Κεφάλαιο 10
Κεφάλαιο 10
Δυστυχώς, την επόμενη μέρα εγώ ξύπνησα κρυωμένη με βήχα και πυρετό (είχα κρυώσει από τα βρεγμένα μαλλιά). Βλέπετε, ήμουν από μικρή ευαίσθητη και αρρώσταινα με το παραμικρό. Και μου το είχε πει η Ιωσηφίνα πως θα κρύωνα και να που έγινε! Τέλος πάντων εκείνη έφυγε για μάθημα κι εγώ έμεινα στο δωμάτιο να ξεκουραστώ. Για να μην τα πολυλογώ αυτή η ιστορία κράτησε περίπου δύο εβδομάδες. Ο σχολικός γιατρός που με είδε μου έδωσε ένα σιρόπι με γεύση κεράσι και ένα χάπι με γεύση... χαπιού και έτσι αισθάνθηκα καλύτερα. Καημένη Ιωσηφίνα! Στενοχωρήθηκε πολύ για μένα, μα ευτυχώς η ίδια δεν κόλλησε. Καημένη εγώ! Πήρα ένα σωρό απουσίες από την κακούργα την Άννα και όλη μέρα δεν είχα τι να κάνω. Γι' αυτό έκατσα και διάβασα το ημερολόγιο της May.
Ήταν γεμάτο μπούρδες του τύπου: «Αγαπητό Ημερολόγιο, δεν σε ξέχασα! Περνάω τέλεια το καλοκαίρι! Η Μύκονος είναι φανταστική και τα αγόρια (όσα υπάρχουν) είναι κούκλοι. Το σπίτι της Demi είναι κοντά σε ένα κλαμπ με τουρίστες από την Αγγλία και χτες σ' ένα πάρτι με ανακήρυξαν "Queen of the Beach" Wow!!! Γενικώς όλα είναι ΟΚ, αλλά ανυπομονώ να πάω στο Miami του χρόνου. Α! Γνώρισα ένα πολύ ωραίο και μυστηριώδες αγόρι από το Λονδίνο. Τον λένε Jack και τα είχε με την Penny μέσω internet, but νομίζω πως του αρέσω xoxoxo» ή «Αγαπητό Ημερολόγιο, ο καιρός είναι σκατά! Όλα είναι χάλια! Μισώ τη ζωή μου! Τελικά δεν θα πάμε στο Παρίσι τα Χριστούγεννα! Πώς θ' ανανεώσω την γκαρνταρόμπα μου τώρα; Πώς θα εμφανιστώ στον χορό χωρίς παριζιάνικο style; Πώς θα κάνω όλες αυτές τις κατίνες να σκάσουν από τη ζήλεια τους; Ααααχ! Τουλάχιστον στολίσαμε ένα τεράστιο Xmas tree και θα πάμε για ρεβεγιόν στο σπίτι του Paul. Αλλά και πάλι μισώ τη ζωή μου!!!» και άλλα παρόμοια. Γενικότερα, ανέφερε όλους της τους γκόμενους, όλες τις «φίλες» της (και το θάψιμο που τους έριχνε) και το πιο σημαντικό: έγραφε, με πόνο, το πραγματικό της όνομα... Αυτό ήταν όλα τα λεφτά! Ήταν κάτι που θεωρούσε ντροπιαστικό κι εγώ τώρα, μπορούσα να χρησιμοποιήσω προς όφελός μου. Τι να έκανα; Αφού η miss Pappas έπαιξε βρώμικα, το ίδιο θα έκανα κι εγώ.
~sCOOLgirl~
Όταν τελικά έγινα καλά και επέστρεψα στο μάθημα, παρατήρησα πως όλοι ήταν ενθουσιασμένοι για τον ερχομό των Αποκριών. «Τι ετοιμάζουν όλοι αυτοί;» ρώτησα την Ιωσηφίνα, ενώ παίρναμε τα βιβλία μας από τα ντουλάπια.
«Το αποκριάτικο Midnight Party».
«Midnight, τι;»
«Midnight Party! Είναι ένα πάρτι που ξεκινά μετά τα μεσάνυχτα στο υπόγειο κρυφά από όλους τους καθηγητές. Κάνουν συχνά κάτι τέτοια και ξεσαλώνουν εντελώς!» Τότε θυμήθηκα! Εκείνο το βράδυ που η May είχε φύγει από το δωμάτιο ντυμένη... κάπως προκλητικά πήγε σ' ένα τέτοιο πάρτι και όχι σε σχολείο για μάγους. Απογοητευτικό!
