Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου🎄


Εγώ δεν ξέρω για εσάς αλλά έχω πάθει σοκ με το πόσο μεγάλα είναι τα κεφάλαια που γράφω...

Επίσης θέλω να πάω Παρίσι να βρω τον έρωτα της ζωής μου. Όχι τώρα, χθες.

Α επίσης Ρία των Χριστουγέννων, όταν ανεβάσεις αυτό το κεφάλαιο γράψε δίπλα στο σχόλιο αν τελικά πέρασες ωραία στα 20α σου γενέθλια! (Ναι το κεφάλαιο το έγραψα τον Οκτώβριο ουπς)

Επίσης καλό μήηναααα♥♥


~~~

«ΜΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ΠΛΑΚΑ ΕΤΣΙ;» τσιρίζει η Κέισι και την βλέπω να πνίγεται με το νερό της. «Δεν παίζει αυτό που λες Έιβερι. Ξεκόλλα» συνεχίζει αφού σταματήσει να βήχει και ρολάρω τα μάτια μου όσο πλένω τα πιάτα.

Τα ήδη πλυμένα πιάτα βασικά. Ερχόμενη στο πανεπιστήμιο ανακάλυψα ότι το μοναδικό πράγμα που μπορεί να με κρατήσει απασχολημένη και να μου αποσπάσει την προσοχή από ό,τι συμβαίνει γύρω μου, είναι οι δουλειές του σπιτιού.

Και από εχθές το μεσημέρι που γύρισα σπίτι, αντί να πάω στο μάθημα, έχω καθαρίσει όλο το σπίτι. Σκούπισα, σφουγγάρισα δύο φορές μάλιστα, έβαλα πλυντήριο, άπλωσα ρούχα, σιδέρωσα, καθάρισα τα παράθυρα και αντί να χρησιμοποιήσω το πλυντήριο πιάτων, κάθομαι και πλένω όλα τα πιάτα που υπάρχουν στα ντουλάπια.

Όχι ότι βοήθησε καθόλου αυτό. Αλλά από το να κάθομαι φρικαρισμένη στον καναπέ, τουλάχιστον έκανα και λίγη γυμναστική.

«Με βλέπεις να σου κάνω πλάκα;» την κοιτάζω με τις σαπουνάδες στα χέρια. Ήθελα οπωσδήποτε να το πω σε κάποιον, αλλά ευτυχώς δεν το έκανα χθες, γιατί με την σύγχυση που είχα μάλλον θα έπεφτα από το μπαλκόνι.

Η εικόνα στο λάπτοπ λίγο παγώνει και έπειτα επανέρχεται αργά και σταθερά, υπενθυμίζοντάς μου ότι πρέπει οπωσδήποτε να αγοράσω καινούριο λάπτοπ γιατί αυτό κοντεύει να τα τινάξει.

«Χα! Το βρήκα» αναφωνεί και σταυρώνει τα χέρια της. «Είναι Πρωταπριλιά και μου κάνεις φάρσα» ξεφυσάω αγανακτισμένη. «Το ήξερα! Είσαι πολύ πονηρή τελικά. Παραλίγο όντως να το πιστέψω»

Σχεδόν πετάω το πιάτο πάνω στην πετσέτα και σκύβω προς το λάπτοπ για να γεμίζει το πρόσωπό μου ολόκληρη την οθόνη. «Πας καλά παιδί μου; 1η Δεκεμβρίου έχουμε σήμερα. Τι Πρωταπριλιά λες;»

«Δεν υπάρχει περίπτωση να πιστέψω ότι συνάντησες εντελώς τυχαία τον Ντομ στο φαρμακείο που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την βιβλιοθήκη που είχες πάει για διάβασμα» σηκώνεται όρθια και χάνεται για λίγο από την κάμερα. «Μην το προσπαθείς καν Έιβερι!»

«Σταμάτα να λες βλακείες και άκου» φωνάζω για να ακούσει. «Τον είδα! Αυτός ήταν. Μιλήσαμε κιόλας...»

Πιάνω μια καφέ κούπα που έχει ζωγραφισμένο έναν τάρανδο με κόκκινη μύτη και κλείνω τα μάτια μου. Όλα τον θυμίζουν. Γαμώτο!

Ακούω ένα γκντουπ από το λάπτοπ. «ΚΑΤΣΕ. ΤΙ;» φωνάζει η Κέισι η οποία πιάνει το κινητό της και την ξαναβλέπω. Σωριασμένη στο πάτωμα αυτή την φορά. «ΜΙΛΗΣΑΤΕ;»

Αφήνω την κούπα στην άκρη και κλείνω την βρύση. «Ναι...»

«Αχ σε παρακαλώ, δεν θα στα βγάζω με το τσιγκέλι. Λέγε τι είπατε!» σηκώνεται όρθια με τα χίλια ζόρια και ξανακάθεται στην θέση της.

Σκουπίζω τα χέρια μου με μια πετσέτα. «Ήταν πραγματικά άβολο. Βασικά εκείνος ήταν άβολος. Εγώ απλώς είχα μείνει να τον κοιτάζω σαν βλάκας»

