Κεφάλαιο 5

Την επόμενη μέρα ξύπνησα και είδα ότι η γυναίκα μου έλειπε από το σπίτι.
《Που να είναι πάλι;》,απόρησα.

Έφυγα από τη κρεβατοκάμαρα και πήγα στο σαλόνι.Πάνω στο μεταλλικό τραπεζάκι,μπροστά από τον καναπέ,βρήκα μια εφημερίδα.Την κοίταξα.Το πρωτοσέλιδο με έκανε να γελάσω.
《Ο Τζον Γουντ απειλεί ευθέως τον Τζέραλντ Ρόμπερτς:Παραιτήσου ή θα μάθει όλος ο κόσμος ποιος είσαι πραγματικά》

Άφησα κάτω την εφημερίδα και πήγα στην κουζίνα ενώ συνέχισα να γελάω.
《Απορώ ποιος πιστεύει αυτόν τον γελοίο》,είπα.

Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο.Ήταν ο Ματ.
《Πες μου》
《Πέρνα μια από την εταιρία μετά》
《Γιατί;》
《Θέλει κάποιος να σε συναντήσει》
《Ποιος;》
《Κάποιος πρόεδρος μιας μεγαλοεταιρίας στην Ευρώπη》
《Εντάξει θα έρθω σε λίγο》

Πήγα και έφτιαξα καφέ.Ύστερα,πήρα τηλέφωνο την Ρέιτσελ.Δε το σήκωσε.
《Που είσαι τόση ώρα;》

Τελικά,έφυγα από το σπίτι και πήγα στην εταιρία.Μπήκα μέσα.Ένιωθα ότι κάτι λείπει.
《Λείπει κάποιος σήμερα;》,ρώτησα τον Ματ.
《Ο Ρικ》
《Που πήγε;》
《Δε μας είπε》

Πήγα και κάθισα στο γραφείο μου.
《Ματ,που είναι αυτός ο πρόεδρος που μου έλεγες;》
《Δεν ήρθε ακόμα》

Έβγαλα να καπνίσω ένα πούρο.Σηκώθηκα τότε από την καρέκλα και πλησίασα το παράθυρο του γραφείου.Παρατήρησα τα απέναντι κτίρια.Κάποια στιγμή,μπήκε στο γραφείο ο Ματ.
《Τζέρυ,μας πήρε αυτός ο πρόεδρος.Μας είπε ότι δε μπορεί να έρθει σήμερα αλλά θέλει σου μιλήσει στο τηλέφωνο》
《Εμένα;Γιατί;》
《Δε μας είπε.Απλά θέλει να σου μιλήσει》
《Ωραία.Κάτσε να πάω να του μιλήσω》

Κάθισα ξανά στην καρέκλα.Έβαλα το ακουστικό στο αυτί.
《Παρακαλώ ποιος με ζητεί;》
《Γειά σου Τζέραλντ》

Η φωνή μου φάνηκε γνώριμη
《Τζον;》
《Τι γίνεται μεγάλε ανταγωνιστή;》
《Εσύ είσαι ο πρόεδρος;》
《Εσύ τι λες;》

Αναστέναξα.
《Τι θες από μένα;》
《Θέλω να συναντηθούμε.Τώρα αν γίνεται》
《Νομίζω δε γίνεται》
《Γίνεται και το ξέρεις.Πρέπει να έρθεις αμέσως》

Το σκέφτηκα λίγο.Τελικά,απάντησα:
《Που θες να έρθω;》
《Στο καταφύγιο της Γέφυρας Μπρούκλιν.Θέλω να έρθεις μόνος σου》
《Έγινε.Τα λέμε σε λίγο》

Έκλεισα το τηλέφωνο και έφυγα από το γραφείο.
《Που πας;》,με ρώτησε ο Ματ
《Έχω μια δουλειά》
《Τι σου είπε ο άλλος;》
《Ό,τι και να μου πε,θα στα πω άλλη φορά》,απάντησα και έφυγα από την εταιρία.

