Το λάθος
Η σεξουαλική επιθυμία είναι ένα πάθος στο οποίο υπάγονται όλα τα άλλα πάθη –συμφωνώ– αλλά και στο οποίο όλα ενώνονται.
Μαρκήσιος ντε Σάντ, Γάλλος συγγραφέας
Τον βρήκε να στέκεται πλάι σε ένα μεγάλο πολυτελές αυτοκίνητο . Φορούσε το κουστούμι του και απο πάνω ένα μαύρο κασμιρένιο παλτό. Τα δερμάτινα παπούτσια του γυάλιζαν σαν να είναι καινούργια. Παρατήρησε τρεις νέες ολλανδέζες να περνούν απο μπροστά του και να τον κοιτάζουν έντονα. Δεν ειναι η πρωτη φορά που διαπιστώνει οτι κεντρίζει τα γυναικεία βλέμματα. Πολλες φορές απροκάλυπτα αδιάκριτα , απο εκείνα που η Αννα δεν φαντάστηκε ποτέ να τα κάνει η ίδια σε εκείνον, ακόμη κι αν είναι μνηστήρας της.
Εκείνος παρόλαυτα είχε το βλέμμα του συγκεντρωμένο πάνω της. Μόλις τα βλέμματα τους όμως διασταυρώθηκαν εκείνος απέστρεψε την ματιά του.
Στην θέση του οδηγού υπήρχε ήδη καθισμένος ένας νέος άντρας που κοιτούσε προσηλωμένος το τιμόνι .
"Άργησα? Ζητώ συγνώμη" Του χαμογέλασε βεβιασμένα. Με εκείνο το γνωστό κόμπο στο στομάχι της που τελευταία εμφανιζόταν σαν ασθενεια και πάντα όταν βρισκόταν κοντά του. Ήταν ένα αμάλγαμα αμηχανίας και ντροπής. Και μια αίσθηση πως ίσως κάνει κάτι λάθος.Και κάτι αλλο. Κάτι που δεν ήξερε πως να το εξηγήσει με λόγια. Όχι τα λόγια πάντα γυρόφερναν φτωχικά στο νου της γι αυτό που ένιωθε κοντά του.
Δεν της απάντησε κάτι και για μια στιγμή της έδωσε την αίσθηση οτι εκείνος απέφευγε το βλέμμα της. Της άνοιξε ήρεμα την πόρτα και περίμενε εκείνη πρώτα να κάτσει πριν την κλείσει . Με αποφασιστικό βήμα έκανε τον γύρο του αυτοκινήτου ανοίγοντας αυτή την φορά την πλαινή πόρτα και μπαίνοντας μέσα. Κάθησε δίπλα της και την κοίταξε λοξά.
"Δεν άργησες. Φόρεσε την ζώνη σου. Κάρλ ξεκίνα"το ύφος του κοφτό δεν την άφηνε να υποθέσει τίποτα για την μέρα που πέρασε μακριά της.
Αυτόματα η μηχανή άναψε και εκείνη φόρεσε την ζώνη της πάνω απο το μάλλινο παλτό της. Είχε μια υπέροχη αίσθηση και ήταν πολύ ζεστό. Μέχρι χθες επίσης δεν υπήρχε στην ντουλάπα της. Ο Αλέξανδρος συνήθιζε να της αγοράζει πράγματα και απλά να τα τακτοποιεί στο δωμάτιο της σε χρόνους που εκείνη δεν ήταν ποτέ παρούσα.
Ως τώρα είχε ανακαλύψει ένα άρωμα , ρούχα , ακόμη και ένα κραγιόν με μια σκούρα κόκκινη απόχρωση. Όλα τόσο ακριβά πάντα φαινόντουσαν που φοβόταν να τα αγγίξει.
Το περίεργο ήταν πως πολλά απο τα καλλυντικά της δεν τα έβρισκε. Δεν ήταν περίεργο πια να βλέπει να της λείπουν πράγματα και την ίδια μέρα να έχουν αντικατασταθεί με άλλα νέα. Δεν το σχολίασε ποτέ μαζί του . Αν και της δημιουργούσε μια περίεργη ηρεμία ο τρόπος που την φρόντιζε. Μια πρωτόγνωρη ασφάλεια . Δεν το είχε ποτέ αυτό στην ζωή της. Όχι απο τότε τουλάχιστον που πέθανε η μητέρα της. Πάντα η ίδια έπρεπε να φροντίζει, να φροντίζει το σπίτι, τον μπαμπα της, τον ναό. Να φροντίζει συνέχεια κάτι και κάποιον. Έτσι αυτή η ..ιδιαιτερότητα που προέκυψε στην σχέση τους, δεν του την σχολίασε. Αλλά κι εκείνος δεν την σχολίασε. Την έπραττε σαν κάτι φυσικό.
