part nine

Στεκόταν πάνω από το κινητό της επί μισή ώρα, προσπαθώντας να πείσει τον εαυτό της να πληκτρολογήσει τον καταραμένο αριθμό. Ευχόταν να είχε δώσει εκείνη τον δικό της αριθμό στην Κορτέζ ώστε να μην χρειαζόταν να την πάρει εκείνη. Κι ενώ δεν είχε καμία διάθεση να ακούσει εκείνη την ενοχλητική μα τόσο χαρακτηριστική φωνή, ήξερε πως η εργασία έπρεπε να γίνει και σίγουρα δεν θα γινόταν μόνη της.

«Γίνεσαι γελοία,» είπε στον εαυτό της.  «Κάνεις σαν πεντάχρονο.»

Το έκανε όπως θα τραβούσε ένα τσιρότο από το δέρμα της· γρήγορα, για να μη προλάβει να το μετανιώσει. Πάτησε την οθόνη και αμέσως άρχισε να ακούγεται ο γνωστός ήχος, μέχρι να το σηκώσει.

Μετά από τέσσερα μπιπ, ακούστηκε η φωνή της Κορτέζ. «Ναι;» Η Αντζέλικα στραβόκατάπιε και άρχισε να βήχει. «Ποιος είναι;» ρώτησε πιο επίμονα αυτή τη φορά η κοπέλα από την άλλη πλευρά του κινητού.

«Αντζέλικα Βένους εδώ,» είπε μόλις συνήλθε και χτύπησε το μέτωπο της. Πως γινόταν να τα είχε κάνει θάλασσα στα πρώτα δευτερόλεπτα της κλήσης;

Ίσιωσε την πλάτη της και θύμησε στον εαυτό της πώς έπρεπε να είναι. Σοβαρή, σύντομη και απόλυτη.

«Α, εσύ.»

«Σε παρακαλώ κρύψε τον ενθουσιασμό σου,» είπε ειρωνικά. «Πήρα για την εργασία. Πρέπει να βρούμε ημερομηνία για το πότε θα βρεθούμε και που.»

Η Κορτέζ αναστέναξε. Ακούστηκε ο ήχος σελίδων να γυρνάνε και μολυβιού να γράφει σε χαρτί. «Κοιτάς την ατζέντα σου;» την ρώτησε η Αντζέλικα χαμογελώντας ειρωνικά.

«Ναι, με έπιασες,» απάντησε βαριεστημένα. «Λοιπόν, μπορείς την Πέμπτη μετά το σχολείο;»

Η Αντζέλικα προσποιήθηκε πως το σκεφτόταν. Δεν μπορούσε να απαντήσει αμέσως, γιατί έτσι θα της έδινε το δικαίωμα να νομίζει πως δεν είχε τίποτα σημαντικό να κάνει όλη την εβδομάδα – το οποίο ήταν αλήθεια αλλά η Κορτέζ δεν χρειαζόταν να το ξέρει.

«Τετάρτη θα με βόλευε περισσότερο.»

«Έχω προπόνηση μετά το σχόλασμ-»

«Και μετά την προπόνηση;» την διέκοψε. «Έχεις κανονίσει κάτι άλλο;»

«Όχι αλλά-»

«Άρα έκλεισε.» Στο πρόσωπο της σχηματίστηκε ένα μειδίαμα στην σκέψη του πόσο εκνευρισμένη ήταν εκείνη την στιγμή η Κορτέζ. Μπορούσε να φανταστεί τη μύτη της να ζαρώνει όπως κάθε φορά που δεν ήξερε τι να απαντήσει στα σχόλια της Αντζέλικα.

Η Κορτέζ δεν το άφησε έτσι και πέρασε στην αντεπίθεση. «Καταρχήν, αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να κάτσεις καθ' όλη την διάρκεια της προπόνησης. Και δεν έχω καμία όρεξη να βλέπω την σκατόφατσα σου όσο προπονούμαι.»

