•Πρέπει να του δώσεις το φιλί της ζωής, Angel•
Αποτραβιέμαι από την αγκαλιά του ντροπαλά. Ευτυχώς η καρδιά μου σταματάει να χτυπά γρήγορα και μπορώ να επιστρέψω στον κανονικό μου εαυτό λιγότερο πανικόβλητη. Σηκώνω το κεφάλι να τον δω και τα μάτια του είναι ήδη πάνω μου. Κοκκινίζω αμέσως. Κάνω ένα βήμα πίσω να κρατήσω απόσταση και κοιτάω αλλού, γιατί όσο να 'ναι με κάνει να νιώθω περίεργα γύρω του, χωρίς να καταλαβαίνω τον λόγο. Μπορεί βέβαια και να φταίει ότι ακόμη δεν μπορώ να τον κοιτάξω στα μάτια εξαιτίας του φιλιού. Ο Θεός να το κάνει φιλί βασικά. Ήταν σαν να αγγίζω τα χείλη σε έναν τοίχο.
«Γιατί είσαι τόσο μικρούλα;» ρωτάει ξαφνικά ο Alex και μου χαϊδεύει το κεφάλι σαν να είμαι το κατοικίδιο του.
«Δεν είμαι μικρούλα», παραπονιέμαι ναζιάρικα, απολαμβάνοντάς το κατά βάθος. «Εσύ είσαι μεγάλος».
«Μου το λένε συχνά», ψωνίζεται και αρχίζω να σφαλιαρίζω το χέρι του από πάνω μου ενώ γελάει. «Σε πειράζω, Angel», λυγίζει κοντά μου ξαφνικά ενώ προσπαθώ να κρατήσω με τα δυο μου χέρια του δικό του μακριά μου. «Αφού εσύ ξέρεις πολύ καλά-»
«Alex, άλλο ένα σεξουαλικό υπονοούμενο και θα σταματήσω να σου μιλάω», τον διακόπτω κατακόκκινη, κοιτώντας τον αποφασιστικά όμως. «Το εννοώ, ηλίθιε».
«Χμ, καλά εντάξει», παριστάνει ότι σκέφτεται φωναχτά, τα μάτια του να πέφτουν αμέσως πάνω μου πονηρά. «Την επόμενη φορά δεν θα είναι υπονοούμενα».
«Τι θα πει αυτό;» ρωτάω αμέσως, ισιώνοντας το σώμα σωστό στρατιωτάκι.
«Θα δεις. Δεν σου χαλάω την έκπληξη», λέει και βήχει παράλληλα, το αυτάρεσκο χαμόγελο να μην φεύγει από τα χείλη του.
«Τι-Τι-Τι εννοείς, Alex;» πανικοβάλλομαι, όσο να 'ναι ακόμη επηρεασμένη τι από το όνειρο, τι από τις ατελείωτες σπόντες του που δεν λένε να σταματήσουν.
Συνειδητοποιώ ότι κοντεύει να πέσει πάλι, γι' αυτό τον πλησιάζω αμέσως. Δεν έχω συνέλθει πλήρως από τις βλακείες του και αλήθεια θέλω να μου εξηγήσει τι εννοεί με αυτές τις απερίσκεπτες ατάκες πεσίματος που πετάει από την αποθήκη ως εδώ. Θέλω τόσο να ξέρω τι σκέφτεται ή τι ψάχνει από εμένα με αυτό το λάγνο βλέμμα που έχει, όμως τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή, πόσο μάλλον ποτέ για όσο είναι αρραβωνιασμένος.
Τα μάτια του Alex παραμένουν κενά. Φέρνει το χέρι στο μέτωπο του και σηκώνει το κεφάλι για λίγο να με δει. Ανοιγοκλείνει τα μάτια σαν να μην με βλέπει καθαρά. Τον βοηθάω να κάτσει στον καναπέ και ρίχνει το σώμα του αμέσως σε εκείνο. Είναι τόσο χλωμός που ανησυχώ. Αρχίζει ξαφνικά να βήχει πάλι, αυτή την φορά τόσο πολύ που πραγματικά νιώθω τον πόνο και στον δικό μου πνεύμονα. Εκεί που δεν το περιμένω, αρπάζει το ρούχο μου και το σφίγγει στην γροθιά του.
«Πάρε... τον Lu... cas», λέει με τα χίλια ζόρια και πονάει τόσο ο πνεύμονας του που γραπώνει την βρεγμένη ζακέτα του με το άλλο χέρι.
«Alex, είσαι καλά;» ανησυχώ και απλά κουνά το κεφάλι σαν ένδειξη του ότι δεν ξέρει τι να απαντήσει.
«Σε... παρα... καλώ».
Αισθάνομαι ότι του κόβεται η ανάσα. Χάνει όλο το χρώμα από το πρόσωπο του. Το χέρι του γλιστράει από πάνω μου και το φέρνει στον καναπέ. Τα πόδια μου έχουν μουδιάσει από τον φόβο. Παλεύει να πάρει βαθιές ανάσες. Εισπνέει και εκπνέει με τεράστια υπομονή, ο πόνος να μην έχει φύγει από τον τρόπο που συνεχίζει να κρατάει το ρούχο του. Κάνω ένα βήμα πίσω.
Μου είπε να καλέσω τον Lucas. Έχει δίκιο. Εκείνος γιατρός δεν είναι; Σίγουρα θα ξέρει τι του συμβαίνει ακριβώς και πώς να τον βοηθήσω. Δεν μου αρέσει να τον βλέπω έτσι. Πανικόβλητη προσπαθώ να βρω το κινητό μου. Δεν ξέρω που το έχω αφήσει και ο εγκέφαλος μου δεν λειτουργεί σωστά. Το ψάχνω δεξιά-αριστερά, όπως να 'ναι, καθόλου συγκεντρωμένη. Τελευταία στιγμή ανακαλούμαι τον εαυτό μου να το αφήνει στην καρέκλα της τραπεζαρίας.
Βιαστικά το αρπάζω και με τα χέρια μου να τρέμουν προσπαθώ να βρω την νέα επαφή του Lucas που αποθήκευσα. Κοντεύει δυο τα ξημερώματα γι' αυτό φοβάμαι ότι δεν θα το σηκώσει. Προσπαθώ να τον καλέσω δυο-τρεις φορές, όμως τα χέρια μου γλιστράνε τόσο που δεν τα καταφέρνω. Γυρνάω να δω τον Alex και τον βλέπω που προσπαθεί να ξανασηκωθεί. Βήχει μανιωδώς. Περπατά προς τα σκαλιά, εγώ αμέσως να τον πλησιάζω και παρατώντας την ιδέα του να καλέσω τον Lucas για ένα δεύτερο.
«Που πας με αυτά τα χάλια;» τον μαλώνω και στέκεται να με δει για λίγο με σουφρωμένα φρύδια.
«Γιατί είστε... δυο;» τραβάει την τελευταία λέξη και ξαφνικά τα μάτια του κλείνουν, έτσι να καταλαβαίνω ότι αρχίζει να χάνει τις αισθήσεις του.