«Α καλά, μην μου το εξηγείς αυτό το βλέμμα, το 'χω» κοροϊδεύει και πιάνω το λάπτοπ για να το αφήσω στο τραπέζι.

«Θα σκάσεις να σου πω την συνέχεια;» ρωτάω και κάθομαι στην καρέκλα.

«Το βουλώνω. Λέγε»

Παίρνω μια βαθιά ανάσα. «Ήταν πολύ κρύος απέναντί μου. Καμία σχέση με τον Ντομ που θυμόμουν» κοιτάζω τα νύχια μου. «Τον ρώτησα τι έκανε στο Παρίσι και μου είπε πως ήρθε για διακοπές και καλά»

«Ψέματα» πετάγεται και σηκώνω απότομα το κεφάλι μου. «Σιγά μην έκανε τόσο μεγάλο ταξίδι για να πάει απλά διακοπές. Κάτι άλλο είναι»

Ακούω ένα κρακ. Και είμαι σχεδόν σίγουρη ότι ξέρω από που προέρχεται.

«Και μετά... μετά τον φώναξε μια κοπέλα» λέω σχεδόν ψιθυρίζοντας και η φίλη μου μένει παγωτό. «Ντόμι. Κατάλαβες; Ούτε καν Ντομ. Ντόμι. Λες και είναι κανένα κατοικίδιο» λέω εκνευρισμένη και κουνάω τον κέρσορα σε περίπτωση που το λάπτοπ απλά κόλλησε την εικόνα της, αλλά τελικά όντως η Κέισι έμεινε κάγκελο με το στόμα ανοιχτό. «Και έφυγαν μαζί μετά» καταλήγω και στηρίζω το πηγούνι μου στα χέρια μου.

«Για κάτσε λίγο γιατί κάτι μου βρωμάει εδώ» ανακάθεται και έρχεται πιο κοντά στην κάμερα. «Τι κοπέλα ήταν αυτή;»

Σουφρώνω τα χείλη μου. «Ξέρω γω; Κανονική;»

«Όχι, ηλίθια. Εννοώ, στην ηλικία μας; Μεγαλύτερη; Μικρότερη; Γαλλίδα; Κινέζα; Τι;»

Ανασηκώνω τους ώμους μου. «Δεν κατάλαβα τίποτα. Ήταν σκεπασμένη έτσι κι αλλιώς με κασκόλ και το περισσότερο μέρος του προσώπου της το κάλυπτε ένα σκουφί» αποφεύγω να αναφέρω το γεγονός ότι είχαν ασορτί σκουφί και κασκόλ.

Εμείς μόνο δύο Χριστουγεννιάτικα σκουφάκια είχαμε ασορτί. Που πήγαν εκείνα;

Εγώ πάντως το δικό μου το έχω. Μέσα σε ένα συρτάρι καλά φυλαγμένο.

Δεν ξέρω ούτε και εγώ τι σκεφτόμουν όταν το είδα στο δωμάτιό μου και αμέσως το έχωσα στην βαλίτσα.

«Και σου φάνηκε για γκόμενα; Όταν έφυγαν κρατούσαν τα χέρια τους ή ο Ντομ πέρασε το χέρι του γύρω από τον ώμο της τραβώντας την κοντά του; Μήπως την φίλησε;»

«Πίστεψέ με, αν την είχε φιλήσει αυτή την στιγμή θα ήμουν στον πάτο του σιντριβανιού» μουρμουρίζω. «Δεν θυμάμαι... Νομίζω... νομίζω την έπιασε αγκαζέ»

«Αγκαζέ;» ρωτάει απορημένη. «Ποιος πιάνει την γκόμενά του αγκαζέ μωρέ;» ρωτάει και ανακάθομαι στην καρέκλα.

«Δηλαδή λες να μην είναι γκόμενά του;» ρωτάω γεμάτη ελπίδα και η φίλη μου σηκώνει το φρύδι της.

«Λες να έχω μαντικές ικανότητες ρε Έιβερι;» αναστενάζει μόλις βλέπει την απογοήτευση στο πρόσωπό μου. «Μπορεί να είναι κάποια φίλη του;»

Γνέφω και κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Κοντεύει 9 και κανονικά θα έπρεπε ήδη να έχω αρχίσει να ετοιμάζομαι.

«Ωραία» μουρμουρίζω.

«Έλα! Σε παρακαλώ! Δεν θα σου ρίξει την διάθεση ο Ντομ» βαράει παλαμάκια μπας και με ξυπνήσει και την κοιτάζω λες και είναι εξωγήινος. «Και στην τελική δεν πρέπει να σε νοιάζει ο λόγος που ήρθε στο Παρίσι. Το θέμα είναι ότι τον έχεις εκεί. Πρέπει να τον εκμεταλλευτείς πάση θυσία!» πίνει μια γουλιά νερό και με κοιτάζει ικανοποιημένη.

«Να τον εκμεταλλευτώ; Τι είναι μωρέ, κουπόνι για καλλυντικά;» την ειρωνεύομαι αν και ξέρω από τώρα τι θα πει.