~sCOOLgirl~
Μέσα στην τάξη δύο-τρία κορίτσια μοίρασαν κάτι μικροσκοπικά φακελάκια σε όλους πριν μπει ο καθηγητής. Το έκαναν με τρομερή μυστικοπάθεια και αυτό μου προξένησε το ενδιαφέρον. Το περίεργο ήταν πως ενώ φρόντισαν ο καθένας να πάρει μόνο ένα, η Ιωσηφίνα είχε πάρει και από τις τρεις. «Τι είναι πάλι αυτά;» ρώτησα.
«Προσκλήσεις για το πάρτι», απάντησε τσαλακώνοντας μια από αυτές.
«Ω, μάλλον θέλουν πολύ να πας!»
«Ποιος νοιάζεται; Δεν πρόκειται να πάω!»
«Γιατί;» πήγα να ρωτήσω, αλλά εκείνη τη στιγμή μπήκε ο καθηγητής και ξεκίνησε το μάθημα. Εγώ πάντως δεν ξέχασα την απορία μου και αργότερα στο εστιατόριο, την ξαναρώτησα, την ώρα που παίρναμε τους δίσκους με το φαγητό. «Γιατί δεν θες να πας στο πάρτι;»
Η φίλη μου έδειχνε προβληματισμένη «Εσύ θα πήγαινες;» με ρώτησε.
«Εγώ, στον λάκκο με τα φίδια; Να μου λείπει!»
«Κι εμένα να μου λείπει! Νιώθω ακριβώς όπως εσύ».
«Ναι, μόνο που εμένα δεν με γουστάρει κανείς εδώ, ενώ εσένα σου έδωσαν τρεις προσκλήσεις! Άσε που σε συζητούν όλη την ώρα. Είσαι φίρμα!»
«Μα, δεν με καταλαβαίνεις;» απόρησε εκείνη και έφυγε από το εστιατόριο. Εγώ ανησύχησα πολύ που την άκουσα τόσο απογοητευμένη και την ακολούθησα στον κήπο.
~sCOOLgirl~
«Ιωσηφίνα, τι έπαθες;» τη ρώτησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα.
Η Ιωσηφίνα γύρισε να με κοιτάξει και φαινόταν κλαμένη. «Κανείς εδώ δεν με συμπαθεί!» είπε. «Όλοι τους υποκρίνονται».
«Μα, γιατί;»
«Ο πατέρας μου είναι πολύ πλούσιος, γι' αυτό όλοι του έλεγαν να με στείλει σε κάποιο οικοτροφείο του εξωτερικού, όμως εκείνος επέμενε να έρθω εδώ. Όταν ήμουν 10 χρονών, έπαθα άσθμα και όσοι γιατροί με εξέτασαν είπαν πως είχα ανάγκη από καθαρό αέρα. Έτσι ήρθα στο British Master College και παρέμεινα στην Ελλάδα, ενώ ο μπαμπάς έπρεπε να φύγει για το εξωτερικό. Από τότε τον έβλεπα μόνο στις διακοπές, αλλά φρόντισε να μην μου λείπει τίποτα. Ζήτησε από τον Πρόεδρο να μου παραχωρήσει ένα δικό μου δωμάτιο και κάθε χρόνο του στέλνει επιταγές με τεράστια ποσά, ώστε να με προσέχουν πάντα παραπάνω». Σταμάτησε για λίγο, όσο για να πάρει μια ανάσα και συνέχισε. «Από την πρώτη κιόλας στιγμή που βρέθηκα εδώ, οι πάντες γνώριζαν ποια ήμουν και πόσα χρήματα είχα. Ξεκίνησαν λοιπόν να με πλησιάζουν και να είναι φιλικοί μαζί μου. Εγώ είχα χαρεί, γιατί πίστευα πως με συμπαθούσαν, όμως δεν ήταν έτσι. Στην πραγματικότητα, με θεωρούν ανίκανη και καθυστερημένη, επειδή ακόμα παίζω με κούκλες και δεν συμπεριφέρομαι όπως αυτοί. Και πάλι όμως δεν μου το δείχνουν, γιατί με βλέπουν σαν δημοφιλή πλούσια. Εγώ ποτέ μου δεν ήθελα να με βλέπουν έτσι ή να έχω τόσα χρήματα. Το μόνο που ήθελα ήταν μια φίλη!» είπε στο τέλος και ξέσπασε σε κλάματα.
