•Ποιος στον διάολο ονομάζει το παιδί του Casper;•
«Μακαρόνια με κιμά», αναστενάζω κουρασμένα στην Mary και η αλήθεια είναι ότι τα θέλω μόνο για να βουτήξω κυριολεκτικά τα μούτρα σε αυτά και να περάσω το υπόλοιπο μισάωρο που έχω ελεύθερο έτσι.
Με πήρε πολύ από κάτω αυτό που έγινε με τον Gavin. Πέρα του ότι ήταν σπαρακτικό το να τον βλέπω σε αυτή την κατάσταση, το να μαθαίνω τον πραγματικό λόγο που βγήκε ο Nate από το σπίτι σε αυτή την κατάσταση, ήταν μεγαλύτερο βάρος από αυτό που ήδη κουβαλούσα.
Έχω περισσότερες τύψεις και αυτό δεν βοηθά ούτε λίγο στο να νιώσω καλύτερα. Μόνο δένει το στομάχι μου σε μεγαλύτερο κόμπο και δεν θέλω να κάνω τίποτα παρά να κουλουριαστώ στον καναπέ με μια κουβέρτα γύρω μου, όσο-όσο να έχω το πρόσωπο εκτεθειμένο, και να κοιτάω μαλακίες στον YouTube, προσπαθώντας έτσι να ξεχαστώ από τον πραγματικό πόνο μου.
«Πως είναι ο αδελφός σου;» με ρωτάει και της ρίχνω το νεκρικό μου βλέμμα.
«Καλά, ευτυχώς», απαντώ και από τον τόνο της φωνής μου φαίνεται πόση όρεξη δεν έχω για περαιτέρω συζήτηση.
Εφόσον η Mary με ξέρει αρκετά καλά, επιλέγει να το αφήσει με τόσο και να μην συνεχίσει την συζήτηση. Δεν φτάνουν τα χάλια με τα οποία ήρθα, αυτό μου έλειπε, να μου υπενθυμίζουν συνέχεια την κατάσταση του Nate και ασυνείδητα την συζήτηση μου με τον Gavin. Δεν φταίνε οι άνθρωποι που προσπαθούν να δείξουν ενδιαφέρον, αλλά πραγματικά δεν είμαι σε φάση.
«Γεια», ακούω μια γνώριμη φωνή και γυρνάω να τον δω.
«Γεια», χαρίζω αμέσως ένα ζορισμένο χαμόγελο και φέρνω μια τούφα μαλλιών πίσω από το αυτί μου.
«Πως είσαι;» ρωτάει ο Lucas και κρατάει τον δίσκο στα χέρια του, περιμένοντας την σειρά του να πάρει να φάει.
«Θα μπορούσα να είμαι και καλύτερα», μουρμουρίζω κατσουφιασμένη και παίρνω το πιάτο που μου τείνει η Mary, μαζί με ένα μπουκάλι νερό.
«Πιλάφι λαχανικών παρακαλώ», παραγγέλνει με την σειρά του ο Lucas και στέκομαι δίπλα του, λίγο πιο πέρα όσο για να αφήσω χώρο για τον επόμενο να παραγγείλει. «Κάθε φορά που σε ρωτάω κάτι τέτοιο, η ίδια απάντηση. Ικανοποιείσαι αρκετά για να είσαι όντως καλά;»
«Δεν συντονιζόμαστε καλά, βλέπεις. Όταν είμαι σκατά μου μιλάς και όταν είμαι λιγότερο σκατά, απλά», σταματάω για λίγο να σκεφτώ, «μου λες «γεια», υποθέτω».
Με αυτό γελάμε και οι δυο. Παίρνει το πιάτο που του έχει ετοιμάσει η Mary και το ακουμπά στον δίσκο του. Για συνοδευτικό παίρνει ένα κουτάκι χυμό και μένουμε για ένα δευτερόλεπτο να στεκόμαστε λίγο πιο πέρα και να κοιτάμε την καφετέρια. Υπάρχουν δυο-τρία τραπέζια ακόμη άδεια, αλλά κατά τα άλλα είναι γεμάτη, να περπατούν ακατάστατα όλοι από 'δω και από 'κει, να βρίσκονται με τις παρέες τους και άλλοι να φεύγουν ώστε να αδειάσουν θέσεις στους επόμενους.
«Θες να φάμε μαζί; Ευκαιρία να με γνωρίσεις ενώ δεν μυξοκλαίω», τον πειράζω και τον σκουντάω παιχνιδιάρικα με τον αγκώνα μου.
«Έχω πάρει χαρτομάντιλα μαζί μου, σε περίπτωση που συγκινηθείς με το φαγητό σου», αντιλέγει με ένα χαμόγελο στα χείλη του και αυτό με κάνει να γελάσω, τα μάγουλα μου να ροδοκοκκινίζουν.
Του κάνω νόημα με το κεφάλι να με ακολουθήσει και πλησιάζουμε ένα τραπέζι κοντά στην έξοδο, λίγο πιο κοντά στην τζαμαρία. Είναι μικρό και χωράνε ίσα-ίσα τέσσερα άτομα, αν όχι μόνο δυο για να απλωθούν. Καθόμαστε ο ένας απέναντι από τον άλλον και αφήνουμε τους δίσκους στο τραπεζάκι.
«Ώστε σκόπευες εξαρχής να μου μιλήσεις σήμερα», πετάγομαι για να συνεχίσω την προηγούμενη συζήτηση και να σπάσω τον πάγο. «Εξ ου και τα χαρτομάντιλα».
«Η αλήθεια είναι ότι έτυχε να σε πετύχω στην καφετέρια πρώτη φορά. Συν ότι ο Cas άργησε να έρθει και είπα να ξεκινήσω συζήτηση μαζί σου για αλλαγή», απαντά ο Lucas και είναι αξιοθαύμαστο πόσο ήρεμο τόνο φωνής έχει.
