•Το Οριστικό Τέλος|Part 3•
Alex's POV
Κρατάω μια σοβαρή έκφραση για όσο κοιταζόμαστε με τον Lucas. Είναι ο μοναδικός που κουνιέται. Καθαρίζει τα δάκρυα με το μανίκι του και γυρνάει το σώμα τελείως για να είναι ακριβώς απέναντι μου. Σταυρώνει τα χέρια στο στήθος του και ξαπλώνει πίσω στα κάγκελα. Κλείνει για λίγο τα μάτια και η σιωπή μεταξύ μας είναι τεράστια. Συνειδητοποιώ ότι είμαι πολύ σφιγμένος, γι' αυτό ηρεμώ το σώμα μου αμέσως. Δεν γίνεται να ηρεμήσω με κάτι τέτοιο όμως.
«Αν θες να με βαρέσεις, δεν θα σε σταματήσω, ξέρεις», σχολιάζει και με τσαντίζει περισσότερο από το να μην μίλαγε καθόλου.
«Δεν έχω ακούσει τις δικαιολογίες σου ακόμη».
Μπορεί να κρατιέται καλά, όμως τον ξέρω χρόνια ολόκληρα. Υποφέρει από τον πόνο. Το σώμα του είναι εξαντλημένο, οι ανάσες του πιο κοφτές απ' ότι συνήθως και οι κινήσεις του πιο αργές. Προσπαθεί να κρύψει το πόσο πονάει στον μόνο άνθρωπο εκεί έξω που τον ξέρει καλύτερα από τον εαυτό του. Δεν κρύβω ότι με απογοητεύει η στάση του. Ξεφυσάω και χαλαρώνω το σώμα μου κι άλλο.
Τουλάχιστον ζει.
«Δικαιολογίες...» σκέφτεται φωναχτά και κοιτάει πέρα το Beverly Hills με ένα ψεύτικο χαμόγελο. «Δεν έχω σκαρφιστεί κάτι έξυπνο και πιστευτό ακόμη». Ρίχνει το κενό του βλέμμα σε μένα. «Αν πω ότι έφυγα γιατί ήταν καλύτερο για όλους μας, θα το πίστευες;»
«Αν μου το έλεγες αυτό, τότε σίγουρα θα σε βάραγα», αντιλέγω αμέσως και σουφρώνω τα φρύδια εκνευρισμένος. «Ποιος νομίζεις ότι είσαι να ξέρεις τι είναι καλύτερο για μένα, Lucas;»
Σφραγίζει τα χείλη του και παρατηρώ που αργά χάνει το χαμόγελο από τα χείλη του. Τώρα αρχίζει να δείχνει το πραγματικό του κεφάλι. Σταυρώνω τα χέρια στο στήθος και περιμένω να μου μιλήσει αληθινά και όχι με αυτά τα ψεύτικα χαμόγελα και τα αέρινα λόγια του. Άλλωστε δεν νομίζω να είναι αυτός ο λόγος που με έφερε εδώ. Δεν υπάρχουν περιθώρια για σφάλματα. Ξέρει τι κάνει. Τα είχε όλα σχεδιασμένα και μελετημένα για πόσους μήνες τώρα. Ο σκοπός του είναι ανώτερος από μια απλή κουβέντα.
«Πως είναι η Angel; Η εγκυμοσύνη της-»
Τον αρπάζω από τον γιακά και τον κολλάω πίσω στα κάγκελα εξοργισμένος. Κρατάει το σώμα του χαλαρό και δεν φαίνεται καθόλου επηρεασμένος από το ξέσπασμα μου. Με κοιτάει με εκείνα τα κουρασμένα κενά του μάτια και νιώθω ότι θέλω να ξεράσω από την αηδία. Μόνο που μιλάει με αυτόν τον τόνο, θέλω να τον σαπίσω στο ξύλο.
«Να ήσουν εκεί να ήξερες από μόνος σου πως είναι», γρυλίζω και τον αφήνω, σπρώχνοντας τον πίσω. «Να μην την άφηνες να ρίχνει δάκρυα για χάρη σου».
Είμαι απογοητευμένος. Είμαι τσαντισμένος. Είμαι συγκινημένος και στεναχωρημένος παράλληλα. Όσο και να θέλω να τον αγκαλιάσω και να τον κρατήσω να μην φύγει ποτέ ξανά, τόσο θέλω να τον βάλω κάτω και να τον βαρέσω μήπως και συνέρθει. Θέλω να φύγει από την ζωή μου και θέλω να μείνει ταυτόχρονα. Ένα κύμα συναισθημάτων που έχουν μαζευτεί τους τελευταίους μήνες με πνίγει. Του γυρνάω την πλάτη με το ένα χέρι στο μέτωπο και το άλλο στην μέση μου.
«Ξέρεις πόσες βραδιές δεν μπορούσα να κοιμηθώ εξαιτίας σου;» Η φωνή μου ήρεμη, τα μάτια μου βουρκωμένα. «Ξέρεις πόσες φορές με έχει ρωτήσει η Angel κάτι και δεν ήμουν σε θέση να της απαντήσω; Ξέρεις πόσες φορές έχω συγκρατηθεί από το να μην ξεσπάσω πάνω της και σε όλους τους φίλους μου; Ξέρεις ότι δεν μπορούσα να δω τους γονείς σου μια φορά στα ίσα και να τους ζητήσω συγγνώμη;» Γυρνάω να τον δω με ένα εξοργισμένο βλέμμα και ας κυλούν τα δάκρυα στα μάγουλα μου. «Γι' αυτό σε ξαναρωτάω. Ποιος νομίζεις ότι είσαι και θεωρείς ότι ξέρεις τι είναι καλύτερο για μένα, όταν η ζωή μου τους τελευταίους δυο μήνες ήταν κόλαση;»
Σφραγίζει τα χείλη του. Παραμένει σοβαρός και αμίλητος. Με εκνευρίζει τόσο πολύ. Έχει το θράσος να μου μιλάει για οριστικό τέλος της φιλίας μας, όταν δεν μπορεί να μου απαντήσει τις πιο απλές ερωτήσεις. Δεν έχει τελειώσει κάτι αν δεν το συμφωνήσω κι εγώ. Αλλιώς τι θα κάνω με όλες αυτές τις αναμνήσεις, αυτόν τον πόνο και το μίσος στην καρδιά μου; Πως θα πάω μπροστά χωρίς να έχω στο πλευρό μου τον άνθρωπο που αγάπησα περισσότερο απ' όλους; Πως μπορεί να βάζει ένα τέλος στο μοναδικό πράγμα που με κράτησε ζωντανό και χαρούμενο από την ημέρα που έχασα την Nina;
«Μίλα, Lucas», μουρμουρίζω και του σπρώχνω τον ώμο με τα δάχτυλα μου ελαφρώς, τα δάκρυα να είναι ατελείωτα. «ΜΙΛΑ ΜΟΥ!»
Τον αρπάζω ξανά από τον γιακά και τον κουνάω μπρος-πίσω. Ούτε που τον νοιάζει. Με κοιτάει σαν να μην τον ενδιαφέρει ο πόνος μου, το άχτι μου, τι τράβηξα μακριά του. Ακουμπώ το μέτωπο στο στήθος του και με βρίσκω να κλαίω με λυγμούς. Δεν ξέρω αν είναι επειδή μου έχει λείψει και χαίρομαι που είναι-σχετικά-καλά ή επειδή θέλω να μου δώσει περισσότερη προσοχή, να μου πει δυο καλά λόγια που θα μου φτιάξουν την ημέρα. Μένει ακούνητος.
«Lucas, μην μου το κάνεις αυτό», μουρμουρίζω ανάμεσα από τους λυγμούς μου, τα δάκρυα μου να πέφτουν ανάμεσα από τα μαύρα παπούτσια του. «Ξέρεις τι θα έδινα για να ήσουν εσύ ο αδερφός μου και όχι η Nina; Ξέρεις τι θα έκανα για σένα αν μου ζητούσες έστω μια φορά βοήθεια; Ξέρεις πόσα άτομα θα παράταγα μόνο για να σε έχω στο πλευρό μου;» Σφίγγω τον γιακά του περισσότερο και τον τραβάω κι άλλο κοντά μου. «Άσε με να σε αγαπήσω, γαμώτο σου».