Εγώ προσπαθούσα να επεξεργαστώ στον εγκέφαλό μου όλα όσα άκουσα. Δεν ήξερα πως η φίλη μου είχε πολλά λεφτά ή άσθμα. Πραγματικά, η ιστορία της μ' έκανε να νιώσω μεγάλη λύπη. Είναι πολύ άσχημο να ξέρεις ότι όλοι σε αντιπαθούν, αλλά προσπαθούν να σε πλησιάσουν μόνο για την οικονομική σου κατάσταση. Κάθισα κοντά της και προσπάθησα να την παρηγορήσω. «Δεν είχα ιδέα», της είπα.
«Μακάρι να πήγαινα σε δημόσιο σχολείο, όπως εσύ! Εκεί σίγουρα μπορείς να είσαι ο εαυτός σου και όλοι σε αποδέχονται όπως είσαι».
«Μπα, δεν θα το έλεγα. Κανείς δεν αποδέχτηκε το γεγονός ότι ήθελα να φέρομαι σαν παιδί. Τα κορίτσια σε αυτή την ηλικία πρέπει να κάνουν άλλα πράγματα: να καπνίζουν, να βγαίνουν, να τα φτιάχνουν με αγόρια, λες και δεν θα τα κάνουμε αυτά σε όλη τη ζωή μας. Αλλά παιδιά θα είμαστε μόνο μια φορά κι εγώ προσπάθησα να μείνω παιδί όσο γίνεται, μόνο που έτσι έμεινα μόνη. Τουλάχιστον, έχω την οικογένειά μου και τους καθηγητές μου στο Λύκειο που με αγαπούν και με στηρίζουν. Έτσι πιστεύω! Ότι μόνο σε ένα δημόσιο σχολείο μπορούν να αναπτυχθούν αληθινές σχέσεις. Εδώ οι καθηγητές πληρώνονται και βάζουν καλούς βαθμούς με το ζόρι», συμπλήρωσα. Και μόλις είδα το θλιμμένο ύφος της Ιωσηφίνας προσπάθησα να την κάνω να γελάσει. «Ξέρεις κάτι; Όλοι εδώ είναι μπούφοι!».
Η λέξη αυτή την έκανε όντως να γελάσει λιγάκι. «Τι σημαίνει 'μπούφοι';»
«Κάτι χαζά πουλιά είναι!» εξήγησα και τότε θυμήθηκα τον Λάκη μου. «Έχω κι εγώ ένα πουλί, αλλά είναι πολύ έξυπνο. Τον λένε Λάκη».
«Αλήθεια, και πού είναι τώρα;»
«Δεν ξέρω! Μου τον πήρε η κότα!» απάντησα κάνοντάς την να γελάσει ξανά. «Μου λείπει πολύ ο γλυκούλης».
«Ίσως εγώ μπορώ να βοηθήσω. Θα της ζητήσω να σου τον δώσει πίσω!»
«Αλήθεια; Θα μπορούσες; Σ' ευχαριστώ πολύ!» φώναξα χαρούμενη και την αγκάλιασα. «Πάμε τώρα να τελειώσουμε το φαγητό μας προτού μας το φάνε άλλοι» και με αυτόν τον τρόπο γυρίσαμε στο εστιατόριο.
~sCOOLgirl~
Τελειώσαμε το φαγητό μας κι η Ιωσηφίνα μου ζήτησε να πάω μόνη μου στο δωμάτιο και να την περιμένω. Έτσι έκανα και όταν επέστρεψε μου είχε μια έκπληξη, τον Λάκη! Ευτυχώς είχε καταφέρει την κότ-εεε, την επόπτρια να της τον δώσει. Αυτό με έκανε πολύ χαρούμενη, κι εμένα και τον Λάκη, ο οποίος πέταξε στο χέρι μου και με τσιμπούσε. Αλλά, και η Ιωσηφίνα έδειχνε χαρούμενη και μου είπε πως συμπάθησε τον Λάκη. Ύστερα τον αφήσαμε να πετάξει για να ξεμουδιάσει κι εμείς πιάσαμε την κουβέντα σχετικά με το σχολείο και τους συμμαθητές μας. Σε αυτή την κουβέντα έμαθα πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, κυρίως για τις συμμαθήτριές μου, οι οποίες, όπως έλεγε η Ιωσηφίνα 'είναι ικανές να σε κοροϊδέψουν ακόμα και αν δεν βγάζεις τα φρύδια σου'. Κατ' αρχάς όλα αυτά που έλεγαν για τους θαυμαστές στο εξωτερικό ήταν ψέματα! Τα περισσότερα από αυτά τα ξιπασμένα κοριτσάκια δεν τα είχαν φτιάξει ποτέ με κανέναν (μόνο η May φαινόταν να έχει ζωή κακομαθημένης ντίβας στ' αλήθεια, γι' αυτό όλες την είχαν για πρότυπο). Ήταν όλες μυθομανείς και τα αγόρια δεν πήγαιναν πίσω. Το έπαιζαν μάγκες μα ήταν φλώροι. Επίσης κανένας από τους τρόφιμους αυτού του σχολείου δεν είχε τόσα λεφτά όσα έλεγε και ούτε είχαν γεννηθεί όλοι στο εξωτερικό. Και τελευταίο και πιο σημαντικό, έμαθα τα πραγματικά ονόματα όλων και πραγματικά εξεπλάγην. Ήταν όλα πολύ τροποποιημένα (αλλά όχι τόσο όσο της May). Ακολουθεί μια λίστα με τα αληθινά ονόματα των γνωστών μου:
Demi Patchi --> Δήμητρα Πατσαβουρίδου
Penny Cho --> Παναγιώτα Χορταράκη
Jason Sotos --> Ιάσωνας Παπασωτηρίου
Uri Nickos --> Ευρύμαχος Νίκου
Άννα Ρήγα --> Άννα Ρήγα κ.ά.
