοι, οι πρώτοι τω πρώτων δαιμόνων. Ο πρώτος Αρχέγονος ήταν ο Αββαδδών, που στη γλώσσα των Ελλήνων σημαίνει Καταστροφέας, και αμέσως έπεσε και προσκύνησε τον Δημιουργό κι αιώνιο αφέντη του μόλις τον αντίκρισε. Σε εκείνον, επειδή ήταν απίστευτα δυνατός και μπορούσε να εξαϋλώσει οποιονδήποτε αν το επιθυμούσε με μια μόνο ματιά του, είχε αναθέσει ο Εωσφόρος τον αποκλειστικό βασανισμό του Αδάμ και τώρα ήταν η πρώτη φορά που θα τον έστελνε στη Γη, ώστε μαζί με τον Αζαζέλ να έφερναν εις πέρας αυτή τη σπουδαία αποστολή.

"Η Ιεζάβελ είναι προστατευόμενή μου από τότε που δεν περπατούσε καν," του εξήγησε κοιτώντας με δέος τον πλέον γήινο Δαίμονα. "Ωστόσο, πρέπει να φροντίσουμε η Αλαζονεία της να βρίσκεται στο ύψιστο, για να επηρεάζει τον Βασιλιά σύζυγό της ακριβώς όπως θέλουμε εμείς."

"Και τι θέλουμε εμείς;"

"Να λατρεύουν εμάς και να αποτάξουν τον Θεό."

"Νόμιζα ότι αυτό ήταν αδύνατον."

Ο Αζαζέλ δεν μπορούσε να κρύψει το γέλιο του στην παιδική αφέλεια του δυνατότερου Δαίμονα που γεννήθηκε στην Κόλαση.

"Aπό πότε έχεις να ακούσεις νέα για το Ισραήλ;" Απόρησε ειλικρινά, μόλις ηρέμησε από τα γέλια.

"Από τότε που ο Μωυσής τους ελευθέρωσε από την Αίγυπτο," αποκρίθηκε ο Αββαδδών, καθώς οι δυο τους συνέχιζαν την πορεία προς την έξοδο της Κόλασης, για να βρεθούν στη γη.

"Από τότε έχουν περάσει τέσσερις αιώνες και τα πράγματα για εμάς είναι παραδεισένια," εξήγησε ο Αζαζέλ, μπερδεύοντας ακόμα περισσότερο τον γιγάντιο Δαίμονα, που είχε ακούσει για τον Παράδεισο μόνο από διηγήσεις. "Εννοώ έχουν γίνει ιδανικά υπέροχα," αποσαφήνισε εντελώς κι ο Αββαδδών ένευσε καταφατικά, ένδειξη ότι είχε καταλάβει πλήρως όσα είχε ακούσει.

"Οπότε, θα είναι εύκολη η δουλειά μας," συμπέρανε με μια κάποια απογοήτευση. Ήθελε να μείνει πολύ στη γη στην πρώτη του επίσκεψη εκεί πάνω.

"Αυτό δεν είναι σίγουρο," αντιτάχθηκε ο Αζαζέλ. "Εξαρτάται από τους αντιπάλους μας. Ο Θεός μπορεί να μας δυσκολέψει πολύ στέλνοντας τους καλύτερους Αρχάγγελους του. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι για τα χειρότερα."

"Σιγά!" Αναφώνησε με αυτοπεποίθηση ο Αββαδδών. "Τι μπορούν να μας κάνουν μερικοί μαλθακοί Αρχάγγελοι;"

"Ό,τι έκανε ο Μιχαήλ στον Σατανά πάνω από την ανοιχτή Ερυθρά Θάλασσα υποθέτω," μουρμούρισε βλοσυρά ο Δαίμονας της Αλαζονείας και η υπόλοιπη πορεία τους συνεχίστηκε σιωπηλά.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

"Τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα για εμάς," σχολίασε με πρωτοφανή πικρία ο Γαβριήλ. "Και το πιο εξωφρενικό είναι ότι ο Πατέρας παραμένει άπραγος και ψύχραιμος. Ο αγαπημένος του λαός διαφθείρεται ασύστολα από τους Δαίμονες του Εωσφόρου και τώρα με τον γάμο της Ιεζάβελ και του Αχαάβ, η κατάσταση θα γίνει ακόμα πιο ζοφερή."

"Φυλακές Δαίμονες," ψέλλισε ο Αρχάγγελος Αζραήλ, ο Άγγελος του Θανάτου ειρωνικά. "Δεν καταλαβαίνουν ότι πουλούν την ψυχή τους οι άμυαλοι θνητοί."

"Γίνεσαι σκληρός," τον προειδοποίησε ο Γαβριήλ. "Πρέπει να δείξουμε συμπόνοια. Το Ισραήλ κινδυνεύει να καταστραφεί και σε εμάς πέφτει η υποχρέωση να το σώσουμε. Εφόσον ο Πατέρας παραμένει αδρανής, ας αναλάβουμε εμείς δράση."

"Θα κατέβω στην Ιερουσαλήμ και θα στείλω όποιον Δαίμονα συναντώ πίσω στον λάκκο του," είπε αποφασιστικά ο Αζραήλ και σηκώθηκε όρθιος για να πετάξει.

"Μην πας μόνος, είσαι υπερβολικά παρορμητικός," τον συμβούλεψε ο Γαβριήλ κι αμέσως υπάκουσε στα λόγια της. "Θα σου στείλω για βοήθεια την Αρενιήλ. Έπρεπε προ πολλού να είχε κατέβει στη γη, μα δίσταζα να της το ζητήσω, γιατί δεν ήξερα πώς θα αντιδράσει. Καιρός είναι επιτέλους να μάθω."

Ο Αζραήλ ένευσε καταφατικά, άνοιξε τα λευκά του φτερά και πέταξε ορμητικά προς τη γη, αφήνοντας τον Γαβριήλ μόνο να συνεχίσει το σχέδιο που είχε συλλάβει.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Το παλάτι της Σαμάρειας ήταν το μοναδικό στολίδι που ξεχώριζε μεγαλοπρεπώς και αρχοντικά στην κατά τα άλλα υπό παρακμή Πόλη του Αχαάβ. Μετά τη μεγάλη διάσπαση του 930 π.Χ. το Βόρειο Βασίλειο, δεδομένου ότι δε διέθετε την Ιερουσαλήμ άρα και τον Ναό στα σύνορά του, ήταν εμφανώς ευκολότερη η διαβολή και η διαφθορά των κατοίκων του και των Βασιλέων του. Καθώς οι δυο δαίμονες περπατούσαν στους δρόμους, έτσι καθαροί και καλοντυμένοι που ήταν, οι φτωχοί κι οι ζητιάνοι τους κοιτούσαν με φθόνο και λαιμαργία, οι επίδοξοι ληστές με οργή και απληστία, οι πόρνες με λαγνεία, οι ειδωλολάτρες ιερείς με αλαζονεία και οι μεθυσμένοι με νωθρότητα.

"Είμαστε όλοι εδώ," είπε ο Αζαζέλ. "Έχουμε καταφέρει να διεισδύσουμε στο πιο ταπεινό σπίτι, στην πιο αγνή ψυχή και τώρα που η προστατευόμενή μας έγινε Βασίλισσα, η δύναμή μας θα γιγαντωθεί."

"Η Ιεζάβελ πότε παντρεύτηκε τον Αχαάβ;" Αναρωτήθηκε ο Αββαδδών, χωρίς να σταματά να κοιτάζει γύρω του και να αποτυπώνει την κάθε λεπτομέρεια αυτού του εντελώς διαφορετικού της πατρίδας κόσμου μέσα στο μυαλό του σαν φυλαχτό.

"Πριν τέσσερις ημέρες," αποκρίθηκε εύθυμα ο Αζαζέλ. "Φυσικά, δεν τη χάρηκε ο άνδρας της την πρώτη νύχτα του γάμου."

"Ποιός τότε;" Αναρωτήθηκε σηκώνοντας το αριστερό του φρύδι ο πιο μεγαλόσωμος Δαίμονας.

"Ο Ασμοδαίος βέβαια! Από τότε που ξεκίνησε να μιλά, την έχει κάνει πιο ποθητή κι από τα παγανιστικά είδωλα, πιο τέλεια κι από την κάθε ανδρική φαντασίωση! Αν μη τι άλλο, του χρωστούσε την παρθενιά της. Αυτή, φυσικά, νόμιζε ότι κοιμήθηκε με τον Αχαάβ, αλλά εν τέλει δεν έχει σημασία τι πιστεύουν οι θνητοί μα το τι καταφέρνουμε εμείς." Ο Αζαζέλ έκανε μια παύση προτού συνεχίσει, σκεπτόμενος πόσο υπέροχα θα περνούσαν όταν η Ιεζάβελ ερχόταν στην Κόλαση. "Πρόσεξε πολύ πώς θα επικοινωνήσουμε μαζί της. Από μικρή της μιλώ άλλοτε ως Θεός Βάαλ κι άλλοτε ως Θεά Αστάρτη. Είναι τόσο σίγουρη ότι είναι επίλεκτη των Θεών, που κάνει ό,τι κι αν τη διατάξω. Εσύ σήμερα θα είσαι ο Βάαλ."

