|8
Κατέβηκε τις σκάλες, πέρασε ανάμεσα από κάποιες κούτες και έφτασε στη κουζίνα του καινούργιου διαμερίσματος τους, όπου βρήκε τη θεία της να ετοιμάζει πρωινό.
"Καλημέρα." είπε βιαστικά και πήρε ένα μικρό κρουασάν στο χέρι της.
"Καλημέρα." απάντησε η Κατερίνα και γύρισε για να κοιτάξει την ανιψιά της δίπλα από την πόρτα, έτοιμη να φύγει.
"Που πας; Ετοίμασα πρωινό."
"Ναι το είδα και ευχαριστώ, πρέπει να φύγω όμως. Μου κανόνισε το πρώην αφεντικό μου συνέντευξη στο περιοδικό μιας φίλης του εδώ."
"Γνωστό; Έχει δουλειά;" ρώτησε η θεία της προτού καθίσει και πιει λίγο από τον καφέ της.
Μάσησε το υπόλοιπο από το κρουασάν της και απάντησε "Ένα από τα πιο γνωστά της χώρας."
Πήγε πίσω από την θεία της και έσκυψε για να αφήσει ένα φιλί στο μάγουλο της. Χαμογέλασε εκείνη παρατηρώντας την κάπως εύθυμη διάθεση της Μυρτώς.
"Πρέπει να φύγω, αλλιώς θα αργήσω. Γεια." είπε και στο τσακ πρόλαβε η Κατερίνα να της ανταποδώσει τον χαιρετισμό πριν βγει από το σπίτι.
Κατέβηκε με το ασανσέρ στο ισόγειο, από τον 8ο όροφο και χαιρέτησε τον υπάλληλο στη ρεσεψιόν πριν βγει από τη πολυκατοικία.
Αμέσως, οι ήχοι της πόλης επιτέθηκαν στα αυτιά της. Κόρνες και εξατμίσεις από αυτοκίνητα και μηχανάκια, άνθρωποι που φώναζαν ή γελούσαν, σειρήνες από αστυνομικά οχήματα ή ασθενοφόρα.
Η εταιρία της Κατερίνας είχε καταφέρει να βρει διαμέρισμα για τις δυο τους σε έναν αρκετά κεντρικό δρόμο, έτσι ώστε να βρίσκετε πιο κοντά στην εμπορική εταιρία που δούλευε, η οποία βρισκόταν αρκετά κεντρικά, όπως και οι περισσότερες εταιρίες.
Το αμάξι της Μυρτώς δεν είχε φτάσει ακόμα από την Αγγλία, έτσι για τις πρώτες μέρες θα αναγκαζοταν να χρησιμοποιήσει τα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Στάθηκε στην άκρη του πεζοδρομίου και σήκωσε το χέρι της ψηλά όταν είδε ένα κίτρινο ταξί να πλησιάζει. Ο οδηγός όμως την αγνόησε και συνέχισε να οδηγεί, καθώς όταν κοίταξε η κοπέλα στο πίσω κάθισμα, είδε πως είχε ήδη πελάτη.
Δυσανασχετησε και κατέβασε το χέρι της. Από την άλλη συνειδητοποίησε πως ήταν αναμενόμενο να δυσκολευτεί να βρει ένα ταξί. Έβγαλε το κινητό της και κάλεσε τον Δημήτρη. Όσο προσπαθούσε να σταματήσει ταξί, μιλούσε μαζί του για να περνάει η ώρα. Ευτυχώς που τον είχε πετύχει σε στιγμή που για πρώτη φορά δεν πνιγοταν από τη πολλή δουλειά και μπορούσε έτσι να της μιλάει ταυτόχρονα.
Έληξε τη κλήση όταν κατάφερε να κάνει ένα από τα κίτρινα οχήματα να σταματήσει μπροστά της. Μπήκε μέσα και έδωσε τη διεύθυνση πριν ο οδηγός ξεκινήσει. Κοίταξε το ρολόι της και είδε πως είχε ένα τέταρτο μέχρι το ραντεβού της. Ήλπιζε να μην είχε πολλή κίνηση και ο οδηγός να ήταν γρήγορος.
