Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου🏔️


Είμαι κάπως καλύτερα♥



~~~

«Η ζωή μας παίζει πολύ περίεργα παιχνίδια...» σηκώνω το βλέμμα μου από το βιβλίο που προσπαθώ να διαβάσω εδώ και πόση ώρα χωρίς να τα καταφέρνω ιδιαίτερα και κοιτάζω την Κέισι μέσα από την οθόνη του λάπτοπ.

«Για να το λες εσύ...» πηγαίνω με τα νερά της γιατί δεν έχω ιδέα σε τι αναφέρεται.

Είχα πει ότι σήμερα θα αφιερωθώ στο να γίνω πιο παραγωγική. Ξύπνησα αρκετά νωρίς, τόσο νωρίς που για πρώτη φορά πέτυχα ένα κανάλι στην τηλεόραση με ειδήσεις. Και μάλιστα έκατσα και τις παρακολούθησα. Για 5 λεπτά. Γιατί δεν καταλάβαινα τι έλεγαν. Αλλά και πάλι. Και μόνο που έκατσα και άκουσα δημοσιογράφους να μιλάνε στα Γαλλικά και να αναμεταδίδουν πυρκαγιές και πύρινα μέτωπα στην νότια Γαλλία, μου έφτιαξε την μέρα.

Όχι... δηλαδή, όχι... τέλος πάντων, δεν μου έφτιαξε την μέρα το ότι έβλεπα φωτιές, αλλά το ότι ενημερώθηκα για τα γεγονότα στον κόσμο και μάλιστα στα Γαλλικά. Ασχέτως που, όπως προανέφερα με πικρία, περισσότερο παρακολουθούσα τον τυπά με την νοηματική παρά αυτούς που μιλούσαν γιατί έτσι καταλάβαινα περισσότερα.

Και αυτός ήταν ο λόγος που έκλεισα την τηλεόραση, έκανα καφέ και βρήκα τα βιβλία των Γαλλικών μου που ήταν πεταμένα σε ένα συρτάρι για να ξεκινήσω επιτέλους διάβασμα.

Και έχει εδώ και μισή ώρα, ίσως 45 λεπτά, που μου έκανε η κολλητή μου βιντεοκλήση μέσω λάπτοπ χωρίς να ξέρω τον λόγο. Έχει πει ελάχιστες κουβέντες, πολύ περίεργες κουβέντες και απλά κάθεται και με χαζεύει όσο προσπαθώ να διαβάσω ένα κείμενο για να απαντήσω από κάτω στις ερωτήσεις του.

Petite victoire pour les défenseurs des libertés numériques. Τι στο καλό σημαίνει αυτό τώρα;

«Είσαι καλά;» ρωτάω την φίλη μου όσο με κοιτάζει με ένα απλανές βλέμμα.

Μικρή νίκη για τους υπερασπιστές των ψηφιακών ελευθεριών. Τι πάει να πει αυτό; Ποιοι είναι οι υπερασπιστές των ψηφιακών ελευθεριών; Τι διαβάζω ρε γαμώτο;

«Εεε... ναι ναι, καλά» απαντάει και την κοιτάζω στα κλεφτά όσο ψάχνω να βρω ένα άλλο κείμενο γιατί αυτό μου φάνηκε μεγάλη βλακεία.

Les modes de travail evoluent, les techniques de recrutement aussi. Συγνώμη με δουλεύει κάποιος τώρα; Τι τίτλοι είναι αυτοί; Ούτε καν μπορώ να τους προφέρω.

«Είσαι σίγουρη;» ξαναρωτάω όσο γράφω τον τίτλο το google translate, το φιλαράκι μου. «Μου φαίνεσαι λίγο κάπως»

Οι μέθοδοι εργασίας αλλάζουν, το ίδιο και οι τεχνικές στρατολόγησης.

Κλείνω με δύναμη το βιβλίο και αναστενάζω απογοητευμένη. Τέλος, ως εδώ. Παραιτούμαι. Θα βρω βιντεάκια στο youtube και θα κάνω μαθήματα.

«Όχι» ξεφυσάει «Όλα εντάξει» ξαναλέει καθόλου πειστικά και πίνω μια γουλιά από τον καφέ μου.

