□04□

0.4 Someone i used to trust


《Για πόση ώρα θα με ζωγραφιζεις;》 ρώτησε το αγόρι καθώς ξεφυσηξε και ξάπλωσε πάνω στην απαλή άμμο

《Βαζω κάτι σκιασεις και τελειώνω》 απάντησε η τότε δεκατετραχρονη Chaeri , η οποία καθόταν δίπλα από το υπερκινητικό αγόρι καθως ζωγράφιζε την φιγούρα του φίλου της να παίζει με τις πέτρες στην ακρογιαλιά

Ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει και ολόκληρη η παραλία είχε πλημμυρίστει από το μαγευτικο πορτοκαλί χρώμα του ουρανού. Οι χαλαρωτικοι παφλασμοι των κυμάτων δρούσαν σαν ένα νανούρισμα στα αυτιά της νεαρής  και το χαλαρό καλοκαιρινό αεράκι ανακατευε τα κατσαρα μαλλιά της.

Η Chaeri μετακίνησε το τετράδιο που είχε στηριγμένο στα πόδια της και το φλοραλ φόρεμα της σηκώθηκε ελαφρώς.

Η περιπλανώμενη μάτια του φίλου της επικεντρώθηκε στα λευκά σαν γάλα λεπτεπιλεπτα πόδια της και το αγόρι προεκτεινε το χέρι του όμως η φωνή της κοπέλας τον επανέφερε στην πραγματικότητα.

《Το τελείωσα!》 Αναφώνησε άκρως ενθουσιασμένη η γλυκύτατη ύπαρξη, φορώντας ένα από τα πιο όμορφα χαμόγελα της και έδειξε το άκρως προσεγμένο σκίτσο της γεμάτη περηφάνια

Δεν κατάφερες να αποτυπώσεις στο χαρτί την αστείρευτη ομορφιά μου》 αστειευτηκε ο νεαρός και πλησίασε λίγο περισσότερο την κοπέλα προσποιούμενος πως παρατηρούσε καλύτερα τη ζωγραφιά ενώ στην πραγματικότητα ήθελε απλά να μυρίσει το  φρουτενιο άρωμα της Chaeri

Η αθώα κοπέλα που είχε πάντα κατεβασμένες τις άμυνες της ηταν απορροφημένη στην ομορφιά  του τοπιου που δεν κατάφερε να παρατηρήσει τις προθέσεις του παιδικου της φίλου.

Εξάλλου του είχε τυφλή εμπιστοσύνη.

Τα ξανθά μαλλιά του Mark ανέμιζαν εξίσου στον ατιθασο αέρα και δίχως να σκεφτεί κάτι άρπαξε το τετράδιο από τα χέρια της κοπέλας .

Άρχισε να τρεχει προς την άκρη της θάλασσας και προσποιούνταν πως πετούσε το πολύτιμο τετράδιο της φίλης του.  Η κοπέλα έντρομη έτρεξε προς το μέρος του και προσπαθησε να πάρει πίσω ότι της ανήκε δικαιωματικά όμως εκείνος εξακολουθούσε να την πείραζει και να σηκώνει πιο ψηλά το χέρι του.

Του άρεσε να της παίρνει αβίαστα ότι της ανήκε...

Πάνω στο παιχνίδι τους ο νεαρος Mark παραπατησε σε μια μεγαλη πέτρα και κατέληξε να πέσει πάνω στην βρεγμένη αμμουδιά παρασερνοντας στον διαβα του και την Chaeri.

Τα σώματα τους βρισκόταν τόσο κοντά όμως ταυτόχρονα και τόσο μακριά.

Ο ωμός της Chaeri χάιδεψε απαλά το χέρι του αγοριού, πρώτου η κοπέλα πάρει πίσω το τετράδιο της και στηρίζοντας τα χέρια της στην άμμο, σηκώθηκε απότομα καθώς τίναξε το φόρεμα της.

《Chaeri...έχεις σκεφτεί αν θα ήθελες να έχεις αγόρι;》

《Chaeri με ακούς; Το μαθημα ξεκίνησε γλυκιά μου》 ψιθύρισε η μεσήλική γυναίκα καθώς σκουντηξε ελαφρά το χέρι της νεαρής η οποία ήταν βυθισμένη στον κόσμο των αναμνήσεων 

Όταν το βλέμμα της επικεντρώθηκε στο κέντρο της αίθουσας αντίκρισε τον Henrico ο οποίος χαμογελούσε ως συνήθως , ηταν ντυμένος σαν καταλογο χρώματων απο την σεζον ανοιξη- καλοκαιρι και άρχιζε πάλι να αφαιρεί τα ρούχα του όπως είχε κάνει και στο προηγούμενο μάθημα.

