Κεφάλαιο 5: Η Αποστολή

Ο Στέφανος άνοιξε τα μάτια του από την ξαφνική φωτοβολία. Κοίταξέ το δωμάτιο και κατάλαβε πως είχε ξημερώσει για τα καλά. Η ματιά του πήγε απευθείας στην κόρη του και ένιωσε τον εαυτό του να μπερδεύετε για λίγο. Καθώς παρατηρούσε την όψη της, κατάλαβε πως ή ποτέ πραγματικά δεν κοίταξε την εμφάνιση της ή κάτι την είχε μεταμορφώσει. Έβλεπε τις διάφορές ξεκάθαρα, μα ένα κομμάτι του εαυτού του, πίστευε ότι έκανε λάθος και ότι η κόρη του με τον καιρό άλλαζε σωματικά. Ήταν λες και έβλεπε μια άλλη έκδοσή της.
Το δέρμα της ήταν ποιο λαμπερό, ενώ είχαν τονιστεί κάποια σημεία τόσο στο πρόσωπο της όσο και στο υπόλοιπο σώμα. Το περίεργο της υπόθεση ήταν ότι είχε φύγει κάθε ίχνος παραπανίσιου βάρους από πάνω της, τόσο που πλέον θα έπρεπε να φάει για να πάει σε νορμάλ κιλά. Τα μαλλιά της είχαν ξεφύγει από την κοτσίδα και είχαν απλωθεί ως το πάτωμά σκουπίζοντας το.
Πώς δεν είχε προσέξει τόσο καιρό μια τέτοια εμφανές αλλαγή; Ήταν τόσο τυφλός; Τελικά, για κάποιο λόγο μια δικαιολογία του ήρθε στα ξαφνικά. Η κόρη του δεν έτρωγε, δεν έκοβε τα μαλλιά της, έχανε βάρος σταδιακά. Άλλα και πάλι, κάτι δεν ήταν σωστό με την εικόνα της.
Η πόρτα του δωματίου άνοιξέ και μαζί με τον κ. Βίκτωρα, που μπήκε στο δωμάτιο ακολούθησε μια νοσοκόμα που έσερνε στο καροτσάκι το μελαχρινό αγόρι, ενώ εχθές περπατούσε μια χαρά, που ήταν βαριεστημένο. Πίσω της βρισκόταν μια Γυναίκα με ξανθά μαλλιά πιασμένα σε ένα γερό κότσο και με ένα αγοράκι παρόμοιο μαζί της, να το κρατάει από τα χέρια.

" Κάνε ησυχία Ιβάν. Ο γιατρός θα μας πει τις εξετάσεις του Μίσα" Είπε εκείνη μαλώνοντας το ξανθό αγοράκι και ο κ. Βίκτωρας ελέγχοντας τα χαρτιά του ασθενή χαμογέλασε.

" Οι εξετάσεις έδειξαν καλές για τον γιο σας. Δε διατρέχει κάποιο πρόβλημα τώρα, άλλα θα σας συνιστούσα να μην ξαναέρθει σε επαφή με το συγκεκριμένο βότανο." Είπε εκείνος και αναστέναξε ηχηρά.

" Ναι λες και το έκανα επίτηδες. Αν δεν ήταν ο..." Είπε εκείνος θυμωμένος άλλα η ματιά τόσο της μάνας όσο και του γιατρού τον έκοψαν.

Έπειτα κοίταξε προς το μέρος του Στέφανου και ανοιγόκλεισε τα μάτια του δυο τρις φορές.

"Καλημέρα κύριε Στέφανε. Συγνώμη για τις φωνές" είπε ο Μίσα και ο Στέφανος έγνεψε απογοητευμένος.

Ήθελε να ακούσει τον λόγο που βρισκόταν το δεκαπεντάχρονο τόσο καιρό στο νοσοκομείο. Ήξερε τι ήταν άλλα το έπαιζε ανήξερος. Μονό και μόνο από σεβασμό σε μια κοινή τους γνωστή δεν έκανε φασαρία. Ειδάλλως θα τους είχε Ίδη κυνηγήσει. Στην τελική δεν είχε δει κάποια κακιά συμπεριφορά από μέρους του. Εφόσον δεν είχαν πειράξει την κόρη του, ήταν ήρεμος.

"Κάντε δουλειά σας, εγώ δεν ακούω τίποτα." Είπε εκείνος και ο Ιβάν γέλασε.

