Κεφάλαιο 20 Taste Of Heaven

Ανοίγω τα μάτια και κοιτάζω γύρω μου, είμαι ξαπλωμένη πάνω στο κρεβάτι του Ίαν ενώ απαλό φως μπαίνει μέσα στο δωμάτιο. Η πλευρά του είναι άδεια, όμως ξέρω πως κοιμήθηκε μαζί μου, κάποια στιγμή μέσα στο βράδυ θα έπαιρνα όρκο πως τον ένοιωσα να με αγκαλιάζει. Σηκώνομαι τυλίγοντας γύρω μου το σεντόνι, δεν προλαβαίνω να κάνω ένα βήμα και αισθάνομαι το σώμα μου να πονάει και ειδικά ένα συγκεκριμένο σημείο στο πίσω μέρος του κορμιού μου. Οι αναμνήσεις της χθεσινής νύχτα με κάνουν να κοκκινίσω. 

Κατεβαίνω προς τα κάτω, με κάθε σκαλοπάτι να μου υπενθυμίζει τι έκανα χθες το βράδυ, ακούω φασαρία από την κουζίνα και πλησιάζω. Θεέ μου. Ο Ίαν φοράει μόνο ένα μαύρο μποξεράκι και περιφέρετε μέσα στον χώρο, μόλις φτάνω κοντά τον βλέπω να χτυπάει μερικά αυγά σε ένα μπολ και τα ρίχνει στο καυτό τηγάνι. <<Μα... μαγειρεύεις;>> κοιτάζει ξαφνισμένος προς το μέρος μου, μάλλον δεν είχε καταλάβει πως είχα κατέβει κάτω. <<Δυστυχώς πριγκίπισσα κάποιοι από εμάς δεν είχαμε την τύχη να μεγαλώσουμε μέσα στα πλούτη και να έχουμε υπηρετικό προσωπικό>> τον κοιτάζω και αγνοώ τον υπαινιγμό του για την οικονομική μου κατάσταση. 

Τραβάω ένα από τα ψιλά σκαμπό και κάθομαι <<Οι γονείς σου;>> ρωτάω καθώς δεν γνωρίζω τίποτα για την προσωπική του ζωή, <<Δεν ξέρω>> τον κοιτάζω και συνοφρυώνομαι, δεν καταλαβαίνω τι εννοεί, ίσως δεν έχουν καλές σχέσεις. <<Μεγάλωσα σε ορφανοτροφείο>> γαμώτο. Κάτι μέσα μου σφίγγετε, καθώς φαντάζομαι τον Ίαν μικρό να παίζει σε ένα χώρο με άλλα παιδιά τα οποία οι γονείς τους τα είχαν παρατήσει ή δεν μπορούσαν να τα μεγαλώσουν. Αναρωτιέμαι τι από τα δυο να συνέβη σε αυτόν. <<Λυπάμαι... δεν το ήξερα...>> μου ρίχνει μια ματιά ενώ ανακατεύει τα αυγά <<Δεν βγάζουμε όλοι μας, τις ζωές μας στην δημοσιότητα>>κι άλλη μπηχτή. <<Ίσως δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά>> απαντάω και χαμογελάει ελάχιστα <<Πάντα υπάρχουν δυο δρόμοι πριγκίπισσα>> λέει ενώ γεμίζει δυο κούπες με καφέ. 

<<Δηλαδή δεν ξέρεις ποιοι είναι οι βιολογικοί σου γονείς;>> τον βλέπω να σφίγγετε ίσως δεν πρέπει να του κάνω τόσο προσωπικές ερωτήσεις, όμως θέλω να μάθω περισσότερα γι' αυτόν. <<Όχι. Με παράτησαν μόλις γεννήθηκα μεγάλωσα στο ορφανοτροφείο και όταν ενηλικιώθηκα κατατάχθηκα στον στρατό, αυτή ήταν η ζωή μου μέχρι σήμερα. Τέλος οι ερωτήσεις ώρα να φας>> αφήνει ένα πιάτο μπροστά μου και μια κούπα καφέ, ενώνω τα βλέμματα μας και ξέρω πως δεν μπορώ να τον πιέσω περισσότερο ακόμα και αυτά τα λίγα που έμαθα, όμως με κάνουν να χαμογελάσω. 