Όπως καταλάβατε, αφού πήγαιναν σε αγγλοπρεπές σχολείο είχαν και αγγλοπρεπή ονόματα. Γι' αυτό και η Ιωσηφίνα αναγκάστηκε ν' αλλάξει το όνομά της σε Jossy για να προσαρμοστεί μαζί τους.
Καθώς σκεφτόμουν πόσο ρηχοί και δήθεν ήταν όλοι μου ήρθε κάτι στο μυαλό και δεν μπόρεσα να το κρατήσω μέσα μου για πολύ ώρα. Λίγο πιο μετά, όταν η Ιωσηφίνα κι εγώ είχαμε τελειώσει ένα παιχνίδι με τις κούκλες της, είπα: «Ξέρεις τι σκεφτόμουν;»
«Ότι έχεις καιρό να παίξεις με κούκλες, έτσι;»
«Όχι, δηλαδή ναι! Έχω να διασκεδάσω έτσι από τότε που ήμουν 11».
«Κι εγώ το ίδιο!»
«Ναι, αλλά... είναι και κάτι ακόμη».
«Τι;»
«Όλα τα κακομαθημένα αυτού του σχολείου περνιούνται για πολύ σπουδαία, μα δεν είναι. Ειλικρινά εσύ είσαι πολύ καλύτερη και απορώ πως τους αφήνεις να σου χαλάνε τη διάθεση».
«Μα, αυτοί με βλέπουν σαν σπουδαία μόνο για τα λεφτά μου».
«Πρέπει όμως να καταλάβεις και να δώσεις και σε αυτούς να καταλάβουν, πως είσαι η καλύτερη και για τα λεφτά, αλλά και σαν άνθρωπος».
«Και πώς θα γίνει αυτό;»
«Θα πας στο πάρτι φυσικά!»
«Όχι, Ανθή, αυτό δεν γίνεται».
«Γίνεται! Θα πας και θα είσαι και η πρώτη! Θα πας για να περάσεις καλά και όλοι θα σε θαυμάσουν. Το αξίζεις!»
Η Ιωσηφίνα έδειχνε να σκέφτεται σοβαρά και όταν πήγε ν' ανοίξει το στόμα της ήμουν βέβαιη πως θα αρνηθεί, όμως... «Εντάξει, θα πάω αλλά μόνο αν έρθεις μαζί μου».
Εγώ δεν θα μπορούσα ν' αρνηθώ. «Ναι!!!» φώναξα, χοροπηδώντας. «Θα δεις: θα πάμε εκεί και θα τους δείξουμε ποιες είμαστε εμείς!»
Τώρα και η Ιωσηφίνα ήταν ενθουσιασμένη. Χοροπηδούσαμε και οι δύο σαν μικρά κοριτσάκια. «Τι θα ντυθούμε;» ρώτησε και πριν προλάβω να σκεφτώ κάτι η βαλίτσα μου χύθηκε στο πάτωμα. Από μέσα κύλισε και ξεδιπλώθηκε η αφίσα που είχα στο παλιό μου δωμάτιο. Γυρίσαμε να την κοιτάξουμε.
Με μια φωνή είπαμε «Rock Angelz!» Αυτή ήταν η τέλεια μεταμφίεση για το αποκριάτικο πάρτι! Θα αναδείκνυε με πολύ ροκ τρόπο την προσωπικότητά μας.