Η Chaeri γύρισε το κεφάλι της και παρατήρησε τους καμβαδες των υπολοίπων συμμαθητών οι οποίοι ήδη είχαν σκιτσαρει το βασικό σχέδιο , έπειτα κοίταξε τον δικο της άδειο καμβά.

Το νεαρό μοντέλο αφαίρεσε και τη μπλούζα του καθώς το σύνηθες αίσθημα ναυτίας επισκέφτηκε ξανά την κοπέλα.
Όμως υπήρξε μια ελάχιστη βελτίωση.

Την προηγούμενη φορά η Chaeri έτρεξε στην τουαλέτα πρώτου ο Henrico αφαιρέσει καν την γούνα του. Αυτή την φορά άντεξε μέχρι τη μπλούζα.

Η αλήθεια είναι πως ήταν τόσο χαμένη στις απαίσιες μνήμες του παρελθόντος  σε σημείο που είχε αποξενώθει από το περιβάλλον της επομενως δεν είχε συνειδητοποίησει πως o Henrico είχε ξεκινήσει να κάνει τη δουλειά του ανενόχλητος.

Τρέχοντας στους πολύ οικείους διαδρόμους που κατευθύνονταν προς τις τουαλέτες η Chaeri ξαφνικά σταμάτησε για να πάρει βαθιές ανάσες και τοποθέτησε τα χέρια της στα γόνατα της, σκυβοντας ελαφρώς.

《Παω στο αυτοκίνητο》 ακούστηκε η φωνή της Paula από το βάθος και η νεαρή γύρισε για να της γνεψει καταφατικά καθώς την έβλεπε να χάνεται από το οπτικό της πεδίο

Παρότι ζεστός ιδρώτας έτρεχε από το κούτελο της κοπέλας εκείνη ένιωσε μια παγωμένη ανατριχίλα να κυριεύει ολόκληρο το σώμα της και αγκάλιασε τον εαυτό της για να καθησυχάσει την καρδιά της που ήταν έτοιμη να ξεφύγει από το στήθος της.

《Ηρέμησε Chaeri κανείς δεν θα σε πειράξει》 ψιθύρισε παρηγορητικα στον εαυτό της και σηκώθηκε πάλι στο ύψος της , διορθώνοντας το καφέ πουλόβερ της

Πάλι θα έπρεπε να περιμένει έως ότου τελειώσει το μάθημα για να πάρει τα χρώματα της.

¤¤¤

Ο ανοιξιάτικος αέρας είχε πλημμυρίσει
ολόκληρο το μερος και ο Henrico έκλεισε τα μάτια του αφουγκραζοντας τον καθαρό αέρα που έμπαινε μέσα από τα ορθάνοιχτα παράθυρα. Πάλι είχε μείνει μόνος του στην αίθουσα. Του άρεσε να νιώθει πως είναι και εκείνος φοιτητής για αυτό καθόταν στα θρανία και άνοιγε ένα από τα βιβλία που είχε η μικρή βιβλιοθήκη στη γωνία του δωματίου, κάνοντας  πως διάβαζε.

Παντα ήθελε να πάει κολλέγιο και να σπουδάσει υποκριτική.

Αλλά τα όνειρα είναι για λίγους.

Το να έρχεται σε αυτο το μέρος ήταν σαν κόλαση και παράδεισο ταυτοχρόνως.

Από τη μια χαιρόταν που ερχόταν σε ένα χώρο που υπό διαφορετικές συνθήκες δεν θα είχε την ευκαιρία να επισκεφτεί όμως από την άλλη ζήλευε τους υπόλοιπους φοιτητές.

Παραπονιοντουσαν  για το κουραστικό πρόγραμμα μαθημάτων ενω ο Henrico θα έδινε τα πάντα για να νιώσει αυτου του ειδους τη κούραση.

《Πάλι εδώ είσαι》 ακούστηκε μια γυναικεία φωνή και ο Henri εξυσε το κεφάλι του καθώς κοίταξε την ταλαιρωπημενη κοπέλα που είχε επιστρέψει για να πάρει τα χρώματα της και τα πινελα της 

Τούφες από τα κατσαρα κόκκινα μαλλιά της πετούσαν προς όλες τις κατευθύνσεις σαν κεραίες και τα σκούρα ρούχα που φορούσε ήταν εντελώς αφύσικα συγκριτικά με τον ανοιξιάτικο καιρό.