«Δεν είσαι αστεία Έιβ» ανοιγοκλείνει αρκετές φορές τα μάτια της και της κάνω μια απρεπή χειρονομία. «Αυτό που εννοώ είναι ότι εφόσον ο Ντομ είναι στο Παρίσι, πράγμα που ούτε στα πιο τρελά σου όνειρα δεν υπήρχε περίπτωση να συμβεί, αλλά να που τελικά συνέβη, πρέπει να φερθείς αναλόγως»

Σταυρώνω τα χέρια μου και γέρνω στην καρέκλα. «Και τι ακριβώς προτείνεις; Να αρχίσω μήπως πάλι τις προσπάθειες για να τον κάνω να αγαπήσει τα Χριστούγεννα;» αμέσως σφίγγεται το στομάχι μου «Τα αγάπησε. Τέλος» λύνω τα μαλλιά μου και περνάω το λαστιχάκι στο χέρι μου. «Κέισι, ξέρεις και εσύ ότι τα πράγματα μεταξύ μας έχουν αλλάξει» λέω πιο ήρεμη αυτή την φορά. «Δεν μπορώ να συμπεριφερθώ όπως πριν. Ακόμη και ο Ντομ έχει αλλάξει. Είδες, ήταν εντελώς τυπικός εχθές. Δεν υπάρχει περίπτωση αυτό να αλλάξει μόνο και μόνο επειδή έτυχε να είμαστε και οι δύο στο Παρίσι δύο Χριστούγεννα μετά»

Αμέσως ένα τεράστιο χαμόγελο απλώνεται στο πρόσωπό της. «Το είπες και μόνη σου, φίλη μου» σουφρώνω τα φρύδια μου. «Είστε στο Παρίσι. Στην πόλη που γεννάει τον έρωτα. Και κοντεύουν Χριστούγεννα. Θεέ μου, αυτό μοιάζει πραγματικά με ταινία του Netflix» χτυπάει παλαμάκια και για λίγο αναρωτιέμαι αν όντως αυτό μέσα στο ποτήρι της είναι νερό ή βότκα.

Κοιτάζω την ώρα. Αν όντως θέλω να πάω, πρέπει να συντομεύω με την Κέισι.

«Εξήγησέ μου λίγο τι εννοείς» σηκώνομαι όρθια παίρνοντας το λάπτοπ μαζί μου.

«Το προφανές, χαζή! Θα ερωτευτείτε ξανά!» ανακοινώνει περιχαρής και αμέσως με πιάνει υστερικό γέλιο. «Μη γελάς! Είναι τέλειο»

«Σε ένα παράλληλο σύμπαν ίσως και να συνέβαινε» ανοίγω το φως στο δωμάτιό μου και αφήνω το λάπτοπ πάνω στο κρεβάτι. «Δεν υπάρχει περίπτωση να με ερωτευτεί ξανά ο Ντομ»

Δεν αναφέρω καν την περίπτωση να τον ερωτευτώ εγώ. Πόσο παραπάνω πια;

«Μα γιατί παιδί μου; Έχετε περάσει τόσα μαζί. Τα είχατε 9 μήνες και ζήσατε τόσα πολλά όσο άλλοι δεν έχουν ζήσει όντας 3 χρόνια σε σχέση»

Γυρνάω την πλάτη μου για να ανοίξω την ντουλάπα και χαμογελάω. Έχει δίκιο.

«Δεν ξέρω αν θέλω να προσπαθήσω» της απαντάω κοιτάζοντας τα ρούχα μου σαν χάνος. «Δεν με παίρνει να γευτώ την ερωτική απογοήτευση και στο Παρίσι. Αν γίνει αυτό, θα ανέβω στον Πύργο του Άιφελ και θα πέσω με τα μούτρα κάτω»

Τι στο καλό φοράς τώρα σε ένα, ας το κάνει ο Θεός, ραντεβού με το πρώην αγόρι σου, με το οποίο εξακολουθείς να είσαι ερωτευμένη αν και έχουν περάσει 2 χρόνια;

«Ω πίστεψέ με, αν το προσπαθήσεις, θα δικαιωθείς χίλια τοις εκατό. Κάπου διάβασα ότι ο αέρας της Γαλλίας έχει κάτι που κάνει τις ορμόνες σου να τρελαίνονται» λέει και γυρνάω να την κοιτάξω.

«Τέτοιες μαλακίες κάθεσαι να διαβάσεις, για την σχολή ούτε λόγος ε;» την πειράζω και μου κάνει την ίδια χειρονομία που της έκανα πριν.

«Σταμάτα να αλλάζεις θέμα και κάνε αυτό που σου λέω. Είσαι ερωτευμένη Έιβερι. Και το Παρίσι είναι το κατάλληλο μέρος για να το γιορτάσεις. Μαζί με τον Ντομ και ένα ποτήρι σαμπάνια» χειροκροτεί ξανά μόνη της.

Κάθομαι στο πάτωμα και παίρνω το λάπτοπ στα χέρια μου. «Και αν αυτή ήταν η κοπέλα του;»

«Να πρόσεχε! Εμείς έχουμε προτεραιότητα στον έρωτα» απαντάει κλείνοντάς μου το μάτι. Από το βάθος ακούγεται η φωνή του Τζακ που την φωνάζει και εκείνη σηκώνεται όρθια κρατώντας το κινητό στα χέρια της. «Σε αφήνω. Σκέψου αυτά που σου είπα. Είναι η μοναδική σου ευκαιρία Έιβ, εκμεταλλεύσου την. Επίσης φόρα το κόκκινο φόρεμα που σου πήρα πέρυσι. Φιλιάααααα» δεν προλαβαίνω να απαντήσω κάτι και μου το κλείνει στα μούτρα.