"Πώς μπορείς και πείθεις για γυναίκα με αυτή τη φωνή;" Απόρησε ο Αββαδδών.

Ο Αζαζέλ χασκογέλασε, χαμογελώντας αυτάρεσκα.

"Εμείς οι Δαίμονες μπορούμε να γίνουμε ό,τι θέλουμε, όποτε το θέλουμε, με τη δύναμη που μας παραχωρεί ο Κύριος μας!"

Ο Αββαδδών ήθελε να τον ρωτήσει κι άλλα, όμως αναγκάστηκε να σωπάσει, μια που ανέβαιναν τις σκάλες του παλατιού, έτοιμοι να συναντήσουν το βασιλικό ζεύγος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Γαβριηλ είδε από μακριά τον Αζραήλ να ανεβαίνει προς το μέρος της και περίμενε υπομονετικά. Ο Άγγελος του Θανάτου στάθηκε μπροστά της με την πιο βλοσυρή του έκφραση, τα ιώδη μάτια του είχαν σκοτεινιάσει επικίνδυνα. Σίγουρα είχε δει κάτι απόλυτα ζοφερό.

"Τι έγινε;" Τον ρώτησε εναγωνίως.

"Ο λαός του Πατέρα καταρρέει. Μετά από τους εμφύλιους πολέμους, τη διάσπαση του Βασιλείου που έχτισε με αίμα ο Δαυίδ, όλη αυτή την αυθαιρεσία έρχεται το ξεχείλισμα του ποτηριού!" Απάντησε ήρεμα ο Αζραήλ, αλλά στο βλέμμα του επικρατούσε η ασυγκράτητη οργή.

"Τι άλλο μπορεί να συμβεί και χειροτερεύσει τα πράγματα;" Απόρησε ο Γαβριήλ.

"Ξαναχτίστηκε η Ιεριχώ," ξεφύσηξε απελπισμένα ο Αζραήλ, σπέρνοντας την ίδια απελπισία στον Αρχάγγελο που τον άκουγε.

"Τι;" Ξαφνιάστηκε ο Γαβριήλ, χάνοντας το χρώμα του προσώπου του. Αυτό ήταν πραγματικά υπερβολικό. Πόσο μακριά μπορούσε να φτάσει η Αλαζονεία των θνητών επιτέλους; "Πριν τετρακόσια χρόνια έφτασαν εκεί υπό την ηγεσία του Ιησού του Ναυί παλιννοστούντες από την Αίγυπτο. Ήταν η πιο ανόσια πόλη, γεμάτη αμαρτωλούς και αποβράσματα. Εκείνοι έπαιζαν τις σάλπιγγες και τα τύμπανα κι εμείς γκρεμίσαμε τα τείχη της. Την έκαψαν ολοσχερώς. Ο Ιησούς του Ναυί διέταξε να μην ξαναχτιστεί ποτέ η Ιεριχώ, ώστε να μείνει για πάντα η μνήμη της ακάθαρτης πόλης που ήταν κάποτε! Πώς τώρα παρακούν ανθρώπους του Θεού και την ξαναχτίζουν;"

"Ήρθε ένας άνδρας από τη Βαιθήλ," ξεκίνησε τη διήγηση με φωνή βαριά ο Αζραήλ. "Χιέλ τον έλεγαν, χήρος ήταν κι είχε πέντε γιους και τρεις κόρες. Ήρθε στα απομεινάρια της Ιεριχους που οι προληπτικοί ονομάζουν στοιχειωμένα και προσέλαβε εργάτες από τα γύρω χωριά. Έδινε πολύ καλά μεροκάματα, κανείς δεν αρνήθηκε, παρόλο που όλοι γνώριζαν το βάρος της πράξης που συναινούσαν. Όμως, η πόλη είναι καταραμένη, εσύ κι εγώ την καταραστήκαμε. Όλη την ημέρα οι εργάτες έχτιζαν και το βράδυ τα πάντα γκρεμίζονταν. Εγώ πήγαινα και φυσούσα τις πέτρες. Ο Ιησούς του Ναυί είχε πει ότι η πόλη θα ανασταίνονταν μόνο αν ο θεμελιωτής της θυσίαζε στον ακρογωνιαίο λίθο της πόλης τον πρωτότοκο γιο του και στων τειχών τον νεότερο. Έτσι, μετά από οχτώ ημέρες, ο Χιέλ πήρε την απόφαση· έκοψε τον λαιμό του πρωτότοκου γιου του Αβιράμ στα θεμέλια της πόλης και του νεότερου γιου του Σεγώβ στων τειχών. Έτσι, η πόλη χτίστηκε κανονικά και μέρα με την ημέρα όλο και περισσότεροι συρρέουν για να την κατοικήσουν."

Πατέρας πρέπει να έχει εξοργιστεί. Μισούσε αυτή την πόλη· ίσως περισσότερο από τα Σόδομα και τη Γόμορρα," είπε σκεπτικός ο Γαβριήλ και στράφηκε δίπλα της, όπου φαινομενικά βρισκόταν το κενό. "Άκουσες, Ναϊρέλ; Ο κόσμος μας καταστρέφεται. Για αυτό, πρέπει να κατέβεις εκεί κάτω, για να βοηθήσεις να γίνει καλύτερος."

Προτού ολοκληρώσει την πρότασή της, η Ναϊρέλ έγινε εμφανής στους δυο τους και έλαμπε μέσα στα λευκά της χιτώνια. Πλέον, όσο ζούσε στον Παράδεισο, την έλεγαν Αρενιήλ, όμως ο Γαβριηλ επέμενε να την αποκαλεί με το "διαβολικό" της όνομα, ώστε να της θυμίζει πάντοτε τη διπλή της φύση.

"Άκουσα," παραδέχτηκε το κορίτσι ψύχραιμα, αν και τα μάτια της δήλωναν σύγχυση. "Θα κάνω ό,τι διατάξεις, Γαβριήλ. Θα ήταν τιμή μου να συμμετάσχω στη διάσωση των ψυχών αυτών των αθώων ανθρώπων."

"Είσαι η καλύτερη μαθήτρια που είχα ποτέ," είπε χωρίς να κρύβει την περηφάνια της ο Γαβριήλ. "Ταχύτατη στη μάθηση κι απόλυτα υπάκουη και πειθαρχημένη. Για να είμαι ειλικρινής, πολύ άργησα να σε στείλω στη γη. Θα πάτε μαζί με τον Αζραήλ και θα εμποδίσετε τον Αζαζέλ στα σχέδια εξάπλωσης του."

"Ένιωσα την παρουσία ενός πανίσχυρου κακού," εκμυστηρεύτηκε ο Άγγελος του Θανάτου. "Μάλλον ένας Αρχέγονος Δαίμονας συνοδεύει τον Αζαζέλ."

"Όποιος και να είναι, θα μπορέσετε να αντεπεξέλθετε," τους ενίσχυσε την αυτοπεποίθηση ο Γαβριήλ. "Πηγαίνετε εν ειρήνη και υπό το βλέμμα του Πατέρα."

Ο Αζραήλ πέταξε μακριά αμέσως και προτού η Αρενιήλ τον ακολουθήσει, ο Γαβριήλ τη σταμάτησε ευγενικά.

"Ναϊρέλ, σε στέλνω σαν πρόβατο στη σφαγή, μέσα στην επίγεια Κόλαση που λέγεται Σαμάρεια. Έχω πειστεί ότι μπορείς να κατανικήσεις κάθε πειρασμό, εσύ η ίδια με διαβέβαιωσες, όταν επέλεξες να ζήσεις εδώ κι όχι στην Κόλαση. Σε παρακαλώ, να προσέχεις τον Αζραήλ. Συνήθως τον στέλνω με πανίσχυρους Αρχάγγελους, διότι παρασύρεται εύκολα από την ιδιότητά του. Δε θα αντέξουμε να φορτωθούμε άλλους θανάτους αθώων."

Η Αρενιήλ έμεινε να κοιτάζει βαθιά στα γαλανά της μάτια για λίγο· είχε μιλήσει ελάχιστα, εννοούσε όμως τόσα πολλά· δεν ήταν απλώς η πρώτη της επίγεια αποστολή, ήταν μια δοκιμασία για την αντίδρασή της απέναντι στους Δαίμονες. Ήταν ευρέως αποδεκτό ότι μέσα της ένα κομμάτι πάντοτε θα ανήκε στην Κόλαση· μέχρι ποιό όριο έφτανε ο αυτοέλεγχος της;

"Δε θα σε απογοητεύσω," είπε στον Αρχάγγελο αποφασιστικά, έκλινε τον γόνυ μπροστά της με σεβασμό και έπειτα πέταξε γρήγορα με τα αγγελικά της φτερά πίσω από τον Αζραήλ.