Αισθάνομαι τα χέρια του να τυλίγονται γύρω μου και ξαφνικά με αγκαλιάζει σφιχτά. Στέκομαι σοκαρισμένος. Ακουμπά το κεφάλι στον ώμο μου, το σώμα του χαλαρό σε σχέση με το δικό μου. Το άρωμα του τρυπάει τα ρουθούνια μου. Μου είχε λείψει τόσο πολύ αυτή η γαλήνη που μου έφερνε η μυρωδιά του. Δεν μπορώ να σταματήσω να κλαίω όμως, γι' αυτό λερώνω το παλτό του με τα δάκρυα μου. Τον κρατάω τόσο σφιχτά που ξέρω ότι τον πονάει η πληγή, αλλά αλήθεια φοβάμαι να τον αφήσω. Το ξέρω ότι αν το κάνω, θα τον χάσω για πάντα.
«Μην λες τέτοια, Alex. Είσαι ο μοναδικός που θέλω να με αγαπάει άλλωστε», λέει εκείνος, ο τόνος της φωνής του τόσο ήρεμος, σαν να με υπνωτίζει. «Μου είναι τόσο δύσκολο να βρίσκω λόγο να κάνω κάτι αν δεν είναι για σένα».
«Τότε γιατί; Γιατί με παράτησες και με άφησες μόνο;»
«Επειδή φοβόμουν, Alex». Επιτέλους πιστεύω τα λόγια του. Επιτέλους είναι ειλικρινής. «Θέλω να σε προστατεύσω και φοβάμαι ότι αν είμαι κοντά σου μόνο θα σε καταστρέψω. Πες μου τι καλό έκανα με το να είμαι στο πλευρό σου πέρα από το να σου στερώ όλα τα χαμόγελα;»
Αποτραβιέμαι αμέσως από την αγκαλιά του. Τα θλιμμένα μάτια του είναι δακρυσμένα. Δεν ξέρω γιατί παριστάνει τον δυνατό συνέχεια, όταν έχει την πιο ευαίσθητη ψυχή που έχω δει στην ζωή μου. Δεν αντέχει τέτοιο βάρος, οπότε γιατί το κουβαλάει; Φέρνω τα χέρια στα μάγουλα του και τον αναγκάζω να με κοιτάξει. Είναι σαν να κρατάω τα κομμάτια του, τόσο κατεστραμμένος που φαίνεται. Με κοιτάει στα μάτια πληγωμένος. Ξέρει ότι με έχει απογοητεύσει.
«Τι χαμόγελα μού έχεις στερήσει, ειδικά εσύ, Lucas;» τον ρωτάω πραγματικά μπερδεμένος με το τι εννοεί. «Εσύ είσαι ο λόγος που αισθάνομαι ότι όλα θα πάνε καλά. Με γιατρεύεις, με ακούς, με νοιάζεσαι... με αγαπάς. Τι να ζητήσω περισσότερο από αυτή την ζωή;» Χαμογελώ κουρασμένος. «Σε είχα για έξυπνο, Lucas. Γιατί δεν βλέπεις πόσο ευτυχισμένο με κάνεις;»
Βγάζω τα χέρια μου από τα μάγουλα του αργά. Ο τσουχτερός πόνος στον σβέρκο με κάνει να ανοίξω τα μάτια και να τον κοιτάξω σοκαρισμένος. Ούτε που κατάλαβα ότι βούτηξε την ένεση στο δέρμα μου και την άδειασε. Δεν σταματά στιγμή να κλαίει, ακόμη και όταν την βγάζει από μέσα μου. Σουφρώνω τα φρύδια ερωτηματικά, το κεφάλι μου να βουίζει, να βαραίνει αργά. Κάνω πίσω και τηρώ μια απόσταση. Δεν τολμά ούτε να συναντήσει το βλέμμα μου, δαγκώνοντας το κάτω χείλος του. Η ένεση γλιστρά από το χέρι του και πέφτει κάτω.
«Lucas;» αναρωτιέμαι με ένα τρέμουλο στην φωνή, η προδοσία του να μαχαίρωσε την καρδιά μου. «Τι... έκα...νες;»
«Συγγνώμη, Alex, όμως δεν μπορείς να με πείσεις. Σου έχω καταστρέψει την ζωή. Δεν αξίζω την αγάπη σου, ούτε τα καλά σου λόγια», λέει εκείνος και επιτέλους με κοιτάει, τα δάκρυα του να γυαλίζουν στο σκοτάδι της νύχτας, τα μπλε μάτια του γουρλωμένα. Χαμογελάει για όσο ο αέρας ανεμίζει τα μαλλιά και τα ρούχα του. Πέφτω στο ένα γόνατο και προσπαθώ να κρατηθώ όσο μπορώ. «Εγώ έπρεπε να είχα πεθάνει εκείνο το βράδυ, Alex, όχι η Nina. Εγώ έπρεπε να είχα φύγει, όχι η Angel. Εγώ έπρεπε να σε παρατήσω, όχι η Adriana».
«Τι... λες;»
«Συγγνώμη, Alex, αλλά αυτή την φορά είμαι αποφασισμένος». Τα μάτια μου με το ζόρι μένουν ανοιχτά, η φιγούρα του Lucas να διπλασιάζεται. Νιώθω τόσο ζαλισμένος. «Αυτό είναι όντως το οριστικό τέλος».
Πέφτω μπροστά και δεν μπορώ να κουνηθώ. Όλα σβήνουν αργά. Το τελευταίο πράγμα που βλέπω είναι τα παπούτσια του Lucas ακριβώς μπροστά μου. Το ήξερα ότι δεν σκοπεύει να συμμορφωθεί. Το μυαλό του έχει δηλητηριαστεί πλήρως. Ο μόνος τρόπος είναι να τον τραβήξω αλυσοδεμένο πίσω και να τον κρατήσω έτσι μέχρι που να συνέρθει και να συνειδητοποιήσει τι πάει να κάνει. Δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο και υποκύπτω στο υπνωτικό.
~•~
Ακούω μια γυναικεία φωνή να καλεί το όνομα μου στο βάθος του μυαλού μου. Το κεφάλι μου με πεθαίνει, το σώμα μου μουδιασμένο από πάνω μέχρι κάτω. Εκείνη η φωνή με καλεί ξανά, τόσο παραμορφωμένη που δεν μπορώ να την καταλάβω. Κουνάω το κεφάλι ελαφρώς στο πλάι. Σουφρώνω τα φρύδια αργά. Βλέπω ένα φως στο τέλος του ατελείωτου μαύρου. Ανοίγω τα μάτια, εκείνη η φωνή να εξαφανίζεται αμέσως, τόσο οικεία που ξέρω στην καρδιά μου ποια ήταν. Δεν θέλω να την χρειάζομαι ξανά.
Προσπαθώ να κουνηθώ, όμως δεν μπορώ. Τα χέρια μου είναι δεμένα πίσω στο κάγκελο, ενώ είμαι καθισμένος κάτω. Στο στόμα μου έχω κολλητική ταινία και δεν μπορώ να μιλήσω. Κοιτάω τον Lucas ακριβώς απέναντι μου. Είναι καθισμένος, τα πόδια του ελαφρώς ανοιχτά, τα μάτια του τέρμα κενά. Έχει ένα σκοτεινό πέπλο επάνω του, σαν μια σκιά να τον έχει σκεπάσει και να μην βλέπει τίποτα. Κρατά στο χέρι του ένα μπουκάλι βότκα, σχεδόν τελειωμένο. Τα μάγουλα του είναι κόκκινα, να φαίνεται αρκετά μεθυσμένος.
Τραβάω τα χέρια, αλλά έχει δέσει το σχοινί αρκετά καλά και δεν με βοηθά να κουνηθώ ούτε ένα εκατοστό. Είμαι ακόμη μουδιασμένος από το υπνωτικό. Ο Lucas απλά με κοιτάει, το πρόσωπο του ανέκφραστο. Δείχνει να είναι σε χειρότερη κατάσταση από πριν, εφόσον είναι χλωμός, αν εξαιρέσω τα κόκκινα μάτια και μάγουλα του. Παίζει λίγο με το μπουκάλι και πίνει μονορούφι ό,τι του έχει μείνει. Σουφρώνω τα φρύδια και τον κοιτάω, αναμένοντας να δω την επόμενη κίνηση του.
Πίσω του βλέπω τα φώτα του Beverly Hills. Το σπίτι είναι χτισμένο σε έναν απότομο γκρεμό στον λόφο, κάτι που έλεγα πάντα στον Drew ότι σιχαίνομαι στο σπίτι του. Όλα τα μπαλκόνια του κοιτάνε ένα βάθος που με ανατριχιάζει. Βλέπω την πλάτη του Lucas που είναι ακουμπισμένη πίσω στα κάγκελα που οδηγούν απότομα στον γκρεμό και το στομάχι μου δένεται κόμπος.
