Κεφάλαιο 18

Κεφάλαιο 18

Αφιέρωσα όλο το υπόλοιπο της ημέρας στο να καταστρώσω ένα σχέδιο. Κατέληξα στο πιο ριψοκίνδυνο: να μπω κρυφά το βράδυ στο γραφείο των καθηγητών και να πάρω το χαρτί σαν ένας τίμιος και νομιμόφρων διαρρήκτης. Φυσικά, αν η Ιωσηφίνα δεν ήταν στο νοσοκομείο, δεν θα χρειαζόταν να κάνω τίποτα, αλλά αυτά έχει η ζωή. Πήγα στο δωμάτιο να ετοιμαστώ και να βρω όλα τα απαραίτητα σύνεργα και από τη στιγμή που μπήκα άκουγα ένα «τικ-τικ-τικ» που δεν μπόρεσα να καταλάβω τι ήταν, αλλά ήθελα να το ανακαλύψω.

~sCOOLgirl~

Ταυτόχρονα, η May, που δεν είχε φανεί στο μάθημα, εμπνευσμένη από την ερωτική απογοήτευση, την προδοσία των φιλενάδων της και την αδελφική προδοσία, άρχισε να γράφει ένα τραγούδι με ελληνικούς στίχους, βγάζοντας τα απωθημένα της. Του έδωσε τον τίτλο «Λάμπω Ξανά» και προσπάθησε να το τραγουδήσει με τον Σέργιο να νιαουρίζει στον ρυθμό. Είχε καταφέρει να ξεχαστεί λίγο, όταν μπήκε μέσα η Έρη με το ομοίωμα ενός καναρινιού, που τοποθέτησε στο γραφείο. «Δεν φτάνει που μας κατάκλεψες όλες, έχεις το θράσος και να τραγουδάς!» φώναξε αγριεμένη.

«Σου επαναλαμβάνω ότι μ' έχεις αδικήσει» αντιμίλησε η May προσπαθώντας να μην κλάψει από θυμό.

«Σε έχω αδικήσει; Ακούς τι λες; Δε νομίζω ότι οι γονείς μας θα συμφωνήσουν. Όταν τους τα πω, θα δούμε ποιος είναι αδικημένος και ποιός όχι. Την καρφίτσα που μου βούτηξες, μου την είχε χαρίσει η μαμά!»

«Ε, βέβαια! Πάντα σ' εσένα χάριζε η μαμά. Πάντα εσύ ήσουν στο επίκεντρο της προσοχής και τα είχες όλα δικά σου. Εγώ ήμουν πάντα η κακομαθημένη May που για να την αντιμετωπίσουν με σεβασμό, έπρεπε να γίνει Έρη. Όμως, εγώ δεν θα γίνω ποτέ εσύ, γιατί απλούστατα είμαι πολύ καλύτερη».

«Σε τι; Στις κλεψιές;»

«Μα σου ορκίζομαι πως δεν έκλεψα τίποτα!»

«Και κλέφτρα και ψεύτρα! Τέτοιες ανοησίες δεν έλεγες ούτε όταν ήσουν μικρή και σε είχε πιάσει σύνδρομο κλεπτομανίας!» έκανε αγανακτισμένη η Έρη, όμως μέσα σε δύο δευτερόλεπτα το ύφος της άλλαξε. Κοίταξε την αδελφή της στα μάτια και γεμάτη αγωνία ρώτησε: «May σε ξανάπιασε το σύνδρομο;»

Η May κούνησε πάνω-κάτω το κεφάλι της και προσπάθησε να σκεφτεί: «Δεν ξέρω» μονολόγησε διστακτικά. «Στην αρχή ήθελα να πάρω την κούκλα της Fleur και την πήρα, ξέροντας ότι το έκανα. Αλλά μετά, όταν η Demi έβγαλε εκείνη την ηλίθια χρυσή σκιά και δεν ήθελε να μου τη δώσει, τα πήρα. Δεν κατάλαβα πως με ξανάπιασε. Ίσως να μην με άφησε ποτέ. Ίσως είμαι ένα κλεπτομανές φρικιό!» κλαψούρισε στο τέλος κάνοντας την Έρη να μετανιώσει και να ντραπεί για τον εαυτό της.

«Όχι sis, δεν είσαι φρικιό. Θα ξανακάνεις ψυχανάλυση και όλα θα φτιάξουν και πάλι. Θα δεις... Συγγνώμη για όσα σου είπα. Δεν εννοούσα τίποτα!»