Κάθετε απέναντι μου και πίνω λίγο από τον καφέ μου ενώ δοκιμάζω την ομελέτα. Μμμμ υπέροχη. <<Τι...>> τα μάτια του συναντάνε τα δικά μου και τον βλέπω να τσιτώνετε νομίζει πως θα συνεχίσω τις ερωτήσεις <<Τι είπες στον πατέρα μου χθες;>> χαλαρώνει και παίρνει μια ανάσα, μια υπομειδιά χαμόγελου εμφανίζεται στα χείλη του. <<Ότι σου προέκυψε μια επαγγελματική συνάντηση με την Γουέντι, η οποία ήρθε απροειδοποίητα από την Νέα Υόρκη>>,  ωραία δικαιολογία. <<Και... που δεν κοιμήθηκα το βράδυ σπίτι;>> τα μάτια του με κοιτάζουν και το γαλάζιο χάνετε μέσα στο σκούρο πράσινο. <<Ότι θα την συναντούσες στην Βαλτιμόρη>>. Που! Τον κοιτάζω απότομα και χαμογελάει, τελικά ο Ίαν Νάιτ είναι αρκετά καλός με τα ψέματα. 

<<Αυτό σημαίνει πως δεν χρειάζεται να επιστρέψω αμέσως πίσω στο σπίτι, άλλωστε η Βαλτιμόρη είναι και εβδομήντα χιλιόμετρα μακριά>> σηκώνει το φρύδι του και τα μάτια του σκουραίνουν περισσότερο. <<Μη με προκαλείς πριγκίπισσα γιατί γνωρίζω πως κάτω από το σεντόνι είσαι γυμνή και αν κρίνω από τον χρόνο που σου πήρε για να κατέβεις τις σκάλες, μάλλον το σώμα σου χρειάζεται ξεκούραση>>.  

<<Κι αν...>> σηκώνομαι από την καρέκλα μου και τον πλησιάζω νωχελικά <<Δεν θέλω να ξεκουραστώ;>> φτάνω σχεδόν μπροστά του και γυρίζει για να με αντικρίσει. Ακουμπάω απαλά το χέρι μου πάνω στο στέρνο του και παίζω με τις ελάχιστες τριχούλες που υπάρχουν κάτω από τον αφαλό του και φτάνουν μέχρι την βουβωνική χώρα του. Σηκώνω τα χέρια μου και το σεντόνι γλιστράει από το κορμί μου, παίρνει μια απότομη ανάσα και με μια κίνηση με αρπάζει ενώνοντας τα χείλη μας σε ένα παθιασμένο φιλί.   

Σηκώνετε όρθιος και με τραβάει προς τον επάνω όροφο και το υπνοδωμάτιο, <<Ξάπλωσε>> προστάζει και κάνω ότι μου ζητάει. <<Άνοιξε τα πόδια σου πριγκίπισσα>> τα μάτια του πέφτουν ανάμεσα στους μηρούς μου και ξέρω πως μπορεί να δει τα υγρά μου να γυαλίζουν πάνω τους, δεν πρόλαβα καν να πάρω ανάσα καθώς έρχεται μπροστά μου, σκύβει και βάζει τα πόδια μου πάνω στους ώμους του. Τον νοιώθω να με καταβροχθίζει με την γλώσσα του, όπως ένας χαμένος άνθρωπος μέσα στην έρημο που βρίσκει ξαφνικά μια όαση με νερό.... 

Πιπιλάει την κλειτορίδα μου και βάζει μέσα την γλώσσα του κάνοντας την όραση μου να θολώσει, βογκάω δυνατά και σπαρταράω όμως τα χέρια του κρατάνε ακίνητα τα πόδια μου. <<Άνοιξε τα μάτια του και κοίτα ψιλά>>. Θεέ μου. Από τον καθρέφτη μπορώ να δω όχι μόνο εμένα που καίγομαι ζωντανή, αλλά και την γλώσσα του Ίαν που με πηδάει, ρουφώντας δυνατά την κλειτορίδα μου. Μια κραυγή βγαίνει από τα χείλη μου και προσπαθώ να τραβηχτώ, αλλά μάταια, τα χέρια του έχουν γραπώσει τους γλουτούς μου. Η εικόνα που βλέπω απέναντι μου με κάνει να φτάσω σε οργασμό σχεδόν επιτόπου, όμως πριν καν προλάβω να συνέλθω ο Ίαν σηκώνετε όρθιος με τα πόδια μου ακόμα πάνω στους ώμους μου και μπαίνει βίαια μέσα μου. 

