Κεφάλαιο 1°
Νομίζω είχαμε διακοπή ρεύματος για ώρες. Είχα ξεχάσει κ 'όλας σε ποιο δωμάτιο βρισκόμουν. Μερικά παιδιά, γνωστά μου, ή όχι, πρέπει να είχαν το φως του κινητού τους κοντά στα πρόσωπα τους, γιατί πολλά από αυτά τα έβλεπα να απαστράπτονται μέσα στην ερεβώδες σκοτίδι. Το δικό μου κινητό, δεν ξέρω που στο καλό το άφησα. Πρέπει να το ξέχασα πάλι στο σταθμό. Τέλεια, ποτέ δεν έχω κάτι όταν το χρειάζομαι.
Τα παιδιά περιπλανιούνταν με το φως των κινητών τους στο χώρο, από δω και από εκεί. Με προσπερνάνε αδιάφορα, σαν να μην υπάρχω. Μα φυσικά και δεν υπάρχω μέσα στο σκοτάδι. Δεν φοβόμουν όμως ποτέ το σκοτάδι, όσο τρομαχτικό και ας είναι η ιδέα του άγνωστου. Πιστεύω ότι το μαύρο πέπλο που συνηθίζει να μας σκεπάζει είναι σαν ένας παλιός φίλος, πού μας φέρνει λίγο πιο κοντά στον εαυτό μας.
«Ξέρει κανένας ποτέ θα ανάψουν τα λαμπάκια;» ρωτάω φωναχτά.
«Εκτός από τα δικά μου, αυτά είναι έτοιμα να εκραγούν εδώ και ώρα» προσθέτω σιωπηλά.
Στηρίζομαι πάνω σε ένα έπιπλο χαλαρή και ούτε που ξέρω πως γνώριζα ότι βρισκόταν εκεί. Καμία απάντηση. Να στε καλά παιδιά. Ξεφυσάω αγανακτισμένη κάνοντας μερικές τούφες των μαλλιών μου να αναπηδήσουν.
Όμως κάτι τράβηξε αμέσως τη προσοχή μου.
Ένα ζευγάρι ματιών, με ένα κραυγαλέο, φλογερό, μπλε χρώμα, ξεχώριζαν μέσα στο σκοτάδι με έναν σαγηνευτικό τρόπο. Ήταν τόσο αστραφτερά πού διαφοροποιούσαν όλη την εικόνα μου.
Το δεύτερο πράγμα που μου τράβηξε τη προσοχή, δεν μπορούσα να το δω. Δεν ξέρω τι είναι χειρότερο. Να νοιώθεις χωρίς να βλέπεις, η να βλέπεις χωρίς να νοιώθεις; Πάντως τα πόδια μου αρχίσαν να τσούζουν ανείπωτα τοξικά. Πήγα λίγα πιο βήματα πίσω, και ο πόνος χειροτέρευσε. «Τι στο..» βρήκα τον εαυτό μου να ψιθυρίζει.
Η θερμοκρασία ξαφνικά άρχισε να γίνεται όλο και πιο υψηλή. Ένοιωθα το σώμα μου σχεδόν να λιώνει σαν χαρτί στη φωτιά. Το μέτωπο μου άρχισε να ιδρώνει. Είχα αρχίσει να φρικάρω, κάτι συνέβαινε στα πόδια μου, κάτι υπήρχε στο έδαφος και δεν μπορούσα να το δω.
Μόλις γύρισα πίσω μου η φωτιά πετάχτηκε πάνω μου. Άρχισα να ουρλιάζω και απομακρύνθηκα τόσο ατσούμπαλα πού έπεσα κάτω. Κοίταξα γύρω μου αναστατωμένη και είδα τη φωτιά να εξαπλώνεται. Το κτήριο άρχισε να τυλίγεται στις φλόγες, τα ξυλά να πέφτουν σαν φθινοπωρινά φύλλα.