Στο δρόμο έτρεχα.Δε ξέρω γιατί τόση βιασύνη.Και το βασικότερο,δε ξέρω τι με θέλει ο Τζον.

Έφτασα τελικά στο καταφύγιο.Μπήκα μέσα όπου περίμενα τον Τζον να εμφανιστεί.Τελικά,εμφανίστηκε δύο λεπτά αργότερα.Φορούσε απλά ρούχα.Ένα μπλε αμάνικο μπλουζάκι και ένα τζιν παντελόνι.
《Καλώς τον》,μου είπε όταν με είδε.
《Βλέπω δεν είσαι ντυμένος επίσημα》
《Σε αντίθεση με σένα όχι》,μου απάντησε.

Ειρωνικός όπως πάντα.Όμως,εγώ δεν είχα όρεξη για ειρωνείες.
《Λέγε τι θες》
《Τι θέλω;Να παραιτηθείς θέλω》

Γέλασα.
《Με αυτό το πλευρό να κοιμάσαι》,απάντησα.
《Δεν θέλησες να συνεργαστούμε.Γι'αυτό,θα σου πω αυτό:ή θα παραιτηθείς ή θα μάθει όλος ο κόσμος ποιος είσαι πραγματικά》
《Ο κόσμος γνωρίζει ήδη ποιος είμαι.Γι'αυτό,άσε με ήσυχο》

Πήγα να φύγω αλλά με σταμάτησε.
《Σκέψου το Τζέραλντ.Θα χάσεις τα πάντα》
《Άσε με ήσυχο.Και μη με ξαναενοχλήσεις》

Έφυγα από το καταφύγιο και γύρισα στην εταιρία.
《Τι έγινε ρε;》,με ρώτησε ο Ματ
《Έλα στο γραφείο》

Μπήκα στο γραφείο και κάθισα στην καρέκλα μου.Τότε,μπήκε στο γραφείο ο Ματ.
《Τι έγινε;Που πήγες;》

Τον κοίταξα.Τελικά,του εξήγησα τι έγινε στην συνάντηση με τον Τζον.
《Ώπα τι;Πλάκα κάνεις》
《Καθόλου》
《Και τώρα τι θα κάνεις;》
《Τίποτα.Λες και έχει τίποτα να αποδείξει》

Το ίδιο βράδυ,γύρισα σπίτι.Η Ρέιτσελ δεν ήταν εκεί.
《Που είναι τόση ώρα;》

Η ώρα είχε πάει 9.30.Η γυναίκα μου άφαντη.Εγώ όμως πεινούσα.Έφτιαξα να φάω.
《Κάτσε να φάω και την ξαναπαίρνω τηλέφωνο》

Αφού έφαγα,δοκίμασα να την ξαναπάρω τηλέφωνο.Μάταιη η προσπάθεια όμως.Δε το σήκωσε ποτέ.
《Βρε μπας και πήγε στην Μαίρη;》

Έφυγα από το σπίτι και πήγα στην Μαίρη.
《Καλώς τον.Πέρνα》,μου είπε με ένα πλατύ χαμόγελο.
《Τι έγινε;》,της απάντησα και συνέχισα λέγοντας:
《Να σου πω.Ξέρεις που είναι η Ρέιτσελ;》
《Όχι,γιατί;》

Αναστέναξα.Κάθισα στον καναπέ και είπα:
《Την ψάχνω όλη μέρα.Την έχω πάρει τόσα τηλέφωνα και δε ξέρω που είναι》
《Λες να πήγε καμία εκδρομή;》
《Και να μη μου πε τίποτα;》

Εκείνη την ώρα,μπήκε στο σαλόνι ο άντρας της Μαίρης,ο Σάλιβαν,μάγειρας σε ένα πολυτελές εστιατόριο.
《Καλώς τον.Τι γίνεται;》
《Άστα》
《Τι έγινε;》
《Μεγάλη ιστορία》

Λίγη ώρα αργότερα,ο Σάλιβαν γύρισε και μου είπε:
《Να σου πω,θυμάσαι εκείνο το βράδυ στη γκαλερί που είχες μεθύσει;》