"Αν επιτύχεις, θα σου αποκαλύψω ποιός Άγγελος είναι ο πατέρας σου!" Της φώναξε ο Γαβριήλ. Αυτή θεωρούσε ως ταιριαστή ανταμοιβή για τις υπηρεσίες που θα προσέφερε αυτό το μοναδικό πλάσμα. Εδώ και χιλιάδες χρόνια είχε μείνει μαζί τους και κανείς ποτέ δεν είχε τολμήσει να αποκαλύψει την ταυτότητα του πατέρα της, κρατώντας το μυστικό επτασφράγιστο. Ο Γαβριήλ ήταν ο υψηλότερος στην ιεραρχία των Αγγέλων· μονάχα στον Υιό και στον Πατέρα λογοδοτούσε. Ας αποφάσιζαν εκείνοι την κύρωση για την αποκάλυψη αυτού του μυστικού, λοιπόν.

"Πόση ώρα ήσουν εδώ;" Αισθάνθηκε για πρώτη φορά την παρουσία Του πίσω της. "Να υποθέσω άκουσες κι είδες τα πάντα."

"Πολύ σωστά," απάντησε ο συνομιλητής της κι εμφανίστηκε.

Ο Γαβριήλ υποκλίθηκε δουλοπρεπώς κι έσκυψε το κεφάλι.

"Μετά την ανέγερση της Ιεριχούς, ο κλοιός για εμάς στενεύει. Έλα, Γαβριήλ," είπε και τη σήκωσε κρατώντας σφιχτά το χέρι της. "Πρέπει να επισκεφτούμε τον Ηλία και να τον αφυπνίσουμε."

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Αζαζέλ κι ο Αββαδδών βρήκαν το βασιλικό ζεύγος να γευματίζει αμέριμνο. Ήταν μια από τις ελάχιστες φορές που δε φιλοξενούσαν άλλους και έτρωγαν οι δυο τους σε μια βολική κι αρεστή σε όλους σιωπή.

Ο Αββαδδών μαγνητίστηκε από την Ιεζάβελ· όσο κι αν προσπαθούσε να την περιγράψει ο Αζαζέλ, θα την αδικούσε· η ομορφιά της ήταν απερίγραπτη, η χάρη της ασύγκριτη και τα θέλγητρα της τον δαιμόνιζαν περισσότερο από όσο ήδη ήταν. Πράγματι, αυτή η γυναίκα θα μπορούσε άνετα να εκμεταλλευτεί ολόκληρο στρατό, να σκοτώσει σκλάβους, να εγκληματήσει ενάντια στον κόσμο και στον ίδιο της τον άνδρα και θα την ευγνωμονούσαν για αυτό. Για μια ματιά της ο Αββαδδών ένιωθε ότι θα έκανε τα πάντα.

"Μαγευτική, σωστά;" Άκουσε τον Αζαζέλ να τον πειράζει, λες και διάβαζε τις σκέψεις του ή απλά παρατηρούσε τη ματιά του. "Πρόσεχε μην πιαστείς στα δίχτυα του αδελφού μας, του Ασμοδαίου· αυτός ευθύνεται για αυτή τη γοητεία, μην το ξεχνάς."

Ο Αββαδδών το συνειδητοποίησε και άθελα του ανατρίχιασε, είτε από δέος για το μεγαλείο των Δαιμόνων είτε από τρόμο. Δεν μπορούσε να είναι σίγουρος.

"Ας πλησιάσουμε λίγο ακόμα και τότε θα μπορούμε να της μιλήσουμε," πρόσθεσε ο Αζαζέλ κι ο Αββαδδών μιμήθηκε τις κινήσεις του.

"Γιατί ασχολούμαστε με την Ιεζάβελ, ενώ μπορούμε να διατάζουμε κατευθείαν τον Αχαάβ;" Απόρησε δείχνοντας τον ανύποπτο Βασιλιά του Βορείου Ισραήλ.

"Πρώτον, αυτός είναι ανόητος, οπότε θα ήταν λανθασμένη επένδυση. Δεύτερον, ο Θεός έχει μια επιρροή πάνω του, οπότε η Ιεζάβελ είναι πιο εύκολη, μια που μου ανήκει από μωρό. Έχει το άγγιγμά μου. Τρίτον, ο Αχαάβ είναι τόσο υποτελής και μαγεμένος από εκείνη, που ελέγχοντας αυτή ελέγχουμε κι αυτόν!" Εξήγησε αλαζονικά ο Δαίμονας της Αλαζονείας.

Πλησίασαν ικανοποιητικά την δεκαεφτάχρονη Βασίλισσα και τότε ο Αζαζέλ έδωσε το έναυσμα να ξεκινήσει η ομιλία τους.

"Ιεζάβελ, κόρη της φωτιάς," άρχισε ο Αζαζέλ με μια λεπτή φωνή, τόσο αστειά που ο Αββαδδών μετά βίας συγκράτησε το γέλιο του. "Είμαι η Αστάρτη, η Βασίλισσα των Ουρανών. Παιδί μου, εγώ σε συντροφεύω πάντοτε, ποτέ δεν άφησα το πλευρό σου, δε σταμάτησα να σε στηρίζω, να σε προστατεύω, να σε αγαπώ."

"Ιεζάβελ, νύφη των άπιστων, ήρθες σε αυτή τη γη όπου ακόμα λατρεύουν κάλπικους θεούς κι όχι εμένα, τον έναν και μοναδικό αληθινό, τον Βάαλ," πρόσθεσε ο Αββαδδών, με την πιο βαθιά κι αισθησιακή φωνή που μπορούσε να πετύχει. "Με απογοητεύεις, λυπάμαι. Κι όταν λυπάμαι, μόνο ο πόνος των άλλων μου διώχνει τη λύπη. Θα σε κάνω να πονέσεις, θα σε τιμωρήσω βάναυσα για την απειθαρχία σου!"

Η Ιεζάβελ, που ένοιαζε εκστασιασμένη από το θεόσταλτο -κατά τα δεδομένα της- όραμα, ντράπηκε τόσο που τα μάγουλα της κοκκίνισαν και βούρκωσε. Γονάτισε, έκρυψε το πρόσωπο στις παλάμες οικτοίροντας τον εαυτό της κι οι ώμοι της έτρεμαν, φανερή απόδειξη ότι έκλαιγε γοερά.

"Σας ζητώ ταπεινά συγχώρεση για το ατόπημα μου!" Κατάφερε να ψελλίσει ανάμεσα στους λυγμούς. "Βάαλ, Αστάρτη, από παιδί με συντροφεύετε. Γιατί μου λέτε ότι σας έχω απογοητεύσει;" Απόρησε.

"Ο άνδρας σου είναι άπιστος," είπε ο Αζαζέλ. "Πιστεύει σε έναν ψεύτικο Θεό του Ισραήλ. Πρέπει να τον κάνεις να πιστεύει σε εμάς. Για αυτό σε στείλαμε κοντά του. Πρέπει η πίστη μας να διαδοθεί παντού και εσύ είσαι μια από τους ελάχιστους επίλεκτους για αυτό το θεάρεστο έργο!"

"Θα κάνω οτιδήποτε με προστάξετε!" Δεσμεύτηκε αμέσως η Ιεζάβελ. "Επιθυμώ όσο τίποτα να αποδείξω ότι αξίζω την εύνοια σας!"

"Πείσε τον άνδρα σου να ανακαινίσει τον ναό μου εδώ στη Σαμάρεια και να μου χτίσει ένα θυσιαστήριο όπου ο ίδιος θα θυσιάζει," πήρε τη σκυτάλη ο Αββαδδών, που το διασκέδαζε αφάνταστα. "Εκλέξτε ιερείς για μένα, όχι από τη φυλή του Λευί που βγάζει του ιερείς του κάλπικου Θεού."

"Όλα θα γίνουν, σας το ορκίζομαι," υπάκουσε η Ιεζάβελ, ηρεμώντας κάπως από το κλάμα.

"Ικανοποιητικά," σχολίασε ο Αζαζέλ ως Αστάρτη. "Αυτά, φυσικά, είναι μόνο η αρχή, μα, αν επιτυχείς, θα σε πάρουμε μαζί στο σπίτι μας για πάντα."

Η Ιεζάβελ ένιωσε το πύρινο χέρι της Αστάρτης στο πηγούνι της κι αισθάνθηκε ότι έκανε πλέον το σωστό. Προτού προλάβει να ρωτήσει οτιδήποτε, οι Θεοί είχαν εξαφανιστεί.

"Ιεζάβελ, αγάπη μου, τι συμβαίνει;" Απόρησε ο Αχαάβ δίπλα της. "Εμοιαζες χαμένη."

Η γυναίκα του τον κοίταξε έντονα, πλημμυρισμένη εκ νέου με Αλαζονεία.