Η ανάσα μου είχε κοπεί και η καρδιά μου σφυροκοπούσε. Όλοι γύρω μου δεν αργήσαν να πανικοβληθούν. Η φωτιά άρχισε να τους τυλίγει. Έναν προς έναν. Οι σάρκες τους καίγονταν, και ουρλιάζανε σαν πανικοί που το έσκασαν από το τρελάδικο. Υπέφεραν μέχρι να αφήνουν το σαπισμένο, γεμάτο εγκαύματα σώμα τους να πέσει άψυχο, στο έδαφος. Η θερμοκρασία ήταν ανυπόφορα πνιγερή. Ένοιωθα σαν κλεισμένη κλειστοφοβική. Τα μάτια μου δακρύζανε βλέποντας τις ζωές όλων να εξατμίζονται σαν το καπνό της φωτιάς που τις αφαιρούσε.
Σύντομα ο τροχός έπεσε πάνω μου, και η φωτιά με πλησίασε και άλλο, με τέτοιο ανατριχιαστικό τρόπο, που με ακινητοποιούσε. Έτρεχε προς το μέρος μου. Η καρδιά μου ήταν σαν να είχε βγει από το στήθος μου. Και άλλο. Και άλλο...και άλλο..
Ώσπου.
Ο χειρότερος εφιάλτης μου ήταν πάντα η φωτιά.
Και το εννοώ, στη κυριολεξία.
Γιατί μετά από λίγο, πετάχτηκα από το κρεβάτι μου ιδρωμένη. Το σώμα μου ήταν ζεστό, και οι πνεύμονες μου για κάποιο λόγο δεν χορταίναν τον αέρα. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να σπρώξω το πάπλωμα από πάνω μου λαχανιασμένη για να ελέγξω τα πόδια μου. Σαν 18χρονη που φοβάται μη κατουρήθηκε πάνω της.
Πριν συνέλθω, η Alexa πετάγεται ανήσυχη πάνω στο κρεβάτι μου και ανοίγει το φως.
«Είναι εντάξει Alice» με αγκαλιάζει και ξαφνιάζομαι μόλις νοιώθω να με σφίγγει το δροσερό ύφασμα της πιτζάμας της. Η τελευταία φορά που η συγκάτοικος μου ήταν συναισθηματική ήταν από...ποτέ. Τα μαλλιά μου είναι ανάκατα, ο λαιμός μου πονάει, και το μυαλό μου ακόμα να καταλάβει τι συμβαίνει.
Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου, κι αρχίζω να κοιτώ τριγύρω. «Alexa, τι..» κάνω να πω, αλλά η φωνή μου δεν έχει συνέλθει ακόμα και το μυαλό μου κολλάει αφού μόλις ξύπνησα.
Εκείνη πιέζει τα χείλια της σαν να με λυπάται. Τοποθετεί τις μαύρες τούφες των μαλλιών της πίσω από το αυτί της. Εκείνη τη στιγμή μπαίνει ένας αναστατωμένος Matt στο δωμάτιο μας, και πλησιάζει βιαστικά κοντά μας. Λαχανιάζει τρομαγμένος σαν να τον κυνηγάγανε, στέκεται μπροστά μου κάνοντας μια παύση, και κάνοντας στον εαυτό του δώρο μια ανάσα.
«Στο είπα ότι ούρλιαζες.» λέει με μια ανάσα. Η φωνή του ακούστηκε τόσο σοβαρή, που με ανατρίχιασε. Η Alexa όμως δεν έμοιαζε να ξαφνιάζεται.
«Είναι εντάξει Matt θα την προσέχω ,πήγαινε στο δωμάτιο σου πριν μάθει κάνεις ότι είσαι εδώ.» του απαντάει η Alexa.
Εκείνος το σκέφτεται αρκετά, με κοιτάει, και ύστερα κοιτάει τη μαυρομάλλα συγκάτοικος μου με ανασφάλεια. Εκείνη του γνέφει κερνώντας τον σιγουριά, και εκείνος ανταποκρίνεται στη προτροπή παίρνοντας την τελευταία του ανάσα πριν κλείσει τη πόρτα του δωματίου μου.