Χωρίς να χάσουμε καιρό στραφήκαμε στα ράφια με τις ατελείωτες κούκλες. Η Ιωσηφίνα είχε στην συλλογή της και τις πέντε του συγκροτήματος: την Cloe, την Sasha, την Yasmin, την Roxxi και την Jade. Τις κοιτάξαμε προσεκτικά για να δούμε τις λεπτομέρειες της καθεμιάς. «Τα μαλλιά σου είναι παρόμοια με της Sasha» παρατήρησε η Ιωσηφίνα.
«Ναι. Τι κρίμα που δεν είμαι μαύρη. Θα ήμουν ίδια. Εσύ πάλι μοιάζεις στην Yasmin!»
«Έτσι νομίζω κι εγώ, μόνο που πάντα η αγαπημένη μου από αυτήν τη συλλογή ήταν η Roxxi!»
«Έγινε! Εσύ θα είσαι η Roxxi! Θα βάλεις και μια κόκκινη περούκα και θα είσαι ίδια!»
«Κι εσύ, ποια θες να είσαι;»
«Χμ, μου αρέσουν όλες, μα για την συγκεκριμένη περίσταση θα διάλεγα αυτή με την πιο εκκεντρική εμφάνιση».
Η Ιωσηφίνα ξανάριξε μια ματιά στις κούκλες. «Την Cloe;» αναφώνησε.
«Το 'πιασες!» απάντησα χαρούμενη. Έτσι αποφασίσαμε ποια θα είναι ποια και κάναμε μια λίστα με τα ρούχα και τα αξεσουάρ που χρειαζόμασταν, ώστε να τους μοιάσουμε.
«Κρίμα που δεν έχουμε το CD τους. Τα τραγούδια θα μας έδιναν έμπνευση».
«Τι λες που δεν το έχουμε; Το έχω ακριβώς εδώ, στην βαλίτσα. Είναι από τ' αγαπημένα μου» ανακοίνωσα και μόλις βρήκα το CD, το βάλαμε να παίξει στο μεγάλο ηχοσύστημα του κάτω πατώματος. Πράγματι, έδωσε έμπνευση στη φίλη μου, της ήρθε μια φοβερή ιδέα.
«Θυμάσαι τότε που ήρθα να σε βρω στην τιμωρία;»
«Αν θυμάμαι λέει; Τότε έκανα την πρώτη μου συναυλία επάνω σε στρώματα γυμναστικής» είπα και άρχισα να γελάω.
«Έχεις πολύ ωραία φωνή, ξέρεις».
«Ναι, βέβαια! Από φωνή κορμάρα!»
«Ανθή, σοβαρολογώ. Γιατί δεν λες ένα από τα τραγούδια του CD σου στο πάρτι;»
«Εγώ; Δεν υπάρχει περίπτωση! Θα με πάρουν με τα κομφετί!»
«Γιατί;»
«Γιατί δεν...» δεν μπορούσα να ολοκληρώσω την πρότασή μου. Με ποιο δικαίωμα θα έλεγα ότι δεν με χωνεύουν, ενώ προηγουμένως πάσχιζα να την πείσω να πάει στο πάρτι; Αφού πήραμε αυτή την απόφαση έπρεπε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε για να περάσουμε καλά. Εξ' άλλου με μια καλή φίλη στο πλευρό μου δεν θα φοβούμουν τίποτα και κανέναν. «...δεν είναι δίκαιο να τραγουδήσω μόνο εγώ. Αν θυμάσαι είχαμε τραγουδήσει μαζί».
«Αν είναι έτσι, θα τραγουδήσω κι εγώ, αλλά θα κάνω δεύτερες φωνές. Μπορώ να παίξω και κιθάρα. Δεν μου αρέσει να είμαι στο επίκεντρο».
«Αν πιστεύεις πως θα μπορούσα να τα καταφέρω».
«Δεν το πιστεύω... είμαι σίγουρη!» είπε τρομάζοντάς με λιγάκι στην αρχή. Πραγματικά με είχε ενθουσιάσει! Ήξερε κιθάρα, πιάνο, μπαλέτο, μοντέρνο χορό. Εγώ το μόνο που ήξερα ήταν......
«Παραδοσιακοί χοροί»
«Αχ, αλήθεια; Πάντα ήθελα να μάθω ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς! Κάποια στιγμή πρέπει να μου δείξεις και όχι μόνο σ' εμένα: όλοι θα πρέπει να μάθουν».
«Μπα, οι άλλοι το θεωρούν ντεμοντέ!»
«Χαζομάρες. Όλοι πρέπει να γνωρίζουν την παράδοση του τόπου καταγωγής τους, ακόμα και οι μαθητές του British Master College». Εγώ δεν ήξερα τι να πω, απλώς γέλασα σκεπτόμενη αυτό που είχε πει η May για τους παραδοσιακούς χορούς. Πόσο κατάκαρδα το είχα πάρει τότε!
