Κεφάλαιο 22 Before The Storm
ΊΑΝ/ ΣΑΡΑ
ΙΑΝ
Έχω εθιστεί. Ποτέ και τίποτα δεν το είχε πετύχει μέχρι τώρα. Δεν ήμουν φαν ούτε του αλκοόλ ούτε και των ουσιών. Ειδικά με την εκπαίδευση μου, ποτέ δεν ξέφευγα από τον έλεγχο. Κι όμως ένα πλάσμα με 1,74 ύψος, κόκκινα μαλλιά και υπέροχο δέρμα που μοσχοβολάει βανίλια με έχει κάνει να μην μπορώ να αντισταθώ. Δεν βαριέσαι εάν η Σάρα είναι εθισμός με τα χαράς να μην κάνω ποτέ αποτοξίνωση. Ας μείνω για πάντα σε αυτόν τον εθισμό. Το μάτι μου πιάνει μέσα στην οθόνη την Σάρα να κατεβαίνει προς τους κήπους, έχουν περάσει μόλις δυο μέρες από το τελευταίο μας ραντεβουδάκι στο κιόσκι και χαμογελάω καθώς οι αναμνήσεις έρχονται στο μυαλό μου.
Τα μαλλιά της είναι λιτά και η φλοράλ φούστα της ανεμίζει στο απαλό αεράκι του Απριλίου, ακούω την πόρτα να ανοίγει και έπειτα να κλείνει ξανά πίσω μου. Δεν χρειάζεται να κοιτάξω για να δω ποιος είναι. Ο Σαμ. Τραβάει την καρέκλα και κάθετε δίπλα μου, αφήνει ένα ποτήρι με ουίσκι δίπλα μου και τον κοιτάζω λοξά. <<Λίγο νωρίς δεν είναι για να αρχίσεις να πίνεις >> με κοιτάζει και έπειτα γυρίζει προς τις οθόνες <<Λίγο αργά δεν είναι για να μου κάνεις κήρυγμα εσύ, είσαι τόσο μεθυσμένος από την σχέση σας που δεν προσέχεις>>.
Τον κοιτάζω και συνοφρυώνομαι δεν μου αρέσει να μου την λένε, όμως εάν όντως ο Σαμ πιστεύει πως φέρομαι απρόσεκτα θέλω να το ξέρω. <<Μίλα εάν έχεις να πεις κάτι πες το. Ξέρεις πως δεν μου αρέσουν τα μισόλογα>> ο Σαμ παίρνει μια ανάσα και τεντώνεται πάνω στην καρέκλα του. <<Δυο άτομα τα οποία είχαν βάρδιες προχθές με ενημέρωσαν πως δεν ήσουν στο χώρο παρακολούθησης και είδαν περίεργες κινήσεις στον εξωτερικό χώρο. Ήθελαν να σου το αναφέρουν, αλλά όπως προ είπα δεν σε βρήκαν εδώ>>.
Γαμώτο ήμουν σίγουρος πως κανένας δεν μας είχε πάρει χαμπάρι, το ξέραμε πως ήταν ριψοκίνδυνο αυτό που κάναμε, αλλά ο φόβος μας άναβε ακόμα περισσότερο. <<Ξέρεις πως έχω τις αντιρρήσεις μου για αυτή την σχέση, όμως δεν μπορώ να σε αναγκάσω να μην την βλέπεις είστε και οι δυο ενήλικες και κάνετε τις επιλογές σας. Τουλάχιστον να είσαστε πιο προσεκτικοί και...>> ο Σαμ στρέφετε προς το μέρος μου και με κοιτάζει άγρια <<Μη τολμήσεις να ξανά φύγεις από τον χώρο παρακολούθησης όσο έχεις βάρια. Αύτη. Είναι η δουλειά σου. Κατανοητό.>>
<<Απολύτως>> έχει δίκιο, αυτή είναι η δουλειά και τα είχα κάνει μαντάρα, όμως... <<Ναι αλλά ήταν μαζί μου, δεν ξέρω πως μπορεί να είδαν κάτι οι φρουροί, ίσως όταν μπήκαμε μέσα στο σπίτι, ίσως...>>
<<Δεν είδαν εσάς>> ο Σαμ με διακόπτει και τον κοιτάζω .<<Οι άνδρες είδαν κάποιες περίεργες κινήσεις στην εξωτερική περίμετρο....>> γαμώτο. Νοιώθω να κυλάει στη πλάτη μου κρύος ιδρώτας, <<Ποιος ήταν;>> ρωτάω και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Εάν ήμουν στην αίθουσα παρακολούθησης θα το είχα δει. <<Δεν ξέρουν, είχαν καλυμμένα τα πρόσωπα τους>> είχαν...
