•Τέλεια, θα παντρευτούμε και οι δυο στην ίδια οικογένεια•
«Gavin, βλάκα, ηλίθιε, χαζέ! Με τρόμαξες», αναστενάζω ανακουφισμένη που είναι αυτός και όχι ο Alex.
Άμα ήταν δηλαδή, θα είχα θαφτεί ήδη έξω στον κήπο και θα περίμενα τα διαβολάκια να με πάνε στην Κόλαση.
«Το ήξερα ότι με ήθελες κρυφά, αλλά δεν σε αφήνει ο Alex επειδή ζηλεύει», με πειράζει και χαμογελάει σατανικά, καθώς στηρίζεται στην κάσα της πόρτας.
Πετάγομαι όρθια με την καρδιά μου να χτυπά σαν τρελή και τον τραβάω μέσα, κλείνοντας την πόρτα πίσω του. Με κοιτάει μπερδεμένος, ενώ εγώ παίρνω μια βαθιά ανάσα για να του εξηγήσω τι έγινε προηγουμένως και να μην πάει να με προδώσει σαν την νυφίτσα που είναι. Είναι ο Gavin, ο καλύτερος φίλος του αδελφού μου, όμως είναι και ο πιο σατανικός και ύπουλος άνθρωπος που αναπνέει στην Γη· είναι τρομαχτικό που αυτός ξέρει την βρώμα όλων.
«Δεν πρέπει κανείς να το μάθει αυτό. Ποτέ, μα ποτέ!» γρυλίζω και φροντίζω το βλέμμα μου να είναι σκοτεινό και αρκετά εκβιαστικό. «Ειδικά ο Alex, εφόσον είστε σε σχέση ή κάτι τέλος πάντων».
«Αυτά τα γατήσια μάτια σου δεν με κάνουν να φοβάμαι, μικρή», περηφανεύεται και απέχω ένα μαχαίρι μακριά απ' το να τον σκοτώσω.
«Gavin, δεν αστειεύομαι καθόλου», ξαναγρυλίζω και αυτή την φορά χτυπάω το δάχτυλο μου στο στήθος του.
Με κάθε βήμα πιο κοντά του, εκείνος κάνει πίσω μέχρι που κάθεται στο κρεβάτι. Η σιωπή τον κάνει να αισθάνεται τόσο αμήχανα που καθαρίζει τον λαιμό του και δεν με κοιτά καθόλου μέχρι που του σηκώνω το φρύδι και βάζω τα χέρια στην μέση μου. Παίρνω μια βαθιά ανάσα μόλις καταλαβαίνω ότι η σιωπή και το αθώο βλέμμα του είναι ο τρόπος του να μου επιτρέπει να μιλήσω και να εξηγήσω.
Συνειδητοποιώντας ότι ήρθε η στιγμή να το παραδεχτώ φωναχτά, εστιάζω το βλέμμα μου στο παράθυρο και παρατηρώ την βροχή που έχει καλύψει τα πάντα και δεν μπορεί κανείς να δει τίποτα. Το στομάχι μου δένεται κόμπος και τα χέρια μου σφίγγονται σε γροθιές. Φέρνω το πρόσωπο του Alex στο μυαλό μου και ασυνείδητα χαμογελάω, κάτι που παρατηρεί η νυφίτσα αμέσως, αλλά παριστάνει πως όχι.
Καλώς.
«Εντάξει, μου αρέσει ο Alex. Δεν είναι σαν τους άλλους που έχω συναντήσει. Κάτι σε όλον αυτόν τον χαμό πάνω του με ελκύει», παραδέχομαι και πέφτω δίπλα του, αφήνοντας αυτό το βάρος να φύγει από μέσα μου. «Είναι γελοίο όμως, γιατί ταυτόχρονα με ενοχλεί τόσο που υπάρχει. Δεν ξέρω».
Ο Gavin μένει σιωπηλός και γυρνάει το κεφάλι να με δει που έχω ξαπλώσει και παίζω με μια τούφα των μαλλιών μου. Ακουμπά το χέρι του στην κοιλιά μου και την χαϊδεύει με ένα τελείως χαζεμένο χαμόγελο στο πρόσωπο, λες και έχει καπνίσει ένα δέντρο ολόκληρο και τώρα απλά το παίζει νορμάλ και μέλος της φυσιολογικής κοινωνίας.
Σηκώνεται ξαφνικά όρθιος και το μάτι του γυαλίζει σατανικά. Αρχίζει να με τρομάζει, χωρίς καμιά υπερβολή. Στηρίζω το σώμα στους αγκώνες μου και τον βλέπω καθώς πετάει τις γροθιές του στον αέρα και χορεύει σαν σαλάχι υπό επιρροή ναρκωτικών. Δεν είμαι σίγουρη ότι μου αρμόζει να σχολιάσω ή έστω να προσπαθήσω να καταλάβω τι σκατά έπαθε· ο Gavin είναι, δεν πρέπει να το φιλοσοφώ τόσο.
«Τέλεια, θα παντρευτούμε και οι δυο στην ίδια οικογένεια», γελάει ύπουλα και δεν μπορώ να μην μετανιώνω την στιγμή και την ώρα που εμπιστεύτηκα κάτι τόσο προσωπικό σε αυτό το ηλίθιο πλάσμα.
Πριν το καταλάβει, πετάγομαι από το κρεβάτι και του χώνω μια μπουνιά στο στομάχι, να την έχει και να την χαίρεται. Διπλώνει το σώμα του αμέσως και ξεφυσά από τον πόνο απότομα. Το μόνο που μου λείπει εμένα είναι το look του δαίμονα με τις φωτιές και τα κόκκινα μάτια, ενώ αυτός προσπαθεί να μην κλάψει, γιατί αυτά είναι τα χάλια του.