«Εγώ πάλι ανυπομονώ να βλέπω την δική σου όσο προπονείσαι,» απάντησε έξυπνα, όταν της ήρθε μια ακόμη ιδέα. «Κι ο Μπράιαν δεν θα είναι εκεί;»

«Ναι..»

«Άρα θα έχω και κάτι ωραίο να χαζεύω.» Τερμάτισε την κλήση προτού ακούσει την απάντηση της Κορτέζ και άφησε το κινητό της στο κομοδίνο δίπλα από το κρεβάτι της.

Η αλήθεια ήταν πως δεν ήξερε γιατί είχε αναφέρει τον Μπράιαν και ήλπιζε πως η κοπέλα δεν θα του ανέφερε αυτό που της είπε. Γιατί έτσι το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να του δώσει λάθος εντύπωση και ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελε να κάνει. Βέβαια, είχε σκοπό να εκμεταλλευτεί λιγάκι το γεγονός πως του άρεσε ώστε να κάνει παρέα μαζί του στα διαλείμματα και να "ανέβει" κοινωνικά, αλλά μέχρι εκεί.

Έτσι την Τετάρτη, αφού το κουδούνι είχε χτυπήσει, εξήγησε γρήγορα στον Θίο την κατάσταση και τον είδε να φεύγει μακριά μέσα στο αυτοκίνητο του Χάρι. Έπειτα, κατευθύνθηκε προς το γήπεδο, στο οποίο είχε δει νωρίτερα ένα κόκκινο κεφάλι να πηγαίνει.

Το γήπεδο του Λυκείου του Βάιολετ Χάιζ ήταν πιο μεγάλο απ' όσο περίμενε – σαφέστατα μικρότερο από αυτά που είχε το προηγούμενο σχολείο της, όμως έπρεπε να παραδεχτεί τους χωριάτες. Οι σιδερένιες κερκίδες ήταν άδειες, εκτός από ένα αγόρι που καθόταν λίγο πιο δίπλα από το σημείο που κάθισε η ίδια.

Φορούσε το σχολικό μπουφάν της ποδοσφαιρικής ομάδας, όμως η Αντζέλικα αμφέβαλλε πως ήταν δικό του. Είχε την σχολική τσάντα του πεσμένη στα πόδια του και στο χέρι του ένα burrito. Είχε σκούρο δέρμα, κοντοκουρεμένα μαλλιά και σκουλαρίκι στην μύτη. Δεν ήταν σίγουρη γιατί την είχε μαγνητίσει τόσο η εμφάνιση του, αλλά κάτι μέσα της την τραβούσε δίπλα του.

Εκείνος πρέπει να παρατήρησε πως τον κοιτούσε. Της χαμογέλασε κι εκείνη έκανε το ίδιο. Μετά από λίγο, το αγόρι μετακινήθηκε και ήρθε να κάτσει δίπλα της. Η μυρωδιά του burrito σε συνδιασμό με το άρωμα του ανακάτεψε ελαφρώς το στομάχι της.

«Με λένε Κέιντεν,» της έδωσε το χέρι του κι εκείνη του συστήθηκε. «Α, η καινούργια δεν είσαι; Ένα από τα δίδυμα;»

Μπορούσε με ευκολία να πει πως απολάμβανε την προσοχή, ένιωσε επιτέλους πως την έβλεπαν. «Ναι... πως ξέρεις τον αδερφό μου;» έσμιξε τα φρύδια της.

«Ω, μια φίλη μου που μίλησε γι αυτόν.» Όταν είδε το βλέμμα της Αντζέλικα, άρχισε να γελάει. «Δεν θα σου πω το όνομα της όμως, γιατί θα με σκοτώσει αν μάθει πως διαλαλώ τα λόγια της έτσι.»

«Δεκτό,» του απάντησε, παρόλο που μέσα της η περιέργεια την έκαιγε. «Αλλά ναι, αυτή είμαι.»