<<Πόσοι ήταν;>> ρωτάω και σφίγγω τις γροθιές μου, δεν θέλω ούτε να φανταστώ τι θα είχε συμβεί εάν όντως είχαν μπει μέσα - πράγμα το οποίο μου φαίνονταν αδύνατον - τουλάχιστον μέχρι τώρα. <<Τέσσερις, οι άνδρες που είχαν βάρδια είπαν ότι κατά πάσα πιθανότητα μάλλον ήταν απλοί κλέφτες και ίσως μόλις κατάλαβαν ότι υπάρχει τόσο μεγάλη φύλαξη να το έβαλαν στα πόδια. Που να ξέραν...>> αναστενάζω και κοπανάω το χέρι μου πάνω στο ξύλινο γραφείο. Ανάθεμα. <<Πάω να πάρω λίγο αέρα>> βγαίνω από την αίθουσα και προχωράω προς τα έξω.
Το αεράκι χτυπάει το πρόσωπο μου και παίρνω μερικές ανάσες, κοιτάζω την Σάρα που κάθετε λίγο πιο μακριά από το κιόσκι εκεί που τελειώνει το πλακόστρωτο και ακριβώς από κάτω ξεκινάει το γκαζόν. Την πλησιάζω και βλέπω πως είναι ξυπόλητη. <<Δεν είναι υπέροχη η θέα από εδώ, καθώς το γαλάζιο του ουρανού συναντάει αυτό της θάλασσας και μπλέκονται με το πράσινο;>>
<<Πράγματι είναι υπέροχο...>> γυρίζει πίσω και με βλέπει να την κοιτάζω <<Το ηλιοβασίλεμα εννοώ>> χαμογελάω και πλησιάζω λίγο ακόμα, <<Και εγώ>> γελάει σιγανά και κάθομαι δίπλα της, κρατώντας όμως λίγη απόσταση. <<Συνήθιζα να το βλέπω με την μητέρα μου...>> η φωνή της ραγίζει και νοιώθω την καρδιά μου να σφίγγετε. Ποτέ δεν είχαμε μιλήσει για αυτό το θέμα.
<<Είναι ένα από τα πράγματα που μου άρεσαν, ήταν πολύ όμορφη ξέρεις - πιο όμορφη από εμένα και πάντα την θαύμαζα. Θυμάμαι όταν ερχόταν και με έπαιρνε από το σχολείο όλοι την κοίταζαν. Ίσως είχα τόσους φίλους λόγο της μητέρας μου, όλοι την συμπαθούσαν, θυμάμαι τα βράδια που ερχόταν να με βάλει για ύπνο και μου διάβαζε την αγαπημένη μας ιστορία. Την πεντάμορφη και το τέρας, από τότε δεν την έχω ξανά διαβάσει....>>.
Ένας περίεργος πόνος διαπερνάει το κορμί μου, μόλις βλέπω την Σάρα να βουρκώνει, ποτέ μου δεν έχω νοιώσει παρόμοιο συναίσθημα. Μπορεί να φταίει και όλα όσα μου είπε πριν ο Σαμ για αυτούς... όμως θέλω να προστατεύσω αυτή την γυναίκα που κάθετε δίπλα μου με κάθε τρόπο. <<Όλα θα ήταν διαφορετικά εάν δεν είχε βγει εκείνο το απόγευμα. Την περίμενα μέχρι αργά το βράδυ να έρθει για να διαβάσουμε την ιστορία μας. Ακόμα και η Μαίρη προσπάθησε να με ηρεμήσει πήγε να μου την διαβάσει αυτή, αλλά εγώ δεν ήθελα, δεν ήθελα κανέναν άλλον...>>.
