|26
Πολλές φορές ζήλεψε τα σύννεφα. Ναι, ακούγεται χαζό αλλά είχε ζηλέψει αυτές τις μάζες υδρατμών στην ατμόσφαιρα. Μικρότερη ονειρευόταν να ζήσει σε ένα από αυτά. Γιατί θα ήταν πάντα στον ουρανό, ελεύθερη, χωρίς καμία σκοτούρα να βαραίνει τη ψυχή της. Ξαφνικά είχαν αρχίσει να της λείπουν τα όνειρα που έκανε μικρή, γιατί πλέον δεν ονειρευόταν τίποτα...
Μυρτώ...
Ανοιγόκλεισε τα μάτια της και κοίταξε ξανά τα σύννεφα, μπερδεμένη. Την φώναζαν;
"Μυρτώ!"
Γύρισε βιαστικά το βλέμμα της από τα γκρίζα σύννεφα που σκέπαζαν τη πόλη, στη κατεύθυνση από όπου άκουσε τη γυναικεία φωνή να την φωνάζει. Βλεφάρισε και τα μάτια της εστίασαν στη κοπέλα στο διπλανό γραφείο.
"Ορίστε;"
"Δεν θα το σηκώσεις;" απόρησε η Ολίβια και άφησε το βλέμμα της να πέσει στο γραφείο της Μυρτώς.
Εκείνη το ακολούθησε με το δικό της και έμεινε να κοιτάει το κινητό της που αναβόσβηνε από μια κλήση του Δημήτρη.
"Ναι..." μουρμούρισε σιγανά και πήρε τη λεπτή συσκευή στα χέρια της.
Την ίδια στιγμή που απάντησε στο τηλεφώνημα σηκώθηκε και από την θέση της, για να κατευθυνθεί προς τη κουζίνα του περιοδικού.
"Καλημέρα."
"Καλημέρα." άκουσε τη φωνή του από την άλλη άκρη της γραμμής.
"Πως είσαι;" την ρώτησε. "Δεν καταφέραμε να τα πούμε μέσα στο σαββατοκύριακο."
Στο μυαλό της ήρθαν αμέσως εικόνες από το κινητό της να χτυπά πέντε ή έξι φορές όλο το σαββατοκύριακο και εκείνη να το αγνοεί ή να μην προλαβαίνει τις κλήσεις.
"Εμ, ναι... Ήμουν απασχολημένη με την δουλειά."
"Και εγώ, αλλιώς θα είχα καταφέρει να επικοινωνήσω μαζί σου."
Ανακουφισμενη που πίστεψε το ψέμα της, μπήκε στη κουζίνα -η οποία ευτυχώς ήταν άδεια, καθώς δεν ήταν ώρα διαλείμματος- και έκλεισε τη πόρτα πίσω της.
Η αλήθεια ήταν πως απλώς δίσταζε να απαντήσει στις κλήσεις του γιατί δεν ήξερε πως θα αντιδρούσε. Ήταν σίγουρη πως θα προσπαθούσε να της μιλήσει για το δείπνο της Παρασκευής και δεν ήταν καθόλου έτοιμη για αυτό. Δεν είχε μιλήσει ούτε στην Κατερίνα σχετικά με αυτό.
"Δεν πειράζει, μιλάμε τώρα." είπε τελικά.
"Ναι. Ελπίζω να μην σε απασχολώ."
"Στη δουλειά είμαι, αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα, δεν παθαίνουν κάτι για πέντε λεπτά χωρίς εμένα." αστειεύτηκε λιγάκι.
"Εγώ όμως παθαίνω και έχω να σε δω δύο μέρες. Φταίει το δείπνο έτσι, δεν σου έκανε καλό που τον είδες ξανά. Το ήξερα γαμωτο ότι δεν έπρεπε-"
"Δημήτρη." τον διέκοψε. "Μία χαρά είμαι. Δεν με επιρρεασε που τον είδα, δεν τον άφησα να με επιρρεασει."