~sCOOLgirl~
Και μιας και μιλάμε για την πρώην συγκάτοικό μου, είχε τρελαθεί από τη χαρά της που της είχα αδειάσει τη γωνιά, αλλά είχε τρελαθεί από την αγωνία της που δεν μπορούσε να βρει το ημερολόγιό της. Φορώντας μια πετσέτα στο σώμα και άλλη μια στο κεφάλι, γύριζε στο δωμάτιο σαν σβούρα και το έκανε άνω-κάτω ψάχνοντας. Ακόμα και ο Σέργιος είχε ζαλιστεί να την κοιτάζει και κόντευε να πέσει κάτω από το κρεβάτι. «Πού είναι; Πού είναι; Πρέπει να το βρω!» έλεγε και ξανάλεγε. «Είμαι σίγουρη πως αυτή η Ανθή το πήρε. Αχ, Σέργιε σε τερρίμπλ!»
«Νιαου!» έκανε ο γάτος και έβαλε τα μπροστινά του πόδια στ' αυτιά του σαν να έλεγε «Έλεος κοπελιά! Βαρέθηκα να σ' ακούω!» Αυτή η σκηνή τράβηξε αρκετή ώρα, ώσπου ξαφνικά χτύπησε η πόρτα του δωματίου. Η May ρώτησε ποιος ήταν.
«Miss Pappas, it's me!» ακούστηκε η φωνή της επόπτριας. «Σηκώστε το ακουστικό σας. Έχετε ένα τηλεφώνημα από το Παρίσι!»
«Καλά, ήταν ανάγκη να έρθεις ως εδώ γι' αυτό;» αναρωτήθηκε η May, μα ψευτοευχαρίστησε την επόπτρια και σήκωσε το ακουστικό του τηλεφώνου. «Αλό... Ω, Έρη, σε τουά! Ουί;... Σε μανιφίκ!» απ' ότι έδειχνε, μάλλον κάτι καλό επρόκειτο να συμβεί για την miss Pappas.
~sCOOLgirl~
Το ίδιο και για εμένα, θα πήγαινα για ψώνια με την καλύτερή μου φίλη! Το πάρτι ήταν τα μεσάνυχτα της Παρασκευής και ήταν Τετάρτη απόγευμα. Δεν είχαμε πολύ χρόνο για να ετοιμαστούμε, αλλά σίγουρα θα βάζαμε τα δυνατά μας! «Σίγουρα δεν θα πειράξει αν βγούμε δίχως άδεια;»
«Όχι, αφού τελειώσαμε τα μαθήματά μας, είμαστε ελεύθερες».
«Ωραία! Πάω να δω που είναι ο Λάκης και θα συναντηθούμε στην είσοδο», είπα και κατευθύνθηκα στον κήπο. Εκεί είδα κάτι πάρα πολύ περίεργο: ο Λάκης είχε πετάξει πάνω από το κεφάλι ενός αγνώστου αγοριού και του τραβούσε μια τούφα από τα μαλλιά. «Λάκη, τι κάνεις εκεί; Σταμάτα! Άσε τον άνθρωπο ήσυχο!»
Ευτυχώς μόλις με είδε ο Λάκης σταμάτησε και πέταξε κοντά μου. Το αγόρι πάντως δεν φαινόταν νευριασμένο. Έφτιαξε λίγο τα μαλλιά του και με ρώτησε: «Δικός σου είναι αυτός ο μικρός σαματατζής;»
Ντράπηκα εξ αιτίας του πανέξυπνου, μα σαματατζή Λάκη. «Ναι, δικός μου είναι. Συγγνώμη γι' αυτό! Δεν έχω ιδέα τι τον έπιασε».
«Δεν πειράζει. Έτσι κάνει όποτε με βλέπει».
«Πώς; Δηλαδή σ' έχει ξαναδεί;»
«Μα, ναι. Ήμουν ο μόνος που του πήγαινε φαγητό όσο τον είχαν σ' ένα κλουβί στην αποθήκη».
Το καημένο το πουλάκι κλεισμένο σε μια αποθήκη και νηστικό; Τι του κάνανε οι παλιάνθρωποι! Πάλι καλά που βρέθηκε αυτός ο τύπος, διαφορετικά θα είχε πεθάνει! «Σ' ευχαριστώ πολύ που τον φρόντισες».
«Δεν κάνει τίποτα! Τουλάχιστον τώρα τον έχεις και πάλι κοντά σου».
«Ναι!» απάντησα γελώντας. «Αλήθεια, εσύ ποιος είσαι; Δεν σ' έχω ξαναδεί εδώ».
