Η λεμονιά
Η ξινή αφού με παρακολουθεί προσεκτικά, βάζει τον δείκτη της μπροστά και με προειδοποιεί.
- Ένα πράγμα να ξέρεις. Ο Μάριος είναι δικός μου.
Αλήθεια τώρα; Γελάω πραγματικά με την τύπισσα. Φοβάται ότι όλη μέρα εγώ καταστρώνω σχέδια, πώς να είμαι με τον άντρα της;
Καλά γίνεται κι αυτό, όμως όχι ότι σκοπεύω να τον απαγάγω χωρίς την θέληση του. Το θέμα είναι να είναι μαζί μου επειδή επιθυμεί διακαώς ο ίδιος. Τα μέτρια δεν μου άρεσαν ποτέ. Της απαντάω αναλόγως.
- Λουράκι του έβαλες; Τσιπάκι του έκανες; Πώς τον κυκλοφορείς έτσι; Θα στον κλέψουν. Δικός σου είναι, αλλά γιατί φοβάσαι; Αν σε έχει μέσα στην καρδιά του, σου ανήκει και δεν θα φύγει. Αν πάλι όχι, ότι μπιχλιμπίδια και να βάλεις, ό,τι και να κάνεις, θα το σκάσει. Αμφιβάλλεις για την αγάπη του και ελέγχεις;
Μένει με το στόμα ανοιχτό, λες και είπα κάτι παράλογο. Πάντως σε κάθε συνάντηση μας η ξινή, που μόνο το όνομα λεμονιά της ταιριάζει, βγάζει αφρούς από το στόμα. Τοποθετώ τα γυαλιά ηλίου μου και απομακρύνομαι, πριν προλάβει να μου απαντήσει. Για την ακρίβεια τρέχω προς το αυτοκίνητο μου. Μπαίνοντας σε αυτό κάθομαι να ηρεμήσω, καθώς είμαι λαχανιασμένη και η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή.
Παίρνω τηλέφωνο τον Άρη, τον κολλητό μου. Τον διατάζω να πάει επειγόντως σπίτι μου, όσο κατευθύνομαι και εγώ εκεί.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top