ΕΞΙ
Song: All the good girls go to hell - Billie Eillish
"Λοιπόν, οι τάξεις εδώ είναι μικρές. Ούτως ή άλλως, δεν υπάρχουν και τόσοι πολλοί μαθητές στο σχολείο, πόσο μάλλον τελειόφοιτοι. Αλλά είμαστε λίγοι και καλοί"
Η Άλεξ μιλούσε στην Άριελ, καθώς τα υπόλοιπα μέλη της παρέας ακολουθούσαν. Η Άριελ μπορούσε να δει με την άκρη του ματιού της τον Λουκ και την Ρίτα να σχολιάζουν κάτι πιασμένοι χέρι-χέρι πίσω από την Άλεξ. Ο Ραφ στεκόταν δίπλα της, μα δεν τόλμησε να γυρίσει προς το μέρος του.
Ήταν ανόητο -σιωπηλά μάλωνε τον εαυτό της για την ανώριμη και εγωιστική συμπεριφορά της- αλλά και μόνο που άκουγε τον Νίκολας να σχολιάζει τα λόγια της Άλεξ ή να γελάει με κάτι που μουρμούρισε ο Ραφ, το στομάχι της την κλωτσούσε. Ήξερε ότι έφταιγαν τα λόγια του αδερφού της και οι υποψίες που είχε φυτέψει στο κεφάλι της την προηγούμενη μέρα. Έτσι, απλά θα του αποδείκνυε -και στον εαυτό της- ότι δεν ήταν τόσο αδύναμη, ώστε να αθετήσει τον όρκο που κατόρθωσε να κρατήσει για πέντε αιώνες για έναν απλό έφηβο.
Ήταν καλύτερη από αυτό -κι αν δεν ήταν, ήθελε πολύ να πιστέψει ότι ήταν. Εξάλλου, τόσους αιώνες επιβίωσε πιστεύοντας ότι ήταν σωστό να μην ενδίδει σε τίποτα, να γυρνάει την πλάτη σε κάθε συναίσθημα που της άγγιζε τον ώμο. Πίστευε ότι η αφοσίωσή της στον πρώτο της έρωτα και η αξιοπρέπειά της, που πάντα έστρεφε το κεφάλι της μακριά από πειρασμούς, την καθοδηγούσαν σωστά. Αλλιώς για ποιο αδειανό πουκάμισο είχε χάσει τόσο πολλά;
"Τα άλλα παιδιά της τάξης, πώς είναι;" ρώτησε η Άριελ την Άλεξ.
Ο τρόπος που συνοφρυώθηκε το πρόσωπο της καστανής κοπέλας την έκανε να γελάσει από μέσα της. Αν και πήρε μία έκφραση δυσαρέσκειας μπροστά στους άλλους για ξεκάρφωμα, η συμπεριφορά των κακομαθημένων θνητών από όταν ήταν φύλακας, την ενοχλούσε, αλλά την διασκέδαζε. Κυρίως, επειδή ήξερε ότι σχεδόν πάντα κάτι γινόταν αργότερα στην ζωή τους, ώστε ολόκληρη η εγωκεντρική κοσμοθεωρία τους να διαλυόταν μπροστά στα πόδια τους.
"Α, τόσο καλά" είπε γελώντας και η Άλεξ άνοιξε το στόμα της για να απαντήσει.
"Δεν μιλάνε πολύ ούτως ή άλλως. Απλά κάνουν τα πηγαδάκια τους και σχολιάζουν ό,τι πιστεύουν ότι δεν ταιριάζει με το βάιμπ του σχολείου" μπήκε στην συζήτηση ο Νίκολας ανασηκώνοντας τους ώμους του.
"Δεν πιστεύω ότι είναι κακά παιδιά. Έτσι τους μεγάλωσαν, έτσι έμαθαν να συμπεριφέρονται" σχολίασε η Ρίτα από πίσω.
"Ρίτα, αγάπη μου, εσύ νομίζεις ότι μέχρι και ο ιδρώτας του Λάρυ του αποδίδει μία γοητεία" της απάντησε χιουμοριστικά η Άλεξ και εκείνη την κοίταξε δήθεν σοκαρισμένη.
"Δεν είπα γοητεία. Είπα γοητεία;" γύρισε και ρώτησε τον Λουκ, που εμφανώς διασκέδαζε λίγο πιο σιωπηλά την όλη συζήτηση.
Εκείνος έσφιξε τα χείλη του, για να πνίξει ένα γέλιο και κατένευσε. Η Ρίτα ξεφύσησε παραδομένη.
"Δεν εννοούσα γοητεία γοητεία" προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό της, καθώς μπαίνανε σε μία τάξη.