«Δεν χρειάζομαι babysitting.»
«Πσιτ, Alice Bright λαμβάνεις; Κάτι δεν πάει καλά μαζί σου.»
«Ήταν απλά ένας εφιάλτης Alexa..» αναστενάζω ρίχνοντας ξανά το σώμα μου ξαπλωμένο.
«Ω πίστεψε με, και εγω έχω δει εφιάλτες. Μέχρι και τον Freddie γυμνό, αλλά και παλι δεν άρχισα να ουρλιάζω μέσα στη νύχτα» ανταποκρίνεται αφελής. Μόλις τελειώσει τη πρόταση της , γουρλώνει τα μάτια της.
Σηκώνω απότομα ξανά τη μέση μου. «Περίμενε έχεις δει τον Fre-»
«Ποιον Freddie, δεν ξέρω κανέναν Freddie! ΑΛΛΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΜΑΣ!» αναστατώνεται.
Γελάω σιγανά, και κατεβάζω το κεφάλι μου, σοβαρεύοντας γρήγορα. Πιάνω τον εαυτό μου να αλυσοδένεται με τις σκέψεις μου.
«Άρα όλοι όσοι με ρωτούσαν αν είμαι καλά, με άκουσαν να φωνάζω στον ύπνο μου.»
«Το' πιασες Bright»
Αρχίσαν να με κατακλύζουν οι τύψεις. Όταν ο αδελφός μου είπε ότι ούρλιαζα.. γέλασα, και του είπα Μήπως το 'χεις παρακάνει με τις τσόντες; Εκείνος θύμωσε και έφυγε.
«Σε αφήνω να ξεκουραστείς, το πρωί θα μας περιμένουν τα παιδιά στη καφετέρια» λέει κλείνοντας το φως.
«Εντάξει, σε ευχαριστώ» της χαμογελάω και εκείνη μου χαμογελά πίσω.
Το πρωί αναγκάστηκα να ξυπνήσω από τη δυνατή μουσική. Η Alexa έχει μια έντονη εμμονή με την Rock. Σε όλα τα είδη. Metal, Pank, hard, Rock and Roll, οτιδήποτε δυνατό. Το μισώ να με ξυπνάνε. Πραγματικά το μισώ. Ειδικά αν είναι με φωνές, κουδούνια, τηλεφωνήματα, ή πολύ δυνατή μουσική. Δυσανασχέτησα , μουρμούρισα, και άλλαξα πλευρό. Άλλαξα ξανά. Ώσπου έφερα με δύναμη το μαξιλάρι πάνω μου. Η μουσική όμως σκίζει τα αυτιά μου.
«ALEXA!» πετάγομαι όρθια. Αντί για απάντηση, μια σκούρα μπλούζα της πετάγεται πάνω στο κεφάλι μου και στα αχτένιστα μαλλιά μου. Ανεβάζω με αργές κινήσεις τουλάχιστον τη μισή μπλούζα για να βλέπει το ένα μου μάτι. Η Alexa σκύβει το πρόσωπο της προς το μάτι που μπορεί να την δει και χαμογελά. «Χμ, καλημέρα και σε εσένα bright»
Την κοιτάζω εχθρικά στην αρχη για να τη φοβίσω. Μετά σκάω ένα χαμόγελο και της πετάω ξανά τη μπλούζα. Εκείνη τη πιάνει και σύγχρονος στρώνει καλυτέρα πάνω της, τη μπλούζα που μάλλον μόλις τώρα φόρεσε.
Εντωμεταξύ η μουσική συνέχισε να παίζει και τα ουρλιαχτά του τραγουδιστή ενοχλούν τα αυτιά μου. Δεν έχω πρόβλημα με την Rock. Είναι ωραία, αλλά δεν αντέχω την πολύ έντονη. Στο τέλος έβγαλε μια κραυγή να έχουν να λένε και τα μυρμήγκια.