«Με λένε Γρηγόρη και... δουλεύω εδώ με τον πατέρα μου».
Τι εννοούσε όταν έλεγε «δουλεύω»; Ήθελα πολύ να ρωτήσω, αλλά θα ήταν αδιακρισία αφού αυτός δεν με ήξερε. «Χαίρω πολύ! Εμένα με λένε Ανθή!»
«Το ξέρω»
«Το ξέρεις;» απόρησα ξανά.
«Ναι, εσύ δεν είσαι που ήρθες από ένα δημόσιο σχολείο της Πιερίας;»
«Ναι, από την Πιερία είμαι, αλλά εσύ που το ξέρεις;»
«Ε, είχα ακούσει την κυρία Ασλάνη (την επόπτρια δηλαδή) να το λέει».
«Α, κατάλαβα», είπα κι εκείνη τη στιγμή άκουσα μια κόρνα αυτοκινήτου που μάλλον ήταν για εμένα.
«Με συγχωρείς, αλλά πρέπει να φύγω τώρα. Χάρηκα που τα 'παμε!» φώναξα φεύγοντας χωρίς να ξέρω αν θα τον ξανάβλεπα.
«Ναι, κι εγώ χάρηκα», είπε μόνος του ο Γρηγόρης και έφυγε κι αυτός από τον κήπο.
~sCOOLgirl~
Έτρεξα στην είσοδο του συγκροτήματος και ένα ασημί BMW είχε παρκάρει εκεί. Η Ιωσηφίνα καθόταν στο πίσω κάθισμα και με περίμενε να μπω κι εγώ. Έτσι έκανα, κάθισα πίσω και με συνέστησε στον οδηγό. «Από εδώ ο κύριος Μανώλης. Είναι σοφέρ της οικογένειας εδώ και 20 χρόνια».
Πω ρε μεγαλεία, σκέφτηκα μιας και αισθανόμουν σαν αυτούς τους ψωροπερήφανους γαλαζοαίματους που κυκλοφορούν παντού με σοφέρ (όπως και ο Αντωνιάδης, που με είχε φέρει στο σχολείο με εκείνον τον Νικολά). Όμως, ο κύριος Μανώλης φαινόταν πολύ καλός και πρόσεχε την Ιωσηφίνα σαν να ήταν κόρη του. Χαιρόταν που την έβλεπε να χαμογελά και γι' αυτό μας υποσχέθηκε να φτάσουμε γρήγορα στον προορισμό μας. Όσο ήμασταν στο δρόμο ρώτησα: «Ιωσηφίνα, μήπως έχεις ακουστά κάποιον Γρηγόρη;»
«Γρηγόρη;»
«Ναι, από το σχολείο μας».
«Όχι, όχι στην τάξη μας τουλάχιστον. Γιατί;»
«Πριν έρθω να σε βρω συνάντησα έναν στον κήπο, ο οποίος μου είπε πως τον λένε Γρηγόρη και ο πατέρας του δουλεύει στο σχολείο».
«Α, μπορεί ο πατέρας του να είναι κάποιος από τους καθηγητές».
«Μπορεί». Σύντομα φτάσαμε σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο στην είσοδο της Αθήνας, σχετικά κοντά στο κολλέγιο. Εκεί σύχναζαν και άλλοι τρόφιμοι όταν είχαν χρόνο και χρήμα. Κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο και περάσαμε τις μεγάλες αυτόματες πόρτες. Βρεθήκαμε σ' έναν μεγάλο κεντρικό χώρο. Γύρω-γύρω υπήρχαν καταστήματα και καφετέριες και ίσια μπροστά ήταν οι κυλιόμενες σκάλες για τους πάνω ορόφους. Στη μέση του χώρου ήταν ένα μεγάλο ορθογώνιο παρτέρι, με κάτι κόκκινα και κίτρινα λουλούδια. «Έτοιμη;» ρώτησα την Ιωσηφίνα.
«Έτοιμη! Πάμε!» απάντησε εκείνη και βάλαμε πλώρη για τα μαγαζιά με τη λίστα στα χέρια μας. Τα πήραμε όλα σβάρνα προκειμένου να βρούμε αυτά που ψάχναμε. Πήγαμε σε μαγαζιά ρούχων, παπουτσιών, γυαλιών, αξεσουάρ και δοκιμάσαμε διάφορα. Ήταν τελικά όπως στην ταινία των Bratz και περάσαμε πολύ ωραία. Α, πήγαμε και σ' ένα μαγαζί με αποκριάτικα για να βρούμε περούκες. Βέβαια, με τόσα αστραφτερά πραγματάκια τριγύρω μου ήταν δύσκολο να επικεντρωθώ στον στόχο, μα μετά από πολλές περούκες βρήκαμε αυτές που θέλαμε. «Περούκες, εντάξει!»