"Θα ήθελα πολύ να σε ακούσω να προσπαθείς να εξηγείς πώς εννοούσες ότι είναι γοητευτικές οι ιδρωμένες μασχάλες του Λάρυ, αλλά φοβάμαι ότι ο Γουόλκερ δεν θα το βρει εξίσου ενδιαφέρον" της είπε ο Νίκολας και όλοι γέλασαν.
Η Άριελ ξερόβηξε και έκατσε στην θέση πίσω από την Άλεξ, δίπλα από τον τοίχο με τα παράθυρα, παρατηρώντας την τάξη.
Η Άλεξ είχε δίκιο. Δεν ήταν τρομερά μεγάλη, αλλά σίγουρα δεν ήταν όσο μικρή όσο άλλες τάξεις στις οποίες είχε βρεθεί στο παρελθόν. Υπήρχαν δεκαέξι στοιχισμένα θρανία και μεγάλα παράθυρα στα αριστερά της, με ξύλινα κουφώματα. Οι τοίχοι ήταν το ίδιο μπεζ που υπήρχε σχεδόν σε κάθε τοίχο του σχολείου και το πάτωμα ξύλινο και εμφανώς περιποιημένο.
Οι σκέψεις της διακόπηκαν από ξαφνικά μουρμουρητά και ένα δυνατό γέλιο που κατέληγε σε ρουθουνίσματα. Το βλέμμα της Άριελ στράφηκε προς την ξύλινη πόρτα της τάξης από όπου μπήκαν μία παρέα τεσσάρων κοριτσιών και δύο αγόρια. Θυμήθηκε ότι τους είχε παρατηρήσει χτες το μεσημέρι να την κοιτάνε παράξενα, όταν μπήκε στην τραπεζαρία.
"Αυτά είναι τα ιδιαίτερα ευχάριστα παιδιά για τα οποία σου λέγαμε" η Άλεξ γύρισε προς το μέρος της, ακουμπώντας τον αγκώνα της στο θρανίο της.
"Η ξανθιά", κούνησε το κεφάλι της προς την κοπέλα με έντονα μπλε μάτια και τα γεμάτα χείλη, "είναι η Μανόν Μιόν. Είναι Γαλλίδα, αλλά ξέρει καλά αγγλικά".
Η Άλεξ έκανε μία παύση. Είχε αυτήν την ανόητη εντύπωση ότι η Άριελ θα άκουγε την καρδιά της να βροντοχτυπάει. "Είναι πιο γλυκιά από τις άλλες, σίγουρα πιο έξυπνη. Απλά είναι αρκετά αφελής, ώστε να παρασύρεται εύκολα από τις υπόλοιπες καρακάξες"
Η Μανόν έκατσε στην γωνιακή θέση, δίπλα στην πόρτα, ξύνοντας αμήχανα το σβέρκο της, καθώς χαμογελούσε με κάτι που είπε ένα από τα αγόρια. Μερικές ξανθές τούφες ξέφευγαν χαριτωμένα από τον ψηλό κότσο της. Για λίγα δευτερόλεπτα το βλέμμα της κλειδώθηκε με εκείνο της Άλεξ.
"Η κοκκινομάλλα είναι η Έλινορ Γούντχαους" συνέχισε η Άλεξ, αλλά τα λόγια της κόπηκαν στην μέση, γιατί και οι τέσσερις κοπέλες σηκώθηκαν ταυτόχρονα από τις θέσεις τους και τις πλησίασαν με ένα αυτάρεσκο βλέμμα.
"Έλι για τις φίλες" είπε η Έλινορ, τείνοντας το χέρι της για χειραψία στην Άριελ.
Είχε κι εκείνη φακίδες όπως η Άριελ, τα μάτια τους είχαν σχεδόν το ίδιο χρώμα και τα μαλλιά τους το ίδιο μήκος, μα ο τόνος του δέρματος της Έλινορ φανέρωνε αρκετές εβδομάδες διακοπών σε κάποιο ηλιόλουστο μέρος. Τα λεπτοκαμωμένα χέρια της ήταν επίσης απόδειξη ότι το πιο βαρύ πράγμα που είχε σηκώσει ποτέ ήταν ένα ποτήρι σαμπάνιας.
"Ξέρω ότι δεν μπορείς να κρατήσεις την γλώσσα σου, Άρμστρονγκ, όμως είμαστε απόλυτα ικανές να συστηθούμε και μόνες μας" γύρισε το βλέμμα της στην Άλεξ με ένα δυσάρεστο χαμόγελο και υψωμένο το ένα φρύδι.