Αφήνω το λάπτοπ δίπλα μου στο πάτωμα και κοιτάζω στην ντουλάπα. Το φόρεμα κρέμεται ανάμεσα σε δύο χοντρά μπουφάν και παίρνω μια βαθιά ανάσα.

Είναι η μοναδική σου ευκαιρία Έιβ. Εκμεταλλεύσου την. Η φωνή της Κέισι επαναλαμβάνεται στο μυαλό.

Μωρέ λες;

[...]

Ούτε καν ξέρω πόσες φορές έχω κάνει τον γύρο του τεράστιου σιντριβανιού προκειμένου να ζεσταθώ. Δεν είναι ότι κάνει και τρελό κρύο, απλά συν του ότι το φόρεμα είναι αρκετά κοντό και έχουν παγώσει τα πόδια μου, τρέμω και για το γεγονός ότι σε λίγο θα τον δω.

Κοιτάζω για άλλη μια φορά την ώρα στο κινητό μου. 22:54. Όχι που μου ζήτησε να μην τον στήσω. Σε παρακαλώ, όταν θέλω γίνομαι οδηγός ελβετικού τρένου. Λέμε τώρα...

Βέβαια έκατσα για μια ώρα εντελώς ντυμένη και βαμμένη στο σπίτι μου, γιατί μου τηλεφώνησε πέντε λεπτά πριν φύγω για να μου πει αν γίνεται να το κάνουμε μια ώρα αργότερα διότι είχε μια πολύ σημαντική δουλειά.

Και εγώ σαν βούρλο δέχτηκα, χωρίς να με νοιάζει ότι αύριο έχω στις 8μιση μάθημα και ότι κανονικά θα έπρεπε τέτοια ώρα να κοιμάμαι και όχι να βγαίνω για "ποτό" με το πρώην αγόρι μου.

Κάθομαι στο ίδιο παγκάκι που καθόμουν εχθές το μεσημέρι και αυτό το συνειδητοποιώ όταν εντοπίζω το ίδιο παιδάκι από εχθές να παίζει με τα αυτοκινητάκια του ακριβώς δίπλα στο παγκάκι που κάθεται, πιθανολογώ, η μαμά του.

Μάλλον τα παιδάκια στην Γαλλία έχουν διαφορετικό ωράριο ύπνου. Γιατί δεν μπορώ να εξηγήσω πως είναι δυνατόν κάθε φορά που βγαίνουμε με την Αν τα βράδια, να βλέπουμε οικογένειες να κάνουν βόλτες με τα παιδάκια τους όχι απλά ξύπνια, αλλά να τρέχουν σαν τρελά. Τι φάση; Τα σχολεία εδώ ανοίγουν στις 10 και όχι στις 8;

Αμέσως η σκέψη μου, όμως, τρέχει στον Τζέις και χαμογελάω. Δεν μπορώ καν να περιγράψω πόσο μου λείπει αυτό το μικρό σκατάκι. Τα τελευταία δύο χρόνια τον έβλεπα, όπως και την μαμά, μόνο στις διακοπές που ερχόμουν για λίγες μέρες σπίτι, και δεν ξέρω αν είναι δυνατόν, αλλά αυτό το παιδί μέρα με την μέρα μεγαλώνει όλο και περισσότερο. Και σχεδόν στεναχωριέμαι με το γεγονός ότι μεγαλώνει χωρίς να είμαι εγώ δίπλα του.

Παρατηρώ σαν χαμένη το παιδάκι και δεν καταλαβαίνω πότε έρχεται ο Ντομ και κάθεται δίπλα μου στο παγκάκι.

«Αν σε έβλεπε κανείς, θα έλεγε πως μάλλον στις τσέπες σου έχεις καραμέλες και απαγάγεις παιδάκια» μουρμουρίζει και τραβιέμαι έκπληκτη κοιτάζοντάς τον.

«Πότε ήρθες μωρέ; Με τρόμαξες...» διορθώνομαι όσο μπορώ ενώ ταυτόχρονα νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή.

Πως μπορώ να εγγυηθώ ότι αυτό το αγόρι δίπλα μου είναι όντως ο Ντομ και όχι απλά ένα αποκύημα της φαντασίας μου;

Χαμογελάει στραβά και περνάει το χέρι του γύρω από την πλάτη μου πάνω στο παγκάκι χωρίς να με αγγίζει. «Ήσουν απασχολημένη με το να κοιτάς εκείνο το αγοράκι» μου δείχνει προς το μέρος του μικρού που πλέον έχει σηκωθεί όρθιος και γκρινιάζει στην μαμά του. «Δεν θα με παραξένευε αν πήγαινες και του έδινες καραμέλες για να το προσελκύσεις» συνεχίζει την πλάκα και τον κοιτάζω μπερδεμένη.