Οι κινήσεις του είναι απαλές, σχεδόν σαν αεράκι. Δείχνει αφοσιωμένος στο να φτιάξει το πιάτο του, το κουτάλι, να ανοίξει το κουτάκι χυμό και να βολευτεί στην καρέκλα του όσο καλύτερα μπορεί για να απολαμβάνει το μεσημεριανό του. Καταλαβαίνει ότι τον παρατηρώ και μου χαρίζει ένα πλάγιο χαμόγελο, το οποίο δημιουργεί λακκάκι στο μάγουλο του.
Ο Lucas είναι αρκετά γοητευτικό αγόρι. Αυτό που-για μένα έστω-τον κάνει χαριτωμένο είναι τα ειλικρινέστατα χαμόγελα του, τα βλέμματα όλο συμπόνια και κατανόηση και τέλος αυτή η ήρεμη αύρα που εκπέμπει. Δεν φαίνεται να έχει καθόλου ένταση μέσα του σαν άνθρωπος και σπάνια το βρίσκω αυτό, ειδικά όταν οι περισσότεροι με τους οποίους συναναστρέφομαι είναι όλο τσαμπουκά και νεύρα. Ο Lucas είναι μια φρέσκια αλλαγή, από αυτές που χρειάζομαι αυτή την στιγμή.
«Δεν πεινάς;» ρωτάει και κοιτάει το άθικτο πιάτο μου.
«Όχι, ιδιαίτερα. Ήλπιζα όταν το έβλεπα να μπορούσα να τσιμπήσω λίγο, αλλά δεν ξεκίνησε και υπέροχα η ημέρα».
Ανακαλούμαι για πολλοστή φορά τον Gavin και ό,τι μου είπε στο νοσοκομείο. Βέβαια, όταν είδε ότι δεν στάθηκε δυνατός μπροστά μου, κατάφερε να ηρεμήσει τον εαυτό του με το να καθαρίζει τα δάκρυα του. Σήκωσε το κεφάλι με ένα ζορισμένο χαμόγελο και προσπάθησε να με πείσει ότι δεν χρειάζεται να κοιτάμε πίσω, μόνο μπροστά. Μου απολογήθηκε κιόλας που αφέθηκε στα συναισθήματα του και δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί, όπως έκανε ο Nate πάντα.
Ήταν πολύ δυνατό χτύπημα στο στομάχι μου να βλέπω το πιο χαζοχαρούμενο και αγαπητό άτομο που γνωρίζω να κατηγορεί τον εαυτό του και να σπαράζει σε κλάματα. Όσο και να το κρύβει για χατίρι του μπαμπά και του Nate, ξέρω πως μέσα του δεν ευχαριστιέται ούτε την εγκυμοσύνη της Sophia, τόσο που τον σπαράζει το γεγονός ότι άφησε τον αδελφό μου να μπει στο αυτοκίνητο μεθυσμένος. Πόσο οδυνηρό θα πρέπει να του είναι να θυμάται ότι τα τελευταία λόγια του Nate ήταν που τον έβριζε για το πώς με πήρε μαζί του.
Εγώ, εγώ και μόνο εγώ φταίω.
«Angel, όλα καλά;» ρωτάει ο Lucas και λυγίζει το κεφάλι λίγο στο πλάι για να έρθει αντιμέτωπος με το βλέμμα μου που είχε κολλήσει έξω από την τζαμαρία.
«Δεν ξέρω πλέον. Μήπως κοροϊδεύω τον εαυτό μου ότι όλα είναι μια χαρά;» μουρμουρίζω σκεφτική και αναστενάζω ύστερα.
«Αισιοδοξία λέγεται αυτό. Δεν είναι κακό να το έχεις πάντως. Σε βοηθάει να δεις ένα φως στο τούνελ», απαντά ο Lucas και δεν περίμενα να το κάνει, εφόσον η ερώτηση μου ήταν ρητορική και καθόλου προορισμένη προς εκείνον. «Δεν μπορώ να φανταστώ τι περνάς που σε τραβάει τόσες μέρες σερί, αλλά είμαι σίγουρος ότι η αισιοδοξία σου είναι απαραίτητη για να φτάσεις εκεί που θες».
Κάθομαι και τον κοιτάω για λίγο. Η αλήθεια είναι ότι έχω ξαφνιαστεί αρκετά με τα λόγια του. Δεν περίμενα να απαντήσει ειλικρινά σε κάτι τέτοιο, μάλιστα με τέτοια επιλογή λέξεων, σαν να ήξερε ότι ακριβώς αυτό χρειαζόμουν να ακούσω. Χαμογελάω με τον εαυτό μου και μόλις με κοιτάει, το μεγαλώνω άλλο λίγο για να το προορίσω προς εκείνον. Τα μάγουλα μου φλέγονται και κατεβάζω το κεφάλι με το να φέρνω μια τούφα μαλλιών πίσω από το αυτί μου.
«Σε ευχαριστώ», μουρμουρίζω και παίρνω το πιρούνι για να φάω.
Κρύβω αρκετά το πόσο σκατά είμαι τελευταία με το να δείχνω αισιόδοξη μπροστά στους άλλους. Όταν μιλάω με την παρέα του Nate ή τον μπαμπά, προσπαθώ να κάνω πλάκες και να δείχνω θετική μπροστά στην όλη κατάσταση. Δεν θέλω να ξέρουν ότι με έχει επηρεάσει και γαμήσει ψυχολογικά, οπότε κρατάω όσο μπορώ μια θετική στάση απέναντι σε όλο αυτό και τους δίνω κουράγιο, ακριβώς ό,τι κάνουν και εκείνοι μαζί μου.
«Πως σου φαίνεται το σχολείο μας;» ρωτάω για να σπάσω τον πάγο άλλη μια φορά και να αλλάξω συζήτηση.
Πρέπει να δείχνω πιο δυνατή.
«Σε σύγκριση με το δικό μας, αισθάνομαι πιο ελεύθερος εδώ», απαντά ο Lucas και ανακατεύω την μακαρονάδα μου για να ξεκινήσω να τρώω, μήπως και καταφέρω να γεμίσω το άδειο μου στομάχι, χωρίς να καταλήξω να το ξεράσω στο τέλος. «Μου είχε λείψει ο αέρας του Beverly Hills».