Πετάει ξαφνικά το μπουκάλι πίσω και το ακούω που σπάει στις πέτρες πέρα, αφότου διαπεράσει κάμποσα δέντρα. Παρακολουθώ τις κινήσεις του Lucas χωρίς να κάνω πολλή φασαρία. Κάνει να κουνηθεί και μαζεύεται, το χέρι του να πηγαίνει στο στομάχι του αμέσως. Γυρνάει στο πλάι και με τα χίλια ζόρια καταφέρνει να σηκωθεί στα πόδια του, να κρατάει τα κάγκελα με όλη του την δύναμη. Λυγίζει μπροστά και ξεκινά να βήχει, να βλέπω τις σταλίδες αίματος να πέφτουν στα πόδια του. Έχει τα μαύρα του τα χάλια.
Ξαπλώνει πίσω στο κάγκελα εξαντλημένος και καθαρίζει με το μανίκι τα χείλη του. Μένει για λίγο σε αυτή την στάση να με κοιτάει. Δεν μπορώ να συνηθίσω αυτή την θλίψη και αυτό το σκοτάδι στα μάτια του. Είναι πραγματικά άλλος άνθρωπος. Κατεβάζει το χέρι από το στόμα του και σηκώνει το μαύρο ζιβάγκο του αργά. Ο επίδεσμος που έχει στην μέση του είναι λερωμένος με αρκετό αίμα. Αν συνεχίσει έτσι, θα σκοτωθεί. Ασυνείδητα κουνάω τα χέρια να πάω να τον βοηθήσω, όμως δεν μπορώ.
Κατεβάζει το ζιβάγκο του αργά και ξεφυσά κοφτά. Δεν είναι σε κατάσταση να ζορίζει τον εαυτό του. Προσπαθώ να καταλάβω το μυαλό του, όμως δυσκολεύομαι. Δεν μπορώ να αναγνωρίσω τον άνθρωπο που στέκεται ακριβώς απέναντι μου αυτή την στιγμή. Ο Lucas που ξέρω θα με έπαιρνε να φύγουμε από 'δω. Θα με άκουγε και θα με πίστευε όταν του είπα ότι τον νοιάζομαι και δεν μπορώ δίχως αυτόν. Δεν θα φερόταν εγωιστικά και δεν θα άφηνε την γυναίκα των ονείρων του να φύγει από τα χέρια του έτσι. Ο Lucas θα κράταγε το χέρι της Angel με κάθε εξέταση στην γυναικολόγο και θα έλεγε όλες τις βλακείες για τις οποίες ντρέπομαι στην παρέα του Nate.
O Lucas θα ζούσε με το πιο λαμπρό και όμορφο χαμόγελο στα χείλη του.
Αυτός απέναντι μου είναι άλλο ένα απόβρασμα της Nina. Δεν είναι ο καλύτερος μου φίλος. Είναι ένα εγωιστικό καθίκι που πίστεψε τα ψέματα της και την άφησε να του ελέγξει την ζωή όπως ήθελε εκείνη. Δεν τον αναγνωρίζω και δεν με νοιάζει να τον μάθω. Αν χρειαστεί να τον σύρω ετοιμοθάνατο από 'δω, δεν θα τον λυπηθώ καθόλου. Άλλωστε αυτό το καθίκι είναι ο λόγος που δεν έχω τον Lucas που τόσο επιθυμώ κοντά μου αυτή την στιγμή.
«Το βλέπω στα μάτια σου ότι με μισείς», λέει ξαφνικά, κάμποσες μικρές τούφες από τα μαλλιά του να ανεμίζονται στον κρύο αέρα. «Δεν είμαι καλύτερος από την Nina, έτσι; Σε χειραγωγώ και σε εκμεταλλεύομαι ως το τέλος». Κατεβάζει το κεφάλι. Έχει σπάσει σε κομμάτια και δεν ξέρει τι να πρωτομαζέψει. «Καταλαβαίνεις πως νιώθω; Καταλαβαίνεις με τι βάρος ζω τόσα χρόνια;» Φέρνει τα χέρια στο κεφάλι του, τα μάτια του ορθάνοιχτα. «Δεν με αφήνει ήσυχο. Δεν με άφησε ποτέ, έτσι δεν είναι; Μια η ίδια, μια η Loy, με κυνηγάει πάντα».
Δεν κουνιέμαι καθόλου. Τον παρακολουθώ που καταρρέει σιγά-σιγά. Βρίσκεται στο στάδιο απόλυτης παράνοιας. Έχει χάσει αρκετό αίμα και το σοκ δεν του επιτρέπει να σκέφτεται καθαρά, γι' αυτό αντιδρά τελείως εκτός εαυτού. Λίγο αυτό, λίγο το αλκοόλ, αρχίζω να συνειδητοποιώ ότι πρώτη φορά βλέπω τον πραγματικό εαυτό του Lucas, πέρα από όλες τις μάσκες του και την συντηρητικότητα του. Μένω σιωπηλός.
«Τι σκατά ζωή είναι αυτή, Alex;» μουρμουρίζει νεκρός μέσα του. «Για ποιον λόγο να είμαι τέλειος και να με νοιάζει η εικόνα μου; Γιατί να κρύβω τον πόνο μου από τα μάτια του κόσμου; Στην τελική δεν είμαι άνθρωπος; Δεν έχω γαμημένα συναισθήματα; Δεν μπορώ να μισήσω και να δείξω την αηδία που μου προκαλούν οι άλλοι;» Σηκώνει το κεφάλι αργά, το κενό του βλέμμα στο δικό μου. Ανατριχιάζω ολόκληρος. «Μισώ τους πάντες, Alex. Θέλω να πεθάνουν όλοι».
Αρχίζω με τα δάχτυλα μου να πειράζω το κάγκελο πίσω μου. Προσπαθώ να βρω καμιά αιχμηρή γωνία, μήπως και σκίσω τα σχοινιά έτσι. Πρέπει να σταματήσω ό,τι είναι αυτό που του συμβαίνει. Το βλέπω στα μάτια του ότι δεν είναι καλά και δεν ξέρει τι κάνει. Ένα λάθος να επιτρέψω από 'δω και πέρα, θα μας κοστίσει τα πάντα. Θα κάνω ό,τι χρειαστεί για να τον φέρω πίσω και να τον σύρω μακριά από αυτές τις ηλίθιες σκέψεις του.
Δεν είναι ο εαυτός του.
«Ξέρεις πόσο ανακουφισμένος ήμουν όταν ξύπνησα στο νοσοκομείο και μου είπαν ότι η Nina πέθανε; Όλο το βράδυ γέλαγα ευτυχισμένος», χαμογελά ελαφρώς ο Lucas και σηκώνει τα χέρια για να τα κοιτάξει, δάκρυα να γλιστρούν ανεξέλεγκτα στα μάγουλα του. «Το πρώτο που σκέφτηκα είναι ότι επιτέλους απελευθερώθηκα. Ξέρεις πόσο καιρό ζούσα στα δεσμά της; Μου είχε δέσει ένα σχοινί στον λαιμό και δεν με άφηνε να αναπνεύσω. Ένιωθα ότι δεν θα γνώριζα ποτέ ξανά την ελευθερία μέχρι εκείνη την ημέρα». Ξεκινά να γελά φέρνοντας το ένα χέρι στον κρόταφο του. «Alex, όταν πέθανε η αδελφή σου δεν ένιωσα ούτε λίγη μετάνοια. Εκείνη η σκύλα έπαθε ό,τι της άξιζε και ο θάνατος της ήταν ό,τι καλύτερο μού συνέβη».
Σταματώ να πειράζω το κάγκελο και απλά τον κοιτάω. Δεν περίμενα ποτέ να άκουγα αυτά τα λόγια από το στόμα του Lucas. Πάντα σε αυτό το θέμα ήταν λιγομίλητος και το απέφευγε. Διέκρινα κάθε τραύμα που ξύπναγε μέσα του λίγο πριν να μου γύρναγε την πλάτη. Λίγες ήταν οι φορές που μου ανέφερε αυτό το θέμα και το έκανε με τεράστιο πόνο στην καρδιά του. Με πονάει να τον βλέπω σε αυτή την κατάσταση να μου μιλάει για την αλήθεια του. Έπρεπε να πονέσει και να στριμωχτεί για να μου πει επιτέλους ότι σιχαίνεται την Nina τόσο;
«Έπεισε την Brittany ότι δεν την θέλω όταν η καρδιά μου άνηκε σε εκείνη από την πρώτη στιγμή που την είδα, κάνοντας με να την αφήσω να παντρευτεί άλλον ενώ ήθελα να κοιτάξει εμένα έτσι», ακουμπά το χέρι στο στήθος του και το γραπώνει, «με ανάγκασε να σου πω ψέματα και να σε αφήσω να πιστεύεις ότι πρόδωσα την αγάπη μου για σένα, τον μοναδικό άνθρωπο που φώτιζε την μίζερη και σκατά ζωή που είχα», με κοιτάει στα μάτια πονεμένος, «έκανε τους γονείς μου να με μισήσουν και να με στείλουν μακριά μέχρι που να σκεφτούν τι θέλουν να κάνουν με ένα παιδί που έχει «δολοφόνος» γραμμένο στο κούτελο του». Βαράει την γροθιά του πίσω στα κάγκελα με τέτοια δύναμη που τα λυγίζει πίσω ελαφρώς. «Στο Brentwood όλοι με έδειχναν και σχολίαζαν ότι σκότωσα μια αθώα κοπέλα επειδή δεν μπορούσα να ελέγξω τις σεξουαλικές ανάγκες μου, όταν μόνο στην σκέψη να την έβλεπα ερωτικά ξέρναγα επιτόπου».