Τελικά έφτασε έξω από τον ουρανοξύστη που φιλοξενούσε και το γραφείο του περιοδικού με περιθώριο πέντε λεπτών. Ίσιωσε το σακάκι της και πήρε μια βαθιά ανάσα. Είχε κάνει μόλις ένα βήμα όταν δύο άντρες, ντυμένοι με ακριβά κουστούμια και κρατώντας δερμάτινους φακέλους, πέρασαν από μπροστά της και της έκοψαν τη φόρα. Ο ένας μάλιστα την έσπρωξε και λίγο με τον αγκώνα του.
Πριν προλάβει να διαμαρτυρηθει η κοπέλα οι δυο τους είχαν φτάσει ήδη αρκετά μακρυά, καθώς φαινόταν πως βιαζοντουσαν. Πρόλαβε μονάχα να δει τη πλάτη ενός από τους δύο άντρες, αυτού με τις μαύρες μπούκλες, να μπαίνει σε ένα ακριβό, μαύρο αμάξι που ήταν σταματημένο λίγο πιο κάτω.
Αυτές οι μαύρες μπούκλες...
Κούνησε το κεφάλι της όταν είδε το αυτοκίνητο να απομακρύνετε. Επέλεξε να μην αφήσει αυτό το συμβάν να την αποσυγκεντρώσει.
Περπάτησε ως τη κυκλική γυάλινη πόρτα του κτηρίου, πήρε ξανά μια βαθιά ανάσα και έσπρωξε τη βαριά πόρτα για να βρεθεί στην άλλη πλευρά της.
Τη στιγμή που το μαύρο τακούνι της πάτησε στο λευκό μάρμαρο, έπρεπε να προσπαθήσει πολύ για να κρατήσει το στόμα της κλειστό. Ο χώρος γύρο της ήταν υπέροχος, παντού υπήρχε γυαλί, μάρμαρο ή ασήμι. Τα πάντα φαίνονταν πολυτελή και πανάκριβα. Φοβόταν να περπατήσει μήπως και χαλάσει το κατάλευκο μάρμαρο κάτω από τα πόδια της.
Ξεπέρασε το αρχικό σοκ και πήγε στη ρεσεψιόν. Εκεί, πίσω από τον πάγκο -ο οποίος ήταν επίσης από μάρμαρο- είδε μια όμορφη, ξανθιά κοπέλα επικεντρωμενη στην οθόνη του υπολογιστή της.
"Συγγνώμη."
Η κοπέλα γύρισε να τη κοιτάξει. Ένα πολύ μικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στα κόκκινα βαμμένα της χείλη.
"Πως μπορώ να σας βοηθήσω;" αναρωτήθηκε.
Η Μυρτώ ανάγκασε ένα μικρό χαμόγελο και στα δικά της χείλη, για να φανεί ευγενική.
"Έχω συνέντευξη στις έντεκα με τη κυρία Μερεντιθ." αποκρίθηκε.
"Αα η κοπέλα που περιμένει από την Αγγλία. Μυρτώ Παπαστεφάνου, έτσι;"
Η κοπέλα κούνησε καταφατικά το κεφάλι της.
"Μπορείτε να καθίσετε και να περίμενε εκεί." έδειξε προς ένα μικρό σαλονάκι "Θα καλέσω κάποιον να έρθει να σας πάρει και θα είναι εδώ πολύ σύντομα." είπε ξανά με ένα χαμόγελο και η Μυρτώ την ευχαρίστησε, προτού κατευθυνθεί προς τον χώρο αναμονής.
Κάθισε σε έναν από τους μαύρους, δερμάτινους καναπέδες και κοίταξε στο τραπεζάκι μπροστά της, κάποια παλιά τεύχη του περιοδικού που υπήρχαν εκεί.
Γέλασε από μέσα της στο γεγονός ότι ποτέ της δεν της άρεσαν και δεν διάβαζε κουτσομπολιστικα περιοδικά, όμως δούλευε σε ένα για έναν χρόνο και ήταν σε συνέντευξη τώρα για να δουλέψει σε ένα άλλο. Από την άλλη όμως ποτέ δεν της άρεσε και η δημοσιογραφια. Δυστυχώς όμως η ζωή δεν μας τα φέρνει πάντα όπως τα θέλουμε...