Ο Ιβάν και ο Μίσα. Το καλύτερο δίδυμο. Πάντα είχαν άψογη συνεργασία μεταξύ τους ωστόσο αυτή τη φόρα η δουλειά δεν πήγε όπως πίστευαν ότι θα πάει. Μα αυτό είναι κάτι που δεν είναι ακόμα η ώρα του να αναλυθεί.
Αφού ο γιατρός αγριοκοίταξε τον Μίσα πλησίασε την καρτέλα της Θάλειας. Για μια στιγμή κοίταξε έκπληκτος και την καρτέλα άλλα και το κορίτσι. Έπειτα πλησίασε ποιο κοντά, έλεγξε τον ορό της καθώς και τον χώρο γύρω της.

"Καλημέρα σας κύριε Στέφανε. Έχετε δει ίσως κάποια αλλαγή;" τον ρώτησέ και ο Στέφανος τον κοιταξε μπερδεμένος.

Τελικά, όντως μόνο αυτός είχε παρατηρήσει την αλλαγή της; σκεφτόταν ο άνδρας με σύγχυση. Ωστόσο στην τελική τόσο ο Γιατρός όσο και τα αγόρια που παρατηρούσαν την πρόοδο της κοπέλας είχαν παρατηρήσει το σώμα της να αλλάζει. Μάλιστα ήταν τόσο έκπληκτοι με τους ρυθμούς της ανάρρωσης της που στην αρχή νόμιζαν πως δε θα ξανά ξυπνούσε σαν άνθρωπος. Ωστόσο, αυτή η εκδοχή είχε απορριφθεί σχεδόν κατευθείαν μιας και άκουγαν την καρδιά της να χτυπάει ζωηρά.

"Όχι καμία. Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι κάτι έγινε χθες το βράδυ." είπε και ο Γιατρός τον κοίταξέ με περίεργα.

Κοίταξαν τη Θάλεια, και ο Γιατρός, κάνοντας ότι δε βλέπει κάποια διάφορα έλεγξε, την κατάσταση της, για τυχόν γρατζουνιές, μελανιές ή ακόμη και δαγκώματα. Τίποτα. Με ένα χαμόγελο ικανοποίησης γύρισε στον Στέφανο και εμφανώς χαρούμενος είπε.

"Επιτέλους. Φαίνεται ότι η κόρη σας θα ξυπνήσει. Ο οργανισμός της κατάφερε να αναρρώσει πλήρος από τα τραύματά και πιστεύω ότι μέσα στην εβδομάδα θα ξυπνήσει." Είπε ενώ συμπλήρωσε από μέσα του ότι δε θα της έπερνε ούτε εβδομάδα, σε κάποιες ώρες θα ήταν ξύπνια.

Ο Στέφανος φανερά χαρούμενος χάιδεψε τρυφερά το κεφάλι της κόρης του.

" Ξυπνά εσύ, και δε με ενδιαφέρει ούτε μάγισσα αν ήσουν" είπε και της χάρισε ένα φιλί στο μέτωπο.