"Θα πάμε σε μια εκδήλωση φιλανθρωπικού χαρακτήρα . Την διοργανώνει η σύζυγος ενός συνεργάτη μου.Δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, μάλλον θα είναι μια βαρετή βραδιά αλλά είθισται να παρευρίσκομαι. Θα είναι κάτι που θα πρέπει να μάθεις να υπομένεις. Έχει φαγητό a la carte και συνήθως καλεί το πρώτο βιολί της συμφωνικής. "
Ήθελε να του πει πως της φαίνονται ωραια όλα αυτά αλλά ντράπηκε. Για εκείνον όλα αυτά ηταν βαρετά αλλά για την ίδια..
"Ακουγεται..ενδιαφέρον"
Την κοιτάξε αινιγματικά.
" Επίσης σήμερα θα γνωρίσεις τον αδελφό μου. Θα κάτσουμε στο ίδιο τραπέζι. Είναι πέντε χρόνια μικρότερος , εργάζεται στην Αυστρία αλλά αυτό τον καιρό είναι στην Ολλανδία για διάφορες δουλειές. Και αυτόν θα μάθεις να τον υπομένεις"
Αυτόματα η Άννα τον κοιταξε έκπληκτα. Ειχε μόλις ο Αλέξανδρος αστειευτεί? δεν το συνηθιζε. Βασικά..δεν το είχε ξανακάνει.
Γυρίζει και την κοιτάζει. Κοιτά την ζώνη της φευγαλέα .
"Επίσης θα γνωρίσεις την σύντροφο του την Τάνια.Είναι ευχάριστος άνθρωπος και είναι στην ηλικία σου. Μπορείτε να κανονίσετε ίσως κάποιο πρωινό. Πάντως σε ώρες που εργάζομαι. "
"Είναι πολύ ωραία ιδέα. Θα ήθελα να έχω καποια παρέα. Ανυπομονώ να την γνωρίσω"
"Θέλεις ..παρέα?"την κοιταξε πάλι αινιγματικά.
"Είναι κακό?"
Το σκέφτεται. Φαίνεται κάθαρα πως σκέφτεται την ερωτηση της.
"Όχι huisdier. Δεν ειναι κακό."
Του χαμογέλασε αυθορμητα κατι που δεν το είδε ο ίδιος γιατί το βλέμμα του γυρίσε προς τον οδηγό. " Κλείσε το τζάμι" το ύφος του κοφτό και άμεσα ακούγεται ένας ανεπαίσθητος συριγμός καθώς ένα φιμέ τζάμι σηκώνεται και διαχωρίζει τα μπροστινά καθίσματα απο τα πίσω στα οποία είναι καθισμένοι.
Τον βλέπει να βάζει το χέρι του μέσα στην τσέπη του παλτού του.
Βγάζει έξω ένα μαύρο μεγάλο βελούδινο κουτί.
"Ήθελα να σου το δώσω νωρίτερα ..αλλά θα γίνει τώρα. Βγάλε το παλτό σου αλλά μην βγάλεις την ζώνη σου"
Την κοιτάζει επίμονα καθώς εκείνη με κόπο βγάζει το πανωφόρι της. Μένει μόνο με το μαύρο φόρεμα της. Νιώθει ένα ελαφρύ κρυο που γαλβανίζει την επιδερμίδα της.
"Κράτα τα μαλλιά σου ψηλά"
"Γιατί?"
"Θα δεις"
Τον βλέπει να ανοίγει το μαύρο βελούδινο κουτί αποκαλύπτοντας ένα κολιέ με πολλές αστραφτερές πέτρες. Το φως διαθλάται πάνω τους προσδίδοντας τους μια έντονη λάμψη .
"Είναι ..ειναι πολύ όμορφο"
"Σκύψε. Να σου το κουμπώσω."
Σκύβει ελαφρά προς εκείνον το κεφάλι του καθώς νιώθει τις κρύες πέτρες να σέρνονται στο δέρμα της. Το ανεπαίσθητο άγγιγμα των χεριών του την κάνει να νιώθει περίεργα. Τα χέρια του είναι ζεστά , την κάνει να κλείσει τα μάτια νιώθοντας ενα περίεργο ρίγος στο στομάχι της.
Επικρατεί μέσα στο αυτοκίνητο μια περίεργη ένταση. Νιώθει το κολιέ σφιχτά στο λαιμό της.