«Λέγε!» απαιτώ και βολεύομαι περισσότερο στην καρέκλα. «Δεν γίνεται να με πήρες βιντεοκλήση αφού σου είπα ότι έριξα χθες την πρώτη μου χυλόπιτα και να κάθεσαι κοιτάζοντάς με σαν βλαμμένο» φωνάζω μπας και ξυπνήσει. «Τι στο καλό συνέβη;»

Σκύβει το κεφάλι της και ρουφάει την μύτη της. Κάτσε, λυγμός ήταν αυτός; «Βασικά... βασικά εγώ...»

«ΕΙΣΑΙ ΑΡΡΩΣΤΗ;» σηκώνομαι όρθια αναστατωμένη. «Χριστέ μου! Το ήξερα, ΤΟ ΗΞΕΡΑ ότι θα γινόταν κάτι κακό σήμερα. Είχα την προαίσθηση, σκατά, το ήξερα! Πάω τώρα, ΤΩΡΑ, να κλείσω εισιτήρια επιστροφής. ΤΏΡΑ! Πως αισθάνεσαι; Πονάς; Είσαι χλωμή, το βλέπω. Χριστέ μου, η φίλη αργοπεθαίνει» είμαι έτοιμη να βάλω τα κλάματα όσο ψάχνω αεροπορικά εισιτήρια.

«ΣΤΑΜΑΤΑ!» τσιρίζει η Κέισι και ακινητοποιούμαι. Αμέσως χαμηλώνω λίγο την ένταση της φωνής. «Δεν είμαι άρρωστη. Έλεος. Χτύπα ξύλο»

«Τότε τι;» ρωτάω παντελώς ανακουφισμένη και κλείνοντας την καρτέλα με τα εισιτήρια. Δεν ήμουν ακόμη έτοιμη έτσι κι αλλιώς να αποχαιρετήσω το χριστουγεννιάτικο και άκρως ρομαντικό Παρίσι. Και τον Ντομ. Αλλά κυρίως το Παρίσι.

«Χωρίσαμε. Με τον Τζακ» ανακοινώνει και της ξεφεύγει άλλος ένας λυγμός.

Παραλίγο να πέσω από την καρέκλα.

«Τι πράγμα;» ψιθυρίζω σοκαρισμένη.

«Εχθές. Το βράδυ. Μαλώσαμε άσχημα και... κ-και τον έδιωξα από το σπίτι μου. Και...» σκουπίζει τα μάτια της με ένα χαρτομάντηλο «...και έφυγε χτυπώντας π-πίσω του την πόρτα κ-και δεν ξέρω αν θα ξαναγυρίσει...» λέει και αμέσως ένα νέο κύμα κλάματος ξεκινάει και δεν ξέρω τι να κάνω.

Χώρισαν. Η Κέισι και ο Τζακ. Αυτό δεν θα το πίστευα ποτέ. Ποτέ όμως.

«Ξέρεις που πήγε;» ρωτάω διστακτικά.

«Μ-μάλλον στο σπίτι του... ο Μέισον είναι μαζί του. Θα κάτσει εδώ παραπάνω από όσο ξ-ξέρω...»

Ο Μέισον δεν υποτίθεται ότι θα έφευγε;

Σκατά. Δεν υποτίθεται ότι θα ερχόντουσαν όλοι μαζί στο Παρίσι;

Αποφασίζω να μην κάνω καμία από τις δύο ερωτήσεις γιατί ξέρω πως θα νευριάσει ακόμη παραπάνω.

Δεν ξέρω καν βασικά τι πρέπει να κάνω. Βρίσκομαι άπειρα μακριά και δεν μπορώ ούτε μια αγκαλιά να της κάνω για να την παρηγορήσω. Γαμώτο, είμαι η χειρότερη φίλη στα χρονικά.

«Ήρθε η Μελίσσα» μουρμουρίζει και φυσάει την μύτη της.

«Της το είπες εσύ;» ρωτάω παραξενεμένη και γνέφει. Γενικά τον τελευταίο καιρό, από τότε δηλαδή που ήρθα στο Παρίσι, οι σχέσεις μας με την Μελίσσα... ε δεν είναι και οι καλύτερες. Όχι ότι είχαμε ποτέ τέλειες σχέσεις, αλλά πλέον δεν μιλάμε σχεδόν καθόλου. Εγώ βασικά.