«Έχεις ζήσει εδώ πιο πριν;» αναρωτιέμαι και σουφρώνω τα φρύδια.
Για ένα δευτερόλεπτο το πρόσωπο του σκοτεινιάζει, σαν να χάνεται σε σκέψεις τις οποίες δεν θέλει να έχει. Καθαρίζει τον λαιμό του και φέρνει ένα χαρτομάντιλο για να καθαρίσει ύστερα τα χείλη του. Προσπαθεί να μου χαμογελάσει ώστε να με κάνει να το ξεχάσω αυτό το σύντομο συμβάν, γι' αυτό επιλέγω να μην μπω σε λεπτομέρειες και, από σεβασμό, να το αφήσω έτσι.
«Ναι», απαντά παρόλο που περίμενα να μην το κάνει. «Ξεκίνησα εσώκλειστος σχολείο στο Brentwood και μένω εκεί χρόνια ολόκληρα. Σπάνια έρχομαι να δω τους γονείς μου εδώ».
«Μόνος σου είσαι εκεί;» ξαφνιάζομαι και δεν μπορώ να φανταστώ πόσο δύσκολο θα του είναι.
«Δεν με ενοχλεί η αλήθεια είναι. Έχω αρκετά πράγματα να κάνω εκεί και οι εγκαταστάσεις καλύπτουν όλες τις ανάγκες των μαθητών», λέει ο Lucas και φαίνεται από τον τόνο της φωνής του ότι δεν το πιστεύει πως είναι ωραία εκεί. «Συν ότι μιλάω σε καθημερινή βάση με την μαμά, οπότε δεν με πειράζει και τόσο που δεν έρχομαι».
Κάτι μου λέει ότι δεν το εννοεί και υπάρχει μεγαλύτερη ιστορία πίσω από αυτό, όμως δεν μπορώ να ρωτήσω παραπέρα. Ήδη κολυμπάω σε βαθιά νερά και δεν θέλω να καταστρέψω την φιλία μου με τον Lucas με το να κάνω την λάθος ερώτηση. Όπως κι εγώ έχω τα όρια μου, έτσι κι αυτός θα πρέπει να έχει κάποιο σημείο στο οποίο δεν θέλει να φτάσει.
«Έχεις αδέλφια;» αλλάζω αμέσως συζήτηση γιατί το βλέπω στα μάτια του ότι τον έκανα να ξαναζήσει κάτι στο μυαλό του που δεν ήθελε.
«Όχι. Είμαι μοναχοπαίδι. Εσύ;»
«Ναι, έναν αδελφό μεγαλύτερο από μένα», απαντώ και επιλέγω να μην αναφέρω καν τον Matthias, γιατί είναι μια ιστορία την οποία δεν γνωρίζω καλά η ίδια και που έχει περάσει χρόνια τώρα για να πιάνομαι από 'κει. «Δυστυχώς έκανε ένα ατύχημα με το αυτοκίνητο και βρίσκεται στο νοσοκομείο».
Αφήνει το κουτάλι να πέσει από το χέρι στο πιάτο και ο δυνατός ήχος που κάνει αυτή η σύγκρουση με τινάζει ελαφρώς πίσω. Εκείνος ταράζεται το ίδιο, σαν να μην ήθελε να το κάνει. Το μαζεύει αμέσως που πετάχτηκαν κόκκοι ρυζιού στον δίσκο και λίγοι πάνω στο τραπέζι και προσπαθεί να με κάνει να μην δω πόσο έχει χλομιάσει. Κάτι τον πείραξε στα λόγια μου και δεν ξέρω καν τι ήταν.
«Λυπάμαι πάρα πολύ για το ατύχημα. Ελπίζω να είναι καλά», μουρμουρίζει και συνεχίζει να τρώει.
Ό,τι και να του συμβαίνει προσπαθεί να το κρύψει πολύ. Δεν θέλει να δείξει τι σκέφτεται, τι τον ενοχλεί, τι τον επηρεάζει, τίποτα. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και πίνει λίγο από τον χυμό του. Αποκτά ξανά χρώμα στο πρόσωπο του και συνεχίζει να τρώει, χαρίζοντας μου ύστερα ένα χαμόγελο. Όσο καλός και να είναι να βάζει αυτή την μάσκα προφανώς, το βλέπω στα κενά του μάτια, ότι αυτό το αγόρι έχει χάσει τα πάντα.
«Έχασε την μνήμη του μόνο. Δεν θυμάται κανέναν», εξηγώ και συνεχίζω με το να τρώω το φαγητό μου, αφήνοντας την όλη σκηνή προηγουμένως απλά να ξεχαστεί.
Όλοι έχουμε τους δαίμονες μας.
«Θα πρέπει να σου είναι πολύ δύσκολο».
«Για όσο είμαι αισιόδοξη, μπορώ να έχω ό,τι θέλω», επαναλαμβάνω τα λόγια του και γελάμε ελαφρώς και οι δυο, αυτή η σκοτεινή και βαριά αύρα πλέον να έχει εξαφανιστεί.
«Πάντως με ό,τι μπορώ να σε βοηθήσω, θα το κάνω, αρκεί να μου το ζητήσεις».
«Σε ευχαριστώ, Lucas. Είσαι πολύ καλό παιδί», τον ευχαριστώ και του χαρίζω ένα χαμόγελο για πολλοστή φορά μέσα στην ημέρα.
Φέρνω τον αγκώνα του χεριού μου και στηρίζω το πηγούνι στην γροθιά μου. Παραμένουμε σιωπηλοί για να φάμε, αλλά δεν μπορώ να βγάλω τα μάτια μου από εκείνον. Όσο περίεργο και να ήταν αυτό που έκανε προηγουμένως, φαίνεται να έχει τρομερή αυτοσυγκράτηση. Μετριάζει τον εαυτό του και παρόλο που ξεφεύγει, καταφέρνει να επανέρθει στην κανονική του στάση, κάτι το οποίο θαυμάζω τρομερά, πέρα από την ηρεμία που έχει.