«Άμα ξαναπείς ένα τέτοιο ηλίθιο πράγμα, η μπουνιά θα γίνει γροθιά με μαχαίρι και θα προσγειωθεί στα απ' αυτά σου», τον εκβιάζω με έναν βαθύ τόνο φωνής και ένα σκοτεινό βλέμμα που διαπερνά το δικό του.
«Πάει το ποπκορν», μουρμουρίζει και κάθεται στο κρεβάτι μαζεμένος για να ηρεμήσει τον πόνο.
Εγώ τινάζω το μαλλί πίσω και κοιτάω την βροχή έξω. Όσο πάει και δυναμώνει, χωρίς να δείχνει κάποιο ίχνος ότι σκοπεύει να σταματήσει. Η αλήθεια είναι ότι με τρομάζει λίγο. Βρισκόμαστε στη μέση μιας απομονωμένης λίμνης, ο καιρός απαίσιος και τρομαχτικός, σε ένα ξύλινο σπιτάκι με τους πιο βλαμμένους ανθρώπους, συμπεριλαμβάνοντας τον Alex. Μόλις φέρνω το όνομα του στις σκέψεις μου, με πάει πίσω στα σκληρά λόγια του και πόσο αδιαφορεί για μένα. Μπορεί να πεθαίνω δίπλα του και αυτός να απολαμβάνει το φαγητό του σαν να μην γίνεται τίποτα.
«Ξέρεις», πετάγεται ο Gavin και η φωνή του είναι παραδόξως σοβαρή, αλλά με φιλικό τόνο, σαν να εννοεί ό,τι σκοπεύει να πει, «δεν ξαφνιάζομαι που τον ερωτεύτηκες. Μόλις έμαθα ότι θα πας στο λύκειο του, ήξερα πως θα του κολλούσες σαν τσούχτρα. Ο τύπος παίζει να είναι ο κύριος στόχος όλων των γκομενών εκεί μέσα».
Στο πρόσωπο του πέφτει η σκιά του παραθύρου και φαίνεται σαν οι σταγόνες της βροχής να γλιστρούν πάνω του. Τον κοιτάω σιωπηλά και επεξεργάζομαι τα λόγια του, συνειδητοποιώντας πόσο δίκιο έχει. Όλες τον κοιτάνε με γουρλωμένα μάτια και χαζογελάνε μόλις τους δώσει την προσοχή του. Δεν διαφέρω και τόσο από αυτές· εγώ είμαι χαμένη υπόθεση μην πω κιόλας.
Κάθομαι δίπλα του και μαζεύεται τρομαγμένα μήπως και τον ξαναχτυπήσω. Απλά χαμογελώ ελαφρά και προσπαθώ-αλήθεια όμως-να ξεπεράσω την κακία του Alex. Θέλω να είμαι κι εγώ μία από αυτές τις κοπέλες που τους μιλάει γλυκά και τις φροντίζει. Αντιθέτως μόνο με κοιτάει υποτιμητικά, με κράζει, με βρίζει και με σπρώχνει από κοντά του. Εντάξει, δεν ξεχνιέται τότε στο φαρμακείο, αλλά και πάλι...
«Να ξέρεις ότι άμα έχεις ανταλλάξει πάνω από πέντε λεπτά συζήτησης μαζί του-βασικά, άκυρο», σταματάει να σκεφτεί καλύτερα, «άμα σε έχει βάλει στο αυτοκίνητο του, σας πάμε για παντρειά».
«Αμάν πια με την παντρειά. Αναγκάστηκε να με βάλει γιατί δεν ξύπνησα το πρωί», τον διορθώνω αυστηρά και αναστενάζω στεναχωρημένη. «Έπρεπε να δεις την αηδία στο πρόσωπο του», σταματάω να τον φέρω στο μυαλό μου, «και μην ξεχνάς ότι του το έριξα στην λίμνη κιόλας».
«Ωχ, θα πρέπει να σε μισεί πολύ τώρα», με πειράζει ο Gavin και μένω σοβαρή.
Πραγματικά εμποδίζω την ευτυχία μου. Μπούρδες, ποια ευτυχία; Με αυτόν τον ψηλολέλεκα Alex το μόνο που θα έκανα στον εαυτό μου, είναι να του βάλω και άλλη μιζέρια. Με βλέπω ήδη να μην τον αντέχω πάνω από μια μέρα και να μου πέφτουν τα μαλλιά από τα νεύρα, τόσο που θα τα τραβάω. Δεν έχει νόημα ό,τι συναίσθημα και να τρέφω γι' αυτόν. Μια ζωή θα μείνει ο μαλάκας που είναι και η Angel που είμαι.
«Ξέρω τον Alex καιρό τώρα, Angel. Η ξεροκεφαλιά σου θα σε οδηγήσει να χτυπάς μονίμως το κεφάλι σου σε τοίχο», γελάει και χτυπάει το δάχτυλο στο κούτελο του. «Τέλος πάντων. Κάνε ό,τι θες, αλλά καν' το αφού γνωρίσεις τον Alex για τον άνθρωπο που είναι. Δωσ' του μια ευκαιρία πρώτα».
