Το κορίτσι {42}
44 ΜΕΡΕΣ ΑΚΟΜΑ
Του έριξα μια ανήσυχη ματιά δείχνοντας του τις φοβίες μου για την σημερινή συνάντηση. Κέρδισα τη προσοχή και των δικών του πράσινων ματιών. Παρέμεινε σιωπηλός και ανέκφραστος. Ήμουν κοντά του, νοιώθοντας τα συναισθήματα που εκείνος έχει μηδενίσει. Ήμουν είδη δίπλα του, αλλά με τράβηξε λίγο πάρα πανω προς το μέρος του κολλώντας τα σώματα μας. Το χέρι του έτεινε προς την πλάτη μου. Μπορούσα να νοιώσω το δικό μου χέρι να τρέμει ανεξέλεγκτα. Μπορούσε να το νοιώσει και αυτός. Το χέρι του ταξίδεψε μέχρι τα τρεμάμενα δάχτυλα μου, όπου τα μπέρδεψε με τα δικά του για να αποβάλει το τρέμουλο. Το άγγιγμα φάνταζε τόσο ζωντανό αλλά τα μάτια του τόσο νεκρά σαν ματωμένους ουρανούς. Ήταν ο μοναδικός νεκρός που με ζωντάνευε με το άγγιγμα του. Ίσως ήταν ζωντανός που μου χάρισε τη ζωή του σαν να ήταν ένα απλό αντικείμενο.
«Υπάρχουν πολλά που δεν ξέρεις» με ενημέρωσε χαϊδεύοντας με τον αντίχειρα το κράτημα των χεριών μας.
«Μου φτάνει πως ξέρω, ότι δεν τα ξέρω» του απάντησα αινιγματικά κάνοντας τον να γελάσει. Σίγουρα δεν θα προτιμούσα να ψεύδομαι πως είμαι ενημερωμένη για οτιδήποτε συμβαίνει.
«Δεν χρειάζεται να ανησυχείς τόσο, θα βάλουμε το στοίχημα και θα φύγουν» άκουσα την Στεφανία να μου απευθύνεται ακουμπώντας το χέρι της καθησυχαστικά στον ώμο μου.
«Στοίχημα;» ρώτησα παραξενευμένη και γύρισα για να κοιτάξω τον Αλεξ. Εκείνος καθάρισε το λαιμό του χωρίς να σταυρώσει λέξη.
«Μα ναι, εμείς κερδίσαμε το περσυνό. Πίστευα.. ο Αλεξ θα στο είχε πει» είπε κοιτώντας τον Αλεξ στο τέλος.
«Θα το μάθει όταν έρθει η ώρα Στέφ» απάντησε το συνομήλικο αγόρι που είναι δίπλα μου. Η συμπεριφορά του με βάζει σε χιλιάδες σκέψεις. Η μυστικοπάθεια που υπάρχει μεταξύ μου προκαλεί ρίγος.
«Νομίζω, έρχονται» μίλησε ο Γιώργος κοιτώντας απέναντι. Ατένισα εκεί όπου όλοι κοιτούσαν υπομονετικά. Τέσσερεις μορφές αγνό φαίνονταν να πλησιάζουν. Οι TBA ήταν πίσω. Το περπάτημα τους έκπεμπε αυτοπεποίθηση και κίνδυνο. Μου θύμιζαν αρκετά τους Κράιμς. Άρχισα να δαγκώνω νευρικά τα χείλια μου και ο Αλεξ γέλασε ελαφρά μόλις με αντιλήφθηκε. Οι μορφές πλησίαζαν. Μοιάζανε σαν τιμωρούμενοι άγγελοι που βαδίζουν έξω από το παράδεισο, κάνοντας μια νέα αρχή στη κόλαση. Άρχισα να μπορώ να διακρίνω τα χαρακτηριστικά του καθενός.
«Κράιμς! Πάει καιρός!» αναφώνησε με ένα τόνο ειρωνείας και διασκέδασης ο μεσαίος. Τα μαλλιά του ήταν ανοιχτά ξανθά, σχεδόν άσπρα. Τα ρούχα του κατάμαυρα. Τα χέρια του ολόκληρα ζωγραφισμένα με μαύρο μελανί. Τα σκουλαρίκια στόλιζαν τα αφτιά του και η αγριότητα απλωνόταν στο πρόσωπο του.
