|7

My biggest fear is that I won't feel the same way for another as I did for you. They tell me to move on but i don't know how.

|-|

"Προχωράμε στον Αλέξανδρο..." σημείωσε κάτι στα χαρτιά μπροστά του.

Η κοπέλα αμέσως σφιχτηκε. Ανακαθισε στη θέση της και προσπάθησε να παραμείνει ψύχραιμη. Άρχισε αμέσως να προσπαθεί να σκεφτεί δικαιολογίες για να αποφύγει να μιλήσει για εκείνον.

"Ποτέ γνωριστήκατε;"

Στραβοκαταπιε και απάντησε διστακτικά "Πριν έξι χρόνια περίπου."

"Πως αισθάνθηκες τη πρώτη φορά που τον είδες;"

"Τι θες;" ρώτησε τον άγνωστο και εκείνος ως απάντηση έβγαλε την κουκούλα της γκρι ζακέτας του από το κεφάλι του.

Δεν ήξερε αν έπρεπε να αντιδράσει στο γεγονός ότι τον γνώριζε ή στο ότι το πρόσωπο του ήταν γεμάτο πληγές.

Κουνησε το κεφάλι της λίγο, διώχνοντας από το μυαλό της την ανάμνηση της βραδιάς που γνωρίστηκαν.

Πήρε μια βαθιά ανάσα. "Κοιτάξτε γιατρέ, σας είπα για οτιδήποτε άλλο με απασχολούσε και ευχαριστώ που με ακούσατε, αυτό όμως δε θέλω να το συζητήσω."

"Αυτό όμως είναι που σε βασανίζει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο..."

"Δεν έχει σημασία. Ζητώντας μου να σας μιλήσω για αυτόν ξεπερνάτε ένα όριο. Ήμουν από τους λίγους που γνώριζαν πραγματικά ποιος ήταν και νιώθω πως... πως πετάω τις αναμνήσεις μου με αυτόν από εδώ κι από κει αν αρχίσω να τις λέω στον καθένα."

"Δεκτό." ακούστηκε ο άντρας απέναντι της και η κοπέλα ξαφνιάστηκε που άφησε το θέμα εκεί.

"Θέλω μόνο να μου πεις ένα πράγμα. Ύστερα από τον θάνατο του, πως είσαι στον ερωτικό τομέα; Μου ανάφερες και έναν Δημήτρη...;"

Είχε αρχίσει να αισθάνεται άβολα, δεν ήθελε να απαντήσει. Παρόλα αυτά όμως το έκανε.

"Προσπαθώ εδώ και ενάμιση χρόνο με τον Δημήτρη. Δεν νιώθω όμως πως θα καταφέρω να ερωτευτώ ξανά μετά από εκείνον. Τουλάχιστον όχι στο άμεσο μέλλον..."

"Μάλιστα..." κούνησε καταφατικά το κεφάλι του.

"Έχεις κρατήσει επαφή με την οικογένεια του;"

"Ναι." απάντησε γρήγορα η Μυρτώ και χαμογέλασε στην ανάμνηση της Ειρήνης και της κυρίας Γαλήνης.

"Επικοινωνώ τουλάχιστον μια φορά τον μήνα με την αδερφή του και τη μητέρα του."

"Μάλιστα." παρατήρησε ο ψυχολόγος.

"Με τους φίλους του; Ήταν και δική σου παρέα έτσι;"

"Ναι, ήταν. Έχω να τους μιλήσω όμως τέσσερα χρόνια. Προσπάθησα να επικοινωνήσω μαζί τους όμως δεν τα κατάφερα. Έμαθα αργότερα από τον Νίκο πως ο ένας, ο Μιχάλης, πήγε να συνεχίσει τις σπουδές του, ενώ οι άλλοι τρεις έφυγαν στο εξωτερικό."

"Πως νιώθεις για το γεγονός ότι έχετε απομακρυνθεί;"

Ανασήκωσε τον δεξί της ώμο "Δεν με πείραξε ιδιαίτερα γιατί ποτέ δεν ήμασταν πολύ κοντα."