«Τα εννοούσες όλα. Μην προσπαθείς να γλυτώσεις»

«Okay, τι να κάνω για να με συγχωρέσεις;»

«Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα πια!»

«Έλα, pussycat! Λέγε ό,τι θες!»

«Anyway, άκου. Πρώτον, δεν λες τίποτα σε μαμά και μπαμπά μέχρι να σου πω. Δεύτερον, επιστρέφεις σε αυτές τις bitches τη σαβούρα τους, γιατί δεν θέλω να τους μιλήσω ακόμη και τρίτον από σήμερα αναλαμβάνω εγώ τις χορογραφίες, χωρίς επίβλεψη και κριτικές από κανέναν!»

«Quoi?»

«Αυτό που άκουσες! Εσύ έκανες την επιτυχία σου. Τώρα είναι η δική μου σειρά να γίνω Dancing Queen! Και θα γίνω, όπως ακριβώς θέλω εγώ!»

«As you wish, Your Majesty!» αστειεύτηκε η Έρη και αγκάλιασε τη May λέγοντας πως την αγαπάει. Τη συγκινητική στιγμή διέκοψε ένα κριτς και ένα νιάου. Οι αδελφές γύρισαν και αντίκρισαν τον Σέργιο με το ψεύτικο καναρίνι στο στόμα του. Και οι δύο έβαλαν τα γέλια. «Τον φαγάνα!»

«Τι ήταν αυτό το πουλί;»

«Δώρο για τα γενέθλιά σου από τον κύριο Πρόεδρο».

«Χαχαχα!» Έτσι η miss Pappas κατάφερε να λύσει ένα από τα προβλήματά της. Έμενε να βρει έναν τρόπο να εκδικηθεί τις «κολλητές» της. Σίγουρα θα έβρισκε τον χειρότερο γι' αυτές.

~sCOOLgirl~

Κι εγώ θα έβρισκα τον τρόπο να συγκεντρωθώ στην αποστολή μου, αν δεν μ' ενοχλούσε διαρκώς αυτό το τικ-τικ-τικ-τικ. Γι' αυτό έψαξα να βρω τι το προκαλούσε. Δεν ήταν ούτε νεροχύτης που έσταζε, ούτε ποντίκια, ούτε κάποιο μικρό ξωτικό που τριγύριζε εδώ κι εκεί αφήνοντας πίσω του μαγική χρυσόσκονη (δυστυχώς!). Ήταν ο Λάκης που χτυπούσε λυπημένος το τζάμι της μπαλκονόπορτας. Δεν κελαηδούσε πια. Μόνο κοιτούσε έξω τ' άλλα πουλάκια να χτίζουν τις φωλιές τους. «Σήμερα φυσάει. Αύριο θα βγεις και θα πας στον Βερύκιο και τους άλλους φίλους σου. Προς το παρόν μπορείς να έρθεις μαζί μου». τον παρηγόρησα και ήμουν σίγουρη ότι καταχάρηκε.

Αφού σκοτείνιασε για τα καλά και βεβαιώθηκα πως όλοι κοιμούνταν φόρεσα το δερμάτινο κολάν με το δερμάτινο τζάκετ από τις Rock Angelz και έκανα τα μαλλιά μου αλογοουρά για να μοιάζω με κατάσκοπο. Πήρα έναν φακό και μαζί με τον Λάκη ξεκίνησα για το δεύτερο κτίριο. Όλα πήγαν ρολόι μέχρι την ώρα που βγήκα στον κήπο. Εκεί κάτι που με πλησίασε απότομα με έκανε να τσιρίξω δυνατά. Ήταν και πάλι ο χοντρο-γάτος της May που κατά πως φαίνεται είχε βάλει σκοπό του να μου τα κάνει μαντάρα. «Τι θες, βρε κολλιτσίδα; Γιατί με ακολούθησες; Φύγε όπως ήρθες, παλιο-πουλοφαγε!»

«Νιαου!» έκανε λυπημένος αυτός.