Πήρε στα χέρια της τυχαία ένα από αυτά τα περιοδικά. Η ανάσα της κόλλησε στον λαιμό της μόλις αντίκρισε το εξώφυλλο.
'Sexiest man of the year' διάβαζε ο τίτλος.
Λίγο πιο κάτω 'Ο πιο πλούσιος 25χρονος επιχειρηματίας.'
Αυτές οι μαύρες μπούκλες, τα έντονα πράσινα μάτια και οι αξέχαστες γωνίες προσώπου.
Έκλεισε σφιχτά τα μάτια της και κούνησε λίγο το κεφάλι της.
Τι είχε μέσα το κρουασανακι που έφαγα;
Άνοιξε ξανά τα μάτια της και το περιοδικό δεν υπήρχε πια στα χέρια της. Σήκωσε το βλέμμα της και είδε μπροστά της μια όμορφη κοκκινομάλλα να τη κοιτάει μέσα από ένα ζευγάρι γυαλιών, με ένα χαμόγελο στα βαμμένα χείλη της.
"Γειά σου, εσύ πρέπει να είσαι η Μυρτώ. Εγώ είμαι η Ολίβια." είπε προσχαρα, προτού αφήσει στο τραπεζάκι το περιοδικό που είχε πάρει από τα χέρια της Μυρτώς και απλώσει το χέρι της για μια χειραψία.
Η κοπέλα προσπάθησε να συνέλθει γρήγορα.
"Εμμ ναι εγώ είμαι. Χάρηκα." είπε και έδωσε το χέρι της για αυτή τη χειραψία.
Σηκώθηκε γρήγορα από τον καναπέ και πήρε τη τσάντα της μαζί της.
"Ωραία, ακολούθησε με για να σε πάω στη κυρία Μερεντιθ."
Η Μυρτώ κούνησε το κεφάλι της καταφατικά και έβαλε ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη της για να κάνει καλή εντύπωση. Άρχισαν να περπατάνε προς τους ανελκυστήρες, μα προτού απομακρυνθουν πολύ, γύρισε να κοιτάξει το περιοδικό στο τραπεζάκι. Δυστυχώς όμως ήταν γυρισμένο ανάποδα, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να δει ξανά το εξώφυλλο.
Πριν μπουν στο ασανσέρ κούνησε για άλλη μια φορά το κεφάλι της προσπαθώντας να συνέλθει.
Είναι πιθανότατα από το άγχος Μυρτώ... μουρμούρισε από μέσα της.
Έφτασαν στον όροφο του οποίου πάτησε το κουμπί η όμορφη κοκκινομάλλα και οι μεταλλικές πόρτες του ασνασερς άνοιξαν. Βγήκαν από το μεταλλικό κουτί και αμέσως φωνές επιτέθηκαν στα αυτιά της Μυρτώς.
Άνθρωποι φώναζαν και μιλούσαν κρατώντας χαρτιά, σαν να προσπαθούσαν να βγάλουν μια άκρη για κάποιο σοβαρό ζήτημα -κάτι θα είχε πάει στραβά με το νέο τεύχος- ενώ τηλέφωνα χτυπούσαν ανεξέλεγκτα και δύο φωτοτυπικά μηχανήματα τύπωναν σελίδες Α4 ασταμάτητα.
"Ακολούθησε με." άκουσε με το ζόρι την Ολίβια να της λέει και άρχισαν να περνάνε ανάμεσα από πολλά γραφεία για να φτάσουν στο τέλος του διαδρόμου αυτών των γραφείων, έξω από το γραφείο της αρχισυντάκτριας.
Η κοπέλα μπροστά της χτύπησε τη πόρτα και αφού πήραν απάντηση, την άνοιξε και μπήκαν μέσα. Έκλεισε πίσω τους τη πόρτα και όλες οι φωνές εξαφανίστηκαν αμέσως, ανακουφίζοντας τη Μυρτώ.