«Alex;» αναρωτιέμαι και τον βλέπω που πέφτει πάνω μου αργά, το χέρι στο μέτωπο του.
Τον κρατάω αμέσως στην αγκαλιά μου, το βάρος του σε σχέση με την δύναμη που έχω να είναι τεράστιο. Το κεφάλι του προσγειώνεται στον ώμο μου, η αδύναμη ανάσα του να χαϊδεύει τον λαιμό μου. Κοκκινίζω αμέσως. Φέρνω το ένα χέρι να τον σφαλιαρίσω απαλά στο μάγουλο, αλλά τίποτα. Έχει χάσει πλήρως την κάθε επαφή με τον ξύπνιο κόσμο. Η καρδιά μου χτυπά σαν τρελή από το άγχος. Δεν ξέρω τι του συμβαίνει και πώς να τον βοηθήσω.
Ο πνεύμονας του φταίει ή είναι κάτι άλλο;
«ΑΓΟΡΙΑ;!» φωνάζω με όση δύναμη έχω και τα πόδια μου ξεκινούν να τρέμουν.
Μα καλά, πόσα κιλά άνθρωπος είναι;
«ΑΓΟΡΙΑ, ΒΟΗΘΕΙΑ!» ξαναφωνάζω και κλείνω τα μάτια έτσι να ξεκινήσω να προσεύχομαι ότι όλο και κάποιος θα ξυπνήσει να έρθει να με βοηθήσει. Ακόμη και η Adriana μου αρκεί. «Alex, σε παρακαλώ, ξύπνα. Τι έπαθες;»
Η ανάσα του στον λαιμό μου αρχίζει να γίνεται κοφτή. Δεν αναπνέει σωστά. Τα μάτια μου ανοίγουν απότομα και φέρνω το δάχτυλο κάτω από την μύτη του. Με το ζόρι αισθάνομαι την ανάσα του. Τον ξανασφαλιαρίζω απαλά και προσπαθώ να κοιτάξω αν κινείται αλλά τίποτα. Το άγχος μου χειροτερεύει. Μια χαρά ήταν πριν λίγο που μου χάιδευε το κεφάλι και με πείραζε. Τι έπαθε ξαφνικά;
Ακούω βήματα την στιγμή που προσπαθώ να τον βολέψω καλύτερα στην αγκαλιά μου, γιατί όσο να 'ναι με το ζόρι κρατιέμαι όρθια. Είναι πάρα πολύ βαρύς. Το άρωμα του έχει τρυπήσει τα ρουθούνια μου. Αρχίζω να βρίσκομαι σε μια κατάσταση που δεν ξέρω αν πανικοβάλλομαι που τον έχω τόσο κοντά μου ή που κοντεύει να πεθάνει. Έχω κοκκινίσει πάντως τόσο που θα μου εκραγεί το κεφάλι.
«Angel, τι συμβαίνει;» είναι ο Gavin αυτός που ακούω. «Γιατί μας φωνάζεις να σε δούμε να αγκαλιάζεις τον Alex;»
«Βλάκα, έχει χάσει τις αισθήσεις του. Βοήθα με να τον πάω στον καναπέ», λέω αμέσως και μόνο στο τέλος της πρότασης παρατηρώ ότι πίσω του είναι και ο αδελφός μου, ο οποίος χασμουριέται.
«Τι έγινε; Τι έπαθε;» ρωτάει ο Nate και επιτέλους τον παίρνει από πάνω μου να πάρω μια ανάσα.
«Νομίζω του κατέρρευσε ο πνεύμονας. Πρέπει-πρέπει να πάρω τον Lucas. Εκείνος θα ξέρει», πανικοβάλλομαι και για άλλη μια φορά εστιάζω στο να πάρω τον φίλο του τηλέφωνο, μήπως και με βοηθήσει.
«Αυτός είναι σαν να μην αναπνέει», κάνει παρατήρηση ο Gavin και οι δυο τους που τον κράταγαν, τον ακουμπούν απαλά στον καναπέ. «Angel, τι του συνέβη;»
«Δεν-Δεν ξέρω», κοντεύω να βάλω τα κλάματα.
Με θολή όραση πατάω να καλέσω τον Lucas. Περπατάω προς το μέρος του Alex. Ξαναβάζω το δάχτυλο κάτω από την μύτη του. Όντως δεν αναπνέει τόσο. Για όσο χτυπάει το τηλέφωνο και περιμένω να μου το σηκώσει, ακουμπώ το αυτί στο στήθος του Alex. Η καρδιά του χτυπάει αργά και σταθερά. Δεν είμαι και ειδική αλλά είμαι σίγουρη ότι είναι πιο αργή από τις άλλες φορές. Ακουμπώ το τηλέφωνο στο αυτί και φέρνω το χέρι στο μέτωπο του Alex. Καίγεται στον πυρετό.
«Φέρε μου μια πετσέτα και έναν κουβά κρύο νερό. Καίγεται στον πυρετό», δηλώνω και με πάει σε τηλεφωνητή. «Γαμώτο, Lucas, απάντα».
Παρόλο που πανικοβάλλομαι, προσπαθώ παράλληλα να βρω μια άκρη. Δεν γίνεται να μείνω σαν το ξύλο να κοιτάω. Ξανακαλώ τον Lucas και το βάζω ανοιχτή ακρόαση, για όσο βολεύω τον Alex στον καναπέ. Φτιάχνω το μαξιλάρι κάτω από το κεφάλι του και κοιτάω να του βγάλω τα βρεγμένα ρούχα. Ξέρω πως δεν είναι σωστό κάτι τέτοιο, αλλά δεν γίνεται να τον αφήσω με υγρασία στο σώμα. Είμαι σίγουρη ότι κρυολόγησε, ο ηλίθιος! Πως μου δίνει εμένα το μπουφάν όταν είναι τόσο ευαίσθητος στο κρύο;
Άλλη μια φορά με πάει στον τηλεφωνητή, γι' αυτό το κλείνω. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και σφίγγω το σαγόνι μου. Ο Nate έχει ήδη φύγει να με εξυπηρετήσει, ο Gavin να έχει ακουμπήσει το πηγούνι πάνω στο μπράτσο του καναπέ, ακριβώς πίσω από τον Alex. Χασμουριέται κουρασμένος ενώ με βλέπει που κατεβάζω το φερμουάρ της ζακέτας του Alex. Φέρνω για λίγο το χέρι κάτω από την μύτη του και δεν έχει βελτιωθεί. Είναι τόσο χλωμός που φοβάμαι.
Πριν βγάλω την ζακέτα ξανακαλώ τον Lucas σε ανοιχτή ακρόαση. Ο αδελφός μου πέρα στην κουζίνα ετοιμάζει ό,τι του ζήτησα ανήσυχος. Όσο και να μην θέλει να το δείξει, τα σουφρωμένα φρύδια του και οι απότομες κινήσεις του τον προδίδουν. Ο Gavin χαϊδεύει τα μαλλιά του Alex και τον χαζεύει σαν να τον ερωτεύτηκε, το βλέμμα του μεν κενό. Δεν ξέρω τι του συμβαίνει και την στιγμή που πάω να τον ρωτήσω, ο Lucas στην άλλη γραμμή απαντά.