"Αγαπημένε, δε νομίζεις ότι ο ναός του Βάαλ, του αληθινού θεού, χρήζει ανακαίνισης;"

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

"Πώς τα πήγα;" Ρώτησε ο Αββαδδών με λίγη περισσότερο αγωνία από την αναμενόμενη.

Ο Αζαζέλ χαμογέλασε. Τον κολάκευε που ο Πρώτος Αρχέγονος Δαίμονας ζητούσε αποδοχή από εκείνον.

"Ομολογώ ότι για πρώτη φορά η επίδοσή σου ήταν πολύ καλύτερη από όσο περίμενα. Οι περισσότεροι Δαίμονες στην πρώτη τους επαφή με θνητό γελούν τόσο που τον οδηγούν στην τρέλα. Εσύ έμεινες ακέραιος και σίγουρα πετύχαμε τον σκοπό μας."

"Τώρα τι κάνουμε;"

"Περιμένουμε την αντίδραση των Άνωθεν. Και τότε τους συντρίβουμε."

"Δεν μπορούμε απλώς να τους βρούμε προτού αντιδράσουν;"

"Αυτό δεν το κάνουμε ποτέ," απάντησε με τόνο διδακτικό ο Αζαζέλ. "Πρέπει πάντοτε αυτοί να βρίσκουν εμάς."

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Η οχλαγωγία και οι φωνές αναστάτωσαν το παλάτι στη Σαμάρεια. Ο Αχαάβ ξυπνούσε από τα χαράματα και έτρεξε αμέσως να δει τι συνέβαινε. Η Ιεζάβελ, από την άλλη, αργούσε να ξυπνήσει κι εκείνη την ημέρα ξύπνησε από την απόκοσμη φασαρία. Φώναξε τις υπηρέτριες να τη ντύσουν ταχύτατα κι αμέσως έσπευσε στο πλευρό του άνδρα της, αγριεμένη με τους ποταπούς υπηκόους τους που διατάρασσαν τον ύπνο της.

"Τι συμβαίνει;" Απαίτησε να μάθει από έναν Φύλαρχο.

"Εκλαμπροτάτη, ένας βοσκός από τη Θισβέ της Γαλαάδ ξεσήκωσε την αγορά κι έχει συγκεντρώσει αναρίθμητο πλήθος γύρω του," εξήγησε εκείνος λαχανιασμένα. "Τους ακολουθούμε από απόσταση, μα δεν μπορούμε να πλησιάσουμε. Είναι πάρα πολλοί. Ορισμένες φορές τον χάναμε μέχρι κι από τα μάτια μας."

"Ποιός νομίζει ότι είναι αυτός ο τσαρλατάνος;" Η Ιεζάβελ ένιωθε τον θυμό της να διογκώνεται κάθε στιγμή.

"Λέγεται Ηλίας και όλοι πιστεύουν ότι είναι προφήτης του Θεού."

"Ποίου Θεού;" Αναρωτήθηκε οργισμένα η Ιεζάβελ και ακολούθησε τον Αχαάβ που προχωρούσε στο μπροστινό μέρος του πλήθους του παλατιού, μια που ένας ψηλόλιγνος άνδρας γύρω στα στα σαράντα με μακριά γενειάδα και προβιές για ρούχα πλησίαζε κι όλοι έμοιαζαν να τον ακολουθούν.

"Ο Ηλίας θα είναι ο μεγαλύτερος εχθρός σου όσο ζεις," της αποκάλυψε ο Αζαζέλ με την περίτεχνη φωνή Αστάρτης. "Μην τον φοβάσαι, μην τον ακούς, πολέμησε τον μέχρις εσχάτου. Εκείνος διαλαλεί τον ψεύτικο Θεό κι εσύ εμάς τους αληθινούς, άρα εσύ τελικά θα νικήσεις."

"Αχαάβ!" Ακούστηκε η βροντερή φωνή του Ηλία, που είχε ευλογηθεί από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ. "Έχεις προκαλέσει την οργή του Θεού του Ισραήλ χτίζοντας θυσιαστήριο του Βάαλ και μολύνοντας τον εαυτό σου και την πόλη με άνομες θυσίες! Για αυτό, θα τιμωρηθείς κι εσύ κι όλο το Βασίλειό σου!"

"Τι μπορεί να μου κάνει ένας τιποτένιος βοσκός σαν εσένα ή ο ανύπαρκτος Θεός σου;" Τον προκάλεσε ο Αχαάβ, που για μήνες άκουγε την προπαγάνδα της Ιεζάβελ και πλέον ήταν πεπεισμένος ότι ο Βάαλ ήταν ο μόνος θεός που έπρεπε να λατρεύει κι η Αστάρτη η μόνη θεά.

"Ξεπέρασες στην ασέβεια όλους τους προκατόχους σου!" Συνέχισε απτόητος ο Ηλίας. "Για αυτό, ο Κύριος, τον οποιο υπηρετώ και στο όνομα Του μιλώ, δε θα ρίξει ούτε σταγόνα βροχής ούτε δροσιά σε αυτή τη γη, παρά μόνο με προσταγή δική μου. Το ορκίζομαι στον αληθινό Θεό του Ισραήλ!"

"Πιάστε τον!" Ούρλιαξε η Ιεζάβελ. "Γιατί διστάζετε; Κλείστε το στόμα αυτού του τρελού!"

Μα πριν προλάβουν να τον κυκλώσουν οι στρατιώτες του παλατιού, ο Ηλίας εξαφανίστηκε μέσα στο πλήθος και χάθηκε από τα μάτια όλων. Οι στρατιώτες τον αναζητούσαν για ώρες, μα δεν μπορούσαν να τον βρουν.

Η Ιεζάβελ κόντευε να σκάσει από το κακό της. Ήταν τόσο λυσσασμένη που τρόμαζε όσους την κοιτούσαν, λες και τα μάτια της πετούσαν φωτιές.

"Νήπιε και μωρέ λαέ του Ισραήλ!" Φώναξε με την πύρινη γλώσσα που της είχε διοχετεύσει ο Αζαζέλ. "Τι κάνεις; Ακολουθείς έναν ψεύτη, έναν παράφρονα;"

"Μα είναι προφήτης του Θεού!" Ακούστηκε μια φωνή από το πλήθος.

"Ποίου Θεού;" Εξερράγη η Ιεζάβελ.

"Αυτού που μας έβγαλε από την Αίγυπτο!" Απάντησε κάποια άλλη φωνή.

Η Βασίλισσα άφησε ένα ανατριχιαστικό, γάργαρο και ίσως υπερβολικό γέλιο, που πάγωσε μέχρι και το αίμα του Αχαάβ.

"Ποιός σας έβγαλε από την Αίγυπτο, ανόητοι; Ο Θεός που ούτε σας μιλά ποτέ ούτε τον βλέπετε; Αυτοί σας έσωσαν από την Οργή του Φαραώ!" Βροντοφώναξε δείχνοντας τα αγάλματα του Βάαλ και της Αστάρτης. "Αργήσατε να το καταλάβετε, αλλά αυτοί είναι οι σωτήρες σας, όχι ο Θεός που ένας τρελός εξόριστος άκουσε μέσα από μια βάτο στο Σινά! Πάψτε, λοιπόν, να ασεβείτε εναντίον τους δίνοντας βάση στα λόγια του κάθε τυχάρπαστου αγρίκου και επικεντρωθείτε στην αλήθεια! Αν δεν είστε αρκετά νοήμονες να το πράξετε, το επιβάλλω εγώ! Από εδώ και στο εξής δε θα ανεχτώ κανέναν ψευδοπροφήτη κανενός κίβδηλου Θεού. Όποιος διαλαλεί αιρετικές πεποιθήσεις όπως αυτός ο Ηλίας από τη Θίσβη, θα θανατώνεται δημόσια!"

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Αρχάγγελος Αζραήλ και η Αρενιήλ δε δυσκολεύτηκαν καθόλου να εντοπίσουν τον Ηλία, που είχε κρυφτεί σε μια αποθήκη κεραμικών.

"Ο Κύριος είναι μαζί σου, Ηλία" είπε ο Αζραήλ και τον έπιασε από τους ώμους. "Η ζωή σου από δω και πέρα θα είναι γεμάτη κινδύνους, όμως θα τους υπομείνεις με τη βοήθειά μας. Αυτό που είπες θα γίνει κι όσο η ανομβρία πλήττει το Ισραήλ, εσύ φύγε από εδώ και πήγαινε ανατολικά. Κρύψου κοντά στον χείμαρρο Χερίθ, ανατολικά του Ιορδάνη ποταμού. Θα πίνεις νερό από τον χείμαρρο κι εγώ θα διατάξω τους κόρακες να φροντίζουν για την τροφή σου εκεί."

"Θα γίνει όπως προστάζεις," είπε ο Ηλίας κι έφυγε αμέσως για το Χερίθ. Εκεί, αποβραδίς τα κοράκια του έφερναν κρέας και ψωμί, ενώ ο χείμαρρος τον ξεδιψούσε. Όμως, λίγες ημέρες αργότερα, ο χείμαρρος ξεράθηκε, μια που η υποσχόμενη ανομβρία είχε ξεκινήσει.