Ή αυτά που λέει δεν βγάζουν νόημα ή έχω αποπροσανατολιστεί εντελώς με την παρουσία του και το χέρι του ακριβώς πίσω από την πλάτη μου, που απλά δεν μπορώ να συγκεντρωθώ σε τίποτα.

«Τι καραμέλες; Δεν σε πιάνω...» μουρμουρίζω και τον ξανακοιτάζω.

Το πρόσωπό του είναι αρκετά κοντά στο δικό μου, σε φυσιολογικά πλαίσια πάντα, και παρά το σκοτάδι, μπορώ να καταλάβω τα μικρά γένια στα μάγουλά του, την κατακόκκινη από το κρύο μύτη του, τα μάτια του που λάμπουν όσο με κοιτάζουν και τα χείλη του τραβηγμένα σε ένα πανέμορφο χαμόγελο και... Θεέ μου, αυτά τα χείλη μου έχουν λείψει απίστευτα πολύ.

Επιστρέφω το βλέμμα μου στα μάτια του και αμέσως κοκκινίζω ολόκληρη.

Σε παρακαλώ, ας μην πρόσεξε ότι κοιτούσα τα χείλη του...

Απλώνει το χέρι του και το πιάνω γεμάτη σιγουριά. Σηκώνεται όρθιος τραβώντας με και εμένα μαζί του και γελάω όταν παραλίγο χάνω την ισορροπία μου και συγκρατούμαι από το μπράτσο του.

«Λοιπόν, που θες να πάμε;» ρωτάει προχωρώντας προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που είχα πάει την προηγούμενη φορά αγνοώντας την ερώτησή μου.

«Ε δεν ξέρω...» μουρμουρίζω προσπαθώντας να ηρεμήσω τους χτύπους της καρδιάς μου.

Κανονικά θα έπρεπε να τσιρίζω από την χαρά μου με το γεγονός ότι παρόλο που πλέον έχουμε σηκωθεί όρθιοι, εξακολουθεί να με κρατάει από το χέρι. Πράγμα που στο παρελθόν, όταν ήμασταν μαζί, έκανε συνέχεια.

Εκείνος είναι ένα βήμα μπροστά και νιώθω λες και με τραβάει για να τον ακολουθήσω. Για λίγο σταματάει και γυρνάει να με κοιτάξει ξαφνιασμένος. «Εσύ; Δεν έχεις ιδέα εσύ; Περίμενα να έχεις τα έχεις οργανώσει όλα στο μυαλό σου, όπως πάντα»

Ω πίστεψέ με Ντομ, το έκανα! Αλλά μάντεψε ποιος κατάφερε να με κάνει να ξεχάσω μέχρι και το όνομά μου με μια απλή του κίνηση...

Σταματάω και εγώ απότομα. «Δεν ήξερα ότι σε ενοχλούσε κάτι τέτοιο» ψιθυρίζω και κάνω κίνηση για να τραβήξω το χέρι μου. Αλλά όπως, δυστυχώς δεν περίμενα, δεν κάνει κάποια κίνηση για να με εμποδίσει.

Ναι, είμαι άτομο που λατρεύει την οργάνωση. Μου αρέσει να ξέρω τι θα κάνω, που θα πάω, τι θα πιώ και με ποιον θα το πιώ. Και ποτέ μου δεν είχα ακούσει κάποιο παράπονο από κανέναν σχετικά με αυτό.

Με κοιτάζει σαστισμένος. «Έιβ, εννοείται πως δεν με ενοχλεί. Για πλάκα το είπα» λέει και γνέφω κοιτάζοντας κάπου πίσω του.

Αρχίζω και μετανιώνω για αυτή την συνάντηση μαζί του. Αν είναι σε κάθε πράγμα που μου λέει να αισθάνομαι με αυτόν τον τρόπο, θα προτιμούσα χίλιες φορές να έμενα στο διαμέρισμά μου κουκουλωμένη με τις κουβέρτες μου.

Συνεχίζω να προχωράω στο δρομάκι που μας βγάζει έξω από το πάρκο και τον νιώθω δίπλα μου. Έχω τόσες σκέψεις στο μυαλό μου που πραγματικά νιώθω λες και θα εκραγεί από στιγμή σε στιγμή.

«Είσαι πολύ όμορφη πάντως» λέει αρκετή ώρα αργότερα όταν διασχίζουμε ένα μικρό πεζοδρόμιο ώστε να φτάσουμε εκεί που ήθελα εξ αρχής να πάμε. Στην αρχή είχα απορρίψει αυτό το μέρος λόγω του ότι είναι αρκετά μακριά και θέλει περπάτημα, αλλά μόλις είδα τον Ντομ θυμήθηκα για ποιον λόγο το είχα διαλέξει αρχικά.

Γυρίζω και τον κοιτάζω μπερδεμένη.