Α ναι.Θυμάμαι.Πριν 2 μήνες είχα πάει με τη γυναίκα μου σε μια γκαλερί στο Παρίσι.Μας είχε καλέσει ένας γάλλος συλλέκτης,ο Λουίς Ζαβιέ.Θυμάμαι που φορούσα ένα μαύρο κουστούμι ενός μεγάλου οίκου από το Λονδίνο ενώ η γυναίκα μου ένα μακρύ φόρεμα.
《Να μαστε》,της είπα όταν φτάσαμε στη γκαλερί.

Μπήκαμε μέσα.Πλησίασα έναν πίνακα του Νταλί.
《Η αρχική τιμή είναι 100.000》,γύρισε και μου είπε η Ρέιτσελ.

Δεν είχα όρεξη να αγοράσω κάποιο πίνακα.Ήθελα μόνο να τα θαυμάσω.Όπως θαύμαζα την ομορφιά της γυναίκας μου.Α και την ομορφιά μιας κοπέλας που καθότανε σε μια γωνιά.Μου έμοιαζε για μικρή.Σίγουρα 25 χρονών.Έπρεπε να την πλησιάσω.
《Αγάπη μου,πάω να μιλήσω στον Λουίς》,μου είπε η Ρέιτσελ και έφυγε.

Ήταν η κατάλληλη ευκαιρία για να πλησιάσω την κοπέλα.Τα κατάφερα τελικά.
《Ωραίος ο πίνακας;》,την ρώτησα.
《Έχω δει και καλύτερους》,μου απάντησε.

Έπρεπε να μάθω πως την λένε.
《Πρέπει να είσαι μικρή σε ηλικία για να έχεις δει κι άλλους》
《27 χρονών είμαι.Δε με λες και μικρή》

Σχημάτισα ένα χαμόγελο.Τότε,μας σερβίρισαν λίγη σαμπάνια.
《Και με ποια έχω την τιμή να μιλώ;》

Μου γέλασε.
《Άννα Ράικοβιτς》
《Τζέραλντ Ρόμπερτς》

Συνεχίσαμε να μιλάμε μέχρι που ένιωσα ότι πλησίαζε η γυναίκα μου.
《Και δε μου λες Τζέραλντ;Παντρεμένος;》
《Για σένα και χωρισμένος αν θες》
《Είμαι και γω παντρεμένη γι'αυτό σου λέω.Έχω και ένα παιδί》
《Κάτι μου λέει ότι είναι όμορφο σαν και σένα》

Γελάσαμε.Τότε,μας πλησίασε η γυναίκα μου.Την σύστησα με την Άννα λέγοντας όμως κάποια ψέματα.
《Αα ωραία.Και δηλαδή αγάπη μου της εξήγησες ποιος πίνακας του Πικάσο είναι καλύτερος;》
《Ε,όσο μπορούσα και γω》

Τότε,η Άννα απομακρύνθηκε και έμεινα μόνος με την γυναίκα μου.
《Αγάπη μου.Σε λίγο μας θέλει ο Λουίς να πάμε σε μια αίθουσα να φάμε.Θα είναι εκείνος και άλλος ένας επιχειρηματίας από την Ιταλία》

Έτσι έγινε τελικά.Πήγαμε στην αίθουσα όπου κάτσαμε μέχρι το πρωί.Φάγαμε αλλά και ήπιαμε.Και ήπιαμε πολύ.
《Και είχες μεθύσει.Θυμάσαι;》
《Δε μπορώ να το ξεχάσω》

Τελικά,έφυγα και γύρισα σπίτι.Η γυναίκα μου δε γύρισε ποτέ σπίτι.

Την επόμενη μέρα,σηκώθηκα και πήγα στο σαλόνι.Η Ρέιτσελ ακόμα άφαντη.Άνοιξα την τηλεόραση.Αυτό που είδα με άφησε άφωνο.
《Δε το πιστεύω...》

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top