Με αυτό σηκώνεται όρθιος και με αφήνει πίσω να σκέφτομαι καλά τα λόγια του. Πρώτη φορά ακούω τον Gavin τόσο σοβαρό και να εννοεί αυτά που λέει. Συνήθως είναι μαλάκας και ό,τι ξεστομίζει είναι για να με πειράξει στο σημείο που θα τον χτυπήσω. Μετά απλά θα αγνοούμε ο ένας τον άλλον μέχρι που μας πιάσει πάλι το δικό μας.
«Μην ανησυχείς, Angel. Δεν θα πω τίποτα στον Alex», δηλώνει και τον παρατηρώ καθώς βάζει ένα τσιγάρο στα χείλη του. «Καλύτερα να αφήνεις τα πράγματα να συμβούν από μόνα τους, σωστά;»
Μόλις μου κλείνει το μάτι, ανατριχιάζω ολόκληρη και δεν ξέρω καν γιατί. Κάτι στο πλάγιο χαμόγελο του και κάτι στα πονηρά μάτια του, με κάνει να ξαφνιαστώ που όντως πιστεύει ότι υπάρχει μια ελπίδα να γίνει κάτι με μένα και τον Alex. Πιθανότητα να βρούμε ζωντανό δεινόσαυρο στο υπόγειο του Πάπα παρά να συμβούν αυτά τα τρελά που σκέφτεται ο Gavin.
«Δεν έχει σημασία. Θα το ξεπεράσω, θα τελειώσω το σχολείο και όλο αυτό θα μείνει στο παρελθόν. Ούτως ή άλλως δεν είναι η πρώτη φορά που ερωτεύομαι, θα μου περάσει», μουρμουρίζω και ο Gavin αρχίζει να γελάει σαν να είπα το μεγαλύτερο αστείο στην ζωή μου.
«Σε αφήνω να ξεκουραστείς», λέει μέσα από το γέλιο του και ξεφυσάει τον καπνό από το τσιγάρο του.
«Μην καπνίζεις τόσο, θα μας σκοτώσεις», ειρωνεύομαι και δεν λέει τίποτα.
Ξαπλώνω πίσω στο κρεβάτι και τον ακούω που ανοιγοκλείνει την πόρτα. Γιατί έπρεπε να συμβεί αυτό; Δεν μπορώ ούτε να φανταστώ τι θα γινόταν άμα ο Alex επέστρεφε και με άκουγε να σκέφτομαι φωναχτά ότι μου αρέσει. Ειλικρινά, δεν ξέρω τι θα έκανε ή πως θα αντιδρούσε, έτσι κρυόκωλος που είναι. Το πολύ να με πλήγωνε περισσότερο απ' ότι έχει κάνει ήδη και να συνέχιζε την ζωή του σαν να μην έγινε τίποτα.
Μαζεύομαι κάτω από τα παπλώματα κουρασμένη και αφήνω την ησυχία να με ηρεμήσει. Η βροχή έξω από το παράθυρο είναι η τέλεια πινελιά για τη μελαγχολία μου, όταν συνειδητοποιώ πόσο ξενέρωτη είμαι και άμα με έβλεπε η Angel του παρελθόντος θα με μούντζωνε με όλη της την αγάπη ενώ ακόμα πάλευε να σώσει τον Nate του Uncharted από τους βράχους που κρέμεται.
Βάζω το χέρι κάτω από το κεφάλι μου και προσπαθώ να βάλω τις σκέψεις μου σε μια τάξη. Θέλω να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου τουλάχιστον, όσο και να μην μου αρέσει η αλήθεια. Γουστάρω τον Alex, ναι, και άνετα θα του καθόμουν, αλλά με αυτό τον χαρακτήρα είναι τόσο δύσκολο να συνεννοηθώ. Καταντάει βαρετό να προσπαθώ συνέχεια να καταλάβω τι τρέχει μαζί του και έτσι όπως με απομακρύνει είναι ξεκάθαρο ότι δεν θα με έβλεπε ούτε τυφλός ερωτικά.
Το μόνο που μου μένει να κάνω είναι να αγνοήσω τα συναισθήματα και τα γαργαλητά που μου προκαλεί. Θα τον αποφεύγω σαν να είναι καμιά αρρώστια-που είναι, εδώ που τα λέμε-μέχρι που θα 'ρθει κάποιος άλλος στην ζωή μου και θα τον ξεπεράσω. Δεν είναι η πρώτη φορά που ερωτεύομαι και έχω ξεπεράσει κάποιον. Έχω αμέτρητους πρώην γκόμενους που αυτός ούτε που μπορεί να φανταστεί.
Κλείνω τα μάτια με ένα ικανοποιημένο χαμόγελο που επιτέλους βγήκα από τον κύκλο κλαψομουνιάς και προσπαθώ να κοιμηθώ. Το πόδι με τσούζει λίγο, ενώ το καρούμπαλο στο μέτωπο μου προκαλεί έναν ελαφρύ πονοκέφαλο. Ο μόνος τρόπος για να νιώσω καλύτερα είναι σίγουρα να ξεκουραστώ, ελπίζοντας ότι ο καιρός θα φτιάξει και θα πάμε σπίτια μας σύντομα.
~•~
Πρώτο πράγμα χασμουριέμαι και δεν αργώ να συνειδητοποιήσω ότι τα φώτα έχουν επιστρέψει, εφόσον η λάμπα στο κέντρο του ταβανιού χτυπάει τα μάτια μου αλύπητα. Πέρα από αυτό, ήταν μια δυνατή βροντή που με ξύπνησε και μόλις στρέφω το βλέμμα μου απ' έξω παρατηρώ ότι έχει βραδιάσει, η βροχή να είναι πιο δυνατή, με τον αέρα να προκαλεί σφυρίγματα στο παράθυρο.