Ξαφνιάστηκε ακόμα και η ίδια από το πόσο καλή είχε γίνει στα ψέματα. Οι τόσες φορές που είχε χρειαστεί να πει 'είμαι καλά', ενώ δεν ήταν, την είχαν κάνει πια ειδικό στο να λέει το αντίθετο από αυτό που ένιωθε.
"Ελπίζω να λες αλήθεια. Ακόμα και αν δεν επιρρεασε εσένα όμως, επιρρεασε εμένα. Ήταν μαλακας όλη τη βραδιά. Αν δεν ήταν επαγγελματικό το δείπνο θα του είχα σπάσει τα μούτρα..."
"Γιατί, τι σου έκανε;"
"Είχε ένα υπεροπτικό ύφος, φαίνεται ότι είναι εγωιστής ο τύπος. Για να μην αναφέρω το ότι δεν έπαιρνε τα μάτια του από επάνω σου. Έτσι μου ερχόταν να βγάλω με το πιρούνι τα μάτια του και όχι τα σαλιγκάρια."
Προσπάθησε να συγκρατήσει το χαμόγελο της, δαγκωνοντας το κάτω χείλος της. Οι άκρες του στόματος της όμως έπεσαν βιαστικά. Γιατί χαμογελούσε; Επειδή ο Δημήτρης ζήλευε ή επειδή ο Αλέξανδρος την κοιτούσε όλο το βράδυ;
Έδιωξε γρήγορα τις μπερδεμένες αυτές σκέψεις από το μυαλό της και συγκεντρωθηκε ξανά στον άντρα στην άλλη γραμμή.
"Μην του δίνεις σημασία."
"Καλά... Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω όμως τι σκατα συνέβη. Μου είχες πει ότι πέθανε, τώρα πως είναι εκατομμυριουχος στη νέα Υόρκη;"
Πήρε μια βαθιά ανάσα η Μυρτώ. "Δεν ξέρω. Ίσως κάποια στιγμή καταφέρω να του μιλήσω και να πάρω απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις μου."
"Μακάρι."
Επικράτησε σιωπή για λίγα λεπτά στη γραμμή που τους ενωνε.
"Τελικά θα συνεργαστούν οι εταιρίες σας;" έκανε την ερώτηση που πέθαινε να κάνει εδώ και δύο μέρες.
"Ναι. Μόνο και μόνο για αυτό δεν ήταν μια απόλυτη σπατάλη χρόνου εκείνο το δείπνο."
"Αντε ωραία, και εις ανώτερα." είπε και εκείνη τη στιγμή άκουσε τη πόρτα της κουζίνας να ανοίγει.
Γύρισε να κοιτάξει και είδε τη κοκκινομάλλα συνάδελφο της να τη κοιτάει μέσα από τα γυαλιά της.
"Σε χρειάζομαι μέσα." της ψιθύρισε.
Η Μυρτώ εγνεψε καταφατικά, εκείνη έφυγε και επέστρεψε στο τηλέφωνο.
"Δημήτρη, με ζητούν στη δουλειά, πρέπει να κλείσω."
"Εντάξει. Τα λέμε."
"Τα λέμε, φιλιά."
"Το βράδυ." τα λόγια του την έκαναν να διστάσει να λήξει τη κλήση.
"Το βράδυ θέλω να σε δω."
Κατάπιε και έμεινε σιωπηλή για πολύ λίγο.
"Εντάξει." είπε τελικά και έκλεισε βιαστικά το τηλέφωνο για να επιστρέψει στη δουλειά.
"Κοίτα λίγο αυτό το άρθρο, κάτι δεν μου κολλάει..." άκουσε την Ολίβια να λέει μόλις κάθισε στη καρέκλα του γραφείου της και είδε κάποια χαρτιά να πέφτουν στην ξύλινη επιφάνεια μπροστά της.
"Οκει."
Ξεκίνησε να διαβάζει μα στη πρώτη σειρά ακόμα σταμάτησε. Γύρισε να κοιτάξει τη κοπέλα δίπλα της.
"Ολίβια."
Γύρισε και εκείνη τη προσοχή της από την οθόνη του υπολογιστή της για να την κοιτάξει.