"Διαμάντια. " η φωνή του βραχνή . Περίεργα βραχνή.
Ανοίγει τα μάτια και τον βλέπει να την κοιτάζει. Δεν παίρνει τα χέρια του απο το λαιμό της. Αγγίζει ελαφρά τις πέτρες λες και διορθώνει το κολιέ της.
"Το όνομα τους προέρχεται απο την λέξη άδαμας. Σημαίνει στα αρχαία ελληνικά αήττητος , ακατανίκητος , αδάμαστος . Ονόμασαν έτσι το ορυκτό λόγω της μεγάλης σκληρότητας του και της ισχυρής λάμψης του"
Σέρνει το χέρι της προς το λαιμό της και αγγίζει τις πέτρες. Τα χέρια τους ελαφρά αγγίζονται και το βλέμμα του σκοτεινιάζει. Χαμηλώνει το χέρι του χωρίς όμως να πάρει το βλέμμα του απο πάνω της. Την κοιτάζει με τον τρόπο που την κάνει συνήθως να κατεβάζει το βλέμμα. Αλλά δεν το κατεβάζει. Δαγκώνει τα χείλια της. Υπάρχει μια περίεργη ένταση που την κάνει να νιώθει περιεργα σε όλο το σώμα.
Ήθελε να μην πάρει τα χέρια του απο τον λαιμό της. Ήθελε να την αγγίξει κι άλλο. Τελευταία το σκέφτεται πιο έντονα. Ακόμη και σε στιγμές που δεν θα έπρεπε. Φταίει η συμπεριφορά της.
"Είναι πολύ όμορφο. Ευχαριστώ "
Εκείνος κοιτά φευγαλέα το φιμέ τζάμι κι έπειτα εκείνη.
"Όχι όσο εσύ Άννα "
Το όνομα της ήχησε παράξενα όμορφα απο τα γεμάτα χείλη του .
Κοκκίνισε ... Δεν το περίμενε. Δεν είχε εκφραστεί ποτέ ξανά όμορφα για εκείνη. Κοίταξε αμήχανα έξω απο το παράθυρο.
"Δεν θα απαντήσεις κάτι?"
"Ε.."
"Είσαι πάντα τοσο ντροπαλή? δεν εχεις συνηθίσει να σου λένε όμορφα λόγια οι άντρες?"
"Όχι!" το είπε αυτόματα . Χωρίς να το σκεφτεί.
Το βλέμμα του την σάρωσε με ικανοποιηση.
Μέχρι να φτάσουν προσπαθούσε να κρύψει ένα μικρό χαμόγελο που δεν έλεγε να φύγει απο τα χείλη της.
Ο Αλέξανδρος την θεωρούσε όμορφη.
(..)
"Είναι απίστευτο"
Ο Αλέξανδρος κλείνει το κινητό του και κοιτάει τον αδερφό του. Οι δυο κοπέλες κάθονται λίγο πιο πίσω η μια πλαι στην άλλη.
"Μπορείς να πας να τον βρεις κι εμείς θα είμαστε μέσα στην εκδήλωση Αλέξη"
Ο αδερφός του έχει ακριβώς τα ίδια μάτια με τον Αλέξανδρο αλλά έχουν ένα τελείως διαφορετικό ύφος. Είναι ελαφρά πιο κοντός απο εκείνον και σίγουρα πιο χαμογελαστός. Φάνηκε να δείχνει πραγματικό ενθουσιασμό όταν γνώρισε την μέλλουσα σύζυγο του αδερφού του.
"Το ξέρω Αντρέα τι θα κάνω. Απλά ήξερε καλά πως σήμερα ήταν η εκδήλωση. Ήταν προγραμματισμένο να γίνει αύριο"
Ο Αλέξανδρος κοιτά τις δυο κοπέλες .
Η Άννα στέκεται πλαι στην εντυπωσιακή ρωσίδα σύντροφο του Αντρέα. Όταν την πρωτοείδε εντυπωσιαστηκε απο το ύψος της και την περίεργη ψυχρή ομορφιά της. Αλλά γρήγορα ένιωσε οικοιότητα μαζί της.
Ήταν στην ηλικία της και το γέλιο της ήταν μεταδοτικό. Απο την πρώτη στιγμή έπιασε αγκαζέ την Άννα και την κράτησε δίπλα της, σχολιάζοντας τα ρούχα της και τα διαμάντια της. Της έκανε συνέχεια ερωτήσεις για την Ελλάδα και της είπε πως έχει όνειρο να πάει κρουαζιέρα σε όλα τα ελληνικά νησιά.
Ο Αλέξανδρος κοιτά βλοσυρά προς το βάθος.
