Κεφάλαιο 9
Ολίβια
Ήξερα πως έπρεπε να συνεχίσουμε την παγίδα της.
Δεν είχα ιδέα τι μπορεί να παθαίναμε άμα σταματούσαμε τώρα το παιχνίδι. Και αυτό με άγχωνε περισσότερο από οτιδήποτε. Δεν είχαμε επιλογή.
Ήξερα την Σαμ. Και ήξερα ότι ήταν ικανή για τα πάντα. Ακόμα και νεκρή μας κυνηγούσε. Μακάρι να μην είχα δεχτεί ποτέ. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω και να δώσω στην μικρή Ολίβια μία συμβουλή: Η φήμη δεν είναι τίποτα μπροστά στην αγάπη.
Και τώρα ξέρω ότι τον αγαπώ.
Αγαπώ τον Τζόσουα Σμίθ.
Όταν έφυγα αργά το απόγευμα από το σπίτι του, λίγα λεπτά πριν επιστρέψουν οι γονείς του, αισθανόμουν άθλια. Δεν ήθελα να τον αφήσω. Του ζήτησα το τραγούδι. Ήθελα να το ακούω μέχρι να με πιάσει ο ύπνος για να τον αισθάνομαι δίπλα μου.
Είναι 18:00 η ώρα. Το ελαφρύ κάψιμο στον ώμο μου, μου υπενθυμίζει να μην ξεχάσω το χάπι. Επίσης μου θυμίζει ότι έχω δύο ώρες μέχρι να πάμε στην λίμνη με τον Τζος. Και δεν είμαι καθόλου έτοιμη για αυτό.
Στο μυαλό μου γυρίζουν υπερβολικά πολλά. Σαν να προσπαθώ απεγνωσμένα να βρω μια έξοδο σε έναν λαβύρινθο. Έχω πολλά μυστικά και το χειρότερο από όλα είναι ότι κανένας δεν τα ξέρει. Ούτε καν η ίδια η Σαμ.
Όμως δεν βαρέθηκα να κουράζομαι για τις δοκιμασίες. Γι'αυτό δίνω υπόσχεση στον εαυτό μου ότι μέχρι να συναντήσω τον Τζος δεν θα ξανασκεφτώ τίποτα σχετικό. Άλλωστε άμα συνέχιζα θα ικανοποιούσα την Σαμ, πράγμα που δεν το θέλω καθόλου.
Το μόνο που κυριεύει το μυαλό μου τώρα, είναι το ντύσιμό μου. Ακόμα και ρεζίλι να γίνω θέλω να κεντρίσω τα βλέμματα πάνω μου. Με αυτό ορμώμενη ανοίγω την ντουλάπα μου. Παρόλο που έχω πολλά προκλητικά φορέματα, εγώ προτιμώ να βρω τα πιο συντηρητικά σχέδια.
Νιώθω πως πρέπει να φορέσω το κίτρινο φόρεμα. Μου δίνει μια ανεξήγητη ελπίδα και ευφορία αυτό το χρώμα γι'αυτό με την πρώτη ευκαιρία το φοράω. Πιάνω τα μαλλιά μου σε μια μεγάλη μακριά κοτσίδα, περιορίζοντας λίγο το ξανθό χρώμα από το ντύσιμό μου.
Όλη την ώρα στο δωμάτιό μου παίζει το τραγούδι. Και η διάθεσή μου ανεβαίνει όσο ανεβάζω τον ήχο. Βάζω λοιπόν με αρκετή χάρη λίγη μάσκαρα και λίγο κόκκινο κραγιόν. Ήθελα να νιώσω ελάχιστα τον κίνδυνο να ρέει στις φλέβες μου φορώντας το αγαπημένο κόκκινο κραγιόν.
Χωρίς να το έχω καταλάβει μόλις βάζω τα καινούργια σανδάλια μου η ώρα έχει περάσει. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο για να τον δω. Ξαφνιάζομαι όταν παρατηρώ ότι ο Τζόσουα κάνει το ίδιο. Χαμογελάει ντροπαλά και με έναν μικρό χαιρετισμό του κάνω νόημα να κατέβει.
Με υπακούει και αφού βάζω την τσάντα μου στον ώμο μου χαιρετάω την μαμά. Της εξηγώ πως ίσως αργήσω λίγο. Ευτυχώς μου έχει εμπιστοσύνη και μου δίνει τα κλειδιά ώστε να μην την ξυπνήσω το βράδυ που θα επιστρέψω.
Βγαίνω από το σπίτι αγχωμένη. Όμως την στιγμή που τον βλέπω ξεχνάω τα πάντα. Τρέχω για να τον αγκαλιάσω όμως με σταματάει. Κουνάει έντονα το κεφάλι του σαν να θέλει να αποτρέψει κάτι. Προβληματίζομαι. Μόλις απομακρυνθούμε σε μέτρα ασφάλειας από την γειτονιά επιτέλους μου εξηγεί.