«Αναρωτιέμαι αν έμεινε στη θέση του ο λαιμός που έβγαλε αυτή τη στριγγλιά.» σχολιάζω όσο σηκώνομαι από το στρώμα του κρεβατιού μου.
«Δεν είναι στιγγλιά. Είναι ψηλές νότες σε αυξημένη ισχύι που συνθέτουν αυτή τη αγγελική μελωδία.» με αγριοκοιτάζει.
«Καλά καλά συγνώμη»
Ναι, για το καλύτερο της σωματικής και ψυχικής μου κατάστασης, δεν σκοπεύω να τα βάλω με τη Alexa και τη μουσική της.
Αφού εκτέλεσα την πρωινή ρουτίνα μου, και φόρεσα τα ρούχα μου, κοίταξα προς τον καθρέφτη ικανοποιημένη με την εμφάνιση μου. Θα είμαι ειλικρινής, δεν έχω πρόβλημα με τον εαυτό μου. Δηλαδή, είμαι εντάξει. Γιατί να μην είμαι; Τα ρούχα αγκαλιάζουν ωραία τις καμπύλες μου και τα καστανοκόκκινα μαλλιά μου πέφτουν πάνω στο στήθος μου. Δεν είμαι και κάνα μοντέλο, και σκασίλα μου και κ'όλας.
Σήκωσα λίγο τη μπλούζα μου, και παρατήρησα για χιλιοστή φορά τα σημάδια της κοιλίας μου.
Κάπου ανάμεσα στο στομάχι και αριστερά προς τον αφαλό μου, βρίσκονται βαθιά σημάδια, που πιθανόν, να μην φύγουν ποτέ. Τα απαλοχάιδεψα με το χέρι μου, αλλά χωρίς αυτή τη τρυφερότητα όπως η μητέρα που χαϊδεύει το κεφάλι του παιδιού της. Αλλά την αηδία που θες να βγάλεις από πάνω σου, όμως διστάζεις να την αγγίξεις.
«Έτοιμη;» με ρωτάει η συγκάτοικος μου βγάζοντας με από το λήθαργο μου.
Γερνώ προς εκείνη το βλέμμα μου και σηκώνω πονηρά τα φρύδια μου.
«Πανέτοιμη» κάνω επίτηδες αισθησιακή τη φωνή μου. Εκείνη γελάει.
Το σχολείο έχει αυστηρούς κανονισμούς. Και ένα πράγμα που σιχαίνομαι, είναι τους κανονισμούς. Δεν αφήνω κανέναν να με ελέγξει, ούτε καν τον εαυτό μου. Ευτυχώς το να μπαινοβγαίνουμε εκεί τα σαββατοκύριακα όπως τώρα, ήταν επιτρεπτό.
Βγήκαμε έξω από το University Of Northern Florida και αρχίσαμε να περπατάμε προς τη καφετέρια που είχαμε δώσει ραντεβού με τα υπόλοιπα παιδιά. Τον Freddie , τον James και την Rosie. Όταν φτάσαμε, άρχισα να μυρίζω την αγνή μυρωδιά του καφέ, καθώς και και αλλά αρωματικά για το χώρο. Τα παιδιά είχανε είδη πιάσει τραπέζι έξω.
«Μωρό μου» αναφώνησε ο James και εγω του χαμογέλασα.
Αγκάλιασα τον Freddie μιας που είναι ο κολλητός μου, και ο James έκανε πως παρεξηγείτε με το επικριτικό βλέμμα του. Προτού προλάβω να αντιδράσω εκείνος με τράβηξε για να καθίσω δίπλα του. Χαχάνισα και εκείνος πέρασε χαλαρός το χέρι του στον ώμο μου και έριξε άνετα τη πλάτη του πίσω στα καθίσματα, αφού με φιλήσει.