«Δερμάτινα παντελόνια και μπουφάν, εντάξει!»
«Μπλούζες με τις κατάλληλες στάμπες, εντάξει!»
«Μπότες με στρασάκια, εντάξει!»
«Ζώνες και καπέλα, εντάξει!»
«Γυαλιά και αξεσουάρ, εντάξει! Αυτά είναι όλα».
Αχ, και τώρα το δύσκολο σημείο, το ταμείο, αναστέναξα, καθώς δεν ήμουν σίγουρη αν θα μου έφταναν τα λεφτά που είχα για να πληρώσω όλα αυτά. Πήγαμε στα κεντρικά ταμεία, αλλά όταν έκανα να βγάλω τα λεφτά μου, η Ιωσηφίνα με πρόλαβε και έδωσε την πιστωτική της κάρτα. «Επ, τι κάνεις εκεί; Είπαμε μισά-μισά!» πετάχτηκα. Εκείνη δεν απάντησε, μόνο χαμογέλασε και ζήτησε να δέσουν μια κορδέλα στην μια σακούλα σαν δώρο.
~sCOOLgirl~
Εν τω μεταξύ, στο σχολείο ήταν η ώρα του βραδινού φαγητού και ο Σέργιος, που ως συνήθως δεν είχε χορτάσει, τριβόταν στα πόδια της τραπεζοκόμου και νιαούριζε, δήθεν λυπημένα, για να φάει κι άλλο. Αυτή δεν φαινόταν να συγκινείται. «Α, όχι γατούλη. Δεν έχει άλλη κονσέρβα για σήμερα. Αρκετά έφαγες και μου τελείωσαν όλες!» είπε και έφυγε από την κουζίνα, χωρίς να αντιληφθεί ότι ο Σέργιος είχε τρυπώσει στην αποθήκη με τις κονσέρβες, έτοιμος να φάει μέχρι να σκάσει. Δυστυχώς γι' αυτόν, την ώρα που κοίταζε από πάνω μέχρι κάτω τα ράφια και αναρωτιόταν τι να πρωτοδοκιμάσει, η τραπεζοκόμος γύρισε και τον έβγαλε σηκωτό από την κουζίνα, αφού κλείδωσε την αποθήκη.
«Νιάου!» έκανε αυτός ξύνοντας θυμωμένος την πόρτα. Με την κοιλιά του να γουργουρίζει, περπατούσε πέρα-δώθε ώσπου τα γατίσια του αυτιά έπιασαν ένα κελάηδισμα στον κήπο. Αμέσως έτρεξε σ' ένα παράθυρο και είδε (ποιόν άλλον;) τον Λάκη, που ήταν ανεβασμένος σ' ένα δέντρο και τραγουδούσε. Ο γάτος ξερόγλειψε τα μουστάκια του και σιγά-σιγά σαν κλέφτης άρχισε να προχωρά προς το δέντρο. Έκανε να σκαρφαλώσει, μα καθώς δεν ήταν συνηθισμένος σε τέτοια extreme πράγματα, έκανε θόρυβο και το πουλί τον κατάλαβε και έφυγε, πετώντας. Αυτός δεν πτοήθηκε και συνέχισε να τον κυνηγάει. Ο Λάκης δεν ήθελε να είναι πάλι το υποψήφιο θύμα ενός γάτου και αποφάσισε να του την φέρει. Πήγε και στάθηκε ακίνητος στο πεζούλι ενός σιντριβανιού και ο Σέργιος ήταν βέβαιος ότι επιτέλους θα τον έπιανε. Την τελευταία στιγμή όμως, ο Λάκης πέταξε ψηλά και ο Σέργιος βρέθηκε να κάνει μπάνιο μέσα στο σιντριβάνι. Λάκης-Σέργιος 1-1!
~sCOOLgirl~
Αργότερα, όταν είχε βραδιάσει η Ιωσηφίνα και εγώ επιστρέψαμε στο δωμάτιό μας φορτωμένες με τις σακούλες. Ο Λάκης καθόταν μισοκοιμισμένος στην φωλίτσα του μέσα σε μια γλάστρα. Εμείς πήγαμε κουρασμένες, αλλά ευχαριστημένες, για ύπνο. Την επόμενη μέρα θα την αφιερώναμε στις πρόβες και την μεθεπόμενη θα ήμασταν έτοιμες για πάρτι!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top