Τρώω μια πιρουνιά γεμάτη μακαρόνια με κομμάτια κιμά όταν με την άκρη του ματιού μου παρατηρώ τον Alex που μπαίνει μέσα στην καφετέρια. Παρόλο που όλοι έχουμε την ίδια ενδυμασία, εκείνου του εφαρμόζει τέλεια στο γυμνασμένο σώμα του και τον κάνει να φαίνεται-όσο και να σιχαίνομαι τα μούτρα του-αρκετά ελκυστικό. Έχει το δεξί του χέρι ακόμη σε επίδεσμο και το παρατηρώ όταν το φέρνει στα μαλλιά του για να τα φτιάξει πίσω με στυλ, όπως τα κρατάει τις περισσότερες φορές.
Περπατάει προς την Mary και μάλλον παίρνει την παραγγελία του. Για όσο περιμένει, γυρνάει το κεφάλι και κοιτάει γύρω-γύρω, αρχικά σαν να ψάχνει κάποιον και ύστερα απλά να δει που έχει ελεύθερη θέση. Ευτυχώς για μένα δεν φέρνει το βλέμμα του καν από την πλευρά μου, αλλά συνεχίζω να παρατηρώ τις κινήσεις του.
Δεν με ενδιαφέρει ούτε λίγο να με δει πόσο μάλλον και ότι κάθομαι με τον Lucas. Έχω κόψει οριστικά ό,τι με σύνδεε μαζί του. Ξέρω πως βαθιά μέσα μου-αρκετά όμως-δεν μπορώ να ξεχάσω πόσο ερωτευμένη ήμουν και πόσο λάτρευα το κάθε του άγγιγμα. Είχε τον τρόπο του να με κάνει δική του με κάθε χάδι και κάθε λέξη που θα έλεγε καθώς τα χείλη του χάιδευαν τον λαιμό μου. Εκείνη η ανάσα του, την οποία θα ένιωθα σε όλο μου του σώμα και θα με ανατρίχιαζε.
Αποτραβιέμαι από αυτό το τρένο σκέψεων, γιατί όχι μόνο είναι το λάθος που πρέπει να έχω όσον αφορά τον Alex, αλλά μάτωσα τα χείλη μου έτσι όπως τα δάγκωνα. Είχα κολλήσει τα μπούτια μου μαζί και είχα ισιώσει την πλάτη, ακριβώς ό,τι έκανα όταν έπαιζε εκείνα τα παιχνίδια που με έφερναν κοντά σε οργασμό χωρίς καν να με αγγίξει. Καθαρίζω τον λαιμό μου και προσπαθώ να γεμίσω με μακαρόνια το πιρούνι μου, μήπως και καταφέρω να φάω ξανά, τα μάτια μου κολλημένα στον Alex.
Δεν πρέπει να τον αφήνω να με επηρεάζει τόσο. Ξέρω πως τον έχω αδυναμία, εξ ου και ο λόγος που προσπαθώ να τον αποβάλλω από την ζωή μου, αλλιώς ξέρω πως θα τον κυνηγάω μια ζωή. Δεν έχω ζήσει με κανέναν αυτά που έχω περάσει μαζί του. Η τοξική πλευρά και των δυο μας κατάφερε να σκάσει σαν βόμβα και κατέστρεψε πλέον ό,τι χημεία υπάρχει μεταξύ μας, οπότε είναι μάταιο να ελπίζω ή να κρατώ εκείνα τα συναισθήματα ζωντανά.
Ξαφνικά εστιάζει το βλέμμα του κάπου στην αίθουσα και κοιτάει επίμονα. Τόσο καιρό που είμαι κοντά του, ξέρω πως έχει βάλει το μάτι σε κάποιο άτομο εδώ μέσα και δεν λέει να τα αφήσει έτσι. Παίρνει το πιάτο που του ετοιμάζει η Mary με πιλάφι λαχανικών και το βάζει στον δίσκο. Δεν λέει κάτι και αμέσως κατευθύνεται προς την πλευρά που κοιτούσε.
Τον ακολουθώ με τα μάτια και όταν μπαίνει μια κολόνα στην μέση, ισιώνω λίγο την πλάτη, κουνάω και το κεφάλι μήπως και τον ανιχνεύσω πουθενά. Περνάει την κολόνα και συνεχίζω να βλέπω προς τα πού πηγαίνει, όταν κάθεται στο τραπέζι με μια κοπέλα, την Trish. Την ξέρω εφόσον κάνει παρέα συχνά με την Mia, πολύ σπάνια και με την Brit, αφού εκείνη συνέχεια καθόταν μαζί μου. Δεν έχω συζητήσει ποτέ κάτι μαζί της, αλλά φαίνεται πολύ γλυκιά και ευχάριστη κοπέλα.
Μόλις βλέπει τον Alex, του χαρίζει ένα χαμόγελο και του κάνει νόημα ύστερα να κάτσει απέναντι της. Εκείνος κάθεται με γυρισμένη την πλάτη προς εμένα, οπότε δεν μπορώ να δω πλέον την έκφραση του προσώπου του ή τι λένε. Τα μάτια μου πάνε ακριβώς δίπλα στον Lucas που τρώει και με κοιτάει περίεργα, σαν να μην έχει ιδέα τι συμβαίνει. Γυρνάει το κεφάλι πίσω ώστε να δει που κοίταγα και γυρνάει μπροστά, έχοντας ήδη καταπιεί την μπουκιά του.
«Συγγνώμη, αφαιρέθηκα στο πουθενά», λέω, αλλά δεν το πιστεύω ούτε εγώ. «Τον Alex Henderson κοίταγα», πετάγομαι αμέσως, γιατί ένιωθα πολύ περίεργα να του λέω ψέματα.
«Γνωρίζεστε;» με ρωτάει και συνεχίζει να τρώει το φαγητό του ανενόχλητος.
