Κεφάλαιο 70: Μια νέα γενιά.


Καθόταν στον καναπέ και κρατούσε σημειώσεις για την επόμενη διάλεξή του. Στο ένα του χέρι κρατούσε το στυλό του και με τον αντίχειρά του άλλου του χεριού γυρνούσε γύρω γύρω την χρυσή μέρα στον παράμεσο. Δύο χέρια τον αγκάλιασαν και χαμογέλασε αχνά.
<<Μπαμπά, τελικά τι έγινε με την μαμά όταν της είπες ότι θα την προστατεύεις για πάντα;>> τα μικρά κάστανα της μάτια, ίδια μ αυτά που ερωτεύτηκε στην Μυρτώ και που αργότερα ερωτεύτηκε στην κόρη του, τον κοιτούσαν με απορία.

Άφησε τις σημειώσεις του στην άκρη, έβγαλε τα γυαλιά του και την τράβηξε κοντά του.
<<Ερμιόνη, δεν σου έχω πει να μην ψάχνεις τα πράγματά μου;>> προσπαθούσε -μάταια- να την μαλώσει.
Την σήκωσε και την άφησε πάνω στα πόδια του.
<<Δεν έψαξα τίποτα. Ήταν απλά πάνω στο κομοδίνο, δεν ήταν κρυμμένο ήταν πάρα πολύ φανερό και σύμφωνα με αυτό είναι ένα πειστήριο.>> τον ενημέρωσε και κρύφτηκε στο λαιμό του.
Ο Πάρης γέλασε δυνατά και χάιδεψε τα μαύρα μαλλιά της. Η κόρη του όχι μόνο του είχε μοιάσει εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, μάλλον και η επόμενη γενιά θα είχε έναν Μυλωνά εγκληματολόγο.
<<Το ξέρεις ότι είναι αργά και ότι πρέπει να κοιμηθείς έτσι;>> η Ερμιόνη τον κοίταξε και κούνησε καταφατικά το κεφάλι της.
<<Θα πεις στην μαμά ότι θέλω να έρθω Νέα Υόρκη μαζί σου για την διάλεξη; Εσένα σε ακούει.>> του ζήτησε και βολεύτηκε καλύτερα πάνω του.
<<Αγάπη μου δεν θα πάω διακοπές εκεί, δεν θα είναι άλλα παιδάκια.>>
<<Ε και;>> σήκωσε τους ώμους της <<Έχω ξαναέρθει και μου άρεσε. Σε παρακαλώ, σε παρακαλώ, σε παρακαλώ...>>
Χαμογέλασε, λες και μπορούσε να της αρνηθεί.
<<Εντάξει θα μιλήσω στην μαμά.>> της πείραξε την μύτη.

Η Ερμιόνη τον γέμισε με φιλιά και τον αγκάλιασε.
<<Πάμε για ύπνο; Είναι αργά.>> την ρώτησε και χάιδεψε την πλάτη της.
<<Να σε ρωτήσω και κάτι ακόμα μπαμπά;>> η Ερμιόνη του πείραζε το λίγων ημερών μούσι του.
<<Αν μου υποσχεθείς ότι μετά θα πας για ύπνο, σε ακούω.>> έπιασε μια τούφα απ τα μαύρα μαλλιά της και την γυρνούσε στα δάχτυλά του.
<<Εντάξει υπόσχομαι. Με την μαμά βλέπατε πολύ Harry Potter;>>
Ο Πάρης την κοίταξε απορημένος <<Γιατί το ρωτάς αυτό;>>
<<Επειδή με είπατε Ερμιόνη.>> του εξήγησε και σήκωσε ψηλά τις παλάμες της.

Ο Πάρης γέλασε και κούνησε το κεφάλι του <<Καμία σχέση. Στον Ελλάδα πολύ παλιά η Ερμιόνη ήταν μοναχοκόρη του Μενέλαου και της Ελένης.>> της είπε γλυκά και την φίλησε στο μέτωπο.
<<Μ αρέσει το όνομά μου μπαμπά. Άρα και εγώ είμαι η μοναχοκόρη του Πάρη και της Μυρτώς.>>
<<Ακριβώς αγάπη μου, η μια και μοναδική.>> αγκάλιασε την οκτάχρονη κόρη του <<Και τωρα ήρθε η ώρα για ύπνο.>>
<<Αφού πρώτα με πιάσεις.>> η Ερμιόνη πήδηξε απ τα πόδια του και άρχισε να τρέχει σε όλο το σπίτι και ο Πάρης πίσω της να την κυνηγάει. Τα γέλια τους γέμιζαν όλο το σπίτι και η καρδιά του ζεσταινόταν από χαρά. Αφού έτρεχαν για μερικά λεπτά ο Πάρης άπλωσε τα χέρια του και την έπιασε.
<<Ώρα για ύπνο Ερμιόνη.>> σοβαρά της είπε.

