μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε
To όμορφο εξώφυλλο της ιστορίας επιμελήθηκε η αγαπημένη @angiieesnow , την ευχαριστώ πολύ!
Τρείς μέρες μετά
"Κύριε"
η Άννα γονάτισε δίπλα απο το κρεβάτι της. Τα γόνατα της ακούμπησαν το ξύλινο δάπεδο. Σταύρωσε τα χέρια της και κοίταξε χαμηλά.
"Κύριε αγαθέ και φιλάνθρωπε, χάρισε μου μετάνοια και το έλεος της φιλανθρωπίας Σου.
Δίδαξέ με να Σ' αγαπώ και να προσεύχομαι.
Μάθε με να Σ' ανακαλύπτω στα μάτια των πονεμένων και να Σε νοιώθω στο βάθος της καρδιάς μου.
Βοήθα με να ξεχνώ αυτούς που με αδίκησαν και να θυμάμαι αυτούς που εγώ αδικώ."
"Δηλαδή κάνεις έρωτα με πολλές?"
"Κάνω έρωτα δίχως όρια"
Ο νούς της ξεστράτιζε σε σκέψεις που δεν βρίσκαν απαντήσεις.
Έσφιξε ακόμη περισσότερο τα μάτια της. Πήρε μια βαθιά ανάσα .
"Αξίωνέ με να αγαπώ όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο τον εαυτό μου και αυτούς που με αγαπούν.Να συγχωρώ πρόθυμα αυτούς που με πίκραναν και να αγαπώ τους εχθρούς μου.
Να εξομολογούμαι και να ομολογώ χωρίς δισταγμό αυτά που ποτέ δεν κρύβονται από Σενα.
Να λέω και να υποστηρίζω με ευθύτητα την αλήθεια και να Σε ομολογώ μπροστά στους ανθρώπους, Εσένα τη μόνη αλήθεια."
Ήθελε να την αγγίξει κι αλλο, ήθελε να ..ήθελε κι αλλο απο εκείνο το χάδι αλλά σαν πηρε το χέρι του άξαφνα ντραπηκε να πει πως ήθελε..ήθελε να την αγγίξει ως άντρας κι αλλο.
Οι σκέψεις της ερωτικές χόρευαν μέσα στην πρόσευχη της. Έσφιξε κι αλλο τα χέρια της.
"Δίδαξέ με να μην οργίζομαι και κάμε να θυμώνω μόνο με τα δικά μου πάθη και τις κακές μου επιθυμίες.
Θύμιζέ μου, Κύριε, το "μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε" και -"
"Άννα"
Η φωνή του Αλέξανδρου ακούστηκε στο δωμάτιο κάνοντας την να αναπηδήσει απο ξάφνιασμα. Γύρισε το κορμί της . Έστεκε στην μισάνοιχτη πόρτα.
"Δεν ήθελα να σε τρομάξω . Χτύπησα την πόρτα αλλά δεν άκουσες"
Την κοίταξε γονατισμένη στο πάτωμα. Μια στιγμιαία έκφραση δυσαρέσκειας πέρασε απο τα μάτια του τόσο γρήγορα που η Άννα δεν ήξερε αν την φαντάστηκε.
"Προσεύχεσαι?"
"Ναι" σηκώθηκε πάνω. Φορούσε το φόρεμα που της είχε βγάλει και αφήσει το πρωι πάνω στην κρεβατοκάμαρα της ο Αλέξανδρος. Την κοιταξε απο πάνω ως κάτω.
"Θα φύγω σε λίγο. Θα έρθεις να φάμε πρωινο?"
Κοίταξε ξαφνιασμένα την ώρα στο μικρό ρολόι που φορούσε απο παιδί.
Ήταν ήδη δέκα και είχε ξεχαστεί.
"Συγνώμη " είπε σαν μαθήτρια που την έπιασαν αδιάβαστη. Ο Αλέξανδρος την κοιταξε ξεφυσώντας
"Το συγνώμη όμως δεν φέρνει πίσω τα δέκα λεπτά που σε περιμένω ήδη στην τραπεζαρία"
"Ναι συγνώμη" επανέλαβε ξανά, φορώντας τώρα γρήγορα τα παπουτσια της.Πριν σηκώσει το κεφάλι της εκείνος είχε εξαφανιστεί απο το δωμάτιο.
Γιατί θύμωσε μαζί της?
....