Οι ωθήσεις του είναι τόσο έντονες που αισθάνομαι το σώμα μου να μετακινείτε πάνω στο κρεβάτι, ανασηκώνει περισσότερο τα πόδια μου κάνοντας με να διπλωθώ και μπαίνει ακόμα πιο βαθιά μέσα μου. <<Αυτός είναι ο κατάλληλος τρόπος συμπεριφοράς σε μια δεσποινίδα>> το βλέμμα του είναι σκοτεινό και παρ' όλο που είναι μέρα νοιώθω λες και όλο το φως γύρω μας έχει αντικατασταθεί από πυκνό σκοτάδι. <<Δεν συμφωνείτε δεσποινίς Σάρα;>> 

<<Μμμ>> μουγκρίζω καθώς είναι πρακτικά αδύνατον να μιλήσω, να σκεφτώ. Ο Ίαν έρχεται από πάνω μου και το χέρι του πιάνει το πιγούνι μου στρέφοντας το προς το καθρέφτη από πάνω μας, <<Θέλω να βλέπεις τον εαυτό σου καθώς σε κάνω να τελειώνεις. Θέλω να βλέπεις ποιος σε κάνει να χύνεις πριγκίπισσα>>, είναι το αποκορύφωμα τον αισθήσεων, το στόμα μου ανοίγει και μια βουβή κραυγή βγαίνει από μέσα μου. Εκρήγνυμαι δυνατά με το κορμί μου να σπαρταράει και βλέπω τον Ίαν να τραβιέται και να τελειώνει πάνω στο στήθος μου. Μερικά υγρά του πιτσιλάνε το κάτω μέρος του προσώπου μου. Βγάζω την γλώσσα μου και τα γλύφω. Γεύομαι την υπέροχη γεύση τους.

Αφήνει τα πόδια μου πάνω στο κρεβάτι και πέφτει δίπλα μου ξέπνοος, <<Πραγματικά νομίζω πως μαζί σου ξαναπερνώ την εκπαίδευση μου στον στρατό>> γελάω σιγανά και τον κοιτάζω. Θα μπορούσα να τον κοιτάζω για πάντα... 

Προσέχω μερικές αμυχές πάνω στο σώμα του και απλώνω το χέρι μου προς το μέρος τους, <<Στην πρώτη μου αποστολή>> σχολιάζει και σηκώνω τα μάτια μου προς το μέρος του. <<Αυτό;>> είναι ένα μικρό σημαδάκι σε σχήμα μισοφέγγαρου στο πάνω μέρος του ώμου του, <<Το είχα από πάντα...>> λέει αδιάφορα.  <<Και αυτό;>> αγγίζω μια αρκετά μεγάλη χαρακιά, η οποία ακόμα διακρίνετε και βρίσκετε στα πλευρά του. <<Στην τελευταία αποστολή μου...>> δαγκώνω τα χείλη μου και σκύβω προς το μέρος της για να αφήσω ένα απαλό φιλί πάνω στο σημείο. <<Πως;>> καταπίνει και τσιτώνετε, << Υπήρχαν δυο ομάδες του στρατού και έπρεπε να συνεργαστούμε μεταξύ μας. Ήμασταν έτοιμοι για επιδρομή, η αποστολή ήταν μυστική και έπρεπε να τους αιφνιδιάσουμε. Το είχαμε κάνει αρκετές φορές στο παρελθόν και πάντα με επιτυχία, παρ' όλο που οι αντίπαλοι υπερτερούσαν σε αριθμό. Όταν ένας στρατιώτης από την άλλη ομάδα πυροβόλησε πριν δώσω την εντολή, με αποτέλεσμα να προδώσει τις θέσεις μας. Όλα έγιναν σε κλάσματα του δευτερολέπτου, μας περικύκλωσαν και από τους δέκα άνδρες της ομάδας μου έζησαν μόνο οι τέσσερις. Οι επιπτώσεις ήταν άσχημες...>>. 