Γιατί μου το κάνει αυτό; Προς τι αυτή η ανάλαφρη συμπεριφορά απέναντί μου; Τι στο καλό θέλει να πετύχει; Α ναι, μήπως θα μου ζητήσει και σε λίγο να παραμείνουμε φίλοι και να ξεχάσουμε ό,τι έγινε μεταξύ μας;

«Ευχαριστώ» μουρμουρίζω την στιγμή που φτάνουμε στο μαγαζί. «Εδώ είμαστε» σταματάω πίσω από τα 5-6 άτομα που περιμένουν στην πόρτα.

Τον έφερα εκεί που είχαμε έρθει με την Αν την προηγούμενη φορά για pastis. Η αλήθεια είναι πως αυτό το καφέ-μπαρ-ό,τι είναι τέλος πάντων, είναι από τα αγαπημένα μου μέρη στο Παρίσι. Είναι όντως δύο τετράγωνα μακριά από το σπίτι μου και συνολικά 5 τετράγωνα μακριά από το πάρκο στο οποίο συναντηθήκαμε.

Κάνει ένα βήμα πίσω και κοιτάζει τριγύρω. Και ύστερα γελάει δυνατά. «Αλήθεια Έιβερι, είσαι το μοναδικό άτομο που θα έβρισκε το πιο χριστουγεννιάτικο μαγαζί σε μια πόλη» δείχνει με το χέρι του την πόρτα που εξακολουθεί να είναι στολισμένη με περίτεχνα λαμπάκια.

Ρολάρω τα μάτια μου και χαμογελάω αχνά. «Περίμενες να σε πάω κάπου ξενέρωτα; Σε 24 μέρες είναι τα Χριστούγεννα Ντομ» σταυρώνω τα χέρια μου κοιτώντας τον και εκείνος κάνει ακριβώς το ίδιο.

«Ε λοιπόν, μπορεί να έχουν αλλάξει πολλά πράγματα μέσα στα τελευταία δύο χρόνια, αλλά η αγάπη σου για τα Χριστούγεννα παραμένει αναλλοίωτη έτσι;»

Και για τα Χριστούγεννα και για σένα, συμπληρώνω από μέσα μου, αλλά περιορίζομαι στο να γνέψω.

Κοιτάζω τα μαύρα μποτάκια μου. «Έχουν αλλάξει όντως πολλά πράγματα» συμφωνώ και στηρίζομαι στις φτέρνες μου. Έπειτα τον ξανακοιτάζω και βλέπω ότι το παιχνιδιάρικο ύφος του έχει χαθεί.

«Όπως;» γέρνει το κεφάλι του στο πλάι.

Ανασηκώνω τους ώμους μου. Αλήθεια τώρα; Θέλει να κάνουμε τέτοια κουβέντα εδώ; Όσο στεκόμαστε στην ουρά; «Είμαι φοιτήτρια. Ψυχολογίας. Είμαι κατά δύο χρόνια μεγαλύτερη» απαριθμώ με τα δάχτυλά μου. «Είμαι στο Παρίσι, τρώω γαλλικά κρουασάν κάθε πρωί» λέω και γελάει.

«Νομίζω πως τα γαλλικά κρουασάν είναι η μεγαλύτερη αλλαγή στη ζωή σου» κοροϊδεύει και χαμογελάω.

Ο κυριούλης στην υποδοχή μας καλεί με το χέρι του και αφού συνεννοηθώ εγώ στα γαλλικά, μας πηγαίνουν στο μοναδικό ελεύθερο τραπέζι στην άλλη άκρη του μαγαζιού.

Βέβαια εγώ είχα στο μυαλό μου ένα μικρό τραπεζάκι ακριβώς δίπλα από τις ψηλές σόμπες. Και για να είμαι ειλικρινής δεν είχα παρατηρήσει ποτέ ότι υπάρχουν και μικρά booth δίπλα από τα μεγάλα παράθυρα.

Κοιτάζουμε τον μοναδικό ελεύθερο καναπέ και έπειτα κοιταζόμαστε μεταξύ μας. Η σερβιτόρα μας ρωτάει αν είναι όλα καλά, και ο Ντομ είναι εκείνος που της χαμογελάει γλυκά.

Μου κάνει νόημα να περάσω πρώτη και βολεύομαι στην μέσα πλευρά του καναπέ δίπλα στο τζάμι. Αφού βγάλει εκείνος το μπουφάν του κάθεται δίπλα μου, σε μια πραγματικά ασφαλή απόσταση. Σίγουρα αν μας έβλεπε κανείς έτσι, θα καταλάβαινε μονομιάς ότι κάτι πάει λάθος.

Η σερβιτόρα μας φέρνει σχεδόν αμέσως καταλόγους και της χαρίζω το πιο μεγάλο μου χαμόγελο. Προσπαθώ να μην κοιτάζω καθόλου προς την μεριά του Ντομ, παρόλο που νιώθω την θέρμη του κορμιού του ελάχιστα εκατοστά μακριά.

Διαβάζω τα φαγητά στον κατάλογο 3 φορές μόνο και μόνο για να μην ανοίξω κάποια άβολη συζήτηση μαζί του.

Η σερβιτόρα έρχεται ξανά και αφού παραγγείλουμε τα pastis αλλά και από ένα τσιζκέικ ο καθένας φεύγει.