"Σήκω, Ηλία," παρουσιάστηκε ο Αζραήλ μπροστά του μαζί με την Αρενιήλ και του μίλησε ξανά. "Φύγε από εδώ και πήγαινε στη Σαρεπτά της Σιδώνας. Ειναι καιρός να φανερωθεί η Δύναμη του Κυρίου!"

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Παρουσιάσου στον Αχαάβ. Η αποστολή σου τώρα κορυφώνεται. Μίλησε του κι εγώ θα στείλω βροχή στη γη.

Ο Ηλίας προχωρούσε κάτω από τον καυτό ήλιο, ακολουθώντας τις διαταγές του Αρχαγγέλου Αζραήλ. Εκείνος και η Αρενιήλ τον παρακολουθούσαν από απόσταση.

Είχε χτίσει ένα απίστευτο όνομα πλέον. Η ανομβρία μάστιζε το Ισραήλ για τρισήμιση χρόνια, είχε σκοτώσει τα περισσότερα ζώα και πλέον υπήρχε πείνα. Στη Σαρεπτά είχε αναστήσει τον γιο μιας ευσεβούς χήρας, είχε γιατρεύσει πολλούς αρρώστους κι όλα αυτά στο όνομα του Θεού. Φανταζόταν την απελπισία των ανθρώπων στη Σαμάρεια κι ήλπιζε να την απάλυνε με την επιστροφή του νερού.

Ξαφνικά, σε μια στροφή, αντίκρισε έναν καλοντυμένο άνδρα, με τα οικόσημα του παλατιού και τα διακριτικά του Αχαάβ, να ιππεύει προς το μέρος του. Παραμέρισε, για να τον αφήσει να περάσει, μα εκείνος τον κοιτούσε επίμονα κι έμοιασε να τον αναγνωρίζει. Σταμάτησε το άλογό του και ξεπέζεψε μπροστά του.

"Μήπως είσαι ο Ηλίας, ο επονομαζόμενος προφήτης του Θεού;" Απόρησε ο παλατιανός.

"Ναι," απάντησε άχρωμα εκείνος, μη γνωρίζοντας τις προθέσεις του.

Σε μια στιγμή, ο άγνωστος άνδρας έπεσε στα γόνατα, έπιασε το χέρι του Ηλία και το έσφιξε δυνατά.

"Εσύ είσαι, δάσκαλε;" Δεν μπορούσε να πιστέψει την τύχη του. "Δοξασμένος ο Κύριος που σε βρίσκω! Ονομάζομαι Οβαδίας κι είμαι προϊστάμενος στο παλάτι του Αχαάβ! Έχω ακούσει πολλές φορές το κήρυγμά σου και σε πιστεύω ακράδαντα! Αυτή η δαιμόνισα η Ιεζάβελ διώκει τους φωτισμένους ανθρώπους σαν κι εσένα κι ήταν έτοιμη να θανατώσει εκατό πιστούς. Τους πήρα και τους έκρυψα μοιρασμένους σε δυο σπηλιές στην κορυφή ενός λόφου!"

"Μπράβο σου, παιδί μου," είπε ειλικρινά ο Ηλίας. "Έχεις αποδείξει στα μάτια του Θεού την αφοσίωσή του. Τώρα, όμως, σε παρακαλώ, ανάγγειλε στον Αχαάβ ότι ο Ηλίας είναι εδώ. Δε χρειάζεται να με αναζητεί άλλο."

Το ευτυχές βλέμμα του Οβαδία σκοτείνιασε αμέσως.

"Τι αμαρτία πληρώνω και με στέλνεις στον Βασιλιά για να με θανατώσει; Στο ορκίζομαι στον Θεό που υπηρετούμε, δεν υπάρχει Βασίλειο όπου να μη σε αναζήτησε ο Αχαάβ κι όταν έπαιρνε αρνητικές απαντήσεις ανάγκαζε τους ηγεμόνες να ορκίζονται ότι δε σε γνώριζαν ή δε σε έκρυβαν. Και τώρα μου ζητάς να του ανακοινώσω ότι είσαι εδώ στη Σαμάρεια; Σίγουρα αν σε αφήσω μόνο, το Πνεύμα του Θεού θα σε καθοδηγήσει οπουδήποτε και δε θα σε βρει, άρα θα με θανατώσει για ψεύδος, το οποιο φυσικά θα κάνει κι αν του πω ότι είσαι εδώ και σε βρει. Είμαι βέβαιος πως ξέρει ότι κρύβω τους εκατό· ένα μονάχα λάθος και θα με εκτελέσει."

Ο Ηλίας κοίταξε τον Οβαδία συμπονετικά, θέλοντας να καθησυχάσει την ταραγμένη του ψυχή. Πίσω από τα μετάξια και τα πορφυρά υφάσματά του, διέκρινε τις αέρινες φιγούρες του Αζραήλ και της Αρενιήλ, που ποτέ δεν άφηναν το πλάι του. Οι δυο Άγγελοι ένευσαν καταφατικά κι αυτο ήταν η μόνη ένδειξη αποδοχής για αυτό που επρόκειτο να απαντήσει. Έσφιξε τους ώμους του νεότερου άνδρα με πατρική στοργή.

"Μα τον αληθινό Θεό που εξουσιάζει τον κόσμο, σήμερα θα παρουσιαστώ στον Αχαάβ."

Με νιοφερμένη αντοχή και θάρρος, ο παλατιανός ανακοίνωσε στον Αχαάβ την άφιξη του Ηλία κι εκείνος, πάντοτε μαζί με την Ιεζάβελ, περίμεναν να τον συναντήσουν. Η θέση της Βασίλισσας στο παλάτι είχε μεγαλώσει ακόμα περισσότερο μέσα σε εκείνα τα τρεισήμισι χρόνια, διότι είχε φέρει στον κόσμο ήδη δυο γιους κι είχε εξασφαλίσει τη συνέχεια της διαδοχής. Είχε αφιερώσει τον πρωτότοκο γιο της στον Βάαλ και τον δεύτερο στην Αστάρτη, άρα είχε επικυρώσει τη μόνιμη επιρροή των δαιμόνων όχι μόνο στη δική της ψυχή μα και στων ανύποπτων παιδιών της. Ήταν είκοσι ετών, ενώ η φιλοδοξία, η ματαιοδοξία κι η Αλαζονεία της διογκώνονταν μέρα με την ημέρα.

Σαν μπήκε ο Ηλίας στην Αίθουσα του Θρόνου, με τη μακριά γενειάδα και τις προβιές, της φάνηκε αστείος και χασκογέλασε ανάλαφρα. Δεν υπήρχε τίποτα να φοβηθεί από ένα τίποτα.

"Εσύ είσαι που αναστατώνεις το Ισραήλ;" Ρώτησε ο Αχαάβ.

"Δεν αναστατώνω εγώ το Ισραήλ, αλλά εσύ κι η οικογένειά σου, που επιδεικνύετε πρωτοφανή Αλαζονεία, έπαρση και ασέβεια απέναντι στον Θεό. Αρνηθήκατε να υπακούσετε τις Εντολές Του και λατρέψατε είδωλα, όπως τον Βάαλ και την Αστάρτη. Θέλω να μιλήσω σε όλους· συγκέντρωσε μου στο όρος Κάρμηλος όλους τους Ισραηλίτες κι επισης τους τετρακόσιους πενήντα ιερείς του Βάαλ και τους τετρακόσιους της Αστάρτης, με τους οποίους δειπνίζει κάθε βράδυ η Ιεζάβελ σου και τους παρέχει κάθε προστασία."

"Τι ανοησίες είναι αυτές;" Αντιστάθηκε η Ιεζάβελ. "Πέταξε έξω αυτόν τον παράφρονα! Πώς τολμά να έρχεται εδώ και να μας υποδεικνύει τι να κάνουμε;"

"Θα γίνει αυτό που επιθυμείς, Ηλία," συμφώνησε ο Αχαάβ, αποδεχόμενος την πρόκληση του προφήτη.

Πράγματι, εστάλησαν σε όλο το Βασίλειο μηνύματα κι έτσι σε έναν μήνα συγκεντρώθηκαν όλοι οι Ισραηλίτες και οι ψευδό-ιερείς στο όρος Κάρμηλος. Μαζί με αυτούς, βρέθηκαν ο Αζαζέλ κι ο Αββαδδών, ο Αζραήλ κι η Αρενιήλ, ακριβώς απέναντι.

"Τι θέλετε να πετύχετε με αυτά;" Απαίτησε να μάθει ο Αζαζέλ. "Μαζέψατε όλους τους πολίτες σε ένα βουνό για να ακούσουν ασυναρτησίες;"

"Το τι θα ακούσουν και το τι θα δουν είναι δική μας υπόθεση," απάντησε γρήγορα ο Αζραήλ, φιμώνοντας την Αρενιήλ, που ίσως δυσκόλευε τα πράγματα αν μιλούσε. Τον ήξερε προσωπικά τον Αζαζέλ και τον Αββαδδών, δεν ήθελε να υπάρχει μεγάλη τριβή μεταξύ τους, ίσως της ξυπνούσε αναμνήσεις από τα πρώιμα χρόνια της.