Ξεφυσάω απογοητευμένη, ενώ σηκώνω το σώμα μου αργά για να μην ζαλιστώ. Δεν πονάω τόσο και σίγουρα νιώθω πιο ξεκουρασμένη και αναζωογονημένη από πριν. Πρώτο πράγμα ρίχνω μια ματιά στο πόδι μου και παρατηρώ πως οι τρυπούλες έχουν πάρει μια απόχρωση του μωβ, αλλά κατά τ' άλλα ούτε πονάει, ούτε είναι μουδιασμένο.
Σηκώνομαι αργά και στρώνω το κρεβάτι όπως πριν. Βλέπω πως ρούχα έχουν σκορπιστεί παντού και πάνω στο χάλι έχω χάσει και τα δικά μου. Όσο και να θέλω να φορέσω τα εσώρουχα μου γιατί είναι άβολο να είμαι άβρακη ανάμεσα σε όλα τα αγόρια, βαριέμαι να τα ψάξω και βγαίνω από το δωμάτιο έτσι.
Ανοίγω την πόρτα του μπάνιου και την κλειδώνω πίσω μου. Εφόσον τελειώσω με τις ανάγκες μου, πλένω τα χέρια και ρίχνω λίγο νερό στο πρόσωπο μου. Είναι τόσο χλωμό που τρομάζω μόνο που με βλέπω. Αφήνω τα μαλλιά να πέσουν στον ώμο μου και ευτυχώς έχουν στεγνώσει. Θα κάνω ντους, αλλά αργότερα, διότι το στομάχι μου, που με παρακαλάει για φαγητό, έχει προτεραιότητα. Τα δένω πάνω ένα πρόχειρο κεφτεδάκι και βγαίνω έξω, με τον λαιμό μου να με πονάει, προφανώς επειδή κρυολόγησα στην βροχή.
Ακούω φωνές να έρχονται από τον κάτω όροφο και ξύλα να καίνε στο τζάκι, οπότε υποθέτω ότι οι υπόλοιποι είναι ξύπνιοι και αράζουν στο σαλόνι. Μόλις φτάνω στο τελευταίο σκαλί, βρίσκω τον Eddie να είναι ξαπλωμένος στον καναπέ με κλειστά μάτια, τον Gavin να έχει αράξει κοιμισμένος στην πολυθρόνα, τον Alex να κάθεται με πλάτη σε μένα μπροστά από το τζάκι με μια κουβέρτα ριγμένη πάνω του και ο Jim με τον Tyler να τσακώνονται στην κουζίνα. Ο αδελφός μου είναι άφαντος, αλλά δεν ξαφνιάζομαι για κάποιον λόγο.
«Καλώς την ωραία κοιμωμένη», ειρωνεύεται ο Gavin και μου χαρίζει ένα ηλίθιο χαμόγελο καθώς σταυρώνει το ένα πόδι στο άλλο.
«Πόση ώρα κοιμόμουν;» αναρωτιέμαι και προσεχτικά κάθομαι στα πόδια του Ed για να μην τον ξυπνήσω.
«Κοντεύει έντεκα το βράδυ», μου απαντά ο Gavin, αν και η προσοχή μου είναι στραμμένη στην πλάτη του Alex. «Μην τον βλέπεις έτσι, κοιμάται».
«Δεν με ενδιαφέρει».
Και βέβαια δεν χρειάστηκε τόσο για να πείσω τον Gavin ότι όντως δεν με ενδιαφέρει, αλλά πραγματικά ας πιστεύει ό,τι θέλει. Εγώ και ο Alex θα μείνουμε εχθροί, όσο και να μην μου αρέσει αυτό πολύ βαθιά μέσα μου. Δεν θα αλλάξει τίποτα για όσο ο Alex είναι τόσο σιχαμένος και κακόψυχος μαζί μου.
«Ο Nate;» αλλάζω το θέμα της συζήτησης και βολεύομαι στον καναπέ, το στομάχι μου να γουργουρίζει από την πείνα.
«Την έπεσε πάνω πριν κάτι ώρες, όπως όλοι οι άλλοι. Εγώ έμεινα με τον Alex για λίγο, επειδή έκανε εμετούς και ανέβασε πυρετό. Κάποιος έπρεπε να τον φροντίσει», γελάει και ρίχνει τα μάτια του σε εκείνον, σαν να είναι το παιδί του και λατρεύει να τον φροντίζει. «Εσύ νιώθεις καλύτερα;»
«Ναι, πολύ καλύτερα από πριν».
Του χαμογελάω γλυκά και γυρνάω να κοιτάξω πίσω προς την κουζίνα. Μυρίζει καταπληκτικά και ξαφνιάζομαι που μαγειρεύουν αυτοί οι δυο. Ο Tyler αφήνει τα πιάτα στην τραπεζαρία, ενώ ο Jim ανακατεύει κάτι στην κατσαρόλα. Για άλλη μια φορά, το στομάχι μου γουργουρίζει και αισθάνομαι περίεργσ που ακούγεται τόσο δυνατά, αλλά έχω τόσες ώρες χωρίς φαγητό-το θεωρώ νορμάλ.
«Τι μαγειρεύουν;» ρωτάω τον Gavin και τον βλέπω καθώς παίζει με ένα τσιγάρο στα δάχτυλα του, τα μάτια του έτοιμα να κλείσουν από την κούραση.
«Δεν ξέρω. Κάτι με μακαρόνια πάντως».