Να πάρει και να σηκώσει. Νοιώθω την καρδιά μου να σπάει καθώς την βλέπω να κλαίει, το χέρι μου κατευθύνθηκε ακούσια προς το δικό της και το σφίγγω απαλά. Γυρίζει προς το μέρος μου και θέλω να της σκουπίσω κάθε δάκρυ που κυλάει από αυτά τα μάτια και να την κρατήσω στην αγκαλιά μου μέχρι να ηρεμήσει, αλλά δεν μπορώ να το κάνω....
<<Λυπάμαι για την μητέρα σου, όμως είμαι σίγουρος πως καμαρώνει από ψιλά για την γυναίκα που έχεις γίνει σήμερα>> προσπαθώ να την ησυχάσω με όποιον τρόπο μπορώ. Είναι η πρώτη φορά που την βλέπω έτσι, αδύναμη, εύθραυστη και θέλω να την φροντίσω. Να της δείξω πόσο την νοιάζομαι πόσο την...
<<Ίσως το να μην γνωρίσεις τους γονείς σου, σε γλυτώνει από τον πόνο που νοιώθεις όταν τους χάνεις...>> την κοιτάζω και ανοιγοκλείνω τα μάτια μου. <<Φυσικά. Και αισθάνεσαι μια ζωή πως δεν ήσουν σημαντικός για αυτούς... πως δεν σε ήθελαν, ότι ήσουν απλώς ένα λάθος σε μια άτυχη στιγμή...>> απαντάω κοφτά.
Το χέρι της σφίγγει το δικό μου και με το άλλο σκουπίζει ένα δάκρυ της, <<Ποτέ ένα παιδί δεν είναι μια άτυχη στιγμή>> κοιτάζω τον ορίζοντα καθώς ο ήλιος χάνετε στην θάλασσα και τα φώτα πίσω μας ανάβουν φωτίζοντας το σπίτι και τους χώρους γύρω μας. <<Είναι. Για κάποιους γονείς σαν κι αυτούς είναι. Αλλά χαίρομαι που δεν τους γνώρισα, στο ορφανοτροφείο με φρόντισαν καλύτερα απ' ότι θα το έκαναν αυτοί εάν με κρατούσαν και θα τους θύμιζα κάθε μέρα πως είμαι απλώς ένα λάθος που υπάρχει από μια απροσεξία τους>>.
Η Σάρα κουνάει αρνητικά το κεφάλι της και καταπίνει, <<Δεν είσαι απροσεξία και ακόμα και αν όντως αυτό είχε συμβεί, χαίρομαι. Γιατί αλλιώς δεν θα στεκόσουν αυτή την στιγμή δίπλα μου, δεν θα είχαμε γνωριστεί και εγώ δεν...>>.
ΣΑΡΑ
<<Δεσποινίς Σάρα σας ζητάει ο πατέρας σας>> η φωνή ενός από τους άνδρες ασφαλείας διακόπτει την συζήτηση μας και αφήνουμε απότομα τα χέρια μας. Καθαρίζω τον λαιμό μου προσπαθώντας να ανακτήσω την αυτοκυριαρχία μου. <<Έρχομαι αμέσως>> μόλις ο άνδρας φεύγει κοιτάζω τον Ίαν που έχει πάρει ξανά την ψυχρή του όψη και σηκώνομαι όρθια με αυτόν να με ακολουθεί, στρώνω την φούστα μου και προχωράω προς το εσωτερικό του σπιτιού. Περνάω από τις τζαμαρίες στο σαλόνι, ενώ ο Ίαν συνεχίζει να περπατάει μέχρι την κύρια είσοδο. <<Μπαμπά με ζήτησες;>> κάθετε στον καναπέ και χαμογελάει ελαφρά <<Νομίζω πως ξέχασες το σημερινό δείπνο μας>> όχι... αλλά ήλπιζα να το είχε κάνει αυτός.