"Είναι σπίτι." Λέει και κατευθείαν συνειδητοποιώ ότι μιλάει για τον πατέρα του. "Με το ζόρι ξέφυγα." Για λίγα δευτερόλεπτα το βλέμμα του γίνεται σκοτεινό στην σκέψη του πατέρα του. Γρήγορα όμως επανέρχεται στην πραγματικότητα όταν τον αγκαλιάζω.
Μυρίζω επιτέλους το άρωμά του. Είναι ξεχωριστό. Είναι ένα πολύ απαλό άρωμα που θα μπορούσα να μυρίζω όλη μέρα.
Δεν ξέρω αν είναι πρέπον να τον φιλήσω. Δεν μιλήσαμε μετά από εκείνο το φιλί για τα αισθήματά μας. Ίσως καλύτερα να περιμένω μέχρι να ξεκαθαρίσουμε και οι δύο την θέση μας ώστε να μην κάνω βιαστικά βήματα.
Με μεγάλη αμφιβολία φεύγω από την αγκαλιά του. Συνεχίζουμε να περπατάμε ο ένας δίπλα στον άλλον. Δεν χρειάζεται να πούμε κάτι για να σπάσουμε την σιωπή γιατί και οι δύο γνωρίζουμε πως αυτή η σιωπή είναι ότι χρειαζόμαστε. Ότι χρειαζόμαστε για να οργανώσουμε τις σκέψεις μας πριν ολοκληρώσουμε την δεύτερη δοκιμασία.
Ρίχνουμε κάποιες κλεφτές ματιές στα διακά όμως αυτό είναι όλο. Λίγα χαμόγελα αρκούν για να γίνει ανάλαφρη η ατμόσφερα. Πριν καλά το καταλάβω φτάσαμε στο μπαρ. Έχει πολύ κόσμο και η τραπ μουσική τρυπάει τα αυτιά μου.
Μου θυμίζει τις νύχτες που ερχόμουν με την παλιά μου παρέα. Εκείνη που με έκανε να αμφιβάλω για τα πάντα. Όμως όχι πια. Σήμερα νιώθω διαφορετικά. Νιώθω ασφαλή.
Φτάνουμε στο μπαράκι όταν ανταλλάσσουμε επιτέλους μια δεύτερη κουβέντα για την ημέρα.
"Σκέφτομαι να το πω σήμερα. Να αποκαλύψω τι περνάω εξαιτίας του πατέρα μου." Ξεροκαταπίνω.
"Τζόσουα αυτό θα επιφέρει επιπλέον προβλήματα από αυτά που έχουμε ήδη." Προσπαθώ να του αλλάξω γνώμη.
"Α ναι; Και τι προτείνεις επιτέλους; Μια ζωή να είμαι παθητικός; Ούτος ή άλλος δεν με νοιάζει πλέον ποιος θα το μάθει." Με το ζόρι καταφέρνω να ακούσω τι λέει καθώς η φασαρία δεν βοηθάει.
"Μην λες βλακείες. Με το ζόρι το είπες σε εμένα."
Δεν απαντάει. Το σκέφτεται θεωρώ.
Και πάλι όμως το πρόσωπό του αγριεύει. Σφίγγει τα χέρια του σε δύο μεγάλες γροθιές καθώς η μουσική δυναμώνει.
"Καλύτερα να αφήσεις εμένα να το χειριστώ αυτό." Το ντροπαλό παιδάκι που πριν λίγες μέρες ήξερα, έχει γίνει άγριος. Με λίγα βήματα απομακρύνεται από κοντά μου καθώς ζητάει κάτι από τον μπάρμαν.
"Τζόσουα μην πιεις. Σε παρακαλώ..." Δεν με αφήνει να τελειώσω.
"Μην μου λες τι να κάνω." Αρπάζει το ποτήρι. Νομίζω μπορώ να μυρίσω την σκέτη βοτκα στο ποτήρι του και με μια αηδία φεύγω. Δεν θέλω να τον βλέπω έτσι.
Θέλω να γυρίσει ο ήρεμος και λογικός Τζόσουα.
Χαμένη μέσα στο πλήθος βγαίνω από το μπαρ και μένω έξω. Ακόμα και εδώ έχει αρκετό κόσμο, αλλά εδώ τουλάχιστον μπορώ να βρω θέση για να καθίσω. Ένιωθα ήδη συντετριμμένη, όμως τα λόγια του με πλήγωσαν.
Δεν πέρασαν πάνω από δέκα λεπτά όταν βλέπω τον Τζόι μαζί με τον Τζορτζ και την Έρικα να με πλησιάζουν. Μετανιώνω την στιγμή που αποφάσισα να έρθω.
"Παιδιά η Ολίβια! Ολίβια τι κάνεις εδώ; Έχουμε μέρες να σε δούμε." Λέει γεμάτη ενθουσιασμό η Έρικα. Με αγκαλιάζει και καταλάθος ρίχνει λίγο από το ποτό της στο φόρεμά μου. Ένας μεγάλος λεκές τώρα χρειαζόταν για να καταστρέψει και τις ελάχιστες ελπίδες που είχα για μια ήρεμη βραδιά.