Έτρωγαν πρωινό στην σιωπή.
Ο Αλέξανδρος στο σπίτι στις ώρες που μοιράζονταν ήταν πάντα πολυάσχολος. Τον είχε παρακολουθήσει να μιλά για δουλειές σε τηλεδιασκέψεις και συγχρόνως να γράφει ασταμάτητα πράγματα. Ήταν λες και ποτέ δεν του έφτανε μονάχα ένα πράγμα να κάνει. Αλλά την ώρα του φαγητού , ποτέ δεν σήκωνε το τηλέφωνο του ή διάβαζε απο το τάμπλετ τις εφημερίδες της μέρας.
Μάσησε αργά την γωνία απο το κρουασαν του και την κοίταξε να αλείφει μια φέτα μαρμελάδα
Μπορεί πριν μέρες να την είχε αγγίξει ως γυναίκα πρωτη φορά, αλλά απο τότε δεν έκανε καμία κίνηση αντρική, απο αυτές που περίμενε να κάνει η Άννα στο κορμί της. Και αυτό την γέμιζε ένα περίεργο αίσθημα .
"Θα γνωρίσω το κορμί σου ως άντρας μετά τον γάμο. Κι εσύ το δικό μου "
Της είχε πει εκείνο το βράδυ καθώς της είχε κλείσει τα πόδια απαλά , όπως απαλό ήταν το μοναδικό χάδι που δέχτηκε απο εκείνον στα απόκρυφα της. Ένιωσε να σκιρτά μέσα της κάτι που ίσως να ήταν έρωτας. Ο τρόπος που σεβόταν το κορμί της, που δεν την πίεζε ήταν για εκείνη σημάδι πως ο Αλέξανδρος είχε για εκείνη τρυφερά αισθήματα.
Του χαμογέλασε.
"Θ' αργήσεις να γυρίσεις?" έφαγε απο το ψωμί της και τον περιεργάστηκε. Φορούσε ένα γκρι σκούρο κουστούμι, φαινόταν ακριβό, όπως ότι χρησιμοποιούσε ο Αλέξανδρος. Δεν ήταν άντρας που έκανε επιδειξη του πλούτου του, αλλά δεν μπορούσε να κρυφτεί η πολυτέλεια που περιστοίχιζε την ζωή του.
Σηκώθηκε πάνω και φόρεσε το σακάκι του. Κούμπωσε τα κουμπιά απο το σακάκι του.
Το κορμί του ήταν γεροδεμένο. Ψηλός , μυώδης. Ήξερε πως έκανε πολύ γυμναστική και μάλιστα κρατούσε ένα πειθαρχημένο πρόγραμμα. Ήταν όμορφος. Και γοητευτικός. Της άρεσε. Και ας της είχε φανεί παράξενη η διαφορά ηλικίας τους στην αρχή .
"Πολύ καλό κορίτσι" τα λόγια του ήχησαν στο νου της.
Για ακόμη μια φορά.
Συνέχεια έφερνε στο νου της εκείνο το βράδυ.
"Έτσι θέλω να ανοίγεις τα πόδια σου για εμένα"
Αλλά δεν το ξαναζήτησε.
Ήθελε απλά να δει αν τον υπακούει?
"Έχεις κοκκινίσει" της είπε καθώς έσφιξε την γραβάτα του και την πλησίασε. Σηκώθηκε πάνω κι αυτή καταπίνοντας βιαστικά την μπουκιά της.
"Κάνει ζέστη"
Την κοίταξε στα μάτια.
Του έλεγε ψέμματα.
Τα μάτια του έπεσαν πάνω της έντονα. Πρόσεξε το στήθος της που ανεβοκατέβαινε. Ήταν σίγουρος πως αν άγγιζε την καμπύλη του λαιμού της θα έβρισκε τους παλμούς της να καλπάζουν σαν γρήγορα άλογα.
"Νιώθεις ερεθισμένη Άννα?" της είπε σχεδόν τρυφερά. Απαλά.
Τον κοίταξε . Ντροπιασμένα. Δεν ήξερε τι να πει σε αυτό.
"Εγώ.."
"Εσύ.."
"Εγώ δηλαδή.."
Κι έπειτα τον είδε να της χαμογελάει. Με αληθινό χαμόγελο. Απο τα σπάνια χαμόγελα που του διέφευγαν. Τα χείλη του μισάνοιξαν και δυο γοητευτικά λακάκια συμπλήρωσαν το υπέροχο πρόσωπο του.Τον έκανε να φαίνεται σαν ατίθασο αγόρι. Μια όψη του που δεν είχε ξαναδεί.