Γνέφει και στέλνει ένα μήνυμα στο κινητό της. «Ήθελα να έρθει κάποιος εδώ να κλάψω» ανασηκώνει τους ώμους της και χαμογελάω. «Και εσύ είσαι μακριά, οπότε η Μελίσσα ήταν η αμέσως επόμενη επιλογή»

Δαγκώνω τα χείλη μου. «Ξέρεις ότι δεν έχει καμία σημασία το ότι είμαι μακριά έτσι;» αυτή την συζήτηση την είχαμε κάνει πριν καν φύγω για Παρίσι και μου είχε υποσχεθεί ότι δεν θα αλλάξει τίποτα μεταξύ μας. «Μπορείς να με παίρνεις ανά πάσα ώρα και στιγμή τηλέφωνο και να μου λες τα πάντα»

«Το ξέρω» ξεφυσάει και κοιτάζει κάπου πίσω από το δικό της λάπτοπ. «Έιβ, δεν έχει αλλάξει κάτι στην φιλία μας. Το ξέρεις. Εξακολουθώ να σε λατρεύω» κάνει μια προσπάθεια να χαμογελάσει και με κοιτάζει. «Το ότι κάλεσα την Μελίσσα εδώ, δεν επηρεάζει την δική μας σχέση»

«Δεν το είπα λόγω της Μελίσσα αυτό, Κέι» απαντάω αμέσως και γνέφει. Ακούγεται ένα κουδούνι από την πλευρά της και τραβιέμαι λιγάκι πίσω.

«Ήρθε. Πρέπει να της ανοίξω» έρχεται πιο κοντά στην κάμερα. «Σε αγαπώ και μου λείπεις και ευχαριστώ» μου δίνει ένα φιλί.

Κάνω ακριβώς το ίδιο. «Και εγώ σε αγαπώ και μου λείπεις. Δώσε και ένα φιλί στην Μελίσσα» της λέω και γελάει. «Και μην κλάψεις άλλο. Τα μάτια σου έχουν ήδη πρηστεί τόσο πολύ λες και έφαγες μπουνιά» την κοροϊδεύω μπας και αισθανθεί λιγάκι καλύτερα.

«Είσαι χαζή» δεν προλαβαίνω να απαντήσω και μου το κλείνει στα μούτρα.

Χτυπάω τα δάχτυλά μου πάνω στο γραφείο όσο προσπαθώ να επεξεργαστώ ό,τι έγινε.

Η Κέισι και ο Τζακ χώρισαν. Προφανώς εγώ και η Μελίσσα θα πάρουμε το μέρος της Κέισι ακόμη και αν φταίει εκείνη και, επίσης προφανώς, ο Μέισον θα πάρει το μέρος του Τζακ γιατί είναι αδελφός του.

Κοινώς η παρέα μας μόλις καταστράφηκε.

Δεν ξέρω καν αν ο πυλώνας της όλα αυτά τα χρόνια ήταν η σχέση των δύο κολλητών μου, αλλά όσο το σκέφτομαι παραπάνω, τόσο καταλήγω στο ότι αν δεν τα είχαν φτιάξει ποτέ, ίσως και να μην κολλούσαμε ποτέ. Και να κατέληγα να κάνω παρέα μόνο με την Κέισι και την Μελίσσα. Χριστέ μου, αυτό θα ήταν σκέτο βασανιστήριο.

Τώρα εγώ όμως, να πάρω τηλέφωνο τον Μέισον να ρωτήσω τι γίνεται ή δεν είναι σωστό; Θέλω να πω... εντάξει, και ο Τζακ είναι κολλητός μου, ίσως όχι τόσο όσο η Κέισι, αλλά εξακολουθεί να είναι στην παρέα.

Επίσης το ότι είπα να πάρω τηλέφωνο τον Μέισον και όχι τον Τζακ, ήταν λίγο περίεργο έτσι;

Κλείνω το λάπτοπ και σηκώνομαι όρθια για να βρω το κινητό μου.

