Κεφάλαιο 14

Τζόσουα

Δεν πίστευα πως θα μπορούσα να συνδυάσω ξανά την λέξη ευτυχία με την ζωή μου.

Οι ώρες μου ήταν πλέον ελάχιστες. Είχα σταματήσει να παίρνω τα χάπια. Πίστευα πως ήταν άχρηστα, γι'αυτό και σταμάτησα να σκέφτομαι οτιδήποτε σχετικό με αυτό.

Άνοιξα τα μάτια μου περιμένοντας να δω ότι στην αγκαλιά μου ήταν ακόμα η Ολίβια. Δεν έγινε τίποτα τέτοιο.

"Δηλαδή δεν υπάρχει άλλη επιλογή; Πρέπει να κάνετε κάτι! Συνδέστε με, με κάποιον ανώτερο επειγόντως!" Θα αναγώριζα την φωνή της από χιλιόμετρα. Πιθανώς σηκώθηκε νωρίτερα και τώρα μιλάει στο τηλέφωνο.

Καταλαβαίνω πως μιλάει για εμένα αφού διακρίνω την ταραχή στην χροιά της φωνής της. Αποφασίζω όμως να μην σηκωθώ ακόμα. Βάζω τα δυνατά μου για να ακούσω όσα περισσότερα μπορέσω.

"Εντάξει. Θα ξαναπάρω σε λίγο. Καλημέρα." Δυστυχώς πρόλαβα μόνο το τέλος της κλήσης τους.

Πριν προλάβω να πάω στην κουζίνα ο ίδιος να την βρω, ακούω βήματα.

Διστακτικά πλησιάζει τον καναπέ. Κοιτάζει προσεκτικά και μόλις καταλαβαίνει ότι έχω ξυπνήσει σκουπίζει με μανία τα μάτια της.

"Δεν...Δεν ήθελα να σε ξυπνήσω. Καλημέρα." Μου χαρίζει το πιο καταναγκαστικό χαμόγελο που υπάρχει.

"Έλα εδώ." Ανακάθομαι στον καναπέ και ανοίγω τα χέρια μου για να έρθει στην αγκαλιά μου.

"Πώς αισθάνεσαι σήμερα;" Με το ζόρι καταφέρνει να βγάλει τις λέξεις από μέσα της χωρίς να κλάψει.

"Όπως πάντα. Χαρούμενος που σε έχω δίπλα μου." Χαϊδεύω τα μαλλιά της καθώς γελάει.

"Δεν εννοώ αυτό! Πονάς; Θέλεις να πάμε στο νοσοκομείο; Μήπως θέλεις να κάνω κάτι εγώ για εσένα;"

"Ηρέμησε! Μην με βομβαρδίζεις με ερωτήσεις... Σου είπα ήδη ότι είμαι καλά. Αν συνεχίσεις όμως να στεναχωριέσαι δεν θα είμαι καθόλου καλά." Νιώθω άσχημα που χρησιμοποίησα την υγεία μου για να την κάνω να αισθανθεί καλύτερα, όμως ήταν η μόνη επιλογή.

"Καλά. Τότε περίμενε να σου φέρω τον καφέ που έφτιαξα. Έβαλα και λίγο γάλα που ξέρω ότι σου αρέσει." Σηκώνεται για να μου τον φέρει.

Δεν μοιάζει καθόλου με την χθεσινή Ολίβια. Συμπεριφέρεται σαν ξαφνικά να κατάλαβε ότι ο χρόνος κυλάει πολύ γρήγορα. Και να ήθελα να το βγάλω αυτό από το μυαλό της, δεν μπορώ. Όπως δεν μπορώ να σταματήσω τον χρόνο.

Μόλις μου τον δίνει στο χέρι καυτό, κατεβάζω την πρώτη γουλιά και αισθάνομαι αν όχι πολύ, έστω και λίγο καλύτερα. Την ευχαριστώ με ένα συναινετικό χαμόγελο.

Δεν μιλάει κανένας από τους δύο μας. Η Ολίβια ανοίγει την τηλεόραση να παίζει με χαμηλή ένταση, μόνο και μόνο για να ακούγεται κάτι. Προσπαθεί αρκετές φορές να ανοίξει συζήτηση, όμως στο τέλος πάντα αλλάζει γνώμη και την κυβερνά η σιωπή.

"Ξέρεις... Μίλησα με κάποιους ειδικούς. Ίσως να έγινε λάθος. Ίσως αν το κοιτάξουμε σήμερα να προλάβουμε τα χειρότερα..."

"Ολίβια σου εξήγησα πως δεν θέλω να το ψάξω." Αναστενάζω. "Αν πραγματικά ήθελα να μπλέξω με την κυβέρνηση θα το έκανα και μόνος μου."