Ο Κέιντεν έγνεψε και επέστρεψε το βλέμμα του στο γήπεδο, όπου ο προπονητής (ένας μεγαλόσωμος Ρώσος με ξανθό μουστάκι) έδινε οδηγίες στην ομάδα. Η Αντζέλικα εντόπισε πρώτη την Κορτέζ και δίπλα της τον Μπράιαν. Σαν να ένιωσε το βλέμμα της, εκείνος γύρισε και της άστραψε ένα χαμόγελο, που διστακτικά ανταπέδωσε.

«Πως κι από δω;» την ρώτησε μετά από λίγο.

«Περιμένω την ηλίθια την Κορτέζ,» απάντησε με κατσούφικο τόνο, κάνοντας τον Κέιντεν να γελάσει με την αντίδραση της. «Έχουμε μια εργασία...»

Η Αντζέλικα δεν θα κατηγορούσε το αγόρι εάν την ρωτούσε πράγματα όπως γιατί την έλεγε ηλίθια; τι εργασία; γνωρίζονται; Παρόλ' αυτά, εκείνος δεν το έκανε. Σχεδόν ανακουφίστηκε.

«Εσύ τι κάνεις εδώ;» τον ρώτησε.

«Περιμένω το ηλίθιο το αγόρι μου,» της απάντησε με παρόμοιο τρόπο και γέλασε.

«Ω..»

«Ναι. Βλέπεις εκείνον με τα ξανθά μαλλιά, με το Καλιφορνιανό μαύρισμα;» με το δάχτυλο του της έδειξε προς τι κατεύθυνση να κοιτάξει. Η Αντζέλικα τον βρήκε εύκολα. Στεκόταν στο τέρμα, έτοιμος να πιάσει την μπάλα. «Αυτός είναι.»

«Είναι γλύκας, καλή δουλειά,» ήταν η απάντηση της και τα δύο παιδιά γέλασαν.

Μετά από λίγο, ο προπονητής σφύριξε την σφυρίχτρα του, σημαίνοντας πως για λίγο θα είχαν διάλειμμα. Η Αντζέλικα παρατήρησε πως τα περισσότερα παιδιά κάθισαν στα παγκάκια, εκτός από δύο που ανέβηκαν τις κερκίδες και ήρθαν προς το μέρος τους. Ο Κέιντεν και το αγόρι του απομακρύνθηκαν και άρχισαν να μιλάνε, τα χέρια τους μπλεγμένα μεταξύ τους.

Δυστυχώς για την Αντζέλικα, αυτός που ήρθε να μιλήσει σε εκείνη ήταν ο Μπράιαν. Σκούπισε με μια πετσέτα το ιδρωμένο μέτωπο του και έκατσε δίπλα της, με το κλασσικό χαμόγελο του να τυφλώνει την Αντζέλικα.

«Σε είδα και είπα να έρθω να χαιρετήσω,» της είπε και εκείνη έγνεψε, μη ξέροντας τι να απαντήσει. «Τι κάνεις εδώ;»

«Μεγάλη ιστορία, περιμένω τη Κορτέζ,» και μόνο στο όνομα της της ήρθε η επιθυμία να φέρει τα μάτια της στο πίσω μέρος του κεφαλιού της.

«Δεν ήξερα πως είστε φίλες.»

«Γιατί δεν είμαστε!» τον κοίταξε εκνευρισμένη, σαν να μην μπορούσε να πιστέψει τι είχε ακούσει.

Εκείνος μαζεύτηκε και αμέσως η Αντζέλικα ένιωσε άσχημα που του φώναξε έτσι. «Συγγνώμη,» της είπε αλλά γρήγορα ξαναεπέστρεψε στην κανονική του στάση. «Σου αρέσει το ποδόσφαιρο;»

«Είναι ενδιαφέρον άθλημα, τις λίγες φορές που έχω δει αγώνα στην τηλεόραση μου φάνηκε διασκεδαστικό.» Έκανε μια παύση. «Αλλά τώρα δεν σας πρόσεχα ιδιαίτερα.»