«Ενάμιση χρόνος Λίαμ» διευκρίνισε αρχηγός των Κραιμς.
«Η Νταϊάνα μου είπε ότι υπάρχει κάποια καινούργια» είπε με μια σιγουριά και άνεση στη φωνή του, ενώ άρχισε να περιπλανιέται μπροστά μας με χαλαρότητα.
«Εσυ είσαι το έκτο μέλος;» με ρώτησε μόλις σταμάτησε απέναντι μου. Και πλησίασε το πρόσωπο του κοντά στο δικό, σχηματίζοντας ένα πονηρό χαμόγελο. Κράτησα τη σιωπή για λίγα δευτερόλεπτα, ώστε να επεξεργαστώ καλυτέρα τα λόγια του, και τον ίδιο. Η εμφάνιση του ήταν παράξενη. Πήρα βαθιά εισπνοή όσο τον κοιτούσα βαθιά στα μάτια. Μπορούσα να διακρίνω τη διαφθορά μέσα τους. Δυσμένα αυτοκαταστροφικά κομμάτια που 'σκίζανε' τα σκοτεινά μάτια του. Ήταν σαν ένα βιβλίο, το εξώφυλλο του μου προκαλούσε δέος από τη τρομαχτική και σκοτεινή εμφάνιση του, αλλά δεν με άφηνε να διαβάσω το περιεχόμενο.
«Ναι» απάντησα μονολεχτικά.
«Η Εύα» πρόσθεσε για εμένα και σήκωσε το πιγούνι μου ώστε να τον κοιτώ κατάματα. Το πονηρό χαμόγελο του δεν είχε ακόμα φύγει από το πρόσωπο του.
«Πως ξέρεις το όνομα μου;» ύψωσα το τόνο της φωνής μου και συνοφρυώθηκα παραξενευμένη.
«Μείνε μακριά της. Θα βάλουμε το κωλό στοίχημα και θα ξεκουμπιστείς πάλι» πετάχτηκε ο Αλεξ και με τράβηξε προς το μέρος του, απομακρύνοντας με από τον Λίαμ.
«Και η καινούργια του γκόμενα» σχολίασε με σιγουριά η Νταϊάνα έχοντας σταυρώσει τα χέρια της.
«Δίκιο έχεις Νταϊάνα» παραδέχτηκε ο Λίαμ καθώς παρατηρούσε το χέρι του Αλεξ γύρω από τη μέση μου.
«Δεν νομίζω να σε ενδιαφέρει.» μίλησε επιθετικά ο Αλεξ.
«Εσείς ήσασταν στο κτήριο! Εσείς παραλίγο να σκοτώσετε την Έμμα!» πετάχτηκε ο Μάριος εξαγριωμένος. Οι φλέβες στο λαιμό του έκαναν την εμφάνιση του, ενώ το σώμα του τραβήχτηκε οργισμένο.
«Ήταν διασκεδαστικό να σας βλέπουμε να βασανίζεσθε νομίζοντας πως θα πεθάνετε» γέλασε πνιχτά η Νταϊάνα έχοντας ακόμα σταυρωμένα τα χέρια της.
Τα χαρακτηριστικά του Μάριου έδειξαν τον εκνευρισμό του. Με μια απότομη κίνηση, προσπάθησε να ορμίσει πανω τους αλλά ο Αλεξ τον σταμάτησε ψιθυρίζοντας του καθησυχαστικά «Όχι τώρα.»
«Προτιμούσα να με αφήσεις να ψοφήσω πάρα να με σώσεις εσυ» της απευθύνθηκε η Έμμα με μια σκληρότητα στη φωνή της. Η περηφάνια της αρνείται να πιστέψει πως την έσωσε ο ίδιος ο εχθρός. Δεν υπάρχουν ευχαριστώ και παρακαλώ. Υπάρχει μόνο η ανταγωνιστικότητα η επιβίωση.