Δαγκώνω το κάτω χείλος μου και περιμένω πως και πως να γεμίσω το άδειο στομάχι μου. Ο Alex κουνάει το κεφάλι και τραβάει την κουβέρτα περισσότερο, με αποτέλεσμα να κρυφτεί ολόκληρος κάτω από εκείνη. Τον ακούω να βήχει και αισθάνομαι κάπως που με αγνοεί τόσο πολύ, αλλά εδώ που τα λέμε σίγουρα δεν έχει ασχοληθεί με κανέναν πέρα από τον Gavin.
Ακούω τον Gavin να ανάβει το τσιγάρο του και δεν παίρνει ούτε λίγα δεύτερα η έντονη μυρωδιά του να τρυπήσει τα ρουθούνια μου και να κάνει το στομάχι μου να δεθεί κόμπος. Μισώ το πόσο καπνίζει και ειδικά τώρα που πεινάω, είναι χίλιες φορές χειρότερο. Του ρίχνω ένα βλέμμα γεμάτο αντιπάθεια και μίσος, εκείνος να μου ανταποδίδει με ένα σατανικό χαμόγελο πίσω από το τσιγάρο του.
«Σαν φουγάρο είσαι, αίσχος πια», σχολιάζω και γλιστράω πίσω στον καναπέ με τα χέρια διπλωμένα στο στήθος μου.
«Όλα σε ενοχλούν εσένα», γρυλίζει ο Alex και ξαφνιάζομαι που ήταν αυτός που το είπε, υποστηρίζοντας-προφανώς-τον Gavin.
Έτσι όπως το πάνε δεν έχω άλλη επιλογή από το να νομίζω ότι κάτι ρομαντικό τρέχει μεταξύ τους. Σε λίγο ο Gavin θα μας δείξει το δαχτυλίδι αρραβώνων και θα μας καλέσουν στον γάμο τους, ενώ θα φύγουν στο ηλιοβασίλεμα πανευτυχείς. Θα μας στέλνουν φωτογραφίες από τις διακοπές τους και-γιατί το τραβάω τόσο;
Σηκώνομαι από τον καναπέ, σκουντώντας τα πόδια του Ed από πάνω μου και ξυπνώντας τον άθελα μου, και φεύγω από 'κει τελείως τσαντισμένη. Δεν ξέρω γιατί με ενοχλεί ό,τι και να ξεστομίσει ο βλάκας, αλλά πρέπει να αρχίσω να το ελέγχω. Άμα πηγαίνει έτσι, θα του κόψω την γλώσσα και θα την στείλω στην μητέρα του ενθύμιο.
Βλέπω τον Nate να κατεβαίνει τις σκάλες με την άκρη του ματιού μου και επιλέγω να τον αγνοήσω και να πάω στη κουζίνα, να δω τι καλό μας έχουν φτιάξει. Άμα πεινούσα κανονικά πριν, τώρα με τον Alex, πεινάω σαν δέκα αρκούδες μαζί· πάντα τα νεύρα μού ανοίγουν την όρεξη.
«Α, ξύπνησες, γλυκούλα;» με καλοπιάνει ο Tyler και μάλλον φταίει που κόντεψε να με χάσει κάτι ώρες πριν από το τσίμπημα του φιδιού.
«Ναι, ναι. Και πεινάω σαν λύκος. Τι καλό μας μαγειρεύεται;» ρωτάω με ένα ζορισμένο, αλλά χαριτωμένο χαμόγελο.
«Μακαρονάδα με λαχανικά και μανιτάρια», απαντά ο Jim και ακούγεται τόσο περήφανος με τον εαυτό του, που ξαφνιάζομαι.
Για τον Jim ξέρω ότι μαγειρεύει, διότι το κάνει συχνά και στο σπίτι μας, αλλά ότι ο Tyler προσφέρθηκε να βοηθήσει, με ξεπερνάει. Τον παρακολουθώ καθώς ετοιμάζει τα πιάτα γύρω από το τραπέζι και φτιάχνει τα μαχαιροπίρουνα δίπλα. Έχει ήδη γεμίσει μια κανάτα νερό και βάλει μπουκαλάκια μπύρες και κρασί στο κέντρο, χωρίς ποτήρια. Μπορώ να πω ότι κάνει πρόοδο. Άμα πάει έτσι, πρώτη φορά ελπίζω να πιάνουν περισσότερες κακοκαιρίες και ο Tyler να μας κάνει περισσότερες δουλειές.
Κάθομαι σε μια από τις καρέκλες και στρέφω μόνο το κεφάλι μου προς το μέρος των άλλων στο σαλόνι. Ο Nate στέκεται πάνω από τον Gavin και κρίνοντας από την σοβαρή έκφραση του προσώπου του και το γεγονός ότι κάνει κρυφά νοήματα προς τον Alex, μιλάνε για εκείνον και την κατάσταση του. Ο Gavin απλά χαμογελάει και δεν λέει τίποτα, ο άλλος ακόμα να κρύβεται κάτω από την κουβέρτα και να ζεσταίνεται στο τζάκι.
«Είναι έτοιμα, παιδιά, άμα θέλει κανείς να φάει», φωνάζει ο Jim στους άλλους και φέρνει την κατσαρόλα για να μοιράσει τα μακαρόνια στα πιάτα.
Προς μεγάλη μου έκπληξη, ο Alex πετάγεται όρθιος και περπατά προς το μέρος μας. Περιττό να πω ότι το πρόσωπο του θυμίζει επιζώντα πολέμου. Τα μάτια του έχουν σκοτεινιάσει με μαύρους κύκλους από κάτω, τα χείλη του είναι στεγνά και ροδοκοκκινισμένα, το δέρμα του χλωμό και η έκφραση του πρόσωπο του νεκρική. Μόλις τα βλέμματα μας συναντιούνται, ανατριχιάζω μέχρι κάτω και η καρδιά μου χτυπά σαν τρελή.