Μετά από αυτά τα λόγια της, η Έλινορ κατέβασε το χέρι της, σταυρώνοντας το με το άλλο κάτω από το στήθος της. Το στομάχι της Άριελ σφίχτηκε. Η ομοιότητα των δύο κοριτσιών σταματούσε όχι μόνο στο μαύρισμα, αλλά και στον χαρακτήρα.
Για το όνομα, ποια νομίζει ότι είναι; Και τι στο καλό κάνει ο φύλακας άγγελός της; ήταν η πρώτη σκέψη της Άριελ παρατηρώντας την συμπεριφορά της άγνωστης κοπέλας -τουλάχιστον άγνωστης σε εκείνη. Η Άλεξ .
"Εγώ είμαι η Αμέλια Βιτέλο, Έιμι για τις φίλες" συστήθηκε η κοπέλα στα δεξιά της Έλι.
Εκείνη είχε σκούρα καστανά μαλλιά, που έφταναν μέχρι τους ώμους της σχηματίζοντας μικρές μπούκλες και τα μισά ήταν μαζεμένα σε έναν μικρό κότσο στην κορυφή του κεφαλιού της. Το δέρμα της ήταν ελαφρώς πιο σκούρο από εκείνο της Έλι, όμως το δικό της ήταν φυσικό. Τα μαύρα μάτια της πλαισιώνονταν από δύο σκούρα και πυκνά φρύδια.
"Κι εκείνος είναι ο αδερφός μου, ο Λίο" συμπλήρωσε την πρότασή της, δείχνοντας το μελαχρινό αγόρι μερικά θρανία πιο πέρα.
Ο Λίο άκουσε το όνομά του να αναφέρεται και σήκωσε το κεφάλι του προς το μέρος τους, χαμογελώντας στην Άριελ και χαιρετώντας την με ένα απλό, χαλαρό νεύμα.
Η Άριελ κοίταξε αμήχανα την παρέα της. Όλοι ήταν στραμμένοι προς το μέρος της, μεταφέροντας μόνο για ελάχιστες στιγμές το βλέμμα τους στα κορίτσια. Η Άριελ δεν μπορούσε να ερμηνεύσει το βλέμμα τους. Από την μία αισθανόταν ότι προσπαθούσαν να την καθησυχάσουν, αποφεύγοντας το βλέμμα των τεσσάρων απειλητικών κοριτσιών και από την άλλη ότι απλά περίμεναν την αντίδρασή της σε αυτά που έλεγαν και επρόκειτο να πουν.
"Χαίρω πολύ, Άριελ Εμπεργουϊνγκ" τους απάντησε διστακτικά και έτεινε το χέρι της για χειραψία την οποία και ανταπέδωσαν.
Η τρίτη κοπέλα εκείνη που τόσην ώρα κάρφωνε απροκάλυπτα τον Λουκ με το βλέμμα της -η απουσία ανταπόκρισης από την μεριά του ήταν σχεδόν χιουμοριστική- γύρισε απότομα το κεφάλι της προς το μέρος της, κάνοντας τα καστανά μαλλιά της να τιναχτούν και τέντωσε επίσης το χλωμό χέρι της. Ήταν πιο κοντή από την Έλι και την Έιμι, όμως φαινόταν πιο μυώδης.
"Είμαι η Τζόσι Στιλ. Βγαίνει από το Τζόζεφιν" εξήγησε με ένα πλατύ χαμόγελο, θεωρώντας προφανώς μεγάλο επίτευγμα το παρατσούκλι της.
"Χάρηκα" απάντησε η Άριελ χαμογελώντας σφιγμένα.
Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα σιωπής, πριν μιλήσει η Άλεξ. "Γεια Μανόν". Δεν είχε χαιρετήσει καμία άλλη από τη παρέα. Ίσως αυτή ήταν πιο συμπαθητική.
Η μικροκαμωμένη ξανθιά κοπέλα, που τόσην ώρα έτριβε το μπράτσο του δεξιού της χεριού, έκανε ένα βήμα μπροστά σαν να συνειδητοποίησε μόλις ότι έπρεπε να συστηθεί, όπως η παρέα της.
"Γεια σου Άλεξ" χαμογέλασε διστακτικά χωρίς, ωστόσο, να απομακρύνει το βλέμμα της από τα μάτια της Άλεξ.
Μπορεί να ήταν εκνευρισμένη ή αφηρημένη από την υποτιμητική έκφραση που ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της Έλι και για αυτό να μην παρατήρησε ότι η Άλεξ και η Μανόν κοιτάχτηκαν λίγο περισσότερο από ότι συνηθίζεται.