«Το ξέρω. Για αυτό σε έσωσα» γέλασε με αλαζονεία. Τα ξανθά μακριά μαλλιά της έπεφταν μπροστά στο στήθος της. Τα μάτια της ήταν βαμμένα με κατάμαυρη σκιά που προσέλκυε όλη σου τη προσοχή.
«Σκύλα» μουρμούρισε ξανά η Έμμα καθώς την έκοβε με αηδία. Εκείνη απλώς γέλασε πνιχτά.
«Το στοίχημα θα είναι το συνηθισμένο» ανακοίνωσε το αγόρι που στεκόντανε αριστερά. Τα μαλλιά του ήταν κατάμαυρα σαν πίσσα και πεσμένα μπροστά στο πρόσωπο του.
«Όπως τα λέει ο Νόα» πρόσθεσε ο Λίαμ. Έμεινα σιωπηλή παρακολουθώντας τη συζήτηση. Προσπαθούσα να συγκρατήσω τα ονόματα στο μυαλό μου.
«Και ο νικητής;» ρώτησε ο Γιώργος κοιτώντας τους υποτιμητικά.
«Παίρνει ότι θέλει» του απάντησε ξανά ο Λίαμ και του έριξε μια ματιά εν ριπή οφθαλμού.
«Μέσα» αναφώνησε ο Αλεξ προσφέροντας του το χέρι του. Ο Λίαμ το σφράγισε με το δικό του χαμογελώντας αμυδρά. Ήταν παράξενος, ένας περίπλοκος άνθρωπος. Χρησιμοποιούσε το δυσνόητο χαμόγελο του για να σε τρελάνει. Μου έδινε την ιδεα πως χαμογελούσε γιατί δημιουργούσε εικασίες για το μέλλον. Και με τρόμαζε, το γεγονός ότι το μέλλον είναι ευνοϊκό για τον εχθρό. Συνήθως όταν βλέπεις κάποιον χαμογελαστό, σου δίνει μια ευχάριστη ατμόσφαιρα. Αλλά το δικό του ήταν σκοτεινό, πονηρό, διεφθαρμένο, τρελό.
«Στέφανε! Φέρε τα κωλό πράγματα από τη γαμιόλικη τσάντα» τινάχτηκε ο Λίαμ πιο σοβαρός και αποφασισμένος. Η απότομη αλλαγή διάθεσης του είναι υποθέτω μέρος του σπαστικού χαρακτήρα του.
Το αγόρι που στεκόταν δεξιά πέταξε μια βαριά τσάντα στα χέρια του Λίαμ. Αυτός ήταν ο Στέφανος. Τα μαλλιά του ήταν σκούρα καστανά, ενώ τα τατουάζ και τα σκουλαρίκια δεν έλειπαν από τα χαρακτηριστικά της εμφάνισης του.
Νόα, Λίαμ , Στέφανος και Νταϊάνα. Επαναλάμβανα στον εαυτό μου με σκοπό να επωφεληθώ το αποτέλεσμα να τους θυμάμαι.
Ο Αλεξ έτεινε το χέρι του μπροστά από τη κορμοστασιά του Γιώργου, κάνοντας του νεύμα να του παραδώσει τη δικιά μας τσάντα με τα..απαραίτητα..
«Ξέρεις ,άμα δεν θες..μπορείς να μην συμμετέχεις» ψιθύρισε προς το μέρος μου.
«Τι εννοείς; Γιατί να μην θέλω;» τον ρώτησα
«Δεν ξέρω» απάντησε ξερά
«Απλά δεν θέλω να χτυπήσεις. Πάλι.» πρόσθεσε καθώς άνοιγε τη τσάντα με τα εκρηκτικά και τις μολότοφ.
«Μια χαρά θα είμαι!» τον διαβεβαίωσα πιο έντονα, νοιώθοντας ελάχιστα θιγμένη από τα λόγια του. Άρπαξε απότομα το χέρι μου και το άπλωσε μπροστά του. Τα μάτια του αρχίσαν να το σκανάρουν ψάχνοντας για πληγές από εχθές. Το άφησε απότομα και συνέχισε να ψάχνει τη τσάντα. Δεν είπε τίποτα παραπάνω.