«Angel, ξέρεις τι ώρα είναι;» ρωτάει ο Lucas και το καταλαβαίνω ότι μόλις τον ξύπνησα.
«Lucas, χίλια συγγνώμη, αλλά ο Alex, δεν ξέρω τι έπαθε», μπαίνω στο ψητό και τραβάω τα μανίκια του άλλου για να του βγάλω την ζακέτα. «Μου είπε να σε καλέσω. Τώρα είναι αναίσθητος. Δεν αναπνέει σωστά».
«Ωπα, ωπα, ωπα», χασμουριέται ο άλλος και τον ακούω που προσπαθεί να σηκωθεί από το κρεβάτι. «Τι έγινε; Τι έπαθε ο Alex;»
Ρίχνω τα μάτια φευγαλέα στον Gavin, που ακόμη πειράζει τα μαλλιά του Alex, και ύστερα στον Nate που πλησιάζει. Δεν γίνεται να τους πω την αλήθεια. Κάναμε μια συμφωνία με τον Alex. Καθαρίζω τον λαιμό μου αμήχανα. Αφήνω το τηλέφωνο στην κοιλιά του αναίσθητου και αμέσως βουτάω την πετσέτα που μου τείνει ο αδελφός μου στον κουβά κρύο νερό, να το ακουμπήσω στο μέτωπο του Alex.
«Βγήκε στην βροχή και νομίζω κρύωσε. Άρχισε να βήχει πάρα πολύ και όταν σηκώθηκε να πάει στο δωμάτιο του, λιποθύμησε», εξηγώ την μισή αλήθεια και φέρνω την πετσέτα στο μέτωπο του Alex. «Έχει πυρετό τώρα και είμαι σίγουρη ότι δεν αναπνέει σωστά».
«Δεν έχει αρκετό οξυγόνο στον πνεύμονα του», σκέφτεται φωναχτά ο Lucas και το ακούω ότι έχει ξυπνήσει για τα καλά τώρα. «Υποθέτω δεν έχει κάποια δεξαμενή μαζί του;»
«Όχι, απ' ότι είδα», πετάγεται ο Nate και παίρνει το τηλέφωνο να το κρατήσει στο χέρι του, μαλώνοντας με που το είχα παρατήσει πάνω στον Alex με το βλέμμα του, εγώ να καθαρίζω το πρόσωπο του.
«Το κοντινότερο νοσοκομείο;»
«27 χιλιόμετρα», πετάγεται ο Gavin και στέκεται δίπλα στον Nate πίσω από τον καναπέ.
«Γαμώτο», ξεφυσάει ο Lucas. «Δεν μπορώ να έρθω και ο ίδιος», μουρμουρίζει και μένει για λίγο σιωπηλός, εγώ να φέρνω το αυτί στο στήθος του Alex, ευτυχώς να την ακούω που χτυπάει την καρδιά του, αργά μεν. «Πρέπει να του κάνετε καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση. Χρειάζεται επειγόντως οξυγόνο στους πνεύμονες του».
«Να του κάνουμε τι;» πετάγομαι εγώ και ο αδελφός μου με τον Gavin σουφρώνουν τα φρύδια τους.
«Πρέπει να του δώσεις το φιλί της ζωής, Angel», ειρωνεύεται ο αδελφός μου και χαϊδεύει το μέτωπο του όταν παραμένω μπερδεμένη. «Πρέπει να του φυσήξουμε στο στόμα για να του στείλουμε οπωσδήποτε οξυγόνο στον πνεύμονα. Συγγνώμη, το λέω από τώρα, αλλά δεν το κάνω για όσο είναι η Angel εδώ».
«Εγώ; Τι; Γιατί;» πετάγομαι κάπως νευριασμένη. «Δεν του δίνω κανένα φιλί. Πας καλά; Με τίποτα. Είναι αρραβωνιασμένος».
Ανακαλούμαι φευγαλέα το φιλί που του έδωσα στην αποθήκη και κοκκινίζω ολόκληρη για άλλη μια φορά. Δεν μπορώ να το ξανακάνω. Δεν έχω τα κότσια να το κάνω βασικά. Φέρνω το χέρι στην μύτη του και νομίζω πως έχει σταματήσει να αναπνέει. Έχει χλομιάσει και άλλο. Η καρδιά μου χτυπά σαν τρελή.
«Δεν μπορώ να το κάνω», λέω πάλι πανικόβλητη.
«Γιατί δεν τον αφήνουμε να πεθάνει;» γελάει κάπως ψυχωτικά ο Gavin και τον κοιτάει με ένα κενό βλέμμα. «Επιτέλους θα μπορώ να κοιμάμαι χαλαρός».
«Ναι, αλλά είναι ο αδελφός της Sophia. Είσαι σίγουρος ότι είσαι πρόθυμος να το ζήσεις αυτό ξανά;» πετάγεται ο αδελφός μου και ο φίλος του ξεφυσάει.
«Έχεις δίκιο», συνεχίζει κανονικά ο άλλος την συζήτηση και μένω να πανικοβάλλομαι και άλλο που ο Alex συνεχίζει να καταρρέει.
«Γίνεται να κόψετε τις μαλακίες; Ο Alex θα πάθει ανακοπή καρδιάς άμα συνεχίσετε έτσι», πετάγεται όλο νεύρα ο Lucas. «Αποφασίστε ποιος θα του κάνει ΚΑΡ.Π.Α και τελειώνετε. Μιλάμε για μια ανθρώπινη ζωή εδώ».
«Ας το κάνει η Angel. Τόσες φορές τον έχει φιλήσει στο παρελθόν. Εγώ δεν τον αγγίζω με τίποτα», πετάγεται ο Nate και βγάζει τον εαυτό τους εκτός, αμέσως να στρέφω το βλέμμα στον Gavin.
«Εγώ δεν μπορώ να απατήσω την Sophia», μουρμουρίζει και σηκώνει τους ώμους του κάπως αδιάφορος, η χαλαρότητα του να με τσαντίζει.
«Δεν θα του κάνετε γλωσσόφιλο, γίνεται να σταματήσετε τις βλακείες;» ξεφυσάει απελπισμένος ο Lucas. «Η Adriana δεν είναι μαζί σας; Ας το κάνει εκείνη αν ανησυχείτε τόσο για την σεξουαλικότητα σας, για όνομα του Θεού».
«Α, ναι, εκείνη!» πετάγομαι αμέσως και κάπως ενθουσιασμένη κάνω νόημα στον Gavin. «Πήγαινε φώναξε την. Δεν έχουμε χρόνο. Σε λίγο θα σταματήσει να αναπνέει».
«Δεν θέλω φόνο στο υποσυνείδητο μου», σκέφτεται φωναχτά εκείνος και, σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος του, πάει να ανέβει τα σκαλιά, να το καταλαβαίνω ότι το κάνει με τα χίλια ζόρια.