Μόνο που τον ακούω, το στομάχι μου δένεται κόμπος. Ποτέ δεν μου έχει μιλήσει τόσο ανοιχτά για τις δυσκολίες του. Δεν με άφηνε ποτέ να αγγίξω την καρδιά του, πόσο μάλλον τον πραγματικό εαυτό του. Η φωνή του που σπάει με κάθε ξέσπασμα του, τα δάκρυα του που τα παίρνει ο αέρας μακριά από τα μάγουλα του, το αδύναμο και αβοήθητο σώμα του που προσπαθεί να στηριχθεί όρθιο... Αυτά τα βλέπω πρώτη φορά πάνω του. Τα μάτια μου βουρκώνουν. Θα μπορούσα να τον είχα βοηθήσει, να τον είχα αγκαλιάσει και να τον είχα κρατήσει αν ήξερα ότι αυτά που κουβαλάει βαραίνουν τόσο την αγνή ψυχή του.
Lucas, αδερφέ μου, τι έχεις κρατήσει μέσα σου τόσο καιρό και το έχεις αφήσει να σε σαπίζει τόσο...;
«Δεν έχει υπάρξει στιγμή που έχω συμπαθήσει την Nina και λυπάμαι που δεν της το είπα ποτέ στα ίσα. Πόσα θα ήθελα να ξέρει ότι την απεχθάνομαι με όλη μου την ψυχή». Καταφέρνει να σταθεί όρθιος, καθαρίζοντας τα δάκρυα με το μανίκι του. «Βλέπεις τελικά, Alex; Η Adriana είχε δίκιο. Είμαι ένας δολοφόνος». Με κοιτάει με ένα ψεύτικο χαμόγελο στα χείλη του. «Σκότωσα την αδελφή σου και δεν μετάνιωσα τίποτα, ας μου κόστισε ό,τι πιο πολύτιμο είχα». Σηκώνει τα χέρια στο πλάι. «Τα πάντα τελείωσαν, Alex. Δεν μπορείς να είσαι φίλος με έναν άνθρωπο σαν εμένα».
Κουνάω το κεφάλι αρνητικά. Δεν το πιστεύει αυτό. Δεν το πιστεύω ούτε εγώ. Το ξέρω ότι μπλοφάρει. Προσπαθεί να μου ρίξει στάχτη στα μάτια για να τον μισήσω. Δεν θα κάνω το λάθος όμως. Επέτρεψα μια φορά να τυφλωθώ από τα ψέματα της Nina, όμως δεν θα το κάνω ξανά. Αυτή την φορά προτεραιότητα μου είναι οι ζωντανοί, στην προκειμένη περίπτωση ο καλύτερος μου φίλος. Γιατί να τον σπρώξω στην άκρη όταν τον έχω ακριβώς μπροστά μου να τον βοηθήσω; Δεν θα χάσω άλλα αγαπημένα μου άτομα για όσο ζω και αναπνέω.
Έχω τόσα μπροστά μου να ζήσω, τόσες σελίδες να γεμίσω στο βιβλίο της ζωής μου.
Τραβάω όσο μπορώ το σχοινί. Ο Lucas με το ζόρι στέκεται όρθιος, οπότε αποκλείεται να έχει την δύναμη να με δέσει τόσο γερά που δεν μπορώ να απελευθερωθώ. Εδώ άνοιξε την πληγή του μόνο που έβαλε λίγη δύναμη να με φέρει ένα μέτρο πιο πέρα. Ξεκινώ να τρίβω το σχοινί στο κάγκελο και αισθάνομαι ελάχιστη διαφορά ήδη. Ο Lucas δεν φαίνεται να έχει καταλάβει κάτι, τόσο ζαλισμένος που είναι. Απορώ που βρίσκει την δύναμη να μιλήσει και να περπατήσει.
«Τι χαμόγελα χαρίζω, Alex; Είμαι μια απογοήτευση. Δεν μπορώ να κάνω τους γονείς μου περήφανους, δεν μπορώ να κάνω οικογένεια με την Brittany, δεν μπορώ να βοηθήσω τον καλύτερο μου φίλο να ζήσει μια ήρεμη ζωή», μουρμουρίζει, αυτό το σκοτεινό πέπλο να τον καλύπτει πάλι, σαν να τον αγκαλιάζει ο θάνατος ο ίδιος. «Μια η Nina, μια η Loy». Σηκώνει το κεφάλι και κοιτάει τον ουρανό, οι ώμοι του πεσμένοι. «Φορές αναρωτιέμαι γιατί απλά δεν πεθαίνω-»
Καταφέρνω να ξεδέσω το σχοινί από τα χέρια μου, παρόλο που ξέρω ότι θα μου αφήσει σημάδι, τόση δύναμη που έβαζα στους καρπούς μου. Απασχολημένος να κοιτάει τον ουρανό, δεν με βλέπει που σηκώνομαι-μεν με χίλια ζόρια, εφόσον η επίδραση του υπνωτικού δεν έχει φύγει τελείως-και περπατώ προς το μέρος του. Πετάω το κομμάτι ταινίας που είχα στο στόμα μου πέρα και με το που κατεβάζει το κεφάλι, του δίνω μια γροθιά ακριβώς πάνω από την πληγή του.
Εννοείται πως αυτό τον παραλύει από τον πόνο. Η γροθιά μου αυτή την φορά βρίσκει το πρόσωπο του και αυτό είναι αρκετό να τον ρίξει κάτω. Πεσμένος στο πλάι, ξεκινά να βήχει αίμα, ανήμπορος να κουνηθεί καλά. Τον κλωτσάω να είναι ανάσκελα και αμέσως ακουμπώ την φτέρνα του παπουτσιού στην πληγή του. Αρπάζει το πόδι και με τα δυο του χέρια, στο πρόσωπο του να βλέπω τον πόνο που νιώθει αυτή την στιγμή.
«Θα παριστάνω ότι δεν άκουσα τίποτα από όλες αυτές τις μαλακίες που μόλις ξεστόμισες», γρυλίζω εκνευρισμένος, το σαδιστικό βλέμμα μου επάνω του. «Η Adriana έχει δίκιο; Εσύ δολοφόνος; Μην με κάνεις να γελάσω, ηλίθιε εγωιστή. Ένας δολοφόνος δεν κλαίει σαν μικρό παιδί επειδή πλήγωσε τα άτομα για τα οποία νοιάζεται. Θες να σου υπενθυμίσω τον όρκο που έδωσες ως γιατρός; Ή θες να σου δείξω τις κρυφές φωτογραφίες που τράβαγα κάθε φορά που χαμογέλαγες ανακουφισμένος που οι ασθενείς σου έφευγαν υγιέστατοι;». Τινάζω την γροθιά μου στο πλάι. «Ένας δολοφόνος δεν θα με ρώταγε πως πάει η εγκυμοσύνη της Angel, βλάκα!»
«Alex... με... πο...νάς», καταφέρνει να πει με τα χίλια ζόρια, εγώ να πατάω την πληγή του άλλο λίγο μέχρι που ένα επιφώνημα ξεφεύγει από τα χείλη του.
«Δεν θα πάρω πίσω μαζί μου στο Beverly Hills έναν υποκριτή. Θα πάρω τον Lucas Bennett και θα τον επιστρέψω στους γονείς του, στην αρραβωνιαστικιά του και στους φίλους του», δηλώνω και καρφώνει τα νύχια του στο πόδι μου, προσπαθώντας να ανασάνει. «Θα σε σαπίσω στο ξύλο αν χρειαστεί για να συνέρθεις. Θα σου σπάσω τα πόδια αν τολμήσεις να ξαναφύγεις σαν δειλός». Τον βάζω ανάμεσα από τα γόνατα, τα οποία καρφώνω στο έδαφος, αρπάζοντας τον από τον γιακά. «Εμένα δεν θα με ξεφορτωθείς τόσο εύκολα, όσα υπνωτικά και να βάλεις στο σώμα μου». Τον κοιτάω μέσα στην ψυχή του, τα μάτια μου ορθάνοιχτα. «Δεν είμαι η Nina, Lucas, και δεν είμαι κανένας άλλος μαλάκας να πιστέψω αυτές τις μαλακίες που λες. Είμαι ο Alex, ο καλύτερος σου φίλος, βάλ' το καλά στο μυαλό σου ότι όπου και να πας, θα σε βρω».