Όχι ξέρεις κάτι; Δεν γίνεται να τους αφήσω να χωρίσουν. Πλησιάζει η πιο όμορφη γιορτή του χρόνου και τα πιο ταιριαστά άτομα δεν θα είναι μαζί; Δεν το δέχομαι!

Βγάζω το κινητό από την φόρτιση και πληκτρολογώ τον αριθμό του Μέισον. Αν θέλουμε όντως να προσπαθήσουμε να τους τα ξαναφτιάξουμε, πρέπει να το κάνουμε σωστά.

Δεν προλαβαίνω να πατήσω το κουμπί της κλήσης και χτυπάει το κουδούνι μου.

Απευθείας κοιτάζω τον θερμοστάτη. Κλειστός. Άρα δεν νομίζω να είναι η διαχειρίστρια.

Ανοίγω την πόρτα με το κινητό στο χέρι. Και βρίσκω έναν Ντομ με μια σακούλα στα χέρια. «Bonjour!» μου λέει και χαμογελάω.

«Νομίζω πως η προφορά σου έχει αρχίσει να βελτιώνεται υπερβολικά πολύ» κάνω στην άκρη για να περάσει μέσα.

«Στον ελεύθερο μου χρόνο κάθομαι και διαβάζω γαλλικά. Τι με πέρασες;» βγάζει τα παπούτσια του στην άκρη.

Το γεγονός ότι διαβάζει ο Ντομ γαλλικά και εγώ όχι, με ξεπερνάει.

«Γιατί διαβάζεις εσύ Γαλλικά; Σκοπεύεις να μείνεις στην Γαλλία;» ρωτάω και κλείνω την πόρτα πίσω μου.

Γυρίζει και με κοιτάζει σοβαρός. «Απλά μου αρέσει η γλώσσα»

Σταυρώνω τα χέρια μου. «Όκευ...» στεκόμαστε και οι δύο όρθιοι και κοιταζόμαστε «Λοιπόν; Σε τι οφείλω αυτή την ευχάριστη έκπληξη;»

Κοιτάζει τριγύρω και έπειτα στρέφει πάλι το βλέμμα του σε εμένα. Μου φαίνεται λίγο περίεργο ή είναι η ιδέα μου; «Σου έφερα λίγο από τον κορμό που έφτιαξες. Έφυγες χωρίς να δοκιμάσεις» χαμογελάει και ορμάω ευτυχισμένη κατά πάνω του.

«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο το σκεφτόμουν!» παίρνω την σακούλα από τα χέρια του και πηγαίνω στην κουζίνα. «Εσύ τον δοκίμασες; Πως σου φάνηκε;»

Καθαρίζει τον λαιμό του και με πλησιάζει. «Όχι, δεν τον δοκίμασα. Σταμάτησα να τρώω γλυκά»

Γυρίζω απότομα. «Ορίστε;» ρωτάω γελώντας. «Μου κάνεις πλάκα;»

Κουνάει αρνητικά το κεφάλι του κοιτώντας με ευθεία στα μάτια. «Όχι, σοβαρά» απαντάει κοφτά και παίρνω ένα μαχαίρι.

Τι γίνεται σήμερα; Γιατί συμπεριφέρονται όλοι περίεργα; Ιιιι, μήπως φταίει που είναι Δευτέρα και 13; Δεν ξέρω καν αν ισχύει αυτό, αλλά μπορεί να είναι γρουσούζικη μέρα για τους Γάλλους.

Κόβω ένα κομμάτι από τον κορμό σκεπτόμενη τι πρέπει να κάνω στην συνέχεια. Αρχίζει να με τρομάζει που απλά στέκεται πίσω μου και με κοιτάζει. Στην αρχή ήταν χαμογελαστός, τώρα τι έπαθε;

«Λοιπόν;» στέκομαι στον πάγκο της κουζίνας. «Τι έκανες εχθές; Δεν μιλήσαμε σχεδόν καθόλου» προσπαθώ να σπάσω τον πάγο και τον βλέπω να έρχεται δίπλα μου και να ανεβαίνει στον πάγκο για να κάτσει.

«Τίποτα το σπουδαίο. Απλά έγινα Άγιος Βασίλης και μοίρασα κάτι δώρα σε παιδάκια» λέει κοιτώντας ευθεία μπροστά και κοντεύω να πνιγώ με το γλυκό.