«Δεν με ρίχνεις εμένα. Θες να φας τον Λάκη. Δρόμο!» Η κοιλιά του γουργούριζε από την πείνα, αλλά δεν έκανε καμιά απόπειρα. Είχε μάλλον αποφασίσει, πως ένα πράγμα με πούπουλα που μέσα έχει ξύλο δεν είναι η καλύτερη τροφή γι' αυτόν. Ευτυχώς, δεν ήταν και το πιο έξυπνο πλάσμα του κόσμου και αυτό με συνέφερε. Αποφάσισα να τον αγνοήσω και να συνεχίσω το δρόμο μου, μόνο που αυτός με ακολούθησε. Περάσαμε στο ισόγειο του δευτέρου κτιρίου και πήγαμε αμέσως στο γραφείο. Μπροστά προχωρούσα εγώ με τον φακό και πίσω ο Σέργιος με τον Λάκη ανεβασμένο στο κεφάλι του (φαίνεται είχαν γίνει φιλαράκια οι δυο τους).

«Παιδιά, εδώ είναι, αλλά πως θα... είναι ξεκλείδωτα!» διαπίστωσα και μπήκα. Στην προσπάθεια να εξερευνήσω το χώρο το φως μου έπεσε πάνω σε μια προτομή. «Α! Έλα, ρε μπαρμπούλη, μου έκοψες τη χολή!»

«Νιαου!»

«Σέργιε, μην γεμίζεις τρίχες τα έπιπλα! Θα μας καταλάβουν. Κι εσύ Λάκη, μην τσιμπάς αυτό το κουτί, θ' αφήσεις σημάδι!» το κουτί αυτό δεν ήταν τυχαίο. Εκεί μέσα φυλάσσονταν τα κατασχεμένα αντικείμενα. «Είσαι πανέξυπνο πουλί! Για να δούμε τι θα βρούμε. Σκονάκι φυσικής, Teen Moda, πουράκια, μαξιλάρι με αγκάθια, κροτίδες, βιντεοκάμερα, iPod, νερομπαλόνια κι άλλα νερομπαλόνια με γεύση φράουλα, λέει, τι στο καλό; Πού είναι το χαρτάκι μου; Α, να 'σαι!» αναφώνησα χαρούμενη, όμως ενώ κανονικά θα έπρεπε να φύγω είχα μια απορία που ήθελα να διαλευκάνω. «Τι τα κάνουν τα κινητά;» Αυτή η επόπτρια μου είχε πάρει το δικό μου όταν ήρθα και το είχε αφήσει στο γραφείο. Κάπου εκεί θα ήταν. Έψαξα στο κουτί χωρίς να βρω κανένα, ώσπου ο Σέργιος γρατζούνησε επίμονα ένα μεγάλο ξύλινο ντουλάπι. Πλησίασα να τ' ανοίξω, όμως ήταν κλειδωμένο. Γκαντεμιά, σκέφτηκα και τότε είδα τον Σέργιο να κυλιέται στο πάτωμα και γρυλίζει για να τον πάρω αγκαλιά. «Δεν είναι ώρα για αγκαλίτσες, χνουδωτέ τύπε» είπα, όμως επέμενε και τελικά συνέβη κάτι απίστευτο. Με το που τον σήκωσα στα χέρια μου, άπλωσε την μπροστινή δεξιά πατούσα του και με τα νύχια του γύρισε την κλειδαριά και άνοιξε το ντουλάπι. Μετά από αυτό ένα ράφι γεμάτο πανάκριβα και διακοσμημένα με πετράδια κινητά ξεπρόβαλε μπροστά στα μάτια μου. Μέσα στα τόσα Pizazz ξεχώρισα αμέσως τη δική μου παλιατζούρα και χάρηκα αφάνταστα που τη βρήκα ύστερα από τόσον καιρό. Έκλεισα πρόχειρα το ντουλάπι και έκανα να φύγω, μα άκουσα κάτι ομιλίες και βήματα να πλησιάζουν. Πριν προλάβω να το καλοσκεφτώ είχα κρυφτεί κάτω από ένα μεγάλο έδρανο με τα δυο ζωάκια, το χαρτί, το κινητό μου και τον σβηστό φακό. Τα βήματα και οι φωνές ανήκαν στην επόπτρια και μια ακόμη γυναίκα που μπήκαν μέσα και άναψαν τα φώτα. Διαβάστε τι τις άκουσα να λένε:

«Οh, εδώ είναι! Τι ανακούφιση! Αν τις έχανα τώρα θα ήμουν κι εγώ χαμένη!»

«Μην κάνετε έτσι! Εγώ ήμουν σίγουρη από την αρχή πως τις ξεχάσατε στο γραφείο σας».