Η Alexa στριφογύρισε τα μάτια της και κάθισε διπλά στον Freddie και στην Rosie. Έτσι όπως είμασταν όλοι μαζί σκέφτηκα πόσο τέλεια είναι η ζωή εδώ. Έχω τους φίλους μου, το αγόρι μου, το σχολείο, τη μητέρα μου που με επισκέπτεται όποτε βρίσκει χρόνο, και δεν χρειάζομαι τίποτα άλλο. Ζούμε τη φοιτητική ζωή, κάτω από την λιοπερίχυτη μέρα, λέγοντας αστεία, πεινώντας καφέ, και κανονίζοντας εξόδους για τις επόμενες ημέρες. Είναι τόσο απλό, τόσο καλό. Για μενα οι οικογένεια και οι πραγματικοί φίλοι, είναι το παν. Νοιάζομαι για λίγους, αλλά νοιάζομαι πολύ. Δεν πρόκειται να αφήσω μερικούς εφιάλτες να μου το χαλάσουν.
Αφού παραγγείλουμε το τι θέλει ο καθένας εγω ανοίγω συζήτηση κάπως έτσι:
«Είχα κ άλλο εφιάλτη σήμερα» λέω.
«Αλήθεια;» ρωτάει ο Freddie.
«Περαστικοί είναι ξεκολλήστε» λέει η Rosie γελώντας. Εγω συνοφρυώνομαι.
«Νοιώθω σαν να είναι κάτι παραπάνω.» ανταπαντάω.
Ο Freddie σουφρώνει λίγο τα χείλια του, και ύστερα μου λέει: «Θα ψάξω στο internet αν μπορώ να βρω κάτι» εγω τον κοιτάζω όσο είμαι στην αγκαλιά του James και του χαμογελώ λοξά.
«Ναι τέλος πάντων, θα έρθετε αύριο στο πάρτι που κάνει το πανεπιστήμιο έτσι;» αλλάζει θέμα ο James. Εκείνη τη στιγμή η σερβιτόρα φέρνει τις παραγγελίες μας και αναγκάζεται να γύρει πιο εκεί για δει την παρέα απέναντι.
Όλοι είχαν παραγγείλει καφέ. Εκτός από εμένα και τον Freddie. Είμαστε κατά του καφέ, και γενικά οτιδήποτε που μπορεί να σε εθίσει. Επίσης, η γεύση του..δεν είναι και από τις αγαπημένες μου. Γούστα. Οπότε εμείς πήραμε Milkshake βανίλιας.
«Ναι ρε» απαντάει η Rosie.
Το πάρτι του University Of Northern Florida. Το βραδύ στις 9 θα αρχίζει η μουσική, ο κόσμος να συσσωρεύεται, οι φωνές , το ποτό, ο χορός. Μ αρέσουν οι γιορτές, και τα πάρτι. Πάντα μου αρέσαν. Ξεχνιέσαι, και τις περισσότερος φορές περνάς καλά. Από τότε που συνειδητοποίησα πόσο μικρή ζωή έχουμε, θέλω να την ζήσω όσο το δυνατόν καλύτερα. Όμως τώρα, έχω ένα προαίσθημα, κάτι στο υποσυνείδητο μου, ψιθυρίζει σαν προσπαθεί να μην ξυπνήσει τη πραγματικότητα, ότι δεν πρέπει να πάω.
Ο Freddie καθώς πίνει από το milkshake του, ρουφάει κάπως απότομα και κάνει έναν δυνατό θόρυβο με το καλαμάκι. Όλοι γυρνάνε για να τον κοιτάξουν υποτιμητικά.
Την ώρα που εκείνος νοιώθει κάπως ντροπιασμένος, παίρνω θέση, και ρουφάω με ακριβώς με τον ίδιο τρόπο το καλαμάκι. Δημιουργώντας έναν παρόμοιο θόρυβο, μάλλον ακόμα ποιο έντονο. Οι ματιές τώρα αντιστρέφονται προς τα εμένα.
Εγω τις αγνοώ χαλαρή και σπρώχνω το ρόφημα προς τον James. «Θες να δοκιμάσεις;» τον ρωτάω. Ο Freddie και εγω σπαράζουμε σε γέλια, και λίγο πιο σιγανά η Alexa. Ο James απλά στριφογυρίζει τα μάτια του. Χαχανίζω κι άλλο, ώσπου τον φιλάω πεταχτά για να βεβαιωθώ πως δεν πειράχτηκε.