Ξεκινά να βήχει αίμα, τόσο χλωμός και κουρασμένος που πιστεύω ότι αρκεί να μην μπορέσει να κάνει βήμα παραπάνω. Ακόμη και που είμαι μουδιασμένος, έχω το πάνω χέρι επιτέλους. Τον αφήνω να πέσει πίσω και βαράω την γροθιά μου ακριβώς δίπλα από το κεφάλι του για όσο προσπαθώ να μην βάλω το βάρος μου στο στομάχι του. Στέκομαι από πάνω του, να τον βλέπω που με το ζόρι παλεύει να αναπνεύσει. Το βλέμμα του είναι χαμένο, το δικό μου σκοτεινό και εξοργισμένο.
«Σύνελθε, Lucas. Τι σου συμβαίνει;» τον ρωτάω αρκετά πιο ήρεμος από πριν, το κεφάλι μου να με πεθαίνει. «Δεν είσαι ο εαυτός σου. Τι σου έκανε εκείνη η ψυχοπαθής αυτούς τους μήνες; Γιατί πιστεύεις αυτές τις αηδίες και τα ψέματα για τον εαυτό σου;»
«Alex...»
Η φωνή του είναι σαν ψίθυρος. Ακούγεται τρομαγμένος. Μάλλον το σοκ που περνάει είναι πιο έντονο τώρα. Αφήνει τα χέρια του να πέσουν στο πλάι και ανοιγοκλείνει τα μάτια αργά. Αρπάζω την ευκαιρία να ψάξω τις τσέπες του. Στην εσωτερική του παλτού του βρίσκω ένα κουτί σχεδόν άδειο παυσίπονα. Έπρεπε να το είχα καταλάβει. Προσπαθώντας να απαλύνει τον πόνο της πληγής του, σκοτώνει τον εαυτό του αργά. Είναι αργά να τον κάνω να ξεράσει εφόσον τα φάρμακα και το αλκοόλ έχουν ήδη επιδράσει, γι' αυτό πρέπει να τον πάω στο κοντινότερο νοσοκομείο όσο πιο σύντομα γίνεται.
Την στιγμή που σηκώνομαι όρθιος, αισθάνομαι μια κοφτερή λεπίδα στον λαιμό μου. Κοκαλώνω αμέσως στην θέση μου. Ο Lucas ανάμεσα από τα πόδια μου παλεύει να αναπνεύσει και βήχει μανιωδώς, γυρνώντας το σώμα του στο πλάι. Ρίχνω τα μάτια στον απρόσμενο επισκέπτη και έρχομαι αντιμέτωπος με την Loy. Το έντονο άρωμα της τρυπάει τα ρουθούνια μου, αμέσως να μου γυρνάει τα έντερα. Σηκώνω τα χέρια σαν να παραδίδομαι και κάνω πίσω, βάζοντας την ανάμεσα σε μένα και τον Lucas.
«Θες να τον σκοτώσεις; Δεν βλέπεις σε τι κατάσταση βρίσκεται;» γρυλίζει η Loy και το βλέμμα μου νεκρώνει αμέσως, η μύτη του μαχαιριού που κρατά να με αναγκάζει να σηκώσω το κεφάλι άλλο λίγο.
«Έχεις το θράσος να μου μιλάς εσύ για την κατάσταση του Lucas;» Κοιτάει μια εμένα, μια εκείνον, το βλέμμα της κάπως ανήσυχο. «Εσύ φταις που έχει χάσει το μυαλό του».
«Εγώ;» γελάει ειρωνικά και καρφώνει την μύτη άλλο λίγο στον λαιμό μου. «Έπρεπε να πρόσεχε τι μου έλεγε εκείνο το βράδυ». Τα μάτια της μένουν ορθάνοιχτα, να μην μπορώ να σταματήσω να την συγκρίνω με την Nina. Ακόμη και στις πιο μικρές λεπτομέρειες έχει προσπαθήσει να της μοιάσει. «Τον έχεις καταστρέψει. Δεν ήταν έτσι. Ήταν πάντα υπάκουος, ένα πιστό σκυλί». Κάνω ένα βήμα πίσω όταν πιέζει το μαχαίρι κι άλλο. «Εσύ του ξέδεσες την γλώσσα».
«A...lex», με καλεί ο Lucas ζαλισμένος και ούτε να με βρει με το χαμένο βλέμμα του δεν μπορεί. Καλύτερα. Δεν χρειάζεται να ανησυχώ ότι θα κάνει κάτι χαζό σε αυτή την κατάσταση την οποία βρίσκεται.
Η Loy με αφήνει ξαφνικά και με αέρινα βήματα βρίσκεται στο πλευρό του. Δεν την ακούω που κινείται, τέτοια ευελιξία που έχει. Δεν ξαφνιάζομαι που έχουμε δυσκολευτεί τόσο να την βρούμε. Ακουμπά τα δυο δάχτυλα στον λαιμό του Lucas και ξεφυσά κοφτά. Εκείνος τα σφαλιαρίζει από πάνω του ενοχλημένος και γυρνάει ξανά στο πλάι για να φτύσει αίμα. Η Loy τον κοιτάει με ένα χαμόγελο, το οποίο σβήνει από το πρόσωπο της σε θέμα δευτερολέπτων.
«Ασ' τον να πεθάνει. Δεν θυμάσαι τι μας είπε;» μιλάει με τον εαυτό της, εγώ να την παρακολουθώ οριακά αηδιασμένος. «Μα ο Lucas είναι το κλειδί στην ευτυχία μας. Με αυτόν στο πλευρό μας, μπορούμε», προσπερνά τον Lucas και κοιτάει μια δεξιά, μια αριστερά, «να κάνουμε τα πάντα». Σταματά ακριβώς απέναντι μου, επιδέξια να παίζει με το μαχαίρι στα δάχτυλα της. «Ο Alex φταίει. Πάντα αυτός μπαίνει στην μέση». Γελάει με ένα λάγνο βλέμμα, εγώ να κάνω ένα βήμα πίσω με σουφρωμένα φρύδια. Έχει ξεφύγει τελείως. «Σκότωσε τον μια και καλή».
Προλαβαίνω και αντιδρώ γρήγορα, εφόσον έρχεται με φόρα καταπάνω μου, το μαχαίρι της να το τείνει στο στομάχι μου. Είναι πολύ ευλύγιστη και απότομη, γι' αυτό αποφεύγω τις μαχαιριές για θέματα εκατοστών. Αρπάζω μια στιγμή τον καρπό της και τον γυρνάω απότομα, αυτό να κάνει το μαχαίρι να πέσει από το χέρι της. Της κλωτσάω το πλευρό και κάνει πίσω, ακουμπώντας την παλάμη της σε εκείνο το σημείο. Ο πνεύμονας μου είναι αρκετά κουρασμένος εξαιτίας του κρύου και το κεφάλι μου δεν λέει να σταματήσει να με πονάει.
Δεν τα παρατάει εύκολα. Με πλησιάζει ξανά, αυτή την φορά ακόμη πιο γρήγορα. Με αρπάζει από την μέση και με κολλάει με αρκετή δύναμη πίσω στα κάγκελα, αυτά οριακά να σπάνε. Μπορεί να είναι μικρόσωμη, όμως κινείται σαν τον αέρα, με το ζόρι να την προλαβαίνω. Βαράει με την φτέρνα της το γόνατο μου και το αισθάνομαι που ταράζεται, με αποτέλεσμα να χάσω την ισορροπία μου. Στο δευτερόλεπτο κάνει πίσω και φέρνει την φτέρνα στο μάγουλο μου. Αυτό και αν έκανε το κεφάλι μου να σπάσει στα δυο.
Φεύγω μπροστά αλλά καταφέρνω να σταθώ όρθιος. Γυρνάω πίσω για να έρθω ξανά αντιμέτωπος μαζί της και ακουμπώ το χέρι στην μύτη για να σταματήσω την αιμορραγία. Με την άκρη του ματιού μου βλέπω που ο Lucas προσπαθεί να σηκωθεί, απομακρυσμένος από μας. Την στιγμή που παρατηρεί ότι η προσοχή μου δεν είναι πάνω της, φέρνει την γροθιά της προς το πρόσωπο μου. Εκεί που προσπαθώ να την πιάσω και να την σταματήσω, αλλάζει την φόρα της στα γρήγορα και με την άλλη της μπουνιά με βρίσκει ακριβώς στον πνεύμονα, στο ίδιο σημείο που έχω χτυπήσει χρόνια πριν.