Πέφτω πάλι στο πλευρό του Alex. Η καρδιά του με το ζόρι χτυπάει, η δικιά μου να κοντεύει να σκάσει από το άγχος. Ίσα-ίσα που νιώθω αέρα στο δάχτυλο μου, έχουμε μια ελπίδα. Άμα σταματήσει να ανασάνει, εκεί θα έχουμε τεράστιο θέμα. Φτιάχνω την πετσέτα καλύτερα και βουρκώνω, να σιχαίνομαι τον εαυτό μου που επέτρεψα τα πράγματα να φτάσουν ως εδώ. Θέλω να βάλω τα κλάματα, αλλά συγκρατούμαι τόσο που ξέρω ότι θα σκάσω μετά.
Φέρνω το χέρι του στα δικά μου και το κρατάω σφιχτά. Δεν θέλω να πάθει κάτι εξαιτίας μου. Άμα δεν φερόμουν σαν ηλίθια προηγουμένως και το έβλεπα ότι δεν είναι καλά, δεν θα χρειαζόταν να φτάσουμε ως εδώ. Βασικά να τον έχω μπροστά μου σε αυτή την κατάσταση, με κάνει να θυμάμαι εκείνη την φορά στον αγώνα που κατέρρευσε. Το στομάχι μου δένεται κόμπος. Δεν θα είναι το ίδιο. Θα 'ρθει η Adriana και θα γίνει καλά.
Σε παρακαλώ, Alex. Γίνε καλά.
Σηκώνω το βουρκωμένο βλέμμα μου και κοιτάω τον Gavin που κατεβαίνει τα σκαλιά. Κουνά το κεφάλι αρνητικά και το καταλαβαίνω ότι εκείνη δεν λέει να κατέβει. Αν την μισούσα, την σιχαίνομαι τώρα αυτήν την καριόλα. Αφήνω το χέρι του Alex και κάνω να δω την κατάσταση του για άλλη μια φορά. Έχει χειροτερεύσει. Εφόσον δεν νιώθω ανάσα, ελέγχω την καρδιά και με το ζόρι που την ακούω.
«Θα πάθει ανακοπή», πανικοβάλλομαι και ανασάνω σαν να έτρεχα.
«Angel-»
«Σκάσε, θα το κάνω εγώ, εντάξει. Απλά-Απλά μην κοιτάτε. Δεν θέλω», διακόπτω τον αδελφό μου και ξαναδένω τα μαλλιά μου μια αλογοουρά που μου είχαν πέσει τα μαλλιά μπροστά.
Κάνει μια γκριμάτσα αδιαφορίας και μου γυρνάει την πλάτη, ο Gavin να κάθεται σε ένα σκαλοπάτι και να ξαπλώνει πίσω στα κάγκελα, επίσης να μην κοιτάει. Πέφτω στο πλευρό του Alex. Η καρδιά μου κοντεύει να σκάσει. Μπορώ να το κάνω. Φέρνω το χέρι μου στην μύτη του και μιμούμαι ότι έχω δει στις ταινίες αυτή την στιγμή, γιατί ευτυχώς δεν έχει χρειαστεί να το ξανακάνω όλο αυτό. Τραβάω με το άλλο χέρι το σαγόνι του και με το που αγγίζω έστω επιφανειακά τα χείλη μου στα δικά του, κοντεύω να πεθάνω.
Κλείνω τα μάτια σφιχτά και τα κλειδώνω μαζί. Αρχίζω να του φυσάω όσο πιο πολύ μπορώ. Κάνω πίσω να ανασάνω κάποια στιγμή, αλλά δεν φαίνεται να αλλάζει η κατάσταση. Ξανακάνω το ίδιο, αυτή την φορά πιο χαλαρή γιατί συνήθισα την ιδέα όπως και να έχει. Η σιωπή κάνει τα πάντα πιο αμήχανα. Κλείνω τα μάτια και φυσάω όσο μπορώ. Κοκκινίζω με το που για λίγο αισθάνομαι την γλυκιά γεύση των χειλιών του.
Τι θα γίνει με αυτόν τον άνθρωπο να με επηρεάζει ακόμη και σε αυτή την κατάσταση;
Φέρνω το κεφάλι στο στήθος του και η καρδιά του χτυπάει αργά, όπως πριν. Ακουμπώ τα χέρια και αρχίζω να τα πιέζω, όπως έχω δει ξανά στις ταινίες, έτσι να του δώσω λίγο μπρος, γιατί δεν ξέρω τι άλλο να κάνω παραπάνω. Ακουμπώ ξανά το στόμα μου στο δικό του και φυσάω τόσο που αρχίζω μετά τις πολλοστές φορές να ζαλίζομαι η ίδια. Δεν τα παρατάω. Ξαναβοηθάω την καρδιά του με το να κάνω τις απαραίτητες ασκήσεις και όταν φέρνω το αυτί να ακούσω, φαίνεται ότι όντως βοήθησε, εφόσον οι χτύποι είναι πιο έντονοι και δυνατοί.
Για μια τελευταία φορά, κοιτάω τα χείλη του. Δαγκώνω το κάτω δικό μου και κλείνω τα μάτια να σκεφτώ ό,τι πιο αηδιαστικό μπορώ, με αυτόν τον τρόπο να μην εστιάζω στο ότι έρχομαι σε τέτοια επαφή μαζί του. Φυσάω άλλη μια φορά και όταν τελειώνω, κάνω λίγο πίσω, επιφανειακά να αγγίζω τα χείλη του. Η καρδιά μου χτυπά σαν την πρώτη φορά που τον φίλησα, τα μάγουλα μου κόκκινα. Χάνομαι για λίγο, για όσο η ανάσα του χτυπάει τα δικά μου βρεγμένα χείλη.
Θέλω τόσο πολύ να τον φιλήσω.
Είμαι έτοιμη, αλλά δεν μπορώ να του το κάνω αυτό, όχι πάλι. Πέφτω πίσω απελπισμένη και όταν γυρνάω να τον δω, το χρώμα έχει επιστρέψει στο πρόσωπο του. Τα μάγουλα του είναι κόκκινα, μάλλον από τον πυρετό. Φέρνω το δάχτυλο κάτω από την μύτη του και επιτέλους τον νιώθω να ανασαίνει κανονικά. Τσεκάρω και την καρδιά του, κι εκεί τα πράγματα να φαίνονται μια χαρά. Μένω για λίγο με το κεφάλι στο στήθος του να τον κοιτάω.
Επιτέλους μια φορά αισθάνομαι ότι εγώ του έσωσα την ζωή. Πάντα εκείνος θα κάνει πράγματα για μένα, θα με σώζει, θα με προστατεύει, θα με φροντίζει. Ακουμπώ το χέρι στο μάγουλο του και χαμογελώ συγκινημένη. Λυπάμαι τόσο που δεν μπόρεσα να είμαι μαζί του και λυπάμαι που δεν γίνεται να είμαι κάποιο κομμάτι της ζωής του από 'δω και πέρα. Για το καλύτερο του, πρέπει να απομακρυνθώ. Δεν μπορώ να κάνω κάτι όταν ανήκω σε κάποιον άλλον.