"Μην μου θυμώσεις για αυτό. Και κυρίως μην παρατάς έτσι την ζωή σου! Μόλις ξεκίνησε κάτι ωραίο. Μόλις λύσαμε τον γρίφο της τρελής παγίδας και εσύ έτσι απλά τα παρατάς;"

"Ολίβια δεν ξέρεις τι λες..." Γνωρίζω πως άμα συνεχίσει να λέει αυτά τα πράγματα, θα μαλώσουμε.

"Θέλω να μου εξηγήσεις εσύ. Δεν θέλω ούτε στιγμή να σε φέρω σε δύσκολη θέση, όμως δεν μου ανοίγεσαι άμα δεν σου κάνω εγώ ερωτήσεις και γι'αυτό αναγκάζομαι να κάνω υποθέσεις για εσένα."

Δεν θέλω να μιλήσουμε για εμένα. Δεν θέλω να μιλήσω για την ημερομηνία ή για το αν υπάρχει η πιθανότητα λάθους γιατί γνωρίζω βαθειά μέσα μου πως όντως τελικά ήρθε το τέλος μου. Αντ'αυτού όμως καταλήγουμε να μιλάμε για αυτό.

"Ολίβια, δεν λύσαμε κανέναν γρίφο και δεν ξεφύγαμε από καμία παγίδα. Υπάρχει μια τελευταία δοκιμασία. Μην με ρωτήσεις πως είμαι τόσο σίγουρος, γιατί δεν έχω απάντηση. Αν καταφέρουμε να την βρούμε ίσως λυθούν υπερβολικά πολλες απορίες μας, αλλά δεν ξέρω που βρίσκεται αυτό το γράμμα."

Ήθελα να της μιλήσω και για την υποψία μου ότι το έχει ο Τζόι όμως με μεγάλη δυσκολία καταφέραμε να τον διώξουμε από την ζωή της Ολίβια, γι'αυτό δεν θέλω με κανέναν τρόπο να του δώσουμε το δικαίωμα ότι μπορεί να ξανα μπει στην ζωή της.

Ειδικά τώρα που δεν θα βρίσκομαι δίπλα της να την βοηθήσω.

"Όσο για την ημερομηνία, δεν θέλω να το ψάξω τώρα. Προτιμώ να μην γνωρίζω τίποτα. Ακόμα και λάθος να έχει γίνει, θα το μάθουμε σε λίγο. Προς το παρόν εγώ ενδιαφέρομαι για το τώρα. Και το τώρα συνδέεται με το γεγονός ότι καταφέραμε να είμαστε μαζί." Η έκφρασή της ήταν σοβαρή, αλλά μου άρεσε ο τρόπος που έγινε ήρεμη μόλις με κοίταξε. Νιώθω πως ο τρόπος που κοιτάει με κοιτάει διαφέρει από τον τρόπο που κοιτάει όλους τους υπόλοιπους.

Σηκώνετςι και έρχεται κοντά μου να με αγκαλιάσει. Βάζει τα μικρά χέρια της πάνω στο στήθος μου και εγώ τυλίγω τα δικά μου γύρω της. Την φιλάω στο μέτωπο αφού δεν αξίζει να τραβήξω και άλλο το σκοινί με περισσότερα λόγια που σε λίγο δεν θα έχουν καμία αξία.

"Ει... Κοίτα με!" Πιάνει το σαγόνι μου και το γυρίζει έτσι ώστε να κοιτάω το πρόσωπό της. "Όλα θα πάνε καλά."

"Τι θα έλεγες να πάμε στο δασάκι; Το βράδυ εγώ και εσύ. Να δούμε τα αστέρια και πάλι ανάμεσα από τα ψηλά δέντρα." Είναι όντως πολύ καλή ιδέα. Αφού το σκεφτώ για λίγο και δεν απαντήσω συνεχίζει. "Μου είχες πει πως σου άρεσε πολύ το μέρος... Ίσως αν θέλεις μπορούμε να κάνουμε ένα διαφορετικό πικ νικ; Να φέρει ο καθένας από ένα φαγητό που πιστεύει πως το μαγειρεύει υπέροχα..."

"Είναι τέλεια ιδέα." Με ένα βεβιασμένο χαμόγελο σηκώνεται.

"Χαίρομαι που σου άρεσε. Πρέπει να πάω στην δουλειά της μαμάς μου για να της δώσω κάτι χαρτιά που ξέχασε εδώ και τα χρειάζεται. Θα έρθεις μαζί μου;"

"Όχι γλυκιά μου, θα είμαι εντάξει εδώ. Ούτος ή άλλος έχω να κάνω κάποια πράγματα." Δεν της λέω ψέματα. Όντως πρέπει να κάνω κάτι τελευταίο για να ηρεμήσω επιτέλους.

"Εντάξει. Πάω πάνω να ντυθώ, απλώς περίμενε εδώ πριν φύγω." Δεν φέρνω καμία αντίρρηση.

Πιάνω ένα χαρτί και μολύβι που βρήκα πρόχειρο πάνω στο τραπέζι. Δεν μπορούσα να το βγάλω από το μυαλό μου γι'αυτό αποφάσισα τελικά να το κάνω.