Νοιώθω ένα σφίξιμο στο στήθος και ένα κύμα συμπόνιας προς τον άνδρα απέναντι μου, γνωρίζοντας πως εάν δεν είχε πάει τόσο στραβά εκείνη η αποστολή τώρα δεν θα ήταν εδώ, δεν θα ήταν σωματοφύλακας μου. <<Λυπάμαι πολύ...>>, ο Ίαν με κοιτάζει και παραμερίζει μια τούφα από τα μαλλιά μου, <<Δεν χρειάζεται, δεν έφταιγες εσύ, εκτός κι αν ήσουν ένας από τους άνδρες της άλλης ομάδας>> χαμογελάω ελάχιστα και γνωρίζω πως το κάνει για να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα. <<Πρέπει να επιστρέψουμε πίσω>> πίσω δηλαδή σπίτι....

Σηκώνομαι ταυτόχρονα με τον Ίαν από το κρεβάτι και κοιτάζω τα ρούχα μου που είναι ακουμπισμένα στην καρέκλα. Πιάνω το φόρεμα και τα παπούτσια και βλέπω τον Ίαν να ντύνετε με ένα μαύρο κοντομάνικο και τζιν παντελόνι. Κοιτάζω την μικρή ντουλάπα και τα ελάχιστα ρούχα που βρίσκονται μέσα της, προφανώς τα υπόλοιπα είναι στο δωμάτιο του σπιτιού μου. 

<<Πάρε>> γυρίζω προς το μέρος του και βλέπω να μου δίνει ένα δερμάτινο μπουφάν, <<Κάνει κρύο>> συμπληρώνει και το πιάνω στα χέρια μου. Το πανωφόρι έρχεται σε αντίθεση με το σατέν φόρεμα μου και μου υπενθυμίζει για ακόμη μια φορά τους διαφορετικούς κόσμους που ζούμε. <<Πάμε;>> τραβάω το βλέμμα μου από τον καθρέφτη και τον ακολουθώ προς τα κάτω και έπειτα έξω, ρίχνω μια τελευταία ματιά στον χώρο και αναρωτιέμαι εάν θα ξαναβρεθώ εδώ μέσα.... 

<<Πως θα γυρίσουμε πίσω;>> ρωτάω καθώς τον βλέπω να κλειδώνει <<Με τα πόδια>> τον κοιτάζω άγρια καθώς δεν υπάρχει περίπτωση να κάνω ούτε ένα βήμα πάνω σε αυτές τις γόβες πόσο μάλλον τόσα χιλιόμετρα. Χαμογελάει και με προσπερνάει, τραβάει την μηχανή και τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα <<Ανέβα πάνω πριγκίπισσα>>, καταπίνω και γελάει <<Δεν είναι τίποτα, απλώς πέρνα τα πόδια σου και κρατήσου πάνω μου>>. 

Τον πλησιάζω και ανεβαίνω με μια κίνηση <<Ικανοποιημένος>> στενεύει τα μάτια του και αντί να κρατηθώ από αυτόν ακουμπάω στο μπροστινό μέρος της μηχανής. Το συνοφρύωμα του γίνετε μεγαλύτερο <<Δεν σου είπα να κρατηθείς από εκεί, αλλά από εμένα, έχεις ανέβει ξανά σε μηχανή πριγκίπισσα;>> δαγκώνω το χείλος μου και καταπίνω. <<Με τον Ανδρέα...>> μου δίνει απότομα ένα κράνος και φοράει το δικό του, <<Ελπίζω τότε να μην φοβάστε δεσποινίς Σάρα>>> γαμώτο...

Πατάει γκάζι απότομα και αναγκάζομαι να τυλίξω τα χέρια μου γύρω του για να κρατηθώ, βγαίνει στον δρόμο και ξεκινάει για το σπίτι. Γαμώτο, γνωρίζω πως έχει νευριάσει εάν τον πειράζουν οι απαντήσεις μου τότε να μην ρωτάει.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top