<<Θα σε περιμένω να ετοιμαστείς δεν θέλω να αργήσουμε>> αναστενάζω και βρίσκω άσκοπο να προσπαθήσω να του αλλάξω γνώμη. Ανεβαίνω στο δωμάτιο μου και ανοίγω την ντουλάπα μου. Ακούω το κινητό μου να χτυπάει και το πιάνω στα χέρια μου, το όνομα της Βανέσα αναβοσβήνει στη οθόνη και το σηκώνω. <<Εάν δεν θες να αργήσω στο δείπνο πες γρήγορα τι θες>> παραμερίζω τα ρούχα μου προσπαθώντας να βρω το κατάλληλο <<Χέστηκα για το δείπνο, ετοιμάσου να βγούμε το βράδυ, μου το χρωστάς. Μου χρωστάς όλες τις λεπτομέρειες για την σχέση σας με τον κύριο Νάιτ>>.
Αναστενάζω και σηκώνω τα μάτια μου ψιλά, της είχα πει σε γενικές γραμμές τι έχει συμβεί χωρίς πολλά - πολλά. <<Καλά. Άσε με τώρα να ετοιμαστώ και φρόντισε ο αδελφός σου να καθίσει τουλάχιστον τρεις θέσεις μακριά μου>> την ακούω να γελάει σιγανά και βρίσκω το κατάλληλο φόρεμα για απόψε. <<Ίσως να του πω να φάει μόνος του στην κουζίνα, μην έχουμε και κανένα ατύχημα με τον κύριο Νάιτ>>. Κλείνω το τηλέφωνο και χτενίζω τα μαλλιά μου, κάνω ένα ελαφρύ μακιγιάζ και πιάνω το ματζέντα φόρεμα μου. Το πολύ κοντό φόρεμα μου. Και πολύ αποκαλυπτικό. Φυσικά δεν μπορώ να το φορέσω έτσι, δεν θα καταφέρω ούτε μέχρι έξω να φτάσω με αυτό. Πιάνω ένα λεπτό παλτό σε γκρι απόχρωση και το δοκιμάζω τουλάχιστον έχει ικανοποιητικό μάκρος και δεν θα καταλάβουν κάτι. Το κακό είναι πως δεν θα μπορέσω να το βγάλω ακόμα κι αν σκάω από την ζέστη.
Κατεβαίνω τις σκάλες και τους βρίσκω όλους να με περιμένουν, <<Φύγαμε>> λέει βιαστικά ο πατέρας μου και βγαίνουμε προς την αυλή. Ο Σαμ ανοίγει την πόρτα για μπούμε μέσα και έπειτα μαζί με τον Ίαν κάθονται μπροστά ξεκινώντας για το σπίτι της φίλης μου.
Ένα τέταρτο μετά περνάμε την είσοδο του μεγαλοπρεπή σπιτιού των Σκότ, το οποίο γνωρίζω με κλειστά μάτια, καθώς είχα περάσει αρκετά βράδια εδώ... ο Σαμ με τον Ίαν κατεβαίνουν και ανοίγουν τις πόρτες μας. Ο πατέρας μου ξεκινάει να περπατάει προς την μεγάλη γυάλινη είσοδο και τον ακολουθώ, ένας άνδρας μας υποδέχεται και χαμογελάει. <<Καλώς ήρθατε, η οικογένεια σας περιμένει στο σαλόνι>>, κοιτάζω το λευκό μάρμαρο που επικρατεί παντού και το ψιλό ταβάνι με έναν χρυσό πολυέλαιο να κρέμεται από πάνω μας.