"Ορίστε;"
"Θες να πάμε για καφέ μετά τη δουλειά; Χρειάζομαι πραγματικά μια φίλη αυτή τη στιγμή..."
Ενα χαμόγελο σχημάτισαν τα γυαλιστερά από το λίπ γκλος χείλη της και η κοκκινομάλλα εγνεψε καταφατικά.
"Μετά χαράς."
"Ωραία." χαμογέλασε και η ίδια.
|-|
Τρεις ώρες μετά βρισκοντουσαν σε ένα γωνιακό μικρό καφέ, λίγο πιο κάτω από τη δουλειά τους. Η διακόσμηση του χώρου και η ατμόσφαιρα έκαναν τη Μυρτώ να νιώσει πολύ άνετα και ίσως αυτός ήταν ο κύριος λόγος που είχε μιλήσει τόσο πολύ, ώστε να τη κοιτάει εκείνη τη στιγμή η Ολίβια με το στόμα ανοιχτό.
"Κάπου εδώ πετάγεται από μια γωνιά το συνεργείο με τις κάμερες που κάνουν τη φάρσα;" ρώτησε και η Μυρτώ χασκογέλασε.
"Ξέρω, φαντάζει ταινία ή βιβλίο, όμως είναι αληθινό."
Εκείνη έμεινε να τη κοιτάει σιωπηλή λίγο ακόμα.
"Θες... Θέλεις να μου πεις ότι... Ότι έχεις κοιμηθεί με τον Αλέξανδρο Σωτηρίου; Τον πιο σεξι άντρα της χρονιάς σύμφωνα με το περιοδικό μας;"
Η μελαχρινή γέλασε λίγο.
"Από όλα όσα σου είπα, εσύ κράτησες αυτό;"
"Καλά, κράτησα και το ότι θα έπρεπε να είναι νεκρός, όμως το να μάθω τις επιδώσεις του στο κρεβάτι μου ακούγεται λίγο πιο συναρπαστικό."
"Λοιπόν, με την αγωνία θα μείνεις, γιατί δεν θα μάθεις." χαμογέλασε παιχνιδιαρικα η Μυρτώ.
Τη κοίταξε λίγο στραβά η Ολίβια αλλά τελικά σοβάρεψε.
"Πέρα από τη πλάκα, πως γίνεται αυτό; Νόμιζα μόνο πολιτικοί σκηνοθετουν τον θάνατο τους. Για ποιον λόγο να το κάνει αυτός;"
Ανασηκωσε τους ώμους της η Μυρτώ "Δεν ξέρω..."
"Δεν του έχεις μιλήσει;"
Κουνησε το κεφάλι της αρνητικά.
"Είσαι με τα καλά σου;!" αναφώνησε η κοκκινομάλλα, τραβώντας έτσι λίγα βλέμματα προς το μέρος τους.
Την κοίταξε στραβά για αυτό η Μυρτώ όμως δεν το σχολίασε.
"Δεν ήταν και εύκολο ρε Ολίβια. Τις πρώτες μέρες που το έμαθα δεν μπορούσα καν να ακούσω το όνομα του, θα πλανταζα στα κλάματα. Τις υπόλοιπες μέρες δεν ήθελα να τον δω καθόλου. Και που τον είδα στο δείπνο, μόνο κακό μου έκανε."
"Γιατί;"
"Ήμουν ήδη συναισθηματικά μπερδεμένη πριν μάθω ότι ζει. Προσπαθούσα να χτίσω κάτι καινούργιο με τον Δημήτρη. Αφού έμαθα ότι ζει, ήταν σαν κάτι να έσπασε μέσα μου. Στο δείπνο της Παρασκευή, απλώς πέρασε πάνω από τα σπασμένα και μου έκανε τα πάντα ακόμα πιο δύσκολα..."
"Κατάλαβα..." αναστέναξε.
Έμειναν λίγο σιωπηλές, να κοιτάνε τα ροφήματα τους.
"Πάντως πιστεύω πως πρέπει να του μιλήσεις, όπως και δήποτε."