«Πες έναν αριθμό», τον προκαλώ στο άκυρο και αφήνω κάτω το πιρούνι για να τον κοιτάξω καλύτερα, εκείνος να έχει κερδίσει όλο μου το ενδιαφέρον πλέον.
Σουφρώνει τα φρύδια και με κοιτάει περίεργα. Σίγουρα θα σκέφτεται ότι δεν μπορώ να γίνω πιο αλλόκοτος και ανεξήγητος άνθρωπος, αλλά φαίνεται ότι για ένα δεύτερο θέλει να απαντήσει στα σοβαρά. Καταπίνει την μπουκιά του και λέει, «ξέρω ΄γω, εικοσιένα;»
«Είμαι σίγουρη ότι την έχουμε κάνει αυτή την στάση στο σεξ», σκέφτομαι φωναχτά και αυτό κάνει τον Lucas να πνιγεί στην επόμενη μπουκιά που είχε στο στόμα.
Κοντεύει να του βγει από την μύτη το φαγητό. Αρχίζω να ανησυχώ έτσι όπως κοκκινίζει ότι τον σκότωσα τον άνθρωπο. Του τείνω το μπουκάλι νερό μου, αλλά κουνάει το χέρι ότι δεν χρειάζεται και είναι καλά. Καθαρίζει τα χείλη του με το χαρτομάντιλο του και παίρνει βαθιές ανάσες μέχρι που καταφέρνει να επανέλθει στο κανονικό. Τον κοιτάω με κατακόκκινα μάγουλα και αισθάνομαι τέρμα άσχημα που του το πέταξα έτσι, ειδικά όταν δεν τον ξέρω και τόσο καλά.
Είναι που δεν θα κατέστρεφα την φιλία μου μαζί του.
«Συγγνώμη», γελάω αμήχανα και κάνει το ίδιο.
«Δεν πειράζει. Έτυχε που έτρωγα και ήταν κακός συνδυασμός», δικαιολογείται γιατί βλέπει πόσο άσχημα νιώθω που το πέταξα έτσι. «Είχατε σχέση με τον Alex;»
«Ο Θεός να την έκανε», μουρμουρίζω και ρίχνω τα μάτια στην πλάτη του πέρα στην άλλη άκρη της καφετέριας. «Δεν ήταν τίποτα σημαντικό να διαρκέσει πάνω από κάτι εβδομάδες πάντως».
Ο Lucas παραμένει σιωπηλός και κάτι φαίνεται να σκέφτεται. Γυρνάει να δει τον Alex και ύστερα εμένα.
«Δεν περίμενα ο Alex να κάνει σχέση ή έστω κάτι», λέει ο Lucas και συνεχίζει το φαγητό του.
«Τον ξέρεις;» ρωτάω όλο ενδιαφέρον, εφόσον αυτό δεν τράβηξε απλά την προσοχή μου, αλλά θα έδινα τα πάντα να καταλάβω από πού ήρθε.
«Ο αρχηγός της ομάδας του μπάσκετ μας, ο Christian, μιλάει συχνά για εκείνον», απαντά ο Lucas και λυγίζει πιο κοντά, σαν επρόκειτο να ξεκινήσει τα κουτσομπολιά. «Είχε αναφέρει πως ο Alex δεν έχει κοπέλα ούτε ασχολείται με αυτά κάτι χρόνια τώρα, αλλιώς...»
«Αλλιώς τι;»
«Καλύτερα ας το αφήσουμε με τόσο», προτείνει και είμαι σίγουρη ότι αυτός ο Christian τύπος δεν είναι κάποιος με τον οποίο θα ήθελα να μπλέξω ή να μιλήσω, αφού και ο Lucas φαίνεται να τον φοβάται. «Αν επιτρέπεται, γιατί σταματήσατε να μιλάτε;»
«Κακή επικοινωνία. Είναι εγωιστής και μαλάκας, εγώ δεν πάω πίσω και απλά καυγαδίζαμε», αναστενάζω και κοιτάω τα μακαρόνια μου.
«Λυπάμαι».
«Δεν χρειάζεται. Καλύτερα για μένα που τον έβγαλα από την ζωή μου όσο είμαι νέα», γελάω, παρόλο που με πονάει κάθε φορά που το παραδέχομαι φωναχτά ή σε άλλους.
Είναι δύσκολο, ρε γαμώτο. Προσπαθώ να τον μισήσω και να βρίσκω λόγους συνέχεια για να μην του ρίξω τα μάτια, αλλά είναι σχεδόν αδύνατο να τα καταφέρω. Μου λείπει απίστευτα πάρα πολύ και τώρα να τον βλέπω να κάθεται με μια κοπέλα που δεν της έδινε σημασία, δεν ξέρω πως με κάνει να νιώθω. Αυτό σημαίνει μόνο πως έχει βάλει φωτιά σε όποια ελπίδα και να είχα ότι θα φτιάξουν τα πράγματα μεταξύ μας.
Τι το θέλω βασικά; Να με έχει να με πληγώνει και να με βασανίζει;
«Για τον Alex Henderson μιλάμε;» πετάγεται κάποιος δίπλα μου και όταν γυρνάω να τον δω, είναι τόσο κοντά στο πρόσωπο μου που πετάγομαι ελαφρώς από την θέση μου, με την καρδιά μου να χτυπά σαν τρελή.
Τα γκρίζα μάτια του μένουν κολλημένα στο πρόσωπο μου και τσεκάρουν κάθε γωνία, ελιά, σπυρί ή τρίχα που έχω σε αυτό, κάτι που με κάνει να αισθάνομαι πολύ άβολα. Μένει λυγισμένος για κάτι δευτερόλεπτα, ανέκφραστος και με ένα κενό βλέμμα στα μάτια του, όταν κάνει πίσω με ένα γέλιο και ξύνει το πίσω μέρος του κεφαλιού του, σαν να άλλαξε προσωπικότητα σε κάτι μόλις δευτερόλεπτα.