Για καλή της τύχη, ακούστηκε ο ήχος της σφυρίχτρας εκείνη τη στιγμή. Το διάλειμμα τελείωσε. Ο Μπράιαν φαινόταν διχασμένος, αλλά τελικά σηκώθηκε και πήγε να φύγει.

«Έι, περίμενε!» του φώναξε η Αντζέλικα κι εκείνος γύρισε πίσω. «Κάνε μου μια χάρη και μετέφερε στην Κορτέζ πως η ποδοσφαιρική στολή την δείχνει τουλάχιστον πέντε κιλά πιο χοντρή.»

Εκείνος, αν και μπερδεμένος, έγνεψε και επέστρεψε στο γήπεδο, όπου ήδη η υπόλοιπη ομάδα είχε συγκεντρωθεί γύρω από τον προπονητή. Η Αντζέλικα είχε συγκεντρώσει το βλέμμα της στην κοπέλα με την μελαχρινή αλογοουρά, περιμένοντας την αντίδραση της σε αυτό που θα της έλεγε ο Μπράιαν.

Όταν εκείνος έφτασε δίπλα της, της ψιθύρισε κάτι στο αυτί και η Αντζέλικα δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ένα στραβό χαμόγελο όταν η Κορτέζ γύρισε προς το μέρος της και ύψωσε το μεσαίο της δάχτυλο. Ο Ρώσος την μάλωσε, αλλά εκείνη δεν φαινόταν να μετανιώνει την χειρονομία της. Αμέσως επέστρεψε την προσοχή της στην προπόνηση.

Η Αντζέλικα, ενώ υπό άλλες συνθήκες απολάμβανε έναν καλό αγώνα ποδοσφαίρου κατά τον οποίο θα είχε την ευκαιρία να τσιρίξει συνθήματα και να χοροπηδήσει γύρω γύρω με άλλους θεατές όταν έμπαινε γκολ, βρήκε την προπόνηση αρκετά βαρετή. Γι αυτό και όταν τελείωσε, ένιωσε σχεδόν ευγνώμων κι ας ήξερε πως εξαιτίας του πείσματος της είχε βρεθεί σε εκείνη τη θέση.

Πριν φύγει, ο Κέιντεν ήρθε και την αποχαιρέτησε. Το ξανθό αγόρι δίπλα του της έδωσε το χέρι και συστήθηκε. Το όνομα του ήταν Φρανκ και τα γαλανά μάτια του ήταν το λιγότερο εντυπωσιακό πράγμα πάνω του. Όσο τους έβλεπε να φεύγουν, μπορούσε με ευκολία να πει πως τα δύο αγόρια ταίριαζαν πολύ.

Η Κορτέζ πρέπει να είχε κάνει ντουζ στα αποδυτήρια γιατί όταν ανέβηκε στις κερκίδες για να βρει την Αντζέλικα δεν είχε ίχνος ιδρώτα στο πρόσωπο της και φορούσε μια μακριά και φαρδιά μπλούζα με το σχολικό μπουφάν από πάνω.

«Τι κάθεσαι;» τη ρώτησε με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος. «Νομίζεις στις κερκίδες θα κάνουμε την εργασία;»

«Και που θα πάμε;»

«Στην βιβλιοθήκη,» απάντησε η Κορτέζ, σαν να ήταν αυτονόητο.

Η Αντζέλικα σήκωσε το φρύδι της. «Δεν ήξερα πως έχετε βιβλιοθήκη στο θλιβερό χωριουδάκι σας.»

«Ναι, ναι, γιατί είμαστε χωριάτες, το ξέρω,» τη διέκοψε εκείνη. «Πρέπει να βρεις νέες προσβολές γιατί έχεις καταντήσει βαρετή.»