Πφστ, βλάκας είναι.
Αρπάζει το πρώτο πιάτο που έχει γεμίσει ο Jim και αντί να κάτσει σαν φυσιολογικό άτομο στο τραπέζι μαζί μας, πάει σε μια γωνία στην κουζίνα, δίπλα από ένα παράθυρο, και στέκεται εκεί. Οι υπόλοιποι δεν του δίνουν τόση σημασία, αλλά εγώ ξαφνιασμένη-και μπορώ να πω αρκετά ενοχλημένη από την στάση του-παρακολουθώ κάθε κίνηση του καθώς τρώει τα μακαρόνια του σιωπηλά.
«Δεν θα το πιστέψεις όμως», λέει ο Tyler γελώντας, καθώς όλοι μαζεύονται στο τραπέζι για να φάνε, και στέκεται δίπλα μου. «Βρήκα τα μανιτάρια ακριβώς έξω από την πόρτα του σπιτιού. Τα είδα όταν ήρθαμε και τα μάζεψα όταν πήγατε για ύπνο. Πρέπει να είναι πεντανόστιμα».
Σουφρώνω τα φρύδια και προσπαθώ να καταλάβω άμα αστειεύεται ή όντως μάζεψε μανιτάρια ακριβώς έξω από την πόρτα, σε μια περιοχή που είναι τελείως άγρια και δεν γνωρίζει κανείς τι φυτρώνει και τι όχι. Το πρόσωπο του όμως καθρεπτίζει μόνο αθωότητα και το χαμόγελο που έχει ζωγραφισμένο στα χείλη του, μου το κάνει ξεκάθαρο ότι το εννοεί.
Ξαφνικά ακούω τον Alex να βήχει και όπως μασούσε το φαγητό το φτύνει πίσω στο πιάτο του με αηδία. Στρέφει το βλέμμα του προς τον Tyler και είμαι σίγουρη ότι θα τον σκοτώσει, χωρίς καμία υπερβολή. Σχηματίζει μια γραμμή ανάμεσα απ' τα φρύδια του και μένει παγωμένος απλά να κοιτάει, οι άλλοι να το έχουν παρατηρήσει και να κάνουν νοήματα μπερδεμένοι ο ένας στον άλλο.
«Μου λες ότι μάζεψες μανιτάρια σε αυτή την περιοχή;» απαιτεί να μάθει ο Alex, ο τόνος της φωνής του σταθερός, αλλά ξεκάθαρα τσαντισμένος.
«Ναι, ήταν-»
Πριν προλάβει να τελειώσει την πρόταση του ο Tyler, ο Alex ανοίγει το παράθυρο δίπλα του και πετάει το πιάτο όλο έξω, αφήνοντας μας σοκαρισμένους. Όχι μόνο μας έφερε χαλάζι και κρύο μέσα, αλλά πέταξε το πιάτο σαν να ήταν κάνα περιττό σκουπίδι, ξέρω 'γω. Χωρίς να μας δώσει περιθώριο να καταλάβουμε τι έπαθε, αρπάζει την κατσαρόλα και πετάει το περιεχόμενο της στα σκουπίδια.
«Τι κάνεις εκ-»
Με διακόπτει ο δυνατός ήχος που κάνει η κατσαρόλα όταν την ρίχνει ο Alex όλο νεύρα στον νεροχύτη. Έχω σηκωθεί όρθια και είμαι η μοναδική που ζητώ λογαριασμό, οι υπόλοιποι να έχουν σοκαριστεί από την απότομη αλλαγή στην συμπεριφορά του Alex. Κοιτάω την πλάτη του που έχει γυρισμένη προς εμένα και προσπαθώ να καταλάβω τι στο καλό έπαθε έτσι στα ξαφνικά.
«Τρελάθηκες; Δεν έχεις στόμα να ρωτήσεις πρω-»
«Άμα θέλεις να δηλητηριαστείς, Angel, καν' το. Θα ήταν μεγάλη μου χαρά», γρυλίζει, το πρόσωπο του λίγα εκατοστά μακριά από το δικό μου.
Μου κόβεται η ανάσα που τον βλέπω τόσο κοντά μου και δεν ξέρω πώς να αντιδράσω πέρα από το να χαθώ στα μαύρα μάτια του. Στέκεται για λίγο έτσι και με μια απότομη κίνηση, στρέφει το σώμα του απ' την άλλη και ανεβαίνει τα σκαλιά, σέρνοντας την κουβέρτα πίσω του.
«Ρε βλάκα, Tyler, αφού σου έλεγα στο αυτοκίνητο ότι η περιοχή είναι γεμάτη δηλητηριώδη μανιτάρια», τον μαλώνει ο Gavin και του δίνει μια σφαλιάρα πίσω από το κεφάλι.
Κοιτάω το πιάτο μου και σκέφτομαι πως φτηνά την γλύτωσα. Η όρεξη μου κόβεται αμέσως όταν βλέπω τα μανιτάρια ανακατεμένα με τα μακαρόνια και σκέφτομαι τον Alex που έπεσε με τα μούτρα. Σίγουρα γι' αυτό θα τσαντίστηκε τόσο· δεν του έφταναν όλα αυτά, τώρα μαθαίνει πως το φαγητό του ήταν δηλητηριασμένο.