«Τι πράγμα;» ρωτάω και ταυτόχρονα βήχω. Παίρνω ένα ποτήρι και το γεμίζω με νερό.

«Ναι. Στο παρκάκι» με κοιτάζει όσο πίνω το νερό «Εκεί που συναντηθήκαμε πρώτη φορά στο Παρίσι»

Αφήνω το ποτήρι στο τραπέζι. Δηλαδή εκείνος ο Άγιος Βασίλης που είδαμε... ήταν ο Ντομ;

«Ουάου» μουρμουρίζω κοιτώντας την χαρτοπετσέτα μου. «Εεε... μπράβο που... που το έκανες...»

Χριστέ μου.

Μόλις έκανα την χειρότερη σκέψη.

Έχει γούστο να με είδε με τον Άρον.

Έχει γούστο να μας είδε να... φιλιόμαστε;

Σκατά! ΣΚΑΤΑ!

Τώρα εξηγούνται όλα. Για αυτό είναι έτσι. ΓΑΜΩΤΟ.

Κοιτάζει τα πόδια του όσο μασάω αργά και ταυτόχρονα σκέφτομαι τι να του πω. Αν μας είδε, τότε σίγουρα έχει σχηματίσει λάθος άποψη και επίσης σίγουρα έχει θυμώσει.

Κατεβαίνει από τον πάγκο. «Πρέπει να φύγω. Με περιμένει η Ναντίν με μια φίλη της για φαγητό»

Με μια φ-φίλη της; Τι φίλη της; Στην ηλικία της ή μικρότερη;

«Νόμιζα πως θα καθόσουν να... να δούμε καμία ταινία ίσως;» ρωτάω και αφήνω την χαρτοπετσέτα πάνω στο τραπέζι. «Το netflix έχει βγάλει πάρα πολλές χριστουγεννιάτικες ταινίες»

Ανασηκώνει τους ώμους του κοιτώντας έξω από το παράθυρο. «Ξέρεις την γνώμη μου για τις χριστουγεννιάτικες ταινίες» απαντάει και παίρνω μια βαθιά ανάσα.

Κάνει να φύγει από την κουζίνα, αλλά το χέρι μου τον σταματάει. «Ντομ» τον πιάνω σταθερά από τον αγκώνα και με κοιτάζει σοβαρός. «Νομίζω πως πρέπει να μιλήσουμε»

«Να πούμε τι;»

Ακόμη και ο τρόπος που μου μιλάει είναι ψυχρός. Γαμώτο όλο αυτό μου θυμίζει τον τρόπο που χωρίσαμε. Και δεν μου αρέσει καθόλου αυτό.

«Ξέρεις τι» απαντάω ευθέως. «Γιατί είσαι θυμωμένος μαζί μου;» το πάω πλαγίως σε περίπτωση που εν τέλει δεν μας είδε, ώστε να μην καρφωθώ από μόνη μου.

Σατανικό; Το ξέρω...

«Δεν είμαι θυμωμένος μαζί σου» απαντάει αμέσως και κάνει ένα βήμα μακριά.

«Ντομ, είσαι θυμωμένος μαζί μου. Μου μιλάς ψυχρά. Βασικά με το ζόρι μου μιλάς και μου λες ότι-»

«Απογοητευμένος είμαι Έιβερι» με διακόπτει και διώχνει το χέρι μου από πάνω του. «Αλλά δεν είναι πως δεν το ήξερα. Έτσι κι αλλιώς μου το είχες δώσει να το καταλάβω εξ αρχής. Δεν είναι πως δεν το περίμενα έτσι κι αλλιώς» απομακρύνεται και σκύβει για να δέσει τα παπούτσια του.