Για μένα η Adriana έχει τελειώσει. Ξανακάθομαι στο πάτωμα με το χέρι στην καρδιά του. Άμα αυτή δεν έτρεξε να σώσει τον άνθρωπο που αγαπάει, για μένα δεν είναι τίποτα παρά ένα σκουπίδι που τον εκμεταλλεύεται. Θα κάνω ό,τι μου περνάει από το χέρι, πεπεισμένη πλέον, για να την διώξω από την εικόνα. Δεν αξίζει καμιά καλοσύνη του Alex, πόσο μάλλον την υπομονή του. Αρκετά της φέρθηκε τόσο καλά, ως αντάλλαγμα να παίρνει μόνο αδιαφορία και γκρίνια. Είναι να μην μου βγει μπροστά, γιατί θα της σκίσω τα μούτρα.
«Είναι καλά. Αναπνέει», ανακοινώνω και βγάζω την πετσέτα από το μέτωπο του Alex για να την βρέξω και να την στραγγίξω πάλι. «Τι θα κάνουμε για τον πυρετό όμως;»
«Κρατήστε τον ζεστά με στεγνά ρούχα και ρίξτε του ένα πανί στο κεφάλι. Μην του δώσετε κάποιο χάπι. Θα έρθω εγώ πρώτο πράγμα το πρωί, να τον περιποιηθώ. Δεν θέλω να οδηγώ νύχτα στην βροχή», απαντάει ο Lucas και ξαφνιάζομαι που είναι ακόμη σε κλήση. «Πάρε με, Angel, άμα χειροτερέψει η κατάσταση. Ελπίζω να καταλαβαίνεις».
«Μην ανησυχείς, Lucas. Θα τον φροντίσω. Μην βιαστείς να έρθεις και τρέχουμε εσένα μετά. Το ξέρεις ότι θα με σκοτώσει ο Alex άμα σε ανησύχησα», γελάω αμήχανα και παίρνω το τηλέφωνο που μου το τείνει ο Nate. «Καληνύχτα».
«Επίσης».
Το κλείνω πρώτη. Ξεφυσάω ανακουφισμένη που ο Alex είναι ευτυχώς καλύτερα. Δεν νιώθω τα πόδια μου, τόσο που μου είχαν μουδιάσει από τον τρόμο. Όταν τον είδα τόσο χλωμό και με το ζόρι να αναπνέει, τρελάθηκα. Δεν ένιωσα έτοιμη να χάσω τον Alex, μόνο για να συνειδητοποιήσω μετά ότι για άλλη μια φορά, εγώ φταίω που βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση. Βουρκώνω, όμως συγκρατιέμαι για να φανώ δυνατή στα αγόρια που πλέον στέκονται ακριβώς πίσω από τον καναπέ, με τους αγκώνες τους στην πλάτη του.
«Ηλίθιοι άνθρωποι, δεν ντρέπεστε λίγο; Ο άλλος πέθαινε και εσύ σκεφτόσουν ότι θα απατήσεις την Sophia; Καλά, εσύ, Nate, είσαι πλέον μια κινούμενη απογοήτευση», γρυλίζω τέρμα τσαντισμένη με το που συνέρχομαι και ανακαλούμαι τις μαλακίες που λέγανε πριν.
«Θες να κάνω τον Alex με τραύματα ότι με φίλησε; Καλά, εμένα δεν με πειράζει, αλλά δεν θέλω να τον στείλω στο τρελοκομείο κιόλας», απαντά ο Gavin για την πάρτη του και πραγματικά το κάνει χειρότερο.
«Εγώ δεν θέλω να τον κάνω με τραύματα ότι φίλησε τον αδερφό της πρώην του. Αυτό θα πρέπει να είναι απαίσιο», σκέφτεται ο Nate φωναχτά και σηκώνομαι όρθια.
«Καλά, εσείς, αλλά οι άλλοι που ακόμη κοιμούνται;» απελπίζομαι τσαντισμένη και χαϊδεύω το μέτωπο μου. «Έπρεπε να το περιμένω από εσάς, αλλά πες μου έναν λόγο η άλλη η καριόλα να μην κατέβει, που να της κατεβάσω τα μούτρα στην Κόλαση και να της τα σύρω μέχρι που να γίνει πιάτο».
«Δώσε πόνο, Angel», σχολιάζει ο Gavin ενθουσιασμένος με το μίσος που τρέφω για εκείνην, μέχρι που βλέπει τα τσαντισμένα βλέμματα που έχουμε εγώ και ο Nate. «Εννοώ, τι λες, μωρή, έτσι για την αρραβωνιαστικιά του Alex; Δεν ντρέπεσαι;»
«Απλά σκάσε», ξεφυσάω όλο νεύρα και κοιτάω τον Alex, αφού πετάξω το τηλέφωνο στην πολυθρόνα. «Η τύπισσα πρέπει να φύγει από την ζωή του αμέσως. Δεν με νοιάζει πως θα γίνει, αλλά πρέπει».
«Ω, αγαπητή αδελφούλα, έχει φύγει ήδη. Νομίζεις ότι τελείωσαν τα πράγματα εδώ; Δώσε τους μια εβδομάδα και εκείνη θα τον παρατήσει», δηλώνει ο Nate σίγουρος και με κάνει να σουφρώσω τα φρύδια.
«Πολύ είναι. Αύριο ξεχάστε την εδώ και έκλεισε το θέμα», προτείνω και σταυρώνω τα χέρια στο στήθος. «Δεν τον αξίζει».
Θλίβομαι και δεν το κρύβω. Λυπάμαι τόσο πολύ που έχει μπλέξει με αυτήν την ηλίθια. Κάποια κατάρα τον περιβάλει και δεν τον αφήνει να βρει μια κοπέλα της προκοπής. Μπορεί μετά από εμένα και πριν την Adriana να είχε βρει καμιά καλή, δεν το ξέρω, όμως πως κατέληξε να αρραβωνιάζεται αυτό το γκόλουμ; Παίρνω μια βαθιά ανάσα και ξεφυσάω.
«Μην βιάζεσαι, Angel. Όλα στην ώρα τους, για να το απολαμβάνουμε σωστά», λέει ο αδελφός μου και μου κλείνει το μάτι. «Αυτός γιατί έχει βρεγμένα ρούχα; Δεν πήρε μπουφάν, ο βλάκας;»
Τους γυρνάω αμέσως την πλάτη τρομοκρατημένη. Ωχ όχι, πως θα κρυφτώ από τον Nate και τον Gavin, οι οποίοι με ψυχολογούν σαν να έχω την αλήθεια γραμμένη στο μέτωπο μου; Δεν γίνεται να τους πω τι έγινε στην αποθήκη. Θα δουν την σπασμένη πόρτα αύριο το πρωί και θα ξεκινήσουν την ανάκριση. Θα μπορούσα βέβαια να τους πω ότι βρήκα τον Alex σε αυτή την κατάσταση και να μην έχω πολλά-πολλά μαζί τους. Κακό να το αφήσω όλο πάνω στον Alex, αλλά δεν έχω άλλη επιλογή. Εκείνος σίγουρα ξέρει πώς να τους ξεφύγει, έτσι αψυχολόγητος που είναι.