Μου κόβεται η ανάσα επιτόπου. Δεν μπορώ να αναπνεύσω. Ακουμπώ την παλάμη σε εκείνο το σημείο και με ορθάνοιχτα μάτια την παρακολουθώ που χαμογελά ευχαριστημένη. Ξεχνάω ότι αυτή η κοπέλα ξέρει τα πάντα για μένα, ακόμη και για αυτήν την αδυναμία που έχω. Πέφτω στα γόνατα και κάνω τα πάντα για να αναπνεύσω, σιγά-σιγά να τα καταφέρνω. Την στιγμή που περπατά να πάει να πάρει το μαχαίρι της, αρπάζω τον αστράγαλο της και την τραβάω απότομα για να πέσει κάτω.
Ξεκινά να σέρνει το σώμα της μακριά μου και όσο προσπαθεί να με κλωτσήσει με το παπούτσι της, εγώ τόσο γερά την κρατάω. Ένα δυνατός πόνος στον πνεύμονα με κάνει να απελευθερώσω την λαβή μου ελάχιστα. Αρπάζει την ευκαιρία και ξεφεύγει. Πέφτω μπροστά, με το ζόρι να αναπνέω. Την παρακολουθώ που αρπάζει το μαχαίρι και αμέσως έρχεται προς το μέρος μου. Στην πρώτη μαχαιριά που πάει να μου κάνει στην πλάτη, γυρνάω ανάσκελα και την αποφεύγω. Αυτή την φορά κάθεται πάνω μου και την στιγμή που πάει να βουτήξει το μαχαίρι στην καρδιά μου, την κρατάω λίγο πριν το ύφασμα της μπλούζας μου.
Είμαι αδύναμος. Με το ζόρι παίρνω κάτι κοφτές ανάσες. Αν δεν είχα το υπνωτικό στο σώμα μου, μπορεί και να άντεχα λίγο παραπάνω. Η Loy φέρνει και τα δυο της χέρια να πιέσει περισσότερο ενώ καθισμένη στο στομάχι μου. Με κοιτάει με ένα βλέμμα που ξέρω ότι θα μου πάρει καιρό να ξεχάσω, εκείνο του δολοφόνου που χαίρεται για τον θάνατο του θύματος του. Είναι σίγουρη ότι έχει κερδίσει. Προσπαθώ ισάξια να κρατήσω αντίσταση, να αισθάνομαι που η μύτη του μαχαιριού έχει διαπεράσει την μπλούζα μου και προσπαθεί να σκίσει το δέρμα μου.
Δεν θα πεθάνω εδώ απόψε.
Ένας ήχος όπλου που οπλίζεται κάνει τους δυο μας να ανοίξουμε τα μάτια ορθάνοιχτα ταυτόχρονα. Γυρνάμε αργά στο πλάι. Ο Lucas στέκεται όρθιος με τα χίλια ζόρια, τα πόδια του ίσα να τον κουβαλούν. Μας κοιτάει με ένα βλέμμα που θυμίζει σχεδόν νεκρού. Αιμορραγεί από την μύτη και το στόμα. Παγώνουμε και οι δυο στις στάσεις μας. Κρατά ένα όπλο σημαδεμένο στο κεφάλι του, το άλλο του χέρι γραπωμένο στην πληγή του.
«Lucas;» αναρωτιέται τρομοκρατημένη η Loy και αρπάζω την ευκαιρία να πάρω το μαχαίρι από τα χέρια της και να το πετάξω πέρα μακριά μας.
Σηκώνεται από πάνω μου και στέκεται ακριβώς απέναντι από τον Lucas, στο πρόσωπο της ο καθαρός τρόμος. Την στιγμή που ο Lucas βγάζει την ασφάλεια από το όπλο σταματά να κουνιέται και απλά τον κοιτάει. Σηκώνομαι κι εγώ όρθιος, με τα χίλια ζόρια, αλλά τα καταφέρνω. Δεν βγάζω το βλέμμα μου από πάνω του. Ήμουν σίγουρος ότι του άνοιξα την πληγή αρκετά ώστε να μην κουνηθεί. Κλείνω τα μάτια για ένα δεύτερο απογοητευμένος. Έπρεπε να το περίμενα ότι θα έβρισκε τρόπο να φτάναμε σε αυτό το σημείο όπως και να είχε.
Το ήξερα από την στιγμή που μου ζήτησε να τον βρω ότι σκοπεύει να αυτοκτονήσει...
«Αν σκοτώσεις... τον Alex...», προσπαθεί να πει με τα χίλια ζόρια, «δεν... έχω λόγο... να ζω».
«Lucas, κατέβασε το όπλο. Δεν θα μου κάνει κακό», τον προστάζω, επιτέλους να ανασαίνω κάπως καλύτερα, μάλλον εξαιτίας της αδρεναλίνης. «Lucas!»
Σφραγίζει τα χείλη του σιωπηλός. Ρίχνει τα μάτια του αργά πάνω της. Η Loy μαζεύει το σώμα της και φέρνει τα χέρια στους κροτάφους της. Δεν φαίνεται να ελέγχει τον εαυτό της τόσο καλά. Γελά και ξαφνικά κλαίει, να μην μπορεί να αποφασίσει πως να νιώσει για την όλη κατάσταση. Εγώ από την άλλη φέρνω το χέρι στον πνεύμονα και σηκώνω το άλλο προς τον Lucas, σιγά-σιγά να περπατώ προς το μέρος του.
«Αν πέθαινε ο Lucas... Ας πεθάνει!» φωνάζει η Loy και κάνει πίσω, κουλουριάζοντας το σώμα της σε μια γωνία.
«Lucas, άκου με. Δεν είσαι δολοφόνος, ούτε φταις σε κάτι», του μιλάω ήρεμα, η προσοχή του στην Loy που έχει τρελαθεί τελείως από το σοκ. «Είσαι ο καλύτερος μου φίλος, ο αδερφός μου... η οικογένεια μου». Του χαμογελώ την στιγμή που μου ρίχνει το κενό του βλέμμα. «Δεν θεωρείς ότι πρέπει να έρθεις σπίτι μαζί μου; Δεν θες να δεις την οικογένεια και τους φίλους σου; Δεν θες να γνωρίσεις τον γιο μου;»
«Γιο;» αναρωτιέται και κάπως ηρεμεί το σώμα του, το όπλο να φεύγει λίγα εκατοστά από τον κρόταφο του.
«Ναι, η Angel είναι έγκυος με αγοράκι».
«Αγοράκι;»
Βλέπω που τα μάτια του βουρκώνουν. Μου θυμίζει μικρό παιδί. Δεν είναι καλά. Τα χάπια του προκαλούν παραισθήσεις, η έλλειψη αίματος τον βάζει σε κατάσταση σοκ, ενώ το αλκοόλ του έχει ζαλίσει το μυαλό. Ξέρω ότι κάπου πίσω από όλο αυτό το ξέσπασμα βρίσκεται ο Lucas και είμαι ο μοναδικός που μπορεί να τον φέρει πίσω. Γελάει ελαφρώς, πρώτη φορά να τον βλέπω τόσο ευτυχισμένο μέσα στην βραδιά.
«Θα... Θα γίνεις... μπαμπάς», χαίρεται και ξεσπά για άλλη μια φορά σε κλάματα, σιγά-σιγά να απομακρύνει το όπλο και άλλο από τον κρόταφο του, η απόσταση μεταξύ μας μόνο κάτι λιγοστά βήματα. «Πάντα... ήθελες...παι...δί». Αρχίζει να χάνει την ισορροπία του. Με το που πάω να τον πλησιάσω, κάνει ένα βήμα πίσω και αγγίζει ξανά το όπλο στον κρόταφο του, ένα χαμόγελο στα χείλη του. Όχι... «Δεν έχω χώρο σε αυτή την ευτυχία, Alex».
Τα μάτια μου ανοίγουν ορθάνοιχτα. Ακούω τα βήματα της Loy πίσω μου. Όλα γίνονται σε αργό χρόνο. Το δάχτυλο του Lucas αγγίζει την σκανδάλη, ενώ η άλλη τρέχει προς το μέρος μου φωνάζοντας το όνομα μου. Το χέρι μου τείνει προς τον Lucas, ελπίζοντας ότι θα τον φτάσει, τα δάκρυα να κυλούν στα μάγουλα μου. Δεν θα αφήσω κανέναν άλλον να πληγωθεί για την ευτυχία μου, ειδικά τον Lucas. Έχει υποφέρει αρκετά. Μου χαμογελά, η έκφραση του προσώπου του γαλήνια.