"Μανόν Μιόν" είπε απλά γυρνώντας προς την Άριελ, με μία ψιθυριστή φωνή, χρωματισμένη από την χαριτωμένη γαλλική προφορά της.
"Άριελ" είπε η Άριελ και δεν μπόρεσε να εμποδίσει ένα ειλικρινές χαμόγελο από το να σχηματιστεί στο πρόσωπό της.
Της θύμιζε την μικρή αδερφή της προηγούμενης ζωής της.
"Τώρα που όλοι ξέρουμε όλους, δεν πάτε από εκεί που ήρθατε;" ρώτησε ξαφνικά η Άλεξ και κοίταξε με μισό μάτι την Έλινορ.
Η Μανόν μαζεύτηκε δίπλα στην Τζόσι. Το κοκκίνισμα της Άλεξ ήταν τόσο ανεπαίσθητο που η Άριελ δεν το παρατήρησε καν.
"Μην δαγκώνεις Άρμστρονγκ. Δεν σου βγήκε σε καλό την προηγούμενη φορά, οπότε θα περίμενε κανείς ότι θα είχες μάθει να κρατάς το στόμα σου κλειστό" σχολίασε η Έλι και ο σαρκασμός έσταζε τόσο έντονα από το στόμα της, ώστε η Άριελ αισθάνθηκε την θερμοκρασία να πέφτει απότομα στο δωμάτιο.
Την προηγούμενη φορά; Συγκράτησε την περιέργειά της. Τα μάτια της Άλεξ είχαν κρεμαστεί από εκείνα της Έλι με μία οργή που σχεδόν άκουγε να σιγοβράζει μέσα της.
Ο Ραφ κοιτούσε μία την Άριελ και μία την Άλεξ αγνοώντας εντελώς τις τέσσερις φιγούρες που στέκονταν μπροστά του. Η Άριελ ήξερε ότι έβλεπε μόνο έναν ηττημένο φύλακα άγγελο. Δεν ήταν πια θέμα καβγάδων στον Παράδεισο -πολλές φορές οι άγγελοι επέστρεφαν με χαμηλωμένα κεφάλια, ντροπιασμένοι από τον δαίμονα που μετρούσε τις νίκες του. Η Άριελ, όμως, ποτέ δεν είχε συνηθίσει την ιδέα αυτή. Αν μπορούσε, θα τον ταρακουνούσε, θα του φώναζε ότι ήξερε πολύ καλά πού κατέληγαν οι θνητοί όσων φυλάκων παραιτούνταν: με μία θηλιά στον λαιμό. Κυριολεκτικά ή μεταφορικά.
Στράφηκε προς την Ρίτα που κοιτούσε αμήχανα το πάτωμα και στον Λουκ που παρακολουθούσε την Άλεξ περιμένοντας την αντίδρασή της, όπως το κοινό στο Κολοσσαίο περίμενε το λιοντάρι να επιτεθεί στον μονομάχο. Μόνο που εδώ και ο μονομάχος λιοντάρι ήταν.
Δεν ήθελε να κοιτάξει τον Νίκολας κι ας ένιωθε τα μάτια της να την προδίδουν και να τον ψάχνουν με την περιφερειακή της όραση. Σιωπηλός παρατηρούσε ανέκφραστος την Έλι και την Έιμι και το αλαζονικό χαμόγελό τους στην Άριελ και την σταθερή έκφρασή της. Το σφιγμένο σαγόνι του και οι γροθιές του που άνοιγαν και έκλειναν νευρικά, φανέρωναν τον εκνευρισμό του διαφορετικά από τους άλλους. Η ουλή στο σαγόνι του είχε πολλές ιστορίες να διηγηθεί.
Η Άλεξ δαγκώθηκε πριν μιλήσει. "Συγγνώμη"
"Έτσι μπράβο" είπε η Έλι με ένα σχεδόν χυδαίο χαμόγελο που έκανε την Άλεξ να κοκκινίσει ακόμα περισσότερο και να στρέψει το κεφάλι της προς την άλλη.
Η Μανόν στραβοκατάπιε.
Η Έλι μίλησε στην Άριελ αυτήν την φορά με έναν τόνο μελιστάλαχτο, σαν εκείνο που χρησιμοποιούσε η μαμά της κάθε φορά που μιλούσε με αντιπαθητικό πελάτη της. "Να προσέχεις τις παρέες σου, γλυκιά μου. Δεν ξέρεις ποτέ με ποιόν έχεις να κάνεις"
"Όντως, γλυκιά μου, δεν ξέρω" απάντησε η Άριελ λίγο πιο δυνατά από όσο σκόπευε και ένιωσε αρκετά ζευγάρια μάτια να καρφώνονται πάνω της. "Για αυτό, αν έχετε την καλοσύνη και σας τελείωσε η όρεξη για μαλακίες, μπορείτε να φύγετε"
Η Τζόσι και η Έιμι έβγαλαν ένα επιφώνημα έκπληξης, γιατί, αλίμονο, ποιος τολμούσε να πάει κόντρα στην Έλι;
"Λάθος επιλογή, Έμπεργουϊνγκ" είπε η Έλι.