«Έτσι τον βρήκα-»
«Κόψε τα ψέματα», λέει τραγουδιστά ο Gavin και το πονηρό χαμόγελο του μεγαλώνει πρώτο πράγμα με το που γυρνάω να τους δω. «Τα μαλλιά σου είναι βρεγμένα, γλύκα. Σημαίνει ότι ήσασταν μαζί έξω».
Μένω παγωμένη στην θέση μου με το ζορισμένο χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη μου. Δεν περίμενα να καρφωθώ τόσο γρήγορα. Ο Nate και ο Gavin με κοιτάνε με τέτοιον τρόπο που κρύος ιδρώτας αρχίζει να με περιλούζει. Είναι μάταιο να τους κρύβομαι. Ξέρουν ακόμη και την κλανιά μου πως την κάνω. Φέρνω τα χέρια στο πρόσωπο μου απελπισμένη και μένω έτσι να κρύψω την ντροπή μου.
«Παγιδευτήκαμε στην αποθήκη και μου έδωσε το μπουφάν του γιατί είχα ξεπαγιάσει. Γι' αυτό και κρυολόγησε», μουρμουρίζω και βγάζω τα χέρια από πάνω μου, έτοιμη να δεχτώ τα σχόλια τους.
«Τι βλάκας που είναι. Του έχω πει χίλιες φορές να βάζει την υγεία του πάνω απ' όλα», αναστενάζει ο Nate και του ρίχνει τα μάτια. Ξαφνικά του χαμογελά και του τινάζει το δάχτυλο στο μέτωπο. «Ευχαριστώ που πρόσεξες την αδελφή μου, υποθέτω».
«Παγιδευτήκατε; Άρα πάει η πόρτα μου, εε;» κλαίγεται ο Gavin, αλλά εγώ μένω σοκαρισμένη από την αντίδραση του αδελφού μου.
«Τι; Δεν θα μου φωνάξετε; Δεν θα μου πετάξετε υπονοούμενα;» αναρωτιέμαι και σουφρώνω τα φρύδια.
«Τι είστε, πέντε ετών; Μεγάλοι άνθρωποι είστε. Κάντε ό,τι θέλετε», απαντά ο Nate και τεντώνεται. «Αλλά καλό θα ήταν να σταματήσετε να χτυπάτε την πόρτα του θανάτου κάθε φορά που είστε μαζί».
«Η πόρτα μου», συνεχίζει να κλαίγεται ο Gavin.
«Τι ήθελες να σου πω, Angel;» ρωτάει ο αδελφός μου, αγνοώντας τον άλλον πλήρως, όπως κάνω κι εγώ.
«Τίποτα υποθέτω».
Ξύνω τον σβέρκο μου και κοιτάω τον Alex. Άρα το να κρύψω το φιλί από τον Nate ήταν πολύ πιο εύκολο απ' ότι νόμιζα. Ανακουφίζομαι. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και εκπνέω κουρασμένη. Όσο να 'ναι ακόμη να συνέρθω πλήρως από το σημερινό σοκ. Μια το όνειρο, μια το φιλί, μια που παραλίγο πήγε να πεθάνει ο Alex. Χαϊδεύω το μέτωπο μου. Θέλω απλά να πάω για ύπνο, αλλά δεν μπορώ να τον αφήσω κι έτσι, ενώ καίγεται στον πυρετό, ολομόναχο κιόλας.
«Καλό θα ήταν να του αλλάξεις τα ρούχα. Πάω να φέρω να του στρώσεις εδώ, εσύ, Gavin, φτιάξε της έναν καφέ», λέει ο Nate και με κάνει να κοκκινίσω ολόκληρη.
«Ποιος να του αλλάξει ρούχα;» πετάγομαι σοκαρισμένη και με αγνοούν και οι δυο χαλαροί, ο ένας να πηγαίνει στην κουζίνα, ο άλλος να ανεβαίνει τα σκαλιά. «Να του αλλάξω τα ρούχα;»
Φέρνω τα χέρια στο κεφάλι, η καρδιά μου για άλλη μια φορά να χτυπάει σαν να τρέχω Μαραθώνα. Μόνο στην ιδέα του να βγάζω τα ρούχα του, νομίζω ότι θα πεθάνω από την ντροπή. Ναι, τα είχαμε και, ναι, τον έχω δει γυμνό τόσες και τόσες φορές, όμως πάνε έξι χρόνια. Είναι αρραβωνιασμένος και όχι μόνο, αλλά έχει αλλάξει, έχει μεγαλώσει. Δεν μπορώ έτσι απλά να του βγάζω ρούχα, σαν να μην σημαίνει κάτι.
Τον κοιτάω που κοιμάται. Τα μάγουλα του είναι τόσο κόκκινα, τα χείλη του να έχουν μια πιο σκοτεινή απόχρωση του ίδιου χρώματος, ο πυρετός του μάλλον να χειροτερεύει. Δεν μπορώ να τον αφήσω με βρεγμένα ρούχα έτσι. Ακόμη και ο Lucas είπε ότι πρέπει να του αλλάξουμε σε στεγνά. Γιατί όμως εγώ; Δεν με λυπάται κανείς; Η καρδιά μου ραγίζει για δεύτερη φορά. Δεν είμαι τόσο αναίσθητη να τον αφήσω να χειροτερέψει, όχι μετά από το πόσο νοιάστηκε για μένα και όχι την υγεία του.
Ευχαριστώ που προστάτεψες την αδελφή μου, υποθέτω.
Τα μάγουλα μου παίρνουν φωτιά όταν ανακαλούμαι πόσο χαριτωμένος ήταν ο αδελφός μου ενώ του το έλεγε αυτό. Γιατί του φέρθηκε τόσο καλά; Όταν ήμασταν μαζί την πρώτη φορά, μου είχε κάνει την ζωή κόλαση. Ύστερα, βέβαια, έδειξε ενδιαφέρον για να σωθεί η σχέση, αλλά δεν σήμαινε κάτι όταν πλέον είχαμε χωρίσει.
Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Όσο να 'ναι, δεν γίνεται να τον αφήσω έτσι. Με πείθω ότι θα τελειώσω στο άψε-σβήσε, ούτε που θα χρειαστεί να δω κάτι. Καθαρίζω τον λαιμό μου αποφασιστικά. Φέρνω το χέρι να του βγάλω το πουλόβερ. Ξεκινώ κανονικά, μέχρι που αρχίζω να βλέπω τους κοιλιακούς του. Μου κόβεται η ανάσα. Το πάω πιο αργά, να υποφέρω για όσο τον κοιτάω. Κοντεύω να βγάλω αίμα από την μύτη, το στόμα, τα αυτιά, τα μάτια, από παντού, τόσο που έχω μαζέψει στο κεφάλι από την ντροπή.
Δεν είναι κάτι, μην το σκέφτεσαι.