《Είσαι η κερασενια! Πάλι έφυγες από το μαθημα...όλα καλα;》 ρώτησε ο νεαρός καθώς έβγαλε το τζιν μπουφάν που φορούσε

《Chaeri είναι το όνομα μου όχι κερασενια》μουρμούρισε η νεαρή εκνευρισμένη αποφεύγοντας την καρφωτικη αετισια μάτια του Henri

《Το ξέρεις πως θα μείνεις στο μάθημα; Αχ τα πράγματα που θα έκανα αν ήμουν στη θέση σου. Σου προσφέρεται μια τεράστια ευκαιρία και-》 ξεκίνησε σχεδόν ναγκρινιάζει ο μυωδης γίγαντας και η Chaeri τον διέκοψε προσβεβλημένη

《Δεν ξέρεις τίποτα για εμενα. Και ναι εσένα αν σου προσφερόταν αυτή η ευκαιρία θα είχες πάρει πτυχίο και τα λοιπά.  Τα έχω ξανά ακούσει αυτά. Ξέρεις όμως κάτι; Δεν είσαι στη θέση μου . Εσύ απλά κάθεσαι γυμνός και οι άλλοι σε κοιτάνε 》απάντησε άτσαλα γεμάτη συναισθηματισμό η νεαρή χωρίς να σκεφτεί τα απερίσκεπτα λόγια της

《Πιστεύεις πως είναι εύκολο να κάθομαι επί ώρες, αφήνοντας μια αίθουσα γεμάτη άγνωστους να βλέπουν το 'μαγικό ραβδί' μου ; Και όχι μόνο αυτό πριν έρθω εδώ έχω ήδη κάνει μια βάρδια στη πρωινή δουλειά μου, μετά από εδώ πηγαίνω να ντατεψω τα αδέρφια μου και μετά πάω στη βραδινή δουλειά μου. Ο κάθε ένας έχει τα δικά του προβλήματα και ανησυχίες. Το κατανοώ πως πιθανότατα να περνας δύσκολα ομως σκέψου πως δεν είσαι η μόνη. Ξέρεις προσπαθώ να σου μιλήσω και εσύ απλά μου φέρεσαι με αγένεια χωρίς να σου έχω κάνει κάτι》 είπε ο νεαρός και απόλυτη ησυχία επικράτησε πρώτου ανοιξει πάλι η Chaeri το στόμα της

Πολλές σκέψεις κατέβαλαν το μυαλό της κοπέλας αλλά εκείνη αναρωτήθηκε για ένα δεύτερο 'ποιο είδος άνθρωπού αποκαλεί το γενετικό του όργανο μαγικό ραβδί' .

《Δεν σου ζήτησα ποτέ να μου μιλήσεις》 δήλωσε παίρνοντας τα πράγματα της κατευθυνόμενη προς τη ξύλινη πόρτα και γύρισε τη μικροσκοπική πλάτη της στον άντρα

《Συγγνώμη. Απλά...έμοιαζες σαν να χρειαζόσουν έναν φίλο》 είπε δειλά ο Henri και έσκυψε ντροπιασμένος το κεφάλι του καθώς η κοπέλα έμεινε στάσιμη στη θέση της

Ο Henri πάλι το έκανε.

Είχε την τάση να πιέζει τους άλλους να του μιλάνε.

Ίσως επειδή τον έκανε να νιώθει πιο επιθυμητό.

《Δεν θέλω φίλους. Πόσο μάλλον έναν άντρα φίλο 》 ψέλλισε η Chaeri ανακατεύοντας τα μαλλιά της και σουφρωσε τα κόκκινα χείλη της

《Ξέρεις και εμείς οι αντρες δεν είμαστε τόσο κακοί όσο πιστεύεις. Τουλάχιστον κάποιοι από εμάς. Στην ζωή μας γνωρίζουμε 'καλούς' και 'κακους' ανθρώπους ανεξαιρέτως φύλου. Αν και πιστεύω πως τέτοιες έννοιες είναι πολύ απόλυτες και ότι κανείς μας δεν είναι τέλειος》 ξεκίνησε να λέει ο νεαρός αποκτώντας την προσοχή της Chaeri η οποία γύρισε ολόκληρο το σώμα της και τον κοίταξε για πρώτη φορά στα μάτια

Για μια στιγμή  χάθηκε στην πισίνα  του υπεροχου πράσινου των ματιών του. Τα μάτια του Ήταν τόσο καθαρά απο οποιαδήποτε συναίσθημα σε σημείο που έβλεπε την αντανάκλαση της να καθρεφτίζεται.

《Πιστεύω πως μας έχεις παρεξηγήσει. Λοιπόν τι λες να κάνουμε μια συμφωνία;》 ρώτησε ο Henrico χαμογελώντας γλυκά καθώς σηκώθηκε από την καρέκλα στην οποία καθόταν όλη αυτή την ώρα και πλησίασε την νεαρή

¤¤¤

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top