Κλείνω τα μάτια και αναστενάζω κουρασμένη. Τα αγόρια κάτι λένε, με τον αδελφό μου να τσαντίζεται περισσότερο απ' όλους και τον Gavin να φουμάρει το μέρος λες και είναι τζάκι. Κοιτάω προς τα σκαλιά και αισθάνομαι ενοχές, τέτοιες που με κάνουν να μαζευτώ γιατί νιώθω πολύ άρρωστη. Δεν καταλαβαίνω τι είναι αυτή η κατάρα μόλις βρίσκομαι κοντά του να τα παθαίνει όλα, όμως τώρα δεν μπορώ να φανταστώ πόσο χάλια θα είναι.
Κι εγώ κουράστηκα να τον βλέπω να υποφέρει έτσι.
Κάθομαι ξανά στην καρέκλα και ακουμπώ το πιγούνι στην γροθιά μου σκεφτική. Το σύμπαν συνωμοτεί έναντι μου· ή θέλει να σκοτώσω άνθρωπο κατά λάθος ή από τα νεύρα μου, συγκεκριμένα αυτό το άτομο να είναι ο Alex Henderson. Καταλαβαίνω ότι προσπάθησε να μας σταματήσει από το να φάμε τα μανιτάρια, αλλά και να τσαντιστεί με αυτόν τον τρόπο; Και το μίσος στα μάτια του ήταν απερίγραπτο, γεμάτο πάθος βασικά.
Ξέρω πως πολλά άτομα δεν με συμπαθούν γενικά, αλλά ο τρόπος που με έβλεπε ο Alex ήταν-δεν ξέρω πώς να το περιγράψω-τόσο κενός και αηδιασμένος. Δεν περίμενα να τρέφει τέτοιο μίσος για μένα. Απ' την άλλη όμως, κόντεψα να τον σκοτώσω τόσες φορές και μόνο μπελάδες του προκαλώ.
«Angel, ξέρεις άμα έφαγε από αυτό ο Alex;» με ρωτάει ο Gavin και σκουντά ελαφρώς τον ώμο μου για να γυρίσω να τον δω.
«Ναι, έφαγε», απαντώ με έναν κρύο τόνο φωνής και βλέπω στο πρόσωπο του την ανησυχία.
Ακόμη και ο αδελφός μου κοντεύει να τρελαθεί με αυτά που γίνονται. Πρώτη φορά τον βλέπω τόσο σοβαρό και όντως να σκέφτεται και να προβληματίζεται για το τι συμβαίνει. Μόνο όταν βλέπω τα σουφρωμένα φρύδια του και το βλέμμα που μου θυμίζει τον μπαμπά, ξέρω πως όντως τα πράγματα έχουν ξεφύγει και έχουν πέσει πολλά στην πλάτη του Nate.
«Πω, τον καημένο. Πάω να τον δω-»
«Ασ'το, θα πάω εγώ», διακόπτω τον Gavin και παίρνω μια βαθιά ανάσα.
Μου στρίβουν τα έντερα μόνο που το λέω φωναχτά ότι θα πάω να βοηθήσω εγώ τον Alex, όμως νιώθω άσχημα για ό,τι τραβάνε και τα αγόρια. Μπορεί να στάθηκα τυχερή που τους βρήκα μετά από όλα αυτά τα τρελά, αλλά δεν μου φταίνε εκείνοι να προσέχουν τον Alex και να ανέχονται τους τσακωμούς μεταξύ μας μονίμως.
«Δεν μου αρέσει ο τόνος του και τόσο, γι' αυτό πρόσεχε», με συμβουλεύει ο Nate και του χαμογελώ πολύ απλά, όσο για να μην είναι ανάγκη να απαντήσω σε αυτό.
Φτιάχνω το φούτερ μου και σπρώχνω πίσω μικρές τούφες που πέφτουν στον σβέρκο μου και τον γαργαλούν, καθώς ανεβαίνω τα σκαλιά για τον δεύτερο όροφο. Μόλις φτάνω πάνω, ακούω την βρύση του μπάνιου να τρέχει, γι' αυτό περπατώ προς εκεί. Η πόρτα είναι λίγο ανοιχτή, παρόλ' αυτά μπουκάρω μέσα χωρίς καν να χτυπήσω. Δεν φτάνει που σηκώνομαι για τον κώλο του και έρχομαι ως εδώ, αυτό θα μου έλειπε τώρα, οι τρόποι.
Τον βρίσκω να στέκεται πάνω από την βρύση, να ανασαίνει βαριά σαν να είναι έτοιμος να πάθει ασφυξία. Ξεπλένει το πρόσωπο του και κλείνει την βρύση. Από τους τσιτωμένους ώμους του καταλαβαίνω ότι έχει καταλάβει ότι κάποιος είναι εδώ και τον παρακολουθεί, παρόλα αυτά μένει σιωπηλός.
«Gavin, πρέπει να-»
Κόβει την πρόταση του μόλις βλέπει πως είμαι εγώ και μένει να με κοιτάει για λίγα δεύτερα ανέκφραστος. Στρέφει το κεφάλι από την άλλη και στέκεται με την πλάτη στραμμένη προς εμένα, την κουβέρτα να την έχει παρατήσει πάνω από το πλυντήριο. Προσπαθώ να δω το πρόσωπο του μέσα από τον καθρέπτη, κάπως να τον πλησιάσω χωρίς να ξεσπάσει με νεύρα όπως πάντα.