Αυτό που μας έκανε να σταματήσουμε να γελάμε, ήτανε κάτι..παράξενο. Ναι, πιο παράξενο από τους ήχους με το καλαμάκι.
Ήταν μια γυναίκα, απλά ντυμένη, με έναν χαλαρό κότσο φτιαγμένο από τα καστανά μαλλιά της. Φορούσε ένα λιτό φόρεμα, που έμοιαζε με νυχτικό. Περπατούσε με αργα βήματα στο δρόμο ενώ έσερνε στα χέρια της ένα άδειο καροτσάκι. Κοιτούσε το κενό ανέκφραστη. Ήταν κάτι παραπάνω από ανατριχιαστικό.
«Τι τρέχει με αυτήν;» λέει ο James και αμεσως νευριάζω που το είπε τόσο δυνατά.
«Σσςς» του κάνει η Alexa.
«Δεν έχετε ακούσει την ιστορία της;» προσθέτει. Ξέχασε τη λίστα του supermarket;
«Πριν λίγα χρόνια ήταν μητέρα, που πήγαινε κάθε πρωινό το μωρό της βόλτα. Το αγαπούσε περισσότερο από οτιδήποτε στο κόσμο, μιας που είχε χάσει τον τίτλο της κόρης, και της συζύγου, το μόνο που της έμεινε ήταν της μητέρας. Από τότε που πέθανε, απλά τριγυρνάει σαν τρελαμένη στα πεζοδρομία σέρνοντας το κενό καρότσι του παιδιού της. Αν την ρωτήσεις, θα σου πει ότι είναι εκεί και κλαίει γιατί ψάχνει τη κουδουνίστρα του» μας είπε. Η τελευταία της πρόταση με ανατρίχιασε. Και νομίζω η όλη η ιστορία ψύχρανε απότομα το κλήμα μεταξύ όλων μας. Ο James αναστέναξε. Είχα κολλήσει τη ματιά μου προσηλωμένη πάνω στην Alexa, ακόμα και αν είχε σταματήσει να μιλάει.
«Η καημένη..» σχολιάζει ο Freddie.
«Θεέ μου..» ψελλίζει η Rosie.
«Οι άνθρωποι αφήνουν σημάδια..» μουρμουρίζω με την σειρά μου. Κοιτώντας το κενό, σαν να το περιμένω, να μου υπενθυμίσει τα δικά μου.
¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥¥
*καινουργιο στυλ γραμμουλας yo*
ΓΕΙΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ ΣΑΣ🎉
Ειπα να ανεβασω για να απαλυνω το πονο σας μιας που αρχιζουν τα σχολεια.
Ναι jk το ξερω δεν απαλυνετε αυτος:'(
Anyway, τα πρωτα κεφαλαια ειναι λιγο, περιεργα. Λιγο βαρετα.
Αλλα οπου να ναι σας υποσχομαι αυτο θα αλλαξει. TRUST ME BITCHEZZZ
Πως σας φαινεται η Alice?❤
O james? 💙
O freddie?💚
H Alexa?💜
Βγηκε μεγαλαιο κεφαλαιο. Αλλα dontt worry τα επομενα κεφαλαια δεν θα ειναι τοσο μεγαλα.
ΚΑΛΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΜΕΝΑΑΑΑ ΝΑ ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΚΟΨΕΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΕΡΥΝΕΤΕ ΤΟΥΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥΣ ΣΑΣ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ.
Και να γκομενιζετε για να διευρυνετε τους σεξουαλικους.
JKJKJK ΧΑΧ ΑΠΛΑ ΚΑΛΟ ΚΟΥΡΑΓΙΟ ΚΟΡΙΤΣΑΡΕΣ❤
Τωρα με συγχωρειτε εχω ενα καλοκαιρι να κηδεψω.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top