«Είσαι το είδωλο μου, Alex», λέει και η φωνή του είναι το μόνο πράγμα που ακούω αυτή την στιγμή.
Δεν ξέρω τον λόγο, όμως το κεφάλι μου γυρνάει από την άλλη να έρθω αντιμέτωπος με την Loy, τα μάτια μου ορθάνοιχτα. Δεν θέλω να κοιτάξω αυτήν, τι κάνω; Τυφλώνομαι από το μίσος για αυτή την γυναίκα. Έχει μαζέψει το μαχαίρι από το πάτωμα και είναι έτοιμη να με μαχαιρώσει, κάτι βήματα μακριά μου.
Όλα γίνονται σε θέματα δευτερολέπτου. Δεν κουνώ ούτε το μικρό μου δάχτυλο τελείως χαμένος. Ξαφνικά ο δυνατός πυροβολισμός σχεδόν με κουφαίνει και χάνω το έδαφος από τα πόδια μου. Η Loy απέχει κάτι εκατοστά μακριά μου. Τα μάτια μου μένουν ορθάνοιχτα. Κάποιος πέφτει πίσω μου και γυρνάω να δω με την καρδιά μου να έχει πέσει στο πάτωμα. Η ανάσα μου είναι κομμένη. Με την άκρη του ματιού μου βλέπω την φιγούρα του Lucas πεσμένη στο πάτωμα. Το στομάχι μου δένεται κόμπος.
Τα πόδια μου με πάνε μόνα τους στο πλευρό του. Πέφτω δίπλα του, να έχω χάσει την αίσθηση του χρόνου και του χώρου. Η όραση μου έχει θολώσει από τα δάκρυα. Τον τραβώ προς το μέρος μου και τον κρατάω σφιχτά. Μου παίρνει κάτι δεύτερα να συνειδητοποιήσω ότι αναπνέει και είναι απλά λιπόθυμος. Παρατηρώ ακριβώς πίσω του δυο παπούτσια να σταματούν και σηκώνω το κεφάλι αργά. Ο Jake κατεβάζει το όπλο, ένα τσιγάρο στα χείλη του, ένα χαμόγελο ψυχοπαθή.
«Πήγα να χάσω το καλύτερο συμβάν του αιώνα», λέει πρώτο πράγμα και γυρνάει, τινάζοντας τα δυο δάχτυλα στο πλάι, χαιρετώντας με με απίστευτη άνεση. «Ελπίζω να μην άργησα, παρόλο που φαινόταν ότι περνάγατε καλά. Σωστή σαπουνόπερα γινόταν εδώ». Γελάει, η Loy να τον κοιτάει με ορθάνοιχτα μάτια, το χέρι της να αιμορραγεί. Η σφαίρα την βρήκε ακριβώς στην παλάμη, το μαχαίρι πεσμένο στο έδαφος. «Μην ανησυχείς για το αγόρι σου. Απλά τον έριξα λιπόθυμο πριν κάνει καμιά βλακεία».
Βρίσκω τον ρυθμό της αναπνοής μου ξανά. Κοιτάω τον Lucas και πάλι καλά δεν έκανε το αδιανόητο. Αν δεν ήταν για τον Jake να εμφανίζεται την κατάλληλη στιγμή, φοβάμαι ότι ο θάνατος του θα ήταν αναπόφευκτος, πόσο μάλλον ο δικός μου. Τον κρατάω στην αγκαλιά μου, σηκώνοντας το βλέμμα να έρθω αντιμέτωπος με τον Jake. Κοιτάει την Loy με τα μάτια του να γυαλίζουν σαδιστικά.
«Εσύ...», μουρμουρίζει εκείνη και κάνει ένα βήμα πίσω, «τι κάνεις εσύ εδώ;»
«Το ίδιο θα σε ρώταγα, κυρία μου», αντιλέγει και ρίχνει τις σφαίρες του όπλου που είχε ο Lucas κάτω πετώντας το αδιάφορα στην άκρη ύστερα. Περπατά προς το πλευρό της, τα χέρια στις τσέπες του μαύρου κάργκο παντελονιού του. «Εγώ», ακουμπά την μια παλάμη στο στήθος του, «κάνω την δουλειά μου αυτή την στιγμή πάντως».
Υπάρχει ένα δευτερόλεπτο σιωπής μεταξύ τους, το ύψος του να την επισκιάζει. Την στιγμή που εκείνη πάει να τον βαρέσει με την γροθιά της, εκείνος αρπάζει το χέρι της και το σπάει με το γόνατο του. Η Loy κάνει πίσω και αρχίζει να φωνάζει από τον πόνο. Εκεί που πιστεύω ότι θα τα παρατήσει, επιχειρεί να τον ξαναχτυπήσει. Ο Jake κάνει στην άκρη και της βάζει τρικλοποδιά. Πριν πάει να πέσει κάτω, σηκώνει το πόδι και με τεράστια δεξιότητα το φέρνει στο πρόσωπο της και την στέλνει πίσω κλωτσώντας την. Δεν συγκρατεί τον εαυτό του ούτε λίγο.
«Είσαι... τέρας», γρυλίζει εκείνη και προσπαθεί να σύρει το σώμα της πίσω, η μύτη και το χέρι της σπασμένα.
«Δεν διαφέρουμε, καλή μου», χαχανίζει ο Jake σαν να μην τον νοιάζει τίποτα, μόνο να ευχαριστιέται την στιγμή αυτή. Κρατώ τον Lucas γερά. «Βασικά», την αρπάζει από τα μαλλιά και την σηκώνει όρθια, ρίχνοντας την πίσω στα κάγκελα. Αισθάνομαι ότι δεν έχω το στομάχι να βλέπω, όσο και να θεωρώ ότι της αξίζει. «Η μόνη διαφορά με μένα και σένα είναι ότι είμαι απλά καλύτερος». Λυγίζει κοντά στο πρόσωπο της, το σαδιστικό του βλέμμα να μην φεύγει στιγμή από πάνω της. «Εγώ αν έβαζα στόχο να εξαφάνιζα τον Alex, θα το είχα καταφέρει με την πρώτη, γλυκιά μου».
Η Loy τον κοιτάει με ματωμένο πρόσωπο, τα μάτια της ορθάνοιχτα. Ακόμη και σε αυτή την κατάσταση το φονικό της βλέμμα δεν φεύγει στιγμή από πάνω του. Ο Jake βγάζει το τσιγάρο από το στόμα του και την στιγμή που φυσάει τον καπνό πάνω της, εκείνη βγάζει μέσα από την αρβύλα της ένα μαχαιράκι και το καρφώνει δίπλα από τον αφαλό του. Δεν το βουτάει όλο μέσα, εφόσον το χέρι του την σταματάει. Δεν ξέρω ούτε εγώ πως την πρόλαβε με τέτοια ταχύτητα, χρησιμοποιώντας μόνο το ένα χέρι. Της γελάει.
Ο Jake ρίχνει το τσιγάρο επάνω της και ξαφνικά η γροθιά του βρίσκει ακριβώς στο πρόσωπο της με τέτοια δύναμη που τα παλιά κάγκελα βγαίνουν από την θέση τους και κρέμονται πάνω από τον γκρεμό. Μένω άναυδος. Ήξερα ότι είναι τελείως διεστραμμένος, όμως δεν περίμενα να μην κάνει διαχωρίσεις και εξαιρέσεις. Πριν πέσει η Loy στο κενό, βάζει το χέρι του στον λαιμό της και την κρατά σφιχτά, το μισό της σώμα να κοιτάει κάτω.
«Κάθαρμα... άσε με... να φύγω», προσπαθεί να πει η Loy όμως την σφίγγει παραπάνω, το πρόσωπο της να κοκκινίζει όλο.
«Να φύγεις;» γελάει όλο ειρωνεία και την σπρώχνει πιο έξω, οριακά οι φτέρνες της να αγγίζουν την άκρη της ταράτσας. «Μετά από όλη αυτή την δουλειά που έκανα εξαιτίας σου, θες να σε αφήσω; Απαιτείς ελευθερία όταν δεν έχεις τον σεβασμό μου ως δολοφόνος;» Βγάζει το μαχαιράκι από μέσα του σαν να είναι πούπουλο και το πετάει στον γκρεμό. «Τσκ, βαριέμαι να ασχοληθώ με την χαρτογραφία της σύλληψης σου, γι' αυτό μάθε πως γίνεται η δουλειά σωστά».