«Ήρθα να δω άμα είσαι καλά», μουρμουρίζω και αυτός μόνο ξεφυσάει και μπερδεύει τα δάχτυλα στα μαλλιά του για να τα διώξει από το μέτωπο του.
«Μια χαρά είμαι», δηλώνει κρύα και καθαρίζει τα χέρια και το πρόσωπο του σε μια κρεμασμένη στον τοίχο πετσέτα.
«Alex, σοβαρά τώρα; Έτσι θα μου συμπεριφέρεσαι; Δεν φτάνει που μας βρήκα το μέρος να έρθουμε να μείνουμε, τώρα θα τα ξεσπάς πάνω μου;» τσαντίζομαι και μπαίνω μπροστά του για να του κόψω τον δρόμο.
«Νομίζεις ότι μου έσωσες την ζωή που με έφερες εδώ; Νομίζεις ότι θα σου είμαι ευγνώμων και θα σου φιλάω τα πόδια; Ξέχνα το, Angel», γρυλίζει και κάνει στην άκρη για να με προσπεράσει. «Μην σου πω ότι μου το χρωστούσες να με σώσεις μετά από όλο αυτό», δηλώνει με θράσος και άμα συνεχίσει να μιλάει, δεν θα τον λυπηθώ όταν του σπάσω τα μούτρα.
«Ποιο είναι το πρόβλημα σου, Alex; Τι σκατά θες και με ειρωνεύεσαι συνέχεια; Δεν σου φτάνει πια;» φωνάζω πλέον και δεν μπορώ άλλο να τον ανεχτώ ούτε να του κάνω τα γλυκά μάτια.
Είμαι κουρασμένη, είμαι άρρωστη, πεινάω και πονάει όλο το σώμα μου. Δεν έχω καμία δύναμη ή όρεξη να ασχολούμαι με τα νεύρα του Alex ειδικά όταν τα ξεσπάει πάνω μου με αυτόν τον τρόπο. Έχω τραβήξει ό,τι και αυτός, πρέπει να σταματήσει να μου συμπεριφέρεται σαν να ήρθα μέχρι εδώ με λιμουζίνα και από τότε με φροντίζουν σε σαλόνια. Γιατί του είναι τόσο δύσκολο να μπει στην θέση μου μια φορά;
«Εσύ τι θες από μένα, Angel; Μου κατέστρεψες ό,τι είχα, κόντεψα να πεθάνω, για όνομα του Θεού, και τώρα είμαι φυλακισμένος σε ένα ξύλινο σπιτάκι στην μέση του πουθενά με άτομα που δεν ξέρω καν! Τι θες να κάνω;» απελπίζεται, ο τόνος της φωνής του να μεγαλώνει ενώ το σκοτεινό του βλέμμα να αλλάζει σε τσαντισμένο πολύ γρήγορα.
«Ξέρεις τι;! Κανείς δεν σου ζήτησε να έρθεις να με πάρεις από το σπίτι μου! Μια χαρά θα ήμουν χωρίς να ερχόμουν στην ηλίθια εκδρομή σας! Μην σου πω ότι θα ήμουν καλύτερα με το να πνιγόσουν σε εκείνη την λίμνη και να μην χρειαζόταν να ξαναδώ τα μούτρα σου ποτέ ξανά!»
Ξέρω πως έχω κοκκινίσει από τα νεύρα διότι νιώθω τα μάγουλα μου να φλέγονται. Μου τρέμουν τα χέρια και το μόνο που θέλω να κάνω είναι να τον χτυπήσω και ταυτόχρονα να φύγω και να πάω να κλάψω σε μια γωνία. Η αδρεναλίνη αυξάνεται στις φλέβες μου, ενώ εκείνος κάνει ένα βήμα πίσω και σφραγίζει τα χείλη του.
Στεκόμαστε σιωπηλοί ο ένας απέναντι από τον άλλον. Ο Alex έχει σταυρώσει τα χέρια στο στήθος του και με κοιτάει με ένα κενό βλέμμα, ενώ εγώ έχω σουφρώσει τα φρύδια και σφίξει τις γροθιές μου τόσο που κόβω την κυκλοφορία του αίματος. Κατεβάζει μια στιγμή το κεφάλι απογοητευμένος και μόλις το ξανασηκώνει ανατριχιάζω ολόκληρη από την κρυάδα που εκπέμπει.
«Είσαι ο χειρότερος άνθρωπος που έχω γνωρίσει στην ζωή μου, Angel O'Connell», σχεδόν ψιθυρίζει και αρπάζει την κουβέρτα απ' το πλυντήριο, βγαίνοντας έξω και κοπανώντας την πόρτα κλειστή τόσο δυνατά που τινάζομαι πίσω.
Σιωπή.
Είμαι ο χειρότερος άνθρωπος που έχει γνωρίσει στην ζωή του...
Κλειδώνω την πόρτα και ακουμπώ το μέτωπο στην ξύλινη επιφάνεια της. Δάκρυα κυλούν στα μάγουλα μου και χωρίς να το καταλάβω, ξεκινώ να κλαίω αθόρυβα. Πέφτω στα γόνατα και φέρνω τις παλάμες στο πρόσωπο μου, η ντροπή να με πνίγει στον λαιμό σαν θηλιά. Όσο σκέφτομαι τα λόγια που ξεστόμισα και την ψυχρότητα στον τόνο της φωνής του, αισθάνομαι τόσο άσχημα που μαζεύομαι ολόκληρη από την αμηχανία.
Μισώ που ακόμη και μετά από αυτό, δεν μπορώ να ξεριζώσω αυτό που νιώθω κοντά του από μέσα μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top