Βγάζω τα χέρια από τα μανίκια του και του αφαιρώ το πουλόβερ. Αφήνω την πετσέτα που του είχα στο μέτωπο για λίγο στην άκρη και μένω να θαυμάσω από κοντά την σωματάρα που έχει. Καλά έλεγα ότι έχει εξελιχθεί και έχει αλλάξει. Τώρα είναι πιο γυμνασμένος, πιο γεροδεμένος και μην πω ότι έχει ψηλώσει κι άλλο. Ακούω φασαρία στην κουζίνα και αυτό μου υπενθυμίζει ότι πρέπει να τον ντύσω στα γρήγορα, πριν πλημμυρίσω το σπίτι με τα σάλια που μου τρέχουν.
Σταμάτα, Angel. Ανήκεις αλλού. Δεν πρέπει να κοιτάς-
Θέλω τόσο πολύ να κάνω σεξ μαζί του. Θέλω να χαϊδέψω το γεροδεμένο σώμα του, να γραπωθώ σε αυτά τα μπράτσα και να φέρω την γλώσσα μου σε αυτούς τους κοιλιακούς. Τόση σκέψη αρκεί να με ενθουσιάσει, να με στείλει σε άλλη διάσταση. Κατεβάζω τα μάτια στο παντελόνι και βάζω το χέρι στο στόμα για να κρύψω τον ενθουσιασμό μου. Ποιος ξέρει τι μπορεί να κάνει τώρα στο σώμα μου... Για όσο το κάνει ο Alex βασικά, δεν με νοιάζει να μην μπορώ να περπατήσω την επόμενη ημέρα.
Κουνάω το κεφάλι δεξιά-αριστερά για να συνέλθω. Ο άνθρωπος καίγεται στον πυρετό κι εγώ κάνω σεξουαλικές φαντασιώσεις μαζί του. Δεν βοηθάει καθόλου να προσπαθώ να με πείθω ότι ανήκω σε κάποιον άλλον. Είναι σαν ο Alex να είναι ο μοναδικός στα μάτια μου αυτή την στιγμή που ανήκει στις φαντασιώσεις μου, κανείς άλλος δεν έχει χώρο. Ο Thomas είναι και θα είναι στην καρδιά μου, απλά δεν γίνεται να συγκρίνω. Ξέρω πολύ καλά τις διαφορές.
Του φοράω την κοντομάνικη μαύρη μπλούζα που μου έδωσε η Adriana, μέχρι που συνειδητοποιώ ότι τα ρούχα του έχουν βρέξει τον καναπέ. Πρέπει να στρώσω κάτι από κάτω, πριν κάνει κι αυτά που φοράει μούσκεμα. Δεν γίνεται να τον κουβαλήσω ή κάτι, γιατί δεν έχω την απαραίτητη δύναμη. Τον αρπάζω από το μπράτσο και τον τραβάω καθιστό, μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου να ρίχνω όσο-όσο την κουβέρτα που είχε πριν επάνω για να μην βραχεί. Φροντίζω να μην το φτιάξω ακόμη κάτω από την μέση του έτσι ώστε να μην βραχεί ούτε η κουβέρτα, ούτε η αλλαξιά του.
Πριν ξαπλώσω τον Alex πίσω στον καναπέ, του φοράω ένα γκρι φούτερ που μου έδωσε η Adriana από πάνω. Δεν θέλω να κρυολογήσει χειρότερα. Αν και με τα χίλια ζόρια, τα καταφέρνω και ακουμπώ το κεφάλι του απαλά πίσω στο μαξιλάρι. Δείχνει ήρεμος που κοιμάται, να έχει πάρει το χρώμα του πίσω ευτυχώς. Κοιτάω το παντελόνι και αγχώνομαι. Αυτό τώρα πως το βγάζω χωρίς να γίνει τίποτα περίεργο; Ρίχνω τα μάτια στον Gavin και χασμουριέται νυσταγμένος ενώ περιμένει τον καφέ φίλτρου να γίνει.
Δαγκώνω το κάτω χείλος μου. Η Adriana μου έχει δώσει μόνο ένα μαύρο παντελόνι, που σημαίνει ότι μόνο αυτό μου επιτρέπεται να αγγίξω. Τίποτα άλλο. Καθαρίζω τον λαιμό ξανά. Αργά-αργά τραβάω το παντελόνι προς τα κάτω. Λίγο που βλέπω το εσώρουχο του, νιώθω ότι θα εκραγώ. Τα παρατάω. Δεν γίνεται, όχι. Θα πεθάνω από καρδιακό άμα συνεχίσω έτσι.
«GAVIN», φωνάζω και τον βλέπω που ταράσσεται στην κουζίνα. «Έλα να του αλλάξεις το παντελόνι».
«Αχού, καν' το μόνη σου», αδιαφορεί και βγάζει τον καφέ να τον ρίξει σε ένα φλιτζάνι.
«Δεν μπορώ», δηλώνω ξαναμμένη στην ιδέα του να τον αγγίζω σε αυτό το σημείο. Αν μου ξεφύγει το χέρι και δω κάτι άλλο κατά λάθος; Δεν γίνεται, είναι αρραβωνιασμένος. «Έλα εσύ, αμέσως τώρα».
«Ρε Angel», ξεχνιέται και πίνει από το φλιτζάνι μου. «Αφού τα είχατε, πως κάνεις έτσι;»
«Gavin, σκάσε», γρυλίζω και του δίνω το παντελόνι, χτυπώντας το στο στήθος του, ενώ αρπάζω τον καφέ από το χέρι του. «Καν' το εσύ και τελείωνε».
«Είσαι περίεργη ώρες-ώρες», σκέφτεται φωναχτά.
Τον προσπερνάω και με τα χέρια μου να τρέμουν, καταφέρνω να πιω μια γουλιά από τον καφέ χωρίς να τον χύσω κάτω. Στέκομαι με την πλάτη γυρισμένη σε αυτούς τους δυο. Δεν πιστεύω να την έβγαζα καθαρή για το υπόλοιπο της βραδιάς άμα είχα στο υποσυνείδητο μου ότι έγδυσα τον Alex. Θα με επέστρεφε στις παλιές μας νύχτες που τον είχα δικό μου να του κάνω ό,τι θέλω. Σφίγγω τον καφέ στα χέρια μου και προσπαθώ να ηρεμήσω.
Είμαι μεγάλη γυναίκα τώρα. Δεν γίνεται να φέρομαι ανώριμα. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και ξεφυσάω. Με το που βάζω το φλιτζάνι στα χείλη μου για να πιω μια γουλιά, ανακαλούμαι την στιγμή που του έκανα ΚΑΡ.Π.Α, πως ένιωθα την γεύση του στα δικά μου, και με βρίσκω να μου κάθεται ο καφές στον λαιμό. Καθαρίζω το στόμα με το μανίκι της μπλούζας μου και σουφρώνω τα φρύδια.
Ο Alex Henderson είναι επικίνδυνος άνθρωπος τελικά.
«Συγγνώμη, ο Alex το πόδι γιατί το έχει δεμένο;» ρωτάει ο Gavin και γυρνάω να τον δω, την ίδια στιγμή να κατεβαίνει ο Nate τις σκάλες με μαξιλάρια και παπλώματα.