"Ως πότε θα αμφιταλαντεύεστε;" Απόρησε με φωνή βροντερή ο Ηλίας, κάνοντας τους να σωπάσουν. "Αν πίστευετε ότι αληθινός Θεός είναι ο Θεός μου, τότε ακολουθήστε Αυτόν κι εμένα. Αν πίστευετε ότι είναι ο Βάαλ κι οι υπόλοιποι, ακολουθήστε αυτούς."

Το πλήθος παρέμεινε σιωπηλό κι αυτό φάνηκε σαν καλό σημάδι για τον Ηλία.

"Είμαι ο μοναδικός προφήτης του Θεού που έχει μείνει ελεύθερος κι είμαι μόνος μου," συνέχισε, ευτυχής που έβλεπε απέναντι του τον Αζραήλ και την Αρενιήλ να τον στηρίζουν με την παρουσία τους. "Την ίδια στιγμή που οι ιερείς του Βάαλ είναι τετρακόσιοι πενήντα και έχουν την εύνοια των Βασιλέων. Ας μας φέρουν δυο μοσχάρια, για να τα θυσιάσουμε. Εγώ θα επικαλεστώ τον Κύριό μου κι εκείνοι τον δικό τους για να στείλει φωτιά και να κάψει την προσφορά. Οποίος Θεός στείλει τη φωτιά θα είναι κι ο αληθινός."

"Ορθώς μίλησε!" Ακούστηκαν οι φωνές του πλήθους. Από τη μεριά των Βασιλέων υπήρξε επίσης αποδοχή, μια που η Ιεζάβελ ήταν βέβαιη ότι ο Ηλίας θα γελοιοποιούνταν, όταν ο Βάαλ έστελνε τη φωτιά από τον ουρανό.

Μόλις έφεραν τα μοσχάρια, ο Ηλίας πήρε ξανά τον λόγο, κοιτώντας τους αλαζόνες παγανιστές ιερείς.

"Διαλέξτε εσείς πρώτοι και θυσιάστε, εσείς, άλλωστε είστε και περισσότεροι."

Με απόλυτη αυτοπεποίθηση και βλέμματα σιγουριάς από τη Βασίλισσα, πήραν οι ιερείς το μοσχάρι, το έκοψαν κομμάτια και ξεκίνησαν να προσεύχονται προς τον Βάαλ, φωνάζοντας κατά καιρούς Άκουσε μας Άρχοντα των Πάντων! Λίγο αργοτερα, ξεκίνησαν να χοροπηδούν και να χορεύουν γύρω από το θυσιαστήριο, ψάλλοντας όσο πιο δυνατά μπορούσαν.

Ο Αζαζέλ, παρακολουθώντας αυτά, παρέμενε ακίνητος, αν και ήθελε όσο τίποτα να γελάσει με την ψυχή του με το τραγελαφικό θέαμα. Ο Αββαδδών, όμως, ετοιμάστηκε να πετάξει, για να ρίξει τη φωτιά που επικαλούνταν οι ιερείς. Ο Αζαζέλ, όρμησε κι έσφιξε τους καρπούς του για να τον εμποδίσει.

"Τι κάνεις, ηλίθιε;"

"Πάω να ρίξω τη φωτιά βέβαια!" Απάντησε έκπληκτος ο Αββαδδών. "Αυτό δε θέλουμε; Πώς θα πιστέψουν αν δε δουν τη φωτιά;"

Ο Αζαζέλ έκλεισε τα μάτια κι αναστέναξε.

"Ανόητε, πώς θα ρίξεις μια φωτιά από τον ουρανό; Αυτό που θα επικαλεστείς θα έρθει από την Κόλαση, άρα από κάτω και δε νομίζω ότι θα κάψει μόνο το μοσχάρι! Επιπλέον, ακόμα κι αν μπορούσαμε να ρίξουμε φωτιά, δε θα ενισχύαμε την πίστη σε εμάς, αλλά την πίστη στον Βάαλ!"

"Το τελευταίο δεν το κατάλαβα," παραδέχτηκε ντροπαλά ο γιγαντόσωμος Δαίμονας.

"Κάνε ακριβώς ό,τι σου λέω και μην αυτενεργείς, γιατί θα καούμε εμείς στο τέλος!" Τον πρόσταξε ο Αζαζέλ και συνέχισαν να βλέπουν τους ιερείς να χτυπιούνται σαν χταπόδια, περιμένοντας μια φωτιά που δε θα ερχόταν ποτέ.

Πέρασαν κάμποσες ώρες, ο ήλιος είχε μεσουρανήσει, η φωτιά δεν είχε πέσει, όλοι είχαν εξουθενωθεί, αλλά κανένας δεν έφευγε. Ο μοναδικός που παρέμενε ακούραστος ήταν ο Ηλίας.

"Φωνάξτε πιο δυνατά, μεγάλοι ιερείς!" Τους ειρωνεύονταν ανοιχτά πια. "Θεός είναι κι αυτός, μπορεί να βρίσκεται σε περισυλλογή! Ίσως είναι απασχολημένος ή ταξιδεύει! Ίσως κοιμάται και πρέπει να ξυπνήσει!"

Κάποιοι από το πλήθος γέλασαν, όπως κι οι δυο δαίμονες. Ο Αζραήλ κι η Αρενιήλ παρακολουθούσαν τα τεκταινόμενα ανέκφραστοι, με τη δεύτερη να αδημονεί για τη συνέχεια.

Οι ιερείς πέρασαν σε πιο δραστικές μεθόδους. Ψάλλοντας δυνατά χαράκωσαν το σώμα τους με λόγχες και μαχαίρια, ώστε το αίμα έβαψε τα λευκά τους ρούχα άλικα. Μετά το πέρας του μεσημεριού, άρχισαν να προφητεύουν, μα και πάλι τίποτα δε συνέβαινε.

Τότε, ο Ηλίας φώναξε ξανά.

"Λαέ του Ισραήλ, ελάτε κοντά μου!"

Αμέσως, όλο το πλήθος τον περικύκλωσε και περίμενε καρτερικά να τον ακούσει.

Ο Αζραήλ έσκυψε και ψιθύρισε στο αυτί της Αρενιήλ.

"Πέταξε στα σύννεφα και όταν έρθει η ώρα ρίξε τη φωτιά."

"Δεν ξέρω πώς να το κάνω αυτό!" Διαμαρτυρήθηκε η Αρενιήλ.

"Έχεις τη φωτιά μέσα σου, είσαι κόρη της Κόλασης όσο και του Ουρανού, φυσικά και μπορείς να το κάνεις," τη διαβεβαίωσε ο Αζραήλ. "Όταν τελειώσεις, γύρνα γρήγορα πίσω. Έχω σκεφτεί έναν τρόπο να απαλλαγούμε από τα αποβράσματα για πάντα."

Η Αρενιήλ έφυγε πρόθυμα, βλέποντας την απόκοσμα σκοτεινή λάμψη στα μάτια του Αγγέλου του Θανάτου. Ο Αρχάγγελος πήγε κοντά στον Ηλία και τον βοήθησε να μαζέψουν δώδεκα πέτρες, μια για κάθε φυλή του Ισραήλ, και τις στοίβαξαν στα θεμέλια του θυσιαστηρίου που είχε γκρεμιστεί, του αφιερωμένου στον Θεό. Μαζί οι δυο τους έσκαψαν με τις χούφτες τους ένα αυλάκι γύρω από το θυσιαστήριο κι ο Ηλίας στράφηκε στους ανθρώπους που τους παρακολουθούσαν με κατάνυξη, ενώ ο Αζραήλ τοποθέτησε τα ξύλα πάνω στις πέτρες.

"Γεμίστε τέσσερις κουβάδες με νερό και χύστε το πάνω στα ξύλα. Κάντε το τρεις φορές."

Οι ανθρώποι υπάκουσαν και το νερό ήταν τόσο που γέμισε ως το χείλος και το αυλάκι.

Η ώρα ήταν σχεδόν απογευματινή κι έπρεπε τότε να γίνονται αναίμακτες θυσίες, για αυτό και ο Ηλίας δεν ακούμπησε το μοσχάρι που είχε προσφερθεί. Ύψωσε τα χέρια στον Ουρανό και βροντοφώναξε.

"Κύριε, Θεέ του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, ας μάθουν όλοι σήμερα ότι είσαι ο Θεός του Ισραήλ κι εγώ ο πιστός σου δούλος, που έκανα τα πάντα σύμφωνα με τον Λόγο σου. Απάντησε μου Κύριε, απάντησε μου, ώστε να μάθει ο λαός αυτός ότι εσύ είσαι ο ένας και μοναδικός Θεός και θα ξαναφέρεις τις καρδιές τους κοντά σου."