Στο δωμάτιο 345 υπήρχε πολυκοσμία σήμερα. Εκτός από την Ελιζα, τον Λεωνίδα και την Ελπίδα, μαζί με τον Στέφανο είχαν έρθει η Στέλλα και η Λένα. Τα δυο κορίτσια που ερχόντουσαν τακτικά να δουν την Θάλεια.
Αυτές οι δύο αν και δεν την έκαναν αρκετή παρέα, ωστόσο λίγο πριν πάθει το ατύχημα την είχαν προσεγγίσει. Το πως ένιωσαν όταν έμαθαν για το ατύχημα εκείνη την μερα που η Θάλεια βρισκόταν στο νοσοκομείο ήταν απερίγραπτο.
Είχε γίνει χαμός στο σχολείο. Όλοι λέγανε για αυτήν, με πρώτους και καλύτερους, εκείνη την παρέα που είχε. Με τα χίλια ζόρια κρατήθηκαν τα παιδιά από την παρέα της Στέλλας και της Λένας, ώστε να μην τους πλακώσουν στο ξύλο. Η Θάλεια δεν πείραξε πότε κανέναν στο σχολείο, πάντα ήταν ευγενική και με το χαμόγελο στα χείλη. Η παρέα της αποτελούταν από δύο κακεντρεχείς δίδυμα κορίτσια που την έκραζαν πισώπλατα, ένα αγόρι που ήταν ναρκισσιστής, δυο ακόμα αγόρια που ήταν σαν να λέμε φίλοι του φίλου και εκείνοι την κορόιδευαν. Αυτή ήταν η λεγόμενη παρέα της. Από την άλλη πλευρά ήταν τα ποιο δημοφιλή άτομα του γυμνασίου, που την έβρισκαν να πειράζουν άτομα σαν την Θάλεια. Μάλιστα σε εκείνη την παρέα βρισκόταν η Λένα και η Στέλλα. Τα δυο ποιο ωραία αγόρια του σχολείου πείραζαν και κορόιδευαν την Θάλεια για τα κιλά της. Ωστόσο στην πραγματικότητα, την θεωρούσαν γλυκούλα και πολύ καλό παιδί. Λάτρευαν να την βλέπουν να κοκκινίζει και διασκέδαζαν με το να την πειράζουν. Ωστόσο εκείνη την Ημέρα, τέσσερα από τα πέντε άτομα της υποτιθέμενης παρέας της έκαναν το τρομερό λάθος να την κράξουν μπροστά τους. Έγιναν πυρ και μανία, ενώ τους σταμάτησαν από το να πλακωθούν μέσα στο σχολικό χώρο. Αλλά αυτό, είναι για να δείτε, ότι οι Θύτες κάποιες φορές, έχουν αδυναμία  στα θύματα τους.
Επιστέφοντας λοιπόν στο παρόν, τα κορίτσια, επισκέπτονταν την Θάλεια, κάθε μέρα σχεδόν και μάλιστα την μια φορά, είχαν έρθει και εκείνα τα δυο αγόρια. Όταν είδαν την Θάλεια, ένιωσαν απαίσια ενώ ο ένας από τους δυο της έπιασε το χέρι θέλοντας με τον τρόπο του να ζητήσει συγχώρεση.
Του άρεσε η κοπέλα, όμως δεν έβρισκε τον τρόπο να της το πει.
Αφήνοντας όμως αυτές τις μαύρες μέρες και γυρνώντας στο σήμερα, όπως είπαμε και ποιο πριν στο δωμάτιο υπήρχε ένα μίνι χάος.
Τόσο χάος, που 'κανε τον εγκέφαλο της Θάλειας να αρχίσει να ξυπνάει μετά από αρκετό καιρό. Βέβαια δεν μπορούσε να ανοίξει τα μάτια της ή να κουνήσει κάποιο άκρο. Οι αισθήσεις της άρχισαν να επανέρχονται σταδιακά και όλες εκείνες οι πολύωρες συζήτησεις με τον λευκο λύκο της είχαν δώσει κάποιες πολύ ενδιαφέρον πληροφορίες για να επεξεργαστεί.
Αν και δεν μπορούσε να πιστέψει αρχικά, ότι μπορούσε αυτή να κάνει ότι η μπάλα της είπε, όταν οι πρώτες αισθήσεις πήραν φωτιά η εμπειρία της φάνηκε πρωτόγνωρη. Πρώτη πρώτη 'κανε την εμφάνιση της η όσφρηση και η γεύση τελευταία ήρθε η ακοή. Όλες ήταν αυξημένες, με αποτέλεσμα να μπορεί να ακούσει τις φωνές έξω από το διάδρομο του δωματίου της, της έκανε εντύπωση πώς πολλές ήταν άγνωστες. Έπειτα μπορούσε να μυρίσει το αποστειρωμένο περιβάλλον εκεί ήταν που κατάλαβε ότι βρισκόταν στο νοσοκομείο. Δεν άργησε να νιώσει το σώμα της να μυρμηγκιάζει και να παραπονιούνται τα κόκαλα της τρίζοντας από την πολύμηνη ακινησία τους. Με τον εκνευρισμό να την καταβάλλει, απώθησε τις ξένες φωνές και εστίασε όλες τις αισθήσεις της στο χώρο γύρω της. Αν και δεν μπορούσε να δει ήξερε ότι στον χώρο υπήρχαν άτομα. Ήταν η μητέρα της , ο πατέρας της, ο αδερφός της, ένα μωρό και δυο γνωριμίες μυρωδιές κοριτσιών.
Για μία στιγμή ευχήθηκε να μάθει τι είχε συμβεί όσο αυτή κοιμόταν. Ο χώρος ξαφνικά φωτίστηκε ενώ υπήρχε μία ακολουθία από σκηνές.
Ξεκινούσαν με το ατύχημα μέχρι και σήμερα. Έμεινε να κοιτάζει τα γεγονότα για κάποια λεπτά. Σοκαρισμένη κατάλαβε πως όντως η μπάλα είχε δίκιο... Μία ευχή αρκούσε για να μπορέσει να πραγματοποιήσει ότι ήθελε. Αρχικά της φάνηκε τρομακτικό, ωστόσο μία πλευρά του εαυτού της ενθουσιάστηκε με αυτό το κομμάτι.
Για ακόμη μία φορά ευχήθηκε να μάθει τις δυνατότητες της και μπροστά στα μάτια της εμφανίστηκε ένα χαρτί.
Ήταν μία λίστα από λέξεις τόσο φανταστικές πού για μία στιγμή αναρωτήθηκε αν δεν ξύπνησε και βλέπει όνειρο.
Κατά βάθος ήξερε ότι όλα αυτά ήταν αλήθεια και ότι πλέον δεν ήταν αυτό που ήταν κάποτε.
Μία σκηνή της κίνησε το ενδιαφέρον, ήταν ένας άνδρας μες στο δωμάτιό της, όταν της δάγκωσε το χέρι, η Θάλεια κοίταξε τρομαγμένη το χέρι της. Δεν υπήρχε κάποιο σημάδι. Έπειτα συνέχισε να κοιτάζει, αφού το φύσηξε, εκείνο πήρε άλλη μορφή.