«Το χτύπησε όταν πήγαν να μας πέσουν κάτι ξύλα στο κεφάλι», γελάω αμήχανα και τους πλησιάζω, εφόσον φαίνεται να τον έντυσε κιόλας, πολύ πιο γρήγορα από εμένα. «Μπήκε μπροστά μου».
«Σας έφερα αυτά να στρωθείτε», λέει ο Nate και τα αφήνει πάνω στην πολυθρόνα. «Φτιάχ' τον μόνη σου, Angel».
«Συγγνώμη, αλλά γιατί μου τον παρατάτε εμένα;» κλαίγομαι και ακουμπώ τον καφέ στο τραπεζάκι για να φτιάξω την κουβέρτα κάτω από τον Alex, να μην του βραχεί το παντελόνι.
«Εγώ πρέπει να ξεκουραστώ γιατί αύριο έχουμε δρόμο, οπότε δεν γίνεται να τον προσέξω», ξεφυσάει ο Nate με τα χέρια στην μέση και κοιτάει τον Alex που δεν έχει κουνηθεί καθόλου. «Ξέρεις πως θα κάνει αν τον προσέχει ο Gavin, οπότε κάνε υπομονή για σήμερα».
Κοιτάω κι εγώ τον Alex. Έχει ένα δίκιο ο αδελφός μου. Εφόσον τον πρόσεξα ως εδώ, ας το πάω μέχρι το τέλος. Είμαι κουρασμένη, αλλά με όλη αυτή την ένταση δεν νομίζω να κοιμηθώ σύντομα. Παίρνω ένα πάπλωμα με το σεντόνι από κάτω και το ρίχνω στον Alex. Του βάζω την πετσέτα ξανά και πλησιάζω τον αδελφό μου για μια αγκαλίτσα. Εκείνος ανταποδίδει αμέσως.
«Τα πήγες περίφημα σήμερα, αδελφούλα. Του έσωσες την ζωή», δηλώνει και μου αφήνει ένα φιλί στο μέτωπο.
«Σε ευχαριστώ», χαμογελώ γλυκά και τον αφήνω να μου χαϊδέψει το κεφάλι. «Του το χρώσταγα τόσο».
«Καληνύχτα, Angel», μουρμουρίζει και κάνει πίσω για να πάει προς τα σκαλιά.
«Καληνύχτα, μικρή γάτα», με πειράζει ο Gavin, φευγαλέα να μου χαϊδεύει το κεφάλι.
«Καληνύχτα, αγόρια».
Τους βλέπω που απομακρύνονται και χάνονται στον πάνω όροφο. Ξεφυσάω. Βγάζω το μαξιλάρι από το κεφάλι του Alex και του βάζω το άλλο που έφερε ο Nate. Μου παίρνει λίγο, αλλά συνειδητοποιώ ότι έφερε τα δικά μου να του βάλω. Βλάκας. Βγάζω την πετσέτα από τον Alex και πέφτω στα γόνατα δίπλα του για να την ξαναβρέξω. Την στύβω καλά και αρχίζω να καθαρίζω τον ιδρώτα από το πρόσωπο του Alex, έτσι να τον δροσίζω κιόλας. Του την αφήνω στο μέτωπο και παίρνω τον καφέ να πιω μια γουλιά, ακουμπώντας την πλάτη πίσω στον καναπέ.
Μόνο που σκέφτομαι εκείνη την στρίγκλα να κοιμάται επάνω στο διπλό κρεβάτι μόνη της και να το χαίρεται, θέλω να πάω και να την κάνω στάχτη. Μου γυρνάνε τα έντερα. Πόσο πιο σκατάνθρωπος μπορεί να γίνει; Εδώ ο αρραβωνιαστικός της δίνει ψυχή και πραγματικά κόντεψε να πεθάνει και εκείνη δεν δίνει δεκάρα. Άμα ο Thomas ήταν στην θέση του, θα έκανα τον κόσμο άνω-κάτω. Ξανακοιτάω τον Alex και βάζω το χέρι στην καρδιά μου. Πως δεν τον αγαπάει εκείνη; Είναι τόσο χαριτωμένος. Χαμογελάω με τον εαυτό μου.
Εκεί που δεν το περιμένω ο Alex κινείται και στρίβει το σώμα του στο πλάι προς εμένα. Μου παίρνει λίγο, όμως όταν κατεβάζω τα μάτια, βλέπω την παλάμη του Alex κολλημένη στο στήθος μου... να με χουφτώνει. Το ζουλάει ελαφρώς και κάνει το πρόσωπο μου να αλλάξει ό,τι απόχρωση του κόκκινου υπάρχει. Ένα γαργαλητό στην περιοχή μου όταν το ξαναζουλάει με κάνει να τιναχτώ όρθια.
«Addie...», λέει, η μπάσα φωνή του να με ανάβει ελαφρώς, τα μάτια του ακόμη κλειστά, «από πότε... έχεις τόσο... ωραίο... βυζί;»
Τινάζω τα χέρια σαν να κάηκα. Θεέ μου, γιατί ακούγεται τόσο σέξι; Αφήνει το χέρι του να κρέμεται έξω από τον καναπέ και συνεχίζει να κοιμάται. Δαγκώνω το κάτω χείλος μου. Άμα δεν κουνιόμουν από εκεί, δεν ξέρω ούτε εγώ τι θα έκανα. Ο τρόπος που με άγγιξε όμως, το χέρι του να είναι ακριβώς για το μεγάλο μου στήθος. Αποφάσισε να πάρει μπρος όταν πάχυνα λίγο στην Γερμανία και τώρα είναι όντως ακόμη καλύτερο απ' ότι θυμάται, αυτή η σκέψη να μου δημιούργει ένα χαμόγελο.
«Addie», ξανακαλεί το όνομα της, το στομάχι μου να δένεται κόμπος, «που είναι... η Angel; Είναι καλά;»
«Καλά είναι», χαμογελώ γλυκά και παίρνω το δεύτερο πάπλωμα να τυλιχτώ με αυτό, εφόσον κάνει λίγο κρύο. «Ξεκουράσου τώρα».
«Angel;» αναρωτιέται και το βλέπω ότι προσπαθεί να κουνηθεί αλλά δεν μπορεί, εγώ να ξανακάθομαι δίπλα του. Το χέρι του ξαφνικά έρχεται στο κεφάλι μου. «Σε... ευχαριστώ, γλυκούλα».
Τα μάγουλα μου παίρνουν φωτιά. Με είπε γλυκούλα. Ασυνείδητα χαμογελώ. Ένα γαργαλητό στο στομάχι μου με κάνει να συνειδητοποιήσω ότι του έχει πέσει η πετσέτα στο πλάι. Την παίρνω και την βρέχω ξανά, στύβοντας την ύστερα. Την ακουμπώ απαλά στο μέτωπο του και βλέπω πως ξανακοιμήθηκε. Εκπνέω κουρασμένη και βολεύομαι στο χαλί, τα μάτια μου να κλείνουν αργά. Κρατώ το χαμόγελο στα χείλη μου.
Με είπε γλυκούλα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top