«Χάρηκα. Casper Johnny Davidson». Τείνει το χέρι του και του δίνω το δικό μου για μια χειραψία παρόλο που είμαι ακόμη φρικαρισμένη με το πόσο κοντά στεκόταν προηγουμένως. «Εσύ θα πρέπει να είσαι η Angel O'Connell».
«Χάρηκα», λέω σχεδόν ψιθυρίζοντας και σουφρώνω τα φρύδια.
Φοράει την κλασσική ενδυμασία του Brentwood, οπότε θα είναι κάποιος γνωστός του Lucas. Εκείνος συνεχίζει το φαγητό του ανενόχλητος και μην πω τέρμα σκεφτικός, αλλά δεν δίνει σημασία στο αγόρι δίπλα μου. Ο Casper από την άλλη σέρνει μια καρέκλα κοντά μας και κάθεται στο πλάι, τα γκρίζα μάτια του εστιασμένα αμέσως σε μένα.
Το μαύρο μαλλί του δεν είναι τόσο μακρύ που μπορεί να δεθεί σε κότσο, αλλά πέφτει στο μέτωπο του και στα μάτια του ακατάστατα. Καλύπτει τα αυτιά του και κρύβει αρκετά χαρακτηριστικά που δεν τον νοιάζει τόσο να δείξει. Τα μάτια του είναι σχιστά και έχουν μια απόχρωση γκρίζα-ένας συνδυασμός μαύρου και ανοιχτού μπλε. Τα χείλη του είναι σαρκώδη και κόκκινα, ενώ η μύτη του μικρή. Δεν θεωρείται άσχημος, αλλά σίγουρα είναι τρομαχτικός.
«Τι λέγατε για τον Alex;» ρωτάει και πίσω από εκείνες τις τούφες μαλλιών που είναι αχτένιστες και ακατάστατες, συνεχίζει να με τσεκάρει.
«Τίποτα», απαντάμε ταυτόχρονα με τον Lucas και κοιταζόμαστε φευγαλέα, σαν να μας έπιασε να ξεκατινιάζουμε όλο το σχολείο.
«Η ξαδέρφη του και η άλλη με το σπασμένο πόδι πάντως θεωρούν ότι έχει αρχίσει να του αρέσει η αδελφή, εκείνη της ανώτατης δικάστριας», αναστενάζει κουρασμένα ο Casper και παίρνει τον χυμό του Lucas, έχοντας ακουμπήσει τους αγκώνες του στο στήριγμα της καρέκλας, αφού κάθεται ανάποδα σε εκείνην. «Εσείς τι πιστεύετε; Έχει καινούριο κόλλημα ή έχει κολλήσει στον παλιό του έρωτα;»
Τα μάτια του μου επιτίθενται με τέτοιον τρόπο που αισθάνομαι εκτεθειμένη μπροστά του. Ο τρόπος που θέτει το τελευταίο ερώτημα είναι σαν σπόντα απέναντι μου, σαν να έχει διαβάσει στο πρόσωπο μου όλη την ιστορία που έχω με τον Henderson. Καθαρίζω τον μυαλό μου και προσπαθώ να τον αγνοήσω για όσο πίνει από τον χυμό του φίλου του.
«Μην δίνεις σημασία στον Cas. Τον πιάνουν τα περίεργα του καμιά φορά», τον δικαιολογεί ο Lucas και μόλις αναστενάζει κουρασμένος, το χέρι του φίλου του τον χτυπάει στην πλάτη και του ταράζει την ηρεμία.
«Ντρέπεται να παραδεχτεί ότι κάνει παρέα με ένα φρικιό», πετάγεται ο Casper και για όσο τον έχω γνωρίσει δεν έχει εκφράσει ούτε ένα συναίσθημα σε ό,τι έχει πει.
«Που το άκουσες αυτό για τον Alex;» ρωτάω και σουφρώνω τα φρύδια, το μυαλό μου να έχει κολλήσει στα λόγια του περί Alex και νέοι έρωτες.
«Μου το είπαν οι ψυχές που τριγυρνούν ανάμεσα μας. Μου ψιθυρίζουν διάφορα», λυγίζει κοντά μου και ασυνείδητα κάνω το ίδιο, η καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή, «όπως και ότι φοράς κόκκινο σουτιέν».
«Casper, κόψε τις πλάκες. Μην την τρομάζεις», τον μαλώνει ο Lucas και έχω κοκκινίσει ολόκληρη από την ντροπή.
Για δεύτερη φορά ο Casper ξεσπάει σε γέλια και ύστερα βαριεστημένα γυρνάει πίσω στο να πίνει από το κουτάκι χυμού. Παρόλο που είναι τέρμα περίεργος άνθρωπος, κάθε φορά που γελάει φαίνεται αρκετά χαριτωμένος. Έχει ανοίξει τα κουμπιά του πουκαμίσου του και έχει χαλαρώσει την γραβάτα, αποκαλύπτοντας ένα κολιέ από πέτρες που έχει στον λαιμό.
«Φαίνεται το σουτιέν σου γιατί άνοιξε ένα κουμπί στο πουκάμισο σου», λέει ο Casper χαλαρός και δείχνει με τον δείκτη του που ακριβώς το είδε. «Όσο για τον Alex, το κουτσομπόλευαν οι δυο τους στην σειρά για το φαγητό μόλις κάτι λεπτά πριν».
Για όσο εγώ φτιάχνω το πουκάμισο μου με τα μάγουλα μου να έχουν πάρει φωτιά από την ντροπή, ο Casper ρουφάει από το καλαμάκι τον χυμό του, με τέτοιον θόρυβο που έχει αρχίσει να ενοχλεί ακόμη και τον Lucas, πέρα από όλους γύρω μας. Αφού τελειώσει και ευχαριστηθεί την κάθε ρουφηξιά, το τσαλακώνει και το πετάει στο τραπέζι αδιάφορα.
«Ο Christian πάντως δεν λέει να το αφήσει έτσι μαζί του», κουτσομπολεύει ο Cas και κοιτάει τα νύχια του αδιάφορος. «Θα βρέξει και αύριο, εφόσον μου έσπασε το μικρό νύχι».