Την σκέπασε με το πάπλωμα και την φίλησε στο μέτωπο. Άναψε το πορτατίφ δίπλα στο κομοδίνο. Σηκώθηκε, στάθηκε στην πόρτα. Κοίταξε την κόρη του, οκτώ χρόνια μετά και ακόμα δεν μπορούσε να πιστέψει πόση αγάπη μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος συν το πόση ευτυχία μπορεί να κρυφτεί σ έναν άνθρωπο ενός μέτρου.
<<Μπαμπά, σ αγαπώ πολύ!>> ψιθύρισε η Ερμιόνη.
<<Και εγώ σ αγαπώ Ερμιόνη.>> η μικρή έκλεισε τα μάτια της. Ο Πάρης άφησε λίγο την πόρτα του δωματίου της ανοιχτή.

Άνοιξε το πορτάκι της κάβας του, έπιασε το ουίσκι και έβαλε στο χαμηλό ποτήρι. Πέταξε μέσα δύο παγάκια και γύρισε στον καναπέ, έπιασε ξανά τις σημειώσεις του και τις κοίταξε. Σκεφτόταν την Ερμιόνη, δεν ήρθε καθόλου τυχαία στην ζωή του όπως νόμιζε στην αρχή. Ήρθε για να του δείξει και να του μάθει πολλά. Γεννήθηκε την μέρα που ο Πάρης πενθούσε χρόνια ολόκληρα. Πριν τριάντα εννέα χρόνια του πήραν κάτι και ύστερα από χρόνια του έστειλαν την κόρη του. Και από εκεί που δεν γιόρταζε ποτέ Χριστούγεννα έπαψε να πενθεί και πλέον τα γιόρταζε κάθε χρόνο. Ευχαριστούσε την Μυρτώ για τον παντοτινό έρωτα που του χάρισε, την κόρη του. Όσο για τον δουλειά του, δεν τον ένοιαζε δεν ήθελε να γυρίσει το είχε αποφασίσει και δεν μετάνιωσε στιγμή γι αυτή την απόφαση, παρόλο που το τηλέφωνό του δεν είχε σταματήσει να χτυπάει. Ήταν ήσυχος και ευτυχισμένος.

Άκουσε τα κλειδιά στην πόρτα, η Μυρτώ μπήκε μέσα στο σπίτι και του χαμογέλασε, η καρδιά του φτερούγιζε σαν την πρώτη φορά.
Πήγε κοντά της, έβγαλε το παλτό της, το κρέμασε και της έκανε μασάζ στους ώμους. Η Μυρτώ είχε κλείσει τα μάτια της και απολάμβανε τα χάδια του.
<<Πώς ήταν η βάρδια σας κυρία Μυλωνά;>> την ρώτησε.
<<Καλά κύριε Μυλωνά. Η Ερμιόνη;>>
<<Νομίζω πως κοιμάται αλλά μπορεί και να με κοροϊδεύει ως συνήθως.>> της απάντησε και η Μυρτώ γέλασε γιατί η κόρη της ήταν μεγάλη εκμεταλλεύτρια. Ειδικά με τον άντρα της.
<<Θέλει να έρθει μαζί μου στην διάλεξη.>> έκανε στην άκρη τα μαλλιά της.
<<Ας έρθει. Να μαθαίνει από μικρή, γιατί θέλει να σου μοιάσει και εκεί γιατί αλλιώς είστε ίδιοι.>> γύρισε να τον κοιτάξει.
<<Έχει πάρει τα μάτια σου.>> την φίλησε στο λαιμό.
<<Έχει πάρει όλα τα υπόλοιπα από σένα.>> τον φίλησε στο στόμα.
<<Ίου ρε μαμά.>> τους διέκοψε η Ερμιόνη που στεκόταν στο σαλόνι.

Η Μυρτώ σήκωσε τα χέρια της ψηλά σαν να ήταν ένοχη για κάτι.
<<Γιατί δεν κοιμάσαι εσύ;>> αυστηρά την ρώτησε ο Πάρης.
<<Άκουσα που ήρθε η μαμά και ήθελα να την δω. Της είπες;>> τον ρώτησε σταυρώνοντας τα χέρια της στο στήθος της.
<<Τι να μου πει;>> η Μυρτώ κοιτούσε μια τον Πάρη και μια την Ερμιόνη.
<<Για την διάλεξη λέει.>> της ψιθύρισε. <<Ναι της είπα και μου είπε να έρθεις.>> είπε στην κόρη του.