Μόλις τελείωσε, ο Ηλίας έριξε τα χέρια του κάτω και περίμενε τη θεϊκή επιφάνεια. Πράγματι, μετά από ελάχιστες στιγμές, μια πύρινη λαίλαπα ξεχύθηκε από τον ουρανό και τύλιξε το θυσιαστήριο στις φλόγες, κατακαίγοντας τα ξύλα, ώσπου έγλειψε και το νερό στο αυλάκι.

Οι ιερείς και οι Βασιλείς κοιτούσαν άναυδοι αυτό που συνέβαινε μπροστά τους, η δε Ιεζάβελ είχε τρομοκρατηθεί. Πώς ήταν δυνατόν αυτός ο ψεύτης να άναψε φωτιά στα βρεγμένα ξύλα κι ο Βάαλ να αρνούνταν τις προσευχές τόσων ωρών;

Είναι μάγος, έσπευσε να την ηρεμήσει ο Αζαζέλ. Ο Θεός του πηγάζει από το σκοτάδι κι όχι από το φως. Μην τον φοβάσαι. Πάντα το φως νικά το σκοτάδι.

Η Βασίλισσα συνήλθε από την έκπληξη και ανέλαβε δράση, την ίδια στιγμή που η Αρενιήλ προσγειωνόταν στο πλευρό του Αζραήλ.

"Πιάστε αυτόν τον τρελό! Νομίζει ότι με λίγη φωτιά θα υπερτερήσει της αδιάσειστης δύναμης των Θεών μας!"

Οι στρατιώτες υπάκουσαν μουδιασμένα, όμως το πλήθος έσπευσε να προστατεύσει τον Ηλία.

"Πρέπει να καθαρίσουμε τη Σαμάρεια από αυτά τα υποχείρια του Εωσφόρου," είπε ο Αζραήλ στον προφήτη. "Να τους πάμε στον χείμαρρο Κισσών."

Ο Ηλίας κατάλαβε αμέσως τι εννοούσε.

"Πιάστε τους ιερείς του Βάαλ! Μη σας ξεφύγει ούτε ένας! Πάμε στον Κισσών!"

Το πλήθος όρμησε, αιχμαλώτισε τους τετρακόσιους πενήντα αιρετικούς παγανιστές κι αμέσως έτρεξε σέρνοντας τους στον χείμαρρο ένα χιλιόμετρο μακριά, που έρρεε πολύ αργά, δεδομένης της ανομβρίας. Οι στρατιώτες μαζί με τους Βασιλείς ακολουθούσαν από απόσταση ασφαλείας. Ήταν πλεον μάταιο να προσπαθούν να συγκρατήσουν το μαινόμενο πλήθος.

Εναπόθεσαν τους αιχμάλωτους στις όχθες του χειμάρρου και περίμεναν διαταγές από τον Ηλία. Εκείνος στράφηκε στον Αζραήλ, που με τη σειρά του στράφηκε στην Αρενιήλ.

"Ποιός νομίζεις ότι είναι ο πιο ταιριαστός τρόπος να τους τιμωρήσουμε;" Τη ρώτησε.

"Η Ναϊρέλ λέει να βάψουμε με το αίμα τους τις όχθες κατακόκκινες," απάντησε με ειλικρίνεια το κορίτσι. "Η Αρενιήλ λεει να τους αφήσουμε ένα απλό σημάδι για να θυμούνται την ημέρα και να μην κηρύξουν ποτέ ξανά στο όνομα των ψεύτικων Θεών."

"Εσύ τι λες;" Επέμεινε ο Αζραήλ. "Αν η εκπαίδευση σου πέτυχε, θα λάβεις τη σωστή απόφαση."

Η Αρενιήλ χρειάστηκε λίγα δευτερόλεπτα για να αποφασίσει. Η μοίρα τετρακοσίων πενήντα ιερέων δεν ήταν απλό πράγμα. Κοιτώντας τα έντρομα πρόσωπά τους, που πριν λίγη ώρα έσφυζαν από αλαζονεία και περιφρόνηση για τον Ηλία και τον Θεό, ένιωθε αηδία και αποστροφή· δικαίως ο Αζραήλ τους είχε αποκαλέσει αποβράσματα. Αλλά ποιά θα ήταν η γνώμη του Κυρίου; Ο Γαβριήλ της έλεγε πάντα ότι ήταν φιλεύσπλαχνος, στοργικός και συγχωρούσε όλους όσους μετάνοιωναν αληθινά. Μπορούσαν άραγε αυτοί οι αιρετικοί να μετανοήσουν, αν τους χάριζαν τη ζωή; Θα ήταν αρκετά δυνατοί να ξεχάσουν τα κίβδηλα δόγματα τους και να αφοσιωθούν στον Πατέρα, αφήνοντας τον πολυτελή κι έκλυτο βίο τους, αλλά και την προστασία της Ιεζάβελ; Τους κοίταξε ξανά για τελευταία φορά κι ανακοίνωσε την ετυμηγορία της κατευθείαν στον Ηλία με αποφασιστικότητα, κραδαίνοντας το σπαθί της.

"Η Βασίλισσα Ιεζάβελ κατεδίωκε τους προφήτες μας και τους σκότωνε. Θέσπισε δε και νόμο ότι οι ψευδοπροφήτες των αδύναμων Θεών πρέπει να θανατώνονται παραδειγματικά. Αυτό θα πράξουμε κι εμείς τώρα."

Και χωρίς να χάσει χρόνο, πλησίασε τον ιερέα που βρισκόταν πιο κοντά της και του έκοψε τον λαιμό με μια ντελικάτη κίνηση.

Ακολούθησε πανικός. Οι Ισραηλίτες πάλευαν να συγκρατήσουν τους ιερείς του Βάαλ που πάσχιζαν να ξεφύγουν, έχοντας καταλάβει ότι δεν υπήρχε σωτηρία για εκείνους· όχι μόνο είχαν χάσει την αξιοπρέπεια και το γόητρο, τώρα θα έχαναν και τη ζωή τους. Ο Ηλίας, ο Αζραήλ κι η Αρενιήλ, που τα μάτια της είχαν κοκκινίσει και έλαμπαν δαιμονικά, κατέσφαξαν από εκατόν πενήντα ιερείς ο καθένας, ακούγοντας τις κραυγές και τα παρακάλια των υπολοίπων.

Κατά τη διάρκεια του φοβερού φονικού, οι Βασιλείς παρακολουθούσαν ανίκανοι να αντιδράσουν. Η Ιεζάβελ συσσώρευε θυμό και θρηνούσε του ιερείς σιωπηλά, αποφασισμένη να τους ανακηρύξει μάρτυρες. Παραπέρα, αόρατοι από όλους, παρακολουθούσαν ο Αζαζέλ κι ο Αββαδδών αμίλητοι και μόνο όταν έληξε η σφαγή μίλησε ο Δαίμονας της Αλαζονείας.

"Ας γυρίσουμε πίσω στην Κόλαση."

"Θα αποδεχτούμε την ήττα μας χωρίς καμία αντεπίθεση;" Απόρησε ο Αββαδδών.

"Ποιά ήττα; Σήμερα είχαμε μια σπουδαία νίκη!" Αναφώνησε ο σύντροφος του.

"Νίκη; Νίκη αποκαλείς το ότι οι ευνοούμενοι της Ιεζάβελ σκοτώθηκαν σαν πρόβατα από λύκους;"

"Τετρακόσιες πενήντα εξαιρετικά αλαζονικές ψυχές έχουν σταλεί κατευθείαν στην Κόλαση," επισήμανε ο Αζαζέλ. "Τετρακόσιοι πενήντα εις βάρος του Θεού. Αυτή είναι η νίκη μας. Ας βιαστούμε, σε παρακαλώ. Πρώτα από όλα πρέπει να υποδεχτώ τους αμαρτωλούς κι έπειτα πρέπει να αποφύγουμε τη βροχή που θα ρίξει ο Θεός οσονούπω. Οι σταγόνες μπορεί να μας στιγματίσουν."

Ο Αββαδδών τον ακολούθησε σιωπηλός, βυθισμένος στις σκέψεις του. Τελικά, η δουλειά τους ήταν πολύ πιο περίπλοκη από όσο φανταζόταν.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ο Αζραήλ, με αιματοβαμμένα ρούχα, σπαθί και χέρια, πλησίασε τον εξίσου αιματοβαμμένο Ηλία και του μίλησε ήρεμα.

"Στείλε τους Βασιλείς στο παλάτι κι ετοιμάσου να επαναφέρεις τη βροχή. Τέρμα η ξηρασία πια."

Χαμογελώντας για το πέρας της ταλαιπωρίας του λαού, ο προφήτης φώναξε δυνατά.

"Αχαάβ, γυρνά στο παλάτι σου, πιες και φάε όσο θέλεις! Σε λίγο ο Κύριος θα ρίξει βροχή και θα ποτίσει το διψασμένο χώμα."