Προσπαθώ να αγνοήσω αυτές τις περίεργες μαλακίες που πετάει που και που και εστιάζω στο πρώτο που είπε. Πέρα από τον Lucas και τώρα τον Casper, δεν ξέρω ή θυμάμαι τα άλλα αγόρια του Brentwood. Το μόνο που ξέρω είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν είναι φιλικοί και σε κάποιες περιπτώσεις τόσο περίεργοι που δεν θες να ανταλλάξεις κάποια συζήτηση μαζί τους στον διάδρομο. Αυτό με κάνει να ανησυχώ λίγο για τον Alex, αφού ο αυτοέλεγχος του τελευταία δεν είναι και στα καλύτερα του.
«Τι άκουσες;» ρωτάει ο Lucas και ευτυχώς το έκανε αυτός στην θέση μου.
«Άκουσε από τον διευθυντή ότι τον Alex τον παρακολουθούν στενά και σε περίπτωση που γίνει κάτι, αυτόν θα κατηγορήσουν πρώτο. Δεν νομίζω να μην το εκμεταλλευτεί αυτό», λέει ο Casper και ούτε που είχα καταλάβει ότι έπαιζε με μια τούφα από τα μαλλιά μου. «Προσπάθησα να του μιλήσω, αλλά μόλις γύρισε σε βία, το παράτησα».
«Δεν θα μας βγει σε καλό αυτό», αναστενάζει ο Lucas και φαίνεται πολύ αγχωμένος για αυτό.
Δεν μου κάνει η καρδιά να πω στον Casper να αφήσει το μαλλί μου, γι' αυτό απλά τον κοιτάω φευγαλέα και ύστερα τον Lucas. Το πρόσωπο του είναι αρκετό να μου πει ότι τον έχει επηρεάσει αυτό το θέμα με τον Christian και τον Alex. Δεν μπορώ βέβαια να καταλάβω άμα στεναχωριέται για τον Henderson ή τον Christian-τύπο που πουλάει τσαμπουκά στον άλλον και θα χαλάσει την καλή φήμη του Brentwood.
Πω, θα πρέπει να είναι πολύ σατανικός που θα εκμεταλλευτεί την δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται ο Henderson.
«Είχες καθυστέρηση στην περίοδο σου», πετάγεται για πολλοστή φορά ο Casper και δεν ξέρω πόσο άλλο μπορεί να με φρικάρουν οι μέντιουμ δυνάμεις που έχει.
Τι σκατά;
«Πως το κάνεις αυτό;» αναρωτιέμαι ψιθυρίζοντας και μου χαρίζει ένα πλάγιο χαμόγελο, αφού μου κλείσει το μάτι.
«Σε δυο λεπτά ο Alex θα σηκωθεί να φύγει και καλό θα ήταν να μην μας δει εδώ, οπότε εμείς την κάνουμε».
Με αυτό ο Casper πετάγεται από την θέση του και τραβάει τον Lucas μαζί του. Ο άλλος βυθισμένος στις σκέψεις του προσπαθεί να καταλάβει τι μόλις συνέβη, αλλά δεν αντιλέγει και πολύ στον άλλον δίπλα του, ο οποίος με ένα νεύμα του χεριού του με αποχαιρετά.
«Γεια σου, Angel. Ελπίζω να τα ξαναπούμε», γελάει αμήχανα ο Lucas για όσο ο φίλος του τον σέρνει μακριά μου. «Περαστικά στον αδελφό σου».
Νεύω το χέρι μου προς την κατεύθυνση τους και τους βλέπω που βγαίνουν από την καφετέρια σε ζήτημα δευτερολέπτων. Μένω στην θέση μου σιωπηλά και ύστερα αναστενάζω.
Τι περίεργο τομάρι ο Casper. Δεν είχα γνωρίσει ποτέ άτομο σαν εκείνον και ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι τύποι σαν αυτόν υπήρχαν μόνο στις ταινίες και στα βιβλία για να δώσουν μια έξτρα γεύση του τι θα πει φρικιό. Ο τύπος με το να χαϊδεύει λίγο τα μαλλιά μου κατάλαβε ότι έχω καθυστέρηση και τώρα αυτό με τον Alex; Δεν κατάλαβα από πού προήλθε ή γιατί να νομίζει κάτι τέτοιο, ενώ δεν έχει ανταλλάξει ούτε μια λέξη μαζί του.
Δεν περνάνε ούτε δυο λεπτά και ο Alex σηκώνεται από την θέση του. Παίρνει τον δίσκο του από το τραπέζι και αποχαιρετά την Trish, η οποία ανταποδίδει αμέσως με ένα τεράστιο χαμόγελο. Εγώ περιττό να πω ότι έχω ήδη φρικάρει με το πόσο μέσα έπεσε ο Casper και ακολουθώ με τα μάτια τον Alex που πάει, αφήνει τον δίσκο και κάνει να φύγει από την καφετέρια. Τα ορθάνοιχτα μάτια μου έχουν κολλήσει πάνω του και μάλλον αυτό φταίει που γυρνάει και με βλέπει με εκείνο το ανέκφραστο βλέμμα του.
Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή. Δεν ξέρω τι φταίει σήμερα που δείχνει τόσο υπέροχος και δεν μπορώ να τσαντιστώ καθόλου με την πάρτη του όπως έκανα το πρωί στο δωμάτιο του Nate. Ακόμη με πονάνε τα δάχτυλα, τόσο δυνατά που τα βάρεσα στο πόδι του τραπεζιού. Μπορεί με αυτό που έμαθα το πρωί να μου μαλάκωσε την στάση-κάπως-απέναντι από τον Alex, αλλά πρέπει να με σταματήσω.
Τον μισώ, τον μισώ, τον μισώ.