«Δεν τον φίλησα εγώ» φωνάζω και σταματάει τις κινήσεις του. «Εκείνος με φίλησε. Και τον έσπρωξα. Εγώ δεν ήθελα»

Σηκώνεται όρθιος και βάζει τα χέρια του στις τσέπες του μπουφάν. «Εντάξει»

«Εντάξει; Αυτό μόνο; Εντάξει;» τον πλησιάζω εκνευρισμένη. «Σου λέω την αλήθεια και εσύ μου λες εντάξει;»

Ανασηκώνει τους ώμους του. «Μήπως θέλεις να σου πω μπράβο;»

Προσπαθώ να εμποδίσω τα δάκρυά μου «Νομίζεις ότι δεν αισθάνομαι τίποτα για εσένα Ντομ; Είναι όλα να παιχνίδι για να περάσω την ώρα μου στο Παρίσι; Αυτό νομίζεις;» φωνάζω και δεν με νοιάζει καν αν ακούγομαι στους γείτονες.

«Πρέπει να φύγω»

«Όχι δεν θα πας πουθενά!» στέκομαι μπροστά στην πόρτα εμποδίζοντάς τον να την ανοίξει. «Είμαι εδώ μπροστά σου και σου λέω την αλήθεια. Δεν έγινε τίποτα με τον Άρον»

«Με τον Άρον...» ψιθυρίζει και κουνάει το κεφάλι του.

«Και αν θες να ξέρεις...» σταματάω και προσπαθώ να ελέγξω την αναπνοή μου. «Δεν σκόπευα να στο πω γιατί δεν σήμαινε απολύτως τίποτα. Μπορεί κάποια στιγμή στο μέλλον να στο έλεγα μόνο και μόνο για να παινευτώ ότι έριξα σε κάποιον την πρώτη μου χυλόπιτα» λέω και πλέον τα μάτια μου τσούζουν.

«Έιβερι δεν έχουμε κάτι για να μου δικαιολογείσαι. Καλά έκανες και το είπες και μπράβο σου, αλλά-»

«Σοβαρά;» φωνάζω ακόμη περισσότερο «Δεν έχουμε κάτι; Όλο αυτό» του δείχνω τους δύο μας «Οι βόλτες, τα φιλιά, όλα αυτά που κάναμε τις τελευταίες δύο εβδομάδες, δεν είναι τίποτα για εσένα Ντομ;» ρωτάω και δεν απαντάει. «Απλά φύγε» κάνω στην άκρη και ελευθερώνω την πόρτα. «Φύγε σε περιμένει η αδελφή σου με την φίλη της» λέω ειρωνικά και σκουπίζω τα μάτια μου.

«Έιβ εγώ-»

«Αλήθεια Ντομ, φύγε. Θέλω να μείνω μόνη μου» ψιθυρίζω και στηρίζομαι στον τοίχο.

«Συγνώμη» ψιθυρίζει και απλώνει τα χέρια του προς το μέρος μου. Με ρίχνει στην αγκαλιά του αλλά δεν κουνιέμαι. «Δεν το εννοούσα. Πάνω στα νεύρα μου το είπα»

«Δεν έχει σημασία» απομακρύνομαι από πάνω του «Έτσι κι αλλιώς έχεις δίκιο»

«Όχι δεν έχω δίκιο» ανεβάζει τα χέρια του στα μάγουλά μου. «Μπορούμε να το ξεχάσουμε;»

Θέλω πραγματικά αυτή την στιγμή να τον βρίσω και να τον διώξω από το σπίτι, αλλά ταυτόχρονα θέλω να τον φιλήσω και να του ζητήσω συγνώμη για άλλη μια φορά.

Γαμώτο, πως καταφέραμε και γίναμε πάλι έτσι;

«Εντάξει» ψελλίζω και αφήνει ένα μικρό φιλί στην άκρη των χειλιών μου.

«Εντάξει» λέει με την σειρά του και ανοίγει την πόρτα. «Θα μιλήσουμε»

«Θα μιλήσουμε» κοιτάζω το πάτωμα αντί για αυτόν και την στιγμή που κλείνει η πόρτα σωριάζομαι κάτω.

Γιατί πρέπει να είναι τόσο δύσκολες οι σχέσεις; Όχι μόνο οι ερωτικές, κάθε είδους σχέσεις...



~~~

Όχι δεν έκλαψα πολύ. Λίγο, πολυ λίγο.

Τα λέμε στο επόμενο♥

Χριστουγεννιάτικα φιλιά

Ρίρι


12 DAYS LEFT 🎄🎁🎇•


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top