"Δεν καταλαβαίνω γιατί 'κανε το χέρι μου σαν λυκανθρώπου;" ρώτησε τον εαυτό της όμως έπειτα κατάλαβε και σοκαρίστηκε.

Αυτός δημιούργησε στον εαυτό του εκείνο το τραύμα για να της περάσει τις δυνάμεις του. Ξανά ευχήθηκε για ακόμη μία φορά, να μάθει πού είναι αυτός ο άντρας, ποιος ήταν και τι ρόλο έπαιζε σε αυτή την ιστορία.
Ακόμα μία οθόνη ξεπήδησε μπροστά της. Τώρα έβλεπε ένα μικρό παιδί, τα πιστεύω και τα θέλω του, μέχρι και να πεθάνει είχε μία πολύ δύσκολη ζωή που στα μάτια της έμοιαζε ψεύτικη.
Η ιστορία αυτού του άντρα... Έμοιαζε κάλπικη. Λέει ήταν βασιλιάς αλλά οι κάτοικοι του, είχαν συμπεριφερθεί έτσι, που δεν είχε άλλη επιλογή από το να τους εγκαταλείψει. Για μέρες κρυβόταν από χώρα σε χώρα και όταν έμαθε για αυτήν, την βρήκε, της μετέφερε τις δυνάμεις του και μετά από ώρες εγκατέλειψε τη ζωή του γίνοντας σκόνη στον αέρα.
Η Θάλεια έβαλε τα κλάματα και θρήνησε για αυτό τον άντρα, τον ευχαρίστησε σιωπηλά και μετά αποφάσισε πώς θα έκανε το όνειρό του πραγματικότητα. Θα έσωζε εκείνη τους κατοίκους, θα τους ένωνε και θα τους κυβερνούσε όπως μπορούσε. Τα λόγια της μπάλας ήρθανε για ακόμη μία φορά στο μυαλό της, το αντίκτυπο του λυκόφωτος. Έχοντας καταλάβει ποια ήταν η αποστολή της πλέον , ένιωσε για μία στιγμή να χαίρεται... Πλέον είχε νόημα στη ζωή. Ξανά ευχήθηκε να μάθει αν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις της για το δικό της καλό και σαν απάντηση ένα ακόμα χαρτί εμφανίστηκε. Ήθελε πρώτα να τακτοποιήσει τις εκκρεμότητες που είχε και μετά να ξεκινήσει την αποστολή της.
Σκέφτηκε πως αυτή η δύναμη των ευχών μπορούσε να φανεί χρήσιμη και ευχήθηκε με όλη της την ψυχή να μπορέσεις να ξυπνήσει το γρηγορότερο.
Εκείνη την στιγμή ένιωσε τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν πριν πέσει στον λήθαργο κατάλαβε ότι μόλις ανακτούσε τις δυνάμεις της μπορούσε να ανοίξει πλέον τα μάτια της. Αυτό ήταν. Είχε ξυπνήσει.

Ευχαριστώ πολύ για την υπομονή σας. Απο το επόμενο κεφάλαιο ξεκινάει ουσιαστικά η ιστορία.
Ευχαριστώ για τον χρόνο σας.
Μια καρδιά και ένα σχόλιο μπορει να με βοηθήσει για τξν πλοκη. Ευχαριστώ πολύ. Αυτα απο εμενα. Γειααα

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top