Το γεγονός ότι κρατάει τα μάτια του σε μένα τον κάνει να σκοντάψει πάνω σε κάποιον. Μου παίρνει λίγο να καταλάβω ότι όλη η παρέα που τον ακολουθούσε είναι του Brentwood, μαζί με εκείνον τον κοντό στον οποίο έπεσε πάνω κατά λάθος. Οι ματιές που ανταλλάζουν είναι γεμάτες μίσος που η ένταση μεταξύ τους κουνάει κόκκινη σημαία τόση μεγάλη που την βλέπει κανείς από μίλια μακριά.
Ο κοντός κάτι λέει στον Alex και του χαρίζει ένα στραβό χαμόγελο. Ο άλλος στέκεται ακίνητος και τον κοιτάει σαν να είναι έτοιμος να τον βάλει κάτω και να τον πνίξει. Πετάγομαι από την θέση μου βιαστικά, αφού έχω μαζέψει τον δίσκο του Lucas και το σκουπίδι του Cas, και περπατάω προς το μέρος τους.
«-στενά, Alex Henderson», είναι οι μοναδικές λέξεις που πιάνουν το αυτί μου ενώ τους πλησιάζω.
«Συγγνώμη, να περάσω;» πετάγομαι και μπαίνω ανάμεσα τους.
Δεν είναι ότι θέλω να προστατεύσω τον Alex, γιατί ξέρω πόσο ικανός είναι να το κάνει μόνος του, αλλά αυτός ο κοντός δεν μου αρέσει καθόλου. Εκπέμπει μια γλοιώδης αύρα και αυτό το φιδίσιο βλέμμα που έχει προς τον Alex, δεν θα τον βγάλει πουθενά. Το ένστικτο μου μού λέει ότι είναι αυτός ο Christian τύπος για τον οποίο ο Lucas ανησυχούσε τόσο.
Ο Christian με τον Alex μού ανοίγουν τον δρόμο και με αφήνουν να περάσω ανάμεσα τους. Με αυτό ευτυχώς απομακρύνονται ο ένας από τον άλλον και η προσοχή του Christian στρέφεται πάνω μου. Με την άκρη του ματιού παρατηρώ πως με τσεκάρει και με σχολιάζει χαμηλόφωνα στους φίλους του, κάτι το οποίο δένει το στομάχι μου σε κόμπο και με κάνει να θέλω να ξεράσω.
Αφήνω τα πιάτα και τους δίσκους στις θέσεις τους, αφού πετάξω τα σκουπίδια και μόλις γυρνάω να φύγω, βρίσκω στον Christian να στέκεται πίσω μου και να μου χαμογελάει. Κάνω να τον προσπεράσω αλλά την ίδια στιγμή μου χαϊδεύει το μπράτσο, κάτι που με κάνει να σταματήσω αμέσως με την αηδία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο μου.
Ο Alex στέκεται με σταυρωμένα χέρια και κοιτάει προς το μέρος μου. Το βλέμμα του είναι νεκρικό, αλλά δεν κουνιέται από 'κει που να πέσει σεισμός. Ο Christian από την άλλη, ο οποίος είναι λίγα εκατοστά πιο ψηλός από μένα, έχει αρκετά κοντό μαλλί, στρογγυλά πεσμένα μάτια με μεγάλες βλεφαρίδες, χοντρά φρύδια και λεπτά χείλη, μου την πέφτει ξεκάθαρα και δεν λέει να το αφήσει με τόσο.
«Να σε βοηθήσω;» ρωτάω και του σηκώνω το φρύδι.
«Θα με βοήθαγε να ξέρω το όνομα σου», απαντά με ένα απαίσιο λάγνο βλέμμα.
Η παρέα του τον αφήνει και μπαίνουν στην σειρά για να φάνε. Ο γλίτσας κεφτές μένει μόνος και αυτό με κάνει να γυρίσω το σώμα να τον δω καλύτερα, τα χέρια μου να σταυρώνουν στο στήθος μου. Βάζει τα χέρια στις τσέπες του παντελονιού και δαγκώνει το κάτω χείλος του. Έχε χάρη, αλλιώς θα ξέρναγα μπροστά του.
«Παραδόξως είναι Angel», γελάω και σουφρώνει τα φρύδια μπερδεμένος.
«Παραδόξως;»
«Ναι, γιατί μόλις θα σου 'λεγα να πας στον διάολο».
Το πρόσωπο του χαλάει με αυτό και τον αφήνω στα σκατά που είναι. Τον προσπερνάω με μια τσαντισμένη έκφραση προσώπου που νόμιζε ότι θα γυρίσω να δω μια γλίτσα σαν την χάρη του. Με το κεφάλι ψηλά και τινάζοντας το μαλλί μου μόλις περνάω τον Alex, ο οποίος χαμογελάει με τον εαυτό του ενώ χτενίζει πίσω το μαλλί με τα δάχτυλα του, βγαίνω από την καφετέρια και αφήνω τον μαλάκα τον Christian ξενερωμένο.
Είναι τελευταία φορά που κάνω την χάρη στον Alex. Σήμερα που το έκανα να είναι ευγνώμων εφόσον είμαι ακόμη ευαίσθητη εξαιτίας του ό,τι έγινε το πρωί. Η σκέψη του ότι ο Nate πίστευε ότι εγώ και ο Alex έχουμε κάποια ελπίδα σαν ζευγάρι, με έβαλε σε σκέψεις. Δεν το πιστεύω ότι τράβηξε τόσα για να μας δώσει μια ευκαιρία. Αν και με το να επιλέγω να μισώ τον Henderson και να θέλω να τον αποβάλλω από την ζωή μου, δεν κάνω τίποτα παρά να πηγαίνω ενάντια του αδελφού μου, πιστεύω ότι έτσι είναι καλύτερα. Αυτό το χαμόγελο που μου χάρισε στο τέλος ήταν υπεραρκετό ως το αντίο του. Από 'δω και πέρα είναι μόνος του.
Τώρα μένει να βρω τον Casper να μου πει πως στον διάολο το κάνει αυτό. Δεν με βλέπω να κοιμάμαι το βράδυ χωρίς να το μάθω. Και ποιος στον διάολο ονομάζει το παιδί του Casper;
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top