Αυτή τη φορά ο κύριος Barnet δεν κατάφερε να δει πέρα από το ψέμα της και δέχτηκε την απάντηση της.

Η αλήθεια ήταν όμως πως της έλειπαν. Ήταν τα μόνα κοντινά της πρόσωπα από την Ελλάδα και την είχαν ξεχάσει και εκείνοι, μαζί με τον κολλητό της...

"Έχουμε μιλήσει για οτιδήποτε σε απασχολούσε από το παρελθόν, εκτός από τον Αλέξανδρο, που δεν θες, οπότε νομίζω πως τελειώσαμε. Θες μήπως εσύ να συμπληρώσεις κάτι;"

Τον κοίταξε ξαφνιασμενη. "Δεν έχω να συμπληρώσω κάτι αλλά δε γίνετε να τελειώσαμε. Δε με βοηθήσατε ακόμα..."

"Σαν τι να κάνω για να σε βοηθήσω;"

"Δε ξέρω, δική σας δουλειά είναι. Ακούτε απλώς τον πόνο όλων των ασθενών και μετά τους αφήνετε να φύγουν; Δεν τους δίνετε κάποια συμβουλή; Δεν τους λέτε κανένα φιλοσοφικό στιχάκι;"

"Έχεις δίκιο, δεν τους αφήνω απλώς να φύγουν, τους δίνω κάποιες συμβουλές. Στη δική σου περίπτωση η συμβουλή μου είναι να προσπαθήσεις με κάθε τρόπο να αφήσεις το παρελθόν σου πίσω και να κοιτάξεις το μέλλον σου."

"Άλλωστε για αυτό έγιναν και αυτές οι συνεδριάσεις αυτές τις δύο εβδομάδες, για να βγάλεις από μέσα σου ότι σε απασχολούσε και να αφήσεις το παρελθόν σου πίσω." συνέχισε.

"Βλέπω όμως πως αυτό δεν θες να το κάνεις πραγματικά, οπότε καμία συμβουλή και κανένα φιλοσοφικό στιχάκι δε θα σε βοηθήσει. Πρέπει να βρεις μέσα σου τη δύναμη να το ξεπεράσεις όλο αυτό."

Κοίταξε σκεπτική τα χέρια της που είχε ακουμπήσει στα πόδια της.

"Και τι κάνεις όταν δεν έχεις πια δύναμη μέσα σου;" ρώτησε διστακτικά.

"Πολεμάς για να την ανακτήσεις."

Ευκολα το λες, δύσκολα το κάνεις...

Ξεφυσιξε η κοπέλα και το χέρι της πήγε στη τσάντα της που είχε ακουμπήσει στον καναπέ δίπλα της.

"Ευχαριστώ πολύ γιατρέ. Χάρηκα που τα είπαμε αυτές τις δύο εβδομάδες. Ίσως τελικά να μου έκανε λίγο καλό όλο αυτό..." μουρμούρισε στο τέλος, δίχως να θέλει να το παραδεχτεί.

Της χαμογέλασε και σηκώθηκε από τη καρέκλα τους για να της δώσει το χέρι του.

"Και εγώ χάρηκα. Ξέρω πως θα σου είναι δύσκολο, όμως σύντομα θα αισθανθείς καλύτερα, καθώς θα καταλάβεις πως η ζωή συνεχίζετε."

Κούνησε απλώς το κεφάλι της καταφατικά με ένα στενό χαμόγελο στα χείλη της, προτού κατευθύνει προς τη πόρτα του γραφείου του. Πριν προλάβει όμως να την ανοίξει, άκουσε τον ψυχολόγο πίσω της να καλεί το όνομα της. Γύρισε να τον κοιτάξει.

"Τη πρώτη μέρα που ξεκινήσαμε αυτές τις συνεδριάσεις ανέφερες πως έχασες έξι κοντινούς σου ανθρώπων. Εσύ μου μίλησες όμως μονάχα για πέντε..."

Άφησε την ερώτηση του να αιωρείται στον αέρα.