"Νομίζω πως έχεις άδικο, Γούντχαους"
"Δεσποινίδες, καθίστε κάτω" μία ανδρική φωνή ακούστηκε από την μεριά της πόρτας.
Η Έλι κοπάνησε εκνευρισμένη το πόδι της στο έδαφος και γύρισε από την άλλη, αρπάζοντας την Τζόσι από το μπράτσο, καθώς εκείνη δεν είχε καταλάβει πολύ τι γινόταν, προσηλωμένη στην εξονυχιστική παρατήρηση του Λουκ. Οι κοπέλες απομακρύνθηκαν νευρικά και κάθισαν στις θέσεις τους στην απέναντι πλευρά της αίθουσας.
Η Έλινορ τίναξε τα μαλλιά της ρίχνοντας ένα τελευταίο δολοφονικό βλέμμα στην Άριελ και μετά όλοι γύρισαν μπροστά τους. Η Άλεξ έσφιξε χαμογελαστή το μπράτσο της Άριελ, ο Λουκ της έκανε μία μικρή υπόκλιση και η Ρίτα την χειροκρότησε διακριτικά.
Τότε, ο Νίκολας γύρισε και της χαμογέλασε πλατιά, αφήνοντας ένα μικρό γελάκι -ένας περίεργος συνδυασμός διασκέδασης και έκπληξης- κουνώντας το κεφάλι του εντυπωσιασμένος, καθώς γυρνούσε πάλι μπροστά του.
Η Άριελ ένιωσε ένα κύμα ικανοποίησης να την γεμίζει. Πότε ήταν η τελευταία φορά που ευχαριστήθηκε καβγά με θνητό; Ίσως με μία από τις μοναχές στο προηγούμενο οικοτροφείο στο οποίο βρέθηκε. Ή μάλλον στην διάρκεια μίας πορείας με τις σουφραζέτες στην Αμερική, με έναν αφόρητο φαλλοκράτη.
Οι καβγάδες ήταν ένα από τα πράγματα που ούτε γνώριζε ούτε διασκέδαζε όσο ήταν ακόμα στον Παράδεισο. Της φαινόταν τόσο άσκοπο, όσο θα φαινόταν κατά πάσα πιθανότητα κι εκείνη την στιγμή στον Ραφ. Μερικές φορές, όμως, από την στιγμή που τιμωρήθηκε στην γη, άφηνε τον εαυτό της να διασκεδάζει μαλώνοντας με κάποιον.
Δεν ήταν αλαζονεία -το μεγαλείο ενός πλάσματος που κάποτε είχε κοιτάξει τον θεό στα μάτια εναντίον ενός θνητού με τίποτα περισσότερο από μεγάλες λέξεις-, αλλά η διαδικασία του να ανακαλύπτεις κάτι καινούριο. Κανείς στο Παράδεισο δεν μάλωνε με άλλον. Και ίσως για αυτό για μία ολόκληρη αιωνιότητα ό,τι πίστευαν παρέμενε ίδιο και απαράλλακτο.
"Ονομάζομαι Φινέας Γουόλκερ και διδάσκω ιστορία, για όσους δεν το γνωρίζουν" συστήθηκε ευγενικά ο καθηγητής, ακουμπώντας πράγματά του στην υπερυψωμένη έδρα και χαμογέλασε στην Άριελ.
Αφού έγραψε το όνομά του με μεγάλα καλλιγραφικά γράμματα στον πίνακα πίσω από την έδρα, ξαναγύρισε προς τους μαθητές. "Καλώς ήρθατε, δεσποινίς Έμπεργουϊνγκ. Ελπίζω να έχουμε μία καλή συνεργασία" την χαιρέτησε και εκείνη χαμογέλασε ανταποδίδοντας με ένα νεύμα.
"Τώρα, ανοίξτε τα βιβλία σας στην σελίδα 17. Πρώτη βιομηχανική επανάσταση" διάβασε τον τίτλο και άρχισε να μιλάει, όμως σύντομα το βλέμμα και οι σκέψεις της Άριελ χάθηκαν στην θέα του καθαρού πρωινού ουρανού έξω από το παράθυρο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top