"Το ξέρω..." μουρμούρισε, δίχως να θέλει να το παραδεχτεί.
"Κάνε κάτι για αυτό λοιπόν. Πάνε βρες τον, μίλα του. Απαίτησε απαντήσεις. Δεν σου κάνει καλό να μένεις με τις απορίες και τις αμφιβολίες..."
"Δεν μπορώ..."
"Μπορείς και θα το κάνεις."
"Δεν μπορώ. Φοβάμαι πως μόλις βρεθώ μόνη μαζί του, θα τρέξω στην αγκαλιά του και θα αρχίσω να κλαίω χωρίς σταματημό. Θα αρχίσω να τον παρακαλάω και στο τέλος το μόνο που θα έχω καταφέρει θα είναι να γίνω ρεζίλι, ενώ αυτός θα συνεχίσει να ζει με το μοντέλο που έχει για κοπέλα. Μπορεί να κρατήθηκα τη Παρασκευή στις τουαλέτες του εστιατορίου, δεν ξέρω όμως για πόσο ακόμα θα συγκρατηθω..."
Ήταν αλήθεια πως το τείχος που είχε χτίσει γύρω από τη καρδιά της, είχε δεχτεί πολλά χτυπήματα πρόσφατα. Λίγες εβδομάδες πριν η απάθεια της για το τι συνέβαινε γύρω της έφτανε ένα επίπεδο όπου νόμιζες ότι ήταν νεκρή. Πλέον την επιρρεαζαν σχεδόν όλα και τα συναισθήματα της άλλαζαν πιο ανώμαλα και από ένα τρενάκι του λούνα παρκ.
"Την αρραβωνιαστικια του." άκουσε την Ολίβια και σήκωσε βιαστικά τα μελι της μάτια για να συναντήσει τα δικά της.
"Τι;"
"Την αρραβωνιαστικια του εννοείς. Έκανε πρόταση γάμου στην Βανέσα Πάρκερ τον προηγούμενο μήνα."
"Πως;! Και εγώ γιατί το μαθαίνω τώρα;"
Στενεψε τα μάτια της η Ολίβια "Εδώ δεν ήξερες ότι ζει, ενώ το όνομα του αναφέρετε καθημερινά στα περιοδικά και εφημερίδες, ήθελες να ξέρεις ότι παντρεύεται;"
Παντρεύεται... Η λέξη αυτή κάθισε τόσο στραβά στο μυαλό της Μυρτώς.
"Έχεις δίκιο..." μουρμούρισε και για άλλη μια φορά απόρησε με τον εαυτό της, πως είχε καταφέρει να μη πάρει χαμπάρι πέντε χρόνια ότι ζούσε.
"Με τον Δημήτρη τι θα κάνεις;"
"Τι εννοείς;"
"Θα μείνεις μαζί του;"
"Φυσικά. Τα πάμε πολύ καλά και ενδιαφέρεται πραγματικά για εμένα. Εξάλλου, όπως είπες ο Αλέξανδρος παντρεύεται..."
Το ένα άκρο των χειλιών της σηκώθηκε για ενα μισό χαμόγελο.
"Άρα σκοπευες να τον αφήσεις αν εκείνος δεν παντρευοταν;"
"Τι;! Φυσικά όχι." απάντησε γρήγορα η κοπέλα.
"Εγώ δεν ανέφερα τον Αλέξανδρο όταν ρώτησα για τη σχέση σου με τον Δημήτρη. Άθελα σου παραδέχτηκες ακριβώς ότι σκεφτόμουν όμως, ευχαριστώ πολύ." χασκογέλασε λίγο.
Η Μυρτώ δυσανασχετησε και πέρασε το χέρι της από το πρόσωπο της.
"Θεέ μου, τι θα κάνω..."
Ένιωσε το χέρι της Ολίβια στο δικό της, πάνω στο τραπέζι. Τη κοίταξε και είδε πως χαμογελούσε.
"Θα βρεις μια άκρη και όλα θα πάνε καλά, είμαι σίγουρη."
"Μακάρι..."
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top