Ποιος ήταν ο εκτός;

Η κοπέλα χαμογέλασε λυπημένα.

"Αυτό είναι μια ιστορία για μια άλλη φορά..." απάντησε.

"Μα αύριο φεύγεις για Αμερική."

"Τότε δε θα μάθετε ποτέ φαντάζομαι... Αντίο γιατρέ."

Χαμογέλασε ο γιατρός κουνώντας το κεφάλι του. Όσο περίεργο κι αν φαινόταν απολάμβανε το μυστήριο με το οποίο τον άφηνε.

"Αντίο." είπε και εκείνος, προτού η κοπέλα κλείσει μια για πάντα τη πόρτα του ιατρείου του.

Δεν πίστευε πως η θεία της θα είχε δίκιο και θα ένιωθε καλύτερα μετά από αυτό, όμως ήταν αλήθεια. Φυσικά δεν είχε ξεπεράσει τίποτα από ότι είχε συμβεί.

Κατάλαβε όμως πως ούτε μπορούσε να τα αλλάξει. Αποδέχτηκε το θάνατο των γονιών της και της κολλητής της. Θα μάθαινε να ζει μονάχα με την ανάμνηση τους, έχοντας τους όμως για πάντα στη καρδιά της.

Δυστυχώς όμως δε μπορούσε να πει το ίδιο και για τον έρωτα της ζωής της. Θα της ήταν πολύ πιο δύσκολο να μάθει να ζει με τη δική του απώλεια. Ή την απώλεια του κολλητού της που τον είχε οδηγήσει μακρυά της.

Μπήκε στο αμάξι της και ύστερα απ λίγη ώρα οδήγησης έφτασε στο σπίτι της θείας της. Μπήκε μέσα και την βρήκε να κλείνει κάποιες κούτες με κολλητική ταινία.

"Γειά σου γλυκιά μου." της χαμογέλασε.

"Γεια."

"Πως πήγε η τελευταία σου συνεδρίαση;"

"Καλά."

"Χαίρομαι." σηκώθηκε η Κατερίνα και άφησε τη ταινία πάνω στις κλειστές κούτες.

"Κανόνισες τα πάντα με τη δουλειά σου;" ρώτησε την ανιψιά της.

Εκείνη κούνησε καταφατικά το κεφάλι της.

"Πέρασα εχθές από το περιοδικό και παραιτήθηκα. Μάλιστα, σύμφωνα με το αφεντικό μου, ήμουν τόσο καλή στη δουλειά μου που μου υποσχέθηκε να μιλήσει στους γνωστούς του στα περιοδικά στην Αμερική για να βρω σύντομα δουλειά εκεί."

Χασκογέλασε η θεία της "Ποιος να ξερε ότι θα ήσουν τόσο καλή σε μια δουλειά που δεν ονειρευόσουν ποτέ να κάνεις..."

Η Μυρτώ αγνόησε το σχόλιο της και ανέβηκε τα σκαλιά για να φτάσει το δωμάτιο της. Ήξερε πως θα της υπενθύμιζε πάντα την υποτροφία που έχασε για το επάγγελμα των ονείρων της, με αποτέλεσμα να καταλήξει στη δημοσιογραφια. Ήξερε όμως επίσης πως απλώς λυποταν που δεν είχε καταφέρει η ανιψιά της να κάνει το όνειρο της πραγματικότητα.

Έκλεισε τη πόρτα του δωματίου πίσω της και έμεινα απλώς για λίγο να κοιτάει τις κούτες που γέμιζαν το μικρό τετράγωνο δωμάτιο με τους τέσσερις άσπρους τοίχους.

Δεν ήξερε αν ήταν έτοιμη για να μετακομίσει σε μια άλλη ήπειρο, πάντως ένιωθε πως δεν είχε και άλλη επιλογή. Επιπλέον, ήταν αργά πλέον να σκεφτεί τι θα γινόταν αν δεν έφευγε. Σε λιγότερο από 24 ώρες πετούσε για Νέα Υόρκη.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top