Η σιδερένια σκάλα που έπειτα χωρίζεται δεξιά και αριστερά στέκετε μεγαλοπρεπείς και ξέρω πως στον επάνω όροφο βρίσκονται τα τρία υπνοδωμάτια της οικογένειας. Στην μια πλευρά είναι στο σαλόνι και ακριβώς απέναντι η τραπεζαρία και παρατηρώ μερικές γυναίκες να αφήνουν πιάτα και φαγητά πάνω της.
<<Άλφρεντ>> ο Ραφαέλ Σκοτ σηκώνεται πρώτος από τον καναπέ και χαιρετάει τον πατέρα μου, <<Σάρα πόσο χαίρομαι που σε ξανά βλέπω>> του δίνω το χέρι μου και χαμογελάω. Τα γκρίζα μαλλιά του μαρτυράνε την ηλικία του και γνωρίζω πως είναι μόλις δυο χρόνια πιο μικρός από τον πατέρα μου. <<Μας έλειψες>> τα πράσινα μάτια του φωτίζονται και δεν ξέρω τι να απαντήσω ακριβώς. <<Καλώς ήρθες γλυκιά μου>> η Ελίζαμπεθ - η γυναίκα του με πλησιάζει και με αγκαλιάζει σφιχτά και σε σχέση με τον άνδρα της αυτή είναι πιο διαχυτική και με αγκαλιάζει ενώ τα μπλε μάτια της λάμπουν και έρχονται σε αντίθεση με τα καστανά μακριά μαλλιά της. Η Ελίζαμπεθ σίγουρα είναι μια γυναίκα που δεν περνάει απαρατήρητη και φυσικά ο γιός της, της μοιάζει σε μεγάλο ποσοστό.
Σηκώνω τα μάτια μου και τον βλέπω να με κοιτάζει από την άλλη άκρη του δωματίου χωρίς όμως να κάνει καμία απολύτως κίνηση να με πλησιάζει. Πιστεύω πως έχει πιάσει το νόημα έπειτα από την τελευταία συνάντηση μας στην Νέα Υόρκη. Μου είχε ζητήσει να μιλήσουμε και τον άκουσα αλλά το μετάνιωσα οικτρά καθώς το μόνο που ήθελε ήταν να με πηδάει.
Το μυαλό μου γυρίζει σε εκείνη την συνάντηση και θυμάμαι όσα μου είπε "Έλα τώρα Σάρα το γνωρίζεις και εσύ πως δεν ήμαστε φτιαγμένοι για σχέση, δεν είναι ωραία έτσι όπως ήμαστε, δεν σου αρέσει ο τρόπος που σε πηδάω" αυτά ήταν ακριβώς τα λόγια του και με έκαναν έξαλλη. Ήθελα να τον χτυπήσω όμως γνώριζα πως αμέσως θα ορμούσαν ο Σαμ με τον Ίαν και θα γινόταν χαμός οπότε απλώς του είπα ότι δεν θέλω πια να πηδιόμαστε και πως η σχέση μας τελείωσε. Ευτυχώς για καλή μου τύχη δεν με έχει ενοχλήσει ξανά από τότε.
<<Σάρα>> η φίλη μου μπαίνει μέσα στο σαλόνι φορώντας ένα κόκκινο, μίντι φόρεμα με σκίσιμο στο πόδι και στο πλάι της κοιλιά της. <<Δεν περνάμε στην τραπεζαρία καλύτερα>> προτείνει ο Ραφαέλ και τον ακολουθούμε. Ρίχνει μια ματιά στους δυο άντρες που στέκονται στον διάδρομο και σταματάει <<Μπορείτε να περιμένετε έξω, δεν νομίζω πως κινδυνεύει εδώ μέσα κανένας από τους δυο τους>>.