Πίσω από το μεγάλο γραφείο βρισκόταν μία γυναίκα που ήταν επικεντρωμενη στην οθόνη του υπολογιστή της. Μόλις συνειδητοποίησε πως υπήρχαν κι άλλοι στο γραφείο της, έστρεψε το βλέμμα της προς τις δύο κοπέλες και έβγαλε τα γυαλιά της.
Χαμογέλασε προτού πει "Εσύ πρέπει να είσαι η Μυρτώ."
Με το ζόρι σχημάτισε ξανά η κοπέλα ένα χαμόγελο με τα χείλη της.
"Ναι, εγώ είμαι."
"Χαίρομαι που σε γνωρίζω, Μερεντιθ." άπλωσε το χέρι της πάνω από το γραφείο και η Μυρτώ το έπιασε για μια χειραψία.
"Η Ολίβια από εδώ." έδειξε τη κοκκινομάλλα δίπλα από τη Μυρτώ "Είναι βοηθός της αρχισυντακτριας, δηλαδή βοηθός μου, όμως η δουλειά είναι πολλή πολλές φορές και έτσι ίσως να χρειάζεται βοήθεια. Επίσης, πριν λίγες μέρες παραιτήθηκε ο συντάκτης μας για προσωπικούς λόγους, οπότε είναι και αυτή η θέση ανοιχτή."
"Εσύ βρίσκεσαι εδώ για τη θέση του συντάκτη και όποτε χρειάζεται, δηλαδή μερικές φορές, για να βοηθάς την Ολίβια και εμένα."
Η Μυρτώ κούνησε καταφατικά το κεφάλι της "Καταλαβαίνω, αλλά δε θα μου πάρετε συνέντευξη πρώτα;" αναρωτήθηκε.
"Δε χρειάζεται. Επικοινώνησα με τον Ντάνιελ και χάρηκα πολύ όταν ο παλιός μου φίλος μου είπε ότι μου στέλνει κάποια πολύ καλή στη δουλειά της. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του παλιού αφεντικού σου, ήσουν από τους καλύτερους του περιοδικού του."
Χαμογέλασε ευγενικά η Μυρτώ.
"Θα δουλέψεις εδώ για μια εβδομάδα και αν δω πως δεν τα πηγαίνεις τόσο καλά όσο μου είπε ο Ντάνιελ, θα αναγκαστώ να σε αφήσω να φύγεις..." είπε με ένα λυπημένο χαμόγελο στο τέλος.
"Ευχαριστώ για την ευκαιρία. Δε θα σας απογοητεύσω." είπε εύθυμα η Μυρτώ.
Στη συνέχεια η Μερεντιθ εξήγησε στη Μυρτώ τις λεπτομέρειες που θα έπρεπε να γνωρίζει για τη δουλειά και κάποια λεπτά μετά η κοπέλα έβγαινε από τον γυάλινο ουρανοξύστη όπου υπήρχε το καινούργιο της γραφείο.
Αμέσως κάλεσε τον Δημήτρη και του ανακοίνωσε τα ευχάριστα νέα.
"Αυτό είναι υπέροχο αγάπη μου, χαίρομαι πολύ για σένα."
Η χαρά που άκουσε στη φωνή του προκάλεσε ένα πολύ μικρό χαμόγελο να εμφανιστεί στο πρόσωπο της.
"Δε θέλω να το κάνω αυτό, όμως πρέπει να σε κλείσω, με ζητούν ξανά στο γραφείο. Σου υπόσχομαι όμως δείπνο το βράδυ, θα φροντίσω να μην αργήσω."
"Εντάξει, δεν πειράζει. Τα λέμε το βράδυ."
Έληξαν τη κλήση τους και η Μυρτώ έβαλε το κινητό της στη τσάντα της. Αποφάσισε να περπατήσει για να επιστρέψει σπίτι και χάρη στη βοήθεια των Google maps κατάφερε να φτάσει έξω από το διαμέρισμα της, καθώς δεν ήξερε ακόμα τους δρόμους της τεράστιας πόλης.
Ανέβηκε στο διαμέρισμα και είχε μόλις μπει στο σπίτι και είχε κλείσει τη πόρτα πίσω της, όταν εμφανίστηκε η Κατερίνα μπροστά της.
"Τι στον διάολο είναι αυτά;" φαινόταν έξαλλη.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top