Δεν πρόλαβε να υπερασπιστεί τον εαυτό της και τις προσβολές της γιατί η Κορτέζ είχε ήδη αρχίσει να κατεβαίνει τα σκαλιά. Πήρε την τσάντα της και προχώρησε από πίσω της, προσπαθώντας να μην χάσει την ισορροπία της λόγω των τακουνιών που είχαν τα μποτάκια της.

Στην βιβλιοθήκη επικρατούσε νεκρική σιγή, κάτι το οποίο ποτέ δεν συνέβαινε στις Νέας Υόρκης όσο αυστηρές κι αν ήταν οι βιβλιοθηκάριοι. Παρόλο που δεν ήταν πολύ μεγάλη, ήταν ευρύχωρη και εξοπλισμένη κατάλληλα με λιγοστούς υπολογιστές. Τα ράφια, γεμάτα με βιβλία, έφταναν πολύ ψηλά και χρειαζόταν σκάλα για να φτάσεις τα τελευταία βιβλία.

«Γεια Εσθέλ,» χαιρέτησε την ηλικιωμένη κυρία που βρισκόταν πίσω από το γραφείο η Κορτέζ.

«Ω, καλησπέρα Άντρεα μου.»

Έκατσαν στο πιο απομακρυσμένο σημείο που μπορούσαν να βρουν, έτσι ώστε να μην ενοχλούν τους άλλους τρεις ανθρώπους που διάβαζαν στα διπλανά τραπέζια. Η Αντζέλικα άφησε την τσάντα της κάτω και έβγαλε το κινητό της από την τσέπη, αφήνοντας το πάνω στο τραπέζι. Η Κορτέζ έβγαλε από την τσάντα της ένα τετράδιο.

«Λοιπόν, πρώτα πρέπει να βρούμε με ποιον από τους Ιδρυτές θα ασχοληθούμε,» ξεκίνησε η Κορτέζ.

«Ουάσινγκτον,» πρότεινε η Αντζέλικα και αμέσως η Κορτέζ κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.

«Όλοι γι αυτόν θα γράψουν και θα είναι πιο δύσκολο να διαλεχτεί η εργασία μας έτσι. Άσε που ο τύπος στο θέμα της δουλείας ήταν άθλιος..»

Εκνευρισμένη που η ιδέα της δεν είχε την ανταπόκριση που ήθελε, η Αντζέλικα με ελαφρώς επιθετικό τόνο είπε «Ωραία, ας ακούσουμε την δικιά σου ιδέα τότε. Προσπάθησε να βρεις μη προβληματικό Ιδρυτή.»

«Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος μη προβληματικός,» μουρμούρισε η Κορτέζ. «Το πρωί έκανα μια πάρα πολύ γρήγορη έρευνα για τους Ιδρυτές ώστε να βρω αυτόν που έχει περισσότερο ζουμί για να γράψουμε.» Έψαξε λίγο μέσα στις σημειώσεις της και έπειτα άφησε ένα σιγανό αναφωνητό. «Τι λες για τον... όχι τον Τζέφερσον, ήταν μαλάκας... ο Φράνκλιν ήταν βαρετός...»

«Χάμιλτον;» είπαν κι οι δυο ταυτόχρονα.

«Ωραία, συμφωνούμε κι οι δύο,» είπε η Αντζέλικα και πληκτρολόγησε στον υπολογιστή το όνομα του άντρα. Μπήκε στην Βικιπαίδεια και άρχισε να διαβάζει δυνατά, ώστε η Κορτέζ να σημειώνει τα βασικά για να τα ψάξουν αργότερα.

Η Αντζέλικα δεν περίμενε πως οι δυο τους θα συνεργαζόντουσαν τόσο καλά. Φυσικά δεν έλειπαν τα προσβλητικά και ειρωνικά σχόλια από καμία πλευρά, όμως κι οι δυο κάνανε υποχωρήσεις και συμβιβασμούς όταν χρειαζόταν. Ίσως απλά να προσπαθούσαν να τελειώνουν με αυτό. Πάνω απ' όλα, γιατί ήταν συγκεντρωμένες.