Δεν έχω να χάσω τίποτα.

Γράφω και εγώ με την σειρά μου ένα γράμμα. Αυτή την φορά αυτό το γράμμα απευθύνεται στην μητέρα μου. Προσπαθώ μέσα σε λίγες σειρές να της εξηγήσω τι συνέβη. Να την ζητήσω να με συγχωρέσει που δεν μπόρεσα να της ανοιχτώ καθόλου όλα αυτά τα χρόνια και που της έκρυβα κάτι τόσο σημαντικό όπως ήταν η αλλαγή της ημερομηνίας.

Και ξαφνικά συνειδητοποιώ πως δεν έχω πλέον θυμό μέσα μου. Ούτε για τον πατέρα μου, ούτε όμως για εκείνη που δεν προσπάθησε ποτέ να με βοηθήσει. Όλα πλέον μου φαίνονται γελοία.

Την ίδια στιγμή η Ολίβια κατεβαίνει τις σκάλες με το όμορφο κίτρινο πουλόβερ της. Στα χέρια της κρατάει κάτι που μοιάζει με κάποια θήκη από CD.

"Να προσέχεις. Δεν θα αργήσω πολύ. Θα πάω και για μερικά ψώνια ώστε να μαγειρέψω κάτι που θα σε ξετρελάνει!" Ενθουσιάζεται στην ιδέα ότι θα μαγειρέψει. Φαίνεται πως της αρέσει πολύ.

"Μην ανησυχείς για εμένα." Της λέω, και φαίνεται να με πιστεύει.

"Αυτό είναι δικό σου." Μου δίνει στα χέρια το CD με το τραγούδι του lewis capaldi.

Ήξερα πως το είχε. Δεν μπορούσα όμως να αποκωδικοποιήσω την έκφρασή της. Ήταν ένα μυστήριο. Νομίζω πως χαιρόταν που μου το έδινε πίσω.

"Είναι δικό μας." Την διορθώνω όταν βάζω τα χέρια μου μέσα στα δικά της.

"Σε παρακαλώ άνοιξέ το μόλις φύγω. Σ'αγαπώ πολύ." Η δεύτερη φορά που ακούω να βγαίνει από τα χείλη της αυτή η λέξη και όμως δεν το πιστεύω.

Την φιλάω. Και νιώθω αυτή την φωτιά να σιγοβράζει ανάμεσα στα χείλη μας. Αν ήξερα πως ήταν η τελευταία φορά που θα ένιωθα έτσι δεν θα απομακρυνόμουν.

Δυστυχώς όμως το έκανα.

"Σ'αγαπώ περισσότερο από όσο νομίζεις." Πιάνει με τα δάχτυλά της τα χείλη μου και έπειτα ανοίγει την πόρτα.

"Θα σε περιμένω εδώ. Άνοιξέ το." Μου λέει και δείχνει το CD.

Και έτσι έφυγε. Μόλις ανοίγω το CD πέφτει ένα χαρτάκι.

Θέλω να είσαι αυτός που αγαπώ και όχι αυτός που αγάπησα. Σε παρακαλώ ξανά σκέψου την ιδέα μου. Ίσως μπορεσουν να σε βοηθήσουν. Σ'αγαπώ Τζόσουα Σμιθ.

Αυτό μου έδωσε ένα ακόμα κίνητρο για να παλέψω. Αρπάζω το σακάκι μου και βγαίνω έξω βάζοντας στην τσέπη μου το μικρό σημείωμα.

Δεν ήταν μια κλασσική καλοκαιρινή μέρα. Ακριβώς το αντίθετο. Θύμιζε και πάλι φθινόπωρο.

Πριν μπω στο αυτοκίνητο αφήνω το γράμμα που έγραψα για την μητέρα μου στην πόρτα. Για ένα λεπτό στέκομαι μπροστά της. Πολλές άσχημες αναμνήσεις. Φεύγω γρήγορα ρίχνοντας άσπρη πέτρα πίσω μου.

Και έπειτα πριν καν το καταλάβω οδηγώ, χωρίς προορισμό. Ξεχνάω την ώρα. Ξεχνάω οτιδήποτε έχει να κάνει με την φυσική μου κατάσταση εδώ. Ο ώμος μου πονάει ξανά. Αυτό όμως που κυριεύει το μυαλό μου είναι η Ολίβια.

Δεν έχω ιδέα που βρίσκομαι. Ο ήλιος έχει δύσει. Ήθελα να της στείλω ένα μήνυμα για να με βοηθήσει. Νιώθω μπερδεμένος. Χάνω τον έλεγχο, το μυαλό μου δεν λειτουργεί παράλληλα με τις σκέψεις μου. Εκτυφλωτικό το φως από το απέναντι αμάξι.

Ήταν πολύ αργά.

Το τελευταίο πράγμα στο μυαλό μου ήταν εκείνη που αγάπησα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top