«Λοιπόν, πως πάει;» γέρνει περισσότερο προς το μέρος μου ενώ ταυτόχρονα πηγαίνει προς την άκρη του τραπεζιού. Θα μπορούσα να προσποιηθώ ότι δεν το πρόσεξα, αλλά δυστυχώς για εμένα είμαι παρατηρητική.

Ανασηκώνω τους ώμους μου και κολλάω περισσότερο στο τζάμι. Ο καναπές μας είναι στραμμένος προς τον τοίχο, οπότε είμαστε πλάτη στον κόσμο. «Όλα καλά. Εσύ;» απαντάω με μια δόση ειρωνείας, αν και δεν ξέρω κατά πόσο την κατάλαβε.

«Πολύ καλά» απαντάει κοιτώντας με ευθεία στα μάτια. «Χαίρομαι πολύ που σε είδα» συνεχίζει και ρίχνω ένα γελάκι.

«Δεν φάνηκε» μουρμουρίζω γιατί πραγματικά αν κρατιόμουν λίγο ακόμη θα γινόταν έκρηξη.

«Τι εννοείς;» αφήνει την πλάτη του να πέσει με δύναμη στον καναπέ.

Ξεφυσάω. Δεν ξέρω καν είναι το κατάλληλο μέρος ώστε να λύσουμε τις διαφορές μας ή να κάνουμε αυτή την συζήτηση που έχω στο μυαλό μου, αλλά όλο αυτό είναι υπερβολικό για μένα.

«Βασικά Ντομ...» κοιτάζω για λίγο τα νύχια μου «Δεν ξέρω αν μπορώ να το διαχειριστώ αυτό» μουρμουρίζω και αυτή την φορά στρέφομαι εγώ προς το μέρος του. «Είναι υπερβολικό όλο αυτό για μένα» κάνει να μιλήσει αλλά τον σταματάω. «Ήρθα στο Παρίσι για να ξεφύγω από όλα αυτά, από τις διαρκείς σκέψεις μου για εσένα, ξέρεις...» τον κοιτάζω «Έχουν περάσει δύο χρόνια από τότε που χωρίσαμε, αλλά το νιώθω λες και έγινε εχθές. Και, όκει μπορεί να σου φανεί περίεργο, αλλά εγώ δεν έχω προχωρήσει στην ζωή μου όπως εσύ. Ξέρω πως είναι λάθος μου, αλλά η σκέψη ότι ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον ξαναπροσπαθούσαμε για κάτι, δεν με άφηνε» σταματάω για να πάρω μια ανάσα. «Και η συμπεριφορά σου απέναντι μου είναι πραγματικά περίεργη. Δεν ξέρω τι να υποθέσω» καταλήγω και δαγκώνω τα χείλη μου.

Νιώθω λες και του ανοίγω την καρδιά μου και τον παίρνω από τα μούτρα. Και ακόμη δεν έχει έρθει ούτε το ποτό μας για να μπορέσω τουλάχιστον να δικαιολογηθώ.

«Έιβ, δεν ήξερα ότι αισθάνεσαι έτσι» ψελλίζει και γνέφω. «Νόμιζα πως... πώς όλα είναι καλά μεταξύ μας»

Του δίνω νοητά ένα χαστούκι. Τι καλά μωρέ; Που το είδε το καλά;

«Το ξέρω ότι είμαι υπερβολική, αλλά...» ξεφυσάω και τον κοιτάζω ευθεία στα μάτια. «Για εμένα εσύ και τα Χριστούγεννα είστε ένας άρρηκτος δεσμός» λέω και χαμογελάω αχνά. «Και το γεγονός ότι εσύ τα έχεις αφήσει όλα πίσω και έχεις συνεχίσει την ζωή σου... που στην τελική καλά έκανες, αλλά...» δεν παίζει καν να βγάζουν νόημα αυτά που του λέω «δεν ξέρω αν μπορώ να το διαχειριστώ όλο αυτό Ντομ» καταλήγω.

Σε κάθε άλλη περίπτωση ξεκάθαρα θα με έβριζα που του έχει σύρει τόσα πράγματα ενώ έχουμε να ιδωθούμε κοντά δυόμιση χρόνια, αλλά αισθάνομαι ένα τεράστιο βάρος να φεύγει από πάνω μου αυτή την στιγμή και πραγματικά πιστεύω ότι αν δεν το έκανα θα το μετάνιωνα.

Έτσι είναι Ντομ μου. Ήθελες να βγεις μαζί μου μετά από τόσο καιρό; Φάε στην μάπα το λογύδριο μου.

Απλώνει το χέρι του και αγγίζει το δικό μου πάνω στο γόνατό μου. Τα μάτια του δεν αποχωρίζονται τα δικά μου και νιώθω έναν κόμπο στον λαιμό μου.

«Δεν προχώρησα Έιβ. Με καμία» δηλώνει σταθερά όσο από πίσω του ακούγεται δυνατά η φωνή της Mariah Carey να τραγουδάει το All I want for Christmas is you και η καρδιά μου χάνει έναν χτύπο.