"Χίλια συγγνώμη." Μου ρίχνει ένα πραγματικά λυπημένο βλέμμα. Την συγχωρώ πάραυτα.
"Συγγνώμη αλλά πρέπει να πάω στο μπάνιο." Τους εξηγώ και συμφωνούν.
Όταν ψάχνω για τις τουαλέτες ακούω αχνά κάποιον να προφέρει το όνομά μου. Γυρίζω το κεφάλι μου για να δω τον Τζόι.
"Μην την παρεξηγείς μέθυσε νωρίς σήμερα." Μου πιάνει το χέρι παρηγοριτικά. Στο μυαλό μου έρχονται ξανά οι φήμες που είχαν βγει για τους δύο μας οπότε το διώχνω από πάνω μου.
"Δεν την παρεξηγώ όμως πρέπει να βγάλω τον λεκέ."
"Άσε με να σε βοηθήσω." Με σταματάει δεύτερη φορά. Με βγάζει στις ανδρικές τουαλέτες.
"Το ξέρεις ότι δεν πρέπει να είμαι εδώ έτσι;"
"Πίστεψε με κάνεις δεν θα σου πει τίποτα. Είναι όλοι τύφλα." Γελάει, σε αντίθεση με εμένα που δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι άσχημα σενάρια. Πιάνει ένα χαρτομάντιλο και μαζί με λίγο σαπούνι τρίβει την επιφάνεια που έπεσε το ποτό.
Παρεμβάλλεται μια στιγμή σιωπής και αμηχανίας. Αρπάζω από το χέρι του το χαρτί. "Ξέρεις κάτι. Ευχαριστώ πολύ όμως έχω να κάνω κάτι."
"Γιατί με αποφεύγεις;" Με ρωτάει σε έναν απότομο τόνο.
"Εγώ..." Δεν μου έρχεται καμία καλη δικαιολογία στο κεφάλι μου.
"Είσαι μαζί με εκείνον τον φλώρο που σε είδα την άλλη φορά;" Με πλησιάζει απειλητικά σαν να θέλει να μου κόψει την ανάσα.
"Αρχικά μην τον φωνάζεις έτσι! Και δεν χρειάζεται να ξέρεις τα πάντα για εμένα. Ευχαριστώ που με βοήθησες αλλά δεν χρειαζόμουν την βοήθειά σου." Ψιλαφίζω με τα δάχτυλά μου το πόμολο της πόρτας μέχρι να την ανοίξω.
"Πριν φύγεις ο μπάρμαν μου ζήτησε να σου πω ότι κάποιος άφησε ένα γράμμα για εσένα." Συνοφρυώνομαι. Μου παίρνει μερικά δευτερόλεπτα μέχρι να καταλάβω που αναφέρεται.
Φυσικά και το τρίτο γράμμα βρίσκεται εδώ.
"Εντάξει." Φεύγω όσο γρήγορα μπορώ. Στο βάθος καταφέρνω να δω τον Τζόσουα. Το θλιμμένο πρόσωπό του ξεχωρίζει. Αποφασίζω να πάρω πρώτα το γράμμα και μετά να τον πλησιάσω.
Όταν αναφέρω το όνομά μου στον μπάρμαν, σαν να ήξερε πως ήμουν εγώ, απευθείας μου το δίνει στα χέρια. Δεν διστάζω να τον ρωτήσω ποιος του το έδωσε εξαρχής.
"Μου είπε ο κύριος να μην αποκαλύψω την ταυτότητά του." Καταλαβαίνει λίγο αργά ότι μου αποκάλυψε ήδη το φύλο του μυστηρίου τύπου.
Χωρίς όμως να περιμένω για κάποια εξήγηση φεύγω. Πιάνω το γράμμα που γράφει πάλι τα ονόματά μας. Όμως αναγνωρίζω γρήγορα πως αυτός δεν είναι ο γραφικός χαρακτήρας της Σαμ. Μου φαίνεται αρκετά περίεργο, αλλά αποφασίζω να μην το δώσω προς το παρόν σημασία.
Ο ήλιος επιτέλους έχει δύσει και τώρα ήρθε η ώρα για την μεγάλη αποκάλυψη. Φτάνω ακριβώς μπροστά από τον Τζόσουα. Προσπαθώ να τον ταρακουνήσω. Συνειδητοποιώ πως το ποτό τον έχει πειράξει.
"Πρέπει να τελειώσουμε με αυτό Τζόσουα. Το ξέρω πως είναι δύσκολο αλλά πρέπει." Του εξηγώ ήρεμα. Δείχνει να καταλαβαίνει.
Την επόμενη στιγμή είμαστε και οι δύο στην πλευρά του dj με το μικρόφωνο στο χέρι μην έχοντας την παραμικρή ιδέα πως πρέπει να αποκαλύψουμε τα μυστικά μας.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top