Η Ερμιόνη έτρεξε και πήρε αγκαλιά την Μυρτώ <<Σ αγαπώ πολύ μανούλα!>> φιλούσε την Μυρτώ ασταμάτητα <<Αλλά τον μπαμπά τον αγαπώ λίγο πιο πολύ.>> συμπλήρωσε, κοίταξε τον Πάρη και του έκλεισε το μάτι.
<<Αλίμονο.>> "παραπονέθηκε" η Μυρτώ <<Ώρα για ύπνο τώρα, γιατί αλλιώς θα αλλάξω γνώμη.>> την κατέβασε από την αγκαλιά της.
<<Εντάξει. Καληνύχτα μαμά. Καληνύχτα μπαμπά.>>
Η Μυρτώ με τον Πάρη την φίλησαν στο μέτωπο και η Ερμιόνη γύρισε στο δωμάτιό της.
<<Εκμεταλλεύτρια.>> μουρμούρισε η Μυρτώ.
<<Γλυκιά εκμεταλλεύτρια.>> συμπλήρωσε ο Πάρης όσο της έβαζε κρασί στο ποτήρι. 
Πλησίασε κοντά της και της έδωσε το ποτήρι με το κόκκινο κρασί, όπως έκανε κάθε βράδυ. Η Μυρτώ κάθησε στον καναπέ όσο ο Πάρης έβαζε βινύλιο στο πικάπ, κατέβασε την βελόνα και πήγε κοντά της. Η Μυρτώ ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του.

"Strangers in the night.
Exchanging  glances.
Wondering in the night,
What were the chances."

<<Πάρη, μου πρότειναν να γίνω επόπτης της βραδινής βάρδιας.>> του είπε και άφησε το ποτήρι στο τραπεζάκι του σαλονιού.
<<Τι σκέφτεσαι;>> την ρώτησε όσο πείραζε τα μαλλιά της.
<<Δεν ξέρω, θέλω αλλά είστε και εσείς. Πότε θα σας βλέπω; Θα περνάμε λιγότερο χρόνο απ ότι τώρα μαζί.>>
<<Εγώ και η Ερμιόνη θα είμαστε μια χαρά. Νομίζω πως αυτή είναι η στιγμή σου, μην την αφήσεις αυτή την ευκαιρία.>> την συμβούλεψε και την φίλησε στην μύτη.
<<Σ αγαπώ τόσο πολύ Μυλωνά.>> βολεύτηκε πάνω του.
<< Και εγώ σ αγαπώ πολύ.>> της χάιδεψε την πλάτη.
<<Σ ευχαριστώ πολύ είσαι δίπλα μου.>>
<<Πάντα θα είμαι δίπλα σου Μυρτώ.>>

"Strangers in the night,
Two lonely people.
We were strangers in the night
Up to the moment when we say
our first hello.
Little did we know
Love just a glance away,
a warm embracing dance away.
And ever since that night,
We're  been together
Lovers at first sight
In love forever.
It turned out so right
For strangers in the night."


■ Γειααα σας!! Και η αυλαία εδώ κάπου έπεσε. Θα μου λείψουν τόσο πολύ αυτοί οι δύο ή μάλλον καλύτερα οι τρεις😍

Μπορούμε όλοι να καταλάβουμε ότι η Ερμιόνη είναι κορίτσι του μπαμπά. Δεν είναι και που δύσκολο να το καταλάβεις. Φαίνεται από μακριά 😂

Τον Πάρη τον αγάπησα πάρα πολύ, γιατί εξαιτίας του κατάφερα να γνωρίσω τον εαυτό μου λίγο καλύτερα. Να αγαπήσω τα καλά και τα στραβά μου. Ο Πάρης δεν ήταν τίποτα παραπάνω από την προσομοίωση ενός κομματιού του εαυτού μου. Σε αντρική έκδοση 🤭

Δεν ξέρω πόσους από εσάς πρέπει να ευχαριστήσω που είσασταν σε αυτό το 2 ετών ταξίδι μαζί μου, που με στηρίξατε, μου κρατήσατε συντροφιά με τα σχόλιά σας, κλάψατε από γέλια με τις περιπέτειες του Πάρη, κλάψατε γενικά...
Χωρίς εσάς δεν θα ήταν τίποτα το ίδιο. Και είμαι σίγουρη γι αυτό.😉

Για μένα αυτά τα δύο βιβλία όταν και θα είναι για πάντα μια κάπως περίεργη ιστορία αγάπης. Η ιστορία ότι οι άνθρωποι μπορούν να βρουν την αγάπη στα πιο σκοτεινά μέρη και εποχές. Η αγάπη μπορεί να επεκταθεί, να ριζώσει και να αντέξει. Δεν υπήρχε περίπτωση να τους χωρίσω ξανά, παρά μόνο να τους δώσω ένα γλυκό τέλος.

Όπου πάει ο Πάρης, πάει και η Μυρτώ. Όπου και αν πάνε ανήκουν μαζί. 🦋

Εις το επανιδείν, η Αγκάθα της καρδιάς σας.🦉

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top