«Κάνε ότι θες» είπε ύστερα καθώς έβγαλε ένα εκρηκτικό από τη τσάντα και άρχισε να το μελετάει.
«Απλά-» πρόφερε κοφτά. Γύρισε και με κοίταξε παραμένοντας σιωπηλός. Τα μάτια του τρυπούσαν στα δικά μου.
«Απλά πρόσεχε» συνέχισε ολοκληρώνοντας τη πρόταση του, και ξανά γύρισε το πρόσωπο του στην ευθεία και εγώ έγνεψα.
«Λοιπόν, άκου πως έχει» μίλησε ξαφνικά ο Μάριος και στάθηκε μπροστά μου. Σήκωσα το κεφάλι μου παρακολουθώντας τον.
«Πρώτων, δεν στοχεύουμε κάποιον. Προσπαθούμε απλός να τους εξαντλήσουμε με τον καπνό και τη φωτιά. Ένας-ένας θα εγκαταλείπει, και η ομάδα που θα εγκαταλείψουν όλα τα μέλη της, χάνει. Μπορείς να τους τραυματίσεις απλός» μου εξήγησε και εγώ έγνεψα.
[.....]
Ένα ακόμα εκρηκτικό έπεσε κάτω. Αύξησε το αποπνιχτικό καπνό. Ένοιωθα τα πνευμόνια μου πλημμυρισμένα από το αέριο τον εκρηκτικών, τα μάτια μου είχαν θολώσει από τα δάκρυα. Το σώμα μου για ένα ανεξήγητο λόγο ένοιωθε εξαντλημένο, μικροκαμωμένο μπροστά σε όλο αυτό. Ο πονοκέφαλος ήταν τόσο έντονος, το οξυγόνο λιγοστό, και η ζαλάδα μεγάλη.
«Αλεξ, αποχωρώ» φώναξε η Έμμα υψώνοντας το χέρι της και κατεβάζοντας το κεφάλι της.
«Έμμα και εσυ;» ρώτησε απογοητευμένος και έκπληκτος από την υποχώρηση της. Πέταξε με δύναμη άλλο ένα εκρηκτικό κοντά στους αντίπαλους. Αλλά φαίνονταν σαν να κατείχαν ανοσία στον καπνό, έμοιασαν άφθαρτοι.
«Το έχουμε χάσει το παιχνίδι» του απάντησε με ένα ειρωνικό γελάκι στο τέλος. Βγήκε τελείως από το καπνό.
«Δίκιο έχει» του είπε ο Μάριος και άρχισε να βήχει στο τέλος.
«Είμαστε τρεις και είναι τέσσερεις.» του ειπα παρόλο που είδε το ήξερε. Ήθελα όμως να το εμπεδώσει πως πλέον οι ελπίδες μας είχαν μηδενιστή.
Οι κινήσεις του Λίαμ μου θύμιζαν αρκετά αυτές του Αλεξ. Ο τρόπος που απόφευγε τις μολότοφ και τα εκρηκτικά, από τον τρόπο που τα έριχνε.
«Ας υποχωρήσουμε από τώρα..» αναφώνησα ξεψυχισμένα και σκούπισα τον ιδρώτα από το μέτωπο μου.
«Όχι δεν θα υποχωρήσουμε» μου απάντησε σίγουρος ο αρχηγός των Κράιμς και έριξε άλλο ένα εκρηκτικό. Ταυτόχρονα ένα εκρηκτικό από τον εχθρό προσγειώθηκε δίπλα μας. Περισσότερος καπνός και ζέστη. Το σώμα έλιωνε, το οξυγόνο ήταν ελάχιστο. Κλείδωσα σφιχτά τα μάτια μου εμποδίζοντας το αέριο να τα τσούξει. Είχαν ειδή πάρει μια κατακόκκινη φρικιαστική απόχρωση. Τα χέρια μου πονούσαν νοιώθοντας το οξύ πόνο να μαζεύετε συγκεντρωμένος στις χθεσινές πληγές.