Τα μάτια μου πέφτουν στον Ίαν ο οποίος καρφώνει τα δικά του στον άνδρα που στέκετε πίσω μου, <<Πάμε Σάρα>> αισθάνομαι το χέρι του Ανδρέα στο μπράτσο μου και κοκαλώνω. Η φλέβα στο λαιμό του Ίαν χτυπάει και οι παλμοί μου ανεβαίνουν. <<Ίσως ο κύριος Ντίξον μας θέλει εδώ>> η φωνή του Σαμ ακούγετε και ο πατέρας μου τον κοιτάζει για αρκετά λεπτά πριν μιλήσει εν τέλη. <<Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιο πρόβλημα εάν καθίσουν σε μια γωνία, άλλωστε περιμένω ένα επαγγελματικό τηλέφωνο και ο Σαμ θα με ενημερώσει για αυτό καθώς δεν θέλω να ενοχλήσει το δείπνο μας>> ο Ραφαέλ κοιτάζει τον πατέρα μου και συμφωνεί με ένα νεύμα.
Βλέπω μια γυναίκα να βγαίνει από την τραπεζαρία και έρχεται προς το μέρος μας. <<Το φαγητό είναι έτοιμο κύριε, μπορείτε να περάσετε>> ο άνδρας κουνάει το κεφάλι του και ξεκινάει να προχωράει προς το δωμάτιο <<Δωσ 'τε μου τα πανωφόρια σας>> η γυναίκα μας πλησιάζει και ο πατέρας μου βγάζει την καπαρντίνα. Γαμώτο. <<Εγώ θα το κρατήσω>> ο πατέρας μου με κοιτάζει άγρια <<Μα δεν είναι σωστό Σάρα, σε παρακαλώ βγάλε το παλτό σου>>. Καταπίνω και παίρνω μια βαθιά ανάσα <<Αισθάνομαι μια ψύχρα και λέω να μην το βγάλω, κρυώνω>> αυτή την φορά τόσο ο Ίαν με τον Σαμ όσο και η φίλη μου με κοιτάζουν απορημένοι. <<Τέλος πάντων>> ο πατέρας μου μπαίνει μέσα στην τραπεζαρία και τον ακολουθώ.
Το δείπνο κυλάει αρκετά καλά μέχρι τώρα, ευτυχώς η Βανέσα κάθετε ανάμεσα σε εμένα και τον αδελφό της οπότε έχουμε μια απόσταση να μας χωρίζει. Πίνω λίγο από το λευκό κρασί μου και δοκιμάζω το φιλέτο από μοσχάρι που βρίσκετε μπροστά μου, αν και το στομάχι μου σφίγγεται καθώς ξέρω πως ο Ίαν με κοιτάζει προσπαθώ να προσποιούμε ότι όλα είναι μια χαρά σαν να μην συμβαίνει απολύτως τίποτα. <<Πως πάει η δουλειά;>> κοιτάζω την Ελίζαμπεθ που κάθετε απέναντι μου και χαμογελάω ελάχιστα <<Μια χαρά, ένας μεγάλος οίκος με έχει προσλάβει για να τον εκπροσωπήσω και σε λίγες μέρες θα δώσω μια μεγάλη συνέντευξη σε ένα γνωστό περιοδικό μόδας>>.
Δεν χρειάζεται καν να κοιτάξω γνωρίζω ήδη πως ο Ίαν με κοιτάζει άγρια, η Γουέντι με είχε ειδοποιήσει χθες το βράδυ και δεν του το είχα πει ακόμα. Όχι ότι έχει και καμία σημασία άλλωστε αυτή είναι η δουλειά μου και ανυπομονώ για την επίδειξη που θα γίνει στα μέσα του Ιουνίου στο Μαϊάμι. <<Ο Ανδρέα μας είπε πόσο υπέροχη είσαι στην πασαρέλα>> λέει ο Ραφαέλ και ένα μικρό γελάκι βγαίνει από τα χείλη μου τραβώντας την προσοχή όλων <<Περίεργο που με προσέχει ανάμεσα σε τόσο άλλα μοντέλα, τιμή μου>>. Σηκώνω το ποτήρι μου και πίνω το υπόλοιπο κρασί, ενώ όλοι με κοιτάζουν εμβρόντητοι.