Ήταν διάβολος και άγγελος μαζί. Το χαμόγελο αυτό και τα μάτια του να καίνε σαν να σκέφτονται να..να την..
"Δεν είναι κακό να κάνεις τέτοιες σκέψεις για τον άντρα που θα γίνει σύζυγος σου σε μια εβδομάδα απο τώρα"
"ΤΙ?"
αναφώνησε καθώς τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα
"Γιατί ξαφνιάζεσαι τόσο? Γι αυτό δεν ήρθες εδώ? "
"Ναι..αλλά..δεν περίμενα..να"
Την πλησίασε ένα βήμα ακόμη . Το ατίθασο χαμόγελο του παρέμενε εκεί.
"Πετάμε σε τρεις μέρες για Νεα Υόρκη . Ο γονείς μου είναι ήδη εκεί. Ο γάμος θα γίνει στο μητροπολιτικό ναό . Κανόνισε η μητέρα μου τα πάντα για την δεξίωση. "
"Αλήθεια?"
Το πρόσωπο της έλαμψε απο χαρά
"Απλά δεν θα μπορέσουμε να πάμε μετά ταξίδι του μέλιτος. Θα το ήθελα αλλά πρέπει να επιστρέψουμε πάλι εδώ. Υπάρχει μια εκκρεμότητα που μένει και δεν γίνεται-"
"Δεν με πειράζει αλήθεια!"
Θα την παντρευόταν! Στ'αλήθεια! Δεν έπαιζε μαζί της! Και την είχε σεβαστεί ως τέλους. Έκανε πολύ άσχημα που αμφέβαλλε για εκείνον. Είναι καλός. Καλός! και θα γίνει σύζυγος της.Αληθινά σύζυγός της. Δεν ήταν παιχνίδι όλο αυτό! τίποτα το άσχημο δεν θα συνέβαινε! ήταν μια ανόητη. Θα ευλογηθεί η σχέση τους όπως πρέπει , όπως είναι το σωστό.
"Σου υπόσχομαι όμως πως θα πάμε με την πρώτη ευκαιρία. "
"Καλά!"
Η φωνή της βγήκε ακανόνιστη
Σε λίγες μέρες θα ήταν παντρεμένη μαζί του. Ήταν αλήθεια.
"Δεν έχω επιλέξει νυφικό όμως και-"
"Όλα είναι κανονισμένα. Μην σε προβληματίζουν αυτά. "
"Και ο πατέρας μου? θέλω να πω..θα έρθει στην Νέα Υόρκη και..και οι φίλοι μου.."
Θα ήταν μόνη στον γάμο? δεν θα είχε κανέναν δικό της?
"Ο πατέρας σου είναι μεγάλος σε ηλικία για να ταξιδέψει Άννα. Θα τον επισκεφτούμε εν καιρώ στο τόπο καταγωγής σου. "
"Απλά θα είμαι μόνη.."Ψιθύρισε απαλά
"Μόνη?'
Το χέρι του την τράβηξε κοντά του αποφασιστικά. Το πρόσωπο του πλησίασε το δικό της
"Πως γίνεται να είσαι μόνη όταν θα είμαι εκεί για σένα Άννα?"
Του Χαμογέλασε διάπλατα
"Παντρευόμαστε..είναι αλήθεια?"
"Ναι Άννα. Είναι αλήθεια. Σε λίγες μερες θα είσαι δική μου"
"Δική σου" ψιθυρισε καθώς έγειρε με συστολή το κεφάλι της . Ήταν ο άντρας της και όλα θα πήγαιναν καλά.
Ο Αλέξανδρος κοντοστάθηκε στην πόρτα.
"Σημείωσε όσα άτομα θελεις να έρθουν στην τελετή. Θα κανονίσω να είναι εκεί" της είπε κοφτά και η Άννα αν δεν ντρεπόταν ακόμη εκείνον θα επεφτε στην αγκαλιά του να τον φιλήσει.
"Ναι! Θα τα σημειώσω!"
Για πρώτη φορά μετά απο τόσο καιρό που ήλθε σε εκείνο τον τόπο θέλησε να τραγουδήσει ξανά. Ήταν μια όμορφη μέρα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top