Είχε περάσει περίπου μία ώρα κατά την οποία το μόνο που έκαναν ήταν να κρατάνε σημειώσεις και παραπομπές για άρθρα και ιστοσελίδες όταν το τηλέφωνο της Κορτέζ χτύπησε. Βλαστήμησε στα ισπανικά όταν είδε το όνομα της επαφής και η Αντζέλικα δεν πρόλαβε να κοιτάξει αδιάκριτα προτού το σηκώσει.

Δεν μίλησε πάνω από σαράντα δευτερόλεπτα με το άτομο στην άλλη γραμμή και όταν το έκλεισε, φαινόταν έξαλλη.

«Ήταν η μάνα μου. Πρέπει να φύγω, υπήρξε ένα θεματάκι.»

«Κάτσε,,» την σταμάτησε η Αντζέλικα. Ακόμα δεν είχαν κάνει καν την μισή δουλειά από αυτό που χρειαζόταν και δεν μπορούσε να φύγει έτσι απλά. «Και τι θα γίνει με την εργασία;»

«Θα πρέπει να την συνεχίσουμε κάποια άλλη στιγμή απλούστατα,» απάντησε η Κορτέζ και την κοίταξε σαν να την προκαλούσε να δημιουργήσει σκηνή.

Κι ήταν γνωστό πως η Αντζέλικα δεν έλεγε όχι στις προκλήσεις.

«Δεν κατάλαβες καλά! Δεν σε περίμενα εγώ μιάμιση ώρα στην προπόνηση σου για να κάτσεις μια ωρίτσα μόνο και μετά να φύγεις!»

Η Κορτέζ την πλησίασε και εκείνη έκανε ένα βήμα πίσω, καθώς δεν της άρεσε ο τρόπος που τα μάτια της κοπέλας απέναντι της φαινόντουσαν να πετάνε αστραπές. «Πρώτον, βούλωσ'το γιατί είμαστε σε βιβλιοθήκη. Δεύτερον, εσύ ήθελες να βρεθούμε σήμερα. Τρίτον, σιγά μη σε ρωτήσω κιόλας για το τι θα κάνω.»

«Τέλος πάντων,» μουρμούρισε η Αντζέλικα, ξέροντας πως το σπαστικό κορίτσι είχε δίκιο.

Η Κορτέζ μάζεψε τα πράγματα της και έγινε καπνός, αφήνοντας την ξανθιά μόνη της στην βιβλιοθήκη, με όλα τα μάτια πάνω της.

Πήρε το τηλέφωνο της και πληκτρολόγησε ένα νούμερο. «Χάρι; Ναι. Μπορείς να έρθεις να με πάρεις;»

✧・゚: *✧・゚:*    *:・゚✧*:・゚✧
heyo

"δεν ήταν σίγουρη γιατί την είχε μαγνητίσει τόσο η εμφάνιση του, αλλά κάτι μέσα της την τραβούσε δίπλα του." it's the gaydar honey

η αντζέλικα είναι τόσο σπαστικιά ώρες ώρες, μ'αρεσει τόσο να γράφω σπαστικούς χαρακτήρες..

και η αντρεα απλά είναι η Κόρη™ μου και την αγαπάω απιστευτα, my badass gryffindor bean.

τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο!

p.s: τώρα που είπα για gryffindor θυμήθηκα το edit που είχα φτιάξει για τους χαρακτήρες και τους κοιτώνες στους οποίους ανήκουν ως καλός σπασίκλας που είμαι

( πάει πάνω - κάτω άρα η άντρεα είναι gryffindor, ο θίο ravenclaw, η τζεν και ο πίτερ hufflepuff & η αντζελικα slytherin )

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top