«Σας ευχαριστώ, miss Ασλάνη. Με συγχωρείτε που σας ενόχλησα».

«Αλίμονο! Κρέμες νύχτας είναι αυτές! Κι εσείς το ίδιο θα κάνατε. Ειδικά, αν σας έλεγα πως θέλω να είμαι όμορφη για κάποιον κύριο. Oh! Δεν είναι ο κύριος «Αντωνιάδης ένας αξιολάτρευτος άντρας;»

«Κι εγώ τον βρίσκω γοητευτικότατο και gentleman!» (θα ξεράσω! Έχει και fan-club αυτός!)

«Ναι, ο γλυκός μου! Είναι όλα αυτά και επιπλέον μεγαλοφυής! Με το σχέδιό του ο Υπουργός θα κερδίσει τα διπλά λεφτά από πέρυσι και θα πάρουμε κι εμείς το κατιτί μας. Είναι να μην τον λατρεύω;»

«Όπως τα λέτε, my dear. Μπορούμε να πάμε για ύπνο τώρα;»

«What a mess! Ποιος άφησε το κουτί με τα κατασχεμένα έτσι;»

«Κάποιος συνάδελφος θα το έκανε. Γιατί ανησυχείτε; Δεν έχει κανένα θησαυρό μέσα».

«That's right, έχετε δίκιο. Αλλά για καλό πρέπει ν' αρχίσουμε να κλειδώνουμε. Σκεφτείτε να μπει κανείς και κατά λάθος να πάρει το στικάκι».

«Τώρα που το σκέφτομαι, καλά τα λέτε, μα ποιος να ψάξει στη γλάστρα με τον κάκτο; Είναι το τέλειο μέρος για κρυψώνα απόρρητων αρχείων και ο κύριος Πρόεδρος είπε να βρούμε την καλύτερη. Αν επιμένετε, πείτε του αύριο για το κλείδωμα κι ελάτε. Θέλω να φορέσω τις κρέμες μου».

Πρώτο! Η υπερκατάσκοπος Fleur Bond μόλις ξετρύπωσε ένα σκάνδαλο με λεφτά, πολλά λεφτά! Χωρίς να σκεφτώ τι θα γινόταν αν με πιάνανε, βάλθηκα να ψάξω στη γλάστρα με τον κάκτο. Αφού κατατσιμπήθηκα, κατάφερα να βρω το περί ου ο λόγος στικάκι τυλιγμένο με λευκό ύφασμα. Από έξω δεν είχε κάτι ιδιαίτερο και μπόρεσα εύκολα να το αντικαταστήσω μ' ένα ίδιο που βρήκα στο κουτί. Ξανάβαλα το ύφασμα στο χώμα και επιτέλους κατάφερα να φύγω.

«Είσαι καλό γατάκι τελικά» είπα στον Σέργιο και του χάιδεψα το κεφάλι. Αυτός γουργούρισε από ευχαρίστηση, αλλά και από πείνα, γι' αυτό είπα να του κάνω κι εγώ μια χάρη. Περνώντας από το εστιατόριο, μπήκα στην κουζίνα, πήρα το κλειδί και άνοιξα την πόρτα της αποθήκης με τις κονσέρβες. Ο γάτος γούρλωσε τα μάτια του κι έτρεξε να χαρεί τον παράδεισο του φαγητού. Ως το ξημέρωμα θα τα είχε χλαπακιάσει όλα!