«Αλεξ, δεν αντέχουμε άλλο!» φώναξα εκνευρισμένη. Μια μολότοφ προσγειώθηκε δίπλα μας και κατάφερε να κερδίσει τη προσοχή μας.
«Ωραία ωραία εντάξει..» είπε υποχωρητικά και κατέβασε τη μολότοφ που σκέφτονταν να ρίξει. Φαινόταν πως του ήταν δύσκολο απλά να παραδοθεί. Έσφιξε τα μάτια του προσπαθώντας να συγκεντρωθεί στις διαταγές που έδινε στον εαυτό του. Τα χέρια του σχημάτισαν γροθιές που άσπριζαν από τη πίεση που ασκούσε. Τελικά ανέβασε τα χέρια του προς τον ουρανό ως ένδειξη παραίτησης. Τα πρόσωπα τον εχθρών χαμογέλασαν αλαζονικά και κατέβασαν με αργές κινήσεις τα εκρηκτικά προς το έδαφος. Πρόσθεσαν ελάχιστο φως στα σκοτεινά πρόσωπα τους. Αλλά ακόμα και αυτό το φως, από το σκοτάδι προερχόταν.
«Φαίνεται είστε οι χαμένοι φέτος.» γέλασε ο Λίαμ και άρχισε να μας πλησιάζει με την ομάδα του να τον ακολουθεί. Επιβράβευσε τον εαυτό του, ανάβοντας τσιγάρο που βρέθηκε αμέσως κρεμασμένο από τα χείλια του.
«Απλά πες μου τι θες» του απευθύνθηκε απότομα ο Αλεξ.
Ο Λίαμ συνέχισε να τον κοιτάει αδιάφορα, αλλά το αμυδρό χαμόγελο του συνέχισε να με βάζει σε σκέψεις. Έβγαλε το τσιγάρο από το στόμα του και εξέπνευσε το καπνό του προς το μέρος μας.
«Θέλουμε..» μουρμούρισε και τα μάτια του αρχίσαν να αναζητούν κάτι ανάμεσα τα μέλη της ομάδας. Τα μάτια του με κάρφωσαν και αστράψαν μόλις με αντίκρισαν. Εγώ γούρλωσα τα δικά μου σοκαρισμένη από το υπονοούμενο που προσπαθούσε να μου μεταφέρει. «Το κορίτσι» είπε με σιγουριά και έστρεψε ελάχιστα το κεφάλι του προς το μέρος μου.
«Τι;» αναφώνησα και όλοι γυρίσαν για να με κοιτάξουν. Ειδικά ο Αλεξ, που δυσκολευόταν να πιστέψει την απάντηση που του έδωσε ο Λίαμ. Με κοίταξε σαν να με κοιτούσε για τελευταία φορά. Έντονα, ανήσυχα, φοβισμένα και έκανα το ίδιο.
«Δεν υπάρχει περίπτωση.» του απάντησε έντονα και έστρεψε το κεφάλι του για να τον αγριοκοιτάξει. Υστέρα ένοιωσα το χέρι του να κρατά τη μέση μου. Μου χάρισε προστασία. Σαν να την φύλαγε, σαν να τη μάζευε όλη του τη ζωή για να μου τη δώσει. Αυτή η αναθεματισμένη προστασία που χρειάζομαι όπως το ψαρί το νερό, και διάολε, μου τη προσφέρει σαν επαγγελματίας.
«Τι εννοείς δεν υπάρχει περίπτωση; Μην ξεχνάς ότι δώσαμε μια γαμημένη συμφωνία!» ύψωσε απειλητικά το τόνο της φωνής του και κομμάτιασε το τσιγάρο στα χέρια του από την οργή.
«Η Εύα είναι μέλος της ομάδας. Δεν είναι αντικείμενο για να σου τη δώσω»
«Ναι δεν είμαι αντικείμενο!» συμφώνησα. Ήμουν πλέον ξέφρενων, η οργή πλημμύριζε τα συναισθήματα μου και υπερίσχυαν της λογικής. Ότι και να πω φάνταζε φτωχό μπροστά στο θυμό που έτρωγε το μέσα μου.