~~~

Αχ βρε Ντομ μου. Ούτε εμείς προχωρήσαμε. Εσένα θέλουμε από πέρυσι...

Επίσης ένα μικρό Storytime που συνέβη πριν λίγο και απλά μου έφτιαξε την μερα.

Γυρνούσα από την σχολή και είχα πάει σε μια στάση όπου θα έπαιρνα λεωφορείο. Και καθοντουσαν δύο τυπαδες εκεί, με πιάνει ο ένας να με ρωτήσει αν ένα λεωφορείο πηγαίνει Συγγρού, του λέω τέλος πάντων και ξανακαθεται δίπλα στον φίλο του και του μιλάει στα Γαλλικά!

Εκεί η φίλη σας έπαθε το σοκ της ζωής της γιατί από την στιγμή που ξεκίνησα να γράφω αυτό το βιβλίο, ζούσα για την στιγμή που θα συναντήσω κάποιον Γάλλο στον δρόμο για να του μιλήσω. Μπαίνουμε στο λεωφορείο τέλος πάντων, εγώ να χασμουριεμαι δίχως αύριο και σε κάποια φάση και οι δύο ήταν όρθιοι δίπλα μου και μου λέει ο Έλληνας "μήπως μιλάς γαλλικά;"

Εγώ πνίγοντας ένα χασμουρητό του είπα όχι προφανώς και λέει σε ρωτάω επειδή ρώτησε ο φίλος μου. Ο οποίος έπειτα μου συστήθηκε στα αγγλικά, Daniel, του είπα ζε μα πελ Ρία, ενθουσιάστηκε που μίλησα γαλλικά και παιδιά πήρε το χέρι μου και άφησε ένα φιλί στην αναστροφή της παλάμης μου! Σοκ.

Ο γλυκούλης μου έφτιαξε την μερα είναι η αλήθεια, βέβαια αν έπαιρνα ινστα θα ήμουν ακόμη πιο χαρούμενη αλλά δεν πειράζει.

Αυτά από εμένα. Daniel αν το δεις ποτέ αυτό, ελπίζω να σε ξαναδώ για να μου μάθεις γαλλικά❤️

Εμείς τα λέμε αύριο❤️❤️

Πολλά πολλά χριστουγεννιάτικα φιλακιαααα

Ρίρι


•24 DAYS LEFT🎄🎁🎆•

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top