"Θα πάω να τον συναντήσω κι εσύ πρόσεξε -"
"Θα την προσέχω Αλέξη. Πήγαινε"
Ο Αλέξανδρος περπατά ως την Άννα. Κοίταξε αυστηρα μια στιγμή την Τάνια και εκείνη αυτόματα πήγε στο πλευρό του Αντρέα.
"Προέκυψε κάποιο επείγον θέμα. Θα σε συνοδεύσει ο αδερφός μου και υπολογίζω να έρθω πίσω σε μια ώρα. "
"Καλά" του χαμογελά διστακτικά. Κατάλαβε οτι ο Αλέξανδρος έχει πρόβλημα με κάποια δουλειά του.
Εκείνος δεν φεύγει απο μπροστά της. Δείχνει σαν να σκέφεται κάτι έντονα.
"Θα είσαι καλά? "
"Ναι μην ανησυχείς. Η Τάνια φαίνεται συμπαθέστατη"
Τον ακούει να ξεφυσά.
"Μην απομακρυνθείς απο κοντά τους"
Σηκώνει ελαφρά το χέρι του διορθώνοντας το κολιέ της. Βάζει έπειτα τα χέρια του στις τσέπες του παλτό του.
Κοιτάει χαμηλά.
"Το μισώ οτι πρέπει να φύγω. Ήθελα εγώ να σε συνοδέψω"
Η φωνή του ακούγεται βραχνή.
Κι εκείνη το μισούσε. Ήταν το βράδυ που θα περνούσαν μαζί. Ήθελε να είναι δίπλα του. Και είναι η πρωτη φορά που σχεδόν νιώθει πως το πρόσωπο του φανερώνει δυσαρέσκεια. Όντως δεν ήθελε να φύγει. Της λεει αλήθεια
"Θα γυρίσεις πάλι όμως"
"Ναι" το βλέμμα του ζεστο διασταυρώνεται με το δικό της. " Πρόσεχε"
Τον βλέπει να μπαίνει σε ένα αυτοκίνητο που δεν γνωρίζει. Πριν κλείσει την πόρτα σηκώνει το χέρι και κάνει ένα νοημα στον αδερφό του το οποίο την σημασία του δεν κατάλαβε η Άννα.
"Άννα χορεύεις?"
Η Τάνια την πιάνει απο το χέρι. Της χαμογελα ενθουσιασμένα.
"Ε..μόνο τραγουδάω"
"Τέλεια!" αναφωνεί η ξανθιά ρωσίδα καθώς ο Αντρέας τις παρακολουθεί χαμογελαστός.
"Πάμε μέσα κορίτσια"
(...)
"Τι εννοείς δεν ξέρεις που είναι Αντρέα?"
Η φωνή του Αλέξανδρου ακούγεται απο την άλλη άκρη της γραμμής ταραγμένη. Δείγμα πολύ άσχημο για έναν άνθρωπο που σε όλη του την ζωή σπάνια τον έχει ακούσει να χάνει την ψυχραιμία του.
Ο Αντρέας κοιτά την Τάνια που ήδη είναι κλαμμένη. Κάθεται μαζεμένη στην θέση της και ήδη έχει ζητήσει πολλές φορές συγνώμη που την άφησε να φύγει.
Είχαν πάει μαζί στην τουαλέτα για να φρεσκαριστούν. Η Άννα κατάλαβε οτι άφησε το τσαντάκι της στο αυτοκίνητο και της είπε οτι θα πήγαινε ως στο πάρκινγκ να βρει τον οδηγό.
Απο τότε πέρασε ένα εικοσάλεπτο. Ο Αντρέας δεν βρήκε τον οδηγό ούτε την Άννα. Αναγκάστηκε να πάρει τον αδελφό του.
"Απλά δεν είναι στο πάρκινγκ είπε πως θα πάρει την τσάντα της και-"
"Τι.είχες.στο μυαλό.σου. Αντρέα. ΤΙ ΝΟΜΙΖΕΣ ΟΤΙ -"
Ακούγεται ένας δυνατός γδούπος απο την άλλη άκρη της γραμμής και το τηλέφωνο κλείνει.
"Θύμωσε?" η Τάνια τον κοιτάει με αγχωμένα μάτια. " Λυπάμαι μωρό μου..απλά θα έπαιρνε την τσάντα της και δεν σκέφτηκα οτι-"
"Σταμάτα να μιλάς "
Ο Αντρέας πληκτρολογεί τον αριθμό της ιδιωτικής ασφάλειας αν και είναι σίγουρος πως ήδη ο αδερφός του κάνει το ίδιο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top