«Μου είπες ότι θα μου δώσεις ότι σκατά θέλω! Θέλω αυτή!» φώναξε. Το χέρι του πλέον έτρεμε ανεξέλεγκτα από το θυμό. Μας κοιτούσε σαν τους εφιάλτες που μπορούσε να εξοντώσει.
«Νόμιζα εννοούσες πράγματα όπως τσιγάρα, ναρκωτικά αλλά όχι την Εύα. Ζήτα μου οτιδήποτε άλλο, αλλά όχι την Εύα!»
«Είναι μια απλή γκόμενα για πήδημα. Γιατί δεν θες να την αποχωριστείς;» ρώτησε εξαγριωμένος και τα μάτια μου γούρλωσαν με τους χαρακτηρισμούς που μου έθεσε. Έσφιξα το χέρι μου συγκρατώντας μέσα μου όλη αυτή την οργή που ήταν έτοιμη να ξεχειλίσει.
«Εκτός..άμα ο Αλεξ. Ο γνωστός Αλεξ, τη πάτησε..» πετάχτηκε η Νταϊάνα με ένα σίγουρο χαμόγελο να χαράζετε αμυδρά πανω της.
«Ακόμα και αν τη πάτησα, εσένα σε δεν αφορά.» της ανταπάντησε και της έριξε μια απότομη ματιά.
Ο Λίαμ ξαφνικά έκλεισε τα μάτια του γελώντας ελαφρά, με μια ειρωνεία. Πλησίασε απειλητικά τον Αλεξ, έτσι να βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο κάνοντας τον Αλεξ να τον εξετάσει αδιάφορα με τα ματιά του.
«Θα το πληρώσεις Αλεξ που δεν τήρησες τη συμφωνία..» τον διαβεβαίωσε σοβαρός.
«Δεν παίζουμε με κανόνες έτσι και αλλιώς» του χαμογέλασε εκείνος και πλησίασε το πρόσωπο του απειλητικά.
«Το κορίτσι θα έρθει μαζί μας.» είπε μέσα από τα δόντια και πλησίασε και το δικό του πρόσωπο.
«Και μάντεψε, θα φροντίσω να είναι πιο επώδυνο για εσένα.» γέλασε.
«Θα φροντίσω..η Εύα να έρθει, και να έρθει..με τη θέληση της.» χαμογέλασε στραβά και μου έριξε μια βιαστική ματιά.
«Στα όνειρα σου, παλαβέ!» φώναξα από πίσω.
«Η Εύα δεν θα πήγαινε ποτέ μαζί σου, με τη θέληση της» γέλασε ο Αλεξ σίγουρος για την απάντηση του.
Ο Λίαμ απλός χαμογέλασε πονηρά. Το παράξενο χαμόγελο που έχει, μοιάζει χειρότερο από του διάβολου. Είναι σαν να σου μεταφέρει δαίμονες χωρίς εσυ να το ξέρεις. Η εμφάνιση που κατέχει με τα κάτασπρα μαλλιά, τη μαύρη φορεσιά, και τα κατακόκκινα πρησμένα μάτια του σε αντίθεση με το ανοιχτό δέρμα του, σου δίνει την εντύπωση πως ο ίδιος είναι δαίμονας. Αλλά γελιέται με ουτοπίες, διότι δεν υπάρχει περίπτωση.. να αφήσω τον Αλεξ και τους Κράιμς, για αυτούς.
》~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~《
Well, hello 💞
Βρε τι κανετε?
Την εικονα πανω, την εφτιαξε μια πολυ καλη μου φιλη, και ηθελα απλος να τη διξω και σε εσας.
-YourShadow εμφανισου😏💞
Δεν ειναι πολυ ωραια?:3
Επισης, προτεινω να διαβασετε την ιστορια της Bookaddition ειναι πολυ ωραια και αξιζει💞
Τι..αλλο να πω?😢
Πως σας φανηκαν οι TBA?:(
Spoiler: Umm, i guess οτι μου ερθει εκεινη την ωρα;P
-Αννα το πολυζητημένο κοριτσι που αναγκαζεται να επιλεξει αναμεσα σε 2 μαναρια ( Κουραμπιεδες VS Μελομακαρονα😎)
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top