Είχε επιβληθεί νηστεία σε όλους εξαιτίας της λειψυδρίας. Το να ζητά να φάνε και να πιούν όσο θέλουν ήταν τουλάχιστον τολμηρό. Ο Αχαάβ διέταξε να επιστρέψουν στο παλάτι, κουρασμένος από την πιο επεισοδιακή ημέρα της ζωής του κι η Ιεζάβελ δίπλα του έβραζε.

"Το ορκίζομαι στον Βάαλ και στην Αστάρτη, αυτός ο μάγος θα πληρώσει για τους φόνους που διέπραξε σήμερα! Θα τον κόψω κομμάτια και θα τον ταΐσω στα σκυλιά!"

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Λίγο μετά τη φυγή των Βασιλέων, ακολούθησαν κι οι Άγγελοι, που γνώριζαν ότι άφηναν τον Ηλία ασφαλή, αφού οι Δαίμονες είχαν φύγει πρώτοι από όλους. Στον Ουρανό βρέθηκαν προ εκπλήξεων, μια που τους περίμενε ένας βλοσυρός Γαβριήλ, ένας εμφανώς εκνευρισμένος Μιχαήλ κι ανάμεσά τους κάποιος που ανέδιδε τόσο φως ώστε το πρόσωπό του φάνταζε μια σκιά. Πρώτη φορά τον αντίκριζε η Αρενιήλ.

"Προσκυνήστε Τον, ιταμοί!" Διέταξε ο Μιχαήλ. "Σκύψτε το κεφάλι μπροστά Του, που καταδέχτηκε να έρθει και να σας μιλήσει!"

"Μιχαήλ, γαλήνευσε," τον παρακάλεσε ήρεμα ο άγνωστος, ακουμπώντας το χέρι στον ώμο του. "Η πράξη σας δε συνάδει με το νόημα του Πατέρα μας," απευθύνθηκε σε εκείνους με την ίδια ηρεμία, χωρίς ίχνος αγανάκτησης.

"Είναι απαράδεκτο!" Φώναξε αποδοκιμαστικά, σαν απογοητευμένη μάνα ο Γαβριήλ. "Σφάξατε τετρακόσιους πενήντα ανθρώπους μπροστά στα μάτια χιλιάδων! Δεν μπορώ ούτε να φανταστώ την τιμωρία που σας αρμόζει! Εμείς δεν είμαστε φονιάδες και χρησιμοποιούμε τα όπλα μας μόνο για να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας! Δεν σας απείλησε κανείς· ήταν μια ξεκάθαρη επίδειξη δύναμης!"

"Είχαμε ήδη αποδείξει τη δύναμη μας!" Πρόσθεσε ο Μιχαήλ. "Ρίξαμε φωτιά από τον Ουρανό! Συνεπώς, μπορούσατε να φεύγατε και να τελείωναν όλα εκεί. Ο Ηλίας είχε κατορθώσει να αποδείξει περίτρανα το μεγαλείο του Θεού, δε χρειαζόταν τίποτα παραπάνω."

"Γίνεστε άκαρδοι και σκληροί," τους επέπληξε ήρεμα ο άγνωστος. "Ας τους αφήσουμε να απολογηθούν."

"Ο Αζραήλ μου επέτρεψε να αποφασίσω για τη μοίρα των αιχμαλώτων η ίδια," ξεκίνησε αμέσως η Αρενιήλ, εμποδίζοντας τον Αζραήλ να την καλύψει. "Διάλεξα να τους θανατώσουμε κι όχι να τους αφήσουμε ελεύθερους, διότι κατά τη γνώμη μου αυτό θα έκανε ένας ηγέτης που νοιάζεται για το καλό του λαού του. Αν τους χαρίζαμε τη ζωή, θα προκαλούσαν μεγαλύτερη ζημιά στις καρδιές των ανθρώπων, δρώντας υπό τη προστασία των διεφθαρμένων Βασιλέων και διαλαλώντας τα ψευδή τους δόγματα. Πιστεύω ότι ένα προβλημα πρέπει να αντιμετωπίζεται αμέσως μόλις εμφανίζεται. Ποιός ο λόγος να περιμέναμε να σωπάσουν οι φωνές τους από τον φυσικό θάνατο, όταν μπορούσαμε να τους σωπάσουμε μόνοι μας;"

"Μιχαήλ, σε παρακαλώ, οδήγησε τον Αζραήλ στον Πατέρα για να τον ακούσει με τη σειρά του," διέταξε ο άγνωστος κι ο Μιχαήλ εφάρμοσε το πρόσταγμα αμέσως.

Μόλις έμειναν οι τρεις τους, πλησίασε την Αρενιήλ κι ακούμπησε τους ώμους της, σκορπίζοντας γαλήνη στην ψυχή της με αυτή την απλή πράξη. Προσπαθούσε να διακρίνει κάποιο χαρακτηριστικό του προσώπου του αλλά μάταια.

"Μπράβο, Γαβριήλ, της έχεις προσφέρει μια εξαίρετη εκπαίδευση, τέτοια ώστε να μην εναντιώνεται στην αναλγησία που της δίδαξαν στην Κόλαση," είπε με ειλικρίνεια. "Όπως ο Μωυσής δίδαξε στον λαό του Ισραήλ πριν τέσσερις αιώνες την αντεκδίκηση και τη μισαλλοδοξία, που εμείς στηλιτεύουμε. Αρενιήλ ή Ναϊρέλ, δε γνωρίζω ποιό προτιμάς, εγώ σου λέω πως είναι κάλλιστο να αφήνουμε το άρρωστο ζώο να μεγαλώνει με το υγιές και μονάχα την Ύστατη Ώρα να το σκοτώνουμε, διότι ως τότε ίσως και να έχει γιατρευτεί. Έπραξες σύμφωνα με την επιθυμία του Πατέρα και για αυτό δε θα τιμωρηθείς. Ωστόσο, θα σου αναθέσω μια εξαιρετικά σημαντική αποστολή, που θα απαιτήσει την αφοσίωση σου για τουλάχιστον οχτώ αιώνες."

"Θα κάνω οτιδήποτε διατάξετε," ήταν το μόνο που μπορούσε να απαντήσει η Αρενιήλ, εντυπωσιασμένη και μαγνητισμένη από όσα είχε ακούσει από Εκείνον.

"Θα κατέβεις κάτω στη γη κι εκεί θα μείνεις μέχρι να σε καλέσω πίσω εδώ. Θα συντροφεύεις τους προφήτες και θα τους ψιθυρίζεις τις προφητείες που θα σου φανερώνω. Θα μείνεις κοντά τους και θα τους στηρίζεις μέχρι να έρθω εγώ."

Άθελα της, τον κοίταξε έκπληκτη, παρατηρώντας με την άκρη του ματιού της τον πόνο που φάνηκε στη γαλανή ματιά του Γαβριήλ.

"Γιατί να έρθεις εσύ εκεί κάτω, Κύριε;" Άφησε την ερώτηση προτού αναλογιστεί πώς τον αποκαλούσε. "Οι άνθρωποι εκεί κάτω βασανίζουν τους Αγίους."

"Αυτή είναι η αποστολή μου," της είπε με ένα μικρό γελάκι και για μια στιγμή φάνηκε το πρόσωπό Του. Το μόνο που κατάφερε να αποτυπώσει η Αρενιήλ ήταν τα γαλήνια και καλοσυνάτα μάτια Του.

"Ας γίνει το θέλημά σου λοιπόν," είπε και χωρίς να χρονοτριβεί, άνοιξε τα μαύρα της φτερά και πέταξε πίσω στη γη, αφήνοντας τον πανέμορφο Ουρανό. Καθώς πετούσε, της φάνηκε ότι άκουσε τον Γαβριήλ να της εύχεται συγκινημένα καλή τύχη.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

7274 λέξεις!

Αυτό το βιβλίο υπάρχει για να σπάω τα προσωπικά μου ρεκόρ!

Πώς σας φάνηκε το τεράστιο αυτό διήγημα;

Για να μη νομίζετε ότι θέλω να εξευτελίσω επιφανή πρόσωπα όπως ο Προφήτης Ηλίας, πρέπει να σας πω ότι ΟΛΟΙ ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΥΣΙΟΙ ΟΠΩΣ ΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΤΟ Γ' ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ. Ω ναι. Ακόμα και το σημείο που ειρωνεύεται τους ιερείς του Βάαλ.

Στο επόμενο διήγημα, θα σας αφήσω να ψηφίσετε τι θα δούμε:

·) Σατανά με Οργή
·) Βηλφεγώρ με Οκνηρία

Ό,τι και να διαλέξετε, θα το γράψω στο σήμερα.

Τα λεμε τότε! Να είστε όλοι καλα και να προσέχετε τους εαυτούς σας!

Υ.Γ. Όσο κι αν φαίνεται εξωπραγματικό, έχω ακόμα υλικό για την Ιεζάβελ που δεν εχω αξιοποιήσει. Θα θέλατε να το δείτε κι αυτό;;;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top