Ο Λάκης κι εγώ επιστρέψαμε στο δωμάτιο./ εκεί έβαλα τα δυνατά μου για να αποκρυπτογραφήσω το μήνυμα στο χαρτί του Βρεττού και του Χρηστόπουλου. Τελικά μπόρεσα να το διαβάσω στις 3 το πρωί. Έγραφε: «Δεσποινίς Λαζοπούλου, αυτά που θα διαβάσετε παρακάτω μπορεί να σας μοιάζουν με τα τρελά λόγια δύο μεθυσμένων, αλλά είναι η πάσχα αλήθεια (δηλαδή η αλήθεια του Πάσχα; Ντόιονγκ) Εδώ και καιρό ο ανώτερός μας σχεδιάζει να καταργήσει τη δημόσια εκπαίδευση με τη βοήθεια του Αλέξανδρου Αντωνιάδη. Σκοπεύει να κλείσει όλα τα δημόσια σχολεία και να επιβάλει ένα καθεστώς ιδιωτικοποιημένης εκπαίδευσης, της οποίας θα ηγείται ο Ερρίκος Λέων. Η φίλη σας έμαθε ήδη τι έχει στο νου του και ίσως αυτό την έστειλε στο νοσοκομείο (;). Ο Αντωνιάδης σας έστειλε στο Μπρίκι Μάσκες Κόλλες για ν' αποδείξει πως είστε αδύναμη σε σχέση με τους μαθητές του. Τώρα πια είστε η μόνη που μπορείτε να τον σταματήσετε. Μακάρι να ανακαλύψετε κάποιον τρόπο, γιατί εμείς δεν μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι. Γεώργιος Βρεττός και Στέφανος Χρηστόπουλος, τα χαμένα κορμιά» (ειλικρινέστατοι!) ΒΟΗΘΕΙΑ!!! Μόνο αυτό σκέφτηκα κατεβάζοντας το χαρτί από το πρόσωπό μου. Είχα μπλέξει άσχημα και μόλις τότε το αντιλήφθηκα. Ένα φλας-μπακ από γεγονότα πέρασε από το μυαλό μου...

«...Αγαπητή μου, εσείς είστε η μαθήτρια που επέλεξα. Συγχαρητήρια, θα φοιτήσετε σ' ένα άψογο ίδρυμα! Τα μεγάλα τρόπαια δεν πάνε πάντα στους νικητές».

«Ξέρω πως έχουμε συμφωνήσει να μην πας»

«Δεν θέλω καθόλου! Δεν πρέπει ν' αφήσω το σχολείο μας».

«...αυτός ο άνθρωπος... πιστέυει πως θα ήταν πολύ ωραία για σένα να πας».

«Πρέπει να τους δείξεις πως είσαι ισάξιά τους»

«Σας υπόσχομαι ότι θα βάλω τα δυνατά μου!»

«Ο Θεός μαζί σου! Γειά σου Ανθούλα μου!»

«Oh, hello my dear. Καλώς όρισες στο British Master College!»

«Καλώς σας βρήκα»

«Ξεσηκώσατε όλον τον όροφο με τις μουσικές σας! Έτσι κάνετε στο σχολείο σας;»

«Τι είναι αυτά που κάνετε; Ντροπή σας! Δεν ξέρετε πως αυτή η βαρβαρότητα δεν αρμόζει στην κοινωνική μας τάξη; Αυτά τα κάνουν μόνον οι αγροίκοι που πηγαίνουν σε δημόσια σχολεία»

«Αυτό τον καιρό ήρθε στο εκπαιδευτήριό μας ένα κορίτσι που φέρνει συνέχει μπελάδες σε όλους... Είναι θρασύτατη και επικίνδυνη».

«Μη θυμώνεις κορίτσι μου. Αυτή η... γοητεία σου πρέπει να είχε τραβήξει την προσοχή όλων στο παλιό σου σχολείο. Εκεί τους αρέσουν οι Νεάντερνταλ, ε;»

«Ναι, την καημένη. Τα μαύρα της τα χάλια έχει!»

«Αυτή η βίαιη συμπεριφορά δεν επιτρέπεται στο σχολείο μου... απόψε μπαίνεις τιμωρία για τρεις ώρες!»

«...το πάτε φιρί-φιρί να σας αποβάλω! Έξω από την τάξη μου, τώρα!»

Τώρα όλα συνδέονταν κι έβγαζαν νόημα, εξηγούνταν η εχθρική συμπεριφορά απέναντί μου, η υπερβολική αυστηρότητα και οι απαίσιοι βαθμοί. Προσπαθούσαν να με βγάλουν άχρηστη, αυτό πίστευαν πως ήμουν. Ακόμη κι οι ίδιοι μου οι καθηγητές φοβήθηκαν να μ' εμπιστευτούν κι όλα αυτά, γιατί πάντα ήμουν καλή και αθόρυβη. Όμως δεν θα τους έκανα το χατίρι να επιβεβαιώσω τα πιστεύω του Αντωνιάδη και των άλλων λαμόγιων. Πήρα μια απόφαση και στεκούμενη στη μέση του δωματίου μου την ανακοίνωσα δυνατά: «Δεν θα είμαι πια καλό κορίτσι. Από αύριο θα γίνω το χειρότερο παιδί που πέρασε ποτέ από αυτό το μέρος. Τρέμε British Master College, έρχεται η Fleur!»

Κινητά Pizazz:

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top