Ο Jake ξαφνικά ανοίγει τα δάχτυλα του με ένα τεράστιο χαμόγελο στα χείλη του και η Loy πέφτει πίσω. Προσπαθεί να πιαστεί από κάπου όμως εκείνος την αποφεύγει με δεξιότητα. Κλείνω τα μάτια σφιχτά και σφίγγω τον Lucas στην αγκαλιά μου, τα μάτια μου βουρκωμένα. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά τι τέλος άξιζε. Ακουμπώ το μέτωπο μου στου Lucas και αφήνω τα δάκρυα μου να κυλίσουν τρομαγμένος. Δεν μπορώ να κουνήσω το σώμα μου. Το μόνο που έχει σημασία αυτή την στιγμή είναι ότι ο Lucas είναι ζωντανός και πλέον δεν χρειάζεται να φύγει.
Η Loy είναι νεκρή. Όλα πλέον τελείωσαν.
Ακούω σειρήνες στο βάθος και σταματούν ακριβώς έξω από το σπίτι. Ανοίγω τα μάτια και παρακολουθώ τον Jake που κοιτάει πέρα τα φώτα του Beverly Hills. Κοντεύει να ξημερώσει. Ούτε που είχα καταλάβει πόσες ώρες είχαν περάσει εδώ πέρα. Γυρνάει το κεφάλι και με κοιτάει. Ακούω πανικό κάτω στην είσοδο, φρουρούς να φωνάζουν το όνομα μου και βήματα να ανεβαίνουν τα σκαλιά. Μου χαρίζει ένα χαμόγελο, από εκείνα που δείχνουν ότι χαίρονται που αυτός που αγαπάνε είναι καλά. Δεν κουνιέται καθόλου. Θυσίασε τα πάντα για μένα και την ευτυχία μου.
Η πόρτα ανοίγει διάπλατα και άντρες ντυμένοι στα μαύρα ξεκινούν να τρέχουν προς το μέρος του Jake. Σημαδεύουν τα όπλα τους πάνω του, εκείνος να σηκώνει τα χέρια και να πέφτει στα γόνατα. Τον συλλαμβάνουν ακριβώς μπροστά μου, εφόσον αθέτησε μόλις την συμφωνία που είχε κάνει με την μητέρα μου﮲ να μην σκοτώσει ποτέ κάποιον ξανά. Σφραγίζω τα χείλη μου και δεν αντιδρώ καθόλου, το πρόσωπο μου ανέκφραστο και κουρασμένο.
Νοσοκόμοι έρχονται προς το μέρος μας και φέρνουν φορείο για τον Lucas. Ξεκινούν να με ελέγχουν, το κεφάλι να μου βουίζει από την φασαρία. Ο ήλιος ξαφνικά αρχίζει να πέφτει στα μάτια μου πέρα από τον ορίζοντα και συνειδητοποιώ ότι μια νέα μέρα ξημέρωσε, μια καινούρια αρχή για όλους. Σηκώνω το σώμα μου και κοιτώ πέρα, αμέσως να κρατιέμαι από έναν νοσοκόμο, εφόσον ο πνεύμονας μου με πεθαίνει. Βλέπω που παίρνουν τον Lucas μακριά και ξεφυσάω ανακουφισμένος.
Πόσο θα ήθελα να αγκαλιάσω την Angel τώρα...
Την στιγμή που περνάει ο Jake μαζί με τους φρουρούς σηκώνω το χέρι και τους σταματάω. Αφήνω τον νοσοκόμο και του κάνω νόημα να απομακρυνθεί. Οι φρουροί με κοιτούν ερωτηματικά, το σοβαρό μου βλέμμα στον Jake. Του έχουν φορέσει χειροπέδες, εκείνος να έχει το κεφάλι κατεβασμένο. Φαίνεται να βαριέται την ζωή του, αντί να στεναχωριέται που μόλις την χαράμισε για μένα.
«Βγάλτε του τις χειροπέδες», προστάζω και τραβάω την προσοχή όλων.
«Κύριε Henderson-»
«Είπα βγάλτε του τις χειροπέδες. Η Loy αυτοκτόνησε την στιγμή που ένιωσε στρυμωγμένη. Ο Jake δεν έκανε τίποτα παρά να προστατεύσει τον Lucas κι εμένα», λέω αποφασιστικά, με τόση σιγουριά στον τόνο της φωνής μου, που δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει. «Γι' αυτό βγάλτε του τις χειροπέδες και αφήστε τον ελεύθερο αμέσως».
Ο Jake με κοιτάει σοκαρισμένος. Δεν φαίνεται να περίμενε ποτέ του ότι θα έλεγα κάτι τέτοιο. Ο φρουρός αν και διστακτικά, του βγάζει τις χειροπέδες και τον αφήνουν ελεύθερο. Λυγίζουν ελαφρώς μπροστά και φεύγουν με το που νεύω το κεφάλι μου να εξαφανιστούν. Αρπάζω τον Jake από το μπράτσο και τον πάω πιο πέρα, να σταθούμε ακριβώς μπροστά από τα σπασμένα κάγκελα. Δεν βγάζει τα μάτια του στιγμή από πάνω μου.
«Η αλήθεια θα πεθάνει με μας τους δυο μόνο», του λέω και σταυρώνω τα χέρια στο στήθος, κοιτώντας κάτω τον γκρεμό. Δεν φαίνεται τίποτα. Κοιτάω αλλού με το στομάχι δεμένο κόμπος. «Εσύ δεν την άγγιξες ποτέ, μόνο όταν σε μαχαίρωσε, προστατεύοντας τον εαυτό σου. Ο Lucas δεν με υπνώτισε ποτέ, δεν είπε ποτέ αυτά τα λόγια, ούτε προσπάθησε να...» Δεν μπορώ ούτε να το πω φωναχτά, τόσο σοκαρισμένος που είμαι ακόμη. «Αυτή η βραδιά θα μείνει για πάντα το μυστικό μας».
«Ο Lucas;»
«Πέρασε τραυματικό σοκ. Αμφιβάλλω ότι θα θυμάται κάτι την επόμενη μέρα», απαντώ και γυρνάω το σώμα να τον δω. Πεταρίζει τις βλεφαρίδες του μπερδεμένος. Ακουμπώ το χέρι στον ώμο του και του χαμογελώ με όλη μου την καρδιά. «Σε ευχαριστώ, Jake. Για όλα».
Τα μάγουλα του κοκκινίζουν και μένει να με κοιτάει σοκαρισμένος. Πρώτη φορά βλέπω αυτή την έκφραση στο πρόσωπο του, σαν να με ερωτεύτηκε. Του σουφρώνω τα φρύδια και την στιγμή που καθαρίζω τον λαιμό μου και κάνω να φύγω, με αγκαλιάζει σφιχτά, φέρνοντας το μάγουλο του στο στήθος μου. Κοντεύω να πέσω πίσω, όμως δεν του λέω κάτι. Αυτός δεν είναι μαχαιρωμένος;
«Alex, είσαι το καλύτερο αφεντικό. Ορκίζομαι να σου μείνω πιστός όλη μου την ζωή», γελάει εκείνος και προσπαθώ να μην κάνω το ίδιο. Σηκώνει το κεφάλι και με βλέπει με βουρκωμένα μάτια, σαν να ήταν η πρώτη φορά στην ζωή του που του είπαν κάτι καλό, πόσο μάλλον τον παίνευσαν για κάτι που έκανε. «Alex Henderson», λέει με τα δυο χέρια στους ώμους μου και με κοιτάει με εκείνα τα ροδοκόκκινα μάγουλα του ενθουσιασμένος, «η ζωή μου είναι δική σου να κάνεις ό,τι θέλεις με αυτήν».
«Τσκ», προσπαθώ να μην χαμογελάσω και να μείνω σοβαρός. Κάνω πίσω και βάζω τα χέρια στο παλτό μου, να του γυρνάω την πλάτη και μόνο τότε να ζωγραφίζω ένα ανακουφισμένο και ευχαριστημένο χαμόγελο στα χείλη μου. «Βλάκα...»
Σήμερα ξεκινάω πάλι από την αρχή. Η Nina έφυγε, η Loy εξαφανίστηκε, ο Lucas επέστρεψε. Όλα μπήκαν στην θέση τους όπως ήθελα. Από 'δω και πέρα μένει να ζήσω μια ζωή αξέχαστη. Μια ζωή που δεν θα χρειαστούν θυσίες, θάνατοι και δάκρυα. Θα επιστρέψω στην οικογένεια μου, στην αγάπη της ζωής μου, στους φίλους μου και θα κάνω τις πιο όμορφες αναμνήσεις στο πλευρό τους. Δεν θα χρειαστεί ποτέ κανένας να υποφέρει ξανά για κάτι.
Το βιβλίο αυτό τελείωσε, λοιπόν. Από 'δω και πέρα εγώ γράφω την συνέχεια. Και θα φροντίσω να έχει το καλύτερο τέλος.
ΤΕΛΟΣ
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top