Ο Ανδρέα σηκώνει το φρύδι του και χαμογελάει ειρωνικά <<Σάρα τι συμπεριφορά είναι αυτή ζήτα αμέσως συγνώμη>> ο πατέρας μου με επιπλήττει, αλλά μάταια δεν έχω να ζητήσω για τίποτα συγνώμη. <<Δεν πειράζει έχω συνηθίσει πλέον τον χαρακτήρα της κόρης σας. Τι να πω ίσως φταίνε οι παρέες που κάνει τώρα τελευταία....>> τα μάτια του Ανδρέα πέφτουν πάνω στον Ίαν και έπειτα σε εμένα. <<Σε παρακαλώ Ανδρέα>> η μητέρα του προσπαθεί να κρατήσει ήρεμη την κατάσταση αλλά άδικος κόπος <<Αλήθεια εσύ το λες αυτό>> απαντάω κοφτά.
<<Σάρα, τι πράγματα είναι αυτά>> η κατάσταση αρχίζει να ξεφεύγει και βλέπω όλους γύρω μας να τσιτώνονται <<Με κατηγορείς για κάτι; έκανα τόσες προσπάθειες μαζί σου, όμως απ' ότι φαίνεται μάλλον προτιμάς να έχεις δίπλα σου κατώτερους>>.
<<Ανδρέα. Αρκετά>> ο Ραφαέλ προσπαθεί να επιβάλει την τάξη, αλλά μάταια. Ξέρω ότι εννοεί τον Ίαν, δεν έχω ιδέα πως σκατά έχει καταλάβει ότι κάτι συμβαίνει μεταξύ μας, όμως δεν τον φτάνει ούτε στο μικρό του δαχτυλάκι. <<Τουλάχιστον αυτός δεν θα με απατήσει με το πρώτο μοντέλο που θα βρεθεί μπροστά του και μάλιστα φίλη μου>> σηκώνετε απότομα όρθιος και με κοιτάζει άγρια και κάνω και εγώ το ίδιο <<Τι έγινε δεν έχεις να πεις τίποτα ε; Να τους πω εγώ τότε, που σε έπιασα μέσα στο δωμάτιο με την Ζιζέλ>>, φωνάζω εξοργισμένη.
<<ΤΙ;>> η Βανέσα πετάγεται όρθια και μας κοιτάζει άναυδη γνώριζε πως ο αδελφός της με είχε απατήσει με κάποια, αλλά ποτέ δεν της είχα πει με ποια....
Ένας ήχος μας κάνει να γυρίζουμε τα κεφάλια μας και βλέπω την φίλη μου να χαστουκίζει τον αδελφό της. <<ΑΡΚΕΤΑ>> φωνάζουν οι πατεράδες μας και νοιώθω την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά <<ΤΙ ΣΚΑΤΑ ΚΑΝΕΙΣ>> ο Ανδρέα κοιτάζει έξαλλος την αδελφή του. <<Αυτό που έπρεπε να είχε κάνει η φίλη μου εδώ και καιρό, μαλάκα>> σφίγγει τις γροθιές του και τα μάτια του πετάνε σπίθες <<Πάμε, Σάρα>>. Πριν καταλάβω τι συμβαίνει η Βανέσα με τραβάει προς τα έξω και ξεκλειδώνει το αυτοκίνητο. Κοιτάζω πίσω μου τον Σαμ με τον Ίαν να βγαίνουν γοργά από το σπίτι <<Μπες>> παίρνω μια ανάσα και κάθομαι στην θέση του συνοδηγού και πριν προλάβουν να μας φτάσουν η φίλη μου βγαίνει προς τον κεντρικό δρόμο.
Δεν ξέρω καν τι να πω, οπότε κρατάω το στόμα μου κλειστό καθώς η φίλη μου οδηγεί προς την Ουάσιγκτον. Γαμώτο όλα πήγαν τόσο λάθος σε αυτό το δείπνο, είμαι σίγουρη πως ο Ίαν με τον Σαμ θα είναι έξαλλοι που έφυγα χωρίς αυτούς. Όμως αυτή την στιγμή προτιμώ την παρέα της φίλης μου από την δικιά τους.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top